Ελληνική Γλώσσα, Ξένες Λέξεις σε Εθνικές Γλώσσες, Τούρκικες Λέξεις, Γλώσσες της Διπλωματίας στην Ιστορία
H χρησιμοποίηση ξένων λέξεων θεωρείται ως πρόβλημα σuνήθως από μη γνώστες ξένων γλωσσών και πρωτίστως από ανεπαρκώς μορφωμένους
υπερεθνικιστές.
Επίσημες προσπάθειες να απαγορευθούν αυτές έγιναν
μερικές φορές, αλλά δεν έχουν στεφθεί με επιτυχία.Τα πιό γνωστά παραδείγματα στην Ευρώπη είναι τα εξής : Το εθνικοσοσιαλιστικό σύστημα της Γερμανίας απαγόρευσε δια νόμου τις ξένες λέξεις . Πέραν τούτου
μεταφράσθηκαν στα Γερμανικά όλοι οι λατινικοί όροι της Γραμματικής που στην πραγματικότητα είναι έννοιες της αρχαίας Ελληνικής
Στην δεκαετία του 80 του περασμένου αιώνα ένας γαλλικός νόμος απαγόρευσε την χρησιμοποίηση
αγγλικών λέξεων στους ραδιοφωνικούς σταθμούς και στην τηλεόραση για να προστατεύσει τα Γαλλικά. Και αυτή η προσπάθεια έχει φυσικά αποτύχει.
Στην ιστορία της ανθρωπότητας σημειώνονται πολλά παραδείγματα γλωσσών με διεθνή σημασία.
Η σημιτική ακκαδική γλώσσα ( 2.500 π.Χ. στο Ιράκ ) ήταν η πρώτη διεθνής διπλωματική γλώσσα του κόσμου , η οποία όμως χρησιμοποιούσε πολυάριθμες
λέξεις της σουμερικής γλώσσας , γιατί οι μη σημίτες Σουμέριοι έχουν δημιουργήσει παγκοσμίως τον πρώτο πολιτισμό ( 3.000 π.Χ.) .
Η πρώτη διεθνής αυτοκρατορία, η περσική χρησιμοποίησε ως επίσημη γλώσσα όχι τα ανεπαρκώς εξελιγμένα Περσικά, αλλά τα Αραμαϊκά ( Αρχαία Συριακά ), τα οποία ήδη ήταν διαδεδομένα σε όλη την μέση Ανατολή και εμπεριείχαν πολλές ακκαδικές λέξεις.Ο Ιησούς Χριστός κήρυξε στα Αραμαϊκά (όχι στα
Ελληνικά), ενώ η Καινή Διαθήκη έχει γραφεί , ως γνωστόν, στην ελληνική Κοινή, αλλά η διάρθρωση μέσω μεταφοράς από τον προφορικό στο γραπτό λόγο προέρχεται από τα Αραμαϊκά.
Στην εποχή των Διαδόχων του Μέγα Αλεξάνδρου η
Κοινή Αρχαία ελληνική γλώσσα επικράτησε χρησιμοποιόντας και συριακές λέξεις. Στη
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ( Imperium Romanum ) τα Λατινικά ήταν εμπλουτισμένα με πάμπολες ελληνικές λέξεις. Τα Λατινικά ήταν η επίσημη γλώσσα της
διπλωματίας έως τον 17ο αι. !
Κατόπιν ακολούθησαν τα Γαλλικά ως η
πρυτανεύουσα πολιτισμική γλώσσα πού έδωσαν λέξεις και όρους πρωτίστως με την κατάληξη –ισμός (-isme ) σε όλον τον κόσμο. Τα Γαλλικά ήταν έως
τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο η επίσημη διεθνής γλώσσα της διπλωματίας.
Τώρα τα έχουν ξεπεράσει ακόμη και τα Ισπανικά, τα οποία είναι η δεύτερη σημαντική γλώσσα παγκοσμίως και πέρα τούτου θεωρούνται στις ΗΠΑ ως η πιό σπουδαία ξένη γλώσσα !
Ύστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο τα Αγγλικά επικράτησαν υπό την εξελιγμένη μορφή των Αμερικανικών ιδιαίτερα στην Υψηλή Τεχνολογία. Αυτονοήτως σχεδόν όλοι οι τεχνικοί όροι του Διαδικτύου κλπ. χρησιμοποιούνται στα Αμερικανικά η έννοια έχει ήδη επικρατήσει). Αυτό δεν μπορεί
ουδόλως να απαγορευθεί. Δηλαδή πρόκειται για κάτι το αντικειμενικό.
Και όμως θα ήταν καλύτερα να μην υπερβάλλουμε την χρησιμοποίηση ξένων λέξεων στην καθημερινή γλώσσα παραγκωνίζοντας τη μητρική μας γλώσσα. Κάτι
τέτοιο αγγίζει βαθμιαία τα όρια της εθνικής αυτοκτονίας, γιατί κάθε εθνική γλώσσα είναι αναπόσπαστο στοιχείο της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού πολιτισμού.
Ολες οι ευρωπαϊκές γλώσσες εμπεριέχουν τουλάχιστον 35% ελληνικές και λατινικές λέξεις μεριές φορές σε συνδυασμό των δύο γλωσσών.
Καθημερινή
Γλώσσες :Λατινικά, Γερμανικά, Γαλλικά
Οι αριστοκράτες της Γερμανίας μιλούσαν γερμανικά, τα οποία όμως περιφρονούσαν.
Η επίσημη γλώσσα της διπλωματίας και των κρατικών ντοκουμέντων ήταν τα Λατινικά.
Υστερα από τον 18ο αι. οι αριστοκράτες μιλούσαν μεταξύ τους Γαλλικά, τα οποία ήταν η διπλωματική γλώσσα (όλα τα διεθνή νοκουμέντα στα Γαλλικά). Το ίδιο έγινε και στη Ρωσία.
Στις Βαλτικές χώρες μιλούσαν οι μορφωμένοι πρωτίστως Γερμανικά και ο απλός λαός την εκάστοτε εθνική γλώσσα (π.χ.Λιθουανικά , Λετονικά κλπ.) Καθημερινή (30.1.16)
————————————————————–
Τούρκικες λέξεις στην ελληνική γλώσσα (60 βρήκα εγώ, τις άλλες τις πήρα από καταλόγους, τις περισσότερες απο το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου)
1. Αγάς (δεσποτικός-αυταρχικός),
2. Αγιάζι (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
3. Αλάνα (ανοιχτός χώρος),
4. Αλάνι (αλήτης)
5. Γιακάς (περιλαίμιο),
6. Γιαπί (οικοδομή),
7. Γιαρμάς (ροδάκινο),
8. Γιαούρτι (πηγμένο γάλα)
9. Γιλέκο (περιθωράκιον)
10. Γινάτι (πείσμα),
11. Γιουρούσι (επίθεση)
12. Γκάιντα (άσκαυλος),
13. Γκέμι (χαλινάρι)
14. Γλέντι (διασκέδαση)
15. Γούρι (τύχη),
16. Γρουσούζης (κακότυχος),
17. Δερβένι (κλεισούρα),
18. Εργένης (άγαμος),
19. Ζαμάνια (μεγάλο χρονικό διάστημα),
20. Ζαρζαβατικά (λαχανικά),
21. Ζόρι (δυσκολία),
22. Ζουμπούλι (υάκινθος),
23. Καβγάς (φιλονικία),
24. Καβούκι (καύκαλο),
25. Καβουρδίζω (φρυγανίζω-ξεροψήνω),
26. Καζάνι (λέβητας),
27. Καΐκι (βάρκα)
28. Καλέμι (γραφίδα),
29. Καλούπι (μήτρα-πρότυπο),
30. Κάλπικος (κίβδηλος),
31. Καπάκι (σκέπασμα- κάλυμμα),
32. Καραούλι (φρουρά-σκοπιά),
33. Καρπούζι (υδροπέπων),
34. Κασμάς (αξίνα-σκαπάνη)
35. Κατσίκα (ερίφι-γίδα)
36. Καφάσι (κιβώτιο),
37. Κελεπούρι (ανέλπιστο εύρημα)
38. Κέφι (ευδιαθεσία)
39. Κιμάς (ψιλοκομμένο κρέας),
40. Κιόσκι (περίπτερο),
41. Κολάι (ευκολία-άνεση),
42. Κολαούζος (οδηγός),
43. Κόπιτσα (πόρπη),
44. Κοτζάμ (τεράστιος-πελώριος),
45. Κοτσάνι (μίσχος),
46. Κότσι (αστράγαλος),
47. Κουβαρντάς (γενναιόδωρος-ανοιχτοχέρης)
48. Κουβάς (κάδος-αγγείο),
49. Κουμπαράς (δοχείο χρημάτων),
50. Κουσούρι (ελάττωμα-μειονέκτημα),
51. Κουτουρού (ασύνετα-απερίσκεπτα),
52. Λαγούμι (υπόνομος-οχετός),
53. Λαπάς (χυλός),
54. Λεβέντης (ανδρείος-ευσταλής),
55. Λεκές (κηλίδα),
56. Λελέκι (πελαργός),
57. Λούκι (υδροσωλήνας),
58. Μαγιά (προζύμη-ζυθοζύμη),
59. Μαγκάλι (πύραυνο),
60. Μαγκούφης (έρημος),
61. Μαϊντανός (πετροσέλινο-μακεδονίσι)
62. Μαντζούνι (φάρμακο),
63. Μαούνα (φορτηγίδα)
64. Μανάβης (οπωροπώλης),
65. Μαράζι (φθίση),
66. Μαραφέτι (μικρό εργαλείο),
67. Μασούρι (μικρό ξύλο),
68. Μαχαλάς (συνοικία),
69. Μεζές (ορεκτικά),
70. Μελτέμι (άνεμος ετησίας),
71. Μενεξές (εύοσμο λουλούδι),
72. Μεντεσές (στρόφιγγα),
73. Μεράκι (πόθος),
74. Μερεμέτι (επισκευή-επιδιόρθωση)
75. Μουσαμάς (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
76. Μουσαφίρης (φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
77. Μπαγιάτικο (μη νωπό),
78. Μπαγλαρώνω (δένω-φυλακίζω),
79. Μπαϊράκι (σημαία)
80. Μπακάλης (παντοπώλης),
81. Μπαλτάς (πελέκι),
82. Μπάμια (ιβίσκος ο εδώδιμος),
83. Μπαμπάς (πατέρας),
84. Μπάμπαλης (ο πολύ γέρος),
85. Μπαξές (περιβόλι-κήπος),
86. Μπαρούτι (πυρίτιδα),
87. Μπατζάκι (κνήμη-σκέλη),
88. Μπατζανάκης (σύγαμπρος-συννυφάδα),
89. Μπατίρισα (πτωχεύω-χρεοκοπώ),
90. Μπαχαρικό (αρωματικό άρτυμα),
91. Μπεκρής (μέθυσος),
92. Μπελάς (ενόχληση),
93. Μπινές (κίναιδος-ασελγής)
94. Μπογιά (βαφή-χρώμα),
95. Μπογιατζής (ελαιοχρωματιστής)
96. Μπόι (ανάστημα-ύψος),
97. Μπόλικος (άφθονος)
98. Μπόρα (καταιγίδα)
99. Μπόσικος (χαλαρός),
100. Μποστάνι (λαχανόκηπος),
101. Μπούζι (πάγος-ψύχρα),
102. Μπουλούκι (στίφος-άτακτο πλήθος),
103. Μπουλούκος (καλοθρεμμένος-παχουλός),
104. Μπουνταλάς (κουτός-ανόητος),
105. Μπουντρούμι (φυλακή),
106. Μπουρί (καπνοσωλήνας),
107. Μπούτι (μηρός),
108. Μπούχτισμα (κορεσμός),
109. Νάζι (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
110. Νταβαντούρι (σύγχυση)
111. Νταμάρι (φλέβα-λατομείο),
112. Νταμπλάς (αποπληξία),
113. Νταντά (παραμάνα-τροφός),
114. Νταραβέρι (συναλλαγή-αγοραπωλησία) *** Λάθος, το νταραβέρι είναι ιταλικής προέλευσης (dare e avere, δούναι και λαβείν). Το τουρκογενές αντίστοιχο είναι το αλισβερίσι.
115. Ντελάλης (διαλαλητής),
116. Ντελής (παράφρονας),
117. Ντέρτι (καημός)
118. Ντιβάνι (κρεβάτι)
119. Ντιπ για ντιπ (ολωσδιόλου),
120. Ντουβάρι (τοίχος),
121. Ντουλάπι (ιματιοθήκη),
122. Ντουμάνι (καταχνιά-καπνός),
123. Ντουνιάς (κόσμος-ανθρωπότητα),
124. Παζάρι (αγορά-διαπραγμάτευση),
125. Παντζάρι (κοκκινογούλι-τεύτλο),
126. Πατζούρι (παραθυρόφυλλο),
127. Παπούτσι (υπόδημα),
128. Περβάζι (πλαίσιο θυρών),
129. Πιλάφι (ρύζι),
130. Πούστης (κίναιδος-ασελγής)
131. Ραχάτι (ησυχία)
132. Ρουσφέτι (χαριστική εξυπηρέτηση),
133. Σακάτης (ανάπηρος),
134. Σαματάς (θόρυβος),
135. Σεντούκι (κιβώτιο),
136. Σέρτικο (τσουχτερό, βαρύ),
137. Σινάφι (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
138. ΣιντριβάνιΙ(πίδακας),
139. Σιρόπι (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
140. Σαΐνι (ευφυής),
141. Σοβάς (ασβεστοκονίαμα),
142. Σόι (καταγωγή-γένος),
143. Σοκάκι (δρόμος),
144. Σόμπα (θερμάστρα),
145. Σουγιάς (μαχαιράκι),
146. Σουλούπι (μορφή-σχήμα)
147. Ταβάνι (οροφή),
148. Ταμπλάς (αποπληξία-συγκοπή),
149. Ταπί (χωρίς χρήματα)
150. Ταραμάς (αυγοτάραχο),
151. Τασάκι (σταχτοδοχείο),
152. Ταχίνι (αλεσμένο σουσάμι),
153. Ταψί (μαγειρικό σκεύος),
154. Τεκές (καταγώγιο)
155. Τεμπέλης (οκνηρός-ακαμάτης),
156. Τενεκές (δοχείο),
157. Τερτίπι (τέχνασμα-απάτη),
158. Τεφαρίκι (εκλεκτό-αριστούργημα),
159. Τεφτέρι (κατάστιχο)
160. Τζάκι (παραγώνι),
161. Τζάμι (υαλοπίνακας-γυαλί),
162. Τζάμπα (δωρεάν),
163. Τζαναμπέτης (κακότροπος-δύστροπος),
164. Τόπι (σφαίρα),
165. Τουλούμι (ασκός),
166. Τουλούμπα (αντλία),
167. Τουμπεκί (σιωπή),
168. Τράμπα (ανταλλαγή),
169. Τσαίρι (λιβάδι-βοσκοτόπι),
170. Τσακάλι (θώς),
171. Τσακίρης (γαλανομάτης),
172. Τσακμάκι (αναπτήρας),
173. Τσάντα (δερμάτινη θήκη),
174. Τσαντίρι (σκηνή),
175. Τσαπατσούλης (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),
176. Τσάρκα (επιδρομή-περιπλάνηση),
177. Τσαντίζω (εξοργίζω-προσβάλω),
178. Τσαχπίνης (κατεργάρης-πονηρός),
179. Τσέπη (θυλάκιο)
180. Τσιγκέλι (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),
181. Τσιγκούνης (φιλάργυρος)
182. Τσιμπούκι (καπνοσύριγγα),
183. Τσιράκι (ακόλουθος),
184. Τσίσα (ούρα)
185. Τσίφτης (άψογος-ικανός) **αυτό είναι μάλλον λάθος, διότι ο τσίφτης πρέπει να πρόερχεται από τα αλβανικά· αντικαταστήστε το με το “τσιφλίκι”
186. Τσιφούτης (φιλάργυρος),
187. Τσομπάνης (βοσκός-ποιμένας)
188. Τσουβάλι (σακί),
189. Τσουλούφι (δέσμη μαλλιών),
190. Τσογλάνι (νέος)
191. Τσοπάνης (βοσκός) Υπάρχει και πιο πάνω, ας βάλω στη θέσητου το τσουρέκι να μη χαλάσει η αρίθμηση
192. Φαράσι (φτυάρι-σκουπιδολόγος),
193. Φαρσί (τέλεια-άπταιστα),
194. Φιντάνι (φυτώριο),
195. Φιστίκι (πιστάκη),
196. Φιτίλι (θρυαλλίδα),
197. Φλιτζάνι (κύπελλο),
198. Φουκαράς (κακομοίρης-άθλιος),
199. Φουντούκι (λεπτοκάρυο-λεφτόκαρο),
200. Φραντζόλα (ψωμί),
201. Χαβάς (μουσικός σκοπός)
202. Χαβούζα (δεξαμενή νερού),
203. Χάζι (ευχαρίστηση),
204. Χαλαλίζω (συγχωρώ),
205. Χάλι (άθλιο),
206. Χαλί (τάπητας),
207. Χαλκάς (κρίκος),
208. Χαμάλης (αχθοφόρος)
209. Χαμπάρια (αγγελία-νέα),
210. Χάνι (πανδοχείο),
211. Χάπι (καταπότι),
212. Χαράμι (άδικα),
213. Χαρμάνης (χασισοπότης),
214. Χαρτζιλίκι (μικρό χρηματικό ποσό),
215. Χασάπικο (κρεοπωλείο),
216. Χατίρι (χάρη),
217. Χαφιές (καταδότης),
218. Χουζούρεμα (ανάπαυση),
219. Χούι (ιδιοτροπία),
220. Χουνέρι (πάθημα-εξαπάτηση)
Διαπίστωση : Η λεκτική βάση του “ρωμαίϊκου” τρόπου ζωής ειναι τούρκικη! Σε πολλά λαϊκά τραγούδια είναι μερικές φορές τρεις από πέντε λέξεις τούρκικες. Σε συνδυασμό με τους ανατολίτικους χορούς εκφράζουν δήθεν τον Νεοέλληνα.
Τις δημοσίευσα στην Καθημερινή (6.9.15)
—————————————————————————-
Ξένα Ονόματα στην Ελλάδα
Νεγροπόντης (ιταλ.) : Μαυρογέφυρας
Καποδίστριας (Capo di Istria, ιταλ.) : Ηγεμών της Ιστρίας
Δελαπόρτα (ιταλ.) : Από την πόρτα
Καβάφης (τούρκ.) : Τσαγκάρης
Ζορμπάς (τούρκ.) : Ταραξίας, Οπλοφόρος
Καρτάλης (τούρκ.) : Αετός
Ντάλλας (τούρκ.) : Γυμνός
Ντερτιλής (τούρκ.) : Βασανισμένος
Ράμμος (περσικό) : Υπάκουος
Μπότσαρης (αλβ.) : Βαρελοποιός
Ντούρος (τούρκ.) : Μακρυνός
ΖΟΛΩΤΑΣ (ρωσικό) : Χρυσάφι
Κάλβος (λατιν.) : Φαλακρός
Καραμανλής (τούρκ.) : Κατοικος από την Καραμανία (Καπαδοκία)—Καραογλου(τούρκ.) : Μαυρογιός
Βενιζέλος (ιταλ.-ελλην.) : Ο Καλός Ζηλωτής κτλ.
Πηγή : Μανόλης Τριανταφυλλίδης, Τα Οικογενειακά μας Ονόματα, ISBN 960-231-010-3, Θεσσαλονίκη 1995
——————————————————————————–
Ονομα Ρήγας , Ετυμολογία, Σημασιολογία
Rex,γενική regis, ονομ. πληθυντ. reges. Από το rex προέρχονται στη Νεολατινική ή Ρομανική ονόματα όπως Regina (στην Ισπανική reina, στην Σανσκριτική rani) , Ρήγας και άλλα.
Η λέξη Rex είναι συγγενική με την λέξη Ratsha (βασιλεύς) στην Σανσκριτική.
Η λεξη qasiru (αρχηγός) μου είναι αυτονοήτως γνωστή. Η αρχαία ελληνική (μηκυναϊκή ) λέξη με την σημασία του Βασιλέως είναι ΑΝΑΞ (εξ ου και ανάκτορα). Στην Γλωσσολογία ονομάζεται αυτό το φαινόμενο “ινδοευρωπαϊκή γλωσσική κληρονομιά”. Καθημερινή (18.1.18
——————————————————————————–
Το όνομα Μπόγδης ή Μπογδάνος
είναι σλαβικής προέλευσης : Μπογκντ = Ο Θεός. Γνωστό είναι και το όνομα Μπογδάνος από το σλαβικό Μόγκνταν = Δώρον Θεού, δηλαδή Θεόδωρος. Σχεδόν την ίδια σημασία έχει και το όνομα Μιθριδάτης (δώρον του (Θεού) Μίθρα).
Στα αρχαία Περσικά λέγεται Μπαγκντ με την ίδια σημασία. Βλέπε και Μπαγκτατντι (Βαγδάτη). Στα Ελληνικά μεταφράζεται ως Θεο-Δώρα.
Η δεύτερη συστατική λέξη των άνωθεν ονομάτων προέρχεται από το κοινό ινδοευρωπαίκό ρήμα δίδω (στα αρχαία Ελληνικά δίδωμι, στα αρχαία Ιρανικά και στην Σανσκριτική dadami, στα Λατινικά do, στα Σλαβικά dati : δοθέν).
Πηγές
-F. Bodmer, Die Sprsachen der Welt ( Original English : The Loom of Language), ISBN 3-88059-880-0, Köln 1997, S.212.
-H. Haarmann, Weltgeschichte der Sprachen, Von der Frühzeit des Menschen bis zur Gegenwart, ISBN 978 3 406 608025, München 2010, Kap. 6. Die indoeuropäische Sprachfamilie (S. 152-240).
-Duden, Das große Vornamen Lexikon , ISBN 3-411-06081-6, Mannheim 1998, S.71.
-M. Τριανταφυλλίδης, Τα οικογενειακά μας ονόματα, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 30 (66). Γράφει μόνον , ότι πρόκειται για όνομα πρωτίστως Μολδαβών ηγεμόνων. Του είναι άγνωστο, ότι το όνομα Bogdan είναι αμιγώς σλαβικό.
————————————————————————————-
Ονομα Κώτσος
Πρόκειται για το ΡΩΜΑΙΚΟ όνομα Constantius με ελληνική κατάληξη : Κωνσταντίνος. Το μεταφράζω στην ελληνική γλώσσα : (ΕΥ)ΣΤΑΘΙΟΣ, ΣΤΑΘΟΣ.
Το όνομα Κώτσος ήταν στην δεκαετία του 50 μεταξύ των Βλάχων συμμαθητών μου στο Γυμνάσιο της Κατερίνης από τα Πιέρια πολύ διαδεδομένο. Το προέφεραν όμως κάπως έτσι : Ου Κώτσους, δηλαδή σύμφωνα με τη λατινική γραμματική. Μεταξύ αυτών υπήρχαν μερικοί Ελληναράδες. Πολύ αργότερα στο εξωτερικό έχω διαπιστώσει την βασική αιτία αυτού του ενδιαφέροντος φαινομένου.
Καθημερινή (28.12.17)
Γεια σας.
Ψαχνοντας για ετυμολογία λέξης, επέσα πάνω σε αυτό εδώ στην σελίαδα σας:
185. Τσίφτης (άψογος-ικανός) **αυτό είναι μάλλον λάθος, διότι ο τσίφτης πρέπει να πρόερχεται από τα αλβανικά· αντικαταστήστε το με το “τσιφλίκι”
Το (αψογος – ικανος) είναι το σωστό, αλλά σε αργκό. Το cift στα τουρκικα είναι το ζευγάρι, το διπλό. Δηλαδή ο τσίφτης είναι αυτός που κάνει για δύο. Από εκεί παίρνει την ονομασία του ο χορός Τσιφτ από την Καππαδοκία (χορός που χορεύουν δύο άτομα).
Επίσης, και το τσιφτετέλι. Είναι η μουσική που παίζεται πάνω χρησιμοποιώντας δύο τέλια (χορδες).
Δεν έχει σχεση με την αλβανική, εκτός αν γίνοταν χρήση της λέξης λόγω της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
–
ΚΕ