Σουρής, Γεώργιος , Κωστής Παλαμάς και Ροϊδης και η Νεοελληνική Νοοτροπία

Ο Γεώργιος Σουρής και η νεοελληνική Νοοτροπία

Ο Γεώργιος Σουρής έγραψε  καταπληκτικά ποιήματα.
Πηγή : γεωργιου σουρη, ο φασουλης φιλοσοφος και άλλα ποιήματα, δωρικος, Αθήνα, 1985.

Από τον πρόλογο εκ μέρους του εκδότη : Πρόκειται για κοινωνικοπολιτική σάτιρα. Τα ποιήματα είναι γραμμένα με σκοπτική σφοδρότητα και καλοπροαίρετη διάθεση. Καυτηρίασε τα ελαττώματα και εξύμνησε τα προτερήματα της ρωμαίικης ψυχής. Ηταν βαθύς γνώστης της.

Ο Γεώργιος Σουρής γεννήθηκε το 1853 στη Σύρο και πέθανε το1919 στην Αθήνα.Στα ποιήματά του αντικατοπτρίζεται μία κοινωνία των κομματαρχών, των τραμπούκων,  των αμφίβολων εθνοπατέρων, των προεκλογικών υποσχέσεων και των μετεκλογικών υπαναχωρήσεων ,των θνησιγενών κυβερνήσεων, των πολέμων και των εκστρατειών. Κατείχε μία κοφτερή ρωμαίικη ματιά και μία δηκτική γλώσσα

Μερικά μανιτάρια από διάφορα ποιήματα :

-”βρίζω Εγγλέζους, Ρώσους, και όποιους θέλω
και στρίβω το μουστάκι μ αγέρωχο πολύ”.
–”τον Ελληνα εις όλα ανώτερο τον βρίσκω,
κ απάνω στην καρέκλα χαρούμενος πηδώ”.
–”Την φίλη μας Ευρώπη με πέντε φασκελώνω,
απάνω στο τραπέζι τον γρόθο μου κτυπώ…
–”Μ αρέσει ο παράδεισος, αλήθεια,
χωρίς δουλειά σκοτώνω τον καιρό”.
–”Δεν έχω κέφι για δουλειά,
πάλι με δέρνει τεμπελειά.
“–”Καλά θαρρώ πως τα λεγε για τους Ρωμηούς κι εκείνος ο Γιουβενάλης
ο γνωστός, σατιρικός Λατίνος, πως στην εξυπνάδα,
τον Ρωμηό κανένας δεν τον φτάνει,
ό,τι τον θέλεις γίνεται κι ό,τι κι αν θέλεις κάνει,
γι αυτόν κανένα δύσκολο δεν βρίσκεται στην σφαίρα,
μπορεί και σαν τον Ικαρο να πάει στον αέρα”.
–”Ηθελα Φαρδούλης να μαι , λαοπρόβλητος σωτήρ,
και των εργατών πατήρ, …
προστάτης να μαι του λαού του φουκαρά,
κι ο λαός μου μια χαρά
να με κάνει δυνατό κι είδωλό του λατρευτό”,
“Να προέχω λαμπερός, μεταξύ πολλών ειδώλων
και να παίζω κρατερός λαϊκού σωτήρος ρόλον.”
–”Σε βλέπω δεν εσπούδασες ούτ αρχαιολογία
και είσαι πρώτος μοναχά εις την πολυλογία”.
–”Του κρέατός μας κόβετε καμιά παχιά λωρίδα,
και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα”.
–”Ο ένας και ο άλλος με γελά κι εγώ μ αυτούς γελώ,
ψέματα όλοι μου πουλούν και ψέματα πουλώ,
κι έτσι διαβαίνει ο καιρός”.
– “Πάψε Μούσα, να είσαι σκαρτάδα,
έλα λίγο και σύ εις την πράξη,
συλλογίσου πως ζεις στην Ελλάδα,
κι εδώ είναι “ποιός πρώτος θ αρπάξει.
–”Ου να χαθείς κηφηναριό…στων μελισσών το σμήνος,
εσύ ζηλεύεις μοναχά την θέσιν του κηφήνος,
και θέλεις πάντα χάρισμα να τρώγεις στην κυψέλην,
οπόταν είσαι μάλιστα γιγαντομάχος Ελλην”κλπ.

Καθημερινή (13.7.15)

–Γεώργιος Σουρής (Συνέχεια)

-Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,

κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.

-Κι από προσπάππου κι από παππού

συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

-Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο,

να παριστάνει τον ευρωπαίο.

Στα δυό φορώντας τα πόδια που ‘χει

στο ‘να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.

-Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,

ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.

-Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,

λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.

-Και ψωμοτύρι και για καφέ

το ‘’δε βαρυέσαι’’ κι ‘’ωχ αδερφέ’’.

-Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς σαν πιάσει πόστο:

δερβέναγάς.

-Δυστυχία σου, Ελλάς,

με τα τέκνα που γεννάς!

-Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;»
-Ποιός είδε (το ωραιότερο ποίημά του)
-Ποιος είδε κράτος κλασικό
σ’ όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;

-Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά ‘χει επτά Πρωθυπουργούς
Ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;
-Να χει Βουλή ωσάν κι αυτή
Με Τσουτσουνάτο βουλευτή,
να γεμίζει κάθε μέρα
από λόγια τον αέρα;
-Νά ‘χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;
-Να χει και άνδρες  θηλυκούς,
Σακατεμένους, φθισικούς,
Να τους δέρνουν , να τους γδύνουν,
Και φωνή να μην αφήνουν ;
-Να θέλει δα κι απ την Τουρκιά,
Χωρίς να ρίξει τουφεκιά,
Χίλιες χιλιάδες στρέμματα,
Ν αυξήσει με τα  ψέμματα;

(σελίδα 20 στην προαναφερθείσα πηγή)
———————————
Τέσσερις ημέρες έπειτα από το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», ο ποιητής Βαγγέλης Κουσουλάκος δημοσιεύει, με το ψευδώνυμο «Πελαργός» στίχους σαν κι αυτούς:

Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά

Δεν δίνουμε κουπόνι

Τα βρήκαμε πολύ στενά

Γιατί δεν έχουμε λιανά

Και ρίχνουμε κανόνι

Οι έμποροί μας δεν πωλούν

Εις την οδόν Αιόλου

Τα μαγαζάκια των σφαλούν

Και δίχως διόλου να μιλούν

Τραβούν κατά διαβόλου

Κάπως έτσι ήταν βεβαίως τα πράγματα -στην Αιόλου- προτού καν επέλθει και επισήμως η κρατική πτώχευση. Ο «Πελαργός», όμως, είχε ραμφίσματα και για την πολιτική εξουσία. Δηλαδή για τον Τρικούπη:

Στα δυο του χέρια τα γυμνά

Κρατεί του Κρουπ κανόνια

Για δανειστάς δεν μεριμνά

Τους δίνει πέντε στ’ αχαμνά

Και φεύγουν τα κωθώνια

Οι δανειστές φεύγουν χλωμοί

Το φοβερό του χέρι,

δεν κάνει πλέον πληρωμή,

Ξέρει να ζήση με τιμή

Και να τα σκάζη ξέρει…

Βαρειά, βαρειά, βουίζ’ η γη

Ένα κανόνι πέφτει

Παντού τρομάρα και κραυγή

Παντού φυγή χωρίς …φαγί

Ζήτω του πρωτοψεύτη!

Οι σύντροφοί του οι χαζοί

Τον βλέπουν χορτασμένοι

Και τραγωδούν μ’ αυτόν μαζί,

Πως «όσω τρων το έθνος ζή

Και σαν δεν τρων πεθαίνει

Το ποίημα του Κουσουλάκου είναι άλλωστε αφιερωμένο, όπως ο ίδιος τονίζει, «εις τον κανονιέρην Χ, Τρικούπην».

«Που μας θαρρούσαν φρόκαλα και πρώτους τενεκέδες….»

Ο Σουρής πάντως επιστρατεύει λιγότερη τραχύτητα, χαλιναγωγημένη διάθεση ευθείας πολιτικής καταγγελίας και περισσότερο «σοφιστικέ» πνεύμα.

Πλάθει ένα «ψήφισμα μέγα εν συστολή, του Περικλέτου και του Φασουλή» – των δυο μόνιμων ηρώων του. Ψήφισμα το οποίο ανιχνεύει τη … θετική πλευρά του «κανονιού».

Ιδόντες Κραταιότατε, πως η χρεωκοπία

είναι εντελής ανάρρωσις και μόνη θεραπεία,

ότι προς τούτην συμφωνεί και του Ρωμηού η φύσις,

που δεν ανέχεται δεσμά, μηδέ ζυγών αλύσσεις,

μα τα τινάζη καταγής ημέρα μεσημέρι

και μήτε χρεωλύσια και τόκους υποφέρει

Ιδόντες με την κανονιά πώς τίποτε δεν χάσαμε,

απεναντίας μάλιστα πάρα πολύ ησυχάσαμε

και κάπως φιγουράραμε μ’ αυτήν την μπαταρία

και μέσα στην Ανατολή και μεσ’ την Εσπερία

και σήμερα μιλούν παντού για’ μας τους ρεμπεσκέδες,

που μας θαρρούσαν φρόκαλα και πρώτους τενεκέδες

Ιδόντες πως οι δανεισταί πολύ μας φοβερίζουν

κι αδιάκοπα συνέρχονται κι αδιάκοπα μας βρίζουν

και κάθε φαύλος δανειστής και της Ευρώπης λιάπης

σε κάθε γλώσσα παρδαλή βρισιαίς μας δίνουν τόσαις,

καθώς το Ευαγγέλιον, εκείνο της Αγάπης,

που στη Δευτέρα Ανάστασιν, σ’ επτά το λένε γλώσσαις.

Δημοσιευθέν από το 2015 συχνά στην Καθημερινή

—————————————————————————————

Ἀπό θαμπούς ντερβίσηδες καὶ στέρφους μανταρίνους,
κι ἀπό τοῦς χαλκοπράσινους ή πολιτεία πατιέται.
Χαρά στοῦς χασομέρηδες! χαρά στοῦς ἀρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ό Β-ρωμιός καὶ δασκαλοκρατιέται.
Καὶ δημοκόποι Κλέωνες καὶ λογοκόποι Ζωίλοι,
καὶ Μαμμωνάδες βάρβαροι, καὶ χαύνοι λεβαντίνοι.
Λύκοι, κοπάδια, οί πιστικοί καὶ ψωριασμένοι οί σκύλοι,
καὶ οί χαροκόποι ἀδιάντροποι, καὶ πόρνη ή Β-ρωμιοσύνη.
Κωστής Παλαμάς

————————————————————————

Ροΐδης περί των Ελλήνων

“Ως οι Ινδοί εις φυλάς, ούτω και οι Έλληνες διαιρούνται εις τρεις κατηγορίας:
α) Εις συμπολιτευομένους, ήτοι έχοντας κοχλιάριον να βυθίζωσιν εις την χύτραν του προϋπολογισμού.
β) Εις αντιπολιτευομένους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον και ζητούντας εν παντί τρόπω να λάβωσιν τοιούτον.
γ) Εις εργαζομένους, ήτοι ούτε έχοντας κοχλιάριον ούτε ζητούντας, αλλʼ επιφορισμένους να γεμίζωσι την χύτραν διά του ιδρώτος των”