Αγγλική Γλώσσα, Παγκόσμια Σημασία, Ιεραρχία Πολιτισμών και Γλωσσών

Αγγλική Γλώσσα, Σημασία διεθνώς
Εως τον 18ο αι. τα Λατινικά ήταν η διπλωματική και γενικά η πιο σημαντική γλώσσα .  Ακολούθησαν τα Γαλλικά λόγω της πολιτισμικής υπεροχής της Γαλλίας.
Από ιστορική άποψη έχουν  συμβάλλει στην βαθμιαία εξάπλωση των
Αγγλικών ο Αγγλικός Διαφωτισμός, οι  πολυάριθμοι Αγγλοι επιστήμονες και
ιδιαιτέρως η εμπέδωση του Καπιταλισμού, η Βιομηχανική Επανάσταση και ο
Παρλαμενταρισμός (Κοινοβουλευτισμός).

Υστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο  τα Αγγλικά άρχισαν να επικρατούν για τους παρακάτω λόγους :

α) Μέσω της  ανόδου  των ΗΠΑ σε υπερδύναμη (οικονομική, βιομηχανική, στρατιωτική) τα Αγγλικά έχουν αναβιβασθεί σε παγκόσμια και επικρατούσα  γλώσσα.

β) Τα Αγγλικά , τα οποία ήδη ήταν η επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρεταννίας, του Καναδά και της Αυστραλίας, έχουν εμπεδωθεί ως επίσημη γλώσσα και σε άλλες χώρες όπως π.χ. στις Ινδίες και  σε αφρικανικές χώρες.
γ) Εξέλιξη των Αγγλικών σε γλώσσα της διεθνούς διπλωματίας, των διεθνών οικονομικών και χρηματιστικών σχέσεων   και της επιστήμης ,  ιδιαιτέρως των υψηλών τεχνολογιών.
δ) Ακτινοβολία του αμερικανικού κινηματογράφου και της αμερικανικής  μουσικής. σε όλον τον κόσμο.

ε) Διάδοση του αμερικανικού   τρόπου ζωής σχεδόν σε όλην την υφήλιο : ενδυμασία (Jeans, αθλητικά παπούτσια), διατροφή  (fast food) , fitneß center , απλοί τρόποι συμπεριφοράς κτλ..
ζ)  Η εκμάθηση της Αγγλικής γλώσσας είναι σχετικά εύκολη. Καθημερινή (17.6.18)

———————————————————————-

Η ιεραρχία του πολιτισμού και της γλώσσας αποτελεί ένα αντικειμενικό φαινόμενο.

Στην ιστορική επιστήμη π.χ. έχει εισαχθεί ο όρος “Υψηλός πολιτισμός” , στον οποίο ανήκαν πολύ λίγοι πολιτισμοί ( σουμερικός, ακκαδικός, αιγυπτιακός, βαβυλωνιακός, ελληνικός, ρωμαϊκός , κινεζικός, όχι όμως ιουδαϊκός, γερμανικός, σλαβικός κτλ.

Σήμερα σημειώνεται διεθνώς η εξής ιεραρχία των γλωσσών : Αγγλικά, Ισπανικά, Γαλλικά., όχι όμως Ρωσικά και Κινέζικα. Στον ΟΗΕ είναι διαφορετικά : Αγγλικά , Γαλλικά, Ισπανικά (Ρωσικά, Κινέζικα) .

Προ μερικών ημερών διάβασα στο Βιβλίο του κορυφαίου γλωσσολόγου Harald Haarmann, Lexikon der untergegangenen Sprachen, München 2002,το εξής : Η αρχαία εβραϊκή γλώσσα ήταν φτωχή και τελείως ακατάλληλη για θεωρητική σκέψη, ενώ η αρχαία ελληνική γλώσσα ήταν ιδανική για την φιλοσοφία.

Είναι όμως γνωστότατο, ότι σε πολλές γλώσσες μπορεί να γραφεί λογοτεχνία ανωτάτου επιπέδου (π.χ. στα Ισλανδικά, στα ΤΟΥΡΚΙΚΑ, στα Σερβικά, στα αραβικά κτλ.

Το ίδιο ισχύει ανεξαιρέτως και για όλες τις επιστήμες. Σε ό,τι όμως αφορά τον Δυτικό Κϋκλο Πολιτισμού, οι περισσότεροι επιστημονικοί όροι είναι ελληνογενείς ή λατινογενείς. Και αυτό αποτελεί μίαν ιεραρχία των γλωσσών.
Πρόκειται όμως για τις υψηλές τεχνολογίες, εστιάζονται τα Αγγλικά στην κορυφή. Αυτό αποτελεί ιεραρχία par excellence.
Καθημερινή (17.6.18)

Παλαιστίνα και Παλαιστίνιοι , Ιστορικά, Εθνολογικά

1. Εθνωνύμιο Παλαιστίνιοι, Τοπωνύμιο Παλαιστίνα

Οι αρχαίοι
Φυλιστίνοι ήταν στην Μέση Ανατολή γνωστοί με τα ονόματα prst (Äγυπτιακά), palascht/pilischt (Ασσυριακά), peläschät pelistim (Εβραϊκά), Philisthiim, Philisthini, Palaestini (Λατινικά ), (Ιδέ Carl Andresen et alt. (Edit.), Lexikon der Alten Welt, Band 2, Düsseldorf, 2001, S. 2296 (πληροφορία : έργο 236 ειδικών επιστημόνων από σχεδόν όλα τα πανεπιστήμια και τις Ακαδημίες της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Ελβετίας ).

Οι Αραβες αγωνίσθηκαν τον 1ο Παγκόσμιο Ποόλεμο ως σύμμαχοι των Αγγλων κατά των Τούρκων ,πεπεισμένοι, ότι θα ιδρυθεί για αυτούς ένα νέο κράτος με το όνομα Φιλαστίν (Παλαιστίνα). Αλλά ήδη το 1917 οι Αγγλοι υποσχέθηκαν στους Εβραίους ( Jewish Agency) στην Balfour- Deklaration να διατεθεί όλη η Παλαιστίνα για να ιδρύσουν ένα δικό τους εθνικό κράτος (Erez Jisrael : Μεγάλο Ισραήλ) εξαπατώντας τους Αραβες.

Το 1920 άρχισε η εισροή Εβραίων στην Παλαιστίνα, αν και οι Αραβες έκαναν εξεγέρσεις κατά του αγγλικού Καθεστώτος των Εντολών (Mandat). Το 1939 η Αγγλία πρότεινε να ιδρυθεί ένα ανεξάρτητο αραβοεβραϊκό κράτος,
αλλά τελικά το 1947 ο ΟΗΕ αποφάσισε να ιδρυθούν στην Παλαιστίνα δύο ανεξάρτητα κράτη, ένα για τους Εβραίους και ένα για τους Παλαιστίνιους. Ετσι έχει επικρατήσει επίσημα το εθνωνύμιο Παλαιστίνιοι για τους Αραβες της περιοχής.

Αλλά ήδη οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν σε διοικητικό τμήμα το τοπωνύμιο Παλαιστίνα προσθέτοντας και Συρία (Ιδέ Große Enzyklopädie, Band 7, Köln, 1990, S. 3.757 ). Από τα προαναφερθέντα απορρέει το συμπέρασμα, ότι η χρησιμοποίηση του εθνωνύμιου Παλαιστίνιοι είναι νόμιμη και καθιερωμένη.

2 .Προέλευση και εθνογένεση των σημερινών Παλαιστινίων

Ηδη από την Παλαιολιθική εποχή κατοικούσαν στην περιοχή της αργότερης Παλαιστίνης πρόγονοι των Χαναανιτών, οι οποίοι είχαν 3000 π.Χ. στην πόλη Ιεριχό εξελιγμένο πολιτισμό.
Το 1500 π. χ. κατέκτησαν την περιοχή πολιτιστικά καθυστερημένοι ποιμένες, οι
Εβραίοι, οι οποίοι παρέλαβαν από τους γηγενείς πληθυσμούς πολιτισμό. Περίπου το 1200 π.χ. έχει συντελεστεί ο εποικισμός ακριβώς της σημερινής Λωρίδας της Γκάζης από τους Φυλιστίνους ύστερα από την διπλή στρατιωτική ήττα εκ μέρους των Αιγυπτίων (Ραμσής 3ος ).

Οι Φυλιστίνοι ανήκαν στους πολυάριθμους «Λαούς της Θαλάσσης», οι οποίοι προερχόμενοι από τα Βαλκάνια μέσω της Μικράς Ασίας και της Κρήτης έχουν καταστρέψει το Βασίλειο των Χιττιτών και πολλά μικρά συριακά βασίλεια. Οι Αιγύπτιοι τους επέτρεψαν να κυριεύσουν τις πόλεις των Χαναανιτών Εκρον, Ασδοτ, Ασκαλον, Γάζ και Γκαθ. Επίσης κατανίκησαν όλα τα φύλα των Ισραηλιτών .

Αυτές ήταν οι πρώτες συγκρούσεις μεταξύ των Εβραίων και των Φυλιστίνων. Αλλά υπό τον βασιλέα Δαβίδ οι Εβραίοι κατόρθωσαν να επαναποκτήσουν την ανεξαρτησία τους. Εν τω μεταξύ έλαβε χώραν μία εντατική ανάμειξη μεταξύ των Φυλιστίνων και των Χαναανιτών, από τους οποίους παρέλαβαν πολιτισμό και την γλώσσα. Μία ανάμειξη των Ισραηλιτών με τους γειτονικούς λαούς ήταν δια νόμου απαγορευμένη. Το ίδιο ισχύει και σήμερα !

Με την πάροδο του χρόνου σημειωνόταν εισροή Βεδουίνων από την Βόρεια Αραβία. Η επίσημη γλώσσα όλων των Φύλων της “Γης Χαναάν” ήταν η Αραμαϊκή ως γλώσσα της περσικής αυτοκρατορίας( όχι τα Περσικά). Είναι γνωστό, ότι ο Ιησούς Χριστός έκανε τα κηρύγματά του στα Αραμαϊκά, αλλά η Καινή Διαθήκη έχει γραφεί στς Ελληνικά (Κοινή).

Αλλά όλες οι γλώσσες στην περιοχή αυτή ανήκουν στην οικογένεια των σημιτικών γλωσσών που σημαίνει, ότι τα Εβραϊκά είναι συγγενή με τα Αραβικά (Ιδε F. Bodmer, Die Sprachen der Welt, Köln, 1997, S.181 και H.Freydank et alt., Leipzig, 1978, S.392). Μέσω του Ισλάμ έχει σχεδόν σε όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής διαδοθεί και η αραβική γλώσσα. Η πιο γνωστή εξαίρεση είναι τα Περσικά (ινδοευρωπαϊκή γλώσσα).

Συμπέρασμα

Οι σημερινοί Παλαιστίνιοι είναι απόγονοι ενός μείγματος απο αρχαίους Χαναανίτες, Φυλιστίνους και Αραβες. Ο δικός τους αυτοπροσδιορισμός είναι Αραβες. Το ίδιο μου έλεγαν και σπουδαστές από το Μαρόκκο, αν και αναγκάσθηκαν ύστερα από πολυετή ηρωϊκό πόλεμο να παραλάβουν το Ισλάμ και την αραβική γλώσσα. Εχουν γνήσιες βερβερικές φυσιογνωμίες, οι οποίες διαφέρουν πολλοί από τις φυσιογνωμίες των πραγματικών Αράβων.

Μου είναι γνωστό, ότι μερικοί μορφωμένοι στην Αίγυπτο και στην Συρία επισημαίνουν , ότι δεν είναι Αραβες, αλλά απόγονοι γηγενών πληθυσμών.

Καθημερινή  ( 20.5.18 )

Ελλάς μεταξύ Δύσης και Ρωσίας

Ελλάς, Δύση, Ρωσία

(Τα κάτωθι σχόλια έχουν δημοσιευθεί στην ηλεκτρονική έκδοση της  Καθημερινής ( 10.4.18)

1. Πού ανήκει η Ελλάδα ; Στη Δύση ή στην Ανατολή ;

Το αργότερο ύστερα από την περάτωση του Εμφυλίου η Ελλάδα ανήκει πολιτικά και στρατιωτικά αναμφισβήτως στη Δύση. Μην λησμονούμε, ότι η Δύση έσωσε την Ελλάδα προ του κομμουνιστικού κινδύνου.
Πέραν τούτου, η εποχή των τριτοκοσμικών ανοησιών του Α.Παπανδρέου εχουν παρέλθει εσαεί, και αλλοίμονο στον Ελληνα πολιτικό που ίσως κάποτε τολμήσει, η Ελλάδα να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ ( ο νεοσταλινιστήςΛαφαζάνης ποθούσε κάτι τέτοιο). Οι υγιώς σκεπτόμενοι θα τον γδάρουν ζωνανό. Εγώ προσωπικά θα τους συγχαρώ.
Αλλο είναι ένα μίνιμουμ καλών σχέσεων με την Ρωσία του τσάρου Πούτιν που κατά τα άλλα έχει άριστες σχέσεις με την Τουρκία.

————————-

2. Ευρώπη (Δύση), ποιοί ανήκουν σ αυτήν ;

α) Στην Ευρώπη ανήκουν γεωγραφικά όλες οι χώρες μεταξύ της Πορτογαλλίας και της Ρωσίας και μεταξύ της Σκανδιναβικής και της Ελλάδας.
β) Στην Ευρώπη ανήκουν πολιτισμικά η Νότια ( στα Βαλκάνια μόνον η Ελλάδα λόγω της ιστορίας) , η Δυτική, η Κεντρική, η Βόρεια, και η Ανατολική Ευρώπη (η Ρωσία, η Λευκορωσία, η Ουκρανία και η Μολδαβία μόνον εν μέρει).
γ) Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ευρώπης είναι ο Διαφωτισμός theoria cum praxi.

—————————————————————————

3. Νεοέλληνες και Δύση (Ευρώπη)

Διαφοροποίηση (ένας από τους βασικούς κανόνες της Γενικής Μεθοδολογίας των επιστημονικών ερευνών )

1. Οι Κομμουνιστές και μερικοί εκπρόσωποι της Ριζοσπαστικής Αριστεράς
διακατέχονται από αισθήματα απόρριψης, εν μέρει και μίσους κατά της
καπιταλιστικής (ιμπεριαλιστικής) Δύσης. Δηλαδή πρόκειται για μίαν
ιδιαίτερη έκφανση του “ταξικού αγώνα>.

2. Μερικοί εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας μισούν την Δύση λόγω της διάλυσης της Αυτοκρατορίας από τους Σταυροφόρους.

3. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Θεολόγοι της απορρίπτουν την Δύση λόγω του Ατομοκεντρισμού και της «ανηθικότητάς» της.

4. Ο μεσαίος Ελληνας θαυμάζει την Δύση λόγω του υψηλού βιοτικού επιπέδου.

5. Οι Ελληνες επιστήμονες θαυμάζουν την Δύση λόγω του υψηλού επιπέδου των επιστημονικών ερευνών και των επιστημονικών επιτεύξεων.

6. Οι πλούσιοι Ελληνες λατρεύουν τον δυτικό τρόπο ζωής. Ακριβώς αυτούς έχει επί δεκαετίες το ΚΚΕ δυσφημήσει ως κοσμοπολίτες.

Σημειώνονται πολιτισμικά συμπλέγματα κατωτερότητας σχεδόν όλων των βαλκανικών λαών έναντι της «Ευρώπης». Το ίδιο ισχύει και για τους Αραβες.

————————————————————————-

4. Ελλάδα και Ρωσία, Συνοπτική προσέγγιση

1. Η Ρωσία θεωρούσε επί αιώνες τον εαυτό της ως την “Τρίτη Ρώμη”. Από
αυτή την γενική τοποθέτηση έβγαζε το δικαίωμα να κατακτήσει την
Κωνσταντινούπολη.

2. Η Ρωσία επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει πρόσβαση στην Μεσόγειο.
Αυτή η επιθυμία έχει εκπληρωθεί κάποτε στην Αλβανία ( βάση υποβρυχίων)
και στην σημερινή Συρία (βάση πολρεμικού ναυτικού). Γι αυτό η Ρωσία υποστηρίζει το καθεστώς της Συρίας.

3. Ο ορθόδοξος κλήρος της Ρωσίας το θεωρούσε στο παρελθόν ιερόν καθήκον του να προστατεύσει τους ομόθρησκους στα Βαλκάνια.

4. Και κάτι το προσωπικό : Οταν η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
άρχισε, Ελληνες μεταξύ αυτών και οι έγκυες γιαγιάδες μου προσπαθούσαν να
φτάσουν με βάρκες στα ρωσικά πλοία που βρισκόνταν άπεναντι από την
Τραπεζούντα.

Εν τω μεταξύ άρχισαν να κατευθύνονται οι Τούρκοι προς την παραλία. Τότε
απεφάσισαν οι δικοί μας υπό την αρχηγία κάποιου προγόνου μου να
αναχαιτήσουν τις επιθέσεις των Τούρκων. Πραγματικά πέτυχαν μεν τον σκοπό
τους , αλλά όταν άρχισαν να τελειώνουν τα πυρομαχικά τους αυτοκτόνησαν
όλοι για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων που ούτως ή άλλως θα τους
έσφαζαν.

Τα ρωσικα πλοία υποδέχθηκαν τους κατατρεγμένους και τους μετέφεραν στην
Γεωργία (εκεί γεννήθηκαν και οι δύο γονείς μου) ,από όπου αργότερα ο Καζαντάκης ως εκπρόσωπος του Διεθνούς Ερυρθρού Σταυρού τους μετέφερε στην Ελλάδα.

Σύγκριση : Στα πλαίσια του μακελειού στην Σμύρνη οι Μικρασιάτες Ελληνες, πολλοί προσπαθούσν να φτάσουν στα πολεμικά πλοία των Αγγλων και Γαλλων, αλλά αυτοί όχι μόνον δεν τους επέτρεψαν να μπουν
στα πλοία, αλλά τους πετούσαν στη θάλασσα ή τους έκοβαν τα χέρια γα να
μην ανέβουν στα πλοία. Αυτή είναι η διαφορά μεταξυ των Ρώσων και των
Δυτικών.

Εγώ προσωπικά αγαπώ τον ρωσικό λό, αλλά όχι τον Πούτιν. Ετερον εκάτερον.

 

 

 

Νόμοι, Νομική Συνείδηση , Το Νομικό και το Ηθικό

 

Νόμοι, Νομική Συνείδηση

Συνοπτικότατα περί των νόμων

Ο πρωτανεύων σκοπός των νόμων είναι η ρύθμιση κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών κλπ. σχέσων μεταξύ των πολιτών και διοικητικών σχέσεων μεταξύ των πολιτών και του κράτους μέσω κανόνων συμπεριφοράς.
Ενίοτε εμφανίζεται το πρόβλημα της σχέσης μεταξύ νόμου και ηθικής καθώς και μεταξύ νόμου και δικαίου.

Στην παράδοση των κονφουκιανικών, ισλαμικών και των περισσότερων αφρικανικών χωρών δεν γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των νομικών και των ηθικών κανόνων. Ο Κονφουκιανισμός γνωρίζει π.χ. γενικά τους Λι-κανόνες.

Περίπου το ίδιο διαπιστώνεται και στις διεθνείς σχέσεις ειδικά από τις αρχές της δεκαετίας του 70, όταν οι τότε υποανάπτυκτες χώρες απαιτούσαν μία Διεθνή και Δίκαια Οικονομική Τάξη και προσπαθούσαν να πραγματοποιήσουν τα αιτήματά τους μέσω Διακηρύξεων της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Πολλά κράτη έχουν ψηφίσει πολές διακηρύξεις μη γνωρίζοντας ότι οι υποανάπτυκτες χώρες δεν έκαναν διαχωρισμό μεταξύ της ΝΟΜΙΚΗΣ και της ΗΘΙΚΗΣ δέσμευσης, η οποία απορρέει μονον από νομικές συμφωνίες και όχι απο διακηρύξεις.Οι αναπτυγμένες χώρες αναγκάσθηκαν να επισημάνουν, ότι η παράδοσή τους γνωρίζει μόνον την νομική δέσμευση.

Ο διαχωρισμός μεταξύ του Δικαίου και της Ηθικής έχει λάβει χώραν τον 18ο αι. στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας από τον νομικό Thomasius.
Αυτό ήταν η προϋπόθεση για τον γερμανικό θετικισμό και φορμαλισμό σε θεωρία και νομοθέτηση καθώς και για την απάνθρωπη νομοθεσία και πράξη στο 3ο Reich ( Gesetz ist Gesetz : νόμος είναι νόμος και χειρότερα : Befehl ist Befehl : διαταγή είναι διαταγή).

Εν κατακλείδι : Υπάρχουν ενίοτε ανήθικοι, άδικοι, απάνθρωποι και εγκληματικοί νόμοι.

Αλλά σε τέτοια περίπτωση ισχύει το “φύσει δίκαιον”( jus naturae ή jus naturalis, στην εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού το droit de raison ) μία από τις μεγαλύτερες επιτεύξεις του αρχαίου ελληνικού πνεύματος με τεράστιες επιδράσεις στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια ιστορία.
Σε αυτό το δίκαιο βασίζεται το jus resistendi (δίκαιο της εξέγερσης). Καθημερινή (17.10.15, 10.3.19)

——————————————————————————

-Ελλειψη νομικής συνείδησης και “αίσθημα του δικαίου”

-Ελλειψη νομικής συνείδησης και “αίσθημα του δικαίου”

Η νομική συνείδηση στα ευνομούμενα κράτη  σημαίνει  πρωτίστως α) εκούσιο σεβασμό των νόμων και β) αλληλουχία δικαίων και ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ, κάτι που είναι στον ελληνικό πολιτικό βίο και ιδιαιτέρως στον αριστεροστρεφή κύκλο άγνωστο ή και τελείως απορριπτέο.
Η έκφραση νομική συνείδηση μάλλον δεν είναι  στην ελληνική γλώσσα γνωστή, στην οποία χρησιμοποιείται η έκφραση αίσθημα δικαίου, το οποίο ο καθείς μπορεί   σύμφωνα με την ιδεολογική , πολιτική κτλ. τοποθέτηση   να το ερμηνεύσει κατά το δοκούν.

Τώρα έχει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσει τις ιδεολογικές του αγκυλώσεις και αμαρτίες από το παρελθόν του. Ετσι αλλάζουν οι καιροί. Καθημερινή ( 22./25.2.15)

————————————————————————————————-

Είναι το νομικά σωστό επίσης Ηθικό ;

α) Κανονικά στηρίζονται οι νομικές αντιλήψεις στις ηθικές αντιλήψεις της πλειοψηφίας μίας κοινωνίας, γιατί στην ιστορία του πολιτισμού έχουν πρώτα εμπεδωθεί οι ηθικοί κανώνες και κατόπιν έπονταν οι νομικοί και δη στην Μέση Ανατολή (Σουμερία ο πρωτος νομικός κώδικας του Κόσμου Codex Eshnuna pro 4200 ετών και στην Βαβυλωνία o Codex Hammurabi pro 3800 ετών).

β) Στην περίπτωση όλων των εκφάνσεων της Αριστεράς (από την σοσιαλδημοκρατική , την σοσιαλιστική, την άκρα, την κομμουνιστική, την σταλινική έως την βοειοκορεατική) η “ηθική ανωτερότητα” αποτελεί απλούστατα ένα ΜΥΘΟ, ο οποίος όμως έχει εργαλειοποιηθεί με τον σκοπό της ανάληψης της πολιτικής εξουσίας.
Κατόπιν η ηθική εξελίσσεται σε αντικείμενο ιδεολογικού μουσείου.

γ) Αλλά στις εύνομούμενες κοινωνίες ιδιαιτέρως στις χώρες με προτεσταντική παράδοση μπορούν να θεωρηθούν οι νόμοι στην πλειονότητα ως αντικατοπτρισμός των υφισταμένων ηθικών αξιών. Δεν είναι τυχαίο που σε τέτοιες χωρες γίνεται λόγος για Κράτος του Δικαίου και για Κοινωνικό Κράτος.

δ) Η σημερινή Ελλάδα όμως ανήκει μόνον pro forma στην εξελιγμένη Ευρώπη, γιατί παρέλαβε από την Δύση το σχήμα, αλλά όχι το περιεχόμενο σε ό,τι αφορά το πολιτικό και νομικό σύστημα, γιατί έλλειπαν οι κοινωνικές και οικονομικές προϋποθέσεις .

Επομένως στη Ελάδα είναι εσφαλμένη η άποψη, ότι σημειώνεται μία ταύτιση του νομικού με το ηθικό. Ας υπενθυμίσουμε, ότι στην ελληνική κοινωνία δεν υπάρχουν ούτε κοινωνική , ούτε ΝΟΜΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, η οποία δεν ανήκει στο ελληνικό λεξιλόγιο !

ε) Ούτως ή άλλως στην Ελλάδα είναι σχεδόν εθιμικό “δίκαιο” να συγχίζονται ακουσίως ή και εκουσίως βασικές έννοιες του κοινωνικού και πολιτικού βίου σε τέτοιο βαθμό που επικρατεί ένα τεράστιο εννοιολογικό χάος.

Ο καθείς λέει, ό,τι του συμφέρει η ερμηνεύει τις έννοιες κατά το δοκούν. Καθημερινή (17.10.15)

—————————————————————————————————————————-

Πλάτων περί Νόμων

Στους Νομους, ο φιλοσοφος θετει επτα αξιωματα ως βασικα θεμελια της πολης.
Οι γονεις πρεπει να κυβερνανε τα παιδια.
Οι ευγενεις τους αγενεις.
Οι παλαιοι [γεροι] τους νεους.
Οι κυριοι τους εργατες.
Οι επιδεξιοι [καλοι] τους αδεξιους [κακους].
Οι γνωστικοι τους αμαθεις.
Και το εβδομο αξιωμα που ειναι και το πιο δημοκρατικο.

 

 

Ελλάδα, Ατομο, Κοινωνία, Πολίτης, Κοινωνικη συνείδηση

Ελλάδα, Ατομο, Κοινωνία, Πολίτης

Η νεοελληνική διχοτομία μεταξύ κράτους και πολίτου έχει βαθειές ρίζες. Θα προσπαθήσουμε να εμβαθύνουμε επί τη βάσει μίας σύνθετης προσέγγισης.

Οι Νεοέλληνες ανήκουν στους λαούς ( Βαλκάνια, Ανατολική Ευρώπη ), οι οποίοι δεν έχουν βιώσει την Αναγέννηση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος καθώς και τις πολιτισμικές επιτεύξεις των Αρχαίων Ρωμαίων  ( πρωτίστως το δίκαιο ), την βάση και προϋπόθεση της πνευματικής ανόδου της Ευρώπης.

Στην Βόρεια Ιταλία , πολιτιστικά στην πιό προηγμένη περιοχή της Ευρώπης, είχαν τον 15ο αι. εξελιχθεί οι παραγωγικές δυνάμεις και γενικά οι κοινωνικές συνθήκες ωρίμασαν για να λάβει χώραν μία συστηματική ενασχόληση με την επιστήμη των Αρχαίων Ελλήνων και ταυτόχρονα ε νμέρει η εφαρμογή της στον  πρακτικο  βίο.

Αλλά ήδη τον 13ο αι .έχει αρχίσει επι θρησκευτική βάσει η διαμόρφωση της Ιδέας του ατόμου , ενώ στην τότε Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ( η έννοια “Βυζαντινή Αυτοκρατορία”έχει διατυπωθεί τον 19ο αι. ) η ενασχόληση με τα έργα των Αρχαίων Ελλήνων είχε πρωτίστως φιλολογικό και άκρως σχολαστικό χαρακτήρα.

Ιδιαίτερα στην Αγγλία είχε βαθμιαία αναβιβασθεί ιδίως μέσω της Magna Charta Libertatum (13ος αι. !) η  Ατομικότητα του υπηκόου.

Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα το άτομο έχει στα πλαίσια του “Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού ” τα εξής βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα :

αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμός, βούληση, ελευθερία των επιλογών, αυτονομία ( αυτεξουσία ), αυτοπειθαρχία, αυτοκριτική, εργατικότητα, συνείδηση της ευθύνης και πρωτίστως κοινωνική συνείδηση, η οποία σημαίνει κυρίως αποδοχή της προτεραιότητας του γενικού προ του ατομικού συμφέροντος.

Ας υπενθυμίσουμε, ότι η έννοια του “κοινού καλού” έχει εμπεδωθεί  από τον αιώνιο Αριστοτέλη και έχει συγκεκριμενοποιηθεί από τον καθολικό θεολόγο και φιλόσοφο  Ακινάτης (Thomas de Aquin )”commune bonum”, 13os αι. ),

Ιδιαίτερα ο  Ευρωπαϊκός   Διαφωτισμός εφεύρε μεταξύ άλλων και την έννοια ius rationis” : („Δίκαιο του ορθού λόγου“ ), τον ευρωπαϊκό ορθολογισμό.

Η Γαλλική Επανάσταση  ( 1789 ) δημιούργησε τον πολίτη ( citoyen ) και το πρώτο αστικό κράτος του κόσμου, ενώ υπήρχαν μεταξύ άλλων και πολλά καθυστερημένα γερμανικά φεουδαλικά κράτη.

Ένα από τα πιό καθυστερημένα κρατικά μορφώματα ήταν το βασίλειο της Βαυαρίας. Τα γερμανικά κράτη είχαν κατακτηθεί από τον Ναπολέοντα, ο οποίος έχει εμπεδώσει στην τότε πολύ καθυστερημένη Γερμανία μέσω  βίας το σύγχρονο κράτος και το δίκαιο, αν και δεν υπήρχαν οι αντικειμενικές οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις.

Δηλαδή οι Βαυαροί οι οποίοι είχαν προσπαθήσει να εμπεδώσουν ένα σύγχρονο ελληνικό κράτος δεν ήταν σύγχρονοι πολίτες , ούτε είχαν την απαραίτητη κοινωνική τοποθέτηση και πολιτική εμπειρία για να είναι σην Ελλάδα ιδιαιτέρως επιτυχείς.

Τελικά άλλα ευρωπαϊκά κράτη παρέλαβαν το σχήμα ( αστικό σύνταγμα, αστικούς νόμους κτλ. ), αλλά όχι πάντα και το περιεχόμενο του μοντέρνου αστικού κράτους. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε το άτομο ούτε ο πολίτης. Αυτό ισχύει ακόμη. Κσαι σήμερα Χωρίς όμως τον συνειδητό πολίτη δεν λειτουργεί το κράτος.

Τα βασικά γνωρίσματα του πολίτου είναι τα εξής : κρατική συνείδηση ( διαλεκτική αλληλοσύνδεση πολίτου και κράτους ), νομική συνείδηση ( σεβασμός των νόμων και όχι “αντιεξουσιαστικός” νομομηδενιστής και νομοκλάστης ), φορολογική συνείδηση, περιβαλλοντική συνείδηση,  αναγνώριση και εφαρμογή της διαλεκτικής αλληλουχίας δικαιώμάτων και υποχρεώσεων, υπεράσπιση του κράτους προ εξωτερικών κινδύνων.

Στις χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης αυτά είναι τελείως αυτονόητα, στην Ελλάδα δυστυχώς σχεδόν άγνωστα. Εδώ υφίστανται ακόμη μεσαιωνικά υπολλείμματα όπως οι δεσμοί αίματος ( Νεποτισμός, Οικογενειοκρατία ).  Εδώ και 200 χρόνια γίνονται δήθεν προσπάθειες να πραγματοποιηθούν επί τέλους ο εξορθολογισμός και ο εξευρωπαϊσμός της Ελλαδας, αλλά δυστυχώς ανεπιτυχώς.

Η Ελλάδα  δεν έφθασε ακόμη πολιτισμικά στην προηγμένη Ευρώπη. Είναι μία βαλκανομεσοανατολίτικη χώρα. Αυτό ισχύει και για τη νοοτροπία των Νεοελλήνων με τις γνωστές συνέπειες ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ μου τα άρθρα  ¨Ατομο και κοινωνία, Πολίτης και κράτος”, “Ευρώπη , Βορράς-Νότος”.

Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά  στον ηλεκτρονικό τύπο  (Καθημερινή, τα Νέα, Το Βήμα)

_______________________________________________________________

Κοινωνική συνείδηση

Το κύριο νόημα της κοινωνικής συνείδησης είναι η συμμετοχή στο “κοινόν συμφέρον” (Δημόκριτος) ή στο “κοινόν καλόν” (Αριστοτέλης) και έχει ΑΜΕΣΗ σχέση με τον σύγχρονο Πατριωτισμό. Κατά τα άλλα στην ελληνικη κοινωνία η κοινωνική συνείδηση είναι σχεδόν ανύπαρκτη, γιατί ήδη στα μέσα του 19ου αι. έχει προσδοθεί στην εθνική συνείδηση απόλυτη προτεραιότητα.
Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες βαλκανικές χώρες. Αυτό είναι ένας από τους καθοριστικούς λόγους για την καθολική καθυστέρηση αυτών των χωρών.Καθημερινή (16.2.20)

 

Ελλάδα και Ρωσία, Συνοπτική Προσέγγιση

Ελλάδα  και Ρωσία, Συνοπτική προσέγγιση

1. Η Ρωσία θεωρούσε επί αιώνες τον εαυτό της ως την “Τρίτη Ρώμη”. Από αυτή την γενική τοποθέτηση έβγαζε το δικαίωμα να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη.

2. Η Ρωσία επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει πρόσβαση στην Μεσόγειο. Αυτή η επιθυμία έχει εκπληρωθεί κάποτε στην Αλβανία ( βάση υποβρυχίων) και στην σημερινή Συρία (βάση ναυτικού). Γι αυτό η Ρωσία υποστηρίζει το καθεστώς της Συρίας.

3. Ο ορθόδοξος κλήρος της Ρωσίας το θεωρούσε ιερόν καθήκον του να προστατεύσει τους ομόθρησκους στα Βαλκάνια.

4. Και κάτι το προσωπικό : Οταν η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου άρχισε, Ελληνες μεταξύ αυτών και οι έγκυες γιαγιάδες μου προσπαθούσαν να φτάσουν με βάρκες στα ρωσικά πλοία που βρισκόνταν άπεναντι από την Τραπεζούντα.
Εν τω μεταξύ άρχισαν να κατευθύνονται οι Τούρκοι προς την παραλία. Τότε απεφάσισαν οι δικοί μας υπό την αρχηγία κάποιου προγόνου μου να αναχαιτήσουν τις επιθέσεις των Τούρκων. Πραγματικά πέτυχαν μεν τον σκοπό τους , αλλά όταν άρχισαν να τελειώνουν τα πυρομαχικά τους αυτοκτόνησαν όλοι για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων που ούτως ή άλλως θα τους έσφαζαν.
Τα ρωσικα πλοία υποδέχθηκαν τους κατατρεγμένους και τους μετέφεραν στην Γεωργία από όπου  αργότερα ο Καζαντάκης ως εκπρόσωπος του Διεθνούς Ερυρθρού Σταυρού τους μετέφερε στην Ελλάδα.
Η μητέρα μου ζει ακόμη (97 ετών) και φυσικά αισθάνεται απέραντη ευγνωμοσύνη έναντι των Ρώσων.

Σύγκριση : Στα πλαίσια του μακελειού στην Σμύρνη, οι Τούρκοι  τους Μικρασιάτες Ελληνες, πολλοί προσπαθούσν να φτάσουν στα πολεμικά πλοία των Αγγλων και Γαλλων, αλλά αυτοί όχι μόνον δεν τους επέτρεψαν να μπουν στα πλοία, αλλά τους πετούσαν στη θάλασσα ή τους έκοβαν τα χέρια γα να μην ανέβουν στα πλοία. Αυτή είναι η διαφορά μεταξυ των Ρώσων και των Δυτικών.
Εγώ προωπικά αγαπώ τον ρωσικό λό, αλλά όχι τον Πούτιν.Ετερον εκάτερον. Καθημερινή (Φλεβάρης 2015)

Γερμανοφόβοι, “Γερμανομάχοι”, “Γερμανοκτόνοι”

Γερμανοφόβοι, “Γερμανομάχοι”, “Γερμανοκτόνοι”

Οι γείτονες της σημερινής Γερμανίας, ιδιαίτερα τα πρώην θύματα Τσεχία και Πολωνία παρακολουθούν κάθε πολιτική εξέλιξη στη Γερμανία με μεγίστη προσοχή εν μέρει και με  και δυσπιστία. Δηλαδή στα κατάβαθα της ψυχής τους έχουν πράγματι μια κάποια γερμανοφοβία, αν και οι σημερινοί Γερμανοί διαφέρουν κατά πολύ απο τους εγκληματίες  Γερμανούς. Έβγαλαν τα σωστά συμπεράσματα από την εθνική καταστροφή τους. Ζω μεταξύ τους ακριβώς 55 χρόνια . Δεν διαπίστωσα τίποτα το επικίνδυνο. Οι Νεοφασίστες είναι περίπου 10 % του πληθυσμού.

Η Γερμανία είναι στην Ευρώπη το πιό σπουδαίο μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Οι Γερμανοί έχουν αναμειχθεί με ανθρώπους από δεκάδες λαούς από όλον τον κόσμο Είμαι πεπεισμένος, ότι δεν υπάρχει λόγος για Γερμανοφοβία. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Οι Έλληνες που ζουν στη Γερμανία ( κάπου 350 χιλ. ) έχουν πολύ καλή φήμη ως εργατικοί , πειθαρχικοί και πολιτισμένοι. Δηλαδή σε μια αξιοκρατούμενη κοινωνία συντελείται μια αφάνταστη μεταλλαγή των Ελλήνων. Αυτό είναι. Γενικά οι Γερμανοί αγαπούν τους Ελληνες και για το παρελθόν ( Αρχαίοι Έλληνες). Όταν διαπιστώσουν ότι ένας Έλληνας είναι εργατικός και έξυπνος τον προωθούν , αλλά . από τους Έλληνες απαιτούνλόγωτων προγόνων να είναι οι πρώτοι. Αλλοίμονο  όμως στον Έλληνα π.χ. σπουδαστή, που δεν ανήκει στους πρώτους. Αυτόν τον περιφρονούν ως ανάξιο των Αρχαίων Ελλήνων !

Όταν άρχισα τις σπουδές μου το 1960 και ξεπέρασα αμέσως στις επιδόσεις όλους τους Γερμανούς, μου πρότεινε ο κοσμήτορας της σχολής μας να κάνω  επιστημονική σταδιοδρομία. Μου  έδωσαν υποτροφία αριστίας και έτσι είχα την δυνατότητα να σπουδάσω και κάποτε να γίνω και πανεπιστημιακός. Γι αυτούς ήμουν σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια αξιολόγησης άξιος των προγόνων ! Υπάρχει και κάτι το ιδιαίτερο και χαρίεν : Οι Γερμανίδες αγαπούν από ολους τους αλλοδαπούς πιό πολύ τους Έλληνες !

Παρακάτω απαντώ το ερώτημα γιατί οι Γερμανοί, αν και γενικά πολιτισμένοι , έχουν διαπράξει ανήκουστες βαρβαρότητες. Έχουν εθισμό για τέτοια λόγω  του DNA ;  Όχι γιατί αν ήταν έτσι, θα ίσχυε αυτό για όλους τους απογόνους των αρχαίων Γερμανών.

Πού βρίσκεται η αιτία για το φαινόμενο αυτό ; Σε σύγγριση με άλλους ευρωπαϊκούς λαούς ( π.χ. Γάλλους, Αγγλους, Ισπανούς, Ολλανδούς ) οι Γερμανοί έχουν αποκτήσει πολύ αργά ένα μοντέρνο ενιαίο κράτος, την Γερμανική Αυτοκρατορία ( Deutsches Reich )1871 !

Όταν επί τέλους ξύπνησαν, διεπίστωσαν ότι οι προηγμένοι ευρωπαϊκοί λαοί είχαν ήδη διανέμει μεταξύ τους τον κόσμο ( αποικίες). Οι Γερμανοί απαιτούσαν να λάβουν το “μερίδιό” τους. Συστηματικά άρχισαν να προετοιμάζονται για τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον οποίο έχασαν και πλήρωσαν τεράστιες αποζημιώσεις , κατά τη γνωμη τους μια μεγάλη αδικία. Ύστερα όμως από το 1933 ο γερμανικός λαός δηλητηριάσθηκε από τις ρατσιστικές φαντασιώσεις των εθνικοσοσιαλιστών (!) Η φασιστική ιδεολογία έχει γεννήσει την βαρβαρότητα και την κτηνωδία. Δεν μπορεί όμως να ισχυρισθεί κανείς, ότι α) έχει αντιλήφθεί όλος ο γερμανικός λαός, τι σκόπευε ο Χίτλερ και β) ότι ήταν σύμφωνος με τις θηριωδίες.  Οι  Γερμανοί ήταν το πρώτο θύμα του χιτλερισμού. Και όμως η μεγάλη τιμωρία ύστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο αφορούσε όλο το γερμανικό έθνος. Περί αυτού έχω συγγράψει ένα κεφάλαιο σε πανεπιστημιακό εγχειρίδιο του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου. Οι σημερινοί Γερμανοί αισθάνονται αφάνταστη αιδώ γι αυτό το παρελθόν. Επιθυμούν να το ξεχάσουν. Το Βήμα  (22/23. 3. 12 )

—————————————————————————-

«Γερμανομάχοι»,   «Γερμανοκτόνοι»

Λόγω  επιστημονικού  ενδιαφέροντος μελετώ συστηματικά με τα σχόλια σε Blogs της ηλεκτρονικής   έκδοσης ελληνικών εφημερίδων , ιδιαιτέρως του Βήματος και εδώ πρωτίστως της σελίδας του κ. Μαλούχου και βγάζω   συμπεράσματα γενικά περί τη νεοελληνική νοοτροπία.Βλέπε   τα κάτωθι προσωρινά συμπεράσματα,  τα οποία ισχύουν για τα περισσότερα “σχόλια”:

1. Πολύ χαμηλό έως χαμηλότατο μορφωτικό και πολιτισμικό και εν μέρει παιδαριώδες διανοητικό επίπεδο. Έχουμε  πολλάκις την εντύπωση, ότι πρόκειται για ηλίθιους. Διαπιστώνουμε και μαζικά φαινόμενα αθυροστομίας και μεγαλοστομίας.

2.  Προσβολή της μητρικής γλώσσας μέσω λεκτικών  βαρβαρισμών  Σε πολλές περιπτώσεις αποτελείται η “τοποθέτηση” από μεμονομένες και ασυνάρτητες λέξεις η από βρισιές σε επίπεδο του πεζοδρομίου η του χαμαιτυπείου.

3. Σε αφάνταστο βαθμό αφ ενός μεν έλλειψη συγκεκριμένων γνώσεων , αφ εταίρου δε ο συνήθης νεοελληνικός υπερεξυπνακισμός ιδίως των οπαδών της Ακρας Αριστεράς, οι οποίοι έχουν ροπή στο να κάνουν επίδειξη ανύπαρκων ή ψευτοεπιστημονικών γνώσεων. Αυτό το δυσάρεστο φαινόμενο έχει σε Αριστερούς όλης της Ευρώπης παράδοση.

4.   Μερικοί ανοίγουν το βιβλίο της ψυχής τους . Έτσι ο αντικειμενικός παρατηρητής στην περίπτωσή μου ο μελετητής διαπιστώνει ψυχικές αρρώστιες, συμπλέγματα μίας ανύπαρκτης “ανωτερότητας” ,  σχιζοφρένεια η και ρατσιστικούς παροξυσμούς σε  οπαδούς της φασίζουσας άκρας  Δεξιάς,  ανέξοδο, λίαν ενοχλητικό και ολίγον τι γελοίο υπερπατριωτισμό στους οπαδούς των Αν.Ελλ.,  βαλκανοανατολίτικο τσαμπουκισμό, εν μέρει και την “Λογική του παραλόγου” ( Στέλιος Ράμφος, Η λογική της παράνοιας, Αθήνα 2011 ), πάμφθηνο συναισθηματισμό, τελεία έλλειψη δυναμικότητας και αντοχής ( μερικές  λέξεις, λίγες γραμμές ), αφάνταστη οκνηρία σκέψης,  λεονταρισμούς της δεκάρας  κτλ.

Αυτές οι συνήθειες, ιδίως οι βρισιές ρατσιστικού περιεχομένου αφορούν και  άλλους ευρωπαϊκους λαούς, όπως π.χ. τους Γερμανούς, προ αυτών τους Αμερικανούς και φυσικά πάντα τους Τούρκους.

Μερικοί βρίζουν τους Γερμανούς π.χ. ως Ούνους. Ας εστιάσουμε την ενασχόληση σε μερικά συνηθισμένα προβλήματα :

α ) Ο Αττίλας (5ος αι. μ. Χ.) ήταν βασιλιάς των Ούννων  που δεν είχαν ουδεμία εθνοτική σχέση με τους αρχαίους Γερμανούς. Το όνομά του σημαίνει «Ο μικρός Πατέρας” ( “Ο  Πατερούλης”). Το όνομα Άτα είναι διαδεδομένο σε όλους τους μογγολικούς λαούς, όπως στους Πρωτοτούρκους, αλλά ακόμη και στους σημερινούς Τούρκους. Έτσι ο μεγαλύτερος πολιτικός των Τούρκων ονομαζόταν Κεμάλ «Ατατούρκ ” (Πατέρας των Τούρκων).

β ) Προ του  1ου  Παγκοσμίου Πολέμου ο διανοητικά και ψυχικά προβληματικός Αυτοκράτορας της Γερμανίας Wilhelm έβγαλε ένα λόγο σε Γερμανούς στρατιώτες που προετοιμαζόταν να πολεμήσουν στην Κίνα για να καταστείλουν  την εξέγερση των Κινέζων πατριωτών με το όνομα “Μπόξερ”‘ και ιδίως να κατατεμαχίσουν  μαζί με άλλες  ιμπεριαλιστικές δυνάμεις την Κίνα.

Τους έχει προτρέψει να συμπεριφερθούν απέναντι στους Κινέζους , όπως κάποτε οι Ούννοι συμπεριφέρθηκαν στην Ευρώπη, δηλαδή χωρίς οίκτο !  Αυτό το  η γαλλική προπαγάνδα άρπαξε, οι Έλληνες το πήραν από τους Γάλλους και το κράτησαν εσαεί, ενώ σημερινοί Γάλλοι δεν χρησιμοποιούν τέτοιες εκφράσεις περί των Γερμανών. Επί πλέον, οι δύο φιλικές χώρες είναι από πολλού η κυρία βάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τόσο απλά είναι τα πράγματα, εάν κατέχουμε σοβαρές γνώσεις και δεν είμαστε  θύματα πλύσης εγκεφάλου από άλλους, ιδίως από  διανοητικά καθυστερημένους πολιτικούς και μερικούς ανεγκέφαλους και εμπρηστές δημοσιογράφους που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε εφημερίδα, ιδιαιτέρως στο Βήμα και στο Εθνος. Το Βήμα (1.2.14)

 

 

Γερμανικές Αποζημιώσεις (2ος Παγκόσμιος Πόλεμος)

Γερμανικές Αποζημιώσεις,

Μία ψύχραιμη και νηφάλια θέαση χωρίς  ανέξοδες υπερπατριωτικές κορώνες

Πρόκειται για ένα και από επιστημονική (Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο , ¨Δίκαιο του Πολέμου”) και από πρακτική άποψη πολύ δύσκολο θέμα. Λόγω χώρου δεν είναι δυνατό να αναφέρω όλα τα ντοκουμέντα περί του ζητήματος των αποζημιώσεων λεπτομερώς. Το 1946 έχει υπογραφεί μεταξύ των Συμμαχικών Δυνάμεων στο Παρίσι η “Συμφωνία περί των αποζημιώσεων”, η οπoία ήταν η νομική βάση για τις πράγματι τεράστιες αποζημιώσεις. Το 1953 έχει συναφθεί στο Λονδίνο η “Συμφωνία περί των χρεών” της Γερμανίας. Εκεί συμφώνησαν ότι άλλα προβλήματα αποζημιώσεων θα επιλυθούν “τελικά” μέσω ιδιαιτέρου ντοκουμέντου. Εννοούσαν μέσω της Συμφωνίας Ειρήνης.

Αλλά το 1960 η Γερμανία έχει πληρώσει στην Ελλαδα 115 εκατομ. Μάρκα. Oμως το ντοκουμέντο , το οποίο υπεγράφει από επισήμους των δύο κρατών είναι, όπως φαίνεται top secret. Υπάρχουν ενδείξεις, ότι η τότε ελληνική κυβέρνηση έχει παραιτηθεί όλων των ελληνικών απαιτήσεων έναντι της Γερμανίας. Ισως αυτό να είναι το μείζον πρόβλημα.

Όταν προετοιμαζόταν πυρετωδώς η Συμφωνία “Δύο-συν-… ” δεν έθιξε κανένα εμπλεκόμενο ή κάποιο άλλο κράτος το θέμα των αποζημιώσεων και των χρεών της Γερμανίας. Στις 15. Μαρτίου 1991 επί τη βάσει της επίσημης συμφωνίας έχουν περατωθεί δια παντώς όλα τα “υπόλοιπα” του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Εν ολίγοις, το θέμα των αποζημιώσεων έκλεισε.

Εγείρονται ερωτήματα :

α) Ο τότε Έλλην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής έχει συμφωνήσει με τον τότε Γερμανό Κanzler Adenauer  κάτι ;;

β) Διατί δεν έχει η Ελλάδα διατυπώσει αιτήματα προ της τελικής Συμφωνίας με την Γερμανία ;γ) Διατί εγείρει μόνον η Ελλάδα ως (εν τω μερυταξύ και η Πολωνία, 18.3.18) κράτος τέτοια αιτήματα ;

δ) Γιατί η Ελλάδα ως κράτος θυμάται τις αποζημειώσεις πολέμου, όταν οξύνονται τα οικονομικά της προβλήματα ;

ε) Γιατί αναθερμάνεται αυτή η υπόθεση σε ακατάλληλη συγκυρία ;

Συμπέρασμα : Οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν λένε στο λαό την αλήθεια. Λυπούμαι πολύ, αλλά η Ελλάδα μας εάν αποτανθεί στα διεθνή δικαστήρια, θα ηττηθεί. Τα Νέα (9.3.14)

Γενοκτονία και Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο

Τί σημαίνει Γενοκτονία ;
Ποιός αποφασίζει περί του αν υφίσταται η περίπτωση της γενοκτονίας ;

Υπάρχει ένας διεθνώς αναγνωρισμένος ορισμός της Γενοκτονίας ή εξαρτάται
το περιεχόμενό της από την άποψη των ειδικών διεθνολόγων ή των
ιστορικών ;
Υπάρχουν διεθνή ντοκουμέντα, τα οποία εμπεριέχουν τον ορισμό της ;
Αν υπάρχουν τέτοια ντοκουμέντα, έχουν αυτά αναδρομική ισχύ;
Υπάρχουν σε διεθνή κλίμακα περιπτώσεις της Γενοκτονίας ;
Μπορούμε να χαρακτηρήσουμε την τραγωδία των Ποντίων ως Γενοκτονία ;
Αν η απάντηση είναι καταφατική, πως αυτό αποδεικνύεται ;
Αν όχι , είναι αποδείξεις αναγκαιότατες.

Αφετηρία της ενασχόλησης είναι η „Σύμβαση περί
της αποτροπής και της τιμωρίας του εγκλήματος της Γενοκτονίας“ από τον
Δεκέμβριο του 1948 . Είναι ενδιαφέρον να επισημάνουμε, ότι ένας
Pολωνοεβραίος νομικός έχει χρησιμοποιήσει το 1944 ως πρώτος τον όρο
Γενοκτονία και έχει διατυπώσει, αν και ανεπαρκώς, την σημασία της ως
„καταστροφή ενός έθνους ή μίας ομάδας“. Το 1946 η Γενική
Συνέλευση του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών ψήφισε την Απόφαση 96/1, η οποία
έχει επισημάνει, ότι „η Γενοκτονία είναι σύμφωνα με το Διεθνές Δημόσιο
Δίκαιο ένα έγκλημα, το οποίο αντιτίθεται στο πνεύμα και στους σκοπούς
των Ηνωμένων εθνών“.

Η Σύμβαση από το 1948 εμπεριέχει στο άρθρο ΙΙ τον εξής λίαν λεπτομερή ορισμό της Γενοκτονίας :

„Σε αυτήν την Σύμβαση Γενοκτονία σημαίνει μία από τις παρακάτω πράξεις, οι οποίες
γίνονται με την ΠΡΟΘΕΣΗ να εξοντώσουν μίαν εθνική, εθνοτική, φυλετική η
θρησκευτική ομάδα στο σύνολό της ή εν μέρει :
α) Να θανατώσει μέλη μίας τέτοιας ομάδας,
β Να προκαλέσει βαρέως σωματικές ή πνευματικές ζημίες σε μέλη μίας τέτοιας ομάδας,

γ ) Να δημιουργήσει για μίαν ομάδα τέτοιες συνθήκες ζωής, με την πρόθεση να επιφέρουν την σωματική καταστροφή στο σύνολό της ή εν μέρει,
δ ) Να λάβει μέτρα, τα οποία έχουν ως σκοπό την παρεμπόδιση γέννας σε μία τέτοια ομάδα,
ε ) Να μεταφέρει βιαίως παιδιά από μία ομάδα σε άλλην“ (δική μου μετάφραση από τα Αγγλικά).

Αυτή
η όντως διεθνής Σύμβαση ισχύει από τον Ιανουάριο του 1951 και έχει
ενσωματωθεί στο ενδοπολιτειακό (εσωτερικό) δίκαιο σχεδόν σε όλες τις
χώρες του κόσμου με εξαίρεση τις ΗΠΑ λόγω των Ινδιάνων και του Ιστραήλ
λόγω των Παλαιστινίων. Ο κύριος κανόνας του ντοκουμέντου ανήκει ούτως η
άλλως στην κατηγορία των νομικών αρχών του ius cogens ( αναγκαστικό
δίκαιο ) που σημαίνει, ότι έχει δεσμευτική ισχύ ανεξαιρέτως για όλα τα
κράτη, ανεξάρτητα από το εάν αυτά το έχουν υπογράψει η ίσως όχι.

Στα πανεπιστημιακά εγχειρίδια και ιδιαιτέρως στις πανεπιστημιακές διαλέξεις
αναφέρουμε πρωτίστως τις εξής περιπτώσεις γενοκτονίας:

Την Γενοκτονία ( Holocaust =Ολοκαύτωμα, οι Εβραίοι χρησιμοποιούν μόνο την
έννοια SHOAH ) κατά των Εβραίων της Ευρώπης εκ μέρους της
εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, την Γενοκτονία εκ μέρους της Τουρκίας
κατά των Αρμενίων , την Γενοκτονία εκ μέρους του Ιράκ ( Saddam Hussein )
κατά των Κούρδων, την Γενοκτονία στην Ουγκάντα ( Idi Amin ) κατά μίας
εθνικής μειονότητας ( όλοι έχουν σκοτωθεί) , την Γενοκτονία εκ μέρους
της Σερβίας κατά των Κοσοβάρων και την Γενοκτονία εκ μέρους των Hutu
κατά των Tutsi στην Ruanda.

Από την παγκόσμια ιστορία είναι  γνωστές και άλλες περιπτώσεις γενοκτονίας, πρωτίστως η Γενοκτονία των Ινδιάνων στην Κεντρική και Νότια Αμερική εκ μέρους των Ισπανών
Conquistadores (Κατακτητές).

Εγείρεται το ερώτημα, εάν η Σύμβαση έχει αναδρομικήν ισχύ. Σύμφωνα με την Vienna Convention on the Law of  Treaties ( Σύμβαση της Βιέννης περί του Δικαίου των Συμφωνιών ) , από το 1969, η οποία είναι η βάση του Διεθνούς Συμβατικού Δικαίου,
οι διεθνείς συμβάσεις δεν έχουν αναδρομική ισχύ, εκτός εαν τα κράτη -μέλη έχουν
ήδη συμφωνήσει περί αυτής (άρθρο 28 ).

Από αυτόν τον κανόνα απορρέει το συμπέρασμα, ότι η Σύμβαση από το 1948 δεν ισχύει για τις  γενοκτονίες , οι οποίες έχουν διαπραγθεί στο παρελθόν. Αυτό όμως δεν
αποκλείει, ότι είναι δυνατόν να εφαρμόσουμε εκ των υστέρων το νόημα του
επίσημου ορισμού της Γενοκτονίας σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Καθημερινή (20.9.16)

Βαυαροί, Πρoέλευση, Εθνογένεση, Νοοτροπία

Βαυαροί,   Πρoέλευση,   Εθνογένεση,  Νοοτροπία

Το θέμα είναι πολυδιάστατο και ταυτόχρονα συγκεκριμενοποίηση των  άρθρων  περί των Γερμανών ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ μου τις  μελέτες “Αρχαίοι Γερμανοί, Σημερινοί Γερμανοί” και “Γερμανοί, Πρώσοι… ).

Εθνωνύμιον, , Τοπωνύμιον

Πρόκειται για μετάλλαξη (Verbalhornung) από τα Λατινικά “Boieri Varii”( “Verschiedene Boieri” : «Διάφοροι  Μπόγιεροι», “Baiuvari”,”Baiuvaren”), “Bayern”).

Ποέλευση, Εθνογένεση

Οι Boieri ανήκαν στα κελτικά φύλα (μερικοί ιστορικοί λένε σε γερμανικά φύλα), τα οποία κατοικούσαν προ της επέλασης των γερμανικών φύλων στη μεγάλη περιοχή με την ονομασία “Gallia Transalpina ” ( “Γαλλία πέραν των Άλπεων”, ενώ η Βόρεια Ιταλία ονομαζόταν ” Gallia  Cisalpina” ( ” Γαλλία ενθώθεν των Άλπεων “.

Ας υπενθυμίσουμε, ότι στην Νότια Γαλλία, στην περιοχή της Μασσαλίας υπήρχε από  τον 8ο/7ο αι. π.Χ.  και η  “Gallia Graeca” (“Ελληνική Γαλλία “).

Όταν οι Αρχαίοι Γερμανοί έφθασαν στην περιοχή της σημερινής Βαυαρίας, ζούσαν  εκεί ήδη πολιτισμικά ανώτερα κελτικά φύλα, τα οπoία είχαν επηρεασθεί πολύ από  τους Ρωμαίους κατακτητές. Τοιουτοτρόπως είχε δημιουργηθεί ένα κελτογερμανικό κράμα.

Όταν περίπου τον 5ο αι. μ.Χ. οι Ρωμαίοι εγκατέλειψαν την περιοχή, έμειναν εκεί εκουσίως πάνω από 20 χιλ. πρώην λεγεωνάριοι γνωστοί ως δεινοί τοξότες, συριακής καταγωγής ( μελαχρινοί, μαύρα μαλλιά και σκούρα μάτια). Αυτοί συγχωνεύθηκαν με τους Κελτογερμανούς. Ακόμη και σήμερα μπορεί να διαπιστώσει κανείς ιδιαιτέρως στις ορεινές περιοχές της Βαυαρίας συριακές φυσιογνωμίες, δηλαδή απογόνονους των Σύρων. Ως παράδειγμα αναφέρεται εδώ και ο γνωστός πολιτικός Theo Waigel.

Αυτή η λίαν ενδιαφέρουσα εθνογένεση είναι ο λόγος, που οι σημερινοί Βαυαροί διαφέρουν στην φυσιογνωμία και στον χαρακτήρα πολύ από τα άλλα νεογερμανικά φύλα.

Νοοτροπία

Οι Βαυαροί κληρονόμησαν από τους Κέλτες την καλοφαγία έως λαιμαργία (Ιδέ και παροιμία των Σαξώνων : :” Du frißt wie ein Bayer und scheißt wie ein Reiher” : «Καταφροχθίζεις  όπως Βαυαρός και χαί… όπως ψαροφάγος» (πουλί)) , την αθυροστομία και την μεγαλοστομία, από τους Γερμανούς την παροιμιώδη πνευματική βραδυκινησία και τον συγκρουσιακό χαρακτήρα, το ευέξαπτο και γενικά το τεμπεραμέντο από τους Σύρους.

Ιστορικά (συνοπτικότατα)

Οι Βαυαροί δεν ήταν σε θέση να διαδραματίσουν στην Γερμανική ιστορία έναν σημαντικό ρόλο.

Έως τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο η Βαυαρία ήταν μία καθυστερημένη, φτωχή και σχεδόν περιφρονημένη περιοχή. Μέσω  της τεράστιας οικονομικής βοήθειας των προηγμένων και πλούσιων γερμανικών κρατιδίων κατόρθωσε να εξελιχθεί επί τη βάσει επενδύσεων ιδιαιτέρως στις υψηλές τεχνολογίες, ενώ τα πλούσια κρατίδια παραμέλησαν τέτοιες επενδύσεις και γενικά τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας και έτσι έμειναν στην εξέλιξη πίσω και σήμερα είναι φτωχά.

Εν ολίγοις : Οι όροι αντιστράφηκαν. Οι αλλοι κλαψουρίζονται και οι Βαυαροί απέκτησαν αφάνταστη αυτοπεποίθηση και άρχισαν να λοιδωρούν τα φτωχά κρατίδια ! Η Βαυαρία απέκτησε τα πρωτεία στην οικονομία, στις υψηλές τεχνολογίες, στην διοίκηση ( Δημόσιο ) , στην δημόσια ασφάλεια, στην παιδεία και στα πανεπιστήμια.

Στηριζόμενη στα πανεπιστήμιά της – τρία από τα πέντε πρυτανεύοντα πανεπιστήμια όλης της Γερμανίας βρίσκονται στην Βαυαρία- διαθέτει το ανώτερο και αποτελεσματικότερο think tank της Γερμανίας.

Βαυαροί υπερεξειδικευμένοι επιστήμονες διεθνούς βεληνεκούς εκπροσωπούν το γερμανικό κράτος σε διεθνείς οργανώσεις π.χ. στον ΟΗΕ, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην International Law Commission  κοκ. και δη σε κομβικές θέσεις. Γνωρίζω τους περισσότερους πολύ καλά.

Είναι δυστυχώς γεγονός , ότι οι Βαυαροί έχουν μίαν υσχυρή τάση σε εγωϊσμό. Έχει αποδειχθεί, ότι εγιναν βαθμιαία αχάριστοι.

Δεν είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν εκουσίως τα φτωχά κρατίδια στην υπόλοιπη Γερμανία , ιδίως στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Την ίδια τοποθέτηση έχουν και έναντι του φτωχού ευρωπαϊκού Νότου, για τον οποίο αισθάνονται σχεδόν περιφρόνηση.

Το Βήμα (9.6.14)

Αξιοπρέπεια, Εθνική, Κρατική

Αξιοπρέπεια, Εθνική, Κρατική

Η χρησιμοποίηση της έννοιας συντελείται τώρα σχεδόν πληθωρικά και φυσικά άκρως λαϊκιστικά πρωτίστως από τα δύο κυβερνώντα κόμματα. Η ερμηνεία της είναι αυτονοήτως  υποκειμενική έως βολονταριστική.  Στον ελληνικό τύπο έχουν δημοσιευθεί άρθρα περί της απώλειας της αξιοπρέπειας του ελληνικού έθνους και κράτους, χωρίς όμως, όπως συνήθως,  να ερμηνεύσουν αυτή την βαρυσήμαντη έννοια.  Σύμφωνα με την νοελληνική γλωσσική ασυδοσία και αναρχία έχει ο κάθε  αδαής και εξυπνάκιας πολίτης ή και πολιτικός  την δική του ερμηνεία.  Οι  Ερμηνείες  όρων   δεν είναι οπωσδήποτε   καθήκον των δημοσιογράφων, οι οποίοι ούτως η άλλως έχουν άλλα καθήκοντα, ίσως και άλλα συμφέροντα. Επίσης οι δημοσιογράφοι  δεν είναι  ούτε υποχρεωμένοι να διεισδύσουν στον πυρήνα, στην κύρια ουσία των εκάστοτε όρων και προβλημάτων .

Έτσι διαπιστώνουμε την ύπαρξη ενός εννοιολογικού χάους , το οποίο , δήλον εστί, ανταποκρίνεται πλήρως στον ανορθολογιστικό και χαοτικό τρόπο σκέψης των  Νεοελλήνων στην πλειοψηφία τους. Ένα τέτοιο φαινόμενο είναι στις ευρωπαϊκές χώρες βορείως των Αλπεων ακατανόητο και αδιανόητο.  Εκεί ισχύει ακόμη  και σε ό,τι αφορά  σημαντικές  έννοιες  σοβαρότητα και νηφαλιότητα. Αλλά σε αυτές τις χώρες  δεν είναι διαδεδομένα τα φαινόμενα του υπερεξυπνακισμού, της ρηχότητας και της επιπολαιότητας.

Η αξιοπρέπεια είναι ήδη από την εποχή του μεγάλου Γερμανού Φιλόσοφου Immanuel Kant στενά  συνδεδεμένη με τον άνθρωπο ( αξιοπρέπεια του ανθρώπου) . Ιδίως μετά του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου η αξιοπρέπεια θεωρείται στην Φιλοσοφία του Δικαίου  και σε μερικά συντάγματα expressis verbis ως  γενική πηγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων . Επικρατεί η ομόφωνη άποψη, ότι κάθε ανθρώπινο ον έχει αξιοπρέπεια.

Όταν όμως πρεσβεύεται η γνώμη , ότι υπάχει πέραν τούτου και  μία αξιοπρέπεια του κράτους, τότε πρέπει  να εστιάσουμε αυτήν την έννοια στο επίκεντρο μίας μελέτης. Κανονικά θα έπρεπε να αποδειχθεί,  με ποιά καθοριστικά συστατικά στοιχεία του κράτους η αξιοπρέπειά του είναι συνυφασμένη. Αφετηρία των σκέψεων είναι  το γεγονός, ότι το κράτος  είναι υποκείμενο του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και κύριος παίκτης στις διεθνείς σχέσεις. Με αυτές τις ιδιότητες το κράτος συμμετέχει στις διεθνείς σχέσεις και συνάπτει συμφωνίες, τις οποίες όμως πρέπει να υλοποιεί , ειδάλλως  γίνεται αφερέγγυο ( αναξιόπιστο ) και έτσι χάνει την  αξιοπρέπειά του.  Μέσω της κυβέρνησης φροντίζει το κράτος έχοντας ως αφετηρία το συμφέρον του συνόλου για την ευημερία του λαού του. Εάν δεν λειτουργεί με τέτοιον τρόπο, διαπιστώνουμε την απώλεια της αξιοπρέπειάς του και απέναντι στον λαό του.

Οι περισσότεροι πολίτες δεν σέβονται πλέον τα θεσμικά όργανα του κράτους. Οι κυβερνήσεις όμως στηρίζονται σε κόμματα , ενώ γενικά η κοινωνία , η οικονομία κτλ. βασίζονται στον λαό και στις έλιτες, στις οποίες ανήκουν και κυβερνητικά στελέχη. Αλλά οι νεοελληνικές έλιτες απέτυχαν επανειλλημμένως παταγωδώς.

Υστερα από την εξεύρεση της βασικής  ουσίας της κρατικής αξιοπρέπειας ας ασχοληθούμε με το πρόβλημα της επανάκτησης και διασφάλισης της αξιοπρέπειας του ελληνικού κράτους.

Δέον να δημιουργηθούν οι εξής απαραίτητες προϋποθέσεις :

α ) Δημιουργία δύο πολιτικών κινημάτων και κατόπιν κομμάτων , ενός  της κεντροδεξιάς και ενός  της κεντροαριστεράς υπό την ηγεσία νέων πολιτικών με κατάρτιση και γνήσιο, δηλαδή όχι μόνον λεκτικό  πατριωτισμό (Ιδέ εδώ στο Μπλογκτο άρθρο «Πατριωτισμός, Φιλοπατρία») .

β ) Επί τέλους βαθμιαία πραγματοποίηση των απαραιτήτων ριζικών μεταρρυθμίσεων ( εκμοντερνισμός, εξορθολογισμός ) στα πλαίσια του υπάρχοντος ( καπιταλιστικού ) πολιτικοοικονομικού συστήματος και του αστικού κράτους, μια που η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Μία ολοσχερής αντικατάσταση αυτού του συστήματος με αφηρημένες ουτοπίες θα είχε ως αποτέλεσμα την τελεία καταστροφή. Αυτό το έχει εν τω μεταξύ αντιληφθεί και ο πρώην δεινός ανέξοδος ατακαδόρος και λεκτικός επαναστάτης  κ. Τσίπρας.

γ ) Απαραίτητες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία με σκοπό την ενίσχυση και επιτάχυνση της παραγωγής.

δ ) Να μην επαναλειφθεί το ολέθριο και καταστροφικό φαινόμενο του υπερδανεισμού , ο οποίος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην απώλεια της αξιοπρέπειας του κράτους και παρεμπιπτόντως σε συνωμοσιολογίες, κινδυνολογίες και σε συλλογική παράνοια (Ιδέ εδώ  στο Μπλογκ το άρθρο «Εθνικιστική (Δεξιά, Αριστερά) και Συνωμοσιολογία»).

Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται  όχι εν ριπή οφθαλμού αλλά βαθμιαία, οι απαραίτητες προϋποθέσεις και ισχυρές βάσεις για την επανάκτηση της απολεσθείσας αξιοπρέπειας του ελληνικού κράτους στις διεθνείς σχέσεις καθώς και απέναντι του ελληνικού λαού.

Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν και όχι ανέξοδα συνθήματα  και γελοίες περικοκλάδες για ηλιθίους.  Θα ‘ήθελα να επισημάνω, ότι τα περί του Μνημονίου αποτελούν στην ουσία το προοίμιο , κατόπιν θα αρχίσει το πρυτανεύον πρόβλημα της παραγωγής ανταγωνιστικών προϊόντων για την εξαγωγή.

Ακριβώς εκεί  θα αποδειχθεί εκ νέου (Ιδέ την κατάρρευση του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού »), ότι η μαρξιστική-λενινιστική Αριστερά ουδόλως είναι σε θέση να επιτύχει την επίλυση οικονομικών προβλημάτων.

Βήμα (27.12.14)

 

Συμφωνίες και Τρίτοι

Συμφωνίες και τρίτοι

Αμέσως ύστερα από τις εκλογές  ο κ. Τσίπρας έχει διατυπώσει την άποψη, ότι τώρα  υπάρχει  ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Ας υπενθυμίσουμε, ότι  ύστερα από την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ ο κ. Γ. Παπανδρέου έχει  χρησιμοποιήσει ακριβώς την ίδια έκφραση.

Αμέσως όταν  άρχισαν οι πρώτες επαφές μεταξύ της κυβέρνησης και των εκπροσώπων των πιστωτών ΕΕ, Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο   ο κ. Τσίπρας έθεσε στο  επίκεντρο των προσπαθειών του το συμβόλαιο χωρίς δυστυχώς  να λάβει υπ όψη, ποιά σημασία έχει μια τέτοια άποψη στις διεθνείς διασυμβατικές σχέσεις.

Αν και η διεθνής συνθήκη της Βιέννης από το 1969 περί του Δικαίου των Συμφωνιών (  Vienna Convention on the Law of Treaties)  αφορά  τις συμφωνίες μεταξύ κρατών καθώς και μεταξύ κρατών και διεθνών διακρατικών οργανισμών και επομένως δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί επί του «Κοινωνιού Συμβολαίου» μεταξύ του ΣΥΡΙΑ και του «Ελλήνικού λαού» (στην πραγματικότητα μόνον τα 35 %, τα  65% δεν ανήκουν στον λαό ;) , θα μπορούσαμε να λάβουμε υπ όψη το βασικό νόημα του άρθρου 35  («Συμφωνίες εις βάρος τρίτων κρατών» ) :

Τέτοιες συμφωνίες δεν συνεπάγονται υποχρεώσεις  για τρίτα κράτη, εκτός εάν αυτά εκ των υστέρων δώσουν την συγκατάθεσή τους.

Επομένως εδώ πρόκειται  υπό το πρίσμα του Διεθνούς Συμβατικού Δικαίου ως του πρυτανεύοντος κλάδου του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου για μίαν αποκλειστική υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέσω απερίσκεπτων υποσχέσεων  κατόρθωσε  να κερδίσει τις εκλογές χωρίς ουδόλως να σκεφθεί, τι θα συμβεί με τις υποσχέσεις του στις σχέσεις  με τους όχι και τόσο συναισθηματικούς πιστωτές.

Εν κατακλείδι , το κίνημα ΣΥΡΙΖΑ έγινε το πρώτο θύμα του τριτικοσμικού λαϊκισμού του.  Καθημερινή (19.2.15)

 

Αυτό το ειδικό σχόλιο είναι απαραίτητο για  να προσέχει στο μέλλον ο ελληνικός λαός καλύτερα. Ι

Ελληνες και Ινδοί Φιλόσοφοι

Ελληνες και Ινδοί Φιλόσοφοι

Ας υπενθυμίσουμε, ότι η φιλοσοφία είναι μία εφεύρεση των ΗΛΙΣΤΩΝ φιλόσοφων. Αυτό ισχύει για την Ελλάδα και ειδικά για την Ιωνία καθώς και για την Βόρεια Ινδία. Δεν σκοπεύω να επαναλάβω αυτά που σπούδασα στον κλάδο της Φιλοσοφίας προ μισού αιώνα. Σχεδόν ταυτόχρονα  οι Ιωνες φιλόσοφοι Θαλής ο Μιλήσιος, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης καθώς και Ηράκλειτοςέχουν διατυπώσει υλιστικές και διαλεκτικές απόψεις σε συνδυασμό σχεδόν όπως και οι μεγάλοι Ινδοί υλιστές φιλόσοφοι Uddalaka, Lokayata, Carvaka και οι Jainas (Ιδέ E. Frauwallner, Geschichte der indischen Philosophie, 2 Bände, Salzburg, 1953, 1956).

Ελληνες και Ινδοί φιλόσοφοι έχουν επισημάνει τον καθοριστικό ρόλο της αιώνιας και άφθαρτης ύλης (στοιχεία) και της κίνησης (αλλαγή, εξέλιξη) σε διαλεκτική αλληλουχία, αλλά μόνον οι Ελληνες και ιδιαιτέρως ο Αναξίμανδρος, ο Ηράκλειτος, αργότερα ο Επεδοκλής, έμμεσα και ο Δημόκριτος έχουν διατυπώσει την από επιστημονική άποψη κοσμοϊστορική αντίληψη, ότι η σύγκρουση των αντιθέσεων του υλικού κόσμου είναι ο κύριος μοχλός της εξέλιξης. Οι υλιστές Λεύκιππος, Δημόκριτος, Uddalaka και πιό εξελιγμένα από όλους τους υλιστές φιλόσοφους οι εκπρόσωποι της φιλοσοφικής σχολής των Jainas έχουν επεξεργασθεί συστηματικά την θεωρία του ατόμου ( Ιδέ Veränderung und Entwicklung, Studien zur vormarxistischen Dialektik, edit.von Gottfried Stieler, Berlin 1974, S.15-29).

Αλλά αμέσως ύστερα από τους υλιστές φιλόσοφους εμφανίστηκαν οι ιδεαλιστές φιλόσοφοι πάλι ταυτόχρονα στην Ελλάδα οι Ελεάτες ( Ξενοφάνης, Παρμενίδης, Ζήνων και Πυθαγόρας ) και στην Ινδία πρωτίστως ο θεολόγος και φιλόσοφος Yajnavalkya, οι οποίοι έχουν πρεσβεύσει στην ουσία παρόμοιες απόψεις : Από τους δύο υπάρχοντες κόσμους των ιδεών και των φαινομένων  ο αισθητός κόσμος είναι απατηλός, ενώ ο κόσμος του πνεύματος είναι αληθινός και πραγματικός (Ιδέ Θανάσης Μητσόπουλος, Ιστορία και ανθολογία της αρχαίας ελληνικής σκέψης, τόμος Β, Αθήνα, 1984, σ. 98-103).

Ο Ινδός φιλόσοφος αναφέρει το brahman, atman ως «πνεύμα του κόσμου» και ως το μόνον πραγματικό. Ο Παρμενίδης επισημαίνει, ότι ο κόσμος των ιδεών είναι αιώνιος, τέλειος και άφθαρτος (Απόσπασμα 101). Ετσι αυτός θεωρείται  ως εμπεδωτής του αντικειμενικού ιδεαλισμού. Καθημερινή  (29.8.15)

 

Φιννλανδοί, Προέλευση, Φιννλανδία

Προέλευση του Ανθρώπου, Καταγωγή των Φινλανδών

Σύντομες παρατηρήσεις

  1. Μεταξύ των ειδικών επιστημόνων περί ανθρωπογεωγραφίας και αρχαιολογίας υπάρχει γενική ομοφωνία περί της προέλευσης του σύγχρονου ανθρώπου ( homo sapiens)  καθώς και όλων των προανθρώπων (hominid : ανθρωποειδών) : Kατάγονται από την Ανατολική Αφρική (Τανσανία, Αιθιοπία). Αυτό έχει αμφισβητηθεί  κατ αρχάς μόνον από κινέζους ειδικούς, οι οποίοι τελικά συμφώνησαν  με τους άλλους. Ο άνθρωπος έχι εμφανισθεί εκεί  προ 200 χιλ. ετών και προ περίπου 100 χιλ. ετών έχει εγκαταλείψει την Αφρική, φθάνοντας στην Ευρώπη προ περίπου 42 χιλ.ετών και στην Κίνα προ 65 χιλ ετών. Αυτονοήτως ήταν  μελαψός, Απόγονοί τους ζουν ακόμη στη Νότια Ινδία, στα δάση της Νοτιοανατολικής Ασίας , στην Αυστραλία. Και στη Νέα Ζηλανδία. Στην πάροδο δεκάδων χιλιάδων χρόνων έχουν  συντελεσθεί η διαφοροποίηση του ανθρώπινου γένους και η δημιουργία των γνωστών φυλών.

2 Στην  Φινλανδία  ζουν Φινλανδοί, Λάππες και Σουηδοί ( «Σουηδοφινλανδοί», Ινδοευρωπαίοι). Οι Φινλανδοί προέρχονται από την Βόρεια Ρωσία (Ανω Βόλγα και Οκα) και κατοικούν στο σημερινό  έδαφος εδώ και 4 χιλ. χρόνια. Από εθνολογική άποψη ανήκουν στους Φινο/Ουγγρικούς  λαούς  και γενικά στη μογγολική φυλή.  Η γλώσσα τους αναδεικνύει συγγένεια με τα ουγαρέζικα.Οι Λάππες είναι νομάδες και προέρχονται από την Σιβηρία. Και αυτοί ανήκουν στη μογγολική φυλή. Είναι αυτονόητο, ότι  έχουν λάβει χώραν πολυάριθμες επιμείξεις μεταξύ των πληθυσμιακών ομάδων. Μπορεί κανείς να το διαπιστώσει αυτό στο Χελσίνκι. Η αυτοονομασία τους είναι  Suomi ή Suomalaiset. Μόνον οι Σουηδοφινλανδοί  έχουν γαλανά μάτια. Δημοσιευθέν στο Βήμα ( 16.1.15).

—————————————————-

Η Φιννλανδία

είναι μία χώρα, στην οποία η
διαφθορά είναι σύμφωνα με έρευνες διεθνών οργανισμών σχεδόν ανύπαρκτη και όπου ισχύουν οι προτεσταντικές ΗΘΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ της ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, της ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ και του ΚΟΙΝΟΥ ΚΑΛΟΥ(Συμφέροντος).Το εκπαιδευτικό σύστημα θεωρείται ως το καλύτερο της Ευρώπης. Κατέχει διεθνή σεβασμό και εκτίμηση. Η ενέργεια του πολιτικού (πήρε στο σπίτι του πέντε οικογένειες μεταναστών) μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένδειξη έμπράκτου ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ, άγνωστου στα νεοελληνικά λαμόγια.Τα Νέα (5.9.15)

 

Ανορθολογισμός και Υπερεξυπνακισμός της Αριστεράς

Ανορθολογισμός και υπερεξυπνακισμός της Αριστεράς

Εννοιολογικός ανορθολογισμός, αριστερός εξυπνακισμός, αθυροστομία, λεκτική τρομοκρατία.
Με το ενοχλητικό φαινόμενο „της επαναστατικής βεβαιότητας που τους πάντες τυφλώνει και τα πάντα περιορίζει“ ( Τάκης Θεοδωρόπουλος ) έχω να κάνω όταν έρχομαι στην γενέτειρά μου κάθε καλοκαίρι .

Κατ αρχάς ήμουν διατεθειμένος να συζητήσω και για πολιτικά θέματα, αλλά κατόπιν το μετάνοιωσα πικρά γιατί πάρα λίγο να πάθω εγκεφαλικό.
Γι αυτό αποφεύγω εδώ και τρία χρόνια συστηματικά πολιτικές συζητήσεις με πρώην συμμαθητές και φίλους που ανήκουν στην Αριστερά και επομένως όλοι τα ξερουν όλα βάζουν στη θέση τους και καθηγητές πανεπιστημίου ακόμη και στους επιστημονικούς τους κλάδους .

Για να εννοήσω τί άραγε συμβαίνει, ασχολήθηκα κάπως εντατικά με αυτό το φαινόμενο. Ιδού μερικά αποτελέσματα της ενασχόλησης.

1. Υπάρχει μόνον αριστερός εννοιολογικός ανορθολογισμός και εξυπνακισμός . Είναι πλατειά διαδεδομένος μεταξύ των οπαδών ιδιαιτέρως του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ,  εν μέρει και του αποθνήσκοντος ΠΑΣΟΚ.

2. Η πιό αποκρουστική έμφανση αυτού του φαινομένου είναι η πεποίθηση , ότι οι αριστεροί έχουν το μονοπώλιο της απόλυτης αλήθειας, γιατί έχουν δήθεν αποκτήσει μερικές γνώσεις του Μαρξισμού και του Λενινισμού ( ΚΚΕ ). Εν γνώσει του αντικειμένου έχω λόγο να αμφιβάλλω, αν έχουν πράγματι καταλάβει τον Κάρολο Μαρξ ( ιδαίτερα τον Διαλεχτικό και τον Ιστορικό Υλισμό ).
3. Οι περισσοτεροι αριστεροί ζουν στον αστερισμό των σχεδόν θρησκευτικών φαντασιώσεων, δηλαδή είναι εξωπραγματικοί.
4. Το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής συμπεριφοράς τους είναι η αδιαλλαξία και η τελεία έλλειψη της λογικής και της ανεκτικότητας.
5. Έχουν συστηματικά διαστρεβλώσει βασικές πολιτικές ένννοιες και τους διακρίνει μία μάλλον τριτοκοσμικη αθυροστομία.
6. Διακατέχονται πέραν τούτου από επικίνδυνα , καταστροφικά και αρρωστημενα συναισθήματα κοινωνικού και ταξικού φθόνου και μίσους. Καθημερινή (23.7.15)

 

Διαφθορά , Ελλάδα , Ευρώπη , Γερμανία

Διαφθορά, Ευρώπη, Ελλάς

Επιβεβαιώνεται κάτι το γνωστότατο, ότι οι Νοτιοευρωπαίοι είναι στο πεδίο της διαφθοράς οι πρωταθλητές της Ευρώπης. Το απίστευτο όμως έγκειται στο ό,τι αυτό το λίαν δυσάρεστο φαινόμενο διαπιστώνεται σχεδόν κάθε έτος , αλλά δυστυχώς δεν το εξηγεί κανένας.

Σε ό,τι αφορά τους Νοτιοευρωπαίους, ίσως να μην αισθάνονται καλά και να ντρέπονται που έχουν τόσο κακή φήμη. Οι Βορειοευρωπαίοι πάλι δεν έχουν κανένα λόγο να ασχοληθούν με ένα φαινόμενο, το οποίο στην καθημερινή τους ζωή δεν παίζει κανένα ρόλο. Για μένα είναι μεγάλο προτέρημα, που οι σπουδαστές μου (προ- και μεταπτυχιακοί) καταγόνταν σχεδόν από όλον τον κόσμο και συγκεκριμένα σχετικά με το θέμα από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Ετσι είχα την ιδανική δυνατότητα να συγκρίνω την γενική συμπεριφορά πολυαρίθμων ανθρώπων , οι οποίοι προερχόνταν από διαφορετικές χώρες και ιδιαιτέρως από τελείως διαφορετικούς “Κύκλους Πολιτισμού”.

Αλλά έχω διαπιστώσει, ότι υφίστανται διαφορετικές έως αντίθετες αντιλήψεις περί την έννοια “διαφθορά”. Η ίδια πράξη π.χ. η δωροδοκία θεωρείται σε όλον τον ” Ισλαμικό Κύκλο Πολιτισμού” ως ένδειξη εκτίμησης και συμπάθειας, ενώ στην παράδοση των βορειοευρωπαϊκών λαών αυτή είναι ένδειξη διαφθοράς. Σε διεθνή κλίμακα επικρατούν συνθήκες διαφθοράς ως κανόνας στις πιό φτωχές χώρες, π.χ. στην Υποσαχάρια Αφρική, σε πολλές ισλαμικές χώρες, σε όλη την Λατινική Αμερική, στην Κεντρική Ασία , στην Ανατολική Ευρώπη, στον Καύκασο και σε όλες τις βαλκανικές χώρες. Κατόπιν ακολουθούν άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες ( Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλλία).

Πράγματι οι Βορειοευρωπαίοι καθώς και οι Βορειοαμερικανοί διαφέρουν σε ό,τι αφορά την διαφθορά από όλους του άλλους λαούς. Η διαφθορά αποτελεί σε αυτούς τους λαούς εξαίρεση.

Ποιές άραγε να είναι οι αιτίες γι αυτό το ενδιαφέρον φαινόμενο ; Στην βόρεια Ευρώπη πρόκειται για λαούς με προτεσταντική παράδοση, η οποία επηρεάζει τους ανθρώπους , ανεξάρτητα αν θεωρούν τον εαυτό τους πιστό χριστιανό. Στα πλαίσια της παράδοσης αυτής ισχύουν εδώ και μισή χιλιετηρίδα δύο αρχές ως βάση της εικόνας του ανθρώπου και δη η αγάπη προς την εργασία ( εργατικότητα ) και η επίτευξη, δηλαδή οι επαγγελματικές επιτυχίες. Ο καλός προτεστάντης χριστιανός έχει το ιερό καθήκον να εφαρμόζει πιστά αυτές τις αρχές.Τοιουτοτρόπως έχει διαμορφωθεί βαθμιαία στην προτεσταντική Βόρεια Ευρώπη το σύγχρονο άτομο ως βάση της κοινωνίας με τα εξής προσδιοριστικά χαρακτηριστικά : εργατικότητα, αποτελεσματικότητα, αυτοσεβασμός, βούληση, ελευθερία των επιλογών, αυτονομία, αξιοπιστία, αυτογνωσία, αυτοπεποίθηση, αυτοπειθαρία, αυτοσυγκρατηση, αυτοκριτική, συνείδηση της υπευθυνότητας, κοινωνική συνείδηση, σεμνότητα, οικονομικότητα, αποδοχή της προτεραιότητας του γενικού προ του ατομικού συμφέροντος.

Άτομο του είδους αυτού οδηγεί κατ ευθείαν στον πολίτη με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά : κρατική συνείδηση (αλληλοεξάρτηση πολίτου και κράτους), νομική συνείδηση ( εκούσιος σεβασμός των νόμων), αναγνώρηση της αλληλουχίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων,  ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ και περιβαλλοντική συνείδηση. Έπομένως δεν είναι τυχαίο, που αυτές οι χώρες είναι σε όλα τα πεδία ( οικονομία, παιδεία, επιστήμη, πολιτισμός, κράτος κοινωνικό του δικαίου κτλ.) υπεραναπτυγμένες. Επίσης δεν είναι τυχαίο, που οι βορειοευρωπαϊκές προτεσταντικές χώρες με εξαίρεση της μικροσκοπικής Ισλανδίας) δεν έχουν οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα. Δεν υπάρχει λόγος για διεφθαρμένες συμπεριφορές, εκεί ισχύει η αξιοκρατία . Οι ελάχιστες εξαιρέσεις δεν επηρεάζουν την γενικά πολύ θετική εικόνα τους. Τα όργια της διαφθοράς στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες είναι γι αυτούς αδιανόητα και ακατανόητα.

Κατά τη γνώμη μου θα ήταν ευθύς εξ αρχής πιό σωστό η ΕΕ να βασιζόταν πρωτίστως στον ευρωπαϊκό Βορά και ύστερα από συστηματική προετοιμασία να γινόταν μέλη τα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου. Όπως ήδη έχει περίτρανα και πολλάκις αποδειχθεί ,χώρες όπως η Ελλάδα δεν ταιριάζουν στον κόσμο των “μυρμηγκιών”. Αν είχαμε λίγη αυτογνωσία θα το είχαμε αντιληφθεί αυτό προ πολλού καιρού. Η Ελλάδα δεν μπορεί ακόμη να περπατήσει, αλλά θέλει να πετά. Αυτό είναι Ύβρις, η οποία συνεπιφέρει τη Νέμεση. iefimerida ( 8.6. 12)

————————————————————————–

Διαφθορά , Ελλάς-Γερμανία

Εν γνώσει της νοοτροπίας και των δύο λαών μπορώ να κάνω την εξής διαπίστωση :

Η διαφθορά αποτελεί στην Ελλάδα τον κανώνα και στην Γερμανία την εξαίρεση. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ( contrat social) a la grec στηρίζεται στον βασικό κανώνα της νεοελληνικής κοινωνίας και δη στην ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΔΙΑΦΘΟΡΟΠΟΙΗΣΗ των πολιτικών και των ψηφοφόρων. Πέραν τούτου είναι η λέξη ΦΑΚΕΛΑΚΙ νεοελληνική.

To Βήμα (25.9.15)

 

Υπερασπιστές της Ευρώπης, Ιστορικά

Υπερασπιστές της Ευρώπης
1. Οι Αρχαίοι Ελληνες (Αθηναίοι) νίκησαν τους Πέρσες (Μαραθώνας, Σαλαμίνα) και έσωσαν την Ευρώπη.

2. Ο Καρλ Μαρτέλ έχει στη μάχη κατά των Αράβων το 732 μ.Χ. κοντά στο Τουρς για πρώτη φορά στην πολεμική ιστορία εφαρμόσει μία νέα τακτική μάχης : βαρύ ιππικό με πανοπλία κατά του ελαφρού ιππικού των Αράβων , οι οποίοι ξαφνιάστηκαν τόσο που τους έπιασε δέος και τρόμος.

3.Το 1529 καιτο 1683 οι Αυστριακοί κατά των Τούρκων. Το 1683 ο αρχιστράτηγος των χριστιανικών στρατών ( 75. 500 : 27 χιλ. Πολωνοί (μεταξύ αυτών Τάταροι με άριστη γνώση της τουρκικής πολεμικής τακτικής και με ειδικό οπλισμό) , 10.500 Βαυαροί, 9.500 Σάξονες. 19 χιλ. αυτοκρατορικοί και 9.500 Νοτιογερμανοί ) o Πολωνός βασιλεύς Jan Sobieski έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη νίκη των Ευρωπαίων κατά των Τούρκων. Ολοι οι χριστιανικοί λαοί αισθάνονται έναντι των Αυστριακών και των Πολωνών μεγίστη ευγνωμοσύνη.
Υστερα από αυτήν την ήττα άρχισαν βαθμιαία η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η άνοδος της Αυστριακής Αυτοκρατορίας.

4. Στη Ναυμαχία του Lepanto (1571) υπό την αρχηγία της Ενετίας οι χριστιανικοί στόλοι έχουν κατατροπώσει τον τουρκοβερβερικό στόλο. Κατόπιν οι Ευρωπαίοι και ειδικά η Ενετοί έχουν επικρατήσει σε όλην τη Μεσόγειο.
Και όμως ας μη ξεχνάμε την απώθηση των Αράβων εκ μέρους του Βυζαντίου.
Καθημερινή (25.2.18)

Ισραήλ και Αραβικά Κράτη, Στρατιωτικά

Ισραήλ και Αραβικά Κράτη, Στρατιωτικά
Διατί υπερέχει το Ισραήλ υπερέχει στρατιωτικά ;
1.Το Ισραήλ εκπροσωπεί στη Μέση Ανατολή τον τεχνολογικά υπερεξελιγμένο “1ο Κόσμο”, ενώ τα γειτονικά αραβικά κράτη εστιάζονται εν μέρει στο Μεσαίωνα και γενικά είναι τόσο καθυστερημένα που ανήκουν στον “3ο Κόσμο”.
2. Το Ισραήλ παράγει και εξάγει υπερσύγχρονο οπλισμό. Κατέχει την ατομική βόμβα.
3. Το Ισραήλ αποτελεί στις επιστήμες “υπερδύναη” (πολλά Νομπέλ στις φυσικές επιστήμες).
4. Σε περίπτωση πολέμου οι γυναίκες μπορούν να αντικαταστήσουν επιτυχέστατα τους άνδρες.
5. Στον στρατό υπηρετούν όλοι , αν θυμάμαι καλά τους αριθμούς μεταξύ του 18ου και 65ου έτους της ηλικίας. Οι άνδρες υπηρετούν τρία έτη και οι γυναίκες 21 μήνες.
6. Οι αεροπόροι ανήκουν στους καλύτερους του κόσμου, εν μέρει πρόκειται για Αμερικανοεβραίους.
7. Οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ είναι διεθνώς οι πιο επιτυχείς. Προ του πολέμου το 1967 π.χ. ο αρχηγός της στρατιωτικής μυστικής υπηρεσίας και σύμβουλος του Σύρου προέδρου ήταν ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ της στρατιωτικής μυστικής υπηρεσίας του Ισραήλ (!!!).
7. Οι ΗΠΑ προστατεύουν το Ισραήλ.
8. Ισως το πιο σημαντικό : Ξέρουν , τί θα συμβεί σε περίπτωση νίκης των Αράβων. Δηλαδή η στρατιωτική υπεροχή έχει υπαρξιακό χαρακτήρα.
θα ήθελα να επισημάνω, ότι το θέμα ανήκε επί έτη στην πολυδιάστατη πανεπιστημιακή δίαλεξη υπο το πρίσμα της Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων και του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου ειδικά για μεταπτυχιακούς περί την σύγκρουση του Ισραήλ με τα αραβικά γειτονικά κράτη . Παρόντες ήταν και ειδικοί σπουδαστές από αραβικά κράτη . Ποτέ δεν διαμαρτηρήθηκαν.
Καθημερινή (16.2.18)

Δικαιοσύνη, Σουμερία, Κίνα, Ελληνες,Φιλόσοφοι (Πλάτων, Αριστοτέλης), Κινέζοι Φιλόσοφοι, Ευρωπαίοι Φιλόσοφοι

Δικαιοσύνη, Σουμερία, Κίνα, Ελληνες,Φιλόσοφοι (Πλάτων, Αριστοτέλης), Κινέζοι Φιλόσοφοι, Ευρωπαίοι Φιλόσοφοι

Αντιπαράθεση με Χρήστο Γιανναρά ( Αρθρο στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής, 29.12.13)

Εγείρονται πολλά ερωτήματα. Εδώ αναφέρουμε μόνο τα σημαντικότερα:
α) Περί ποιάς Δικαιοσύνης  γίνεται στο άρθρο λόγος; Περί της υποκειμενικής ή περί της αντικειμενικής; Περί της οικονομικοκοινωνικής, της ηθικής ή της νομικής;
β) Ποιός και με ποιά κριτήρια προσδιορίζει το περιεχόμενο της Δικσαιοσύνης.;
γ) Ποιοί θα μπορούσαν να είναι υποκείμενα και ποιοί αντικείμενα της Δικαιοσύνης;
Περί της Δικαιοσύνης

Υποκειμενική Δικαιοσύνη: Πρόκειται για μίαν αρετή, για μία γενική τοποθέτηση του ανθρώπου που σημαίνει, ότι αυτή είναι η βασική αρετή, η οποία επιδρά επί όλων των άλλων αρετών και έτσι προσδιορίζει τον βασικό κώδικα συμπεριφοράς ενός ανθρώπου, ο οποίος ζει επί τη βάσει αρετών. Υπό αυτή την έννοια η Δικαιοσύνη αποτελεί  ένα βασικό όρο της χριστιανικής Θεολογίας και Φιλοσοφίας και έγκειται στην υπακοή του πιστού χριστιανού στη βούληση του Θεού που είναι ο μόνος νόμος της βούλησης και των πράξεών του.

Αντικειμενική Δικαιοσύνη: Πρόκειται για μίαν ιδέα ή για μίαν αρχή ως κριτήριο αξιολόγησης κανόνων (συνταγμάτων, νόμων και κοινωνικών κανόνων), ενεργειών και πράξεων απλών πολιτών ή και πολιτικών.
Εδώ εγείρονται δύο ερωτήματα:

α) Πως είναι δυνατόν να αποδοθεί σε κάθε άνθρωπο το δίκιο του; Εδώ προκύπτει το πρόβλημα της κοινωνικής ισότητας.

β) Πως μπορούμε να θεωρήσουμε ηθικούς και νομικούς κανόνες συμπεριφοράς ως δίκαιους, ακόμη αν και αυτοί αντιτίθενται στην κατά τη γνώμη μας ηθική μας βούληση; Οι κανόνες εκφράζουν την γενικότητα (Ιδέ J. Mittelstraß (Edit., Enzyklopädie, Philosophie und Wissenschaftstheorie, vier Bände, Mannheim, 2004, Band 1, S. 745/746).

Αυτά τα ερωτήματα έχουν απασχολήσει μερικούς αρχαίους φιλόσοφους, ιδιαιτέρως τον Αριστοτέλη.
Εχουμε αποδείξει σε ένα  συγκριτικό σύγγραμμα, ότι στη Μέση Ανατολή, όπου έχουν δημιουργηθεί οι πρώτοι μεγάλοι πολιτισμοί της ανθρωπότητας, η Δικαιοσύνη έπαιζε έναν ιδιαίτερο ρόλο.
Στη Σουμερία (προ 3500 έως 4000 έτη) τη θεωρούσαν ως δώρο ενός θεού (όπως σήμερα ο Χριστιανισμός) ή του Βασιλέως. Από τα πολλά ανάλογα κείμενα θα αναφέρουμε μόνον αυτά που εμπεριέχουν ακόμη και στο παρόν κάποιαν επικαιρότητα.

Ο βασιλεύς Lipitischtar επαινεί τον εαυτό του ως εμπεδωτή της Δικαιοσύνης και επισημαίνει : «Ο ισχυρός δεν κάνει ληστείες, ο ισχυρός δεν αδικεί τον ανίσχυρο».
Εχει διασωθεί στην Αίγυπτο ένα πολύτιμο και πανάρχαιο κείμενο από το 2220 π.χ., από το οποίο απορρέει το συμπέρασμα, ότι οι αντιλήψεις περί της Δικαιοσύνης έχουν πράγματι ταξικό χαρακτήρα. Στην εποχή εκείνη έλαβε χώραν η πρώτη κοινωνική επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο Φαραώ έχει εκδιωχθεί και οι επαναστάτες ανέλαβαν όλη την εξουσία. Ενας αυλικός και μεγάλος ιερεύς έγραψε μεταξύ άλλων τα εξής: «Η Δικαιοσύνη επικρατεί δήθεν στη χώρα. Αλλά είναι άδικο αυτό που κάνουν στο όνομά της. Οι πλούσιοι είναι δυστυχισμένοι και οι φτωχοί χαίρονται…».

Οπωσδήποτε θα είναι ενδιαφέρον για τους αναγνώστες να μάθουν, ότι Κινέζοι φιλόσοφοι έχουν ασχοληθεί εντατικά με την κοινωνική Δικαιοσύνη. Ο φιλόσοφος Mong Dsi 4ος αι. π.Χ. έχει διατυπώσει π.χ.  την άποψη, ότι η Δικαιοσύνη έγκειται στη σωστή σχέση μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων („Gau Dsi“, VI, A, 17). Εiναι απίστευτο, αλλά αληθές, ότι 2400 έτη αργότερα στη βασική τοποθέτηση των Νεοελλήνων οι υποχρεώσεις παίζουν ουδένα ρόλο, γιατί αυτοί δεν έχουν νομική συνείδηση, αλλά ένα υπεραναπτυγμένο “αίσθημα του δικαίου” !
Ενας άλλος Κινέζος φιλόσοφος και εκπρόσωπος της μεσαίας τάξης, ο Mo Dsi έχει πρεσβεύσει την εξής άποψη: »Ανθρωπισμός είναι αγάπη, Δικαιοσύνη είναι μία ωφέλημη πράξη» . Αυτό μας θυμίζει κάπως τον Επίκουρο.
Ο φιλόσοφος Hsün Dse (3ος αι. π.Χ.) γνωστός για τη λίαν αρνητική εικόνα του ανθρώπου, έκανε αντιπαράθεση υπογραμμίζοντας, ότι υφίσταται μία αντίθεση μεταξύ της Δικαιοσύνης και της ωφελιμότητας («η επιθυμία επίτευξης του συμφέροντος καταπιέζει τη Δικαιοσύνη.» ).
Το παρακάτω θα ενδιαφέρει πολύ τον κ. Γιανναρά : Σημειώνονται δύο ειδών του συμφέροντος: α) το ατομικιστικό συμφέρον, το οποίο είναι άδικο και β) το συμφέρον του συνόλου, το οποίο είναι δίκαιο. Ο Νταοϊσμός, μία ανθρωπιστική θρησκεία και φιλοσοφία, απαιτούσε τη Δικαιοσύνη μόνον για τους αγρότες, ενώ οι θετικιστές νομικιστές απέρριπταν την Δικαιοσύνη και έβλεπαν το δίκαιο στους συγκεκριμένους νόμους.

Σε ό,τι αφορά τους αρχαίους Ελληνες φιλόσοφους, διαπιστώνουμε μία
μεγάλη εξάρτηση των φιλοσοφικών τους απόψεων από την κοινωνική καταγωγή και τα πολιτικά φρονήματά τους. Ο υλιστής φιλόσοφος, δημοκράτης και εκπρόσωπος των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων Δημόκριτος π.χ. δεν έχει ασχοληθεί ποτέ με την αόριστη και γενική Δικαιοσύνη, αλλά την έχει συνδυάσει με τις πράξεις του ατόμου για το συμφέρον του συνόλου, στο οποίο ανήκει και το ατομικό συμφέρον. Αυτή η άποψη είναι συναρπαστική και ακόμη επίκαιρη. Κάτι το παρόμοιο έχει διατυπώσει 2400 έτη αργότερα και ο Αγγλος Ουτιλιταριστής John Mill («Utilitarianism).
Ο Θρασύμαχος επισημαίνει στο διάλογο με τον Σωκράτη (Πλάτων, Πολιτεία, Ι, 343α-3444c) το εξής: Ο Σωκράτης ξέρει, ότι η δικαιοσύνη και το δίκαιο είναι στην πραγματικότητα το όφελος του δυνατότερου και αυτού που κατέχει την εξουσία, αλλά είναι η ζημιά του υπακούοντος και του υπηρετούντος( απόδοση του νοήματος). Δηλαδή ο Θρασύμαχος ήθελε να επισημάνει, ότι το όφελος του ισχυρού είναι ταυτόσημο με το δίκαιο!
Είναι φυσικότατο που ο φιλοσοφικός αντίπαλος του Δημόκριτου, ο ιδεαλιστής φιλόσοφος αριστοκράτης και εκπρόσωπος του δουλοκτητικού συστήματος Πλάτων σκεπτόταν όλως ετατιστικά ακόμη και στο ζήτημα της Δικαιοσύνης: «Αυτό που θεωρεί κάθε κράτος δίκαιο και καλό, αυτό είναι και στην πραγματικότητα δίκαιο και καλό, όσο το κράτος το θεωρεί δίκαιο και καλό» (Πολιτεία, Θεαίτητος, 167Β, 168Β, δική μου μετάφραση).
Αξίζει τον κόπο να το ερμηνεύσουμε αυτό.
α) Το κράτος λειτουργεί στην ουσία ως ανατολίτης δεσπότης, ο οποίος εμπεδώνει σύμφωνα με το γούστο του τη Δικαιοσύνη και ορίζει τα όριά της.
β) Μεταξύ του κράτους και του πολίτου επικρατεί μία σχέση υπηκοότητας που σημαίνει απόλυτη προτεραιότητα του κράτους έναντι του πολίτου.
γ) Ο πολίτης δεν έχει ούτε το δικαίωμα ούτε γενικά τη δυνατότητα να συμπράξει σε ζητήματα της Δικαιοσύνης.
δ) Ο Πλάτων είχε ως σκοπό τη διαιώνιση του δουλοκτητικού συστήματος.
ε) Δεν είναι υπερβολή να διατυπώσουμε την άποψη, ότι ο Πλάτων σκεφτόταν εν μέρει ολοκληρωτικά. Ισως να ήταν αυτός ο λόγος που οι Γερμανοί εθνικοσοσιαλιστές έχουν αναγνωρίσει από όλους τους αρχαίους Ελληνες φιλόσοφους μόνο τον Πλάτωνα ;

Ο μαθητής του Αριστοτέλης ήταν πιό ρεαλιστής και πιό δημιουργικός και έχει εμπεδώσει στα έργα του »Πολιτική» και «Ηθικά Νικομάχεια» (όλο το 5ο κεφάλαιο) ολόκληρη θεωρία περί της Δικαιοσύνης.Θα αναφέρουμε μόνο τα πιό σημαντικά στοιχεία αυτής της θεωρίας:
α) Οι απαιτήσεις πολιτικοκοινωνικών ομάδων ή στρωμάτων περί της Δικαιοσύνης είναι υποκειμενικές και περιορισμένες σε αυτές.
β) Οι αδύναμοι μίας κοινωνίας απαιτούν Δικαιοσύνη, ενώ οι ισχυροί δεν πολυενδιαφέρονται γι αυτήν.
γ) Οι νόμοι εμπεριέχουν σε γενικές γραμμές τη Δικαιοσύνη.
δ) Υπάρχουν τριών ειδών του δικαίου: «δίκαιον διορθωτικόν», «δίκαιον συναλλάγμασι διορθωτικόν» και «δίκαιον διανεμητικόν».

Ο Αριστοτέλης έχει συνδυάσει τη Δικαιοσύνη με την ισότητα και δη ως εξής
:Υπάρχουν στην κοινωνία διαφορετικοί άνθρωποι όπως π.χ. πλούσιοι και
φτωχοί, μικρές και μεγάλες οικογένειες. Εάν εφαρμοσθούν οι νόμοι έναντι
αυτών σύμφωνα με τη νομική ισότητα, τότε θα είναι το αποτέλεσμα άδικο. Η Δικαιοσύνη όμως απαιτεί να εφαρμοσθούν διαφορετικοί νόμοι επί διαφορετικών
ανθρώπων για να είναι το αποτέλεσμα δίκαιο. Εν ολίγοις, το κράτος είναι
υποχρεωμένο να βοηθά με ειδικούς νόμους τους φτωχούς και
ανίσχυρους.Αυτή η σκέψη ανήκει αναμφιβόλως στις »αιώνιες αλήθειες»
(«aeternae veritates“).Ποδοχή : εδώ τοσρχαιο ελληνικοΤσιτατο
Ακριβώς 1700 έτη αργότερα  ο θεολόγος, φιλόσοφος και άριστος γνώστης του τεράστιου έργου του Αριστοτέλη ο Thomas de Aquin (Ακινάτης) εχει επί τη βάσει της θεωρίας του Σταγειρίτη έεπεξεργασθεί τη δική του θεωρία : „iustitia commutativa“, «iustitia distributiva“ και „iustitia legalis“. Σε αυτήν βασίζεται η Καθολική Κοινωνική Διδασκαλία.

Για τον υλιστή Επίκουρο ήταν αυτονόητο, ότι το συμφέρον προσδιορίζει τη Δικαιοσύνη. (»το συμφέρον ως μητέρα της Δικασιοσύνης»(.
Ενώ οι στωϊκοί φιλόσοφοι (π.χ. ο Χρύσιππος) θεωρούσαν τη Δικαιοσύνη αποκλειστικά ως όρο της γενικής ηθικής, ο σχόλαρχος της Ακαδημίας Καρνεάδης έχει διατυπώσει μίαν άποψη, η οποία ακόμη και σήμερα είναι επίκαιρη: «η Δικαιοσύνη απαιτεί να αποδώσεις στον καθένα το δικό του» που σημαίνει αυτό που ανταποκρίνεται σε αυτόν ή αυτό που του αξίζει.Αυτό έγινε στην ευρωπαϊκή ιστορία των ιδεών γνωστό ως γνώμη του Ρωμαίου νομικού Ulpianus: „Iustitia est …suum cuique tribuere». Αλλά γενικά έγινε πιο γνωστό ως κάτι το αποτρόπαιο, γιατί το έχουν χρησιμοπoιήσει οι Γερμανοί εθνικοσοσιαλιστές για να εξοντώσουν τους Εβραίους («Jedem das Seine“: ΅Στον καθένα αυτό που του αξίζει”) στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Buchenwald.Ο προαναφερθείς Κινέζος φιλόσοφος Hsün Dse έχει διατυπώσει σχεδόν το ίδιο όπως ο Χρύσιππος λαμβάνοντας υπ όψη την ύπαρξη διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων »Σε όλους αυτούς πρέπει να δοθεί, ό,τι τους ανήκει».

Συμπεράσματα

α) Οι φλόσοφοι εκπρόσωποι των ανωτέρων κοινωνικών στρωμάτων θεωρούν το νομικό αυτόματα και δίκαιο.
β) Σύμφωνα με την άποψη των ιδεαλιστών φιλοσόφων η Δικαιοσύνη είναι ένας όρος της γενικής ηθικής.
γ) Οι φτωχοί και ανίσχυροι απαιτούν Δικαιοσύνη, ενώ οι πλούσιοι και ισχυροί δεν την παραδέχονται.
δ) Δεν υπάρχει πουθενά απόλυτη δικαιοσύνη. Αυτή είναι σχετική και συγκεκριμένη.
ε) Η εφαρμογή των «οριζόντιων μέτρων» είναι έναντι των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων στην κοινωνία ένδειξη έλλειψης της Δικαιοσύνης.
Δημοσιευθέν στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής (πρώτη φορά 4.1.14 και 16.2.17 τελευταία φορά).

——————————————————————————————————————-

Αρχαία Γνωμικά, Ρητά, Αφορισμοί  (διεθνώς) περί την δικαιοσύνη

-Το δίκαιον ουκ άλλο τι ή του κρείττονος ξυμφέρον.Πλάτων, 427-347 π.Χ.

-Μηδενί δίκην δικάσης, πριν αμφοίν μύθον ακούσης.

Φωκυλίδης, ~5ος αιών π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Μίλητο

(αναφέρεται και από τον Αριστοφάνη στις «Σφήκες»).

-Έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πάνθ’ ορά.

Μένανδρος, 4ος αιών π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής.

-Ώσπερ το ευθύ ευθέος ου δείται, ούτως ουδέ το δίκαιον δικαίου.

-Επίκτητος, 50 μ.Χ.-120 μ.Χ, Στωικός φιλόσοφος (όπως το ίσιο δεν χρειάζεται χάρακα, έτσι και το δίκαιο δεν χρειάζεται δικαιοσύνη).

-Νικά δ’ ο μείων τον μέγαν δίκαι’ έχων, Ευριπίδης, 480-406 π.Χ., Αρχαίος τραγικός ‐ Ικέτιδες (ο μικρός νικάει τον μεγάλο όταν έχει δίκιο).

-Δει εν μεν τοις όπλοις φοβερούς, εν δε τοις δικαστηρίοις φιλανθρώπους είναι.

Δημοσθένης, 384-322 π.Χ. (οι άνθρωποι στον πόλεμο πρέπει να εμπνέουν φόβο, αλλά στα δικαστήρια να είναι συμπονετικοί).

-Οψέ θεών αλέουσι μύλοι, αλέουσι δε λεπτά (οι μύλοι των θεών αργούν αλλά αλέθουν λεπτά (καλά), αρχαιοελληνική Παροιμία.

-Δίκαια δράσας, συμμάχους έξεις θεούς. Μένανδρος, 4ος αιών π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής (αν κάνεις δίκαιες πράξεις, θα έχεις συμμάχους τους θεούς).

-Οξύς θεών οφθαλμός ες το πανθ’ οράν, Μένανδρος, 4ος αιών π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής (είναι κοφτερό το μάτι των θεών στο να τα βλέπουν όλα).

-Εμέ δε Άνυτος και Μέλητος αποκτείναι μεν δύνανται, βλάψαι δε ού.

Σωκράτης, 469-399 π.Χ.(Ο Άνυτος και ο Μέλητος [οι κατήγοροι στη δίκη του] μπορούν να με σκοτώσουν αλλά όχι να με βλάψουν).

-Ανεξέταστον μη κόλαζε μηδένα. Μένανδρος, 4ος αιών π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής

-Δικαιότερος σταχάνης (σταχάνη=ζυγαριά), Αρχαία παροιμιακή φράση (για δίκαιο άνθρωπο)

—Εκκλησιαστικά Ρητά

-Οδός κακού και πους παρανόμου ολείται εν ημέρα κακή.Παλαιά Διαθήκη ‐ Παροιμοίαι ΚΕ’ 16 (ο δρόμος του κακού και η πορεία του παρανόμου θα εξολοθρευτούν όταν ξεσπάσει η οργή του Θεού)

-Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται.κατά Ματθαίον ‐ ε’ 6.

—Λατινικά Ρητά

-Fiat iustitia, et pereat mundus (ας επικρατήσει η δικαιοσύνη, κι ας χαθεί ο κόσμος),Πάπασ Αδριανός VI. (1459–1523) και μόττο του αυτοκράτορα της Αγ. Ρωμ. Αυτοκρατορίας Φερδινάνδου Ι (1503-1564).

-Summum jus, summa injuria, Cicero, De officiis 1,33 (υπέρτατη (υπερβολική) δικαιοσύνη, υπέρτατη αδικία).

-Audiatur et altera pars (ακούστε και την άλλη πλευρά) , κανόνες του Ius Romanum (Ρωμαϊκού Δικαίου(.

-Abusus non tollit usum (η κατάχρηση δεν καταργεί (απαξιώνει) τη χρήση), επίσης κανόνας του Ρωμαίκού Δικαίου.

——————————

Ο ανώτερος άνθρωπος σκέφτεται μόνο τη δικαιοσύνη. Ο κατώτερος άνθρωπος σκέφτεται μόνο τα συμφέροντά του. Kung fu Tse (Κομφούκιος), 551-479 π.X., o μεγαλυτερος Κινέζος φιλόσοφος.

 

 

Τσίπρας Πολιτικός

Τσίπρας, Πολιτικός

Τσίπρας έχει τεράστια μειονεκτήματα :

α) Ελλειψη μόρφωσης, η οποία είναι απαραίτητη για την άσκηση του δύσκολου αξιώματος του πρωθυπουργού σε μίαν από πολιτιστική και εθνολογική άποψη ιδιαιτέρως δύσκολη χώρα. Ας υπενθυμίσουμε, ότι το πολιτικό του ίνδαλμα Ανδρέας Παπανδρέου έχει διατελέσει καθηγητής σε αμερικανικό πανπιστήμιο και κατείχε πέραν τούτου μεγάλη εγκυκλοπαιδική μόρφωση !
β) Δεν έχει εργασθεί ποτέ στην ζωή του για να ξέρει τι εστί το κερδίζειν τον άρτον. Δηλαδή, αυτός δεν ξέρει τι εστί εργασία και ιδρώτας. Είναι τουναντίον σύμφωνα με την φυγόπονη αριστερή παράδοση ένας επαγγελματίας πολιτικός, κατ αρχάς ένας βερμπαλιστικός ψευτοεπαναστάτης. Τέτοιοι πολιτικοί είναι συνήθως για ένα έθνος λίαν επικίνδυνοι.
Ο κ. Τσίπρας είναι ίσως ο μεγαλύτερος πολιτικός χαμαιλέων, πρωτόγονος υπερλαϊκιστής καιροσκόπος και εξουσιομανής τυχωδιώκτης της σημερινής ελληνικής πολιτικής σκακιέρας χωρίς ιδεολογικές και αξιόλογες πολιτικές αρχές και αξίες. Αυτό τον κάνει πολύ επικίνδυνο. Κάπως έτσι άρχισαν και άλλοι τυχοδιώκτες στο ευρωπαϊκό παρερλθόν.
Iefimerida (20.10.17)
—————————————————-
Τσίπρας, Ετερον Εκάτερον (2012)
Το ΠΑΣΟΚ έχει καταρρεύσει, ο κ.Σαμαράς αντιμετωπίζει υπαρξιακά προβλήματα ( πρώτα η Υβρις(“Ζάπεια”) , και τώρα η τρομερή Νέμεσις, αυτό το έχουμε αναφέρει συχνά).
Αν δεν γίνει κανένα θαύμα για το Ancien regime, θα κερδίσει το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές . Και κατόπιν τι θα κάνει ο Τσίπρας ; Θα μπορέσει να επιλύσει τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της καταχρεωμένης και ξεχαρβαλωμένης χώρας με κρατικοποιήσεις, με διορισμό πάνω από 100 χιλιάδες δημοσίων υπαλλήλων και με άλλα εργαλεία από το „χρονοντούλαπο“ της ιστορίας , δηλαδή με στρατηγικές τελείως αποτυχημένες και καταστροφικές ; Πιστεύει ότι με τις αιτίες , οι οποίες έχουν οδηγήσει στην τωρινή καταστροφή, θα επιτύχει την ποθητή υπέρβαση των αντικειμενικών προβλημάτων ;
Η παγκόσμια ιστορία των κοινωνικών κινημάτων και των ουτοπιών έχει αποδείξει, ότι οικονομικά προβλήματα δεν επιλύνονται με υποσχέσεις , ρητορείες, με βολονταρισμό ή και με βία, αλλά με τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία στην ουσία τους έχουν οικονομικό και όχι πρωτίστως πολιτικό χαρακτήρα.
Ο Τσίπρας θυμίζει πολύ μεσσίες και μάγους ή και τις πρώτες λέξεις της Παλαιάς Διαθήκης : „ Και είπεν ο θεός, γενηθήτω Φως και έγεινε Φως ). Εδώ “Και είπεν ο Τσίπρας, ελθέτω το χρήμα και ήλθεν το χρήμα. Αλλά από που , από ποιόν και πως θα έλθει το απαραίτητο χρήμα ; Το ιστορικό μέλος της ελληνικής Αριστεράς , ο αξιότιμος κ.Μανώλης Γλέζος, το έχει αυτό εντόνως εντοπίσει : “Πού θα βρούμε τα χρήματα ;”Αυτό είναι ένδειξη λογικής σκέψης. Δηλαδή υπάρχουν όπως φαίνεται και αριστεροί που δεν είναι σουρεαλιστές.
Όι αντιλήψεις του αγνοούν την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Μόνον ονειροπόλοι σε τριτο- ή τεταρτοκοσμικές χώρες πραγματοποιούν κρατικοποιήσεις και διατηρούν ένα δυσανάλογα μεγάλο Δημόσιο. Ύστερα από λίγον καιρό επικρατούν συνήθως δυστυχία και πείνα .
Η „κομμουνιστική“ Κίνα έχει ιδιωτικοποιήσει εν μέρει την οικονομία της και ξαφνικά εκτινάχθηκε στο ύψος μίας υπερδύναμης. ο ίδιο έκανε και η Τουρκία, η οποία ύστερα από ευρείες αποκρατικοποιήσεις έχει αναπτυχθεί ραγδαία και εξάγει σχεδόν σε όλον τον κόσμο προϊόντα της. Ενα άλλο διεθνώς γνωστό παράδειγμα είναι η Βραζιλία, η οποία έχει τα πρωτεία σε όλην την Λατινική Αμερική.Συμπέρασμα : Μόνον η ατομική ιδιοκτησία και η επιχειρηματική πρωτοβουλία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για παραγωγικότητα, ανταγωνιστικότητα και σωτήριες εξαγωγές.
Όλα τα άλλα είναι καταστροφικές τριτοκοσμικές φαντασιώσεις. Σε σύγκριση με αυτά τα βασικά και υπαρξιακά προβλήματα είναι οι γνωστές δυσχέρειες σε σχέση με την εφαρμογή του Μνημονίου παιγνιδάκια. Δημοσιευθέν στον ηλεκτρονικό τύπο τον Δεκέμβρη 2012. ———————————————————————–
ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΩΡΑ» :Μίκης Θεοδωράκης: Ο Τσίπρας πούλησε την Ελλάδα για 100 χρόνια στους ξένους,
———————————————————————
Ο Μανώλης Γλέζος έχει απόλυτα δίκιο : “Ντρέπομαι για τον Τσίπρα που παρέδωσε ολοκληρωτικά τη χώρα στις ΗΠΑ” :
Σφοδρή επίθεση εναντίον του πρωθυπουργού, τον οποίο κατηγορεί ότι παρέδωσε την Εθνική κυριαρχία της χώρας, εξαπέλυσε ο Μανώλης Γλέζος, με αφορμή την επίσκεψη του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ και με μια σκληρή δήλωση.
«Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός αγωνίζεται για να μειωθεί η ανεργία στις ΗΠΑ, αγοράζοντας τα F-16.
Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός προσφέρει γη και ύδωρ στη μητρόπολη της παγκοσμιοποίησης , επεκτείνοντας την παραχώρηση της Σούδας.
Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός ξαναγυρίζει την Ελλάδα στην εποχή του Πιουριφόι, όταν οι ΗΠΑ διόριζαν τους πρωθυπουργούς.
Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός υμνεί τον πλανητάρχη για τα “δημοκρατικά του αισθήματα”.
Τότε η υποταγή της χώρας στις ΗΠΑ είναι όχι μόνο φανερή, αλλά και ολοκληρωτική.Λυπάμαι και οργίζομαι, που η Ελληνική κυβέρνηση αντί να αγωνίζεται για την Εθνική Ανεξαρτησία, διαπραγματεύεται, το σε ποιον συμφέρει περισσότερο να την παραδώσει.»
iefimerida (19.10.17)
—————————————————————-

Κρίση, Λαϊκισμός, Μεσσίας, κίβδηλες υποσχέσεις
Ως γνώστης της Αριστεράς ( theoria cum praxi ) και σε διεθνή κλίμακα θα προσπαθήσω να εξεύρω τις αιτίες για την πασίγνωστη ροπή της σε ουτοπίες, ιδεολογικές ονειρώσεις , σε πολιτικούς μεσσιανισμούς και σε κίβδηλη προπαγάνδα.
Η γενική ιστορική αφετηρία είναι η κοινωνική ουτοπία ( απόλυτη ισότητα, απόλυτη δικαιοσύνη, απόλυτη ελευθερία ), την οποία μπορεί κανείς ανέξοδα να προπαγανδίζει. Αλλά οι προσπάθειες πραγματοποίησής της πάντα απέτυχαν οικτρά π.χ. οι ουτοπίες ( προ 3500 ετών στην Αίγυπτο, τον 5ο αι. μ.Χ. οι Μαζδακίστες στο Ιράν και το τελείως αποτυχημένο „Κομμουνιστικό“ πείραμα). Αλλά οι ουτοπίες παραμένουν και νέοι Μεσσίες εμφανίζονται. Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Karl Marx έχει αναλύσει συστηματικά το καπιταλιστικό σύστημα του 19ου αι. Οι γνώσεις του έχουν θεωρηθεί από τους οπαδούς του οργανωμένους σε πολιτικά κόμματα αιώνιες αλήθειες(„aeternae veritates“) .
Όποιος τις κατέχει ή άκουσε κάτι περί αυτών έχει την πεποίθηση, ότι είναι „κοινωνικά μορφωμένος“ και ανώτερος από όλους τους συνανθρώπους του. Αυτό ισχύει για όλα τα αριστερά κινήματα. Έτσι έχει γεννηθεί ο αριστερός υπερεξυπνακισμός, ο οποίος διατηρείται και τώρα, αν και η ουτοπία κατέρρευσε παταγωδώς. Συνέχεια

Η Ριζοσπαστική  Αριστερά δεν είναι σε θέση να αντικατοπτρίσει την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά μόνον τις πεπαλαιωμένες ιδεοληψίες της ( π.χ. οικονομικός κρατισμός, δαιμονοποίηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και επιχειρηματικότητας κτλ. ). Η Αριστερά λαϊκεύει και ψεύδεται εκουσίως, αν και είναι τελείως ανίκανη να αναλάβει και να διατηρήσει την εξουσία προς όφελος του λαού. Σήμερα βιώνουν οι Έλληνες ένα από ιστορική άποψη πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο , το οποίο έχει αρχαία πρότυπα, δηλαδή παρόμοιες περιπτώσεις επαναλαμβάνονται σε άλλη ιστορική συγκυρία.

Η όξυνση των συνθηκών ζωής ιδιαιτέρως των λαϊκών μαζών έχει συνήθως ως λογικό αποτέλεσμα την απελπισία, την οργή , πολλές φορές και το μίσος εναντίων των υπαιτίων  της οικονομικοκοινωνικής καταστροφής. Η πλειοψηφία του λαού βλέπει, ότι η πολιτική τάξη δεν μπορεί να συμβάλλει στην επίλυση των υπαρχόντων προβλημάτων . Ακριβώς σε τέτοιες περιπτώσεις γεννιέται η ελπίδα για ηγέτες Μεσσίες, που ταχέως , δηλαδή επαναστατικά, θα λύσουν στο συμφέρον του λαού όλα τα προβλήματα. Υπάρχουν στην ιστορία πολλά παραδείγματα, όπως ο πρώην κομμουνιστής και πρώην σοσιαλιστής Μουσολίνι. Ο πόθος για λύτρωση οδηγεί όμως σε μίαν επικίνδυνη έλλειψη της κριτικής σκέψης που αγγίζει τα όρια της μαζικής παράνοιας, γιατί οι λαϊκές μάζες είναι διατεθειμένες να πιστέψουν στις υποσχέσεις κάθε μεγάλου δημαγωγού και λαϊκιστή και να τον ακολουθήσουν. Θέλουν ταχέως να δουν αποτελέσματα χωρίς όμως να σκεφθούν ορθολογιστικά τις συνέπειες της τοποθέτησής τους . Μάλλον οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ αντιλαμβάνονται , οτι πρόκειται για κίβδηλες υποσχέσεις, στην ουσία για ψεύδη και απάτες, αλλά έχουν σαγηνευθεί από αυτό το ναρκωτικό του αυτοβαυκαλισμού που αγγίζει ήδη τα όρια του (πολιτικού) αυνανισμού.Λογική και κριτική σκέψη γιοκ.
Ο εξουσιομανής πολιτικός κ. Τσίπρας εκμεταλλεύεται την τωρινή κρίση, ψεύδεται ασυστόλως ,υπόσχεται “λαγούς με πετραχήλια“, διεκήρυττε ότι θα κάνει το αντίθετο από τις απαιτήσεις της Τρόϊκας, απειλούσε συχνά ξένους επενδυτές ( σχεδόν εγκληματικό ), τώρα άλλαξε την τακτική (θυμίζει Λένιν : στρατηγική και τακτική) και ως ένας Deus ex machina ( εξ μηχανής θεός ) θα λύσει όλα τα οικονομικοκοινωνικά προβλήματα εν μία νυκτί και εν ριπή οφθαλμού. Αλλά τοιουτοτρόπως κατάφερε να πολλαπλασιάσει τον αριθμό των οπαδών του, δεν σκέπτεται όμως ,τι θα συμβεί , όταν ίσως σε λίγο αναλάβει τα ηνία της εξουσίας και φυσικά θα αποτύχει και αυτός γιατί μέσω  βολονταρισμού δεν λύνονται προβλήματα οικονομικού και γενικά αντικειμενικού χαρακτήρα. Αναρτηθεν προ της πρώτης  εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ( Ιδέ μέσω του Ιστοτόπου μου στο Μπλογγ περισσότερα άρθρα και μελέτες περί της τριτοκοσμικής ελληνικής Ακρας Αριστεράς σαν παράδειγμα : Τσίπρας, έτερον εκάτερον, -Τσίπρας, El griego Chaves ? , -Tσίπρας και H. Schmidt, ένα οξύμωρον, -Λαφαζάνειον άσμα ή ο σουρεαλισμός της Ακρας Αριστεράς,-ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικοί της Ακρας Αριστεράς en general,-Ανορθολογισμός και εξυπνακισμός της Αριστεράς, -Αντιμνημονιακοί, Αντιπαράθεση με Γλέζο και Τσίπρα, – Τριτοκοσμικός παραλογισμός, -Αριστερή ροπή σε αποσχισμό, -Ανορθολογισμός, συνωμοσιολογία, μεσσιανισμός, -Κρατισμός και ιδιωτική πρωτοβουλία,- Ανορθολογικός κρατισμός, – ΣΥΡΙΖΑ λατινοαμερικανοποίηση,- Πατριωτισμός και διεθνισμός. Αναρτηθεν προ της πρώτης  εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ., Γενάρης 2015. Τελευταία φορά στο Βήμα (28.8.18).
—————————————————————————
Ο Μέγας ΑΡΧΗΓΟΣ | (Α. Τσίπρας), Ολίγον τι σατιρικόν

1. Το άρθρο (του Γ. Μαλούχου, υμνητού του Τσίπρα) ανήκει στην κατηγορία της πολιτικών λυρικών ποιημάτων, πολύ διαδεδομένων ιδιαιτέρως στην εποχή του Στάλιν, στην «κομμουνιστική» Ρουμανία, στην «κομμουνιστική» Αλβανία, στην Κούβα, στην Βόρεια Κορέα και στην Ρωσία (Πούτιν).
2. Ακολουθεί κατόπιν η προσωπολατρεία μέσω ποιημάτων ίσως και ασμάτων περί του Μέγα Αρχηγού.
3. Εξιδανίκευση και πρόσδωση μαγικών ικανοτήτων (Μεσσίας, θαυματουργός) στον Μέγα Αρχηγό.
4. Ηρωϊκοποίηση και σταδιακή θεοποίηση του Μέγα Αρχηγού.
5. Ο Μέγας αρχηγός ως παντογνώστης και πανίσχυρος αλλάζει το σύνταγμα και εξελίσσεται βαθμιαία σε δικτάτορα.
6. Ο Μέγας Αρχηγός εκδίδει την πρώτη συλλογή αυτονοήτως υπέροχων λυρικών ποιημάτων.
7. Ο Μέγας Αρχηγός εκδίδει το πρώτο συγκλονιστό φιλοσοφικό του έργο . Η Ακαδημία Επιστημών της Βόρειας Κορέας τον αναγορεύει σε επίτιμο διδάκτορα των φιλοσοφικών επιστημών (Dr.phil. honoris causa). Η Ακαδημία των πολιτικών επιστημών της Βενεζουέλας τον αναγορεύει σε επίτιμο διδάκτορα των πολιτικών επιστημονικών ( Dr.rer.pol. hon. Causa). κλπ., κλπ.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τέτοιων εξελίξεων. Κάπως έτσι κατόρθωσαν δημαγωγοί και λαϊκιστές να εξελιχθούν σε δικτάτορες.
Ελαφρά επεξεργασμένο σχόλιο, δημοσιευθέν στην ηλεκτρονική εφημερίδα Τo Bήμα (13.2.15).

————————————————————————————————

Ο ημιαμόρφωτος Τσίπρας είναι γεννημένος ηθοποιός (ψευτοεπαναστάτης, ψευτομαρξιστής, ψευτολενινιστής).

Θυμάμαι καλά, όταν ήταν στην αντιπολίτευση και αξαπόλυε μύδρους κατά της κυβέρνησης με προσποιημένο “ιερό θυμό” (μέγας ηθοποιός του κερατά), έτσι ώστε πολλοί νόμισαν , ότι ο “Μεσσίας” θα αλλάξει τα πάντα και θα εγκαθιδρύσει την απόλυτη κοινωνική δικαιοσύνη.
Τελικά έκανε πολλές οβιδιακές μεταμορφώσεις, άλλαξε τελείως και πρόδωσε όλα τα ιδανικά της ελληνικής Αριστεράς (Μανώλης Γλέζος, Μίκης Θοδωράκης, Αλαβάνος).

—————————————————————————————————————————————————-

Αλαβάνος περί Τσίπρα

«Νομίζω πως τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα τον εξέλεξε ο ελληνικός λαός, δεν είχα εγώ τη δύναμη,. Εκανα μία προσπάθεια να φύγει από το παλιό η Αριστερά πιστεύοντας πως ένας νέος άνθρωπος θα συμβάλει. Επεσα εντελώς έξω. Το έχω πει και πολλές φορές και ο Ιησούς έπεσε έξω με τον Ιούδα». «Θέλω να πω ότι είναι η πλήρης αποτυχία. Αυτή η προδοσία της Αριστεράς και αυτή η απαξίωση της Αριστεράς μέσα στην κοινωνία την οποία έχει κάνει ο κύριος Τσίπρας δεν την έχει κάνει ο χειρότερός μας αντίπαλος μέχρι τώρα και με τόσο μεγάλη επιτυχία. 
Ο δεξιός είναι επικριτικός απέναντι στη θέση της Αριστεράς, αλλά θα έλεγα ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις της Αριστεράς υπήρχε μία εκτίμηση από τους συντηρητικούς. 
Πιστεύω πως προσωπικά ο κ.Τσίπρας είναι υπεύθυνος για την ηθική απαξίωση της Αριστεράς, αλλά και όλη η παρέα Δραγασάκηδες, Φλαμπουράρηδες και λοιπά, οι οποίοι έχουν κάνει ένα θίασο, τον οποίο τον σκηνοθετεί σήμερα ο εξωτερικός παράγοντας».

Είμαι ενάντια και στον Τσίπρα και τον Μητσοτάκη. Ο Τσίπρας είναι πιο δεξιός από το Μητσοτάκη. Υπάρχει άλλη ελληνική κυβέρνηση, ακόμα και πραξικοπηματική, η οποία να παρέδωσε το σύνολο σχεδόν της δημόσιας περιουσίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς διαχείριση σε έναν οργανισμό που ελέγχεται από ξένους; Μόνο η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου. Ο Τσίπρας αυτοτοποθετήθηκε σε κάποια ζητήματα πιο δεξιά και από τη ΝΔ», πηγή : iefimerida (13.12.18)

Αθηνά Θεά, Ετυμολογία, Γέννηση από την Κεφαλή του Δία (Ερμηνεία)

Αθηνά Θεά, Ετυμολογία, Γέννηση από την Κεφαλή του Δία (Ερμηνεία)

1.Βασίλισσα του Ουρανού. Από την Θεά των Σουμερίων ΑΝΑΘΑ (αννα = βασίλισσα, θα = ουρανός.
2. Αυτή που ανήκει στον πατέρα της. Από το Ασενέθ, όνομα που μαρτυρείται στις πινακίδες της Γραμμικής Β (μυκηναϊκή).
Το όνομα Ασενέθ δεν θεωρείται ούτε ελληνικό ούτε ιαπετικό. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο το όνομα προέρχεται από την αρχαία αιγυπτιακή γλώσσα. Μερικοί πρεσβεύουν την άποψη , οτι το όνομα Αθηνά είναι σανσκριτικό αχάνα ( καίουσα , λάμπουσα ). Νομίζω, ότι αυτή η ετυμολόγηση είναι τελείως εσφαλμένη.

Ο Πλάτων έχει μίαν άλλη ετυμολόγηση (Κρατύλος, 407, b), “= …λέγει ότι ” εστίν αύτη , ” ά θεονόα” , το άλφα ξενικώς αντι τιου ήτα χρησάμενος και το ιώτα και το σίγμα αφελών” ( “”…. λέει ότι αυτή είναι “α θενόα”, χρησιμοποιώντας το άλφα αντί του ήτα,όπως κάνουν οι ξένοι, και αφαιρώντας το ιώτα και το σίγμα” και την ονομάζει Θεονόην ή Ηθονόην .
Αυτή η ερμηνεία δεν είναι κατά τη γνώμη των ειδικών πειστική. Εν τούτοις ο Γ. Γεωργαλάς στο βιβλίο του “Πρωτοέλληνες” ( Θεσσαλονίκη, σελ. 53) αποδέχεται την πλατωνική ερμηνεία ως ορθή.
Ο Α. Γωργοπαπαδάκος (Λεξικόν ανωμάλων ρημάτων, έκδ. 18η, σελ. 272 ) έχοντας ως αφετηρία την λέξη άνθος γράφει : “ρίζα αθ-, εξ ης και αθήρ (=αθέρας), ίσως και Αθήνη, Αθήναι”. Αγόρασα αυτό το Λεξικό το 1958 ( έκδ. 4η ) και είμαι σε γενικές γραμμές ευχαριστημένος. Ο συγγραφέας ήταν καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης.

Βλέπε Πέτρου Α. Αλεξιάδη, Ετυμολογικο Λεξικό κυρίων Ονομάτων, ISBN 960-91318-0.8, έκδ. 1η έκδ., Θεσσαλονίκη, σελ. 66.
Εχω την εντύπωση, ότι ο συγγραφέας έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά με την ετυμολογία ονομάτων. Εχει την κακή συνήθεια να υποβιβάζει συλλήβδιν όλους τους πανεπιστημιακούς, ιδιαιτέρως τους Ευρωπαίους (sic). Οπωσδήποτε θα υπάρχουν στην Ελλάδα καλύτερα βιβλία.

Ο Μπαμπινιώτης (Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, Αθήνα, σελ. 71/72 ) γράφει απλούστατα : (αρχ.Αθηνά Αθάνα Αθήνη ( ήδη μυκ. a-ta-na-po-ti-ni-ja : Αθάνα πότνια “σεβαστ’η Αθηνά”"), αγν. ετύμου, προελλην. θεωνύμιο. Βλέπε κ. Ατθίς, Αττική.
Και σε αυτήν την περίπτωση μετάνοιωσα που αγόρασα αυτο το βιβλίο ( 60 Ευρώ).

Γέννηση της Αθηνάς από την κεφαλή του Δία (Μυθολογία)

Για να εννοήσουμε , τί εστιάζεται πίσω από το μύθο, ας εφαρμόσουμε την ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ Μέθοδο. και δη πέραν της ελληνοκεντρικής προσέγγισης στο μύθο.

Οι μύθοι των Σουμερίων είναι οι αρχαιότατοι στη ιστορία της ανθρωπότητας. Σε έναν από αυτούς περιγράφεται λεπτομερειακά ο σκληρότατος πόλεμος μεταξύ των “παλαιών” θεών ( όλοι θηλυκοί ) και των “νέων” θεών (όλοι αρσενικοί). .
Μια νικούσαν οι “παλαιοί” και μια οι “νέοι” θεοί. Τελικά νίκησαν οι “νέοι” θεοί. Δηλαδή ΤΙΑΤΑΝΟΜΑΧΙΑ α λα σουμερικά.
Ερμηνεία : Μυθολογικα-ποιητικά λαμβάνει χώραν ο κοσμϊστορικός αγώνας μεταξύ του Πατριαρχαλισμού και του Μητριαρχαλισμού. Στη Μέση Ανατολή ο Πατριαρχαλισμός κατόρθωσε να επικρατήσει εδώ και έξι χιλιάδες έτη. Οι νικητές έχουν όχι μόνον γράψει την ιστορία, αλλά και τους μύθους.

Κάτι το παρόμοιο έxει συμβεί αργότερα ακριβώς προ 4200 ετών και στον ελληνικό χώρο : Συμβολικά για τους αγώνες μεταξύ των Ινδευρωπαίων (Ιαπετικοί) και των Πελασγών (αυτόχθονοι) έχει συντελεσθεί σύμφωνα με τον Εύδηλο τον Κορίνθιο ή τον ποιητή Μουσαίο η τιτανομαχία μεταξύ των θεών των Πελασγών (υπερτερούσαν οι θηλυκές θεότητες) και των ως επί το πλείστον αρσενικών θεών των Ινδοευρωπαίων. Και στον ελληνικό χώρο έχει επικρατήσει ο Πατριαρχαλισμός. Στην εποχή του έχει γραφεί η Τιτανομαχία.
Συμπέρασμα : Αυτονοήτως ή Αθηνά έχει ξεπηδήσει από την κεφαλή του Δία και όχι αντίστροφα. Ας υπενθυμίσουμε και τον διακοσμητικό ρόλο της Ηρας.
Καθημερινή (8.2.18)

Ελληνική Γώσσα, Δημοτική και Καθαρεύουσα

Ελληνική Γλώσσα, Δημοτική και Καθαρεύουσα

Το γλωσσικό πρόβλημα με έχει στο παρελθόν απασχολήσει, γιατί δεν είχα κατανόηση για το παράξενο φαινόμενο της ελληνικής διγλωσσίας : Η Καθαρεύουσα για τους δήθεν μορφωμένους και η Δημοτική για τον απλό λαό, αν και σε αυτήν έχει γραφεί η νεοελληνική λογοτεχνία. Από ό,τι έχω έως τώρα διαβάσει, μια τέτοια διγλωσσία δεν σημειώνεται σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, οι οποίες έχουν εξελιχθεί φυσιολογικά και χωρίς τεχνάσματα.

Από αυτά που έχω τα παρελθόντα έτη όχι τόσο συστηματικάσυλλέξει και διαβάσει γύρω από την ελληνική γλώσσα , καταλήγω στο εξής αποτέλεσμα :

Η Καθαρεύουσα (έως το 1976)) αποτελεί μία τεχνιτή γλώσσα, η οποία εστιάζεται μεταξύ της Ελληνιστικής Κοινής ( από το 330 π.Χ. έως το 700 μ.Χ.,τελευταίο στάδιο της Αρχαίας Ελληνικής) , από την οποία έχει παραλάβει πολλά χαρακτηριστικά στοιχεία και της Δημοτικής.

Σε ό,τι αφορά τα στάδια της Ελληνικής γλώσσας , σημειώνεται και άλη γνώμη :
α)Ελληνιστική Κοινή (300 π.Χ. -565 μ. Χ.).
β) Μεσαιωνικά Ελληνικά (565-1453).
δ) Νεοελληνικά (από το 1453 έως σήμερα).

Η Δημοτική (από το 1700 ) είναι η σύγχρονη Νέα Ελληνική γλώσσα και μπορεί να χαρακτηρισθεί ως κόρη της Μεσαιωνικής Ελληνικής (από το 700 έως το 1700, μόνον οι πολύ μορφωμένοι , ιεράρχες και θεολόγοι μιλούσαν την Ελληνιστική Κοινή και μερικοί ακόμη και την Κλασική) , η οποία έπεται της Ελληνιστικής Κοινής.
Η Δημοτική έχει εμπλουτισθεί σημαντικά με λέξεις μεν από την καθαρεύουσα, αλλά με άλλες καταλήξεις.
Εν τω μεταξύ η Δημοτική έχει τόσο εξελιχθεί που ο μέσος Ελληνας δεν την κατέχει, πολλοί δεν την καταλαβαίνουν. Μερικοί ποιητές έφθασαν στο σημείο να αξιοποιούν ομηρικές λεξεις κα επί τη βάσει των να γράφουν ποιήματα, τα οποία είναι για έναν που δεν κατέχει την Ομηρική ακατανόητα. Εχω μια τέτοια εμπειρία με έναν γνωστό ποιητή.

Συμπέρασμα : Η Δημοτική δεν είναι κόρη, αλλά το πολύ εγγονή της Ελληνιστικής Κοινής.

Λοιπόν πιο συγκεκριμένα.
1. Είναι γνωστό, ότι οι μορφωμένοι Ελληνες έγραφαν στη μεσαιωνική Γλώσσα, ενώ ταυτόχρονα ο λαός μιλούσε την Δημοτική που περιείχε πολλες ξένες λέξεις.
Ο Κοραής σκέφθηκε να τονώσει την ελληνική εθνική συνείδηση και ταυτόχρονα να ενδυναμώσει τον δεσμό με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, γι αυτό έχει επί τη βάσει πρωτίστως της Ελληνιστικής Κοινής να εμπεδώσει την Καθαρεύουσα . Στην ελληνική Φιλολογία έχει αυτή ονομασθεί ως τεχνητή γλώσσα. Εχει αναβιβασθεί σε επίσημη γλώσσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και παραμελήθηκε η σχεδόν περιφρονημένη αλλά ζωντανή Δημοτική. Ετσι έχει δημιουργηθεί η διγλωσία ελληνικής sui generis. Τωρα επικρατεί στη γλώσσα μας ένα αφάνταστο χάος που είναι ΑΓΝΩΣΤΟ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μία γλώσσα, μία γραμματική.

2. Στην Ευρώπη έχει επικρατήσει ως επίσημη γλώσσα (διοίκηση, διπλωματία, επιστήμη) η Λατινική γλώσσα (όχι τεχνητή) έως τον 18ο αι. αυτονοήτως έχει κάπως απλοποιηθεί, και οι γλωσσολόγοι την ονόμασαν σε σύγκριση με την υπερεξελιγμένη Κλασική Λατινική Vulgata , στα Γερμανικά Vulgärlatein (υποδεέστερα Λατινικά). Ο λαός μιλούσε την εκάστοτε εθνική γλώσσα.
Στις χώρες με νεολατινική γλώσσα ομιλείται μόνον η επίσημη γλώσσα και όχι ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ και τα κλασικά ή τα μεσαιωνικά Λατινικά.

3. Από τον 15ο αι. μ.Χ. γίνεται λόγος για μία Σύγχρονη κινεζική γλώσσα. Δίπλα σ αυτήν δεν υπάρχει άλλη μορφή της κινεζικής γλώσσας.
Πηγή : Bernhard Karlgren, Schrift und Sprache der Chinesen, ISBN 3-540-42138-6, Berlin 2001.

4.Στην Ινδία μιλούνται 15 γλώσσες, αλλά στην διοίκηση έχει επικρατήσει η Αγγλική. Απο τις 1,3 κατοίκους μιλούν Σανσκριτική περίπου 200 χιλιάδες άτομα, μεταξύ αυτών πολλοί ινδουιστές ιερείς (Βραχμάνοι).
Πηγές
-K. Μylius, Sanskrit − Deutsch, Deutsch − Sanskrit, SBN ,Wiesbaden 2005. Αυτός ήταν πανεπιστημιακός στο πανεπιστήμιό μας στη Λειψία (Εδρα: Ινδολογία , Σανσκριτική Γλώσσα). Με βοήθησε πολύ να ασχοληθώ με την φιλοσοφία και την λογοτεχνία της αρχαίας Ινδίας, λίγο και με την Σανσκριτική.
-Κ. Μylius, Geschichte der Literatur im alten Indien, Leipzig 1983.
-Carl Capeller, Sanskrit-Wörterbuch, Straßburg 1887, Berlin 1966.

Πηγές για Δημοτική και Καθαρεύουσα

-Γ. Κορδάτος, Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος, Αθήνα 1973.
-Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής), Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικων Σπουδών, ΙδρυμαΤριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1991.
-J.Chadwick, Η γέννεσις της ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 1961/1962.
- R. Rowning, Robert, Medieval and Modern Greek, Cambridge 1983.
-L.R.Palmer, The Greek language, London 1996.
- H. Tonnet, Histoire du grec moderne, Paris, 1993-2003.
-F. R. Adrados, Geschichte der griechischen
Sprache. Von den Anfängen bis heute, Tübingen/Basel 2002.
- C. García Gual, J. M. Lucas de Dios, O. , Historia de la lengua griega , familia lingüística indoeuropea, Santillana 2004.
Καθημερινή ( 5.2.18)

_________________________________________________________________________________

Γιώργος Μπαμπινιώτης: «Η επένδυση στη γλώσσα είναι επένδυση στην ποιότητα της σκέψης» | tovima.gr, 13.02.2023
Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών μιλάει για την τριαδικότητα γλώσσας, σκέψης και κόσμου, τη θέση των νεολογισμών και το «δημοκρατικό» ελληνικό αλφάβητο με αφορμή την προσφορά από «Το Βήμα» του βιβλίου του «Η γλώσσα μας. 180 κείμενα για τη γλώσσα»
Γεραντώνη Μαριλένα
Το να κατέχεις τη γλώσσα σου δεν είναι ούτε απλό ούτε αυτονόητο. Είναι ένα σύνθετο, επίπονο και μακροχρόνιο εγχείρημα που απαιτεί σύστημα, μέθοδο και μεράκι, «είναι ένα έργο ζωής». Σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στο «Βήμα», ο διακεκριμένος έλληνας φιλόλογος, γλωσσολόγος, λεξικογράφος και πανεπιστημιακός Γεώργιος Μπαμπινιώτης, με αφορμή την προσφορά του βιβλίου του Η γλώσσα μας. 180 κείμενα για τη γλώσσα από την εφημερίδα την Κυριακή, 19 Φεβρουαρίου, αναλύει την τριαδικότητα γλώσσας, σκέψης και κόσμου. Εξηγεί γιατί ως Ελληνες ευτυχήσαμε να έχουμε μια τόσο μαγική και ξεχωριστή γλώσσα  ενώ αποδαιμονοποιεί τους νεολογισμούς που έχουν εισβάλει στα ελληνικά τα τελευταία χρόνια, απόρροια της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας.
Κύριε καθηγητά, κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο «Η γλώσσα μας. 180 κείμενα για τη γλώσσα». Πρόκειται για κείμενα «που μέχρι πρόσφατα δεν είχαν βρει μόνιμη στέγη», όπως γράφετε στον πρόλογο. Ποια ήταν η ανάγκη να εκδοθούν όλα μαζί;
«Αυτό το βιβλίο το αγαπάω ιδιαίτερα. Γιατί είναι 40 χρόνια δουλειάς μου, επαφής μου, έρευνας, μελέτης, διδασκαλίας με τη γλώσσα και έχω επιλέξει 180 κείμενα να μείνουν ως παρακαταθήκη για τις απόψεις μου, και αυτό θέλω να περάσω στον κόσμο μέσα από αυτό το βιβλίο. Δηλαδή, θέλω να μεταδώσω – το λέω καθαρά – το πάθος μου για τη γλώσσα, θέλω να ευαισθητοποιήσω τον κόσμο ώστε να προβληματιστεί για τα θέματα της γλώσσας και να τον πείσω ότι η γλώσσα πάνω από όλα είναι αξία. Είναι ο πολιτισμός μου, είναι η ιστορία μου, είναι η σκέψη μου, είναι η ταυτότητά μου. Δεν είναι, επομένως, ένα απλό εργαλείο. Είναι αυτό που μας χαρακτηρίζει και μας σφραγίζει ως χώρα, ως λαό, ως πολιτισμό».
Είναι σημαντική η προσφορά του «Βήματος» γιατί το βιβλίο αυτό θα φτάσει σε κάθε ελληνικό σπίτι, κάτι που φαντάζομαι αποτελεί και διαχρονικό σας στόχο. Να φέρετε, δηλαδή, τη γλώσσα κοντά στους πολλούς.
«Αυτό το έχω επιδιώξει μονίμως στη ζωή μου. Εβγαλα τη γλωσσολογία από το εργαστήριο και το γραφείο. Πέρασα στον κόσμο μέσα από την τηλεόραση, από το ραδιόφωνο, από τον Τύπο, με τα βιβλία μου, με τα δέκα λεξικά μου. Θέλησα δηλαδή να πλησιάσω τον κόσμο για κάτι που αποτελεί ένα μόνιμο χαρακτηριστικό για όλους τους ανθρώπους. Τη γλώσσα, την ομιλία και η γραφή. Γιατί; Γιατί η γλώσσα – δεν θα κουραστώ να το λέω – είναι η σκέψη μου και κατ’ επέκτασιν ο κόσμος μου. Το είπε ο Βίτγκενσταϊν. Η γλώσσα μου είναι ο κόσμος μου. Πάντοτε μιλάω για αυτή την τριαδικότητα, για αυτό το τρίπτυχο. Η γλώσσα υπάρχει για να δηλώνουμε τη σκέψη. Από το ζεύγος «γλώσσα-σκέψη» περνάμε στον κόσμο που μας περιβάλλει και τον καταλαβαίνουμε καλύτερα μέσα από τις έννοιες της νόησης και τις λέξεις της γλώσσας».
«Οταν έχεις έναν Πλάτωνα, έναν Αριστοτέλη, έναν Ομηρο, έναν Αισχύλο, έναν Θουκυδίδη, έναν Πλούταρχο, όταν έχεις όλους αυτούς, δεν έχεις απλώς μια προαγωγή του πολιτισμού και της καλλιέργειας του νου των ανθρώπων. Εχεις μαζί και μια καλλιέργεια της γλώσσας γιατί όλα αυτά πρέπει να εκφραστούν γλωσσικά»
Το να χειρίζεται ωστόσο κάποιος με ευχέρεια και επάρκεια τη μητρική του γλώσσα δεν είναι αυτονόητο, ούτε έχει να κάνει μόνο με το ταλέντο. Προϋποθέτει πολλή δουλειά.
«Πάρα πολλή δουλειά. Τίποτα δεν είναι εύκολο στη γλώσσα, χωρίς από την άλλη μεριά να είναι ακατόρθωτο. Δηλαδή σε όλη μας τη ζωή, από τότε που θα γεννηθούμε μέχρι την ώρα που φεύγουμε από αυτόν τον κόσμο, αυτό που κάνουμε σε σχέση με τη γλώσσα είναι μια προσπάθεια να εκφραστούμε όσο γίνεται πιο εύκολα, πιο καλά, πιο σωστά με μεγαλύτερη ακρίβεια, γιατί η γλώσσα, θα το πω αυτό καθαρά, είναι έργο ζωής. Δεν είναι υπόθεση κάποιων ετών στο σχολείο, ή κάποιων άλλων σε πανεπιστήμιο ή κάποιων άλλων στη ζωή. Είναι από τη γέννησή μας μέχρι την έξοδο από αυτόν τον κόσμο. Κατ’ εξοχήν έργο ζωής».
Στο βιβλίο εκφράζετε μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η γλώσσα μας – παρά τις όποιες «κακοποιήσεις» υφίσταται – βρίσκεται στον σωστό δρόμο και βελτιώνεται διαρκώς. Θέλετε να μας το αναλύσετε;
«Θέλω να δηλώσω ότι τα πράγματα με το επίπεδο της γλώσσας δεν είναι τέτοια που να μας προκαλούν μια απογοήτευση. Ναι, υπάρχουν προβλήματα. Ναι, υπάρχει ένα πρόβλημα ποιότητας στη γλώσσα. Αλλά, ούτε αγλωσσία υπάρχει ούτε οι άνθρωποι περιορίζονται στη χρήση 100 λέξεων. Ολα αυτά είναι στη φαντασία μας. Στην πράξη δεν υπάρχει ομιλητής που δεν χρησιμοποιεί κάποιες χιλιάδες λέξεις – οποιοσδήποτε ομιλητής. Επομένως, αυτό που λέω πάντοτε είναι ότι πρέπει να υπάρχει ευαισθητοποίηση των ομιλητών στη γλώσσα, για καλύτερα ελληνικά. Αλλά η γλώσσα μας και πλούσια είναι και έχει και μια πορεία που μας εξασφαλίζει τη δυνατότητα να εκφραζόμαστε για όλα τα θέματα με σχετική ευκολία και δεν είναι σε ένα επίπεδο που πρέπει να θρηνούμε».
Συνεπώς, τι χρειάζεται από μέρους μας;
«Χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή. Μια προσοχή που πρέπει να ξεκινάει από τη σχολική εκπαίδευση. Εκεί ξεκινάμε και αποκτούμε συνείδηση της λειτουργίας της γλώσσας, αλλά και μια σχέση μας με τη γλώσσα που να μην παύει ποτέ. Το διάβασμα βιβλίων, η προσεκτική ακρόαση ομιλιών, η σχέση μας με το Διαδίκτυο – την έχουμε δαιμονοποιήσει ότι είναι ο όλεθρος της γλώσσας. Δεν είναι έτσι. Είναι όλεθρος, αν εγκαταλείψουμε όλα τα άλλα. Μέσα στο Διαδίκτυο μπορώ να βρω άριστα κείμενα, μπορώ να βρω δηλαδή υλικό που να εμπλουτίσει τη γνώση μου της γλώσσας. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι η σχέση μας με το Διαδίκτυο να είναι δημιουργική εκ μέρους μας και να μη γίνουμε δούλοι οποιουδήποτε υλικού που μας προσφέρεται».
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί ισχυρίζονται ότι τα ελληνικά κινδυνεύουν από τον καταιγισμό των νεολογισμών, επί το πλείστον τεχνολογικών, που έχουν εισβάλει στη γλώσσα. Πιστεύετε ότι οι νέοι σήμερα χρησιμοποιούν σωστά την ελληνική γλώσσα; Κινδυνεύει η ελληνική γλώσσα από τους νεολογισμούς;
«Οι νεολογισμοί σε κάθε γλώσσα είναι απαραίτητοι γιατί είναι ο εκσυγχρονισμός της γλώσσας. Οταν δημιουργούνται νέα τεχνολογικά ευρήματα, εφευρέσεις, μέσα, όταν υπάρχουν νέες ιδέες, όταν ο πολιτισμός προάγεται, χρειαζόμαστε λέξεις να τον εκφράσουμε. Αρα, δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς τους νεολογισμούς. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι να μην υιοθετούμε άκριτα, εύκολα, οτιδήποτε ακούμε ως ξενισμό και να τον μεταφέρουμε στην ελληνική γλώσσα. Ούτε το να αποφύγουμε τελείως τις ξένες λέξεις είναι σωστό. Ούτε όμως και να αποδεχόμαστε στίφη ξένων λέξεων και να πρέπει να ξέρω αγγλικά ή γαλλικά ή κάποια άλλη γλώσσα για να μιλήσω καλά ελληνικά. Ο Ελληνας στον Ελληνα πρέπει να μιλάει ελληνικά και θα ήθελα να πω μέσα από την καρδιά μου και τη γνώση που έχω της γλώσσας ότι για τα ελληνικά αυτό είναι και εύκολο και δυνατό.  Γιατί αξιώθηκε η ελληνική γλώσσα να έχει μια μοναδική καλλιέργεια. Οταν έχεις έναν Πλάτωνα, έναν Αριστοτέλη, έναν Ομηρο, έναν Αισχύλο, έναν Θουκυδίδη, έναν Πλούταρχο, όταν έχεις όλους αυτούς, δεν έχεις απλώς μια προαγωγή του πολιτισμού και της καλλιέργειας του νου των ανθρώπων. Εχεις μαζί και μια καλλιέργεια της γλώσσας γιατί όλα αυτά πρέπει να εκφραστούν γλωσσικά. Ετσι, ευτυχήσαμε να έχουμε μια πολύ καλλιεργημένη γλώσσα γιατί ευτυχήσαμε να έχουμε τα πιο δυνατά μυαλά που έχουν περάσει στον κόσμο. Αυτή την κληρονομιά, αυτό το κεφάλαιο είναι που πρέπει να αξιοποιούμε. Γι’ αυτό η σχέση μας με τη γλώσσα πρέπει να είναι και διαχρονική. Δηλαδή, ο αρχαίος λόγος είναι ένα σημείο αναφοράς. Γιατί; Γιατί η ελληνική γλώσσα έχει ένα χαρακτηριστικό. Τη συνέχεια. Συνέχεια 40 αιώνων. Ουδέποτε έπαψε να ομιλείται επί 40 αιώνες και να γράφεται επί 35 αιώνες, αν λάβουμε υπόψη τη Γραμμική Β΄, ή αν λάβουμε υπόψη τη χρήση του ελληνικού αλφαβήτου επί 28 αιώνες. Ολα αυτά δεν είναι συνηθισμένα. Δημιουργούν μιαν άλλη σχέση του Ελληνα με τη γλώσσα του. Με τον προφορικό και τον γραπτό λόγο. Αυτό θέλει πολλή δουλειά, θέλει ευαισθησία, θέλει οργάνωση και εκ μέρους της πολιτείας στην εκπαίδευση, από εμάς στα πανεπιστήμια, αλλά και ατομικά, ο καθένας μας, πρέπει να επενδύει στη γλώσσα. Γιατί κάθε επένδυση στη γλώσσα, το λέω, είναι επένδυση στην ποιότητα της σκέψης και στην ποιότητα να βλέπουμε τον κόσμο μας».
Ενας μεγάλος γάλλος γλωσσολόγος του περασμένου αιώνα, ο καθηγητής της Σορβόνης Ζοζέφ Βαντριές, είχε πει για τα ελληνικά ότι «ουδέποτε σφυρηλατήθηκε ωραιότερο εργαλείο για να εκφραστεί η ανθρώπινη σκέψη». Πόσο δυνατή είναι τελικά η ελληνική γλώσσα;
«Ο περίφημος Βαντριές, ένας από τους μεγαλύτερους γλωσσολόγους που έχουν περάσει, είπε αυτό που είναι μια αλήθεια και μια πραγματικότητα. Οτι, δηλαδή, η ελληνική γλώσσα γνώρισε μια καλλιέργεια και απέκτησε μια δύναμη δηλωτική, εκφραστική, που είναι σπάνια, ακριβώς γιατί αξιώθηκε να ομιληθεί και να γραφεί από αυτά τα μεγάλα πνεύματα. Αυτό που χαρακτηρίζει την ελληνική και που είναι η προίκα μας, αλλά και μια κατάκτηση μεγάλη, είναι το ελληνικό αλφάβητο. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι ένας πολιτισμός του γραπτού λόγου. Ο πολιτισμός μας είναι τα κείμενά μας. Ο κόσμος μας έμαθε μέσα από τα κείμενά μας, από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ομηρο. Αλλά τα κείμενά μας δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν, να αποτυπωθούν, να διασωθούν, να διαδοθούν, χωρίς ένα πολύ εύκολο, οικονομικό – δημοκρατικό, το λέω εγώ – αλφάβητο. Ευτυχήσαμε να έχουμε αυτό το αλφάβητο και μέσα από αυτό καταγράφηκε η ελληνική σκέψη, ο ελληνικός πολιτισμός. Και δεν έχουμε παρά αυτό τον πολιτισμό, αυτή τη διαχρονία της ελληνικής γλώσσας να την πλησιάζουμε με σεβασμό, με αγάπη, με ευαισθησία και με υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μας και σε αυτή τη χώρα της οποίας είμαστε πολίτες».
«Χρειάζεται πάντοτε να είσαι προσεκτικός ομιλητής»
επιστημονικών εννοιών με απόλυτα εύληπτο τρόπο. Πόσο δύσκολο είναι κανείς να μιλάει και να γράφει με απλότητα;
«Είναι κάπως δύσκολο. Δεν θα το πω εξαιρετικά δύσκολο. Λίγο δύσκολο. Χρειάζεται πάντοτε – αυτό που λέω – να είσαι προσεκτικός ομιλητής. Oχι σοφός. Oχι λογιότατος. Αλλά να είσαι ο ευαίσθητος ομιλητής που θα προσέξει πώς θα πει έναν όρο, μια λέξη για να έχει δηλωτικότητα, να έχει ευστοχία και κυρίως να αποκαλύπτει τη σκέψη του. Γιατί υπάρχει η γλώσσα; Η γλώσσα είναι η αποκάλυψη, η δήλωση της σκέψης μας και η επικοινωνία. Είναι συνάντηση ανθρώπου με άνθρωπο με σκοπό να αποκαλύψω αυτά που σκέπτομαι και να ερμηνεύσω σωστά αυτά που ακούω. Oλα αυτά λοιπόν για να γίνουν χρειάζονται έναν προσεκτικό, ευαίσθητο ομιλητή που θα διαβάσει και τα βιβλία του, θα προσέχει και πώς θα γράψει και γενικά θα έχει μια ευαισθησία στη γλώσσα».
«Ιδανικό για μαθητές και εκπαιδευτικούς»
Ποια είναι η διάρθρωση του βιβλίου «Η γλώσσα μας»;
«Ολο το υλικό σε αυτό το βιβλίο περνάει μέσα από 13 θεματικές ενότητες. Μιλάω για βασικές έννοιες λειτουργίας της γλώσσας, για σημαντικά γεγονότα της ιστορίας της γλώσσας, για τη γοητεία της ετυμολογίας, τη μαγεία της γραμματικής, για τη σχέση της ελληνικής με τη θρησκεία, τον πολιτισμό, τη διδασκαλία της γλώσσας, την πολιτική και πάνω από όλα για τη λογοτεχνία. Θεωρώ αυτό το βιβλίο ιδανικό για μαθητές, για εκπαιδευτικούς και για όποιον θέλει να μπει σε αυτόν τον μαγικό κόσμο της γλώσσας και της γλωσσολογίας χωρίς προαπαιτούμενες γνώσεις γιατί αυτό είναι θεμελιώδες».

____________________________________________________________________________
Η ελληνική και η σχέση της με τις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες
Ποια είναι η προέλευση της ελληνικής γλώσσας;- Πώς διαμορφώθηκε στο πέρασμα των αιώνων; Οι διάλεκτοί της και η σχέση της με τις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες
Μετά το άρθρο μας για το ελληνικό αλφάβητο την προηγούμενη εβδομάδα που γνώρισε μεγάλη επιτυχία και είχε πολλά, ενδιαφέροντα σχόλια σκεφθήκαμε να γράψουμε ένα σχετικό με το ελληνικό αλφάβητο άρθρο, συγκεκριμένα για την προέλευση της ελληνικής γλώσσας και τη σχέση της με τις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώ
Η προέλευση της ελληνικής γλώσσας
Η ελληνική γλώσσα ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια. Πότε όμως διαμορφώθηκε ως ξεχωριστή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της; Τα αρχαιότερα γραπτά τεκμήρια της ελληνικής γλώσσας είναι οι πινακίδες της Γραμμικής Β’ γραμμένες σε συλλαβική γραφή. Τα κείμενα αυτά πιστοποιούν ότι ήδη τον 13ο π. Χ. αιώνα η ελληνική υφίσταται ως ιδιαίτερη γλωσσική οντότητα. Συνεπώς η γέννησή της θα πρέπει να είναι ένα πολύ αρχαιότερο γεγονός. Η παραδοσιακή άποψη σχετίζει τη δημιουργία της ελληνικής με διαδοχικά μεταναστευτικά κύματα (ή εισβολείς), Αχαιοί, Ίωνες, Δωριείς που εισάγουν στον ελλαδικό χώρο τις βασικές διαλέκτους. Η Αρχαία Ελληνική είναι σύνολο διαλέκτων ενώ η έννοια της κοινής γλώσσας είναι μεταγενέστερη εξέλιξη. Η υπόθεση των διαδοχικών κυμάτων που χρησιμοποιεί τις παραδόσεις των αρχαίων αλλά και τις αρχαιολογικές μαρτυρίες, υποστηρίζει ότι τα κύματα αυτά μπορούν να συνδεθούν με αλλαγές στον υλικό πολιτισμό που έγιναν γύρω στο 2.200 π.Χ., 1.600 π.Χ. και 1.200 π.Χ. (καταστροφή του μυκηναϊκού πολιτισμού).
Η θεωρία των (διαδοχικών) κυμάτων τοποθετεί τη γένεση και διαμόρφωση της ελληνικής γλώσσας έξω από τον ελλαδικό χώρο. Ο αντίλογος στη θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι τα αρχαιολογικά δεδομένα δεν τεκμηριώνουν τις ριζικές τομές που απαιτεί η υπόθεση μαζικών μεταναστεύσεων. Αντίθετα η αρχαιολογική έρευνα στηρίζει την άποψη της πολιτισμικής συνέχειας με κάποιες αλλαγές στο τέλος της Νεολιθικής εποχής και της εποχής του Χαλκού που όμως δεν είναι τέτοιες ώστε να δικαιολογούν τη θεωρία των κυμάτων.
Η απώτατη αρχή της ελληνικής γλώσσας θα πρέπει να τοποθετηθεί στη Νεολιθική εποχή (περ. 6.500-3.000 π.Χ.) και να συσχετιστεί με την ανάπτυξη της γεωργικής οικονομίας στον ελλαδικό χώρο. Οι βαθμιαίες μετακινήσεις που συνδέονται με την εξάπλωση του γεωργικού τρόπου παραγωγής από την Ανατολή προς τη Δύση είναι εκείνες που εγκαθιστούν και στον ελλαδικό χώρο τον ινδοευρωπαϊκό πρόγονο της ελληνικής γλώσσας. Συνεπώς η ελληνική γλώσσα διαμορφώθηκε στον ελλαδικό χώρο και δεν συγκροτήθηκε λόγω προϊστορικών ή πρωτοϊστορικών μεταναστεύσεων τις οποίες βέβαια δεν μπορούμε να αποκλείσουμε αλλά ήταν μικρής κλίμακας.
Οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής γλώσσας
Ας δούμε τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής μέσα στο πλαίσιο της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας. Τα ηχηρά δασέα σύμφωνα *bh, *dh, *gh (ο αστερίσκος υποδηλώνει ότι πρόκειται για σύμφωνα που υποθέτουμε ότι διέθετε η κοινή ινδοευρωπαϊκή) στην ελληνική εμφανίζονται ως άηχα δασέα: ph(φ), th (θ), kh (x). Η σύγκριση με τα αρχαία ινδικά (που διατηρούν τα ηχηρά δασέα της κοινής ινδοευρωπαϊκής) δείχνει τη διαφοροποίηση: ινδικό bharami ,στα ελληνικά «φέρω». Το *j της κοινής ινδοευρωπαϊκής γίνεται h (δασύτητα) στην ελληνική, το ινδικό yah, ελληνικά os. Στο μορφολογικό επίπεδο εμφανίζονται σχηματισμοί που χαρακτηρίζουν την ελληνική: ο υπερθετικός –τατος, η μετοχή –μενος. Στο λεξιλόγιο λέξεις με ινδοευρωπαϊκή ετυμολογία εμφανίζονται με ιδιομορφίες που ταιριάζουν στην ελληνική: ίππος, άργυρος, άνθρωπος. Τέλος ιδιομορφία της ελληνικής είναι και η μεγάλη κατηγορία ουσιαστικών σε –εύς.
Η διαμόρφωση της ελληνικής γλώσσας
Κάθε γλώσσα διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τη «συνάντησή» της με άλλες γλώσσες. Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν ότι ο ελλαδικός χώρος φιλοξένησε παλαιότερους λαούς που μιλούσαν τις δικές τους γλώσσες: Πελασγοί, Κάρες και Λέλεγες, Τυρσηνοί, Φοίνικες, Δρύοπες, Καύκωνες, Αίμονες, Άονες, Τέμμικες. Τι οφείλει η ελληνική γλώσσα σε αυτό το πλούσιο γλωσσικό υπόβαθρο; Ολόκληρο το σώμα μιας γλώσσας επηρεάζεται από τις επιμειξίες, η περιοχή όμως όπου αυτές γίνονται άμεσα ορατές είναι το λεξιλόγιο. Από πολύ νωρίς παρατηρήθηκε ότι το λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής περιέχει σημαντικό αριθμό στοιχείων ξένης προέλευσης. Τα δάνεια αυτά ανήκουν σε δύο κατηγορίες: δάνεια ινδοευρωπαϊκής προέλευσης (από μία έως τέσσερις γλώσσες κατά τους μελετητές) π.χ.: πύργος (πβ. Γερμανικό burg=πύργος), τύμβος και λέξεις που δεν έχουν ινδοευρωπαϊκό χαρακτήρα και ανήκουν ενδεχομένως σε γνωστές ή άγνωστες μεσογειακές και ανατολικές γλώσσες: λέξεις (τις περισσότερες φορές τοπωνύμια) με το πρόσθημα –νθ- (Κόρινθος, Ζάκυνθος, ασάμινθος=μπανιέρα, όλυνθος=αγριοσυκιά, ερέβινθος=ρεβίθι, Ερύμανθος κλπ), λέξεις με το πρόσθημα –σσ- το οποίο στα νέα ελληνικά έχει απλοποιηθεί σε –σ- στα τοπωνύμια όπως Ιλισ(σ)ός, Κηφισ(σ(ός, κυπάρισσος, νάρκισσος κλπ. και λέξεις με το πρόσθημα –μν- (Λάρυμνα, Μήθυμνα κλπ). Θα πρέπει να προστεθούν επίσης λέξεις όπως: ρόδον, θάλασσα, μόλυβδος, οίνος, χρυσός.
Ο J.P. Mallory γράφει σχετικά στο βιβλίο «Οι Ινδοευρωπαίοι»: «Πολλοί θα συμφωνούσαν ότι ουσιαστικό μέρος του ελληνικού λεξιλογίου που αφορά στον ειδικό περιβαλλοντικό χαρακτήρα της Μεσογείου δεν μπορεί να εξηγηθεί ως η ελληνική κατάληξη κληρονομημένων ινδοευρωπαϊκών λέξεων. Αυτές περιλαμβάνουν φυτά όπως όλυνθος=σύκο, ελαία, υάκινθος, άρκευθος, δάφνη, ορίγανος, ερέβινθος, κάστανον, κέρασος και δαύκος=καρότο.
Μεταξύ των ζώων είναι ο όνος, ο βόνασος (βόλινθος) και ο κάνθαρος (=το σκαθάρι αλλά και είδος αρχαίου αγγείου). Στοιχεία που αφορούν στο υλικό πολιτισμό είναι παρομοίως μη ελληνικά: μέταλλον, κασσίτερος, χαλκός, μόλυβδος, λήκυθος, κάδος, κρωσσός=υδροφόρο αγγείο, ξίφος, υσσός=ακόντιο, πύργος, αίθουσα, ασάμινθος και πλίνθος. Ορισμένες πολιτικές ή κοινωνικές έννοιες βασικές για την ελληνική κοινωνία εκφράζονται με λέξεις που θεωρούνται συνήθως προελληνικές. Αυτές περιλαμβάνουν τις λέξεις: βασιλεύς (μυκηναϊκά da-si-re-u), δούλος (μυκηναϊκά do-e-ro) και παλλακή. Επίσης, οι εξέχοντες ήρωες των ελληνικών επών –Οδυσσεύς, Αχιλλεύς, Θησεύς, καθώς και πολλές από τις ελληνικές θεότητες –Αθηνά, Ήρα, Αφροδίτη, Ερμής- δεν φέρουν εμφανώς ινδοευρωπαϊκά ελληνικά ονόματα».
Ενώ ο J Chadwick παρατηρεί: «… η μελέτη των τοπωνυμίων και των δανείων είναι ένα πολύ πιο περίπλοκο εγχείρημα απ’ ότι νομίζουν ορισμένοι. Άλλωστε τα σίγουρα δεδομένα είναι λίγα. Τα μόνα ασφαλή συμπεράσματα που μπορεί να συναγάγει κανείς… από γλωσσικές μαρτυρίες αυτού του τύπου είναι τα εξής: μία τουλάχιστον γλώσσα μιλιόταν στην Ελλάδα πριν τους Έλληνες. Η ελληνική γλώσσα γεννιέται από το μπόλιασμα ενός ινδοευρωπαϊκού ιδιώματος σε ένα μη ελληνικό κλωνάρι».
Οι διάλεκτοι της ελληνικής γλώσσας
Από τον 8ο αι. π.Χ. και έπειτα η ελληνική γλώσσα παρουσιάζει μεγάλη διαλεκτική ποικιλία. Από τους διαλεκτολόγους έχουν προταθεί διάφορες ταξινομήσεις των ελληνικών διαλέκτων. Ως τα μέσα του 20ου αιώνα ήταν γενικά αποδεκτή μια τριμερής διαίρεση σε: α) Αττικοϊωνική, β) Αχαϊκή (Βόρεια Αχαϊκή: Αιολική, Νότια Αχαϊκή: Αρκαδοκυπριακή), γ) Δωρική. Οι ίδιες ομάδες με γεωγραφικά κριτήρια ονομάζονται: α) ανατολική, β) κεντρική και γ) δυτική. Η διαίρεση αυτή είχε βασιστεί στην υπόθεση ότι τα ελληνικά φύλα εισήλθαν στην Ελλάδα σε τρία διαδοχικά κύματα: α) Ίωνες (γύρω στο 2.000 π.Χ.), β) Αιολείς ή «Αχαιοί» (γύρω στο 1.700 π.Χ.), γ) Δωριείς (γύρω στο 1.200 π.Χ.). Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την αποκάλυψη της αρχαϊκής Μυκηναϊκής διαλέκτου του 14ου-13ου αι. π. Χ. αμφισβητήθηκε η γενετική συγγένεια Αιολικής και Αρκαδοκυπριακής και επισημάνθηκαν οι ομοιότητες της τελευταίας με την Αττικοϊωνική. Επίσης ενισχύθηκε η άποψη ότι η διαλεκτική διάσπαση συντελέσθηκε σε ελληνικό έδαφος μετά την κάθοδο (ίσως γύρω στο 2.200 π.Χ.) των ελληνικών φύλων στην Ελλάδα. Έτσι η ονομασία Αχαϊκή περιορίστηκε για να δηλώσει μόνο την Αρκαδοκυπριακή.
Σήμερα είναι γενικά αποδεκτή η διαίρεση σε τέσσερις ομάδες: α) Αττικοϊωνική, β) Αρκαδοκυπριακή, γ) Αιολική (Θεσσαλική, Λεσβιακή, Βοιωτική), δ) Δυτική (Δωρική, Βορειοδυτική). Δύο άλλες διάλεκτοι, η Παμφυλιακή που ομιλούνταν στα νότια παράλια της Μικράς Ασίας και η Μακεδονική είναι δύσκολο να καταταγούν.
Όσο το ελληνικό έθνος ήταν κομματιασμένο σε πόλεις-κράτη υπήρχε διαλεκτική διάσπαση. Με τη δημιουργία όμως συμμαχικών και κοινών ιερών άρχισαν να χρησιμοποιούνται κοινοί γλωσσικοί τύποι στους οποίους παραμερίζονταν οι τοπικές μικροδιαφορές. Τέτοιες «κοινές» γλώσσες ήταν: η Δωρική που χρησιμοποιήθηκε στις δωρικές περιοχές τους τρεις τελευταίους αιώνες π.Χ., η Βορειοδυτική, γλώσσα της Αιτωλικής Συμπολιτείας και κυρίως η Αττική Κοινή που δημιουργήθηκε με βάση την Αττική διάλεκτο του 4ου αι. π.Χ. και υιοθέτησε και στοιχεία και από άλλες διαλέκτους ,κυρίως ιωνικά. Από τον 4ο αι. π.Χ. άρχισε να επιδρά σε άλλες διαλέκτους και τελικά τις υποκατέστησε πλήρως.
Η ινδοευρωπαϊκή γλώσσα
Στις 2 Φεβρουαρίου 1786 ο Άγγλος δικαστής και μελετητής των ανατολικών γλωσσών sir William Jones έδωσε διάλεξη στην Ασιατική Εταιρεία Βεγγάλης όπου ανάμεσα στα άλλα διατύπωσε και την εξής άποψη: «Η σανσκριτική γλώσσα (η γλώσσα στην οποία είναι γραμμένα τα αρχαία ινδικά λογοτεχνικά και θρησκευτικά κείμενα)… παρουσιάζει θαυμαστή δομή. Είναι τελειότερη από την αρχαία ελληνική, πλουσιότερη από τη λατινική… αλλά ταυτόχρονα συγγενεύει στενά και με τις δύο τόσο στις ρίζες των ρημάτων όσο και στους γραμματικούς τύπους. Η συγγένεια αυτή δεν μπορεί να είναι ένα τυχαίο συμπτωματικό γεγονός είναι τόσο εντυπωσιακή ώστε οδηγεί τον μελετητή στο συμπέρασμα ότι και οι τρεις αυτές γλώσσες προέρχονται από μια κοινή αφετηρία».
Η παρατήρηση αυτή αποτέλεσε ουσιαστικά την ανακάλυψη μιας ολόκληρης γλωσσικής οικογένειας που ονομάστηκε το 1816 από τον Άγγλο γλωσσολόγο Thomas Young ινδοευρωπαϊκή. Ο όρος υπονοεί τη γεωγραφική διασπορά των γλωσσών που συγκροτούν την ενότητα αυτή: από την Ινδία ως την Ευρώπη. Η ινδοευρωπαϊκή δεν είναι η μόνη γλωσσική οικογένεια. Με την ίδια λογική, εντοπίστηκαν και άλλες (ουραλική, αλταϊκή, καυκασιανή κλπ.). Το 1903 ο Δανός γλωσσολόγος H. Pedersen διατύπωσε τη θεωρία ότι υπάρχει μια μακρο- ή υπερ-οικογένεια από την οποία κατάγονται η ινδοευρωπαϊκή, η ουραλική κλπ. Τις ιδέες του ανέπτυξαν οι Σοβιετικοί V. Illic-Svityc και Α. Dogopolsky. Τη νοστρατική (από το λατινικό nostra που σημαίνει «δική μας») όπως λέγεται αυτή η θεωρία, την αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά οι ιστορικοί γλωσσολόγοι.
Πάντως, ο C. Renfrew θεωρεί ότι το βάθος αυτής της πρωτοοικογένειας (αν υπάρχει αυτή) φτάνει το 15.000-10.000 π.Χ. Ποιες είναι όμως οι γλώσσες της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας; Είναι οι Κελτικές (Γαλατική, Ιρλανδική, Βρετονική, Ουαλική), η Λατινική (απ’ όπου προέρχονται οι νεολατινικές γλώσσες, γαλλικά, ισπανικά κλπ.), οι ιταλικές (Βενετική, Οσκική, Ουμβρική κλπ.), οι γερμανικές (Γοτθική, Γερμανική, σκανδιναβικές γλώσσες), η Ελληνική, η Αλβανική, οι βαλτικές (αρχαία πρωσικά, λιθουανικά, λετονικά), οι σλαβικές, οι ανατολικές γλώσσες (η Χεττιτική που έγινε γνωστή το 1915 με την αποκρυπτογράφηση των σφηνοειδών κειμένων της χεττιτικής πρωτεύουσας στο Boghazkoy, η Λουβική, η Παλαϊκή, η Λυδική και η Λυκιακή), οι ινδοϊρανικές γλώσσες και η Τοχαρική που ανακαλύφθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα. Στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες δεν ανήκουν τα τουρκικά, τα βασκικά και οι φινοουγγρικές γλώσσες.
Τι ισχυρίζονται οι αρνητές της ινδοευρωπαϊκής θεωρίας;
Όπως και με τη φοινικική προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου, έτσι και με την ινδοευρωπαϊκή θεωρία υπάρχουν, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο, σε ελληνοκεντρικούς ιστότοπους, κάποιοι που ισχυρίζονται ότι «η ινδοευρωπαϊκή θεωρία έχει καταρρεύσει» ή ότι «είναι απάτη». Ο Πολιτικός Μηχανικός, Ομότιμος Καθηγητής του ΕΜΠ και Ακαδημαϊκός κύριος Αντώνης Κουνάδης, σε ομιλία του στην Ακαδημία τον Ιανουάριο του 2019 είπε μεταξύ άλλων ότι η ινδοευρωπαϊκή θεωρία αποτελεί αμφιλεγόμενο ζήτημα, αντικείμενο «συνεχιζόμενων μέχρι σήμερα εντόνων συζητήσεων και αμφισβητήσεων».
Παρά τα συντριπτικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν την ινδοευρωπαϊκή θεωρία, οι αρνητές θεωρούν ότι η ελληνική είναι η μητέρα-γλώσσα, επικαλούμενοι δήθεν πανάρχαιες ελληνικές επιγραφές ενώ άλλοι αγνοούν την ύπαρξης κοινής ινδοευρωπαϊκής ρίζας, θεωρώντας ότι κάθε ομοιότητα νεότερης ευρωπαϊκής λέξης με ελληνικά οφείλεται σε δανεισμό από τα ελληνικά κάτι που ισχύει μεν, αλλά σε μερικές μόνο περιπτώσεις.
Πηγές:Α.Φ. Χριστίδης, «Ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ενότητα: το ιστορικό πρόβλημα» και «Η διαμόρφωση της Ελληνικής γλώσσας» στο συλλογικό έργο «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ», ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ, ΑΘΗΝΑ 1999ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ, «ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ εαπ, 2019
26.02.2023, Πρώτο Θέμα

“Χιτλερικός Χαιρετισμός”, “Saluto Romanum”

«Χιτλερικός χαιρετισμός»

Σοκ στο συλλαλητήριο: Ο πρόεδρος των Παραολυμπιονικών χαιρέτησε ναζιστικά -Δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη
————————————-

Ουδεμία σχέση με την αρχαία ελληνική ιστορία.

Σε ό,τι αφορά την Αρχαία Ρώμη, υπάρχει στην πραγματικότητα μόνο μία αναπαράσταση στον « Κίονα του
(καίσαρα) Τραγιανού» από το 113 π.Χ. με λεγεωνάριους που σηκώνουν το δεξί χέρι ίσως προς χαιρετισμό.

Ο Γάλλος ζωγράφος Jacques-Louis David (1784) δείχνει στο «Ορκο των Ορατίων» Ρωμαίους λεγεωνάριους να δίνουν όρκο με ανεβασμένο το δεξιό χέρι σε ξίφη που σηκώνει προς τα πάνω ένα από αυτούς.

Ο εμπεδωτής του ιταλικού φασισμού και μέγας αρχαιολάτρης Benito Mussolini το έχει παραλάβει και αναβιβάσει στον γνωστό „Saluto Romano“ ( «Ρωμαϊκός Χαιρετισμός»), δήθεν p.x. “Ave Caesar”( “Χαίρε Καίσαρ”).

Ο εμπεδωτής του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού Adolf Hitler παρέλαβε μεταξύ άλλων και τον «Ρωμαϊκό Χαιρετισμό», ό οποίος κατ αρχάς έχει ονομασθεί «Χιτλερικός Χαιρετισμός» που ύστερα από το 1933 έχει δια νόμου ανακηρυχθεί σε «Γερμανικό Χαιρετισμό» σε συνδυασμό με τις λεξεις „Heil Hitler“ (Χαίρε Χίτλερ) .
Εχω διαπιστώσει , ότι συντελείται μία μεγάλη σύγχιση μεταξύ των «ιστορικών» φιλμ και της ιστορικής πραγματικότητας.
Ο δυστυχώς ανεγκέφαλος και αφελής συμπόντιος δείχνει αναμφιβόλως τον χιτλερικό χαιρετισμό.

Πηγές (επιστημονικές)
- Francis Haskell, Die Geschichte und ihre Bilder. Die Kunst und die Deutung der Vergangenheit. München 1995.
-Hans-Jürgen Hillen (Hrsg.), Titus Livius,Römische Geschichte. Buch I-III, München/ Zürich 1987.
-Elmar Stolpe, Klassizismus und Krieg. Über den Historienmaler Jacques-Louis David.Frankfurt am Main/ New York 1985.
-Rolf Toman (Hrsg.), Klassizismus und Romantik. Köln 2000.
iefimerida (5.2.18)

Βαλκάνια, Κάθοδος των Ινδοευρωπαίων (Ελληνες, Θράκες, Ιλλύριοι)

Βαλκάνια, Κάθοδος των Ινδοευρωπαίων (Ελληνες, Θράκες, Ιλλύριοι)

Πρώτα έχουν εμφανισθεί προ περίπου 4220 ετών τα αρχαιότατα ελληνικά φύλα , τα οποία κατ αρχάς έμειναν μερικούς αιώνες στα Νοτιοδυτικά Βαλκάνια και ιδιαιτέρως στην περιοχή βορείως της ιστορικής Δυτικής Μακεδονίας και σε όλην την Ηπειρο ( επίσης στην Βόρεια Ηπειρο). Δηλαδή δεν είναι τυχαίο που το πρώτο ελληνικό μαντείο εστιαζόταν στην Δωδώνη. Κατόπιν άρχισαν να κατεβαίνουν προς το Νότο ξεκινώντας από την Θεσσαλία, όπου οι Αιολείς έχουν συγχωνευθεί με τους προινδοευρωπαίους Πελασγούς. Οι Δωριείς ήταν το τελευταίο ελληνικό φύλο που έχει εγκαταλείψει την Ηπειρο.

Οι πρόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, ενός δωρικού φύλου, προερχόμενοι από την Ηπειρο έφθασαν κατ αρχάς στην Θεσσαλία και απο εκεί κινήθηκαν τον 8ο αι. π.Χ. προς την περιοχή του θρακικού φύλου των Πίερων. Τα άλλα είναι γνωστά.

Στα παράλια της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης οι Νότιοι Ελληνες έχουν ιδρύσει πολλες “αποικίες’, οι οποίες έχουν εκπέμψει ελληνικό πολιτισμό προς τα θρακικά φύλα. Αλλά τα ιλλυρικά φύλα δεν έχουν ενδιαφερθεί για τον ελληνικό πολιτισμό ή δεν ήταν σε θέση να τον καταλάβουν.

Περίπου το 1900 π.Χ. ακολούθησαν τα αρχαιότατα πολυάριθμα θρακικά φύλα ( πάνω από πενήντα (50 !) και εποίκησαν τις σημερινές περιοχές της Σλαβομακεδονίας (ανατολικκή περιοχή) , της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, όλη την Θράκη (από Θράκες) καθώς και όλην την Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία.

Λίγο αργότερο έφθασαν τα ιλλυρικά φύλα, τα οποία εποίκησαν τα Δυτικά Βαλκάνια στις περιοχές τη Δυτικής Σλαβομακεδονίας, της Σερβίας, της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, και της Κροατίας έως την Τεργέστη.

Προ των Ινδοευρωπαίων σε όλα τα παράλια της σημερινής Ελλάδας, της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, της Κροατίας καθώς εν μέρει και της Ανατολικής Ιταλίας ζούσαν ήδη οι Πελασγοί.

Η ιστορία των μετακινήσεων λαών και φύλων μας διδάσκει, ότι στις συνοριακές περιοχές συντελούνται προσμίξεις διαφορετικών λαών και φύλων ως κάτι το αυτονόητο. Καθημερινή (31.1.18)

———————————————————————————————

Δαρδανοί, Κοσοβάροι

Δαρδανοί και Κοσοβάροι

Στο Κόσοβο ζούσαν Δαρδανοί, κατόπιν Σλάβοι-Σέρβοι ( εκσλαβισμός των Δαρδανών). Υστερα από τις μεγάλες ήττες των Σέρβων εκ μέρους των Τούρκων εγκατάλειψη της περιοχής, και κατόπιν έχει συντελεσθεί η εποίκηση εκ μέρους Αλβανών. Βλέπε K. Kaser, W. Petritsch, R. Pichler: Kosovo/Kosova. Mythen, Daten, Fakten. Klagenfurt/Celovec 1999.
4. Ιλλυρική Γλώσσα- Αλβανική Γλώσσα.

Υστερα από την κατάκτηση των παραλιακών περιοχών των Ιλλυρίων εκ μέρους των Ρωμαίων έχουν συντελεσθεί ο εκρωμαϊσμός και ο εκλατινισμός των κατοίκων, οι οποίοι έχουν συγχωνευθεί με του Ιλλυρίους και τους Θράκες της ενδοχώρας. Τοιουτοτρόπως έχουν δημιουργηθεί στις αρχές του Μεσαίωνα η αλβανική κουλτούρα και η αλβανική γλώσσα (θρακικά, λατινικά και ιλλυρικά (πού λίγα) στοιχεία). Στην Αλβανία σημειώνονται όμως και ιλλυρικά τοπωνύμια. Βλέπε H. H. Haarmann, Lexikon der untergegangenen Sprachen, München 2002, S. 99-100). Καθημερινή (9.9.18)

——————————————————————————————————————————–

Ιλλυρική Γλώσσα- Αλβανική Γλώσσα

Υστερα από την κατάκτηση των παραλιακών περιοχών των Ιλλυρίων εκ μέρους των Ρωμαίων έχουν συντελεσθεί ο εκρωμαϊσμός και ο εκλατινισμός των κατοίκων, οι οποίοι έχουν συγχωνευθεί με του Ιλλυρίους και τους Θράκες της ενδοχώρας. Τοιουτοτρόπως έχουν δημιουργηθεί στις αρχές του Μεσαίωνα η αλβανική κουλτούρα και η αλβανική γλώσσα (θρακικά, λατινικά και ιλλυρικά (πού λίγα) στοιχεία). Στην Αλβανία σημειώνονται όμως και ιλλυρικά τοπωνύμια. Βλέπε H. H. Haarmann, Lexikon der untergegangenen Sprachen, München 2002, S. 99-100).

——————————————————————————————————————————

Ιλλυρική, Θρακική

Μάλλον ήθελε να πει Δαρδανία. Ουσιαστικά είναι το Κοσσυφοπέδιο, αλλά περιελάμβανε και το βορειότερο τμήμα της Π.Γ.Δ.Μ. μαζί με την πόλη των Σκοπίων. Αρχίζει από Δα-, τελειώνει σε -ία, λογικό να μπερδευτεί αλλά δεν δικαιολογείται να μην το διασταυρώσει. Αλλά και το Δαρδανία δεν θα ήταν σωστό. Πιο πολύ για ονομασία του Κοσσυφοπεδίου ή ακόμα και της Αλβανίας (λόγω καταγωγής του θρακικού υποστρώματος της αλβανικής γλώσσας από τη Δαρδανία) θα ταίριαζε. Η γνήσια Ιλλυρία με ομιλητές της Ιλλυρικής (όχι το ρωμαϊκό θέμα Ιλλυρικού) υπήρξε στη σημερινή βόρεια Αλβανία, το Μαυροβούνιο, τη Βοσνία και τη νότια Δαλματία. Οι μόνες ακριβείς ονομασίες για την Π.Γ.Δ.Μ. θα ήσαν Παιονία ή Βαρδαρία (εναλλακτικά Βαρντάρσκα ή Βαρδάρης). Εννοείται ότι το Δακία ανήκει ολοκληρωτικά στους Ρουμάνους, Πιστεύω ότι θα δημιουργούσαν αντίστοιχο με τους Έλληνες θέμα για μια τέτοια ονομασία. Εντελώς ερασιτεχνική η τοποθέτηση του Μάρδα.

Αρχαίος προς Panos Terz

Σίγουρα οι Πίερες και τα ανατολικώς του Αξιού φύλα ήσαν θρακικά (ομιλούσαν τη θρακική η οποία ήταν satem). Τα δυτικώς του Αξιού (εκτός από τους Πίερες) όπως Βοττιαίοι, Άλμωπες, Εορδαίοι, Ελίμειοι, Τυμφαίοι, Ορέστες και Λυγκηστές ήσαν ελληνόφωνα ή έστω ομιλούσαν κάποιες διαλέκτους απογόνους της πρωτοελληνικής οι οποίες ήσαν centum. Στη Ρουμανία αλλά και τη Μοισία (βορείως του Αίμου και νοτίως του Δούναβη Βουλγαρία και νότια Σερβία) ομιλούσαν τον δακομοισικό κλάδο της θρακικής. Η Δαρδανία βρισκόταν στο μεταίχμιο της θρακικής με την ιλλυρική. Υπάρχει διχογνωμία για τη γλώσσα των Δαρδάνων. Αρκετοί θεωρούν βέβαιο ότι στην ανατολική Δαρδανία ομιλούσαν τη δακομοισική διάλεκτο της θρακικής, ενώ για τη δυτική Δαρδανία υπάρχουν ευρήματα και για τις δύο γλώσσες (θρακική και ιλλυρική). Oταν οι Θράκες των πόλεων και των παραλίων περιοχών εξελληνίστηκαν ή εκλατινίστηκαν γλωσσικά, οι ορεσίβιοι Θράκες διατήρησαν τη θρακοφωνία τους έως τον 7ο με 8ο μ.Χ. αιώνα και ήσαν γνωστοί με το όνομα Βέσσοι (όχι οι παλαιότεροι Βέσσοι ή Βησσοί ιερείς της Ροδόπης, από αυτούς πήραν το όνομα). Εκείνη την εποχή η Δαρδανία ήταν από τις τελευταίες θρακόφωνες (βεσσόφωνες) περιοχές. Η ιλλυρική είχε εξαφανιστεί. Δεν υπήρχε καμία αναφορά εδώ και αιώνες. Επειδή βρισκόταν βορείως της γραμμής Jirecek απέκτησε και πλούσιο λατινικό λεξιλόγιο. Η εξέλιξη αυτής της γλώσσας είναι η αλβανική την οποία διέδωσαν από τη Δαρδανία (Κοσσυφοπέδιο) οι απόγονοι των παλαιοτέρων Δαρδάνων (οι οποίοι πια ονομάζονταν Σκιπετάρηδες) αρχικώς προς στη βόρεια Αλβανία στην οποία κατοικούσαν και απόγονοι Ιλλυριών, έχοντας απολέσει παντελώς οποιαδήποτε σύνδεση με την ιλλυρική γλώσσα και τα ιλλυρικά ήθη και έθιμα. Το ότι το υπόστρωμα της αλβανικής είναι δακομοισικό και όχι ιλλυρικό, φαίνεται καιαπό το ότι η αλβανική είναι γλώσσα satem, ενώ για την ιλλυρική υπάρχουν πολύ λιγότερα τεκμήρια, αλλά πιθανολογείται ως centum. Στη συνέχεια η διάδοση της αλβανικής συνεχίστηκε και στο νότο όπου το ορεινό τμήμα ονομαζόταν Άρβανον, απ΄ όπου υιοθετήθηκε και ο όρος Αρβανίτες. Παρόμοια ιστορία αλλά με πολύ μεγαλύτερη την επίδραση της λατινικής έχει και η ρουμανική γλώσσα. Τα βλάχικα έχουν παρόμοια επίδραση από την λατινική των Βαλκανίων, αλλά πολύ μικρότερο θρακικό-βεσσικό-δακομοισικό υπόστρωμα από τη ρουμανική, λόγω του ότι διαμορφώθηκε νοτιότερα, περίπου στις περιοχές που διερχόταν η αρχαία Εγνατία οδός.

Αρχαίος προς Panos Terz Ασχολούμαι ερασιτεχνικά (οι σπουδές μου είναι σε θετική επιστήμη) και διαβάζω όλων των ειδών της πληροφορίες, τις σταθμίζω και βγάζω συμπεράσματα που θέλω να πιστεύω ότι βασίζονται στη λογική. Τα περισσότερα που έγραψα είναι κοινώς αποδεκτά από την επιστημονική κοινότητα και με μια απλή αναζήτηση πιστεύω θα τα διασταυρώσετε. Αυτά στα οποία υπάρχουν διχογνωμίες είναι δύο. Η θρακική και όχι ιλλυρική συσχέτιση της αλβανικής και η ξεχωριστή ανάπτυξη της βλαχικής από τη ρουμανική. Και στα δύο εμπλέκεται η κρατική προπαγάνδα της Αλβανίας και της Ρουμανίας αντίστοιχα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πλήθος κατευθυνομένων δημοσιεύσεων αλλοιώνοντας την αντικειμενική προσέγγιση. Για το πρώτο θέμα ο βασικότερος εκφραστής της θρακικής (βεσσικής) προέλευσης της αλβανικής είναι ο Γερμανός ιστορικός Gottfried Schramm.
http://www.albanianhistory….
https://de.wikipedia.org/wi…
Για το δεύτερο θέμα ένδειξη αποτελεί η διαφορά του θρακικού (δακομοισικού) υποστρώματος στις δύο γλώσσεςΗ ρουμανική έχει 170 τέτοιες λέξεις.
https://www.imxa.gr/balkans…
Η βλαχική έχει πολύ λιγότερες. Το βασικό όμως είναι η αιτία της λατινοφωνίας στα Βαλκάνια. Αν προσέξουμε οποιονδήποτε χάρτη των Βαλκανίων επί ρωμαιοκρατίας, θα διαπιστώσουμε ότι λατινοφωνία υπήρξε στα σύνορα (δηλαδή κατά μήκος του Δούναβη) λόγω ρωμαϊκών στρατοπέδων και οικισμών οι οποίοι αναπτύχθηκαν γύρω από αυτά (απόγονοι αυτών είναι οι Ρουμάνοι), αλλά και κατά μήκος των μεγάλων οδικών αρτηριών, λόγω της ανάπτυξης σταθμών αλλά και της παρουσίας ορεσίβιων αγωγιατών οδιτών όπως οι βλάχοι.
Δεν νομίζω ότι είναι παράξενο που οι που οι σλαβικές γλώσσες είναι satem.  Η κοιτίδα της πρωτοσλαβικής είναι στους βάλτους της δυτικής Ουκρανίας σε μια περιοχή η οποία νοτίως είχε τη satem θρακική, ανατολικώς τη satem ιρανική των Σκυθών και Σαρματών και βορείως την επίσης satem της πρωτοβαλτικής. ‘Oλες οι centum είναι προς τη δύση και όλες οι satem προς την ανατολή. Η μόνη εξαίρεση είναι η τοχαρική που υπήρξε η ανατολικότερη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και όμως υπήρξε centum.
Για το νέο έτος σας εύχομαι χρόνια πολλά και καλά με υγεία.»

_______________________________________________________

Δικό μου το κάτωθι κείμενο :

Πολύ σωστά, ή και Δαρδανία, Οι Δάρδανοι ήταν ένα ιλλυρικό φύλο.
Στην περιοχή των Θρακών ανήκαν η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Θράκη και η Μακεδονία προ του 8ου αι. π.Χ. Οι Πιερείς ήταν π.χ. γνήσιοι Θράκες, ο Ορφεύς ήταν ο ανώτατος θεός όλων των θρακικών φύλων.
Η αλβανική γλώσσα είναι μεν ιλλυρικής προέλευσης, αλλά εμπλουτισμένη με πολυάριθμες λατινικές λέξεις. Ιδέ Harald Haarmann, Weltgeschichte der Sprachen,ISBN: 978 3406 608025, München 2006, S.206.

Πηγή για τα σχόλια : iefimerida (29.12.17)

 

 

Σλάβοι Σκοπίων, Βούλγαροι, Εθνογένεση, Μετακίνηση Νοτιοσλάβων στην Ελλάδα

Βούλγαροι, Προέλευση
Οι σημερινοί Βούλγαροι είναι απόγονοι του κράματος πολλών λαών και φύλων :
Πρωτοευρωπαίοι από την Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική Εποχή, γεωργικοί πληθυσμοί από την Εγγύς Ανατολή στη Νεολιθική Εποχή, Θράκες πρωτίστως Οδρύσες (Ινδοευρωπαίοι), Αρχαίοι Ελληνες, Ρωμαίοι, Σλάβοι (από αυτούς η σλαβική γλώσσα), Ούννοι (από αυτούς το εθνωνύμιο Βούλγαροι) , Τούρκοι (οι Βούλγαροι ιστορικοί τους θεωρούν εξισλαμισθέντες Βούλγαρους (Πομάκοι), όπως οι Βοσνιάκοι
είναι όντως εξισλαμισθέντες Σέρβοι ). Εν τω μεταξύ οι Πομάκοι στην Βουλγαρία ονομάζονται Τούρκοι. Καθημερινή (2.1.18)

————————————————————————–

Βούλγαροι και Μακεδόνες
Οι Βούλγαροι είχαν προβλήματα με το όνομα Μακεδονία, γι αυτό έχουν ονομάσει το δικό τους τεμάχιο μόνον ΠΙΡΙΝ (σύμφωνα με την Συνθήκη του Βουκουυρεστίου από το 1913 “Μακεδονία του Πιρίν”).
Στα τέλη της δεκαετίας του 60 η βουγαρική κυβέρνηση έχει αντικαταστήσει την ονομασία Μακεδόνας με Βούλγαρο (Πολίτη).
Τότε ήμουν υπηρεσιακά στη Σόφια, όπου με πλησίασε πολύ προσεκτικά ένας φοιτητής, ο οποίος με παρακάλεσε μέσω της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να βοηθήσω τους κατοίκους της “Μακεδονίας του ΠΙΡΙΝ” να διατηρήσουν την δική τους ονομασία. Επίσης μου είπε, ότι γνωστοί του που διαμαρτηρήθηκαν κατά
της μεταλλαγής της ονομασίας, καταδικάστηκαν σε πολυετή φυλάκιση.
Καθημερινή (28.12.17)

-Σλάβοι των Σκοπίων
Πρόκειται πρωτίστως για απογόνους Βουλγάρων από την εποχή του Μεσαίωνα. Επομένως η σλαβική γλώσσα των είναι σχεδόν τα
μεσαιωνικά Βουλγάρικα. Αλλά η περιοχή δεν ήταν terra nullius, εκεί κατοικούσαν ήδη Σλάβοι (κράμα Νοτιοσλάβων και Ιλλυρίων (Δάρδανοι, Παίονες), Αλβανοί και Ελληνες. Ετσι υφίσταται σε ό,,τι αφορά την εθνογέννηση, μεταξύ των Βουλγάρων και των σημερινών κατοίκων του κρατιδίου των Σκοπίων μεγάλη διαφορά.

Προ μερικών ετών είχα την δυνατότητα να δω μερικά βιβλία του Δημοτικού σχολίου των Σκοπίων. Σε δύο σελίδες έγινε μία συγκριτική αναπαράσταση : Αριστερά οι “πρόγονοι” των κατοίκων των Σκοπίων : Φίλιππος, Αλέξανδρος, Αριστοτέλης,Πτολεμαίος κτλ. Δεξιά οι “πρόγονοι” των Βουλγάρων : Ασπαρούχ (Ισπαρούχ) και άλλοι Ούννοι, ανεξαιρέτως όλοι ασχημομούρηδες. Καθημερινή (28.12.17)

-Νοτιοσλάβοι στην Ελλάδα

Τα εξής νοτιοσλαβικά φύλα έφθασαν μεταξύ του 6ου και του 7ου αι. μ. Χ. έως την Πελοπόννησο, αλλά τα περισσότερα έχουν κατακλύσει την Μακεδονία, η οποία προ των Μακεδόνων (8ος αι.π.Χ.) κατοικείτο από θρακικά και πιο πάνω από ιλλυρικά φύλα, ενώ οι Ελληνες είχαν μερικές “αποικίες ” μόνον στα παράλια :
Μιλήγγοι, Εζερίτες, Σαγουδάτες, Βαγιουνίτες (Βεουνίτες), Δραγοβίτες (Δρογοβίτες), Βερσίτες (Βεργίτες), Σμολιάνοι, Στρυμλιάνοι (Στρυμονίτες, εξ ού Στρυμών)), Βελεγισίτες, Ριγχίνοι, Ζαγορίτες (εξ ού Ζαγόρια).
Στην Γερμανία ήταν 24 σλαβικά φύλα, κάτι που δεν είναι μυστικό. Σημειώνονται πολυάριθμα σλαβικά τοπωνύμια. Τί έχει συμβεί όμως με τα επίσης πολυάριθμα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα ; έμειναν μόνον λίγα (π.χ, Τύρναβνος, Αράχοβα Ζαγόρια κτλ.). Πρόκειται για ρητορική ερώτηση. 6. Το τοπωνύμιο Μωριάς (Μορέας) είναι αναμφιβόλως σλαβικής προέλευσης : morje (θάλασσα , εδώ με την σημασία παραθαλάσσιο). Κάτι το παρόμοιο υπάρχει και στην Βορειοανατολική Γερμανία.
Καθημερινή (30.12.18)

—————————————————————————

Παίονες

Ιστορικοί : Από την Ανατολική Θράκη έως τον Ολυμπο κατοικούσαν θρακικά φύλα. Μόνον στα παράλια έχουν ιδρυθεί μερικές νοτιοελληνικές “αποικίες”.Τον 8ο αι. έφθασαν οι αργότερα ονομασθέντες Μακεδόνες.
Σε ό,τι αφορά τους Παίονες, σημειώνονται δύο απόψεις ; α) Ιλλύριοι. β) Κράμα Ιλλυρίων και Θρακών. Καθημερινή (18.1.18)

Πίερες, Φρύγες

Πιέρια, Πίερες, Φρύγες

Οι Βρύγες (αργότερα Φρύγες) ήταν θρακικό φύλο (μερικοί ιστορικοί γράφουν,ότι αυτοί δεν ήταν θρακικό φύλο) με μεγάλη κινητικότητα : από τις Πρέσπες στα Πιέρια, από εκεί στο Παγγαίο και κατόπιν στην περιοχή που ονομάσθηκε από αυτούς ΦΡΥΓΙΑ (Βλέπε

-Wilhem Tomascheck, Die alten Thraker. Eine ethnologische Untersuchung. 3 volumes. Vienna: Tempsky, 1893–1894 Akademie der Wissenschaften.-Manfred Opermann, Thraker zwischen Karpatenbogen und Ägäis, Leipzig, Βερλιν 1984.

-Προ των Μακεδόνων ( αρχαίο δωρικό φύλο (άλλοι λένε αιολικό) , 8ος αι. π.Χ.) προερχόμενοι από την Θεσσαλία όλη η περιοχή της αργότερης Μακεδονίας κατοικείτο εκτός από μερικές αποικίες στα παράλια από θρακικά φύλα. Γενικά υπήρχαν περίπου τριάντα θρακικά φύλα.
Στην Βόρεια περιοχή κατοικούσαν μερικά ιλλυρικά φύλα. (Βλέπε
-Hansjörg Frommer: Die Illyrer. 4000 Jahre europäischer Geschichte. Vom 3. Jahrtausend bis zum Beginn der Neuzeit. Karlsruhe 1988.
-John Wilkes: The Illyrians. Oxford [u.a.] 1995.
-Maria A. Cavallaro: Da Teuta a Epulo. Interpretazione
delle guerre illyriche e histriche tra 229 e 177 a. C. Bonn 2004.
-Pierre Cabanes: Les Illyriens de Bardylis à Genthios (IVe – IIe siècles avant J.-C.). (= Regards sur l’histoire. 65). Paris 1988.
-Προ των Θρακών (περίπου 2.200 π.Χ.) η περιοχή της καθ εαυτού Μακεδονίας κατοικείτο από πρωτοελληνικά φύλα, τα οποία βαθμιαία έχουν μετακινηθεί προς το Νότο, ενώ άλλα πρωτοελληνικά φύλα έμειναν στην Ηπειρο και στη Θεσσαλία.
Καθημερινή (30.12.17

-πουλος, Κατάληξη Οικογενειακών Ονομάτων

Κατάληξη οικογενειακών ονομάτων σε -πουλος, Σημασία

Η κατάληξη -πουλος προέρχεται από το λατινικό pullus, αρχικά επίσης -πουλλος (δηλαδή με δύο λάμδα) ή και από το αρχαίο ελληνικό -πώλος. Από αυτό απορρέει το συμπέρασμα, ότι η εμπέδωση της κατάληξης έχει λάβει χώραν ήδη προ του 7ου αι., όταν η Λατινική ήταν ακόμη επίσημη γλώσσα του Imperium Romanum (Orientalis).

Η σημασία ήταν αρχικά “εις ονόματα ζώων προς δήλωσιν του νεογνού” (π.χ. αετόπουλο, λυκόπουλο κτλ.), αργότερο ως πατρωνυμικόν “προς δήλωσιν της καταγωγής” (γιος του …, π.χ.Γιαννοπουλος, Φωτόπουλος κτλ.). καθώς και “εις διάφορα ονόματα προς δήλωσιν υποκοριστικού” (π.χ. βοσκοπούλα, ναυτόπουλο κτλ., Πρωϊας Λεξικόν…) .
Στη Λατινική η λέξη pullus είχε και μίαν άκρως δυσάρεστη σημασία : αχόρταγος.

Η μετάφραση της τουρκικής κατάληξης -ογλού ή σε μερικές περιπτώσεις -oglü ήταν ζήτημα μόρφωσης των αρμόδιων υπαλλήλων που προερχόνταν στην Θεσσαλονίκη και στην Κατερίνη από την Πελοπόννησο.
Οι μορφωμένοι την μετέφρασαν στις αρχαίες ελληνικές καταλήξεις -άδης (σπάνια) ή -ίδης , οι άλλοι στην κατάληξη που επικρατούσε στην Πελοπόννησο -πουλος.

Αυτοί που δεν ήξεραν καθόλου την Τουρκιή, άφηναν το πρώτο μέρος αμετάφραστο και μετέφραζαν μόνον την κατάληξη . Πχ. στην δική μου περίπτωση όχι Ραπτόπουλος, αλλά Τερζόπουλος (τερζής : ράπτης,στην Ιταλική σημαίνει Terzi o τρίτος από τη Λατινική tercius), στην δική σου περίπτωση όχι Μαυρογιαννίδης, αλλά Καραγιαννίδης (καράς : μαύρος λατινικής προέλευσης : maurus σωστά στην Ελληνική είναι μελαψός).

Πηγές

-Πρωϊας Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης,Τομος Δεύτερος, Αθήναι (χωρίς έτος(, σελ. 2004.
-Γ.Μπαμπινιώτης, Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2010, σελ. 1146.
-K.E. Georges, Lateinisch-Deutsches Handwörterbuch, Leipzig 1890. S. 2098 (pullus equinus, pulli columbini).
Καθημερινή (9.1.18)

“Μαύροι Φαραώ”

Απάντηση σε μερικούς Ελληναράδες που έπαθαν λόγω βαθιάς και γελοίας ελληνοκεντρικής ομφαλοσκόπησης ιστορική τυφλαμάρα.

«Μαύροι Φαραώ»

Περίπου 84 έτη οι λεγόμενοι «Μαύροι Φαραώ» ανέβηκαν στον
θρόνο της Αιγύπτου. Γι αυτό οι Αιγυπτιολόγοι έχουν ονομάσει όλην την 25η
Δυναστεία (4 Φαραώ) Νουβική ( από τη Νούβια η Κούς, σήμερα Βόρειο Σουδάν ). Οι Νoύβιοι αποτελούσαν ένα κράμα από Ηαμίτες και Νέγρους. Στις πολυάριθμες αναπαραστάσεις των “μαύρων” Φαραώ βλέπουμε νεγροειδείς φυσιογνωμίες όπως π.χ. πλατιές μύτες και μεγάλα χείλη.
Οι σημερινοί Σουδανέζοι αναδεικνύουν χαρακτηριστικά των Αράβων και των Νέγρων.

Ο πρώτος «μαύρος» Φαραώ λεγόταν Πίγιε (747-716 π.Χ.), ο τελευταίος
Τανοτάνουμ, αλλά ο σημαντικότερος ήταν ο Ταχάργκα. Οι ειδικοί ιστορικοί
επισημαίνουν , ότι όλοι οι «μαύροι» Φαραώ έχουν συμβάλλει στην οικονομική άνοδο της Αιγύπτου και στην προώθηση των επιστημών ( ιατρική, καλές τέχνες, αρχιτεκτονική, νομοθεσία, διοίκηση, παιδεία, μαθηματικά κα ιδιαιτέρως
γεωμετρία, αστρονομία κτλ.).

Μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε,ότι οι «μαύροι» Φαραώ ήταν στον αιγυπτιακό θρόνο, όταν οι Εληνες, μεταξύ αυτών και Σόλων , πήγαιναν στην Αίγυπτο να μάθουν πολλά και διάφορα, κάτι που είναι αυτονόητο (βλέπε ιδιαιτέρως Α. Pichot, La naissance de la science, Paris 1991).

Πηγές

-Ι.Shaw / P. Nicholson,Lexikon des alten Ägypten ( Originaltitel : Dictionary of Ancien Egypt, London 1995) Stuttgart 2010.
-S. Kubisch, Das Alte Ägypten. Von 4000 v. Chr. bis 30 v. Chr.,
Wiesbaden 2017.
-A. Bongioanni, Ägypten – Das Land der Pharaonen, Klagenfurt 20052.
-A. Kootz: Der altägyptische Staat. Untersuchung aus
politikwissenschaftlicher Sich Wiesbaden 2006.
Καθημερινή (14.1.18)

Perser, Iraner, Πέρσες, Ονόματα Ελληνες, Μέγας Αλέξανδρος, Στρατιωτικά, Αλέξανδρος ως Ανατολίτης Δεσπότης , Alexander ( Name ))

Perser, Namen Griechen, Alexander der Große, Perser, Iraner 1. Die Perser haben das erste multiethnische (25 Völker)und die perfekt organisierte Supermacht in der Geschichte der Menschheit gegründet. 2. In Persien gab es keine Sklaverei als System (nur ein oder zwei Sklaven in den Häusern), während die alten Griechen als erste in der Menschheitsgeschichte das Sklavereisystem, das größte Verbrechen, eingeführt haben. 3. Die Perser werden in der Weltgeschichte als Erben von Zivilisationen betrachtet, die viel älter sind als die griechischen (Sumerer – Akkader-Babylonier). 4. Die vorherrschende Religion von Zoroaster (Zarathustra) sie basierte auf GERECHTIGKEIT.So verwundert es nicht, dass zum ersten Mal in der Menschheitsgeschichte Elemente eines Sozialrechts geschaffen wurden. 5. Ein weiterer Grundsatz des Reiches war eine damals ungewöhnliche und beispiellose Toleranz und Duldung von Religion, Kultur und Tradition der zahlreichen Ethnien.
6. Es gab keinen Grund, dafür, dass die alten Griechen die Perser teilweise verachteten, nur weil sie von absoluten Herrschern und Satrapen regiert wurden und die griechische Demokratie ablehnten. Die Perser waren durchaus hochzivilisiert.
6. Die Reichssprache war nicht Persisch, das vor allem im Palast gesprochen wurde, sondern Aramäisch (Syrisch). In dieser Sprache hat übrigens Jesus Christus gepredigt.
7. Den Name Alexander ist griechisch im makedonischen Dialekt und besteht aus zwei Teilen : alexein+ andras= Αλέξειν άνδρας mit der Bedeutung “die Männer (Räuber) verjagen”, also ein Beschützer sein. Dieser Name ist in allen sieben iranischen Sprachen, darunter in erster Linie in der Persischen (Farsi) bekannt als “Iskander ( “Der mit den Hörnern” eines Widders als Kriegskopfbedeckung).
8. Auf Anordnung Alexander des Großen haben in einer einzigen Nacht über 25 griechisch-mekedonische Soldaten iranische Mädchen geheiratet. Es ist also gezielt zu einer Vermischung von Europäern und Orientalen gekommen. Die Ethnologen meinen, dass die iranischen und Süd-Afghanischen Frauen mit heller Haut Nachkommen dieser Mischung seien. Ich konnte dies ohne Weiteres bei einigen afghanischen Studenten fest stellen und ihnen genau sagen, aus welchem Gebiet Afghanistans sie stammen. Der Name Iskander ist bei ihnen geläufig und einige sind sich dessen bewusst, Nachkommen dieser wunderbaren Mischung zu sein.
9. Heute sprechen wir von Iran (Sie lesen richtig: “Land der Arya” d.h., ” Land der Edlen”). Außerdem gibt es die Haupt ethnischen Minderheiten der Aserbaidschaner und der Araber, sowie die kleineren Minderheiten, Kurden (verwandt mit den Persern) und Turkmenen. Neue  Zürcher Zeitung (24.4.23)
Aus meinem Blog, vor Jahren erschienen in der griechischen Presse

 

 

αθρωπότητας ΑΡΤΙΑ οργανωμένη.

2. Στην Περσία δεν υπή

Πέρσες, Ονόματα Ελληνες, Μέγας Αλέξανδρος , Στρατιωτικά

1.Οι Πέρσες έχουν εμπεδώσει την πρώτη πολυεθνική αυτοκρατορία στην ιστορία της

ρχε η δουλεία ως σύστημα ( μόνον ένα ή δύο δούλοι σε σπίτια), ενώ οι αρχαίοι Ελληνες έχουν εμπεδώσει ένα ΔΟΥΛΟΚΤΗΤΙΚΟ σύστημα.
3.Οι Πέρσες θεωρούνται στην παγκόσμια ιστορία ως κληρονόμοι πολιτισμών , πολύ πιο αρχαιότερων από τον ελληνικό (Σουμεροακκαδικό- Βαβυλωνικό).
4. Οι αρχαίοι Ελληνες έχουν συστηματικά διαστρεβλώσει τα περσικά ονόματα.
Dareios : Darayavarusch ( Dariuvarusch )
Xerxes : Chshayarscha ( Khschaiyarscha, Xayarscha )
Kambyses : Kambushya
Artafernes : Rtafarnah
Kyros : Kurusch
Atossa : Hutautha
Paradeisos : Pairidaeza
Roxana : Rauchjschna
Achämediden : Hachamanisch
Ekbatana : Hagmadana ( Hamadan )
Satrap : Khsathrapavan.
5.Στην αχανή (από την Βόρεια Ινδία έως την κεντρική Μικρά Ασία και στα Βόρεια έως την Κεντρική Ασία ) περσική αυτοκρατορία δεν υπήρχαν σκλάβοι και δούλοι. Η επικρατούσα θρησκεία του Ζωροάστρη (Zarathustra ) δεν επέτρεπε τέτοια πράματα, είχε ως βάση την ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ. Εχω μελετήσει όλα τα καταπληκτικά και όντως άγια κείμενα της περσικής θρησκείας.
6.Μία άλλη αρχή της αυτοκρατορίας ήταν μία τότε ασυνήθιστη και πρωτόγνωρη διαλλακτικότητα και ανεκτικότητα στη θρησκεία, στον πολιτισμό και στις πολυάριθμες εθνότητες. Ως αυτοκρατορική γλώσσα δεν είχαν την Περσική, η οποία ομιλείτο πρωτίστως στα ανάκτορα, αλλά την Αραμϊκή.

7. Στρατός, Πόλεμοι.
Στηρίζομαι σε ειδικούς ιστορικούς σε ό,τι αφορά την ιστορία της αρχαίας Περσίας καθώς και τους σημαντικότερους πολέμους στην αρχαιότητα.
Πέρσες και Ελληνες, Πόλεμοι
-Στρατιωτική ισχύ των Περσών γενικά : πεζοί: 170 χιλ., ιππείς : 8 χιλ., άρματα : 2 χιλ. , Θράκες και Ελληνες : 20 χιλ. , συνολικά : 210 χιλ. συν 10 χιλ. „αθάνατοι“, πλοία : 1307.
Πηγή : Peter Green, Οι ελληνοπερσικοί πόλεμοι, Αθήνα, 2004 ( The Greco-Persian Wars ,
1996, Πανεπιστήμιο Καλιφόρνιας.
Στην Ταρσό ο περσικός στρατός αποτελείτο από 100 χιλιάδες και ο μακεδονικός περίπου από 25 έως 30 χιλιάδες στρατιώτες. Στην Τύρο ο στρατός του Αλεξάνδρου είχε 40 χιλιάδες πεζικό και 7000 ιππείς.

Η στρατιωτική τέχνη έφθασε ήδη στην Ασσυρία στο απόγειό της. Εχουν εφευρεθεί νέοι οπλισμοί που ίσχυαν στην ουσία ώς την χρήση πυροβόλων όπλων.Οι Πέρσες έχουν παραλάβει όλες τις πολεμικές εφευρέσεις των Ασσυρίων. Πέραν τούτου ο περσικός στρατός διέθετε λόγω των πολλών εθνοτήτων μία τεράστια ποικιλία όπλων. Δηλαδή οι Πέρσες δεν ήταν τεχνολογικά καθυστερημένοι.
-Για την ήττα των Περσών οι ειδικοί ιστορικοί αναφέρουν τους εξής καθοριστικούς λόγους :
α) Ο πυρήνας του στρατού αποτελείτο μεν πρωτίστως από Πέρσες, αλλά οι περισσότεροι πολεμιστές ανήκαν σε κατακτημένους λαούς, οι οποίοι δεν ήσαν διατεθειμένοι να θυσιαστούν για τους Πέρσες.
β) Στον περσικό στρατό επικρατούσε πολυγλωσσία με αυτονοήτως αρνητικές συνέπειες.
γ) Ο Δαρείος έχει υποτιμήσει τον κατά την γνώμη του άπειρο “νεαρό”.
δ) Ο Μακεδονικός στρατός έχει εισαγάγει ένα νέο όπλο (σάρισσα) και έχει εφαρμόσει μία τελείως πρωτότυπη τακτική αγώνος, όπως κάποτε οι Θηβαίοι έναντι των ηττηθέντων Σπαρτιατών και αργότερα οι Ρωμαίοι τα καρέ έναντι των νικηθέντων Μακεδόνων στην Πύδνα.
ε) Ο Αλέξανδρος (πολύ μικρός στο ανάστημα : 1.60 μ. , αλλά με ισχυρή τόλμη) ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στρατηλάτες στην ιστορία της ανθρωπότητας.
-Το σημερινό εθνωνύμιο δεν είναι Περσία ,αλλά Ιράν ( Χώρα των ΑΡΙΩΝ (Αρύγιας) : . Ευγενών) . Στο Ιράν ανήκουν τρεις εθνότητες (Πέρσες, Αραβες και Αζερμπαϊτζανοί και δύο εθνικές μειονότητες (Κούρδοι και Τουρκμένοι).
-Γράφετε: “Ας μην ξεχναμε οτι ο Ξερξης εβαλε να μαστιγωσουν την θαλασσα στον
Ελλησποντο που του κατεστρεψε το πλωτο περασμα στην Ευρωπη, αυτο και
μονο δειχνει απειρη αφελεια και αλαζονεια”.
Πρόκειται για μύθο.
Καθημερινή (9.1.18

Μεταξύ άλλων : Απαίτηση σύμφωνα με περσικό έθιμα στρατηγοί μεταξύ αυτών ακόμη και γηραιοί (π.χ. ο 75ετής αντιβασιλεύς της Μακεδονίας Αντίπατρος), που είχαν υπηρετήσει τον πατέρα του,να τον ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΟΥΝ . Ο στρατηγός Κάσσανδρος το θεώρησε αυτό γελοίο, ο Αλέξανδρος εξοργίσθηκε, τον άρπαξε από τα μαλλία και χτυπούσε το κεφάλι του στον τοίχο.
Μεθυσμένος σκότωσε τον Κλείτο που σε μια μάχη του έσωσε την ζωή. Ανάγκασε πάνω από 10 χιλ. Μακεδόνες να παντρευτούν Περσίδες. Στην πρωτεύουσα της Περσίας ντυνόταν και συμπεριφερόταν επίσημα όπως οι Πέρσες Βασιλείς κτλ.

Οι πληροφορίες προέρχονται πρωτίστως από τον Πλούταρχο (Ηθικά περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, Βίοι παράλληλοι) .
(„Μάλιστα δ’ Ἀντίπατρον ἐφοβεῖτο καὶ τοὺς παῖδας, ὧν Ἰόλας μὲν ἀρχιοινοχόος ἦν, ὁ δὲ Κάσανδρος ἀφῖκτο μὲν νεωστί, θεασάμενος δὲ βαρβάρους τινὰς προσκυνοῦντας, ἅτε δὴ τεθραμμένος Ἑλληνικῶς καὶ τοιοῦτο πρότερον μηδὲν ἑωρακώς, ἐγέλασε προπετέστερον. ὁ δ’ Ἀλέξανδρος ὠργίσθη, καὶ δραξάμενος αὐτοῦ τῶν τριχῶν σφόδρα ταῖς χερσὶν ἀμφοτέραις, ἔπαισε τὴν κεφαλὴν πρὸς τὸν τοῖχον. αὖθις δὲ πρὸς τοὺς κατηγοροῦντας Ἀντιπάτρου λέγειν τι βουλόμενον τὸν Κάσανδρον ἐκκρούων, “τί λέγεις;” ἔφη· “τοσαύτην ὁδὸν ἀνθρώπους μηδὲν ἀδικουμένους, ἀλλὰ συκοφαντοῦντας ἐλθεῖν;” φήσαντος δὲ τοῦ Κασάνδρου τοῦτ’ αὐτὸ σημεῖον εἶναι τοῦ συκοφαντεῖν, ὅτι μακρὰν ἥκουσι τῶν ἐλέγχων, ἀναγελάσας ὁ Ἀλέξανδρος “ταῦτ’ ἐκεῖνα” ἔφη “σοφίσματα τῶν Ἀριστοτέλους εἰς ἑκάτερον τὸν λόγον, οἰμωξομένων, ἂν καὶ μικρὸν ἀδικοῦντες τοὺς ἀνθρώπους φανῆτε”)

Πηγές

- P. Briant, Darius in the Shadow of Alexande,. Harvard University Press, Cambridge London 2015.
- P. Briant, Alexander the Great and His Empire: A Short Introduction. Princeton University Press, Princeton 2010.
- P. Cartledge, Alexander the Great. The Hunt for a New Pas. New York/London 2004.
-A. Demandt, Alexander der Große: Leben und Legende, München 2009. •
- R. Lane Fox, Alexander der Grosse, Eroberer der Welt, Stuttgart 2005.
-S.Lauffer, Alexander der Große, München 2004.
-J. Seibert, Die Eroberung des Perserreiches durch Alexander den Großen auf kartographischer Grundlage, 2 Bände, Wiesbaden 1985.
-W. Woodthorpe Tarn, Alexander der Grosse. 2 Bände, Darmstadt 1948.
-H.-U. Wiemer, Alexander der Große. München 2005.

————————————————————————

Alexander (Αλέξανδρος).

Etymologie (Herkunft)-Semantik (Bedeutung)

1.Es handelt sich um einen makedonischen Vornamen, bei den anderen altgriechischen Stämmen fast unbekannt.

2. Der Name besteht aus zwei Teilen :  a)alexein (αλέξειν : vertreiben)  und b) andras  (άνδρας : Μάννερ, gemeint sind die Tierdiebe. Es ging um einen Hirten, der seine Herde vor den Dieben schützte).

2. Hieraus ergibt sich die eigentliche Bedeutung : Beschützer.

3. Die Verbreitung des Namens hat in erster Linie mit Alexander dem Großen (körperlich war er sehr klein : 1, 57) zu tun. Auch im Christentum wird der Name verwendet.

4. Von  dem Verb alexein  leitet sich der Vorname  Alexis (Αλέξιος) ab mit der Bedeutung  Beschützer.

5.Kurzformen : Alex, Lex, Xander,

6. Fremdsprachige Schreibformen : bulgar. : Alsko, serbokroat. : Aleksandar, , russ. :Alekscha, Alexej (sehr verbreitet), Alja, Aljoscha, Sanja, SASCHA (!), ital. : Alessandro,  span. : Alejandro, franz. : Alexandre, arab. : Aliskander, Iskandar, pers. : Sikandar. , alban. Skandar

Ελληνες και Εβραίοι, Προβλήματα στην Ιστορία , Εβραίοι στην Θεσσαλονίκη, Αρχαίοι Εβραίοι

Προβλήματα μεταζύ Ελλήνων και Εβραίων

Από πότε και διατί ;

Υστερα από τη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης μεταξύ του 3ου και του 2ου αι.π.Χ. στην Αλεξάνδρεια, είχαν οι μορφωμένοι εκείνης της εποχής είχαν επί τέλους την
δυνατότητα να διαβάσουν όλο το κείμενο και να γνωρίσουν καλύτερα, τί γνώμη
οι Εβραίοι είχαν περί του εαυτού τους και περί άλλων λαών της περιοχής και ποια θρησκεία έχουν. Η Παλαιά Διαθήκη, ονομάσθηκε αργότερα Septuaginta, βρίθει όντως από πολέμους, μίσος και πρωτόγονο ρατσισμό κατά των γειτονικών λαών.

Το αποκορύφωμα της πολιτισμικής, θρησκευτικής και εθνικής ομφαλοσκόπησης και του αυτοαναβιβασμού ήταν και είναι ακόμη η γνωστότατη έκφραση, ότι οι Εβραίοι είναι ο «επίλεκτος λαός« του θεού  οι Νεοέλληνες έχουν το περιβόητο «περιούσιος λαός»…).

Οι λόγιοι της ελληνικής αρχαιότητας άρχισαν να κάνουν τους Εβραίους λόγω των ιδιαιτέρων συνηθειών τους αντικείμενο ερευνών. Ο διευθυντής του Μουσείου (Βιβλιοθήκη) της Αλεξάνδρειας ο γραμματικός και φανατικός αντισημίτης Απιος π.χ. έφθασε στο σημείο να συλλέξει και να δημοσιεύσει, ότι αντισημιτικό έχει λεχθεί στους τότε παρελθόντες αιώνες σε όλον τον ελληνισμό.

Ο Εβραίος εκπρόσωπος της υψηλής αριστοκρατίας, κατόπιν και Ρωμαίος Flavius Josephus (Γιωσάφατ, Ιώσηπος)) ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς της αρχαιότητας, διεπίστωσε έναν βαθμιαίο εξελληνισμό (πολιτισμός, γλώσσα, ονόματα) της ανώτερης τάξης των Εβραίων στην πλειοψηφία της και ήταν πεπεισμένος, ότι υπάρχει κίνδυνος εξαφανισμού των Εβραίων. Δηλαδή έβλεπε μίανκρίση της ταυτότητας των Εβραίων.

Με την επιδίωξη να τονώσει το εθνικό φρόνημα των Εβραίων, αποφάσισε να αποδείξει σε ένα σύγγραμμα, ότι οι Εβραίοι έχουν λαμπρό παρελθόν και πέραν τούτου έκανε μία μετωπική αντιπαράθεση με τον Απιο και γενικά με τον ελληνικό πολιτισμό. Εχει ασχοληθεί συστηματικά και με μεγάλη λεπτομέρεια με όλες τις αντισημιτικές θέσεις του Απιου χησιμοποιώντας πολλά τσιτάτα και άλλων αντισημιτών.

Το παράξενο έγκειται, στο ό,τι ο Ιώσηπος έχει στο εκθοθέν έργο του «Κατά του Απιου» („Contra Apionem“) σώσει το σύγγραμμα του Απιου, γιατί κανονικά δεν είχε σωθεί τίποτα από αυτό. Εν ολίγοις, ο Εβραίος ιστορικός ήθελε να κάτι  το καλό για τους Εβραίους και τελικά πυροδότησε τον αντισημιτισμο ! Ετσι έγνε γνωστό, ποιές αντισημιτικές απόψεις έχουν πρεσβεύσει γνωστοί φιλόσοφοι και άλλοι λόγιοι στην αρχαία Ελλάδα. Αναφέρω τα πιό γνωστά ονόματα: ο Θεόφραστος, ο καλύτερος μαθητής και διάδοχος του Αριστοτέλη στην Περιπατητική Σχολή, ο ιστορικός Λυσίμαχος, ο σοφιστής Ποσειδώνιος, ο σχεδόν εξελληνισμένος Αιγύπτιος Μανέθων, ο Βηρωσσός, ο Διόδωρος και ο ιστορικός Δαμόκριτος (δάμος δωρικά, δήμος ιωνικά-αττικά).

Παρακάτω θα αναφερθούν μόνον οι πιό σημαντικές κατηγορίες κατά των Εβραίων:
α) Είναι αθεϊστές, γιατί δεν πιστεύουν σε ανθρωπόμορφους θεούς, αλλά σε κάποιον δήθεν θεό που κανείς δεν μπορεί να δει.
β) Θεωρούν τον εαυτό τους ως «επίλεκτο λαό», έτσι προσβάλλουν άλλους λαούς και άλλους ανώτερους πολιτισμούς, όπως π.χ. τον ελληνικό και εκτός τούτου διαχωρίζονται από τους γειτονικούς λαούς.
γ) Απορρίπτουν ως μόνος λαό της περιοχής την επιμειξία με άλλους λαούς. Αυτό είναι προσβλητικό και αποτελεί φυλετική διάκριση.
δ) Δεν τρώνε χοιρινό κρέας, όπως οι άλλοι λαοί. Αυτό είναι ακατανόητο.
ε) Εχουν (δήθεν) στο ναό τους ένα κεφάλι γαϊδάρου από χρυσό.
ζ) Μισούν τους Ελληνες και άλλους λαούς.
η) Δεν συναναστρέφονται με άλλους λαούς.
θ) Θυσιάζουν ζωντανά ζώα).
ι) Αντί να εργάζονται όλη την εβδομάδα, χάνουν εκουσίως την έβδομη ημέρα.

Κατόπιν έχει στο σύγγραμμά του “Ιουδαϊκή Αρχαιότητα” επιτεθεί κατά του ελληνικού πολιτισμού και ιδιαιτέρως κατά της πολυθεϊστικής θρησκείας και προσπάθησε να αποδείξει την ανωτερότητα του εβραϊκού πολιτισμού, πρωτίστως της μονοθεϊστικής θρησκείας.

Αμέσως όταν ο λίβελλος του Ιωσήπου έγινε στην Αλεζάνδρεια , τότε το κέντρο του ελληνικού πολιτισμού  γνωστός, οι Ελληνες αντέδρασαν σφοδρότατα στην κατά τη γνώμη τους θρασύτατη πρόκληση του Εβραίου ιστορικού, εκπροσώπου ενός ασήμαντου πολιτισμού. Ελαβαν χώραν μεγάλες διαμαρτυρίες των Ελλήνων και εξελληνισθέντων Αιγυπτίων κατά των Εβραίων, τους έχουν επιτεθεί για πρώτη φορά και έχουν θανατώσει χιλιάδες Εβραίων. Τελικά έλαβε χώραν το πρώτο πογκρόμ κατά των Εβραίων στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Αυτό το γεγονός έχει προκαλέσει αξέχαστο σοκ σε όλους τους Εβραίους ανά τον κόσμο.

Επιστημονικές πηγές

-Flavius Josephus, Geschichte des Judäischen Krieges, Leipzig 1978.
-P. Schafer, Judeophobia : Attitudes toward the Jews in the Ancient, Harvard University Press, 1997. Ο συγγραφέας ερευνά την ιστορική (από την αρχαιότητα) και πολιτισμική πτυχή του φαινομένου. Ισως το σημαντικότερο βιβλίο περί του θέματος.
-C.-P. Thiede/ U. Stingelin, Die Wurzeln des Antisemitismus, Judenfeindschaft
in der Antike, im frühen Christentum und im Koran, Basel 2002. Επίσης ένα πολύτιμο βιβλίο με πολυάριθμες αρχαίες πηγές.
-P. Birnbaum, Sur un nouveau moment antisémite, Paris 2015.
-R. Finzi, L’antisemitismo,Giunti 1997.
-F.Lillian, C., Antisemitism in the New Testament, University Press of America, 1994.
-C. Andersen et alt. (Edit. ), Lexikon der Alten Welt, Bände 1, 2, Tübingen und
Zürich 1990.
-M. Hengel, Judentum und Hellenismus, Tübingen 1988.
-Yavetz, Judenfeindschaft in der Antike, München 1997. Πάμπολλες αρχαίες πηγές.
-Th. Klein et alt., Judentum und Antisemitismus von der Antike bis zur
Gegenwart, Düsseldorf 1984.
-L. Poliakov, Geschichte des Antisemitismus, I: Von der Antike bis zu den
Kreuzzügen, Worms 1977.
-Gustavo Perednik, La Judeofobia, Barcelona 2001.

Καθημερινή (2014, 13.6.18)

Στέλιος Ράμφος

Στέλιος Ράμφος.

Το έργο του μου είναι γνωστό μέσω των κάτωθι βιβλίων του : 1. Το αδιανόητο τίποτα, Φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού, Δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, Αθήνα 2010. 489 σελ. 2. Ο καημός του ενός, Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων, Αθήναι 2000, 412 σελ. 3. Ελευθερία και γλώσσα, Η γλώσσα και η παράδοση, Στάσιμα και έξοδος,Αθήνα 2010, 235 σελ. 4.Το μυστικό του Ιησού, Να ζούμε την πίστη από μέσα μας, Αθήνα 2006, 538 σελ.5. Η λογική της παράνοιας, Αθήνα 2011, 405 σελ.6.Το αίνιγμα και η μοίρα, Αθήνα 1997, 196 σελ. 7.Ο «άλλος» του καθρέφτη, Ψυχολογία της αγωνίας μας, Αθήνα2012, 84 σελ. 8.Time out, Η ελληνική αίσθηση του χρόνου, Αθήνα 2012, 57 σελ. 8. Γενάρχες πεπρωμένων, Το αίσθημα της »μορφής» στον Σολωμό και της «συνέχειας» στον Παπαρηγόπουλο, Αθήνα 2007, 73 σελ.

Ιδιαιτέρως τα βιβλία του « Ο καημός του ενός» και « Το αδιανόητο τίποτα» ήταν για μένα μεγάλη έκπληξη, γιατί με βοήθησαν να καταλάβω καλύτερα το μεσαίο Νεοέλληνα. Γενικά έχω αποκομίσει την εξής εντύπωση :

Ο Στέλιος Ράμφος είναι ένας πολύ παραγωγικός, δημιουργικός και πρωτότυπος στοχαστής.Παρεμπιπτόντως υα ήθελα να επισημάνω, ότι αυτός από οικονομική άποψη είναι ανεξάρτητος.Διαφέρει κατά πολύ από άλλους Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι εργάζονται άμεσα σε πανεπιστήμια και σε άλλες ανώτατες σχολές και έτσι είναι εξαρτημένοι και επομένως πολύ προσεκτικοί έως δειλοί. Ο Ρ. έχει τοιουτοτρόπως περισσότερη εσωτερική γαλήνη ως προϋπόθεση για δημιουργική επιστημονική εργασία. Σε σύγκριση με αυτόν οι περισσότεροι Έλληνες πανεπιστημιακοί είναι repetitores (επαναλαμβάνουν τις θεωρίες άλλων).

Ο Ρ. έχει κατορθώσει ως πρώτος Έλληνας στοχαστής να διεισδύσει στα κατάβαθα της νεοελληνικής ψυχής. Η άποψή του περί της εικόνας του ανθρώπου του Νεοέλληνα είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη και πείθει. Κάτι το λογικότερο ειδικά περί της ψυχοσύνθεσης του Νεοέλληνα δεν διάβασα έως τώρα. Οι λίαν επιτυχείς μελέτες του είναι αναφβιβόλως κατάλληλες για την καλύτερη κατανόηση του βασικού κώδικα συμπεριφοράς του Νεοέλληνα. Γι αυτό νομίζω, ότι πρέπει να αισθανόμαστε απέναντί του ευγνωμοσύνη. .
Και όμως, ας μου επιτρέψει να του κάνω δύο ίσως απαραίτητες συστάσεις. Η πρώτη σύσταση αφορά την εφαρμογή της συγκριτικής μεθόδου όχι μόνον στην εικόνα του ανθρώπου του Προτεσταντισμού , αλλα εκτενέστερα και του Καθολικισμού. Η δεύτερη έχει σχέση με την αναγκαία ενασχόληση με την εικόνα του ανθρώπου και άλλων κύκλων πολιτισμού, π.χ. του Κονφουκιανισμού, του Ισλάμ και του Ινδουϊσμού, ειδάλλως υφίσταται μεγάλος κίνδυνος μίας μάλλον παρωχημένης ελληνοκεντριστικής θεώρησης που στην ουσία σημαίνει αυτοπεριχαράκωση και διεθνώς επιστημονική απομόνωση. Το Βήμα (2015), Καθημερινή (20.12.17)

Αρβανίτες , Ελληνες

Αρβανίτες, Ελληνες

Πάγκαλος: Οι Σουλιώτισσες ήταν αλβανόφωνες -Ελληνας είναι όποιος αισθάνεται, όχι όποιος γεννήθηκε εδώ, iefimerida (18.12.17)

Απαραίτητες παρατηρήσεις

1. Η γιαγιά του κ. Πάγκαλου ήταν ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΗΣ καταγωγής. Θυμάμαι πολύ καλά που όταν ήταν υπουργός έχει επισκεφθεί ένα αρβανίτικο χωριό, όπου οι κοπέλλες τον έχουν υποδεχτεί τραγουδώντας στα αρβανίτικα. Κατάγεται από μίαν οικογένεια μεγάλων στρατιωτικών (στρατηγοί, ναύαρχοι κτλ.).
2. Υπό τον φακό του Εθνους η εθνική ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ είναι καθοριστικό στοιχείο για την εθνική ταυτότητα ενός ατόμου. Δηλάδή η εθνικότητα είναι ζήτημα συναισθηματισμού.
3. Υπό τον φακό του κράτους η υπηκοότητα είναι καθοριστικό στοιχείο για την κρατική ταυτότητα ενός πολίτου. Σύμφωνα με το Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο κάθε άτομο που έχει την ελληνική υπηκοότητα θεωρείται ως Ελληνας. Αυτό που ισχύει για όλα τα κράτη, είναι στην Ελλάδα μάλλον άγνωστο. Γι αυτό γίνονται πολλές συγχίσεις και σοβαρές παρεξηγήσεις.
4. Εθνικότητα και υπηκοότητα δεν συμπορεύονται πάντα.
5. Εθνικότητα, υπηκοότητα και γλώσσα επίσης δεν συμπορεύονται σε κάθε περίπτωση. Μερικοί Τούρκοι με γερμανική υπηκοότητα π.χ. δεν μιλούν γερμανικά. Σε μερικές αφρικανικές χώρες επίσημη γλώσσα είναι τα Αγγλικά ή τα Γαλλικά. Αυτό δεν μπορεί φυσικά να σημαίνει, ότι πρόκειται για Αγγλους ή για Γάλλους.
6. Τα ειδικά πανεπιστημιακά εγχειρίδια και λεξικά της Εθνολογίας και της Ιστορίας των βαλκανικών εθνών στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ διατυπώνουν την άποψη, ότι οι Σουλιώτες στην πλειονότητα μιλούσαν Αρβανίτικα (Αλβανικά διανθισμένα με πολλές ελληνικές λέξεις).
7. Τα σημερινά Αλβανικά αποτελούν ένα ιλλυρολατινικό κράμα, ενώ τα Ρουμανικά είναι μιά νεολατινική γλώσσα με μερικές θρακικές και με πολλές σλαβικές λέξεις. Τα Ελληνικά, τα Λατινικά, και τα Αλβανικά ανήκουν στις χάτεμ (από τον αριθμό (χ)εκατόν-Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.
8. Στον ελληνικό χώρο ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι ελληνικής, αρβανίτικες και βλάχικης προέλευσης υπό την ιδιότητα των ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ κατά των Τούρκων. Εξέχοντες πολεμιστές ήταν Αρβανίτες. Η ελληνική ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ έχει διαμορφωθεί βαθμιαίως. Το επίσημο εθνωνύμιο ΕΛΛΗΝ έχει εισαχθεί στα μέσα του 19ου αι. Εως τότε χρησιμοποιούνταν τα εθνωνύμια ΓΡΑΙΚΟΙ (Αθανάσιος Διάκος ” Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέλ΄ αποθάνω”) και ΡΩΜΙΟΙ.
9.Πολλοί Νεοέλληνες έχουν οικογενειακά ονόματα ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ προέλευσης. Εχω διαπιστώσει συχνά, ότι μεταξύ αυτών σημειώνονται πάμπολλοι Ελληναράδες.
iefimerida (18.12.17)
——————————————————
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Οι Σουλιώτισσες και ο Πάγκαλος
Καθημερινή, ΠΟΛΙΤΙΚΗ 22.12.2017
«Να προσθέσω, προς επίρρωση, μερικά ακόμη χρήσιμα ιστορικά στοιχεία για τους Σουλιώτες. Εμφανίζονται στην περιοχή μόλις στις αρχές του 18ου αιώνα και ήσαν ως επί το πλείστον χριστιανοί Τσάμηδες, βεβαίως αλβανόφωνοι. Μόνη τους ενασχόληση ο πόλεμος – όρος με τον οποίον εννοούσαν τις ένοπλες ληστρικές επιδρομές. Ζούσαν καταδυναστεύοντας την αγροτική οικονομία των περιοχών που εξουσίαζαν, είτε με την πληρωμή φόρου εκ μέρους των καλλιεργητών είτε με επιδρομές και λαφυραγωγίες εις βάρος τους – μια ιδιότυπη μεσαιωνική κατάσταση σε βαλκανική βερσιόν, με άλλα λόγια. Να σημειωθεί, για όποια αξία έχει, ότι οι καλλιεργητές που υφίσταντο την καταπίεση των Σουλιωτών και προσέβλεπαν στην προστασία του πασά των Ιωαννίνων ήσαν κυρίως Ελληνες χριστιανοί.»

Λόγος ( ratio ) και συναίσθημα ( emotio ), Μίκης Θεοδωράκης, Κώστας Γαβράς

Λόγος ( ratio ) και συναίσθημα ( emotio ,
Επιστήμη και καλές τέχνες, επιστήμονες και καλλιτέχνες
Μίκης Θεοδωράκης, Κώστας Γαβράς

Διαφορετικοί νευρώνες προσδιορίζουν την διαφορετική λειτουργία του Λόγου ( της λογικής σκέψης) και του Συναισθήματος. Ο Λόγος είναι σε γενικές γραμμές η βάση της Θεωρίας ( Τί ) της Φιλοσοφίας ( Διατί ) και της Μεθοδολογίας ( Πώς ).

Το ερώτημα “Τί” της Θεωρίας αφορά ένα φαινόμενο στην ολότητά του.
Το “Διατί” της Φιλοσοφίας είναι πιό δύσκολο και έχει εφευρεθεί στην Ιωνία τον 6ο αι. π.Χ. Με αυτό το ερώτημα γεννήθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας αυτό που σήμερα ονομάζεται επιστήμη.
Το ερώτημα “Πώς” έχει σχέση με τις απαραίτητες μεθόδους και διαδικασίες προς εξεύρεση της αντικειμενικής αλήθειας( άποψη πρωτίστως του Παρμενίδη, 6ος αι. π.Χ.).
Και τα τρία είναι τελείως ελεύθερα από το συναίσθημα.

Ο καλλιτέχνης δεν εμβαθύνει συνήθως στα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα . Εκφράζει τον συναισθηματικό του κόσμο και συχνά συγχίζει την αντικειμενική αλήθεια με την δική του “αλήθεια”, που στην ουσία είναι η δική του υποκειμενική και βολονταριστική ερμηνεία ενός φαινομένου. Στην ελληνική παράδοση πρυτανεύει όχι η Λογική σκέψη, αλλα δυστυχώς το Συναίσθημα. Ο ελληνικός υπερσυναισθηματισμός οδήγησε βαθμιαία στον λαϊκισμό. Για τους Έλληνες πολιτικούς είναι έτσι σχετικά εύκολο να αποπλανούν τον λαό.

Στην πραγματικότητα υφίσταται ένας ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ του Λόγου και του Συναισθήματος.
Είναι αυτονόητο, ότι κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να εκφέρει τη γνώμη του επί των υπαρχόντων προβλημάτων. Πρόκειται όμως για έναν καλλιτέχνη ή λογοτέχνη, τότε οι πολίτες πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί, γιατί καλοπροαίρετες αλλά επιπόλαιες δηλώσεις ή γενικά απόψεις καλλιτεχνών ή λογοτεχνών θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλη ζημιά. Ένα γνωστό το γαλλικό ρητό “chacun a sa place”, “ο καθένας στον κλάδο του”.
Ο Μ. Θεοδωράκης θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εθνικοκομμουνιστής, κάτι που ήταν διαδεδομένο στα Βαλκάνια και στην Απω Ανατολή καθώς και στη Νοτιοανατολική Ασία.
Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά στις σπουδαιότερες ελληνικές εφημερίδες ( ηλεκτρονική έκδοση ), τελευταία στην Καθημερινή (15.1.17 και 3.2.18)

Ο Μίκης Θεοδωράκης ως Μουσικοσυνθέτης

Προ πολλών ετών έχω διαβάσει ένα ενδιαφέρον βιβλίο του Μ. Θεοδωράκη περί τη Μουσική. Μου έκανε εντύπωση που υποτιμούσε τους σκηνοθέτες της “κλασικής” μουσικής και υπογράμμιζε την δική του, δηλαδή την μουσική σε συνδυασμό με πολιτικά θέματα. Ταυτόχρονα έκανε σε άλλες περιπτώσεις σφοδρές και άδικες επιθέσεις κατά του εξαίρετου μουσουργού Χατζηδάκη. Για ποιόν λόγο άραγε ;
Το credo του ήταν , ότι “χρησιμοποιεί τη μουσική ως φορέα πολιτικών μηνυμάτων” (τσιτάτο από μνήμη). Αλλά προ λίγων ετών άλλαξε την γνώμη του και γνωστοποίησε το νέο credo του, ακριβώς το αντίθετο : “η πολιτική ήταν ο φορέας για τη μουσική του” (επίσης τσιτάτο από μνήμη”. Αυτό ήταν όχι μόνον για μένα μία μεγάλη απογοήτευση. Ετσι λοιπόν ;

Το έργο του μου είναι γνωστότατο . Διαπιστώνω , ότι το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής δημιουργίας του είναι στενότατα συνδυασμένο με πολιτική (αντιμπεριαλιστική, αντιφασιστική, εθνική έως εθνικιστική, αριστεριστική) και σχετικά εύκολο. Εντυπωσιακά και εν μέρει συγκινητικά ειίναι το η Μπαλάντα του Μαουτχάυσεν, το Canto General, το Αξιον εστί, το Πνευματικό εμβατήριο, το Requiem, το Κατά Σαδδουκαίων και η Ορέστεια.
Η προσπάθειά του να παρουσιάσει και “κλασική” (σοβαρή έγχορδη) μουσική , δεν έχει δυστυχώς στεφθεί με επιτυχία. Οταν πρόκειται για την ελληνική έγχορδη μουσική, ο Μ. Θεοδωράκης δεν αναφέρεται από Ελληνες και ξένους μουσικολόγους.
Αναμφιβόλως ο Μ. Θεοδωράκης δεν είναι για την Ελλάδαι όπως ο Bοrodin και ο Glinka για την Ρωσία, o Smetena για την Τσεχία, o Enescu για την Ρουμανία, o Wagner για την Γερμανία, ο Sibelius για την Φιννλανδία και o Aranjuez για την Ισπανία. Εδώ αναφέρω μόνον μεγάλους μουσικοσυνθέτες, οι οποίοι έχου συνδυάσει την έγχορδη μουσική με την χώρα τους (μυθολογία, παραδοσιακή μουσική, ιστορία, κτλ.).
Αυτονοήτως δεν αναφέρω λεπτομερειακά τους γίγαντες της σοβαρής μουσικής απο πολλές ευρωπαϊκές χώρες και ιδιαιτέρωςαπό την Ιταλία ( δεκάδες, μεταξύ άλλων Monteverdi, Corelli, Cimarosa, Puccini, Scarlatti, Rossioni, Verdi, Vivaldi ), την Γερμανία (Bach, Bethoven, Haydn, Brahms, Schubert ) , την Γαλλία ( δεκάδες, Lully, Rameau, Berlioz, Dεbussy, Messiaen δάσκαλος του Μ. Θεοδωράκη στο Παρίσι), την Αυστρία (Μοzart και πολλοί άλλοι), την Αγγλία (Purcel, Händel, γερμανικήςκαταγωγής) , της Ρωσίας ( επίσης δεκάδες, μεταξύ αυτών Tschaikowski, Prokofjew, Schostakowitsch, Rachmaninow, Mussorgski ).
Η μουσική του Μ. Θεοδωράκη έχει φυσικά τιμητική θέση στο μουσικό τμήμα της βιβλιοθήκης στην οικία μου και είναι η μόνη που μπορεί να με συγκινήσει. Η μουσική των προαναφερθέντων Ευρωπαίων μουσουργούν είναι υπέροχη και με ευχαριστώ ιδιαιτέρως, αλλά δεν με αγγίζει συναισθηματικά. Καθημερινή (2.2.18)

————————————————-
Ο Μίκης Θεοδωράκης ως Πολιτικός

Ο Μίκης Θεοδωράκης έκανε στις αρχές του Σεπτέμβρη 2012 “έκκληση” προς τους λαούς της Ευρώπης. Αυτό θυμίζει κάπως τις εκκλήσεις του Λένιν στους λαούς του κόσμου.
Αυτός ανήκει αναμφιβόλως στους κορυφαίους Έλληνες μουσικοσυνθέτες. Αξίζει για τα συγκλονιστικά έργα του θαυμασμό , εκτίμηση και απέραντη ευγνωμοσύνη.
Είμαι κάτοχος σχεδόν όλου του έργου του και γνωρίζω επίσης αυτά που έγραψε για την μουσική.
Ανεξάρτητα από τις πολλές και εν μέρει αντιφατικές δηλώσεις που έκανε περί της σχέσης μεταξύ της μουσικής και της πολιτικής στις παρελθούσες δεκαετίες ,ήταν και είναι κατά την ταπεινή γνώμη μου πρωτίστως μουσικοσυνθέτης μεν αλλά με έντονη πολιτική σκέψη και με αντίστοιχα πολιτικά βιώματα.

Είναι στην Ελλάδα κοινός τόπος, ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Θεοδωράκη δεν έχει στεφθεί με επιτυχία. Γι αυτό υπάρχουν τρείς λόγοι :

α ) Ο Θεοδωράκης διακατέχεται από το πνεύμα μίας σπάνιας υπεραυτοεκτίμησης . Είναι πεπεισμένος, ότι ο ελληνικός λαός χρειάζεται σε κάθε σπουδαίο ζήτημα την γνώμη του.

β ) Ο Θεοδωράκης έχει μία δυνατή ροπή σε πρωτοφανή και κάπως ενοχλητικό ναρκισσισμό. Έχει τον διακαή πόθο να εστιάζεται στο επίκεντρο της προσοχής του ελληνικού λαού (π.χ. καρέκλα στην Θεσσαλονίκη και γονάτισμα του Κώστα Ψωμιάδη προ αυτού ), όλοι να τον επαινούν και να τον θαυμάζουν . Έτσι όμως μερικοί επιτήδειοι έχουν την δυνατότητα να τον εκμεταλλευθούν πολιτικά για δικούς τους σκοπούς.

γ ) Με το έντονο ενδιαφέρον για σημαντικά πολιτικά προβλήματα δεν συνάδει η ικανότητα ο Θεοδωράκης να κάνει σωστές πολιτικές αναλύσεις. Ο υπεραναπτυγμένος συναισθηματισμός του τον εμποδίζει να διεισδύει στον πυρήνα των προβλήμάτων ( punctum quaestionis ), κάτι που είναι η αναγκαία προϋπόθεση για την επίλυσή τους.

Σύμφωνα με τους κανόνες της Γενικής Μεθοδολογίας των Ερευνών δέον ο παρατηρητής πολυσυνθέτων κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων να θεωρεί την αντικειμενική πραγματικότητα και να την αντανακλά χωρίς συναισθηματισμούς , ιδεοληψίες , πολυποίκιλες παρωπίδες και τριτοκοσμικό σουρεαλισμό.
Κατόπιν έπεται η συστηματική και χρονοβόρα μελέτη των φαινομένων με τον απώτερο σκοπό επί τη βάσει των κανόνων της Λογικής και της Μεθοδολογίας να βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος της επίλησης των προβλημάτων.
Παρακάτω θα ασχοληθώ με μερικά συγκεκριμένα προβλήματα .

1. Οδηγεί η παγκοσμιοποίηση πράγματι στον “θάνατο Εθνών-Λαών” ;
Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι το βολονταριστικό δημιούργημα σκοτεινών δυνάμεων αλλά έχει αντικειμενικό χαρακτήρα . Στην διαδικασία της παγκοσμιοποίησης συμμετέχουν και χώρες όπως η Κίνα , η Ινδία, η Ρωσία και η Βραζιλία .

2. Η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί έτσι επιπόλαια να χαρακτηρισθεί ως “νέος ολοκληρωτισμός” . Εδώ πρόκειται για αποκυήματα φαντασίας. Υπάρχουν ακόμη ισχυρά έθνη με δικό τους πολιτισμό.

3. Και άλλη θέση του άρθρου , όπου γίνεται λόγος για “παγκόσμια επικράτησητης Παγκόσμιας Διακυβέρνησης” δεν έχει σχέση με την διεθνή πραγματικότητα, όπου υπάρχουν πάμπολα κραταιά και ανεξάρτητα κράτη.

4. Η Τρόϊκα έχει δήθεν δημιουργήσει στην Έλλάδα “συνθήκες ουσιαστικής ξένης κατοχής”.
Ούτε και αυτή η θέση ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ας υπενθυμίσουμε, ότι ο τότε πρωθυπουργός ΓΑΠ είχε αποτανθεί στην Τρόϊκα και ικέτευσε γονυπετής την Τρόϊκα να δώσει στην Ελλάδα τα απαραίτητα δάνεια για να τα διαθέσει το ελληνικό κράτος τους για μισθούς και συντάξεις , γιατί μέσα σε δυό μήνες θα τελείωναν τα χρήματα !

Είναι αυτονόητο και έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις ( π.χ. Βραζιλία, Τουρκία κ.α.), ότι οι πιστωτές δανείζουν υπό όρους και επί τη βάσει συμφωνιών.
Ενώ όμως η Βραζιλία και η Τουρκία έχουν υλοποιήσει τις ειλλημμένες υποχρεώσεις , ξεπέρασαν τις οικονομικές δυσκολίες και εξελίσσονται σε μεγαλοδυνάμεις, παίζει η Ελλάδα επιτυχώς τον ρόλο μίας αναξιόπιστης χώρας (Ιδέ εδώ στο Μπλογγ την μελέτη “Διαχρονική έλλειψη αξιοπιστίας”).

5. Σύμφωνα με το άρθρο είναι σκοπός η “ολοκληρωτική ήττα των δυνάμεων της καταστρεπτικής εισβολής “.
Λυπούμαι πολύ, αλλά εδώ πρόκειται για ένα εξωπραγματικό παραλήρημα , για δονκιχωτισμό και για μία τραγική σύγχιση ονείρων με την πραγματικότητα.

6. Αναφέρεται ακόμη ένας σκοπός και δη η “δημιουργία της Ευρώπης των Λαών, της Ειρήνης και της Προόδου”.
Ο Θεοδωράκης ξεχνά, ότι στην Ευρώπη επικρατεί σχεδόν 70 χρόνια ειρήνη, πράγμα που έχει παγκοσμίως ιστορική σημασία.
Δεν λαμβάνει πέραν τούτου υπόψη, ότι η ΕΕ έχει ακόμη το ανώτερο βιοτικό επίπεδο, εδώ υπάρχουν πράγματι κοινωνικά κράτη του δικαίου και ανώτερος πολιτισμός σε σύγκριση με άλλες περιοχές του κόσμου.
Αλλά στο άρθρο δεν γίνεται λόγος για τις βασικές προüποθέσεις της προόδου στις οποίες ανήκουν πρωτίστως η παραγωγικότητα, η δημιουργικότητα και η ανταγωνιστικότητα.
Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο (Το Βήμα, Τα Νέα, Καθημερινή, iefimerida)

———————————————————————————–

Διάλογος με Κώστα Γαβρά , emotio vs ratio

Διάσημος σκηνοθέτης κινηματογράφου ίσον επιτυχής πολιτικός αναλυτής ; Εκτιμώ τον κ. Γαβρά ως διεθνώς γνωστότατο καλλιτέχνη και τον συμπαθώ ως “τεμέτερον” (“δικός μας”, ποντιακές ρίζες), αλλά αμφιβάλλω, αν αυτός μπορεί να κάνει σωστές πολιτικές αναλύσεις.

Για τον λόγο αυτό θα κάνω σύντομα μερικές απαραίτητες παρατηρήσεις :
α ) Ύστερα από τον εμφύλιο πόλεμο πολλοί ελπιδοφόροι Έλληνες νέοι έφυγαν στη Γαλλία, όπου επικρατούσαν διανοητικά οι Κομμουνιστές, μεταξύ αυτών πρωτίστως ο R. Garοndi και ο J-P. Sartre. Κάτω από την επιρροή τους έχουν εμφανισθεί και Έλληνες, γνωστοί ως διανοούμενοι της Αριστεράς, που έχουν επιδράσει και στον τρόπο σκέψης των Ελλήνων καλλιτεχνών που σπούδασαν η και κατόπιν έζησαν στη Γαλλία. Μεταξύ αυτών είναι ο Μ. Θεοδωράκης και ο K.Γαβράς. Το ίδιο ισχύει και για πολιτικούς της Αριστεράς, ιδίως του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι έχουν κάποτε σπουδάσει στην Γαλλία.

Το χαρακτηριστικό κοινό γνώρισμα όλων αυτών είναι η ισχυρή τάση σε ιδεολογική και πολιτική μεγαλοστομία, πανσοφία και στο πομπώδες. Εκφράζονται συνήθως απόλυτα, δηλαδή διατυπώνουν κατά τη γνώμη τους “απόλυτες αλήθειες” και δεν ανέχονται αντιπαραθέσεις εκ μέρους άλλων.

β ) Όντως ο σημερινός νεοφιλελεύθερος Καπιταλισμός μπορεί μεν να χαρακτηρισθεί “άγριος” , αλλά τι ήταν αυτός στον 19ο και στον 20ο αι. ; Γιατί ξεχνούμε τον ιμπεριαλισμό με τους δύο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους ; Γιατί δεν λαμβάνουμε υπ όψη την ευεργετική επίδραση του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος και ειδικά της Σοσιαλδημοκρατίας στο παρελθόν και τώρα επί του Καπιταλισμού ;

γ ) Ύστερα από την καθολική κατάπτωση του “Υπαρκτού σοσιαλισμού” θα ήταν λογικότερο να είμαστε πιό ρεαλιστές. Οι κομμουνιστικες ουτοπίες τελείωσαν. Η εποχή του επαναστατικού ρομαντισμού παρήλθεν εσαεί . Φυσικά το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να αγωνίζεται για την προάσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων , αλλά καλύτερα με τον βόρειο πολιτισμένο τρόπο και όχι με πρωτόγονους τραμπουκισμούς, όπως συνήθως αυτό γίνεται στην Ελλάδα, όπου οι συνδικαλιστές έχουν εξελιχθεί σε πανκράτος εν κράτει.

δ ) Εάν ο Καπιταλισμός είναι τόσο “άγριος” γιατί έχει το ΚΚ της Κίνας εισαγάγει το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα που οδήγησε στην αποτίναξη της χώρας στις οικονομικά πρώτες θέσεις του κόσμου ; Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες , οι οποίες έχουν ρίξει τον “σοσιαλιστικό” οικονομικό κρατισμό στην κάλαθο των αχρήστων και προωθούν με όλες τις δυνάμεις την επιχειρηματική ιδιωτική πρωτοβουλία.

Στην Ελλάδα τουναντίον όπου στην διάρκεια της Μεταπολίτευσης επικρατούσε πρωτίστως ο οικονομικός κρατισμός και εν μέρει ένας ψευτοσοσιαλισμός τριτοκοσμικού τύπου, συνεχίζονται τα λάθη , τα οποία έχουν οδηγήσει την χώρα στην καταστροφή. Οι κυβερνήσεις δεν καταβάλουν προσπάθειες να επιτευχθεί στα πλαίσια και άλλων απαραίτητων μεταρρυθμίσεων επί τέλους η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων.

Και για τον Κώστα Γαβρά ισχύει το γνωστό γαλλικό ρητό, chacun a sa place που σημαίνει, ο καθένας στην θέση του, δηλαδή στον κλάδο του. Αυτό όμως δεν αποκλείει το δικαίωμα των καλλιτεχνών, να εκφράζουν γενικά την γνώμη τους σε πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, αλλά αυτή δέον να στηρίζεται σε λογικά επιχειρήματα και όχι αποκλειστικά σε συναισθήματα.
Δημοσιευθέν από το 2012 στον ηλεκτρονικό τύπο (iefimerida).

Irak, Konfessions-und Stammesbewußtsein, Kein Staatsbewußtsein,Eine Föderation ?

Irak, Konfessions- und Stammesbewußtsein, kein Nationales und Staatsbewußtsein, Eine Föderation ?

Es sei mir gestattet, etwas Grundsätzliches zu der verworrenen Situation nicht nur in dem Irak zu machen, sonst fällt es uns Europäern aüßerst schwer, uns in dem großen Gewirr von Nationen, Ethnien, Stämmen, Konfessionen und zahlreichen fanatischen Gruppierungen zurecht zu finden.

In Europa haben sich in erster Linie im 18./19. Jh. allmählich zuerst die Nationen herausgebildet , die sich jeweils eigene Nationalstaaten schufen. Die letzten auf diesem Gebiet waren die Deutschen, die Italiener und insbesondere die Balkanvölker.

In Asien und in Afrika sind , abgesehen von wenigen Ausnahmen, insbesondere nach dem Zusammenbruch des Kolonialsystems willkürlich Grenzen gezogen und Staaten geschaffen worden , innerhalb derer suksessive Nationen herausbilden hätten können. D. h. aus den vorhandenen Ethnien und Stämmen sollten Nationen geschmiedet werden als die ethnishe Grundlade des jeweiligen Staatswesens. In concreto bedeutet dies, dass verglichen mit der Entwicklung in Europa der umgekehrte Weg beschritten worden ist und zwar erst die Entstehung eines einheitlichen Staatsbewußtseins und dann die Herausbildung des erwünschten Nationalbewußtseins.

Dies ist jedoch den meisten Staaten nicht ganz gelungen. Es gab schon Anzeichen für die Herausbildung eines Staatsbewußtseins ausgerechnet in Staaten, in denen Diktatoren herrchten (z.B. in Lybien, in dem Irak und in Syrien) jedoch das Stammesbewusstsein sowie das Konfessionsbewußtsein sind nach wie vor derart stark, dass die große Gefahr des Auseinanderfallens der Staatswesen besteht. Gerade das erleben wir gegenwärtig in dem Irak

Die Schiiten haben als die Bevölkerungsmehrheit die Wahlen gewonnen und infolgedessen die Regierungsgewalt übernommen, jedoch die Regierung handelt nur im Interesse der Schiiten und nicht der ganzen irakischen Nation, die ohnehin nur auf dem Papier existiert.
Die Lösung des Problems wird nicht unbedingt die Bildung von drei Staaten sein, weil die Schiiten im Süden und die Kurden im Norden zwar über reiche Erdölquellen verfügen, während die Sunniten solche Reichtümer nicht besitzen, sondern die Schaffung einer irakischen Föderation, also eines Bundesstaates , was übrigens auch für die Ukraine in Frage käme.

Im übrigen sei darauf hingewiesen, dass auch der Iran ethnisch nicht homogen ist, sondern hauptsächlich aus drei Nationen bzw. Ethnien besteht und zwar aus Persern, Arabern und Aserbaidschanern. Es ist nicht ausgeschlossen, dass auch dort in der Perspektive die Frage nach der Bildung einer Föderation zu stellen sein wird. Dies gilt in besonderem maße für Pakistan und AfghanIrakKeinStaatsbewußtseinistan.

Veröffentlicht als Kommentar in : Frankfurter Allgemeine Zeitung (10.8.14), Focus (10.8.14), Die Welt (11.8.14), Die Zeit (11.8.14) , Frankfurter Rundschau (11.8.14), Berliner Zeitung (11.8.14), Wiener Zeitung (11.8.14), ( alle Elektronische Ausgabe).

-Irak, Einheitsstaat oder Föderation ? Irak, Estado Unitario o Federación ? 2014

1.Von Anfang an war der irakische Einheitsstaat eine Fehlgeburt, weil die Unterschiede zwischen den drei Regionen zu groß waren und weiterhin sind. Die Entwicklung hat nunmehr deutlich gezeigt, dass der Einheitsstaat passe ist.

2. Die beste Lösung wäre die Bildung eines Bundesstaates (Föderation). Es gibt zahlreiche Beispiele von durchaus gut funktionierenden Bundesstaaten, jedoch nicht im Orient, in der Geburtsregion des Staates überhaupt schon vor fünf tausend Jahren und zwar stets des Einheitsstaates.

3. Eine weitere Möglichkeit wäre die Gründung von drei Staaten, allerdings hätte diese Lösungsmöglichkeit einen erheblichen Mangel: Der kurdische Norden und der schiitische Süden verfügen über reiche Erdölfelder, während der sunnitische Staat hätte nicht derartige Ressoursen und wäre infolgedessen nicht lebensfähig.

4. Im falle der Gründung von drei Staaten könnten sich die Kurden des Irak mit den Kurden Syriens und in der Perspektive mit den Kurden der Türkei vereinigen und ein neuen Staat gründen und zwar Großkurdistan. Allerdings könnte dies Folgen in dem Iran haben, dessen Staatlichkeit auf drei Grundethnien stützt, auf Perser, Aserbaitschaner und Araber. Hieraus folgt, dass der schiitische Iran und das sunnitische Saudi-Arbien mit allen Mittel versuchen würden , die Bildung von drei Staaten in dem Irak zu verhindern.

Veröffentlicht als Kommentar in : Die Welt (30.6.14), Der Tagesspiegel (7.8.14) , (elektronische Ausgabe).
_______________________________________________

Irak, Estado Unitario o Federación?

( 7 de Agosto de 2014 ), Por: Panos Terz )

(Texto original en Alemán: Irak, Einheitsstaat oder Föderation?. Traducción: Mario Arroyave)

1. El Estado unitario iraquí fue desde un comienzo un error de nacimiento, porque las diferencias entre las tres regiones eran y continúan siendo muy grandes. El desarrollo ha mostrado que el Estado unitario es pasado.

2. La mejor solución sería la creación de una Federación. Existen numerosos ejemplos de Federaciones que funcionan muy bien, sin embargo no oriente, en la región del nacimiento del Estado (unitario) ya hace cinco mil años.

3. Otra posibilidad sería la creación de tres Estados. Sin embargo, esta solución tiene una enorme deficiencia. El norde kurdo y el sur chiíta disponen de ricos campos de petróleo, mientras que el Estado sunita no tendría suficientes recursos, y por lo tanto, no podría sobrevivir.

4. En el caso de la creación de tres Estados, los Kurdos se podrían unificar con los Kurdos-sirios y poner la perspectiva para la unificación con los Kurdos de Turquía y así crear un nuevo Estado, es decir un Grankurdistán.Sin embargo, esto podría tener consecuencias en Irak, cuya estatalidad se fundamenta sobre tres principales etnias: persas, azerbaiyanos y arabes.

De esto se deriva que la Iran chiíta y la Arabia Saudita sunita intenten con todos sus medios impedir la creación de tres Estados en Irak.

Publicado como comentario en : Die Welt (30.6.14), Der Tagesspiegel (7.8.14). Versión Electrónica

Kurdischer Staat, Irakische Souveränität und Kurdisches Selbstbestimmungsrecht

Kurdischer Staat, Irakische Souveränität und Kurdisches Selbsbestimmungsrecht,

-Kurdischer Staat, Szenario (2014)

1. Die Schaffung eines kurdischen Staates wäre unbestritten die Realisierung des Selbstbestimmungsrechts der irakischen Kurden.

2. Gleich danach werden die Kurden Syriens, der Türkei und des Iran versuchen, sich mit diesem Staat zu vereinigen.

3.Jedoch aus Sicht der irakischen Verfassung und allgemeiner des Staatsrechts des Irak sowie der erwähnten Nachbarstaaten wäre die Separation Hochverrat.

4. Es liegt Grund zu der Annahme, dass patriotisch gesinnte Kräfte unter den Sunniten und den Schiiten gemeinsam militärisch gegen die Kurden vorgehen werden.

5. Die Nachbarstaaten , insbesondere die Türkei, werden Separationsbestrebungen der Kurden mit aller Kraft niederschlagen. Es wird in dieser Region eine allgemeine Destabilisierung mit weitreichenden Konsequenzen entstehen.

6. Schlussfolgerung : Einerseits sollten den Kurden für die Zwecke des Kampfes gegen die islamistischen Terror-Banden Waffen zur Verfügung gestellt werden, andererseits sollten jedoch als Gegenleistung die Kurden verpflichtet werden , gegenwärtig keinen unabhängigen Staat Kurdistan auszurufen.

Veröffentlicht als Kurz-Kommentar in : Focus , Spiegel, Die Welt,Zeit (18.8.14) (alle elektronische Ausgabe).

-Irakische Staatliche Souveränität und Kurdisches Selbstbestimmungsrecht

Im Allgemeinen stützt sich die Souveränität eines Staates auf das Selbstbestimmungsrecht der Nation oder der Nationalitäten. D.h., das mit der Staatsgründung das Selbstbestimmungsrecht der Nation(nen) verwirklicht wird. Danach geht es entweder um die Minderheitenrechte oder allgemeiner um die Menschenrechte.

Der Staat Irak mit seinen drei Bevölkerungsgruppen (Schiiten,Sunniten, Kurden) besteht zwar mit einer Zentralregierung und einer Verfassung, jedoch ist er funktionsuntüchtig. Es ist eine Frage der Zeit, wann er auseinander fällt.

Die kurdische Ethnie in dem Irak wurde des öfteren brutal unterdrückt und es wurde an ihr unter dem brutalen orientalischen Despoten Sadam Hussein Völkermord begangen. Daher ist es durchaus verständlich, dass die Kurden den Wunsch haben, endlich Aeinen eigenen Staat zu gründen.

Solange jedoch die Verfassung , wenn auch nur formal, gilt, wird die einseitige Ausrufung eines Kurdenstaates als Hochverrat zu bewerten sein. In einem solchen Fall wäre es nicht ausgeschlossen, dass unter Umständen Sunniten (nicht das „Kalifat“) und Schiiten sich gegen diesen Staat massiv verbünden.

Nach der möglichen Gründung eines Kurdenstaates im Nordirak würden die Kurden in Syrien und vielleicht auch in der Türkei ins Licht der Öffentlichkeit rücken. Es wäre durchaus möglich, dass das Territorium der syrischen Kurden dem neuen Staat zugeschlagen wird. Das hätte allerdings ein massives militärisches Vorgehen der syrischen Regierung gegen die abtrünnigen Kurden zur Folge.

Sollten die türkischen Kurden eine Separation und anschließend eine Vereinigung mit dem kurdischen Kernstaat anstreben, dann würde ohne Übertreibung die Türkei ihre gesamte Armee gegen die Kurden einsetzen.

Es wäre zumindest staatsrechtlich möglich, einen neuen irakischen Staat in Form einer Föderation zu gründen, was jedoch gegen die orientalische Tradition der Einheitsstaaten verstoßen würde. Im Prinzip ist der Bundesstaat nur in einigermaßen demokratischen Staaten üblich. Völkerrechtler

Veröffentlicht als Fach-Kommmentar in : Frankfurter Allgemeine Zeitung (7.7.14) , Die Welt (11.8.14), Die Zeit (11.8.14), Der Tagesspiegel (11.8.14), (alle elektronische Ausgabe).

Israel-Palästinenser, Völkerrechtliche Sicht, Israelis y Palestinos, Selbstverteidigungsrecht Israels, Voraussetzungen für Erfolgreiche Verhandlungen

Israel und die Palästinenser aus völkerrechtlicher Sicht (sachlich und neutral), Die Zwei-Staaten Lösung

1. Beide, das israelische Volk und das palästinensische Volk, besitzen das völkerrechtlich verbriefte Selbstbestimmungsrecht. Das israelische Volk konnte unter bestimmten historischen Bedingungen in einem Gebiet, das keine terra nullius (Niemandsland) war, durch die Gründung des jüdischen Staates Israel sein Selbstbestimmungsrecht verwirklichen.
Das palästinensische Volk konnte hingegen sein Selbstbestimmungsrecht  bisher nur partiell durch die Bildung einer Autonomiebehörde realisieren. Es hat aber ebenfalls das originäre Recht auf Eigenstaatlichkeit.
Staaten, die das palästinensische Volk daran hindern, dieses Recht zu verwirklichen, verletzen schwerwiegend das Völkerrecht und zwar in zweifacher Hinsicht: Zum einen gehört das Selbstbestimmungsrecht zu den sieben grundlegenden Prinzipien des Völkerrechts, die eine Art Verfassung der gesamten internationalen Rechtsordnung darstellen. Zum anderen wird das Selbstbestimmungsrecht spätestens seit den zwei Menschenrechtskonventionen von 1966 als das höchste kollektive Menschenrecht betrachtet (Interpretationsfrage).

2. Der Staat Israel besitzt gemäß Völkerrecht Souveränität, d. h. vor allem Gebiets- und Personalhoheit. Hieraus ergeben sich sein Recht und seine Pflicht, für den Schutz seiner Bürger vor äußeren Gefahren zu sorgen. Er hat ferner ebenfalls das völkerrechtlich verbriefte Recht auf Unantastbarkeit seines Gebietes sowie seiner Grenzen.
Seine Nachbarn haben die Pflicht, dieses Recht ohne Einschränkung zu respektieren. Andernfalls verletzen sie das Völkerrecht. Dies kann durch aktives Tun oder durch Unterlassen geschehen.
Es ist jedoch mit Nachdruck klarzustellen: Der völkerrechtliche Schutz bezieht sich auf die völkerrechtlich legitimierten Grenzen und nicht auf die gewaltsam geschaffenen Demarkationslinien. Das heißt: Die durch den Krieg von 1967 entstandenen Demarkationslinien genießen keinen uneingeschränkten völkerrechtlichen Schutz.

3. Der Staat Israel hat im Zuge des Krieges von 1967 Territorien seiner Nachbarn besetzt (occupatio bellica: kriegerische Besetzung). Kurz nach dem Krieg hat allerdings Israel einen verhängnisvollen Schritt getan: Gebiete arabischer Staaten sind teilweise annektiert worden. In den annektierten fremden Territorien sind Siedlungen für israelische Einwanderer errichtet worden, um u.a. fait accompli (vollendete Tatsachen) zu schaffen.
Damit hat Israel die internationale Rechtsordnung schwerwiegend verletzt. Hierbei handelt es sich nicht nur um einen Angriff auf das gesamte Völkerrecht, sondern auch um einen tragischen Irrtum Israels. In der UNO-Prinzipien-Deklaration, die 1970 einstimmig angenommen worden ist und nach der UNO-Charta das zweitwichtigste internationale Dokument ist, heißt es: “Eine durch Gewaltandrohung oder Gewaltanwendung vollzogene territoriale Aneignung darf nicht als rechtmäßig anerkannt werden”.

Israel versucht zudem, aus der völkerrechtswidrigen Besetzung arabischer Gebiete eine Art Gewohnheitsrecht zu schaffen. Die arabischen Nachbarstaaten haben gegen diese völkerrechtswidrigen Praktiken Israels permanent protestiert und damit die Entstehung eines “Gewohnheitsrechts” verhindert. Es gilt also der Rechtsgrundsatz ” ex iniuria non ius oritur ” (aus Unrecht erwächst kein (Gewohnheits)- Recht” ). Gerade die Besetzung und die teilweise Annexion arabischen Territoriums ist der Dreh- und Angelpunkt des israelisch-palästinensischen Konfliktes. Ohne Beilegung dieses Konfliktes auf der Grundlage des Völkerrechts kann es in dieser Region keinen Frieden geben.

4. Das palästinensische Volk ist in Gestalt der PLO ein Völkerrechtssubjekt, also ein Träger von Rechten sowie von Pflichten im Sinne des Völkerrechts. Ferner ist die Autonomiebehörde ein Staat ” in statu nascendi ” (“im Entstehungszustand”). Die palästinensische Regierung hat die Pflicht, dafür zu sorgen, dass von palästinensischem Territorium aus keine Gewaltakte gegen Israel verübt werden.
Das Problem besteht allerdings darin , dass ein Teil des palästinensischen Territoriums , namentlich der Gaza-Streifen, nicht von der Autonomiebehörde, sondern von einer extremistischen und als international als terroristisch qualifizierten politischen Organisation, die Hamas verwaltet wird, die ganz offiziell und häufig erklärt hat, den Staat Israel vernichten zu wollen. Dies ist eine permanente Völkerrechtsverletzung. Von dem Territorium des Gaza- Streifens aus werden ziemlich oft wahllos Raketen, vor einigen Tagen über vier tausend (!) auf Israel abgefeuert.
Hierbei handelt es sich eindeutig um einen völkerrechtswidrigen Aggressionsakt. Daher ist Israel berechtigt, mit den erforderlichen militärischen Mittel darauf zu reagieren und die Raketenstellen vollständig zu vernichten. Das steht aus völkerrechtlicher Sicht außer Zweifel.

5. Die berechtigten Reaktivmaßnahmen Israels sind jedoch nicht grenzenlos, weil der Grundsatz der Verhältnismäßigkeit gilt. Die Verletzung dieses Grundsatzes stellt einen  Exzess (völkerrechtswidrige Übertreibung) also ebenfalls eine Völkerrechtsverletzung dar.
6. Israel hat kein Recht, die Gründung eines palästinensischen Staates zu verhindern, denn es handelt sich um die Verwirklichung eines völkerrechtlich verbrieften Grundrechts der palästinensischen Bevölkerung. Die Fortsetzung der jetzigen israelischen Politik gegenüber den Palästinensern könnte sich in der Perspektive zu einem Existenz gefährdenden Bumerang für Israel entwickeln.
Andererseits hat man Grund anzunehmen, dass gewichtige arabische Staaten sich über einen Staat der Palästinenser nicht unbedingt freuen würden. Außerdem gibt es unter den Palästinenser kaum Übereinstimmung darüber, was sie tatsächlich wollen. Es darf in diesem Zusammenhang daran erinnert werden, dass unmittelbar nach dem Verlassen des Gaza-Streifens durch die israelische Armee, die fanatische Hamas die moderate Hauptorganisation Fatah regelrecht beseitigt hat. Sie versucht etwas Ähnliches auch in West-Jordan zu tun. Kommt es nunmehr im Gebiet der Autonomie-Behörde zu Wahlen, so könnte nicht ausgeschlossen werden, dass die Hamas sie gewinnt.

Hieraus ergibt sich, dass zwei unabdingbare Voraussetzungen vorliegen müssen, dass im Rahmen der Zwei-Staaten Regelung ein palästinensischer Staat gegründet wird: a) Eine einheitliche palästinensische Führung; b) das Einverständnis Israels. Dazu können nur die USA einen effektiven Beitrag leisten. Die EU hingegen vermag keine Rolle zu spielen. Dies gilt uneingeschränkt auch für Deutschland.

veröff. in: Süddeutsche Zeitung (2.7.14, 29.1.20), Die Welt (13.7.14, 29.1.20) , LVZ  (6.5.19), Münchner Merkur (7.8.19, 29.1.20), Neue Zürcher Zeitung (22.11.19, 29.1.20, 16.11.23), Frankfurter Allgemeine Zeitung, Stern, Zeit (29.1.20, 11.6.20,22.5.21), Berliner Zeitung (8.6.22, 15.2.23), taz (30.7.22)

________________________________________

-Israelíes y Palestinos: una mirada neutral desde el derecho internacional
27 de Julio de 2014 , Por: Panos Terz.
(Texto original en Alemán: Israel-Palästinenser, Eine neutrale völkerrechtliche Sicht. Traducción: Mario Arroyave)

Ya me he pronunciado en la prensa sobre el conflicto desde una mirada particular del derecho internacional. Aquí un corto resumen:
1. Israel posee un derecho de existencia internacional legitimo, cuyo reconocimiento es la conditio sine qua non (presupuesto indispensable) para las relaciones normales de los israelíes con los palestinos
2. Solo los límites estatales de Israel antes de la Guerra de 1967 poseen legitimación de derecho internacional. Sobre estos límites deben negociar seriamente las partes en conflicto.
3. Israel debe terminar al fin con ocupación del territorio palestino violadora del derecho internacional, ya que ex iniuria non ius oritur (de un injusto no nace el (costumbre) derecho)
4. El objetivo de Hamas de destruir a Israel representa una violación permanente de la Carta de Naciones Unidas (Art. 2 N° 4 utilización de la violencia y prohibición de la amenaza de uso de la violencia).
5. Israel posee sin discusión un derecho de defensa. En las confrontaciones militares entre las partes en guerra (Israel y Hamas) están obligadas a respetar las normas del derecho internacional humanitario.
6. El pueblo palestino no está representado internacionalmente a través de Hamas, sino a través de la Alta Autoridad (Estado en proceso de nacimiento). Sin la desmantelación de Hamas no pueden haber negociaciones serías.
Comentario especializado publicado en: Neue Zürcher Zeitung (27.7.14.) und Frankfurter Rundschau 28.7.14,(Los dos en versión electrónica),

________________________________________________________

Israel-Palästinenser , Knappe allgemeinpolitische und kulturell-historische Bemerkungen

Die folgenden Bemerkungen könnten dazu beitragen, die gefährliche Situation im Nahen Osten besser einzuordnen:
1.Israel gehört zweifelsohne zu dem Kulturkreis des Westens, während die Palästinenser Bestandteil des Kulturkreises des Islam sind.
2.Die wichtigsten Merkmale unseres Kulturkreises sind die folgenden: Anthropozentrismus, Demokratie, Rechtsstaatlichkeit, bürgerliche Freiheiten und Menschenrechte, Gleichberechtigung der Geschlechter, Dialogbereitschaft in sozialen und politischen Fragen, Kreativität des freien Individuums, Staatsbewusstsein und Rechtsbewusstsein des Bürgers.
All dies gilt auch für Israel mit Ausnahme der Orthodoxen Juden.
3. Die bestimmenden Merkmale des Kulturkreises des Islam sind der Theozentrismus, die Großfamilie, der Patriarchat, der Nepotismus, die Hierarchien, das konfrontative Grunddenken, das spekulative Denken und die Verschwörungstheorien.
4. So prallen die beiden wichtigen Kulturkreise im Nahen Osten hart aufeinander. Hier geht es nicht um die falsche Theorie von dem Kampf der Kulturen Samuel Huntingtons. Um es zu unterstreichen: Israel ist ein Teil des hochentwickelten Westens in dem hoffnungslos zurückgebliebenen Orient. Im Fall der Fälle wird daher der Westen den Staat Israel nicht fallen lassen.
Dies ist an die Adresse jener islamistischer Extremisten gerichtet, die von der Vernichtung Israels träumen.
Klarstellung: Meine Position ist neutral, aber sehr realistisch. Jahrzehntelang hatte ich Studenten und Doktoranden auch aus dem islamischen Kulturkreis!
Frankfurter Allgemeine Zeitung (10.7.14), NZZ (16.11.23)

_____________________________________________________________________

-Israel und Palästinenser, Differenzierung
1.Israel ist einerseits ein hochentwickelter Rechtsstaat, der einzige im gesamten Orient, der andererseits große Probleme mit dem Völkerrecht und speziell mit dem Humanitären Völkerrecht (früher Gebräuche und Gesetze des Krieges ) hat.
So denken die meisten israelischen Regierungen nicht in Kategorien des Völkerrechts, sondern der political scienses (Politikwissenschaften ) wie nationales Interesse, nationale Sicherheit und Macht. Das haben sie von den USA übernommen.
2. Differenzierung :
a) Zwischen der grundsätzlich moderaten Autonomiebehörde in Ramala und der fanatischen Hamas im Gaza-Streifen gibt es einen großen Unterschied. Während z.B. die Fatah den Staat Israel im Prinzip anerkennt, ist die totaleVernichtung Israels das Hauptziel der Hamas. Allein dies ist eine Völkerrechtsverletzung (Gewaltandrohung und hin und wieder auch Gewaltanwendung).
b) Offiziell nur der großspurige ehemalige iranische Präsident Ahmadinedschat bekundete häufig seine Absicht, Israel zu zerstören. Also empfiehlt es sich für Israel , differenzierter zu denken und zu handeln.
Focus ( 6.7.14)

_______________________________________________

Gewalt in Nahost
Problemlösung

Voraussetzungen für ergebnisorientierte Verhandlungen 1. Israel beendet den Bau von Siedlungen, was sich nicht im rechtsfreien Raum bewegt, wie einige meinen, sondern eindeutig völkerrechtswidrig ist. Es gibt aber einen Rechtsgrundsatz, den man nicht ohne weiteres ignorieren darf : ex iniuria non ius oritur : aus dem Unrecht erwächst kein Recht. 2. Die chaotische und anarchische Hamas, dem Wesen nach eine Terrororganisation, muss endlich mit dem Raketenbeschuß Israels aufhören, sonst kommt es zu völkerrechtlich erlaubten Gegenschlägen seitens Israels. Das palästinensische Problem besteht allerdings darin, dass ihre regierungsähnliche Behörde im Westjordan das irrationale Handeln der Hamas nicht beenden kann. Die endgültige Lösung des eigentlichen israelisch-palästinensischen Problems. Focus (5.7.18)

________________________________________________________

Nah Ost

Zu Wolfssohn : Brennpunkt statt friedlicher Revolution: Nahost zerbröselt – Wie Politik, Wissenschaft und Experten versagen
——————————-

Subjektivistisch bis voluntaristisch
Seit Jahren lese ich als neutraler Beobachter der Situation im Nahen Osten mit Interesse die Artikel des Herrn. Wolfssohn.
Anbei mein Gesamteindruck :

a) Sein verständliches Eintreten für die Interessen Israels verperrt den Blick für eine objektive, d. h. vor allem für eine wissenschaftliche Analyse. Daher ist auch sein Subjektivismus , ja voluntarismus verständlich.
b) Er ist Historiker, aber tritt auf eher als Politologe, insbesondere als Vertreter der Fachdisziplin Internationale Beziehungen , manchmal sogar der Theorie der iInternationalen Beziehungen, der Arabistik etc. auf.
Daher werde ich mir erlauben , mich in der näheren Zukunft mit seinen Ansichten auseinander zu setzen. Hoffentlich wird die Redaktion meine Kommentare veröffentlichen. Focus (25.6.14)

___________________________________________________

-Israel und sein Sebstverteidigungsrecht
Hat Israel ein Selbstverteidigungsrecht ?

Die Beantwortung der obigen Frage darf nicht subjektiv , sondern muss objektiv begründet sein.

Unabhängig von dem höchstkomplizierten Nah-Ost-Konflikt speziell zwischen Israel und den Palästinensern (Vgl. hierzu ausführlich hier im Blog die Expertise “Israelis und Palästinenser aus Sicht des Völkerrehts”), hat in diesem Falle (häufige Raketenagriffe vom Gaza-Streifen aus) Israel das völkerrechtlich verbriefte Recht einzumarschieren und die in Frage kommenden Raketenstellungen vollständig zu zerstören.

Israel darf jedoch keine zivilen Einrichtungen (z.B. Schulen, Krankenhäuser etc.) angreifen. Es entspricht grundsätzlich den Interessen Israels, das Kriegsrecht (humanitäres Völkerrecht) zu respektieren und nicht unbedingt das archaische Prinzip „Auge um Auge, Zahn um Zahn“ anzuwenden, was übrigens auf Hammurabi zurück zu führen ist (vor 3.750 Jahren) und viel später von den Hebräern übernommen worden ist.
Focus (4.7.14), Wiener Zeitung ( 5.7.14) und Salzburger Nachrichten (5.7.14), alles elektronische Ausgabe.

-Israel-Palästinenser, Voraussetzungen für Ergebnisorientierte Verhandlungen

1. Israel beendet den Bau von Siedlungen, was sich nicht im rechtsfreien Raum bewegt, wie einige meinen, sondern eindeutig völkerrechtswidrig ist.
Es gibt aber einen Rechtsgrundsatz, den man nicht ohne weiteres ignorieren darf : ex iniuria non ius oritur : aus dem Unrecht erwächst kein Recht. In der breiteren Interpretation : Aus der Gewohnheit erwächst kein Gewohnheitsrecht. Es ist im Völkerrecht so, dass der wiederholte Protest seitens des Opfers die Entstehung des Gewohnheitsrechts verhindert.
Kurzum: Die illegalen Siedlungen vermögen niemals Recht zu schaffen. Also keine „normative Kraft des Faktischen“.

2. Die chaotische und anarchische Hamas, dem Wesen nach eine Terrororganisation, muss endlich mit dem Raketenbeschuss Israels aufhören, sonst kommt es zu völkerrechtlich erlaubten Gegenschlägen seitens Israels (Selbsverteidigungsrecht).

Das palästinensische Problem besteht allerdings darin, dass ihre regierungsähnliche Behörde im Westjordan das irrationale Handeln der Hamas nicht beenden kann.

Die endgültige Lösung des eigentlichen israelisch-palästinensischen Konfliktes kann in der Perspektive unter günstigeren nationalen und internationalen Bedingungen und mit internationaler Vermittlung erreicht werden. Völkerrechtler
Focus (elektronische Ausgabe), 6.7.14.

————————————————————————————————–

Israel, Annexion von Teilen der Golan-Höhe

 

Zu den “allgemeinen Rechtsgrundsätzen der zivilisierte Nationen (Begriff aus dem Statut des Internationalen Gerichtshofes) gehört auch folgender : Ex injuria non jus oritur : Aus Unrecht erwächst kein Recht. Ferner egibt sich aus der occupatio bellica (Kriegsbesetzung) kein Annexionsrecht. Hierbei handelt es sich nicht nur um einen Angriff auf das gesamte Völkerrecht, sondern auch um einen tragischen Irrtum Israels. In der UNO-Prinzipien-Deklaration, die 1970 einstimmig angenommen worden ist und nach der UNO-Charta das zweitwichtigste internationale Dokument ist, heißt es : “Eine durch Gewaltandrohung oder Gewaltanwendung vollzogene territoriale Aneignung darf nicht als rechtmäßig anerkannt werden”.

Israel versucht zudem , aus der völkerrechtswidrigen Besetzung arabischer Gebiete eine Art Gewohnheitsrecht zu schaffen. Die arabischen Nachbarnstaaten haben gegen diese völkerrechtswidrigen Praktiken Israels permanent protestiert und damit die Entstehung eines “Gewohnheitsrechts” verhindert.

Süddeutsche Zeitung Facebook, Die Zeit, Der Tagesspiegel (22.3.19)

———————————————————————————-

Israel-Araber, Kriege

Die Kriege von 1948 und 1973 sind von den arabischen Staaten ausgegangen, während der Krieg von 1967 von Israel begonnen wurde. Ursprünglich hatten die arabischen Staaten vor, Israel anzugreifen. Dagegen war allerdings die UdSSR. Nach der militärischen Niederlage vor allem der ägyptischen Armee protestierten tausende von Ägyptern in Kairo vor der sowjetischen Botschaft und warfen der UdSSR Verrat vor. Sie waren dabei, die Botschaft zu überfallen. Nasser jedoch stand vor dem Botschaftsgebäude und sagte wörtlich : Nur über meine Leiche. Argument der besiegten Araber : Wenn sich die UdSSR nicht eingemischt hätte, hätten die Araber Israel vernichtend geschlagen.  Neue Zürcher Zeitung Facebook (23.3.19)

Israel-Hamas, Verletzung des Völkerrechts beiderseitig, Feuerpause, Beendigung der Kriegshandlungen

Israel-Hamas, Beachtung des humanitären Völkerrechts

Einleitende Worte: a) Israel hat seit seiner Existenz 1948 systematisch palästinensisches Gebiet annektiert und damit das Völkerrecht immer wieder schwerwiegend verletzt. b) Die Terror-Organisation Hamas will nicht nur den Staat Israel zerstören, sondern auch die Juden physisch vernichten. Die Barbareien und Bestialitäten der Hamas-Kämpfer vor einigen Tagen, wie massenweise Tötung von friedlich feiernden jungen Israelis,die Tötung fast aller Einwohner eines Ortes, das Köpfen und Verbrennen von Babys und die Entführung von Zivilisten (alte Frauen, Mütter mit Kindern und Kranken) verdeutlichen die Absicht der Hamas, viele wie möglich Juden zu liquidieren. Hierdurch wird jedoch das Humanitäre Völkerrecht ebenso schwerwiegend verletzt.
1. Die Gaza-Behörde weder ein Staat im Sinne des Völkerrechts noch ein Staat in statu nascendi ( im Entstehungsprozess), sondern dem Wesen nach eine Terrororganisation, die Terrorakte als etwas Selbstverständliches begeht. Somit werden alle Tatbestände der 2001 von der UNO ausgearbeiteten Terror-Definition erfüllt: Terror ist eine Handlung, die den Tod oder schwerwiegende Verletzungen bei Zivilisten verursachen kann und dabei die Absicht besteht, bei der Bevölkerung Angst hervorzurufen.
2. Die nicht anerkannte Staatlichkeit des Gaza-Streifens und darüber hinaus die fast internationale Qualifizierung der Hamas als Terrororganisation ändern nichts daran, dass der Staat Israel wie jeder andere Staat das völkerrechtlich verbriefte Selbstverteidigungsrecht besitzt. D.h., konkret, dass Israel mit allen Mitteln gegen die militärischen Einrichtungen, gegen bewaffnete Formationen sowie gegen die Führung dieser Organisation vorgehen darf. Bei der Durchsetzung dieses Rechts ist Israel, wie jeder andere Staat dazu verpflichtet, die Bestimmungen des humanitären Völkerrechts (Gebräuche und Gesetze des Krieges, “Kriegsrecht”, jus in bello), und genauer das Ergänzungsprotokoll zu den Genfer Abkommen vom 12.
August 1949 über den Schutz von Opfern internationaler bewaffneter Konflikte (Protokoll I) vom 10. Juni 1977 und das Ergänzungsprotokoll II gleichen Datums bei „nicht internationalen bewaffneten Konflikten“ zu respektieren.
Folgend werde ich mich darauf beschränken, die infrage kommenden Bestimmungen zu erwähnen. Ich überlasse es den Lesern, die notwendigen Schlussfolgerungen daraus zu ziehen. Art. 51 (Schutz der Zivilbevölkerung), Ziff. 4, Buchst. c: „Unterschiedslos geführte Angriffe sind verboten. Unterschiedslos geführte Angriffe sind : „solche, bei denen Kampfmethoden oder Kampfmittel angewandt werden, deren Auswirkungen nicht so begrenzt werden können, wie es dieses Protokoll fordert und die folglich solcher Art sind, dass sie militärische Ziele und Zivilpersonen oder zivile Objekte ohne Unterscheidung treffen können“.Ziff. 5 , Buchst. a und b: Unter anderem sind folgende Angriffsarten als unterschiedslos zu betrachten: „ein Bombenangriff …, bei dem eine Anzahl deutlich getrennter und zu unterscheidender militärischer Ziele, die sich in einer Stadt…,befinden, als ein einziges militärisches Ziel behandelt werden und ein Angriff, von dem erwartet werden kann, dass er auch Verluste unter der Zivilbevölkerung und Verwundungen von Zivilpersonen, … zur Folge hat, die in keinem Verhältnis zu dem erwarteten konkreten und direkten militärischen Vorteil stehen würden“. Die Hamas verletzt diese Bestimmungen schwerwiegend.
Ziff. 7: „Die Anwesenheit oder Bewegungen der Zivilbevölkerung oder einzelnen Personen dürfen nicht benutzt werden, um militärische Operationen von bestimmten Punkten oder Gebieten fernzuhalten, insbesondere in dem Bemühen, militärische Ziele vor Angriffen zu bewahren oder militärische Operationen zu decken, zu begünstigen oder zu behindern. Die am Konflikt beteiligten Parteien dürfen die Bewegung der Zivilbevölkerung oder einzelner Zivilpersonen nicht mit der Absicht lenken, militärische Ziele vor Angriffen zu bewahren oder militärische Operationen zu decken“. Dies trifft auf die Hamas zu. Aber der Ziff. 8 stellt unmissverständlich klar: “Eine Verletzung dieser Verbote entbindet keine der am Konflikt beteiligten Parteien von ihren rechtlichen Verpflichtungen gegenüber der Zivilbevölkerung und Zivilpersonen, einschließlich der Verpflichtungen, die in Art. 57 vorgesehenen Vorsorgemaßnahmen zu treffen“. Dies gilt für Israel.
Art. 52, Ziff. 1: „Zivile Objekte dürfen weder zum Gegenstand von Angriffen noch von Vergeltungsmaßnahmen gemacht werden“. Dies gilt eindeutig für Israel, das Häuser von Hamas-Funktionären und der Familie von Selbstmordattentätern systematisch in die Luft gesprengt hat. Ziff. 3 enthält vielleicht eine besonders wichtige Bestimmung: “Bestehen Zweifel, ob ein Objekt, das normalerweise zivilen Zwecken dient, wie eine Kultstätte, ein Wohnhaus oder andere Wohnstätten oder eine Schule, benutzt wird, um einen effektiven Beitrag zur militärischen Aktion zu leisten, wird angenommen, dass es nicht so benutzt wird“.
Nun tritt der besonders traurige Fall, dass eine Schule oder ein Krankenhaus bombardiert wird, dann gäbe es zwei Varianten; UN-Schule mit vielen Kinder-Opfern etwas genauer untersucht. Mögliche Varianten: a) Die genannten Gebäude werden bombardiert, obwohl möglicherweise bekannt ist, dass sich darin Flüchtlinge, vor allem zahlreiche Kinder aufhalten. Das wäre gemäß Art. 6, Buchst. b des Statuts für den Internationalen Militärgerichtshof vom 8. August 1945 ein Kriegsverbrechen. b) Diese werden aus Versehen bombardiert. Dann liegt sozusagen eine grobe Fahrlässigkeit vor. Auch in diesem Falle läge ein Kriegsverbrechen vor. c) Hamas –Kämpfer verschanzen sich in den Gebäuden und von dort aus beschießen die israelischen Soldaten. In diesem Falle läge zwar ein Kriegsverbrechen vor, jedoch sollte auch die Schuld der Hamas erwähnt werden, denn sie verletzt absichtlich und schwerwiegend eindeutig die obigen Bestimmungen des humanitären Völkerrechts.
Abschließend ist darauf hinzuweisen, dass solche Feinheiten die Hamas nicht im Geringsten interessieren, denn sie feuert Raketen auf israelische Städte unterschiedslos mit der Absicht, so viele wie möglich israelische Zivilisten zu töten. Auch das gehört unbestritten zu den Kriegsverbrechen. Wenn aber die Raketen moderner wären und eine höhere Zerstörungskraft, besäßen, dies könnte nach einigen Jahren durchaus möglich sein, dann läge das Verbrechen gegen die Menschlichkeit vor (Art. 6, Ziff. c, des oben genannten Statuts für den Internationalen Militärgerichtshof).
Die angekündigte totale Abriegelung des Gazastreifens bei einer völligen Unterbrechung von Wasser-, Strom-, Lebensmittel- und medizinischer Versorgung würde nach der UNO-”Konvention über die Verhütung und Bestrafung des Völkermordes” von 1948, Artikel 2, Buchst. c) den Tatbestand des Völkermordes erfüllen: “vorsätzliche Auferlegung von Lebensbedingungen für die Gruppe, die geeignet sind, ihre körperliche Zerstörung ganz oder teilweise herbeizuführen”. Professor i.R., Dr.,Dr.sc.,Dr.habil., Völkerrechtler
Neue Zürcher Zeitung, Frankfurter Allgemeine Zeitung (12.10.23)

Zeit (21.5.21),Neue Zürcher Zeitung (5.8.14), Wiener Zeitung (4.8.14, 21.5.21) , Focus (4.8.) ,Tagesspiegel (8.8.14, 26.3.19), Neue Zürcher Zeitung  Facebook (30.1.19), FAZ und Süddeutsche Zeitung Facebook (15.3.19). Münchner Merkur (15.3.19), FAZ Facebook (27.3.19), SDZ Facebook (27.3.19), SDZ (6.8.22)

____________________________________________________________________

Knappe Bemerkungen
1. Es liegt ein internationaler consensuns generalis vor, dass die Hamas eine Terrororganisation ist.
2. Der Gaza-Streifen ist weder ein Staat, noch ein Staat in statu nascendi (im Entstehungsprozeß) , noch ein staatsähnliches Gebilde.
3. Israel besitzt das Selbsverteidigungsrecht , hat jedoch bei seiner Ausübung den Grundsatz der Verhältnismäßigket zu respektieren, sonst läge ein Exzeß vor. Die Zeit (15.3.19)

————————————————————————————

-Israel-Hamas, Feuerpause, Beendigung der Kampfhandlungen, Beendigung des Kriegszustandes, Abschluß eines Friedensvertrages

Es lohnt sich wohl, sich mit diesen Termini technici etwas genau zu befassen.
Feuerpause : Vorübergehende , d. h. für eine begrenzte Zeitspanne, Beendigung der Kampfhandlungen. Dies kann dennoch als ein kleiner Erfolg bewertet werden.

Bei einer größeren Verlängerung der Feuerpause kann diese Voraussetzungen für die Vereinbarung über die endgültige Beendigung der Kampfhandlungen schaffen.
Hier beginnen die Probleme, weil die Hamas niemals damit einverstanden wäre, weil sie sich das Ziel gestellt hat, Israel mit militärischen Mitteln zu vernichten. Dies gleicht einer permanenten Kriegserklärung.

Normalerweise folgt der Beendigung der Kampfhandlungen auch das Ende des Kriegszustandes.
Hierin liegt der Kern des Problems zwischen Israel und der Hamas , die davon ausgeht, im Rahmen eines fortdauernden Kriegszustandes zu handeln. Sie betrachtet dabei ihr militärisches Vorgehen als legitimen Kampf gegen die israelische Okkupation, obwohl Israel den Gaza-Streifen bereits 2005 freiwillig verlassen hat und infolgedessen keine Besatzungsmacht ist.

Die Hamas geht jedoch von der Prämisse aus, für das gesamte palästinensische Volk zu handeln, d.h. auch für jene, die im West-Jordan leben, mit dem politischen Ziel sukzessive die Fatah beiseite zu schieben, die Führung aller Palästinenser zu übernehmen und schließlich den ersehnten islamischen Gottesstaat zu schaffen und Israel zu eliminieren.

Der Beendigung des Kriegszustandes folgt normalerweise relativ schnell durch den  Abschluß eines Friedensvertrages, dem aber die Hamas niemals zustimmen würde. Im Unterschied dazu könnte angenommen werden, dass vernünftig denkende Politiker der Fatah (Autonomie-Behörde in West-Jordan), unter Umständen natürlich mit internationalen Garantien an einem ergebnisorientierten Friedensprozeß teilnehmen würde.
Frankfurter Rundschau ( 27.7.14. ), Der Tagesspiegel (26.3.19, Münchner Merkur (26.3.19), FAZ Facebook (27.3.19), SDZ Facebook (27.3.19), Berliner Zeitung, NZZ ( 8.8.22)

Πατριαρχία vs Μητριαρχίας

 

Πατριαρχία vs Μητριαρχίας

Πότε, πού και διατί έχει αντικαταστήσει ο θεός την θεά ;

Πολλοί ειδικοί αρχαιολόγοι πρεσβεύουν την άποψη, ότι η ριζική μεταλλαγή των παραγωγικών δυνάμεων μέσω της εφεύρεσης του αλετριού, η επιτευχθείσα υπερπαραγωγή των δημητριακών προϊόντων και επί τη βάσει αυτή ο αυξανόμενος πλούτος έχουν συμβάλλει δυναμικά στην αύξηση της αξίας των αγρών, στις βίαιες διενέξεις περί της αγροτικής ιδιοκτησίας, στην ενδυνάμωση του ρόλου του άνδρα στο πλαίσιο της οικογένειας και της κοινωνίας, στη διάσπαση της κοινωνίας σε στρώματα και τάξεις και στη συγκρότηση κρατών.

Αυτοί ήταν οι λόγοι που μεταξύ της 2ης και της 3ης χιλιετηρίδας π. Χ. η πατριαρχία (όρος της κοινωνικής ανθρωπολογίας) έχει βαθμιαία αντικαταστήσει εσαεί τη μητριαρχία (Ιδέ G. Lerner, Die Entstehung des Patriarchats ( orig. „The Creation of Patriarchy“, Oxford University Press, 1986 ) , Frankfurt/ New York, 1995,  p.185-192). Οχι πλέον  η Μητριαρχία (γυναικοκρατία) αλλά η πατριαρχία (φαλλοκρατία, ανδροκρατία), όχι η θεά αλλά ο θεός. Σε διασωθέντα κείμενα αναφέρεται εκτενέστατα ο σκληρός και φονικός αγώνας μεταξύ των θηλυκών και των αρσενικών θεών.

Ταυτόχρονα άλλαξαν τα πρυτανεύοντα σύμβολα, όχι πλέον η θηλυκή σελήνη, η ανώτατη θεότης πρωτίστως στην Παλαιολιθική, Μεσολιθική, εν μέρει και στη Νεολιθική εποχή, αλλά ο αρσενικός ήλιος ως ανώτατος θεός, όχι πλέον  η γυναικοκρατία αλλά η φαλλοκρατία (ανδροκρατία), όχι η θεά αλλά ο θεός (π.χ. sol ιnvictus (ακατανίκητος Θεός) των Ρωμαίων), στη Μεσοποταμία όχι πλέον η Tiamat αλλά ο Marduk. Εδώ αναφέρεται εκτενέστατα ο σκληρός και εξοντωτικός αγώνας μεταξύ των θηλυκών και των αρσενικών θεών. Ανατριχιάζει κανείς, όταν διαβάζει τα διασωθέντα κείμενα των μύθων σε σφηνοειδή γραφή από μια εποχή, όταν οι Ιαπετικοί δεν είχαν ακόμη έρθει στον ελληνικό χώρο, φυσικά μεταφρασμένα. Τελικά, οι αρσενικοί θεοί έχουν παραγκωνίσει τις θηλυκές θεές εσαεί.

Μέσω του Χριστιανισμού έχει εξαπλωθεί η απόλυτη ανδροκρατία σε όλη την Ευρώπη και κατόπιν και σε άλλες ηπείρους. Στις μουσουλμανικές χώρες επικρατεί ακόμη ο πατριαρχαλισμός στην πιο πρωτόγονη έκφανσή του.

Τοιουτοτρόπως εξηγείται η επικράτηση του θεού στις μονοθεϊστικές θρησκείες και είναι αυτονόητο, γιατί οι κορυφές των μονοθεϊστικών θρησκειών αποτελούνται αποκλειστικά από άνδρες. Αυτό έχει συμβεί πρώτα στη Μέση Ανατολή (Σουμερία- Ακκαδία, Αίγυπτος).
δημοσιευθέν στην Καθημερινή (3.11.17, 16.2.2018), iefimerida (13.8.2019)

Από το βιβλίο μου  Παναγιώτης Δημητρίου Τερζόπουλος (Panos Terz), Εγκυκλοπαιδική και Κοινωνική Μόρφωση, Εκλαϊκευμένα: Θρησκεία, Ιστορία, Εθνολογία, Πολιτισμός, Γλωσσολoγία, Δεύτερος Τόμος, ISBN: 978-620-0-61339-4, Saarbrücken 2020, (σελ.).

Νοοτροπία και “Κλισέ” ;

Νοοτροπία  και “Κλισέ” ;

Περί παρομοίων ζητημάτων έχω ανταλλάξει πολλές φορές απόψεις με Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι εφάρμοσαν ακριβώς την προσέγγιση με καθοριστική αφετηρία την λέξη “Κλισέ” σχεδόν κλείνοντας την πόρτα για εποικοδομικές συζητήσεις προς εξεύρεση της αλήθειας.

Χρησιμοποιώντας την έννοια “Νοοτροπία” δημιουργούνται καταλληλότερες προϋποθέσεις και συνθήκες για μία πιό πειστική ενασχόληση με τέτοια μάλλον εθνολογικά και εθνοψυχολογικά ζητήματα, τα οποία ήταν πολλάκις αντικείμενο πανεπιστημιακών διαλέξεων ειδικά στα πλαίσια της προετοιμασίας κατάλληλων σπουδαστών από 70 χώρες από όλους τους Κύκλους Πολιτισμού  στον κόσμο για την διπλωματική σταδιοδρομία.

Οι επιστημονικές γνώσεις περί του πολυδιάστατου φαινομένου της νοοτροπίας των εθνών είναι η conditio sine qua non (τελείως απαραίτητη προϋπόθεση) για επιτυχείς διεθνείς διακρατικές διαπραγματεύσεις και γενικά για την κατανόηση άλλων πολιτισμών και λαών . Σε ό,τι αφορά τη νοοτροπία των Νεοελλήνων και τον βασικό κώδικα συμπεριφοράς τους υπάρχουν , ως γνωστόν, αποτελέσματα μελετών βάθους του ιστορικού Απόστολου  Βακαλόπουλου ( ” Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων, Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα” ) και του κορυφαίου Έλληνα διανοητού   Σέλιου Ράμφου ( “Ο Καημός του Ενός, Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων” ).
Ο πρώτος όμως εφαρμόζει αποκλειστικά την ιστορική μέθοδο ερευνών και εκτός τούτου απορρίπτει expressis verbis την κοινωνιολογική και την διαλεκτική μέθοδο ως περιττές ( sic), -αυτό αντιτίθεται στην διεθνή επιστημονική δεοντολογία – ενώ ο δεύτερος , αν και πολύ πειστικός, έχει μια κάποια κλίση προς μίαν μανιχαϊστική προσέγγιση.

Η συστηματική και συγκριτική ενασχόληση π.χ. με τα βασικά χαρακτηριστικά της νοοτροπίας των  Ελλήνων και των Γερμανών απέδειξε, ότι μία πολυσύνθετη προσέγγιση είναι λογικότερη και αποτελεσματικότερη (Ιδέ “Deutsche und Griechen, Mentalität, Eine komparative Studie” και το άρθρο “Ελληνες και Γερμανοί, Εθνολογική Σύγκριση”).
Μια τέτοια ενασχόληση με το θέμα δέον να στηρίζεται στους εξής κανόνες :

1. Αντικειμενικότητα :  χωρίς εθνικιστικές, ιδεολογικές κα θρησκευτικές παρωπίδες.
2. Αντανάκλαση της πραγματικότητας (Δημόκριτος) και όχι αντικατοπτρισμός εθνικιστικών φαντασιώσεων και ψευδαισθήσεων.
3. Συνθετικότητα : Μελέτη των καθοριστικών πτυχών του θέματος, όπως π.χ. των ιστορικών, των πολιτισμικών, των πολιτικών , των παραδοσιακών, των θρησκευτικών κ.ο.κ.
4. Διαλεκτικότητα ( Hegel , Έγελος ) : Προσόντα και ελαττώματα στην αέναη αλληλολοεπίδραση, αλληλοεξάρτηση  και αλληλουχία τους.
5. Σχετικότητα ; Γενικά δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες. Η αλήθεια είναι σχετική. Απόλυτες “αλήθειες¨ πρεσβεύονται μόνον από τις θρησκείες καθώς και από τα κόμματα ολοκληρωτικών κοσμοθεωριών .  Αυτό όμως έχει πάντα οδηγήσει σε όντως απόλυτες εθνικές και κοινωνικές καταστροφές.
6. Ιστορική Συγκεκριμενικότητα : Μελέτη του παρελθόντος όχι με τα σημερινά δεδομένα, αλλά με τα τότε υπάρχοντα.  Δεν είναι π.χ. λογικό, να κρίνουμε με σημερινά κριτήρια το δουλοκτητικό σύστημα στην Αρχαία Ελλάδα.
7. Μεταλλαγή : Η νοοτροπία των εθνών αλλάζει στη διάρκεια των αιώνων ( αιμοχαρείς Βίκιγκες-ειρηνόφιλοι Σκανδιναβοί, δημιουργικότατοι αρχαίοι Έλληνες,  αποτυχημένοι Νεοέλληνες εδώ και διακόσια έτη. ).” Πάντα ρεί” ( αποδίδεται έμμεσα στον Ηράκλειτο ).
8. Γενίκευση ( Generalisation ) : Διείσδυση στην ουσία ενός φαινομένου με σκοπό την εξεύρεση του καθοριστικού στοιχείου, του πυρήνα του ( punctum quaestionis ).
9. Διαφοροποίηση : Γενικά και χωρίς διαφοροποίηση “όλοι οι Έλληνες”, “όλοι οι Γερμανοί” ή οι Έλληνες , οι Γερμανοί στην πλειοψηφία  η στη μειοψηφία τους , πολλοί η λίγοι ;

Κανονικά μόνον με μελέτες βάθους της Πρακτικής Κοινωνιολογίας είναι δυνατό να βγουν σωστά συμπεράσματα. Αλλά υπάρχει και μία μάλλον λογική μέθοδος, η οποία στηρίζεται στην αντικειμενική θεώρηση .  Δεν μπορούμε π.χ. να διατυπώσουμε την άποψη, ότι οι περισσότεροι Νεοέλληνες είναι η προσωποποίηση της πειθαρχίας,  της εργατικότητας και της αξιοπιστίας, και ότι οι περισσότεροι Γερμανοί είναι ιδιαιτέρως καλαισθητικοί και πρωταγωνιστές των σεξουαλικών ικανοτήτων στην Ευρώπη.

Καθημερινή (22.10.17)

Graeculus Γραικύλος, Αδριανός, Κικέρων

Graeculus Γραικύλος, Αδριανός, Κικέρων

Η ονομασία Graeculus ( Ο Μικρός  Graecus = Ο Μικρός Ελλην) έγινε  γνωστή ως εξής :
α) Ο αυτοκράτων  Hadrian  ήταν Φιλέλλην, αγαπούσε τόσο τον ελληνικό πολιτισμό που άφησε τα γένια του να μεγαλώσουν  για να φαίνεται ως Ελλην, πράμα ακατανόητο για τους Ρωμαίους αυτοκράτορες  με τα ξυρισμένα πρόσωπα. Εμαθε και τα ΚΛΑΣΣΙΚΑ Ελληνικά, όχι την Κοινή. Δηλαδή ήταν αρχαιολάτρης τόσο που  οι Ρωμαίοι  του έχουν προσδώσει το  όνομα  όχι  Graecus, αλλά Graeculus .

β) Οι Ρωμαίοι κατακτητές θαύμαζαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τους αρχαίους Ελληνες της κλασικής εποχής (Χρυσούς Αιών), άλλά όχι τους Ελληνες ύστερα από την ήττα τους στην Πύδνα ( 168 π.χ.) . Οι Ρωμαίοι  έχουν συγκρίνει τους Ελληνες της εποχής της κρίσης , της διχόνοιας και της ολοσχερούς κατάρρευσης με τους προγόνους τους και έδειχναν την περιφρόνηση  έναντι των  Ελλήνων. Για να τους ταπεινώσουν χρησιμοποιούσαν την έννοια  Graeculus. Κικέρων ( Cic. negotium, «ακριβώς στο μικροπρεπές πνεύμα των Ελλήνων» Cic. contio, Cic.cautio chirographi : «αφερέγγυοι» ,  Cic. unus Graeculus (ένας Μικροέλληνας» Φιλόσοφος και Ρήτωρ στη Ρώμη, Cic. deor. 1, 102.Tac.dial.3.    : «ακριβώς στο μικροπρεπές πνεύμα των Ελλήνων».

Cicero, Tusculanae Disputationes  (ανήκουν στα πιο σημαντικά φιλοσοφικά έργα  του). Στα «Προοίμια» ( Tusc. 12, 86 ) χρησιμοποιεί  expressis verbis την λέξη  Graeculus.Τα »Προίμιά» του βρίθουν από υποτιμικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς για τους Ελληνες της εποχής του .

Αναφέρω λόγω χώρου μόνον  μερικά παραδείγματα : Η Graecia έχει πλέον αποκοιμηθεί, και όμως  κατέχει αδικασιολόγητα την δόξα της Φιλοσοφίας, γι αυτό να της αφαιρέσουμε αυτήν την δόξα και να την μεταφέρουμε στη Ρώμη. Ακόμη και την λέξη  Graecus την χρησιμοποιεί συχνά πολύ αρνητικά („sed haec  et vetera et a Graecis“ : «αλλά αυτό είναι παλιό και είναι από Ελληνες») ή „ineptum sane negotium et Graeculum“ ( « Αληθώς μία αταίριαστη και μικροελληνική υπόθεση») ή  „o verborum inops interdum , quibus abundare te semper puta, Graecia“  («Ο Graecia , μερικές φορές είσαι  φτωχή με λέξεις, αν και είσαι πεπεισμένη , ότι έχεις πληθώρα από αυτές» ). Σε μίαν άλλη περίπτωση ισχυρίζεται, ότι κάτι το φιλοσοφικό μπορεί να εκφρασθεί ευστοχότερα στα Λατινικά από ό, τι στα Ελληνικά (sic).

Πάντως εγώ έβγαλα το συμπέρασμα, ότι ο Κικέρων είχε  ισχυρά κομπλέξ και πέραν τούτου ήταν αχάριστος, γιατί στην Ελλαδα έμαθε, τί εστί Φιλοσοφία και επίσης Ρητορική. Κορυφαίοι Γερμανοί Αρχαιομαθείς έχουν διατυπώσει την άποψη, ότι Ο Κικέρων αιθσθανόταν φθόνο έναντι των Ελλήνων.

Και σήμερα  οι Ευρωπαίοι κάνουν μεταξύ των αξιοθαύμαστων αρχαίων Ελλήνων και των «μηδαμηνών» Νεοελλήνων διάκριση.  Τα έχω ακούσει αυτά στα παρελθόντα 60 έτη στο εξωτερικό  εκατοντάδες φορές.

Ας υπενθυμίσουμε, τί είπε  ο επίσης αρχαιολάτρης  Ιούλιος Καίσαρ στους Αθηναίους που του ζήτησαν  συγγνώμη για κάποιο πολιτικό λαθος που έκαναν : «Ποσάκις υμάς υπό σφων αυτών απολλυμένους η δόξα των προγόνων περισώσει Πόσες φορές θα σας σώζει από την αυτοκαταστροφή η δόξα των προγόνων σας ;». Αππιανού Ρωμαϊκών Εμφυλίων.

Πηγές :

-Aelii Spartiani, Vita Hadriani, της  Historia Augusta : „Inbutusque inpensius Graecis studiis ingenio eius sic ad ea devclinante ut a nonnullis Graeculus diseretur“. O. Th. Schulz, Leben des Kaisers Hadrian, Quellenanallyse, Leipzig 1904.

- Cassius Dio, Historia Romana στο  Historia Augusta, Römische Herrschergestalten, Band 1, von Hadrianus bis Alexander Severus. Eingeleitet und übersetzt von Ernst Hohl, Zürich/München 1976. S. 29.

-Τitus Livius, ab urbe condita, 39, 8-19.

-A.Heuß, Römische Geschichte, Braunschweig 1964, S. 126.

-Κ.Ε.Georges, Latein-Deutsches  Handwörterbuch, Leipzig 1890, S. 1114 ( αυτό το Standard λεξικό έχει τρεις χιλιάδες πυκνότατα γραμμένες σελίδες. Αναφέρει και τις ανάλογες λέξεις της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας).

Καθημερινή (22., 27.10.17)
———————————————————

-Νοοτροπία, “Κλισέ” ;

Περί παρομοίων ζητημάτων έχω ανταλλάξει πολλές φορές απόψεις με Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι εφάρμοσαν ακριβώς την προσέγγιση με καθοριστική αφετηρία την λέξη “Κλισέ” σχεδόν κλείνοντας την πόρτα για εποικοδομικές συζητήσεις προς εξεύρεση της αλήθειας.

Χρησιμοποιώντας την έννοια “Νοοτροπία” δημιουργούνται καταλληλότερες προϋποθέσεις και συνθήκες για μία πιό πειστική ενασχόληση με τέτοια μάλλον εθνολογικά και εθνοψυχολογικά ζητήματα, τα οποία ήταν πολλάκις αντικείμενο πανεπιστημιακών διαλέξεων ειδικά στα πλαίσια της προετοιμασίας κατάλληλων σπουδαστών από 70 χώρες από όλους τους Κύκλους Πολιτισμού  στον κόσμο για την διπλωματική σταδιοδρομία.

Οι επιστημονικές γνώσεις περί του πολυδιάστατου φαινομένου της νοοτροπίας των εθνών είναι η conditio sine qua non (τελείως απαραίτητη προϋπόθεση) για επιτυχείς διεθνείς διακρατικές διαπραγματεύσεις και γενικά για την κατανόηση άλλων πολιτισμών και λαών . Σε ό,τι αφορά τη νοοτροπία των Νεοελλήνων και τον βασικό κώδικα συμπεριφοράς τους υπάρχουν , ως γνωστόν, αποτελέσματα μελετών βάθους του ιστορικού Απόστολου  Βακαλόπουλου ( ” Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων, Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα” ) και του κορυφαίου Έλληνα διανοητού   Σέλιου Ράμφου ( “Ο Καημός του Ενός, Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων” ).
Ο πρώτος όμως εφαρμόζει αποκλειστικά την ιστορική μέθοδο ερευνών και εκτός τούτου απορρίπτει expressis verbis την κοινωνιολογική και την διαλεκτική μέθοδο ως περιττές ( sic), -αυτό αντιτίθεται στην διεθνή επιστημονική δεοντολογία – ενώ ο δεύτερος , αν και πολύ πειστικός, έχει μια κάποια κλίση προς μίαν μανιχαϊστική προσέγγιση.

Η συστηματική και συγκριτική ενασχόληση π.χ. με τα βασικά χαρακτηριστικά της νοοτροπίας των  Ελλήνων και των Γερμανών απέδειξε, ότι μία πολυσύνθετη προσέγγιση είναι λογικότερη και αποτελεσματικότερη (Ιδέ “Deutsche und Griechen, Mentalität, Eine komparative Studie” και το άρθρο “Ελληνες και Γερμανοί, Εθνολογική Σύγκριση”).
Μια τέτοια ενασχόληση με το θέμα δέον να στηρίζεται στους εξής κανόνες :

1. Αντικειμενικότητα :  χωρίς εθνικιστικές, ιδεολογικές κα θρησκευτικές παρωπίδες.
2. Αντανάκλαση της πραγματικότητας (Δημόκριτος) και όχι αντικατοπτρισμός εθνικιστικών φαντασιώσεων και ψευδαισθήσεων.
3. Συνθετικότητα : Μελέτη των καθοριστικών πτυχών του θέματος, όπως π.χ. των ιστορικών, των πολιτισμικών, των πολιτικών , των παραδοσιακών, των θρησκευτικών κ.ο.κ.
4. Διαλεκτικότητα ( Hegel , Έγελος ) : Προσόντα και ελαττώματα στην αέναη αλληλολοεπίδραση, αλληλοεξάρτηση  και αλληλουχία τους.
5. Σχετικότητα ; Γενικά δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες. Η αλήθεια είναι σχετική. Απόλυτες “αλήθειες¨ πρεσβεύονται μόνον από τις θρησκείες καθώς και από τα κόμματα ολοκληρωτικών κοσμοθεωριών .  Αυτό όμως έχει πάντα οδηγήσει σε όντως απόλυτες εθνικές και κοινωνικές καταστροφές.
6. Ιστορική Συγκεκριμενικότητα : Μελέτη του παρελθόντος όχι με τα σημερινά δεδομένα, αλλά με τα τότε υπάρχοντα.  Δεν είναι π.χ. λογικό, να κρίνουμε με σημερινά κριτήρια το δουλοκτητικό σύστημα στην Αρχαία Ελλάδα.
7. Μεταλλαγή : Η νοοτροπία των εθνών αλλάζει στη διάρκεια των αιώνων ( αιμοχαρείς Βίκιγκες-ειρηνόφιλοι Σκανδιναβοί, δημιουργικότατοι αρχαίοι Έλληνες,  αποτυχημένοι Νεοέλληνες εδώ και διακόσια έτη. ).” Πάντα ρεί” ( αποδίδεται έμμεσα στον Ηράκλειτο ).
8. Γενίκευση ( Generalisation ) : Διείσδυση στην ουσία ενός φαινομένου με σκοπό την εξεύρεση του καθοριστικού στοιχείου, του πυρήνα του ( punctum quaestionis ).
9. Διαφοροποίηση : Γενικά και χωρίς διαφοροποίηση “όλοι οι Έλληνες”, “όλοι οι Γερμανοί” ή οι Έλληνες , οι Γερμανοί στην πλειοψηφία  η στη μειοψηφία τους , πολλοί η λίγοι ;

Κανονικά μόνον με μελέτες βάθους της Πρακτικής Κοινωνιολογίας είναι δυνατό να βγουν σωστά συμπεράσματα. Αλλά υπάρχει και μία μάλλον λογική μέθοδος, η οποία στηρίζεται στην αντικειμενική θεώρηση .  Δεν μπορούμε π.χ. να διατυπώσουμε την άποψη, ότι οι περισσότεροι Νεοέλληνες είναι η προσωποποίηση της πειθαρχίας,  της εργατικότητας και της αξιοπιστίας, και ότι οι περισσότεροι Γερμανοί είναι ιδιαιτέρως καλαισθητικοί και πρωταγωνιστές των σεξουαλικών ικανοτήτων στην Ευρώπη.

Καθημερινή (22.10.17)

Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, Κίνα, ΗΠΑ

Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, Κίνα, ΗΠΑ

1.Στις διεθνείς διακρατικές σχέσεις ισχύει το Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, το οποίο εμπεριέχει τους βασικούς κανόνες του. Η παραβίαση του ΔΔΔ πρωτίστως από τις ΗΠΑ ( στην εποχήτου Ομπάμα και τώρα όχι ακόμη) δεν σημαίνει, ότι αυτό είναι ανύπαρκτο.
Πέραν τούτου υφίσταται και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο στην Ηάγη, το οποίο έχει τιμωρήσει σκληρά πρώην πανίσχυρους δικτάτορες που έχουν παραβιάσει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα ή έχουν διαπράξει το βαρύ έγκλημα της γενοκτονίας.

Είμαι πεπεισμένος, ότι η Κίνα υποστηριζόμενη και από την ΕΕ θα υπερασπίσει το ΔΔΔ, ιδιαιτέρως όταν εμφανίζονται κίνδυνοι για την παγκόσμια ειρήνη. Ηδη άρχισε να το κάνει πρωτίστως έναντι των ΗΠΑ.Αλλά ως γνωστόν , και η Κίνα έχει προβλήματα με τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και με το Θιβέτ.

2. Κάτω από ορισμένες συνθήκες θα μπορούσε να γίνει ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΑ παγκόσμιος πόλεμος, όπως π.χ. ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος, τον οποίο δεν ήθελε καμία από τις τότε μεγαλοδυνάμεις.
Γι αυτό η ανθρωπότητα πρέπει να προσέχει, τί λέει και τί κάνει ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Κάποιος γερουσιαστής είπε προ μερικών εβδομάδων (τσιτάτο από μνήμη) , εάν δεν προσέξουμε, ο Τραμπ θα μας οδηγήσει στον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Καθημερινή (15.10.17 )

Γαλλία και Γερμανία, Μία Συνοπτική Σύγκριση

Γαλλία και Γερμανία , Μία σύντομη σύγκριση υπό τον φακό ης Θεωρίας των διεθνών σχέσεων

1. Τον 2o Παγκόσμιο Πόλεμο η Γαλλία έχει ταπεινωθεί στρατιωτικά, αν και είχε στη διάθεσή της πιό μοντέρνα όπλα από την Γερμανία. Η Γαλλία, η Grande Nation, είχε λόγω αυτού επί δεκαετίες ένα μεγάλο ψυχολογικό πρόβλημα.

2. Η συμμετοχή της Γαλλίας στην κατατρόπωση της φασιστικής Γερμανίας έχει παίξει έναν ασήμαντο ρόλο. Έτσι η συμβολή των Ρώσων , των Αμερικανών και των Άγγλων στηνίκη επί της Γερμανίας ήταν καθοριστική . Τελικά Εδωσαν και στην Γαλλία μία ζώνη κατοχής λόγω εθνικού γοήτρου.

3. Οι σχέσεις μεταξύ της Γαλλίας από το ένα μέρος, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ από το άλλο μέρος ήταν πολύ προβληματικές. Η Γαλλία υπογράμμιζε συχνά την „ εθνική κυριαρχία „ της και προσπαθούσε ανεπιτυχώς να παίξει στη Ευρώπη έναν ηγετικό ρόλο. Μόνο στον στρατιωτικό τομέα έλαβε χώραν με την απόκτηση της ατομικής βόμβας μία αισθητή αναβάθμιση της Γαλλίας.

4. Η Γερμανία δεν μπορούσε ούτε ήθελε να παίξει αποφασιστικό ή ηγετικό ρόλο στην ματαπολεμική Ευρώπη. Έθεσε στο επίκεντρο των προσπαθειών της την βιομηχανία και γενικά την προώθηση της οικονομίας και τις μεταρρυθμίσεις με μεγίστη επιτυχία.

5. Η Γερμανία αποδέχθηκε την γαλλική πρόταση για την δημιουργία μίας νέας τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη επί τη βάσει της ίδρυσης κοινών ευρωπαϊκών οργανισμών. Η Γαλλία έχει όμως πολλάκις εκμεταλλευθεί οικονομικά την πολιτικά αδύναμη θέση της Γερμανίας και εκτός τούτου το έδειχνε σχεδόν παθολογικά ( compensation ) , ότι πολιτικά είναι ανώτερη και πιό σημαντική από την Γερμανία. Mου είναι γνωστό, οτι αυτή η κατάσταση ήταν άκρως ταπεινωτική για την Γερμανία, η οποία έχει στο παρελθόν προσεγγίσει και γι αυτόν τον λόγο πολύ τις ΗΠΑ. Ύστερα από την επανένωση της Γερμανίας  ο καθοριστικός πολιτικός ρόλος της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πλέον εσαεί περατωθεί, κάτι που προκαλεί στους Γάλλους τεράστιους ψυχολογικούς κλυδωνισμούς.

6. Η Γερμανία προτιμά την πολιτική ένωση, ενώ η Γαλλία δεν θα αποδεχθεί ποτέ την εκχώρηση κυριαρχικών εξουσιών σε όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Ας υπενθυμίσουμε, ότι στην Γαλλία έχει γεννηθεί η θεωρία της κυριαρχίας των κρατών ( Jean Bodin, 15oς αι. ). Η „Grande Nation“ ενδιαφέρεται πρωτίστως για την οικονομική συμμετοχή της Γερμανίας, δηλαδή έχει συμφέρον να αρμέγει περαιτέρω την γερμανική αγελάδα.

7. Η Γαλλία ζεί γενικά με το ένδοξο παρελθόν , παραμελεί πολύ το παρόν και έως τον Μακρόν δεν σκέφτονταν ιδιαιτέρως το μέλλον. Eίναι αυτονόητο που οι Γάλλοι αισθάνονται δέος έναντι των δυναμικότατων και επιτυχέστατων Γερμανών. Αυτός είναι πρωτίστως ο λόγος που η Γερμανία είναι σε θέματα ηγεμονίας στην ΕΕ πολύ προσεκτική, ακόμη και στην ενδιαφέρουσα περίπτωση που ο τότε πρόεδρος Sarkozy έχει επίσημα προτείνει στην Γερμανία να αναλάβει στην ΕΕ την ηγεμονία. Το ίδιο έκανε και ο Πολωνός πρωθυπουργός Τουσκ ! Οι Γερμανοί πολιτικοί έχουν απορρίψει αυτές τις προτάσεις, αλλά στην Ελλάδα υπάρχουν πολιτικοί (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ) και μερικοί δημοσιογράφοι , οι οποίοι είναι πεπεισμένοι, ότι η Γερμανία επιδιώκει μια τέτοια τρέλα.

Στα παρελθόντα 15 χρόνια έχω ρωτήσει συχνά Γερμανούς από όλα τα κοινωνικά στρώματα και διαφορετικού μορφωτικού επιπέδου, εάν επιθυμούν η χώρα τους να αναλάβει φυσικά με ειρηνικά μέσα στη Ευρώπη την ηγεμονία. Ταχέως έχω λάβει από όλους την ίδια απάντηση : „Wir sind doch nicht verrückt geworden „ («Ασφαλώς δεν τρελαθήκαμε» !

8. Στην Γαλλία έχουν προκύψει μεγάλα οικονομικά προβλήματα, γιατί στο παρελθόν δεν έχουν πραγματοποιηθεί οι απαραίτητες
δομικές μεταρρυθμίσεις. Ετσι τα γαλλικά βιομηχανικά προϊόντα είναι λόγω
του υψηλού κόστους παραγωγής μέσω των υψηλών αποδοχών των εργαζομένων πολύ ακριβά. Εκτός τούτου αυτά δεν ανταποκρίνονται σε όλες τις
περιπτώσεις στις υψηλές τεχνολογίες. Εν ολίγοις, τα γαλλικά προϊόντα δεν
κατέχουν στις διεθνείς αγορές την απαραίτητη ανταγωνιστικότητα. Προ
μερικών ετών ο τότε Γάλλος πρόεδρος Ολάντ γνωστοποίησε μεγαλόστομα και με πάθος το πρόγραμμά του για μεταρρυθμίσεις και παραγωγικότητα. Στην πραγματικότητα δεν έχει πραγματοποιηθεί το φιλόδοξο πρόγραμμά του.

Η Γερμανία όμως έχει υλοποιήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις έγκαιρα, ταχέως, συστηματικά, μεθοδικά και άκρως αποτελεσματικά επί τη βάσει μίας πολιτικής της ομοφωνίας ( consensus politicus ) μεταξύ των δύο κυρίαρχων κυβερνητικών κομμάτων, του Χριστιανοδημοκρατικού και του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (αυτό ξεκίνησε με τις μεταρρυθμίσεις !!), τα οποία για δεύτερη φορά έχουν συγκυβερνήσει.

Μία τέτοια ομοφωνία είναι δυστυχώς στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας λόγω
του παντοδύναμου και καταστροφικού συγκρουσιακού πνεύματος και του γελοίου νεοελληνικού υπερεξυπνακισμού δυστυχώς τελείως ακατανόητη και αδιανόητη.

9. Εν τω μεταξύ η Γερμανία έχει εξελιχθεί διεθνώς σε μίαν οικονομική και
πολιτική μεγαλοδύναμη και είναι η οικονομική υπερδύναμη της Ευρώπης
(γνώμη του αμερικανού νομπελίστα των οικονομικών επιστημών Krugman,
Potentia Oeconomica Germanica Maxima Europae ).

10. Ύστερα από την αποκατάσταση του ενιαίου γερμανικού κράτους  Γερμανία έχει αποκτήσει μεγίστη αυτοπεποίθηση. Είναι λίαν ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε, ότι αυτή η διαδικασία είχε την αφετηρία της στην πολιτική του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Schröder και του πράσινου αντικαγκελάριου και επιτυχέστατου υπουργού των εξωτερικών Fischer και όχι την πολιτική του επιτυχέστατου χριστιανοδημοκράτη καγκελάριου Kohl.
Το επισημαίνω εντόνως : Με έναν σοσιαλδημοκράτη και έναν πράσινο πολιτικό έχει ξεκινήσει η διεθνής πολιτική και διπλωματική άνοδος της νέας Γερμανίας.

11. Το πρώην γερμανικό Μάρκο, ένα από τα πιό ισχυρά νομίσματα του κόσμου, είναι η κυρία βάση του Ευρώ. Σε περίπτωση οικονομικών δυσχεριών της Γερμανίας υφίσταται ο μεγάλος κινδυνος να πάει το Ευρώ στα τάρταρα. Αυτός είναι ο λόγος, γιατί η γερμανική κυβέρνηση είναι σε οικονομικά και χρηματιστικά
ζητήματα πολύ προσεκτική. Αλλά μία εξασθένηση του ευρωπαϊκού νομίσματος
δεν συνεπάγεται αυτόματα την διάλυση της ΕΕ, η οποία ως γνωστόν
προüπήρχε του Ευρώ. Εδώ είναι η κινδυνολογία εκ μέρους του ευρωπαϊκού Νότου άσχετη, περιττή και κάπως επικίνδυνη.

Μερικά κράτη , όπως οι ΗΠΑ , η Γαλλία και (ακόμη) το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και όχι
και τόσο σημαντικά κράτη όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλλία
έχουν μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα αναπροσαρμογής στα νέα ευρωπαϊκά
δεδομένα. Ιδιαιτέρως υπερεθνικιστικές πολιτικές δυνάμεις σε νότιες
ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν συχνά να πλήξουν τους σημερινούς Γερμανούς αναφέρωντας τα όντως μεγάλα εγκλήματα των προγόνων τους.

12. Η σημερινή Γερμανία έχει την πολιτική πρόθεση ( intentio politica ) και
την δυνατή πολιτική βούληση (voluntas politica ) να σφυρηλατήσει μίαν
οικονομικά, βιομηχανικά και επιστημονικά ισχυρότατη Ευρώπη , η οποία θα
μπορούσε στο μέλλον να υπερφαλλαγγίσει τις ΗΠΑ  και έτσι να
εξελιχθεί σε παγκόσμια οικονομική και διπλωματική υπερδύναμη. Ο προαναφερθείς Αμερικανός νομπελίστας την έχει ήδη αξιολογήσει ως οικονομική υπερδύναμη.

Η Γερμανία είναι πεπεισμένη, ότι αυτός ο ανώτερος και απώτερος σκοπός μπορεί να
επιτευχθεί μόνον με υψηλή παραγωγικότητα, με αρίστη ποιότητα των
προϊόντων ιδίως των υψηλών τεχνολογιών και μέσω της ανταγωνιστικότητας
καθώς και με μεγίστη ευθύνη σε οικονομικά και δημοσιονομικά ζητήματα.

Κατανοούμε, τί σημαίνει αυτό για τον ευρωπαϊκό Νότο και ιδιαιτέρως για
την Ελλάδα (έλειψη της πολιτικής θέλησης για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κτλ.).Το πρόβλημα των νοτίων Ευρωπαίων έγκειται στο εάν αυτοί είναι αντικειμενικά σε θέση και υποκειμενικά λόγω της διαμετρικά αντίθετης νοοτροπίας διατεθειμένοι να συμπράξουν.

13. Σήμερα που ο Γάλλος πρόεδρος θεωρεί την Γερμανία αναμφιβόλως ως φιλικό κράτος και πέραν τούτου σε πολλά πεδία πρότυπο ωρίμασαν οι συνθήκες να συμπράξουν η Γαλλία  και η Γερμανία   προς όφελος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Δημοσιευθέν συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο (Το Βήμα, Τα Νέα, Καθημερινή (τελευταία φορά στις 3.9.17 19.3.19)

————————————————————————————-

Μέρκελ Ολανδε  , Διαφορά  (αναδημοσίευση από το Βήμα ( 23.6.14)

Η κυβέρνηση στη Γαλλία αποτελείται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, 25 υπουργούς και 9 υφυπουργούς. Συνολικά από 36 πρόσωπα. Στη Γερμανία, αντίστοιχα, είναι η καγκελάριος και 8 υπουργοί. Συνολικά 9 πρόσωπα.

Αργά το απόγευμα και όταν τελειώσει “η δουλειά της ημέρας” ο Γάλλος πρωθυπουργός αποσύρεται στα διαμέρισμα του στο Ματινιόν (310 τετρ. μέτρα) και οι υπουργοί του φεύγουν με τις κρατικές λιμουζίνες για τα πολυτελή (κρατικά) διαμερίσματα που θέτει στη διάθεση τους η κυβέρνηση.

Στη Γερμανία η κυρία Μέρκελ πηγαίνει στο διαμέρισμα της πολυκατοικίας της για το οποίο η ίδια πληρώνει το ενοίκιο, νερό, ηλεκτρικό, κοινόχρηστα κτλ.

Στη Γαλλία για τον πρόεδρο εργάζονται 906 πρόσωπα. Στη Γερμανία για την καγκελαρία περίπου 300. Στο γκαράζ της γαλλικής Προεδρίας, στο Ελιζέ, υπάρχουν 121 αυτοκίνητα. Στης καγκελαρίας του Βερολίνου μόνο 37. Ο γάλλος πρόεδρος και η κυβέρνηση του έχουν στη διάθεση τους ένα αεροπλάνο Airbuss Α330-200, 2 Falcon 7X, 2 Falcon 900, 2 Falcon 50, 3 ελικόπτερα Super Puma κ.α. Στη Γερμανία, η καγκελάριος και οι υπουργοί στις μετακινήσεις τους χρησιμοποιούν τα αεροπλάνα της γραμμής και ταξιδεύουν με το τρενο.

Ο μισθός του γάλλου πρόεδρου είναι 21.026 ευρω. Της καγκελαρίου 15.830. Ο προϋπολογισμός του προεδρικού μεγάρου στο Παρίσι είναι 113 εκατ. ευρω. Της καγκελαρίας στο Βερολίνο ούτε το ένα τρίτο -36.4 εκατ. ευρω.

Το Βήμα,23.6.14

Αριστερά (Ναρκισσισμός, Παντογνωσία, Λοιδωρίες, Προσβολές)

Παντογνωσία, λοιδωρία, προσβολή, ναρκισσισμός

Ο ναρκισσισμός της Αριστεράς έχει βαθειές ιδεολογικές ρίζες , ανήκει σχεδόν στο DNA του αριστερού κινήματος καί είναι στενότατο συνδυασμένος με την υποτιθέμενη παντογνωσία (υπερεξυπνάδα) , η οποία απορρέει από γνώσεις και έννοιες του μαρξισμού-λενινισμού (π.χ. νομοτέλειες, υπεραξία, ταξικός αγώνας, βάση, εποικοδόμημα, παραγωγικές σχέσεις, παραγωγικές δυνάμεις κτλ.).

Ηδη το δεύτερο ήμισυ του 19ου αι. ο τρόπος αντιπαράθεσης του Karl Marx (Γερμανοεβραίος) με αστούς κονωνιολόγους, φιλόσοφους και οικονομολόγους καθώς και με σε γενικές γραμμές ομοϊδεάτες του ήταν άκρως υπερεξυπνακίστικος, λοιδωρικός και προσβλητικός. Ως παράδειγμα αναφέρουμε την ηγετική σοσιαλιστική προσωπικότητα Ferdinand Lassalle (Γερμανοεβραίος) , γνωστός και ως υπερναρκισσιστής , τον οποίο ο Marx λοιδωρούσε, πρόσβαλε, καθύβριζε και συκοφαντούσε. Αυτός όμως ούτε μια φορά έχει αντιδράσει.
Ο Λένιν συνέχισε τον υπερεξυπνακίστικο και λοιδωρικό τρόπο του γράφειν έναντι των αστών, ακόμη και των σοσιαλιστών και των σοσιαλδημοκρατών πολιτικών και πρωτίστως φιλόσοφων σαν να ήταν αυτοί ηλίθιοι.

Ανεξαιρέτως όλα τα κομμουνιστικά κόμματα έχουν υιοθετήσει τον παραπάνω τρόπο στις αντιπαραθέσεις με πολιτικούς και φιλόσοφους όχι μόνον αστικής προέλευσης, αλλά και με σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες έχοντας ως βάση το μονοπώλιο της “μίας και απόλυτης αλήθειας”. Ετσι  ακόμη και ένας ημιαγράμματος εργάτης θεωρούσε έναν αστό πανεπιστημιακό ως αμόρφωτο και “τενεκέ αγάνωτο” και “έβαλε στη θέση” τους ειδικούς επιστήμονες έχοντας ως αφετηρία αυτά που ίσως άκουσε σε ένα κομματικό σεμινάριο. Εχω βιώσει και τέτοια φαιδρά και ακατανόητα.
Το παράξενο έγκειται στο ό,τι ριζοσπαστικοί αριστεροί και κομμουνιστές συνεχίζουν το βιολί της παντογνωσίας και του ναρκισσισμού ακόμη και ύστερα από την τελεία κατάρρευση του σοσιαλιστικού-κομμουνιστικού μοντέλου και την πανωλεθρία της πολιτικής θρησκείας του μαρξισμού-λενινισμού, ο οποίος έχει αποδειχθεί ως επικίνδυνη και καταστροφική χίμαιρα.

Καθημερινή ( 23.7.17 )

Ευρωπαϊκή Ενωση και Εθνική – Κρατική Κυριαρχία, Προτεκτοράτο ; Εποπτεία, Εθνική “Αξιοπρέπεια” ;

Ευρωπαϊκή Ενωση και Εθνική – Κρατική κυριαρχία

Στις διεθνείς σχέσεις συμμετέχουν υπό την ιδιότητα του player (παίκτη) όχι άμεσα τα έθνη, αλλά τα κράτη, τα οποία εκπροσωπούνται από την εκάστοτε κυβέρνηση.

Αυτή συνάπτει επί τη βάσει πολυποίκιλων διεθνών συμφωνιών σχέσεις, οι οποίες στηρίζονται στον γενικό κανόνα της αμοιβαιότητας και πιό συγκεκριμένα στο αμοιβαίο συμφέρον ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ  το άρθρο „Αμοιβαιότητα“ και την μελέτη “Συμφέρον, Οφελος, Χρήσιμο, “Χρησιμοθηρία” ). Οι συμφωνίες είναι στην ουσία συμβιβασμοί που στηρίζονται σε αμοιβαίες υποχωρήσεις.

Τα κυρίαρχα κράτη αποφασίζουν έχοντας ως  αφετηρία τα δικά τους συμφέροντα, με ποιό άλλο κράτος  περί τίνος αντικειμένου και κάτω από ποιές συνθήκες (μερικες φορές κάνουν επώδυνες παραχωρήσεις) θα συνάψουν συγκεκριμένες συμφωνίες , για τις οποίες αυτονοήτως ισχύει η αρχή του Διεθνούς Συμβατικού Δικαίου „pacta sunt servanda“ ( ειλλημμένες υποχρεώσεις δέον να τηρούνται“ ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ το άρθρο „ Pacta sunt servanda, Διεθνείς υποχρεώσεις“ ).

Σε περίπτωση μη υλοποίησης τέτοιων υποχρεώσεων εφαρμόζεται ο ειδικός κανόνας της υπευθυνότητας των κρατών.

Πρόκειται για διεθνείς αρχές , οι οποίες έχουν αναγνωρισθεί από όλα τα κράτη του κόσμου και οι οποίες ισχύουν σε διεθνή κλίμακα. Η συμμετοχή της Ελλάδας σε διεθνείς οργανισμούς, όπως π.χ. στον ΟΗΕ, στην Ευρωπαϊκή Ενωση ( ΕΕ ) και στην Ευρωζώνη είναι στην ουσία της ένδειξη της κυριαρχίας του ελληνικού κράτους και έμμεσα του ελληνικού Εθνους.

Δηλαδή σημειώνεται μία ιδιαίτερη μορφή της αυτοπραγμάτωσης του κράτους. Στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Δικαίου έχουν τα κράτη-μέλη της ΕΕ εκχωρήσει μερικά κυριαρχικά δικαιώματα σε όργανά της. Στο μέλλον θα είναι η εκχώρηση των δικαιωμάτων πιό εντατική με σκοπό να επιτευχθεί η πολιτική ένωση της ΕΕ.

Αυτή η αυτονόητη διαδικασία προσκρούει όμως στην απόρριψη εκ μέρους εθνικιστικών δυνάμεων (δεξιών και αρστερών) σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες ιδιαιτέρως του Νότου, οι οποίες θέλουν και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα αφάγωτη.

Η αρνητική τοποθέτηση εθνικιστικών και άκρως αριστερών δυνάμεων έναντι της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενωποιητικής διαδικασίας έχει ήδη φθάσει στα όρια της συλλογικής πολιτικής παράνοιας.

Εχουν κομματικοί σχηματισμοί ιδρυθεί από αυτοκληθέντες εθναμύντορες της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Σύμφωνα με την άποψη των εθναμυντόρων ή εκπροσώπων του φραστικού και ανέξοδου πατριωτισμού   η κυβέρνηση αποτελούνταν από „εθνοπροδότες“, ενώ ένα μικρό κόμμα της συγκυβέρνησης  έχει ως οπαδούς τους „υπερπατριώτες”.

Αυτό είναι παράκρουση par excellence. Στην ιστορία της Ευρώπης είναι παραδείγματα γνωστά που „υπερπατριώτες“ έχουν τελικά καταστρέψει την πατρίδα τους.

Ο κανονικός έμπρακτος πατριωτισμός είναι επαρκής ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ  τα άρθρα “Πατριωτισμός”, “Πατριωτισμός, Φιλοπατρία”, “Συμφέρον, έθνος, λαός, κοινωνία, κράτος”, “Εθνική, κοινωνική και κρατική συνείδηση” ).

Καθημερινή (29.5.13 και 13.11.14).

——————————————————–

Η Ελλάς Προτεκτοράτο ; Οχι

Και σε αυτήν την περίπτωση διαπιστώνουμε μίαν εννοιολογική ασυδοσία.

Στις διεθνείς σχέσεις δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί ο καθείς όρος του επιπέδου των termini scientifici (ειδικοί (επιστημονικοί) όροι), όπως του συμφέρει ή γενικά κατά το δοκούν.

Δέον να λαμβάνουμε υπ όψη, τι γράφουν τα εγχειρίδια κα τα ειδικά λεξικά του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και όχι τί γνώμη έχουν οι ως επί το πλείστον άσχετοι και αδαέστατοι πολιτικοί ή κάποιοι υπερεξυπνάκηδες τσαρλατάνοι, ένα είδος ανθρώπων πολύ διαδεδομένο στην Ελλάδα. Οι ειδικοί σύμβουλοι των πολιτικών είναι υποχρεωμένοι να προσέχουν καλά, ειδάλλως υπάρχει κίνδυνος διεθνούς γελοιοποίησης.

Η λατινογενής έννοια Προτεκτοράτο προέρχεται από την λέξη Protector ( σωματοφύλακας, προστάτης), καταγόμενη από το ρήμα protegere (,protego : καλύπτω, προστατεύω ). Αυτονοήτως το αντικείμενο της προστασίας δεν είναι σε θέση να αυτοπροστατευθεί.

Tο κύριο νόημα αυτής της έννοιας έγκειται στη παραχώρηση επί τη βάσει μίας συμφωνίας όλης της εξωτερικής πολιτικής από ένα κρατικό μόρφωμα με αυτονομία στην εσωτερική πολιτική σε ένα άλλο κράτος ( Protektor ).

Aυτό το φαινόμενο ανήκε στο »κλασσικό», στην ουσία ιμπεριαλιαστικό Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, το οποίο μεταξύ άλλων στηριζόταν στο ius ad bellum ( δικαίωμα πολέμου ). Στο σύγχρονο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο δεν υφίσταται πλέον το Προτεκτοράτο, αλλά χησιμοποιείται ακόμη η έννοια μόνον  στην επιστήμη του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και δη στην ιστορία του.

Παραδείγματα από τον 19οαι. Από το 1815 -1864 ήταν τα Ιόνια ( Επτάνησα ) αγγλικό Προτεκτοράτο, από το 1815-1846 ήταν το „Κράτος Κρακοβία“ ( Πολωνία ) αυστριακό, πρωσσικό και ρωσικό Προτεκτοράτο.
Η Τυνισία έγινε το 1881 και το Μαρόκκο το 1912 γαλλικό Προτεκτοράτο. Ήδη άρχισε η χρησιμοποίηση του όρου Προτεκτοράτο ως καμουφλάρισμα της αποικιοκρατίας.

Εξέλιξη

Ύστερα από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο έχει εισαχθεί από τις νικητήριες δυνάμεις ο όρος Mandates ( καθεστώς εντολής ), που αφορούσε πρώην κατακτήσεις της Γερμανίας και της Τουρκίας (Ιράκ και Νοτιο-Δυτική Αφρική ( Namibia ) εκ μέρους της Αγγλίας και την Συρία εκ μέρους της Γαλλίας.

Ύστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο το trusteeship ( Καθεστώς κηδεμονίας ) έχει εμπεδωθεί στα πλαίσια της κατάρρευσης του αποικιοκρατικού συστήματος  με σκοπό την προετοιμασία των πρώην αποικιών για την ανεξαρτησία τους. Πέραν τούτου έχει εξαλειφθεί το ius ad bellum, και έχει δημιουργηθεί το „Διεθνές Δίκαιο των φιλειρηνικών Εθνών“.

Όχι μόνον ο απλός Νεοέλληνας έχει ισχυρότατη ροπή στην επιπολαιότητα και στο εννοιολογικό χάος, αλλά και πολλοί „διανοούμενοι“( π.χ. δημοσιογράφοι ) καθώς και πολιτικοί, οι οποίοι χρησιμοποιούν τον όρο Προτεκτοράτο στις σχέσεις της Ελλαδας με την Τρόϊκα ή την Γερμανία λόγω κομματικών συμφερόντων άκρως δημαγωγικά και λαϊκιστικά.
Δεν υφίσταται ουδεμία σχέση της Ελλάδας με ένα Προτεκτοράτο ! Ας παρατήσουμε επί τέλους αυτά τα αποκυήματα της νοσηρής φαντασίας αυτοκληθέντων εθναμυντόρων.

Δημοσιευθέν από το 2014 συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο (Το Βήμα, Τα Νέα, iefimerida, ΠΡΩΤΘΕΜΑ.

——————————————————-

Περί  αξιοπρέπειας  του έθνους και του κράτους,  Εννοιολογικό χάος

Στον ελληνικό τύπο έχουν δημοσιευθεί άρθρα περί της απώλειας της αξιοπρέπειας του ελληνικού έθνους και του κράτους, χωρίς όμως, όπως συνήθως, να ερμηνεύσουν αυτή την βαρυσήμαντη έννοια.

Σύμφωνα με την νοελληνική γλωσσική ασυδοσία και αναρχία ο κάθε αδαής και εξυπνάκιας πολίτης ή και πολιτικός έχει την δική του ερμηνεία. Εδώ  ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ πρωτοστατούν. Ερμηνείες όρων δεν είναι οπωσδήποτε καθήκον των δημοσιογράφων, οι οποίοι ούτως η άλλως έχουν άλλα καθήκοντα, ίσως και άλλα συμφέροντα. Επίσης δεν είναι οι δημοσιογράφοι ούτε υποχρεωμένοι, αλλά ίσως και ούτε σε θέση να διεισδύσουν στον πυρήνα, στην κύρια ουσία των εκάστοτε όρων και των ανάσλογων προβλημάτων .

Έτσι διαπιστώνουμε την ύπαρξη ενός εννοιολογικού χάους , το οποίο , δήλον εστί, ανταποκρίνεται πλήρως στον ανορθολογικό και χαοτικό τρόπο σκέψης των Νεοελλήνων στην πλειονότητά τους. Ένα τέτοιο φαινόμενο είναι στις ευρωπαϊκές χώρες βορείως των Αλπεων ακατανόητο και αδιανόητο. Εκεί ισχύει ακόμη και σε ό,τι αφορά σημαντικές έννοιες σοβαρότητα και νηφαλιότητα. Αλλά σε αυτές τις χώρες δεν είναι διαδεδομένα τα φαινόμενα του υπερεξυπνακισμού, της ρηχότητας και της επιπολαιότητας.

Η αξιοπρέπεια είναι ήδη από την εποχή του μεγάλου Γερμανού Φιλόσοφου Immanuel Kant στενά συνδεδεμένη με τον άνθρωπο ( αξιοπρέπεια του ανθρώπου) . Ιδίως μετά τον 2ου Παγκόσμίο Πόλεμο θεωρείται η αξιοπρέπεια στην Φιλοσοφία του Δικαίου και σε μερικά συντάγματα expressis verbis ως γενική πηγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων . Επικρατεί η ομόφωνη άποψη, ότι κάθε ανθρώπινο ον έχει αξιοπρέπεια.

Όταν όμως πρεσβεύεται η άποψη , ότι υπάχει πέραν τούτου και μία αξιοπρέπεια του κράτους, τότε πρέπει να εστιάσουμε αυτήν την έννοια στο επίκεντρο του σχόλιου.

Αφετηρία των σκέψεων είναι το γεγονός, ότι το κράτος είναι υποκείμενο (φορέας δικαίων και υποχρεώσεων) του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και κύριος παίκτης (player) στις διεθνείς σχέσεις. Μέσω αυτών των  ιδιοτήτων συμμετέχει το κράτος στις διεθνείς σχέσεις και συνάπτει συμφωνίες, τις οποίες όμως πρέπει να υλοποιεί , ειδάλλως γίνεται αφερέγγυο ( αναξιόπιστο ) και έτσι χάνει την αξιοπρέπειά του.
Μέσω της κυβέρνησης φροντίζει το κράτος έχοντας αφετηρία το συμφέρον του συνόλου για την ευημερία του λαού του. Εάν δεν λειτουργεί με τέτοιον τρόπο, διαπιστώνουμε την απώλεια της αξιοπρέπειάς του και απέναντι στον λαό του.

Οι περισσότεροι πολίτες δεν σέβονται πλέον τα θεσμικά όργανα του κράτους. Οι κυβερνήσεις όμως στηρίζονται σε κόμματα , ενώ γενικά η κοινωνία , η οικονομία κτλ. βασίζονται στον λαό και στις έλιτες, στις οποίες ανήκουν και κυβερνητικά στελέχη. Αλλά οι νεοελληνιές έλιτες απέτυχαν ως βαλκανοανατολίτικες επανειλλημμένως παταγωδώς.

Υστερα από την εξεύρεση της βασικής ουσίας της κρατικής αξιοπρέπειας ας ασχοληθούμε με το πρόβλημα της επανάκτησης και διασφάλισης της αξιοπρέπειας του ελληνικού έθνους και κράτους.

Δέον να δημιουργηθούν οι κάτωθι απαραίτητες προϋποθέσεις :

α ) Επί τέλους βαθμιαία πραγματοποίηση των απαραιτήτων ριζικών μεταρρυθμίσεων ( εκμοντερνισμός, εξορθολογισμός ) στα πλαίσια του υπάρχοντος ( καπιταλιστικού ) πολιτικοοικονομικού συστήματος και του αστικού κράτους, μια που η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Μία ολοσχερής αντικατάσταση αυτού του συστήματος με αφηρημένες ουτοπίες θα είχε ως αποτέλεσμα την τελεία καταστροφή. Αυτό το έχει εν τω μεταξύ αντιληφθεί και ο πρώην δεινός ανέξοδος ατακαδόρος και λεκτικός επαναστάτης στην ουσία μικροαστός με ψευτοεπαναστατικό περιτύλιγμα Τσίπρας.
β) Απαραίτητες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία με σκοπό την ενίσχυση και επιτάχυνση της παραγωγής.
γ) Να μην επαναλειφθεί το ολέθριο και καταστροφικό φαινόμενο του
υπερδανεισμού , ο οποίος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην απώλεια της αξιοπρέπειας του έθνους και του κράτους και παρεμπιπτόντως σε συνωμοσιολογίες, κινδυνολογίες και σε συλλογική παράνοια .
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται όχι εν ριπή οφθαλμού αλλά βαθμιαία, οι απαραίτητες προϋποθέσεις και ισχυρές βάσεις για την επανάκτηση της απολεσθείσας ελληνικής αξιοπρέπειας στις διεθνείς σχέσεις και του κράτους έναντι του ελληνικού λαού.

Δημοσιευθέν  από το 2014 επανειλλημμένως στον κεντρικό  τύπο ( Το Βήμα (27.12.14) Τα Νέα,  iefimerida, Καθημερινή (συχνά , τελευταία 14.5.17).

——————————————————————————–

Εποπτεία υπό την σκοπιά της Ιστορίας του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου (Εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου,της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας επί της ελληνικής οικονομικής πολιτικής)

Ύστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο στα πλαίσια της βαθμιαίας κατάρρευσης του αποικιοκρατικού συστήματος έχει από τον ΟΗΕ
εμπεδωθεί το trusteeship ( Καθεστώς ΚΗΔΕΜΟΝΙΑΣ ) με σκοπό την
προετοιμασία των πρώην αποικιών για την ανεξαρτησία τους. Απλά : Επειδή δεν είχαν πείρα, να τους πάρουν στο χέρι όπως οι ηλικιωμένοι τα παιδιά και να τους δείξουν τον σωστό δρόμο.

Το απίστευτο, αλλά αληθές έγκειται στο ό,τι αυτή η παρωχημένη έννοια χρησιμοποιείται στην ουσία τον 21ο αι. εκ νέου έναντι ενός (τυπικά) αναξαρτήτου, αλλά τόσο ανίκανου κράτους, που χρειάζεται απαραιτήτως ΚΗΔΕΜΟΝΙΑ.

Αντιλαμβάνεστε, τί σημαίνει αυτό εθνολογικά (νοοτροπία), ιστορικά, νομικά και εθνοψυχολογικά ;

Και οι εδώ αυτοκληθέντες εθναμύντορες , τρισκατάρατοι και εμετικοί εθνοκάπηλοι Ελληναράδες να μην αξιολογήσουν αυτό που γράφω σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο ως κάτι το αντεθνικό.
Σολωμός : Το αληθές είναι πατριωτικό (και όχι υποκριτικά το αντίθετο).

Αλλά υπάρχει και χειρότερο καθεστώς , το ΠΡΟΤΕΚΤΟΡΑΤΟ που Ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει αναφέρει επί χρόνια και εντόνως, όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Ετσι αλλάζουν τα πράγματα υπό το νόημα των οβιδιακών μεταμορφώσεων των πολιτικών υπεραπατεώνων τριτοκοσμκικής κοπής. Καθημερινή (27.6.18)

———————————————————————————————————

Η “Αναδιανομή του Πλούτου: Από τον Βορρά προς τον Νότο” είναι μία χίμαιρα.

Η ΕΕ χρειάζεται και μιά πολιτική βάση , κάτι που προϋποθέτει το μεταβιβασμό περισσότερων εξουσιών από τα κράτη-μέλη προς τα ΚΟΙΝΑ όργανα της ΕΕ με τον σκοπό της επίτευξης των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.

Αλλά προς το παρόν αντιτίθενται τα υπερεθνικιστικά στοιχεία ιδιαιτέρως στα μικρά και οικονομικά αδύναμα κράτη σαν την Ελλάδα που θέλουν και την πίτα αφάγωτη. και τον σκύλο χορτάτο.  Καθημερινή (19.121.18)

 

 

 

Αρχαίοι Ελληνες, Λόγοι για τις Επιτυχίες, Αρχαιολογία, Γνώσεις περί Αρχαίων, Επιστημονικές Πηγές

Αρχαίοι Ελληνες, Λογοι για τις Πολιτισμικές και Επιστημονικές Επιτυχίες

Οι λόγοι για τις κοσμοϊστορικές επιτεύξεις των αρχαίων Ελλήνων με έχουν απασχολήσει πολύ στις περασμένες δεκαετίες. Εφθασα στο εξής συμπέρασμα, το οποίο δημοσίευσα φυσικά πιο λεπτομερειακά στο πανεπιστήμιό μας :

α) Οι αρχαίοι ημών είχαν την τύχη να ζουν δίπλα σε πολύ αρχαιότερους και κατ αρχάς ανώτερους πολιτισμούς. Εχουν παραλάβει από αυτούς θησαυρό γνώσεων.

β) Δεν υπήρχε ένα κεντρικό ιερατείο για να καταπιέζει και να αποπλανεί τον άνθρωπο. Ετσι έχουν τεράστιες δημιουργικές δυνάμεις απεγκλωβισθεί. Τέτοιες δεν υπάρχουν στην σημερινή Ελλάδα.

γ) Δημοκρατικό πολίτευμα με το ελεύθερο άτομο με αυτοπεποίθηση, δημιουργικότητα και δυναμικότητα.

δ) Η ανακάλυψη του ατομικού συμφέροντος και της ιδωτικής επιχειρηματικότητας. Δεν υπήρχαν κρατικές επιχειρήσεις !

ε) Η ανακάλυψη της αρχής της άμιλλας (ανταγωνιστικότητας) : “Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων” !

ζ) Η αλληλουχία μεταξύ του έρωτα/σεξουαλικότητας και της σοφίας/επιστήμης. Και αυτό είχε ως συνέπεια την απελευθέρωση δημιουργικών δυνάμεων. Αυτός ο συνδυασμός είναι σε όλην την ιστορία της ανθρωπότητας μοναδικός.

Παρατήρηση

Η εθνικιστική άποψη, ότι οι αρχαίοι Ελληνες είχαν δήθεν ανώτερα γονίδια και επομένως ήταν πιό ευφυείς από τους άλλους λαούς ,είναι γελοίες, ρατσιστικές και μη επιστημονικές. Καθημερινή (9.3.14).

——————————————————–

Ελλάδα, Παλαιοανθρωπολογία

Η Παλαιοανθρωπολογία επί τη βάσει του DNA έχει εμπεδωθεί από Αμερικανούς και Ευρωπαίους επιστήμονες, ενώ οι λίγοι Παλαιοανθρωπολόγοι που έχουμε, τα έμαθαν στα αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και έμειναν στο εξωτερικό, γιατί αυτή η άκρως δύσκολη επιστήμη είναι στα ελληνικά πανεπιστήμια υποανάπτυκτη.

Ξέρω , ότι για την  καθηγήτρια Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Tübingen κ. Χαρβάτη (εργάσθηκε στο Max-Planck- Institut στην πόλη μας) έχει ενδιαφερθεί ένα κρητικό πανεπιστήμιο, αλλά οι δυνατότητες ερευνών και τα οικονομικά δεν ανταποκρίνονται σε διεθνή κριτήρια.Το Βήμα (8.2.16)

———————————————————–

Αρχαιολογία, Γνώσεις, Πηγές

Πρόκειται για το consensus generalis professorum et doctorum ( Γενική ομοφωνία των καθηγητών και των δοκτόρων), το οποίο αποτελεί έναν από τους κανώνες της Γενικής Μεθοδολογίας των επιστημονικών ερευνών. Οι γνώσεις που στηρίζονται στον κανώνα αυτό αντανακλώνται στα πανεπιστημιακά εγχειρίδια, λεξικά κτλ.

Σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους σημειώνονται υπερεξειδικευμένοι επιστήμονες σύμφωνα και με  το ρητό chacun a sa place. Ειδάλλως υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να επικρατήσουν οι αδαείς και οι τσαρλατάνοι.

Ειδικά στην αρχαιολογία εφαρμόζονται σύγχρονες μέθοδοι (πρωτίστως υψηλές τεχνολογίες και DNA) , οι οποίες επιβεβαιώνουν, ότι ο πρώτος άνθρωπος κατάγεται από την Αφρική, οι πρώτοι γεωργοί της Ευρώπης προήλθαν από την Μέση Ανατολή και οι Ινδοευρωπασίοι ήρθαν στην Ευρώπη από τις αναφερθείσες περιοχές. Η τελευταία περίπτωση δεν έχει διατυπωθεί από Γερμανούς αλλά από την Marija Gimbutas: The Kurgan Culture and the Indo-Europeanization of Europe. Selected Articles From 1952 to 1993. Institute for the Study of Man, Washington DC 1997. ISBN 0-941694-56-9.

Ιδέ επίσης άλλη άποψη  C. Renfrew, K. Boyle (Ed.) : Archaeogenetics. DNA and the population prehistory of Europe. McDonald Institute, Cambridge 2000. ISBN 1-902937-08-2 καθώς καθώς και Venceslas Kruta,L Europe des origines. La Protohistoire 6000-500 avant J..C., Paris, ISBN 3 406 37136 1. Αναφέρω μόνον τα βιβλία από την οικιακή μου βιβλιοθήκη.
Οπως βλέπετε, πρόκειται για σύγχρονες εκδόσεις.
Λοπόν γενικά :
Οταν πρόκειται οι σπουδαστές να γράψουν  τις πρώτες επιστημονικές εργασίες, τους κάνουμε την ακόλουθη σύσταση :
Να μελετούν κατά σειράν τα κείμενα περί του εκάστοτε αντικειμένου ως εξής : πρώτα τα έγκριτα λεξικά, κατόπιν τα εγχειρίδια, ύστερα τις
εξειδικευμένες μονογραφίες και στο τέλος τις υπερεξειδικευμένες και κάπως δύσκολες μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά. Να μην αρχίσουν ποτέ ανάποδα.
Να χρησιμοποιούν μόνον ΕΓΚΡΙΤΕΣ πηγές !

Iefimerida (11.15.15)

———————————————————–

Πηγές, Κείμενα, Διαδίκτυο, Βικιπεδια

1. Η Γενική Μεθοδολογία των επιστημονικών ερευνών εμπεριέχει μεταξύ άλλων και τον κανόνα της Συγκριτικότητας ή σε ό,τι αφορά τις πηγές την Διασταύρωση των πληροφοριών.
2. Ενας άλλος κανόνας ειδικά για τις πηγές και τις πολυάριθμες απόψεις ονομάζεταο consensus generalis professorum et doctorum (γενική ομοφωνία καθηγητών και δοκτόρων) . Πρόκειται για την ομοφωνία υπερεξειδικευμένων επιστημόνων στον εκάστοτε κλάδο. Η ομοφωνία αντανακλάται πρωτίστως στα επιστημονικά εγχειρίδια και λεξικά ή και σε δύσκολες μονογραφίες. Αυτά δέον να διαβάζουμε και εμείς , ειδάλλως υφίσταται μεγάλος κίνδυνος της παραπληροφόρησης ίσως και του τσαρλατανισμού, όπως αυτός κυριαρχεί ιδιαιτέρως στην WIKIpedia, στην οποια γράφει κάθε καρυδιάς καρύδι τις ανοησίες και ασυναρτησίες του.
Περί Βρύγων και Φρύγων καθώς και περί την προέλευση των Πρωτομακεδόνων υφίσταται ομοφωνία των…
3. Αυτονοήτως ακόμη και οι περισσότερες επιστημονικές γνώσεις δεν είναι αιώνιες και απόλυτες. Εδώ ισχύει ο κανόνας της Σχετικότητας.
4. Για αντικείμενα ερευνών, μεθόδους και γνώσεις ισχύει ο κανόνας της Μεταλλαγής ( “Πάντα ρει”, Ηράκλειτος).Καθημερινή (30.12.17)

—————————————————————————

Μερικά αρχαία θέματα (απάντηση)

Στηριζόμενος εδώ και δεκαετίες σε ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ πηγές (πανεπιστημιακά εγχειρίδια, εγκυκλοπαίδειες, λεξικά κτλ.) που εκφράζουν την γενική ομοφωνία των ειδικών επιστημόνων (consensus generalis professorum et doctorum) , τοποθετούμαι σύντομα :

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός είναι προϊόν των Αχαιών (Πελοπόννησος) και προηγείται των Ιώνων (Αττική).

2.Οι Τρώες είχαν ουδεμία φυλετική, γλωσσική η πολιτιστική σχέση με τους Αχαιούς.  Ο ύψιστος θεός τους ήταν ο Απαλλούνια, τον οποίο καθώς και την Αρτεμη έχουν παραλάβει οι αρχαίοι Ελληνες. Σε όλα τα έπη διεθνώς ομιλείται η εθνική γλώσσα του ποιητού.

3.Η λέξη βάρβαρος είναι χιττικής προέλευσης. Η χιττική γλώσσα θεωρείται ως η αρχαιότατη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Εχω σε αγγλική μετάφραση το χιττικό έπος Ουλικούμι.

4. O Κυκλαδικός (Πρωτοκυκλαδικός) πολιτισμός χρονολογείται από το 3 χιλιάδες έτη π.Χ. και υπήρχε παράλληλα με τον Μινωϊκό πολιτισμό που σημαίνει ότι προηγήθηκε του Μυκηναϊκού πολιτισμού.

5. Ο σεισμός και το τσουνάμι στην Σαντορίνη το 1600 π.χ. είχαν καταστροφικές συνέπειες στην Κρήτη.

6.Οι Υκσώς που κατέλαβαν την Αίγυπτο καταγόνταν από την Συρία.

7. Οι Φιλισταίοι αποτελούσαν ένα κράμα από Καναανίτες και Βαλκανίους. Μερικοί ιστορικοί αναφέρουν τους Ιλλυρίους που ήταν όντως μεγαλόσωμοι. Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί και σήμερα στην Βόρεια Αλβανία, στο Μαυροβούνιο και στην Κροατία.

8. Τα αρχαιότατα ελληνικά φύλα έχουν προέλθει όπως και τα άλλα ευρωπαϊκά από τις νοτιορωσικές στέπες μεταξύ της Κασπίας και της Μαύρης Θάλασσας κατ ευθείαν ή μέσω της Κεντρικής Ευρώπης όπως όλοι οι άλλοι Ινδοευρωπαίοι. ιefimerida (15.11.15)

Ευρώπη, Εννοια, Προϊστορία, Μέλη, Δυτικός Κύκλος Πολιτισμού, Ελλάς Ανατολή Και Δύση

Ευρώπη , Ανατολή ΚΑΙ Δύση

Προσπάθεια μιας συστηματικής προσέγγισης

Ανατολή

1. Γλωσσική πτυχή

Οι μεγάλοι θαλασσοπόροι Φοίνικες ήταν ο πρώτος λαός, ο οποίος έχει χρησιμοποιήσει την έννοια Δύση ( Βρπ =Βρεπ=Δύση= στα Ελληνικά Ευρώπη ) και εννοούσαν όλες τις χώρες δυτικά της Κύπρου. Στην Φοινικική γλώσσα (δυτικοσημιτική, αργότερα επίσημη γλώσσα της μεγαλοδύναμης Καρχηδώνα) σημαίνει βρπ σκότος ή δύση.

Στους ιστορικούς χρόνους έχουν οι Αρχαίοι Έλληνες ονομάσει  την περιοχή της Δυτικής Μεσογείου Εσπερία ( Δύση ) , εξ ου και ο Εσπέριος ( Δυτικός ). Στην ελληνική μυθολογία  οι Εσπερίδες ήταν θυγατέρες του Άτλα, εξ ου και η ονομασία ” Ατλας-Οροσειρά” στην Βορειοδυτική Αφρική (Μαρόκκο, Αλγερία).

Στους “Πέρσες ” του Αισχύλου γίνεται λόγος για την χώρα, στην οποία έχουν νικηθεί οι Πέρσες “εκεί όπου δύει ο ήλιος” (Δύση ).

Πολύ προ των Ελλήνων οι Αιγύπτιοι ονόμαζαν όλες τις περιοχές δυτικά της Αιγύπτου και της Λιβύης δύση ή σκότος.

Οι πρακτικοί Ρωμαίοι προσέδωσαν στις δυτικές περιοχές του Ιmperium Romanum την ονομασία Occidens ( Δύση ) και στις ανατολικές περιοχές την
ονομασία Oriens ( Ανατολή ) , στην οποία ανήκαν η Κυρηναϊκή ( Λιβύη), η Αίγυπτος, η Συρία-Παλαιστίνα και η Asia Minor ( κατόπιν μετάφραση στα Ελληνικά ως Μικρά Ασία).

Προ περίπου δύο χιλιάδων ετών έχει  η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαιρεθεί στην Δυτική (Imperium Romanum Occidentalis) και στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ( Imperium Romanum Orientalis ).

2. Ιστορική πτυχή

Ύστερα από την εδραίωση του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση του αστικού κράτους έχει επικρατήσει σε όλα τα πεδία της ζωής ιδιαιτέρως στον 19ο αι. η Δύση ( Ευρώπη)  . Προηγήθηκαν η Αναγέννηση, ο   Ευρωπαϊκός   Διαφωτισμός και η Αστική Επανάσταση.

Οι βαλκανικές χώρες όμως δεν έχουν βιώσει αυτην την καθοριστική εξέλιξη. Αλλά οι ευρωπαϊκές μεγαλοδυνάμεις Αγγλία και Γαλλία έχουν ταπεινώσει με την αποικιοκρατική τους πολιτική τις ισλαμικές χώρες.

Η βιομηχανική και επιστημονική υπεροχή της Δυσης ήταν και είναι ακόμη το υπόβαθρο της αλαζονείας των Δυτικοευρωπαίων και των Αμερικανών έναντι άλλων χωρών , ιδιαιτέρως των καθυστερημένων ισλαμικών .

3. Πολιτισμική πτυχή

Από επιστημονική άποψη χρησιμοποιούνται οι όροι  “Δυτικός Κύκλος Πολιτισμού” , “Ισλαμικός Κύκλος Πολιτισμού” , «Κονφουκιανικός Κύκλος Πολιτισμού» και «Ινδουϊστικός Κύκλος Πολιτισμού». Εχω διαπιστώσει, ότι αυτοί οι Terminini scientifici  δεν είναι στην Ελλάδα γνωστοί.

Τα καθοριστικά χαρακτηριστικά του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού, στον οποίο ανήκουν και μη ευρωπαϊκές χώρες ( πρωτίστως  ΗΠΑ, Καναδάς, Ισραήλ, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία ) είναι τα εξής : ανθρωποκεντρισμός ( δηλαδή όχι θεοκεντρισμός ), ατομοκεντρισμός ( δηλαδή όχι ετατισμός ), πολίτης ( citoyen ), κράτος του δικαίου,  ατομικά (υποκειμενικά, όχι αντικειμενικά ) ανθρώπινα δικαιώματα, δημιουργικότητα, συστηματικότητα, οργανοτικότητα κτλ.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του Ισλαμικού Κύκλου Πολιτισμού ( Ανατολή ) είναι τα κάτωθι : θεοκεντρισμός έως θεοκρατία, ανδροκρατία και φαλλοκρατία,  δικτατορίες, νεποτισμός, διαφθορά, φανατισμός. Εκτός τούτου διαπιστώνουμε έλλειψη του ατόμου, του πολίτου, της δημοκρατίας, των ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών,της κοινωνικής,  της κρατικής και της νομικής συνείδησης, της αυτοκριτικής,  του αισθήματος της ευθύνης για το σύνολο, του ορθού λόγου, της δημιουργικότητας  κτλ.

Αξίζει τον κόπο να συγκρίνουμε τον Νεοέλληνα ρεαλιστικά περισσότερο με τον Ανατολίτη και όχι τόσο με τον Δυτικοευρωπαίο.

Υπάρχει και η ειδική περίπτωση του Νεοέλληνα πολιτικού  που είναι πολιτιστικό κράμα της Ανατολής και της Δύσης. Ο αντικειμενικός παρατηρητής και γνώστης της νεοελληνικής νοοτροπίας διαπιστώνει συχνά , ότι μερικοί πολιτικοί σκέπτονται και εκφράζουν γνώμη σε βαλκανοανατολίτικο πολιτισμικό επίπεδο : μεγαλοστομία, αθυροστομία, τσαμπουκισμός, συνωμοσιολογία, υπόνοιες , απειλές, συκοφαντίες, “επιθέσεις” και “αντεπιθέσεις” αντί επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων, συγκρουσιασμός, έλλειψη της αυτοπεποίθησης, της λογικής σκέψης, της πολιτισμένης κριτικής και πρωτίστως της αυτοκριτικής.

Όποιος τονίζει μεγαλόφωνα, πολυποίκιλα και επανειλλημμένα, ότι είναι “100 τοις εκατό αθώος” και ότι “θα αστράψει η αλήθεια” κτλ.. αντί να περιμένει την απόφαση μίας ειδικής επιτροπής η ενός δικαστηρίου, έχει πολλά ψυχολογικά προβλήματα και ίσως να μην είναι και τόσο πεπεισμένος για την αθωότητά του. Αυτό συμβαίνει συχνότατα με πολιτικούς του παρακάτου είδους ( Ιδέ  στο Μπλογκ μου την κοινωνιολογική, πολιτολογική και γλωσσολογική μελέτη «Νεοέλλην άνηρ πολιτικός, Κάθαρμα, Αλήτης, Μπάσταρδο» και το άρθρο  «Νεοέλληνας, Βαλκανοανατολίτης» ).

Δημοσιευθέν συχνά στον κεντρικό ηλεκτρονικό τύπο, κυρίως στην Καθημερινή και στο Βήμα.

———————————————————–

Ευρώπη-Ελλάδα
(κάποιος χρήστης αξιολογεί την Ευρώπη ως άχρηστη, ανίκανη κτλ.)

Εννοείτε την πραγματική Ευρώπη ή την Ευρώπη των σουρεαλιστών και ονειροπόλων ; Η σημερινή Ευρώπη είναι το όνειρο και άλλων περιοχών της υφηλίου. Δηλαδή, επειδή η Ελλάδα έχει παντελώς ξεπέσει, μπατίρισε και η Ευρώπη ;

Ευνοήτως επιθυμείτε την Ευρώπη των τεράστιων πακέτων , τα οποία τα τρισκατάρατα και τελείως διεφθαρμένα τρωκτικά των κυβερνώντων κομμάτων έχουν καταβροχθίσει; Οι καιροί έχουν αλλάξει, οι “κουτόφραγκοι” ξύπνησαν.

Ακριβώς αύριο υπερασπίζει στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου κάποιος (Mario Arroyave) από τους πρώην μεταπτυχιακούς μου την διδακτορική διατριβή του με θέμα την δημιουργία μίας Λατινοαμερικανικής Ενωσης με πρότυπο την ΕΕ !
Είχα εν μέρει την επιστημονικκή εποπτεία επί του θέματος. Voila ! Προσθήκη. Εν τω μεταξύ έχει υπερασπίσει το δοκτοράτο του με magna cum laude : λίαν καλώς). Καθημερινή (22.6.15)
Ευρώπη, Εννοια, Προϊστορία, Ποιοι ανήκουν στην Ευρώπη ;

Προϊστορία

Ήδη προ 25χιλ. (γυναικεία είδωλα ίσως θεοτήτων ) και μία φλογέρα, προ 18χιλιάδων ετών (ζωγραφιές) έχουν συντελεσθεί στην Ευρώπη στην
Παλαιολιθική Εποχή (700χιλ-8χιλ. π.Χ.) μερικές πολιτισμικές επιτεύξεις.
Με την Νεολιθική Εποχή ( 5.500-2.500 π.Χ. ) έλαβε χώραν η „Γεωργική Επανάσταση“ και έχει αρχίσει ο συστηματικός εκπολιτισμός των Ευρωπαίων (
οικισμοί, καλλιέργεια δημητριακών , καταμερισμός εργασίας, κεραμική ( 5χιλ. π.Χ.) και αστεροσκοπείο (Stonehenge, 3χιλ. π.Χ.).

Οι πρώτοι αγρότες έχουν προέλθει από την περιοχή μεταξύ της Ανατολικής Μικράς Ασίας, της Συρίας και του Ιράκ ( DNA ! ) . Εκεί έχει εφευρεθεί 9 χιλιάδες έτη π.Χ. η γεωργία .

Η Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη είχαν γεωργικό πολιτισμό ήδη μεταξύ του 5.500 και του 4.500 π.Χ. Μερικές επιτεύξεις των Ευρωπαίων είναι πολύ
αρχαιότερες και από τις αιγυπτιακές πυραμίδες ! Και όμως, πολλοί αφελείς και αδαέστατοι Ελληναράδες νομίζουν , ότι οι Βόρειοι Ευρωπαίοι ζούσαν επάνω στα δένδρα και είχαν τα βελανίδια σαν διατροφή. Αυτό είναι το αποκορύφωμα της αμορφωσιάς , της άγνοιας και της μορφωτικής αυτοπεριχαράκωσης.Καθημερινή (28.8.16)

—————————————— —————-

Ευρώπη, Εννοια

1. Γλωσσολογικά : H λέξη Ευρώπη είναι η ελληνική εκδοχή (προφορά) της φοινικικής λέξης ΒΡΠ (μόνο σύμφωνα !) και σημαίνει η Δύση.
Μερικούς αιώνες αργότερα έχουν ονομάσει και οι αρχαίοι Ελληνες όλες τις περιοχές δυτικά από την Ελλάδα Δύση (Εσπερία).
Η λέξη Ευρώπη ερμηνεύεται στην Ελλάδα ακόμη και σε επίσημα λεξικά εσφαλμένα ως «ευρύα όψη».
2. Μυθολογικά : Η ωραία Ευρώπη ήταν κόρη του βασιλιά της Φοινίκης Αγένορα. Ο Δίας με μορφή του ταύρου την απήγαγε και την έφερε στην Κρήτη, όπου γέννησε τρία αγόρια : τον Μίνωα, τον Ραδαμάνθη ,  τον Κάδμο κτλ.
3. Ιστορικά : Η Μέση Ανατολή έχει προγηθεί της Ευρώπης στις παραγωγικές δυνάμεις (εμπέδωση της γεωργίας ήδη 9 χιλιάδες έτη π. Χ. στην δημιουργία κρατών 3 χιλ. έτη π. Χ., στην νομοθεσία (πρώτοι κώδικες 2.240 έτη π.Χ., πρώτα αλφάβητα περίπου 3 χιλ. έτη π.Χ. (το ελληνικό αλφάβητο έχει παρθεί τον 9ο αι. από τους Φοίνικες κτλ. Από τον 6 αι. π.Χ. άρχισαν να σπουδάζουν Ελληνες στις χώρες με πολύ αρχαιότερους πολιτισμούς ιατρική, νομοθεσία, διοικητικά συστήματα, αρχιτεκτονική και γεωμετρία (Αίγυπτος), μαθηματικά και αστρονομία.

α (Βαβυλωνία).
Ακόμη και η θεά Αφροδίτη προέρχεται από την Ανατολή και δη μέσω Συρίας (Aschterut, Αστάρτη) από την Βαβυλωνία (Ischtar).
Πρώτο Θέμα (1.6.15)

———————————-

Ευρώπη, ποιοί ανήκουν σ αυτήν ;

α) Στην Ευρώπη ανήκουν γεωγραφικά όλες οι χώρες μεταξύ της Πορτογαλλίας και της Ρωσίας και μεταξύ της Σκανδιναβικής και της Ελλάδας.
β) Στην Ευρώπη ανήκουν πολιτισμικά η Νότια ( στα Βαλκάνια μόνον η Ελλάδα λόγω της ιστορίας) , η Δυτική, η Κεντρική, η Βόρεια, και η Ανατολική Ευρώπη (η Ρωσία, η Λευκορωσία, η Ουκρανία και η Μολδαβία μόνον εν μέρει).
γ) Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ευρώπης είναι ο Διαφωτισμός theoria cum praxi.
δ) Ηδη προ 26 ετών έχω στις διαλέξεις μου πρεσβεύσει την άποψη περί της Ευρώπης των δύο ταχυτήτων. Αυτή η αντίληψη έχει όμως τότε θεωρηθεί ως υπουτιμητική για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Καθημερινή (3.2.17)

—————————————————————————–

Νεοέλληνες και Δύση (Ευρώπη)

Διαφοροποίηση (ένας από τους βασικούς κανόνες της Γενικής Μεθοδολογίας των επιστημονικών  ερευνών )

Οι Κομμουνιστές και μερικοί  εκπρόσωποι της Ριζοσπαστικής Αριστεράς  διακατέχονται από αισθήματα απόρριψης, εν μέρει και μίσους κατά της καπιταλιστικής (ιμπεριαλιστικής) Δύσης. Δηλαδή πρόκειται για μάν ιδιαίτερη έκφανση του ταξικού αγώνα.

  1.  Μερικοί εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας  μισούν την Δύση λόγω της διάλυσης της Αυτοκρατορίας από τους Σταυροφόρους.
  2. . Η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Θεολόγοι της απορρίπτουν την Δύση λόγω του Ατομοκεντρισμού και της «ανηθικότητάς» της.
  3. Ο μεσαίος Ελληνας  θαυμάζει την Δύση λόγω του υψηλού  βιοτικού επιπέδου.
  4. Οι Ελληνες επιστήμονες θαυμάζουν την Δύση λόγω του υψηλού επιπέδου των επιστημονικών ερευνών και των  επιστημονικών επιτεύξεων.
  5. Οι πλούσιοι Ελληνες λατρεύουν τον δυτικό τρόπο ζωής. Ακριβώς αυτούς έχει επί δεκαετίες το ΚΚΕ δυσφημήσει ως κοσμοπολίτες.
  6. Σημειώνονται  πολιτισμικά συμπλέγματα κατωτερότητας σχεδόν όλων των βαλκανικών λαών έναντι της «Ευρώπης». Το ίδιο ισχύει και για τους Αραβες.

Αλλα  παραδείγματα  : Οι περισσότεροι Ρώσοι θαυμάζουν  και ταυτόχρονα απορρίπτουν τους Γερμανούς. Οι περισσότεροι Πολωνοί θαυμάζουν και ταυτόχρονα απεχθάνονται τους Γερμανούς. Οι περισσότεροι Τσέχοι θαυμάζουν και ταυτόχρονα ζηλεύουν τους Γερμανούς.   :Καθημερινή (19.4.16)

 

Panos Terz ( Παναγιώτης Δ. Τερζόπουλος ), Προέλευση, Credo, Σπουδές, Πανεπιστημιακοί Κλάδοι, Εγκυκλοπαιδική Μόρφωση, Μουσικές Προτιμήσεις , Ονομα Παναγιώτης

Η προέλευσή μου (ιστορική διάσταση και εθνολογική πτυχή)
Περίπου τον 9ο αι. π. Χ. αυτόχθονοι πληθυσμοί (Ιωνες, Αχαιοί) έγκατέλειψαν κάτω από την πίεση των ημιπολιτισμένων Δωριέων την Πελοπόννησο και εποίκησαν μαζικά τα παράλια της Ιωνίας.
Ηδη μερικούς αιώνες πρωτύτερα εποίκησαν Μίνωες, Αχαιοί και γενικά Ιωνες αυτές τις περιοχές. Τον 7ο αι. κινήθηκε ένα τμήμα από αυτούς μέσω του Ελλησπόντου προς τον Βορρά και ίδρυσε στις ακτές του Ευξείνου Πόντου την πόλη Σινώπη που ήταν η αφετηρία για την αποίκηση όλων των παραλιών.
Μερικοί προχώρησαν στην ενδοχώρα και κατοίκησαν στην πόλη Hanusha (Αργυρούπολη). Εκεί συγχωνεύθηκαν με απογόνους των Χιττιτών. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Χιττιτών: μέτριο ανάστημα, στρογγυλό κεφάλι, κοντό και πολύ δυνατό σβέρκο, φαρδειές πλάτες, ισχυρά χέρια, σχετικά κοντά, αλλά πολύ ισχυρά πόδια. Ακόμη και στο Μακρύγιαλο καθως καιστην Κατερίνη υπάρχουν τέτοιοι Πόντιοι. Τον 19ο αι. οι απόγονοί τους επέστρεψαν στα παράλια, όπου έγινε εν μέρει επιμειξία με τους καυκάσιους Λαζούς. Οι πρόγονοι των Τερζοπουλαίων κατοικούσαν πρώτα στην Τραπεζούντα, έφυγαν για την Αργυρούπολη, όπου έμειναν έως τις αρχές του 19ου αι., κατόπιν μετοίκησαν στην Φάτσα.
Οι πρόγονοι της μητέρας μου κατάγονται από την περιοχή της Τραπεζούντας. Ο παππούς μου εκ μέρους του πατέρα παντρεύτηκε μία κατάξανθη Πόντια με γαλανoπpάσινα μάτια από την περιοχή των Γαλατών. Όλοι οι συγγενείς της γιαγιάς μου στην Κατερίνη έχουν κορμιά, φυσιογνωμίες κλπ. όπως οι σημερινοί απόγονοι των Κελτών σε ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελζα, κόρη του Νίκου Ξενίδη, αναδεικνύει όλα τα χαρακτηριστικά των Κελτών. Μία δισέγγονη της γιαγιάς μου παντρεύτηκε έναν Αγγλο κελτικής προέλευσης που σημαίνει, ότι το κελτικό στοιχείο είναι στα παιδιά της διπλό !
Εν ολίγοις, είμαι ένα κράμα αρχαίων Ελλήνων, Χιττιτών, Γαλατών και Λαζών (Καυκάσιων).Οι περισσότεροι συγγενείς κα φίλοι θέλουν να είναι «καθαροί» απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, ενώ μερικοί είναι εν μέρει απόγονοι Βλάχων, Σλάβων, Αλβανών. και Αρμένων.
Οι πρόγονοί μου έφτασαν το 1919 στην Ελλάδα.
Το ποντιακό ιδίωμα ιδιαιτέρως της Τραπεζούντας μοιάζει σε πολλά με την ιωνική διάλεκτο. Καθημερινή (30.11.15) και στο Blog μου υπο Panos Terz.
Κείμενο επεξεργασθέν και αναρτηθέν στο Facebook (28.9.2021)

——————————————————

Ονομα ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ , Ετυμολογία, Σημασιολογία

1.Το επίθετο άγιος ετυμολογείται από το ρήμα άζω ή
άζομαι που σημαίνει έχω ευλάβεια, ή και σέβομαι. Σημειώνεται και στην Σανσκριτική ως gajate με την σημασία εκφράζω
ευσέβεια μέσω θυσίας.
Ετσι σημαίνει το επίθετο άγιος ευσεβής καθώς και αγνός. Από το άγιος ετυμολογείται κατόπιν το ρήμα αγιάζω ή και αγίζω και από αυτά η λέξη αγιασμός. Η λέξη άγιος ήταν γνωστή ήδη στα Αρχαία Ελληνικά (Ηρόδοτος, Πλάτων και άλλοι).
Πηγή : Langenscheids Taschenwörterbuch, Altgriechisch –Deutsch,
ISBN 3-468-10031-0, Berlin et alt., 1990, S.13, 19.

2. Παν (ουδέτερο και ως συνθετικό ) από το πας (αντωνυμία) : όλο , ολόκληρο.
3.Παναγιώτης (παν+ αγιώτης), εξ ου και Παναγιώτατος (υπερθετικό του πανάγιος, προσφώνηση του Οικουμενικού Πατριάρχη της Ορθοδοξίας).
Πηγή : Γ. Μπαμπινιώτη, Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, ISBN 978-960-89751-8-7, Αθήνα 2010, σελ.. 1027.

Σημειώνεται όμως ένα γλωσσικό πρόβλημα : η λέξη αγιώτης (αγιότης) είναι θηλυκού γένους : η αγιώ(ό)της, της αγιώ(ό)τητος. Αυτό σημαίνει, ότι το όνομα Παν-αγιώτης είναι από γλωσσική άποψη θηλυκό. Οπως φαίνεται έχει λάβει στην διάρκεια αιώνων αυτή η λέξη σημασιολογική μεταλλαγή. Καθημερινή (15.1.127)

————————————————–

Credo

α) Αγάπη στην εργασία (επιστήμη), β) ατσαλένια βούληση, γ) σιδερένια αυτοπειθαρχία, δ) γρανιτένια αντοχή, ε) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ζ) Πανθεϊστής, η) Αμυντικός Ουμανιστής (Ανθρωπιστής), θ) Απέχθεια έναντι των ολοκληρωτικών συστημάτων (Φασισμός, Κομμουνισμός).

——————————————————-

Σπουδές

Νομικές Επιστήμες με ειδίκευση στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο (Δ.Δ.Δ., ιδιαιτέρως στο Διεθνές Συμβατικό Δίκαιο), στο Διεθνές Οικονομικό Δίκαιο και στην Θεωρία/ Φιλοσοφία, Κοινωνιολογία και Μεθοδολογία του Δικαίου. Bάσεις της Φιλοσοφίας, της Εθνικής Οικονομίας ,της Πολιτολογίας,  της πανεπιστημιακής Παιδαγωγικής, της Διδακτικής , της Μεθοδικής/Μεθοδολογίας, της Ψυχολογίας , της Κοινωνιολογίας και του Πανεπιστημιακού Managemant. Πέραν τούτου σπουδές στο Μαρξισμό-Λενινισμό, στην Μαρξιστική-Λενινιστική Φιλοσοφία ( ιδιαιτέρως στον Διαλεκτικό και στον Ιστορικό Υλισμό ), στην Πολιτική Οικονομία του Καπιταλισμού , στην Ιστορία του Διεθνούς Εργατικού Κινήματος, στο Διεθνές Επαναστατικό Κίνημα, στην Θεωρία της Επανάστασης και στο Διεθνές Σοσιαλιστικό Σύστημα.

———————————————————-

Πανεπιστημιακοί κλάδοι

Καθηγητής Πανεπιστημίου, Λειψία, Universidad Santiago

Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο (μεταξύ άλλων Επιστήμη του ΔΔΔ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΘΕΩΡΙΑ, Κοινωνιολογία και ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ του ΔΔΔ, Διεθνές Συμβατικό Δίκαιο, Διπλωματικό Δίκαιο, Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης, Ανθρωπιστικό Δίκαιο («Δίκαιο του Πολέμου»), Διεθνές Δίκαιο των Μεταναστών, Διεθνές Δίκαιο του Σύμπαντος, Διεθνές Δίκαιο του Αφοπλισμού, Δίκαιο του ΟΗΕ , Διεθνής Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωματικών, Διεθνές Δίκαιο της Προστασίας του Περιβάλλοντος) , Θεωρία, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, Κοινωνιολογία και ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ του Δικαίου, Θεωρία των διεθνών σχέσεων, Γενική ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ των βασικών επιστημονικών ερευνών (ανθρωπιστικές επιστήμες). Το τελευταίο μόνον για την επιμόρφωση άλλων επιστημόνων πανεπιστημίου
και ανωτάτων σχολών.

 

—————————————————-

Εγκυκλοπαιδική μόρφωση

Στα πλαίσια της ανώτερης εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης ασχολούμαι από το 1960 ερασιτεχνικά, αλλά συστηματικά με την Αρχαιολογία (ειδικά με την Μεσολιθική και την Νεολιθική Εποχή καθώς και με την Εποχή του Χαλκού ), με την αρχαία ελληνική Ιστορία και Φιλοσοφία καθώς και με την Ρωμαϊκή Ιστορία και Φιλοσοφία, με την συγκριτική παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού και της Λογοτεχνίας, με την Μυθολογία και την Ετυμολογία, συστηματικά με τους αρχαίους πολιτισμούς της Μέσης Ανατολής , των Χιττιτών, της Ινδίας και της Κίνας και  απο το 1985 επιστημονικά με την Εθνολογία (προέλευση, φυσιογνωμία και νοοτροπία ) των ευρωπαϊκών και μερικών ασιατικών λαών.Λόγω επιστημονικών σκοπών εκμάθηση μερικών ξένων γλωσσών. ——————————————————– —

Μουσικές προτιμήσεις

Διαθέτω στην κατοικία μου περίπου 1300 δίσκους , κασέτες και CD με τουλάχιστον 15 χιλιάδες μουσικά κομμάτια και τραγούδια. Περίπου 75 τοις 100 αφορούν την μεσαιωνική (από τον 8ο αι.) μουσική και τραγούδια από πολλές ευρωπαϊκές χώρες και πρωτίστως κλασσική μουσική από όλες τις εποχές και όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (πρωτοστατούν οι Ιταλοί, οι Γερμανοί, οι Αυστριακοί, οι Γάλλοι, οι Αγγλοι και οι Ρώσοι).

Τα υπόλοιπα αφορούν παραδοσιακά τραγούδια σχεδόν από όλον τον κόσμο, ιδιαιτέρως ελληνικά (πρωτίστως παραδοσιακά), γερμανικά, πάρα πολλά λατινοαμερικανικά, ιρλανδικά, αγγλικά, ινδικά, κινέζικα, μογγολικά, κεντροασιατικά, αραβικά ( ιδιαιτέρως αραβοανδαλουσιακά και αιγυπτιακά ) και αφρικανικά (δυτικοαφρικανικά) . Σε ό,τι αφορά τα ελληνικά τραγούδια και τη μουσική, διαθέτω μεν σχετικά πολλά, αλλά μου λείπουν , όπως συχνά διαπιστώνω, πολλά τραγούδια από τον Πόντο, την Μικρά Ασία και ιδιαιτέρως από τα ελληνικά νησιά (ΕΠΤΑΝΗΣΙΩΤΙΚΑ !!!)που μου αρέσουν πάρα πολύ. Εν τω μεταξύ έχει επιλυθεί το πρόβλημα αυτό χάριν του Youtube.

-Johann Sebastian Bach, Ο μεγαλύτερος μουσικοσυνθέτης στην παγκόσμια ιστορία της μουσικής.

Σε ό,τι αφορά το έργο του Bach, προτίμησα ήδη από το 1960 τα εξής έργα , τα οποία έχω στην “Οικιακή μουσική βιβλιοθήκη” μου : Matthäus-Passion (Υπάρχει και μία από τον Telemann !), Messe h-moll, Die vier Orchestersuiten BWV 166-169, Die sechs Brandenburgischen Konzerte BWV 1046-1051, Violinkonzerte I : BWV 1041-1043 (Αυτό ιδιαιτέρως με David et Igor Oistrach), Das Wohltemporierte Klavier ( I Präludien und Fugen 19-24, BWV 864-869 ( Swjatoslaw Richter !), Konzerte für Cembalo und Streichorchester f-moll BWV 1056, A-dur BWV 1055 und E-dur BWV 1053, στο τέλος το “λαϊκο” Weihnachtsoratorium.

Επισκέπτομαι τακτικότατα (abonnement) τα ρεσιτάλ κλασικής μουσικής γενικά στην “Πόλη της μουσικής” Λειψία εδώ και μισόν αιώνα.

Καθημερινή ( 30.1.16)

——————————————————————————-

Κλασική Μουσική σε Πανεπιστημιακές Διαλέξεις

Η Bartoli τραγουδά όπως ένα καναρίνι, και οι μουσικοί παίζουν άριστα, καλύτερα από αυτούς που άκουσα στην ερμηνεία του Vivaldi έως τώρα.

Εχω στην βιβλιοθήκη μου δίσκους και CD με μουσική του, μεταξύ αυτών και μία CD με το Giardino armonico, αλλά όχι με την Μπάρτολι. Το κονξέρτο με την Oboe είναι σαν πυροτέχνημα.

Κατ αρχάς αγαπούσα πολύ τις Le quatro stagioni ( ιδιαιτέρως La Primavera και L Estate), αλλά κατόπιν προτίμησα το δράμα Juditha Triumfans στα Λατινικά.
Εχω χρησιμοποιήσει τo κομμάτι Juditha et Holofernes συχνά στην διάλεξη περί της Ιστορίας του Διεθνούς Δικαίου του Πολέμου. Οι φοιτητές ξαφνιάστηκαν κάπως, αλλά η μουσική τους άρεσε.

Κάτι το παρόμοιο έκανα και με τη μουσική του Mozart ( Die Zauberflöte, Sarastro “Die Strahlen der Sonne vertreiben die Nacht” στο θέμα “Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός”), με τον Beethoven (Egmont, Αυτοδιάθεση), με το Händel και άλλους μουσουργούς.

Καθημερινή (17.1.16)

———————————————————————————-

Μογγολία, Τραγουδίστριες

Είναι γενικά γνωστό, ότι μόνον οι υψηλές φωνές των γυναικών είναι κατάλληλες για μαγεία. Σe σύγκριση με τις Κινέζες τραγουδούν μελοδικότατα και πολύ καλύτερα. Ισως είναι η Byambajargal Gombodorj η διασημότερη τραγουδίστρια της Μογγολίας.

Πάντως είναι προτιμότερο να είμαστε ανοιχτοί απέναντι στη μουσική και στα τρταγούδια άλλων πολιτισμών και λαών,από το να κάνουμε και εθνοκεντριστική μουσικοομφαλοσκόπηση.

Καθημερινή ( 17.1.16,2017, 2018 )

Μεθοδολογία Γενική,Ειδική, Κείμενα, Προβλήματα, Εφαρμογή επί της Ελληνικής Κρίσης, Επιστημονικοί Οροι

 

1. Προβλήματα (εξεύρεση)

Σύμφωνα με τους κανόνες της Λογικής  το πρώτο καθήκον του αναλυτού είναι να εξεύρει χωρίς πολυποίκιλες παρωπίδες τον πυρήνα ενός προβλήματος (punctum quaestionis). Η μεθοδική προσέγγιση εξαρτάται από το είδος του προβλήματος (οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό κτλ).

Επειδή όμως τα περισσότερα προβλήματα έχουν σύνθετο χαρακτήρα, δέον να εφαρμοσθεί μία επίσης σύνθετη μέθοδος, η οποία όμως απαιτεί διακλαδικές ομάδες ερευνητών. Αλλά αυτό δεν είναι στην Ελλάδα ούτε γνωστό, ούτε επιθυμητό, ούτε εφαρμόσιμο. Επομένως  κάθε ερευνητής είναι υποχρεωμένος, να προσπαθήσει επί τη βάσει των γνώσεων και των εμπειριών του να επιτύχει την εξεύρεση ενός προβλήματος.Τα προβλήματα αποτελούν συγκεκριμένα φαινόμενα, επομένως πρέπει η προσέγγιση να είναι  σε αυτά επίσης συγκεκριμένη.

2. Προβλήματα (Επίλυση)

α) Αυτό σημαίνει κυρίως να εξετάσουμε, τί είναι hic et nunc απολύτως απαραίτητο, δηλαδή ποιό είναι και τί χαρακτήρα έχει το πρώτο βήμα. Αναμφιβόλως πρόκειται για ένα πολιτικό βήμα, το οποίο προϋποθέτει πολιτική βούληση (voluntas politica).

Η επίλυση των προβλημάτων αποτελεί μία πολύχρονη διαδικασία. In concreto αυτό σημαίνει  την εμπέδωση μιας κυβέρνησης της εθνικής Ανασυγκρότησης  με πρωθυπουργό έναν διεθνώς αναγνωρισμένο και έμπειρο τεχνοκράτη (π.χ. ο κ. Παπαδήμος). Το ίδιο δέον να ισχύει και για τον υπουργό των δημοσιονομικών.

Το κύριο καθήκον της κυβέρνησης πρέπει να είναι το δεύτερο βήμα, η επικέντρωση όλων των δυνάμεων στην δημιουργία των προϋποθέσεων
για την παραγωγή και εξαγωγή διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων. Τελικά  το οικονομικό πρόβλημα αποτελεί την conditio sine qua non για το ξεπέρασμα της μεγάλης κρίσης. Μόνον μέσω οικονομικών επιτυχιών  η Ελλάδα θα είναι σε θέση να επαναποκτήσει διεθνή φερεγγυότητα,αξιοπρέπεια, εκτίμηση και ακτινοβολία.

β) Σε περίπτωση που μία κυβέρνηση της εθνικής Ανασυγκρότησης  δεν είναι εφικτή, και πέραν τούτου σημειώνεται εθνικά και διεθνώς μία επικίνδυνη κατάσταση, προτείνω να ανατεθεί για μία μεταβατική περίοδο η διακυβέρνηση της χώρας σε
μίαν διεθνή επιτροπή/κυβέρνηση τεχνοκρατών από την Σουηδία, Ολλανδία, Αυστρία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ελβετία, αλλά ο πρωθυπουργός καθώς και ο υπουργός των δημοσιονομικών πρέπει οπωσδήποτε να είναι Ελληνες τεχνοκράτες (όπως παραπάνω). Εχει αποδειχθεί, ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν κατέχουν τις απαραίτητες ικανότητες για να ξεπεράσουν την κρίση.

Είμαι μεν πεπεισμένος, ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν σε θέση να συμβάλλει στην επιτυχή επίλυση του πρυτανεύοντος προβλήματος και δη του ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ, αλλά ας λαβουμε υπ όψη την αντίδραση των πατριδοκάπηλων Ελληναράδων και άλλων εξτρεμιστικών στοιχείων της ελληνικής κοινωνίας. Καθημερινή (20.11.16)

——————————————————-

Μεθοδολογία, Γενική και Ειδική

Κύριε Γιανναρά, είμαι πεπεισμένος, ότι έχει ωριμάσει ο  χρόνος να αναβιβάσουμε το επίπεδο των σχόλιων ακόμη λίγο, γιατί μερικοί συσχολιαστές το έχουν παρακάνει με τις παράξενες αντιπαραθέσεις. Ευχαριστώ.

Κάθε επιστήμονας –ερευνητής  πρέπει να κατέχει  άρτια το περιεχόμενο των τριών εννοιών Μέθοδος, Μεθοδική και Μεθοδολογία. Και οι τρεις αφορούν πρώτα από όλα την εξεύρεση και την επίλυση προβλημάτων. Ιδιαίτερα η Μεθοδολογία  αποτελεί την διδασκαλία ή την επιστήμη περί των μεθόδων. Υπάρχει  μία  γενική  Μεθοδολογία, η οποία είναι σε γενικές γραμμές η βάση για την πιό συγκεκριμένη Μεθοδολογία των ειδικών επιστημών. Αυτό σημαίνει , ότι κάθε επιστήμη  πρέπει να έχει την δική της Μεθοδολογία.  Η ειδική Μεθοδολογία έχει από το μέρος της την δικιά της Θεωρία και την δικιά της Φιλοσοφία. Μόνον πεπειραμένοι πανεπιστημιακοί ερευνητές είναι σε θέση να επεξεργασθούν την γενική  Μεθοδολογία και τις ειδικές Μεθοδολογίες. Σε μερικά πανεπιστήμια της Ευρώπης υπήρχαν ειδικές έδρες  για βασικά  μεθοδολογικά  προβλήματα.

Σύμφωνα με την Θεωρία της αντανάκλασης (Δημόκριτος) αντικατοπτρίζουμε τα φαινόμενα, τα οποία είναι αντικειμενικά που σημαίνει ότι αυτά εστιάζονται έξω από τον εγκέφαλο του ανθρώπου μεν, αλλά αυτός πρέπει να τα εξετάσει με τον απώτερο σκοπό να διεισδύσει στο punctum quaestionis ( πυρήνας ενός ζητήματος ) και να διαπιστώσει τί είναι αυτό. Ακριβώς αυτό το Τί είναι ο πυρήνας της Θεωρίας ήδη από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων φιλόσοφων. Σημειώνεται και το Διατί, αυτό είναι το βασικό ερώτημα της Φιλοσοφίας.

Αλλα πώς πραγματοποιείται μία τέτοια έρευνα ; Το Πώς είναι ο πυρήνας της Μεθοδολογίας ( Παρμενίδης, Ιδέ ιδιαιτέρως Karl R. Popper, The World of Parmenides- Essays on the Presocratic Enlightenment, New York, 1998. ).

Φαινόμενα, γεγονότα κλπ. μπορούν να ερμηνευθούν μεν, αλλά δεν επιτρέπεται μέσω ιδεοληψιών και επί τη βάσει του υποκειμενισμού ή και χειρότερα του βολονταρισμού να παρερμηνευθούν ή και εκουσίως να διαστρεβλωθούν. Αυτό συμβαίνει καθημερινώς στα ελληνικά ΜΜΕ. Ο αιώνιος Αριστοτέλης έχει εφαρμόσει στα έργα του την εξής προσέγγιση : Πρώτα να θεωρούμε την φύση και την κοινωνία . Κατόπιν να διαβάσουμε, τί έγραψαν άλλοι περί αυτών. Και στο τέλος να βγάλουμε επί τη βάσει των κανόνων της Λογικής συμπεράσματα.

Οι σημαντικότεροι κανώνες της Γενικής Μεθοδολογίας των βασικών και προγνωστικών επιστημονικών     ερευνών είναι οι ακόλουθοι : Σύνθεση- Ανάλυση, Συνθετικότητα, Συστημικότητα, Σχετικότητα, Διαφοροποίηση, Συγκριτικότητα, Ιστορικότητα-Συγκεκριμενικότητα, Εξέλιξη και Μεταλλαγή, Αιτιολόγηση, Προγνωστικότητα. Υπάρχουν και άλλοι. Και η ιστορική επιστήμη  στηρίζεται σε αυτούς τους κανόνες μεν, αλλά έχει και τους ειδικούς της κανόνες.

Πληροφορία : Περί  πτυχών της Γενικής Μεθοδολογίας των βασικών και προγνωστικών επιστημονικών ερευνών έχω εκπαιδεύσει στα πλαίσια της επιμόρφωσης επιστήμονες  και εκτός τούτου έχω δημοσιεύσει σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά συγγράμματα (Ιδέ στο  Internet  υπό  Panos Terz καθώς και μέσω της Ιστοσελίδας  μου στο Μπλογκ μου).

Ιδέ στο Internet υπό Panos Terz καθώς και εδώ στο Μπλογκ επίσης τις Μονογραφίες και τις μελέτες, όπου αναλύονται και εφαρμόζονται η Γενική και η εκάστοτε Ειδική Μεθοδολογία καθώς και η διαφορά μεταξύ της Μεθόδου, της Μεθοδικής και της Μεθοδολογίας :
“Μέθοδος, Μεθοδολογία, Αντιπαράθεση με Χρήστο Γιανναρά”,
“Menschen-und Gesellschaftsilder sowie Rechts- und Gerechtigkeitsvorstellungen in den Schriftdokumenten der alten Hochkulturen, Eine komparative philosophiehistorische Untersuchung”, (Monographie),
“Völkerrechtswissenschaft, Dimensionen” (Monographie), “Völkerrechtstheorie, Völkerrechtsphilosophie, Völkerrechtsmethodologie, Unterschiede” (Eine Studie), “Theorie, Philosophie und Methodologie des Völkerrechts, Unterschiede,
“Ελληνικά προβλήματα, Μεθοδολογική Θέαση”,
«Εφαρμογή των κανόνων της επιστημονικής Μεθοδολογίας επί της ελληνικής κρίσης».

__________________________________________

Αντιπαράθεση με τον κ. Χρήστο Γιανναρά

Ελληνικά προβλήματα, Μεθοδολογική θέαση

Ιδιαιτέρως στην Εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι σχεδόν όλες οι κοινωνίες και ειδικά οι οικονομίες άμεσα η έμμεσα μεταξύ τους συνδεδεμένες. Υφίστανται αλληλουχίες , αλληλοεξαρτήσεις και αλληλοεπιδράσεις. Η Ελλάδα είναι εκών ή άκων ένα στοιχείο του συστήματος των παρόντων διεθνών σχέσεων με διαφορετικές εκφάνσεις και δη οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές , διπλωματικές κ.ο.κ.

Εκτός τούτου η Ελλάδα είναι στοιχείο ενός πιό συγκεκριμένου συστήματος σχέσεων υπό την ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στα πλαίσια της οποίας είναι μεν σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο όλα τα κράτη-μέλη ισότιμα, αλλά στην πραγματικότητα σημειώνονται πρωτίστως οικονομικές και πολιτικές εξαρτήσεις, ενώ η Γερμανία αποτελεί αντικειμενικά στον οικονομικό και στον πολιτικό τομέα την περιφεριακή υπερδύναμη, για να μην χρησιμοποιήσουμε τον όρο ηγεμώνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Πέραν τούτου η Ελλάδα ανήκει στο υποσύστημα της Ευρωζώνης, όπου λόγω της οικονομικής κατάπτωσης είναι ολοσχερώς εξαρτημένη από τις πλούσιες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά και ιδιαιτέρως από την πανίσχυρη Γερμανία. Ετσι παίζει μόνον τον ρόλο του πάντα δανειολήπτη, δηλαδή ο ρόλος της είναι παθητικός.

Συμπέρασμα : Μία λύση των πρωτίστως οικονομικών και χρηματιστικών προβλημάτων της Ελλάδας μπορεί να εντοπισθεί μόνον στα πλαίσια των προαναφερθέντων συστημάτων, τα οποία έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι μία „ελληνική“ επίλυση των προβλημάτων είναι όντως ουτοπική και στην ουσία της άκρως βολονταριστική.

Θεώρηση σύμφωνα με την Γενική  Μεθοδολογία των βασικών και προγνωστικών επιστημονικών ερευνών

Εδώ εφαρμόζουμε μόνον μερικούς καθοριστικούς κανόνες αυτής της Μεθοδολογίας.
α ) Πολυσυνθετικότητα των προβλημάτων : Δέον να ερευνήσουμε κυρίως τις εξής πτυχές των προαναφερθέντων προβλημάτων : ιστορικές, πολιτισμικές, εθνολογικές ( νοοτροπία ), ψυχολογικές , κοινωνικές κοκ. Στο σύνολό τους  αυτές οι πτυχές αποτελούν επίσης ένα σύστημα.

β ) Εξέλιξη και μεταλλαγή των προβλημάτων ( Ηράκλειτος ( το ρητό προσδίδεται σε αυτόν): „Πάντα ρεί“ ) : Τα προβλήματα δεν έχουν εμφανισθεί ξαφνικά, αλλά εντός μίας διαδικασίας πολλών δεκαετιών. Ηδη αμέσως ύστερα από την δημιουργία του ελληνικού κρατικού μορφώματος άρχισαν να εμφανίζονται στοιχεία μερικών προβλημάτων, τα οποία έχουν βαθμιαία εξελιχθεί σε εγγενείς διαχρονικές παθογένειες μεν , αλλά έφθασαν στο αποκορύφωμά τους κατά στην διάρκεια της Μεταπολίτευσης , δηλαδή στην εποχή της επίπλαστης ευημερίας, της υλιστικής ευδαιμονίας και του πρωτόγονου και τριτοκοσμικού ηδονισμού. Η μεταλλαγή αφορά και τα πολιτικά κόμματα, σε μία περίπτωση  ( Χρυσή Αυγή ) σαν άκρως δυσάρεστη έκπληξη.

γ ) Αντικειμενικότητα της θεώρησης, η οποία σημαίνει αντικατοπτρισμός της πραγματικότητας που υπάρχει έξω από την ανθρώπινη συνείδηση, αλλά αυτή έχει ως αποτέλεσμα μίαν „σκοτεινή αλήθεια“ περί του αντικειμένου , γι αυτό είναι μία εμβάθυνση αναγκαία ( Δημόκριτος ) και επομένως προκύπτει το ερώτημα , πώς , με ποιά μέθοδο ( Παρμενίδης : „ μετά οδόν“) είναι αυτή δυνατή .

Η αντανάκλαση της ελληνικής πραγματικότητας πρέπει να συντελείται τελείως ουδέτερα και ελεύθερα που σημαίνει άνευ πολυποίκιλων ( ιδεολογικών, πολιτικών, κομματικών, υπερπατριωτικών κλπ. ) παρωπίδων και βολονταριστικών ερμηνειών και παρερμηνειών, ειδάλλως θα αντικατοπτρίζονται ονειρώσεις, ψευδαισθήσεις και μύθη (

δ ) Παγκοσμιοποίηση ως κανώνας της Μεθοδολογίας. Ηδη στις αρχές της δεκαετίας του 80του περασμένου αιώνα έχουμε δημοσιεύσει μερικές μελέτες έμμεσα ( Παγκοσμιοποίηση ) περί αυτού του κανόνα.

Κατ αρχάς  η Παγκοσμιοποίηση σημαίνει την διεύρυνση του μορφωτικού ορίζοντα ( Ιδέ εδώ στο Μπλογκ  την μελέτη „ Γενική και εγκυκλοπαιδική μόρφωση, παιδεία, παγκοσμιοποίηση“) , κάτι όμως που προϋποθέτει την εγκατάλειψη της ελληνοκεντρικής πολιτισμικής ομφαλοσκόπησης, η οποία έχει ήδη ως ολέθρια συνέπεια την τελεία έλλειψη πολύτιμων γνώσεων και εμπειριών των άλλων χωρών του κόσμου.

Η γνώση της ελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς είναι τόσο αυτονόητη, ώστε δεν είναι ανάγκη να το επαναλαμβάνουμε αυτό συνεχώς, αλλά αυτή δεν είναι επαρκής για να καταλάβουμε τον σημερινό κόσμο. Εκτός τούτου έχουμε πολλές φορές διαπιστώσει, ότι οι αρχαιολάτρες και οι Ελληναράδες στην πραγματικότητα έχουν μόνον μερικές φιλολογικές γνώσεις, οι περισσότεροι ξέρουν δυστυχώς μόνον μερικά αποφθέγματα, αλλά δεν έχουν ποτέ διεισδύσει στο κοσμοϊστορικό πνεύμα του αρχαίου ελληνικού  πολιτισμου.

Εγείρονται ερωτήματα όπως π.χ. τί μπορεί η Ελλάδα να παραλάβει από την Φιννλανδία, η οποία έχει τα πρωτεία στην Ευρώπη στο σημαντικότατο πεδίο της παιδείας, και τί θα ήταν δυνατό να μάθει από την Ολλανδία και την Γερμανία, σε ό,τι αφορά τις επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και στο Δημόσιο. Θα ήταν λίαν ενδιαφέρον να παρατήσουμε την ψευτουπερηφάνεια μας και να διερωτηθούμε, γιατί η Τουρκία εξελίσσεται ραγδαίως από μία περιφρονημένη χώρα σε περιφερειακή μεγαλοδύναμη και με εξαγωγές σχεδόν σε όλον τον κόσμο.

ε ) Ιστορικότητα. Η σημασία της έγκειται στο ό,τι κάθε φαινόμενο είναι ιστορικά συγκεκριμένο που θα πει, ότι αυτό έχει εμφανισθεί κάτω από ειδικές ιστορικές συνθήκες και υποβάλλεται σε εξέλιξη και σε μεταλλαγές επίσης κάτω από άλλες συγκεκριμένες συνθήκες. Επομένως πρέπει και οι αντιλήψεις περί των φαινομένων του ιστορικού παρελθόντος να μεταλλάσσονται και δη άνευ εξιδανικισμού του.

Πέραν τούτου θα ήταν μη ιστορικό και τελείως εσφαλμένο να εκφέρουμε από το πολιτισμικό και επιστημονικό αρχαίο ελληνικό παρελθόν συμπεράσματα για το παρόν των Νεοελλήνων ( „περιούσιος λαός“ και άλλα χαρίεντα ). Οποιος ζει σε εθνικιστικές φαντασιώσεις, δεν είναι διατεθειμένος να παραλάβει γνώσεις και εμπειρίες από άλλους λαούς. Επίσης θα ήταν αρκετό και λογικό να ασχοληθούμε πρωτίστως με τον σημερινό Ελληνισμό, μια που δεν είμαστε αντάξιοι των αρχαίων ημών. Αρκετά τους έχουμε ρεζιλέψει.

Είναι μεν επιτρεπτό να θεωρούμε σε γενικές γραμμές το ένδοξο παρελθόν ως πηγή έμπνευσης, αλλά θα ήταν προτιμότερο να βρούμε πρωτίστως στις σημερινές συνθήκες ζωής την απαραίτητη έμπνευση και τα ανταποκρινόμενα μέτρα για την επίλυση των πολυαρίθμων προβλημάτων.

ζ ) Συγκριτικότητα. Η εθνικιστική ομφαλοσκόπηση, ο υπερπατριωτικός ναρκισσισμός και εν τω μεταξύ και ο ανόητος ρατσισμός δεν διευκολύνουν την εξεύρεση της αλήθειας και του αυτοπροσδιορισμού σύμφωνα με τον κοινό νου. Αναμφιβόλως χρειαζόμαστε αυτογνωσία, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται και μέσω της ειλικρινούς σύγκρισης με άλλους λαούς. Δέον οπωσδήποτε να ξέρουμε,  και τί πραγματικά είμαστε. Συγκρίνοντας την Ελλάδα με τις Χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά , διαπιστώνουμε αντικειμενικά, ότι η Πατρίδα μας είναι σχεδόν σε όλα τα σημαντικά πεδία (οικονομία, κράτος, διοίκηση, παιδεία, πολιτικά κόμματα, νοοτροπία κοκ.) μία καθυστερημένη και πιό συγκεκριμένα μία βαλκανοανατολίτικη χώρα.

η ) Αιτιολόγηση ( Διατί ). Με αυτό το κοσμοϊστορικό και συγκλονιστικό ΔΙΑΤΙ ξεκίνησε προ 2600 ετών στην αρχαία Ιωνία η σύγχρονη φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη. Αυτή η λέξη απαιτεί απαντήσεις και επιχειρήματα επί τη βάσει των κανόνων της λογικής. Εάν όμως στα ελληνικά σχολεία η αποστήθιση είναι ο κανώνας , τότε ποτέ δεν θα μάθουν οι μαθητές την λογική και κριτική σκέψη. Από ό,τι έχουμε διαπιστώσει , συνεχίζεται αυτή η ολέθρια παπαγαλική συνήθεια και στα πανεπιστήμια.
θ)Συστηματικότητα.

Δεν είναι λοιπόν παράξενο που οι περισσότεροι Ελληνες πολιτικοί δεν είναι σε θέση να πείθουν με επιχειρήματα. Σημειώνονται τουναντίον γελοίες , επιθετικές και γενικά συγκρουσιακές αντιπαραθέσεις. Αλλά δεν έγινε συνήθεια να τίθεται το ευλογημένο ερώτημα Διατί. Ιδίως οι εκπρόσωποι των πολιτικών άκρων ούτε μπορούν, ούτε σκοπεύουν να απαντήσουν σε αυτό το Διατί. Καταφεύγουν σε κινδυνολογίες , υπόνειες και τριτοκοσμικές συνωμοσιολογίες. Αυτά όμως  ανταποκρίνονται στο βασικό γούστο του ελληνικού  λαού  στην πλειονότητά του.

Πολλά ερωτήματα περιμένουν πειστικές απαντήσεις. Εδώ αναφέρουμε μόνον μερικά :
Διατί  μεταξύ του Βορρά και του Νότου της Ευρώπης στην οικονομία, στο Δημόσιο , στην παιδεία, στον χρηματιστικό τομέα και στην φορολογία υπάρχει μία τόσο μεγάλη διαφορά ; Διατί  οι χώρες του Βορρά είναι πιό πλούσιες και γενικά πιό εξελιγμένες από τις χώρες του Νότου ; Διατί ο Νότος έχει καταρρεύσει οικονομικά  ; Διατί η Ελλάδα δεν έχει κατορθώσει  στα παρελθόντα 200 ( διακόσια (sic) ) έτη να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος ; Το χειρότερο από όλα, γιαυτό κανείς δεν τολμά να το αναφέρει : Διατί η Ελλάδα δεν είναι  σε θέση να διαθρέψει χωρίς δανεικά τον πληθυσμό της ; Διατί  οι τελείως απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο , η conditio sine qua non ( τελείως απαραίτητη προϋπόθεση ) για γενικότερες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, στην παιδεία κ.ο.κ.δεν υλοποιούνται ; Διατί δεν τιμωρούνται οι υπαίτιοι της ολοσχερούς καταστροφής ;

Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε μόνον την ερώτηση περί της διαφοράς μεταξύ του Βορρά και του Νότου ( Ιδέ στο Μπλογκ μου τη μελέτη “Ευρώπη, Βορράς, Νότος, Ιστορία, Σύγκριση” ). Ο Βορράς στηρίζεται στο άτομο (ατομοκεντρισμός, ατομικότητα και όχι ατομικισμός και εγωϊσμός ) και στον πολίτη με κρατική, νομική και φορολογική συνείδηση. Αυτά είναι στο Νότο μάλλον άγνωστα. Ο Βορράς διαθέτει υγιή οικονομία,  εξελιγμένη παιδεία και άρτιο Δημόσιο, Ο Βορράς έχει την  προτεσταντική και καλβινιστική παράδοση της εργατικότητας και των επιτεύξεων.

θ ) Σχετικότητα ως κανόνας. Η αλήθεια εκτός από τα αξιώματα ( βασικές αλήθειες ), η ελευθερία, η ευτυχία, η δικαιοσύνη κοκ. είναι από φιλοσοφική άποψη σχετικές. Και όμως ειδικά στην πολιτική ζωή της Ελλάδας επικρατεί το απόλυτο σε γλωσσικό και σε πολιτικό επίπεδο : „κατοχή“ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ιδιαιτέρως της Γερμανίας στην Ελλάδα, η κυβέρνηση αποτελείται δήθεν απο „εθνοπροδότες“, η Ελλάδα „πεινάει“ ή η απόλυτη ιδεολογική αλήθεια ( ΚΚΕ ), η απόλυτη δικαιοσύνη ( ΣΥΡΙΖΑ ), το απόλυτα γνήσιο ελληνικό έθνος ( Χρυσή Αυγή ) και τέτοια παράλογα.

Οι απόλυτες βεβαιότητες εστιάζονται κανονικά στα θρησκευτικά δόγματα, όπου πρόκειται για ζητήματα της πίστης. Οταν όμως ένα πολιτικό κόμμα δήθεν σκοπεύει να επιτύχει την απόλυτη κοινωνική δικαιοσύνη, τότε ψεύδεται σκοπίμως και εκ των προτέρων , γιατί ένας τέτοιος σκοπός ανήκει μάλλον στον αστερισμό γνωστότατων ψευτοαριστερών  φαντασιώσεων. Δηλαδή η απόλυτη δικαιοσύνη γίνεται εργαλείο για να επιτευχθούν πολιτικοί και μικροκομματικοί σκοποί.

ι ) Διαφοροποίηση . Αυτός ο κανόνας απαιτεί να λάβουμε υπ όψη τις αντικειμενικά υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των φαινομένων και γενικά των αντικειμένων. Σε ό,τι  αφορά π.χ. την Ευρώπη , διαπιστώνουμε σήμερα μεταξύ του Βορρά και του Νότου πολυφασικές διαφορές, οι οποίες έχουν ήδη αναφερθεί. Αλλά και μεταξύ των χωρών του Νότου σημειώνονται διαφορές, οι οποίες ίσως να είναι ο λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να επιτευχθει μία στενότερη συνεργασία μεταξύ τους.
Και όταν γίνεται λόγος για μία χώρα, π.χ. για την Γερμανία, τί ακριβώς εννοούμε ; Όλη την χώρα, όλον τον πληθυσμό, την κυβέρνηση η μόνον συγκεκριμένους πολιτικούς ;

Μεταξύ των κρατών–μελών της ΕΕ υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεν στην παραγωγικότητα, αλλά το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα με βάση την υπεραξία είναι το ίδιο. Επομένως αποκλείεται να εμπεδωθούν άλλες σχέσεις παραγωγής και ιδιοκτησίας που σημαίνει, ότι μόνον στα πλαίσια του επικρατούντος συστήματος εστιάζεται η εξεύρεση της επίλυσης των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας. Εχουμε πολλές φορές διαπιστώσει, ότι τα ελληνικά μίντια δεν κατέχουν τον μεθοδολογικό κανώνα της διαφοροποίησης. Αυτό ισχύει και για τους περισσότερους Ελληνες πολιτικούς.

κ ) Προγνωστικότητα ως σημαντικός μεθοδολογικός κανόνας. Και όμως, αυτός ο κανόνας δεν εφαρμόζεται ή πιό εύστοχα , δεν είναι στην Ελλάδα της επιπολαιότητας και ρηχότητας  γνωστός. Στη νεοελληνική νοοτροπία επικρατεί η παρελθοντολογία και σε ό,τι αφορά το παρόν, λείπουν η συστηματικότητα, η οργανοτικότητα και η μεθοδικότητα, ενώ με το μέλλον ασχολείται τουλάχιστον η Ορθόδοξη Εκκλησία, πράγμα το οποίο είναι από ψυχολογική άποψη απαραίτητο.

Αλλά το παρόν εστιάζεται μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος. Από το παρελθόν βγάζουμε διδακτικά συμπεράσματα για το παρόν, το οποίο πάλι είναι η αφετηρία για την συστηματική προετοιμασία του μέλλοντος, όπως αυτό όντως συντελείται στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες σε όλα τα επίπεδα της ζωής.

Ειδικές ομάδες επιστημόνων, διαλεγμένων σύμφωνα με αυστηρότητα αξιοκρατικά κριτήρια, ασχολούνται συστηματικά και επί πολλά έτη με προγνωστικές μελέτες , τις οποίες  οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν και δη ανεξάρτητα από κομματικά μικροσυμφέροντα, γιατί πρόκειται για το εθνικό συμφέρον. Ακόμη και αριστούχοι σπουδαστές εχουν την δυνατότητα μέσω των υπεύθυνων πανεπιστημιακών να συμβάλλουν με τις διπλωματικές και διδακτορικές διατριβές τους στην διοργάνωση των προγνωστικών μελετών. Η έναρξη των μελετών συντελείται τουλάχιστον πεντε έως δέκα και περισσότερα έτη προ των αναμενομένων εξελίξεων.
Από δική μας εμπειρία διαβεβαιώνουμε , ότι σε ιδιαίτερα σπουδαίες υποθέσεις αρχίζουν οι μελέτες 15 έως 20 έτη πριν.

Αυτό ισχύει πρωτίστως για πολύ δύσκολα θέματα των διεθνών σχέσεων . Στα πλαίσια των προγνωστικών μελετών προετοιμάζονται βαθμιαία εναλλακτικές λύσεις ( όχι μόνον αυτό το ανεπαρκέστατο και γελοίο  „Plan Β“, αλλά τουλάχιστον τέσσερες εκδοχές ). Ετσι εφαρμόζονται ειδικές μέθοδοι των διπλωματικών διαπραγματεύσεων .

Ας αναφέρουμε ενα σημαντικό παράδειγμα. Στα μέσα της δεκαετίας του 70 του περασμένου αιώνα έχουν λάβει χώραν οξείες αντιπαραθέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας λόγω των „πετρελαίων „ του Βορείου Αιγαίου. Κανονικά θα έπρεπε ήδη τότε να αρχίσουν συστηματικές και πολυετείς έρευνες και για άλλα προβλήματα του Αιγαίου.

Εχουμε όμως την εντύπωση , ότι στην Ελλάδα γίνονται όλα τα σπουδαία πράγματα άκρως επιπόλαια και στα γρήγορα χωρίς προετοιμασία και σχεδιασμό, αλλά μεγαλόστομα και με τον συνηθισμένο νεοελληνικό υπερεξυπνακισμό. Οφθαλμοφανώς λείπουν μεταξύ άλλων η δυναμικότητα, η αντοχή, η υπομονή και η επιμονή.

λ ) Ρεαλιστικότητα ως κανόνας. Αυτός βασίζεται στην επίγνωση των ιδίων ικανοτήτων, αλλά ταυτόχρονα και των ατελειών και δεν επιτρέπει την ολέθρια σύγχιση  της πραγματικότητας  με τις επιθυμίες ή με τις ονειρώσεις ( π.χ. η Ελλάδα ως “Δανία του Νότου” ή ο δήθεν σκοπός μερικών πολιτικών να κάνουν “την Ελλάδα μεγάλη και δυνατή”).  Αυτό ισχύει για  τον ανθρωπο, το έθνος , την κυβέρνηση και για τον πολιτικό.

Από μία ρεαλιστική θέαση της  νεοελληνικής  νοοτροπίας απορρέει το συμπέρασμα, ότι το αντίθετο του ρεαλισμού και δη ο σουρεαλισμός αποτελεί ένα από τα καθοριστικά αρνητικά χαρακτηριστοικά γνωρίσματα ( Ιδέ στο Μπλογκ τα άρθρα: “Περί του νεοελληνικού σουρεαλισμού”, “Ευρωπαϊκή αντικειμενικότητα  vs ελληνικού σουρεαλισμού” ). Μία ιδιαίτερη έκφανση του  σουρεαλισμού είναι  η αμετροεπής υπεραυτοεκτίμηση και η τελεία υποτίμηση των άλλων ανθρώπων και εθνών ως αποκορύφωμα της νεοελληνικής παράνοιας.

———————————————————

Ερωτήματα
1. Ποιες είναι οι κύριες αιτίες για τον ξεπεσμό της Ελλάδας σχεδόν σε ένα failed state ?2. Ποιός φταίει για την πολυσύνθετη κρίση ; 3. Τί εννοούμε συγκεκριμένα με την έκφραση “από το εξωτερικό” ; τον Απόδημο Ελληνισμό ή την ΕΕ ή και τα δύο μαζί ;4. Εάν σκεφτόμαστε τον Απόδημο Ελληνισμό, ποιοί θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην πραγματοποίηση της “Αναγέννησης” ; Οι πολιτικοί ανά τον κόσμο ή οι επιχειρηματίες ή οι επιστήμονες ( οι εκπρόσωποι ποιών επιστημών ;)

5. Πώς  οι Ελληνες του εξωτερικού θα συμπράξουν ; ως πολιτικοί, ως μέλη κυβέρνησης, ως σύμβουλοι ή ως  πανεπιστημιακοί ;
6. Ποια ηλικία θα ήταν κατάλληλη ;

Κανονικά θα μπορούσε να συγγράψει κανείς ολόκληρη διδακτορική διατριβή η ένα μεγάλο δοκίμιο επί του θέματος.
Θα κάνουμε μια προσπάθεια να απαντήσουμε στα τεθέντα ερωτήματα αυτονοήτως στα πλαίσια ενός σχολίου σε εφημερίδα.

1. Η κρίση της Ελλάδας αναδεικνύει διαφορετικές διαστάσεις (οικονομική, πολιτική, ιδεολογική, εθνοψυχολογική, αξιακή (νοοτροπία) και ιστοριοπαραδοσιακή.

Δηλαδή πρόκειται για ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, το οποίο στην ουσία αποτελεί ένα σύστημα, στο οποίο τα αναφερθέντα στοιχεία είναι μέσω αλληλουχιών , αλληλοεπιδράσεων και αλληλοεξαρτήσεων μεταξύ τους στενά συνδεδεμένα.
Ακριβώς αυτό κάνει την κρίση δυσεπίλυτη , εν τω μεταξύ και επικίνδυνη.

Αλλά κάθε φαινόμενο εμπεριέχει έναν πυρήνα ( punctum quaestionis). Στην περίπτωσή μας αποτελούν η Κοσμοαντίληψη και η Εικόνα του Ανθρώπου της Ορθοδοξίας τον καθ εαυτού πυρήνα της κρίσης και γενικά εδώ και διακόσια έτη των διαχρονικών εθνικών παθογενειών. Και τα δύο προέρχονται από την ορθοδοξοβυζαντινή, δηλαδή από την ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ παράδοση και είναι τελείως παρωχημένα.

Αν και έχουν παρέλθει δύο αιώνες από την εμπέδωση του νεοελληνικού κράτους, παραμένει η Ελλάδα μία ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ή πιο σωστά, μία ΒΑΛΚΑΝΟΑΝΑΤΟΛΙΤΙΚΗ χώρα. Αυτό σημαίνει, ότι η σημερινή Ελλάδα δεν ανήκει ακόμη στην Ευρώπη του ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ, τον οποίο αντιμετωπίζουν ο ορθόδοξος κλήρος και οι θεολόγοι του με θανάσιμο μίσος.

Το ίδιο συμβαίνει και στην πολιτισμικά, πολιτικά, οικονομικά και τεχνολογικά καθυστερημένη ορθόδοξη Ρωσία καθώς και στις άλλες χώρες με ορθόδοξη παράδοση.

2. Για την κρίση ύστερα από την απομάκρυνση της στρατιωτικής χούντας από την την εξουσία είναι υπαίτιοι πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ λόγω της ολέθριας οικονομικής πολιτικής των υπέρογκων δανείων για μικροπολιτικούς σκοπούς και ιδιαιτέρως ο Ανδρέας Παπανδρέου και η Νέα Δημοκρατία ύστερα από την “ΠΑΣΟΚοποίησή” και ιδιαιτέρως ο Κώστας Καραμανλής που συνέχισε την πολιτική της επίπλαστης ευημερίας επί τη βάσει αστρονομικών δανείων.

3. Με την έκφραση “από το εξωτερικό” θα ήταν προτιμότερο να εννοουμε τον απόδημο Ελληνισμό σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Ενωση, εν μέρει και τις ΗΠΑ.
Και στο παρελθόν έπαιξε ένας παρόμοιος συνδυασμός καθοριστικό ρόλο ( Φιλική Εταιρεία και Ρωσία, Ναυμαχία του Ναυαρίνου και απελευθερωτικός αγώνας γενικά, Μεγάλες Δυνάμεις και Καποδίστριας). Οι ημιβάρβαροι των Βαλκανίων τον έχουν δολοφονήσει.
Σε μιαν άλλη περίπτωση έχουν οι τότε Ελληναράδες εκδιώξει τον Οθωνα και τους Βαυαρούς, οι οποίοι έχουν μεταξύ άλλων εμπεδώσει τις κρατικές δομές της Ελλάδας.

4. Πρωτεύοντα ρόλο θα μπορούσαν να παίξουν επιτυχείς επιχειρηματίες με πολιτική εμπειρία ή πολιτικοί πρώην επιχειρηματίες που είναι οικονομικά ανεξάρτητοι.
Κατόπιν έπονται διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί, οι οποίοι διαθέτουν εμπειρία ως ειδικοί σύμβουλοι η ως ανώτεροι συνεργάτες κυβερνήσεων ή διεθνών οργανισμών.
Κατάλληλοι είναι πρωτίστως οι εκπρόσωποι των οικονομικών εν μέρει και των σύγχρονων πολιτικών επιστημών και οι ειδικοί γύρω από την διοίκηση.

5. Η conditio sine qua non είναι η μη εμπλοκή σε κομματικά ζητήματα που στην ελληνική παράδοση σημαίνουν πρωτίστως διαμάχες, συγκρουσιασμούς, ραδιουργίες και πολιτικά μίση.
Θα ήταν σε θέση να προσφέρουν υπό την ιδιότητα του ειδικού συμβούλου, μέσω γνωματεύσεων, ως μέλη κυβέρνησης, ως πρωθυπουργοί , στην ανωτάτη παιδεία, στην τοπική διοίκηση κλπ.

6. Οι ήδη συνταξιούχοι θα ήταν κατάλληλοι ως ειδικοί σύμβουλοι και ως πραγματογνώμονες. Αμφιβάλλουμε, εάν αυτοί θα ήταν διατεθειμένοι να αναλάβουν καθήκοντα σε καίρειες θέσεις.

7. Η βοήθεια από το “εξωτερικό” είναι εφικτή μόνον , εάν οι Ελλαδικοί από το ένα μέρος θέλουν πράγματι να βοηθηθούν ( δέον να υπερβούν τον περιβόητο υπερεξυπνακισμό) και ο Απόδημος Ελληνισμός από το άλλο μέρος είναι διατεθειμένος να παράσχει βοήθεια.

Το τελευταίο δεν είναι και τόσο αυτονόητο. Ζούμε σε αξιοκρατικά συστήματα (αγάπη στην εργασία, κανώνας της επίτευξης κλπ. ως ύψιστες αξίες), ενώ στην Ελλάδα επικρατούν η ευνοιοκρατία, η φαυλοκρατία και η διαφθορά σε όλους τους τομείς της ζωής.
Μία επιστροφή θα σήμαινε για μας κατ αρχάς ένα ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ σόκ.

-  Προσθήκη : Γενικά θα λάβει χώραν η “Αναγέννηση” όταν ωριμάσουν οι εσωτερικές συνθήκες στην Ελλάδα (εξευρωπαϊσμός, εκσυγχρονισμός, εξορθολογισμός, ), και όταν διατηρηθεί στον Απόδημο Ελληνισμό η ελληνική εθνική συνείδηση. Καθημερινή (18.9.16)

———————————————————-

Μεθοδική, Μεθοδολογία (Διάλογος με κάποιον)

Η συγχρονη Μεθοδολογία έχει εμπεδωθεί στη Γερμανία (Kant, Hegel et alt.) και είναι διαδεδομένη κυρίως στις ΗΠΑ, στην Γερμανία, στην Σουηδία, στην Αυστρία και στην Ελβετία.

Στην γερμανική επιστημονική γλώσσα χρησιμοποιούνται οι εξής όροι : Μέθοδος, Μεθοδική, Μεθοδολογία. Εχω την εντύπωση, ότι εσείς εννοείτε μάλλον την Μεθοδική και όχι τη Μεθοδολογία. Η Μεθοδική μπορεί να υπάρχει και χωρίς τη Μεθοδολογία.

Εχω κάνει μερικές φορές την δυσάρεστη εμπειρία , ότι λόγω διαφορετικών γλωσσών προκύπτουν παρεξηγήσεις και με άλλους όρους, όπως π.χ. εθνικισμός. γνωσιοθεωρία , επιστημολογία κτλ. Καθημερινή (4.9.15)

————————————————-

Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ανήκει στους καθοριστικούς κανόνες της Γενικής ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ των βασικών και προγνωστικών επιστημονικών ερευνών (ένας από τους πανεπιστημιακούς κλάδους μου) σχεδόν σε όλες τους επιστημονικούς κλάδους καθώς και στην πρακτική πολιτική, όπου αποκλείεται τελείως η επίλυση συνθέτων και πολυεπίπεδων προβλημάτων εν μία νυκτί και εν ριπή οφθαλμού.

Η εφαρμογή του κανώνα της Διαδικασίας προϋποθέτει πρωτίστως, εργατικότητα, οργανοτικότητα, υπομονή, επιμονή, μεθοδικότητα, συστηματικότητα και προγνωστικότητα.

Καθημερινή (10.3.16)

————————————————–

Εξέλιξη , Μία διαδικασία

Η εξέλιξη είναι όντως μία άκρως σύνθετη ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ .
Δεν είναι τυχαίο που ο τίτλος του παρακάτω βιβλίου μου εμπεριέχει τον όρο διαδικασία : Cuestiones teoricas fundamentales del PROCESO de las normas internacionales, 1989, ISBN 958-96666-2-0.

Η καγκελάριος της Γερμανίας A. Merkel, επιστήμονας και πολιτικός, χρησιμοποιεί τέτοιους όρους συχνότατα. Ετσι είναι η πρώτη πολιτικός της Γερμανίας που έχει εισαγάγει επιστημονικούς όρους στην πολιτική. Καθημερινή (9.3.16)

——————————————————————————–

Ελλειψη επιστημονικής Μεθοδολογίας

Μία γενική παρατήρηση : Συχνά διαπιστώνω στα κείμενα σε ελληνικές εφημερίδες ακόμη και σε βιβλία έλλειψη της αυστηρής λογικής σκέψης και γενικά της επιστημονικής Μεθοδολογίας καθώς και σοβαρών γνώσεων περί του εκάστοτε αντικειμένου. Χωρίς όμως αυτές τις προϋποθέσεις δεν μπορεί να γίνει ένας σωστός διάλογος.

Γι αυτό υπερτερούν η επιπολαιότητα, η ρηχότητα ο υποκειμενισμός -βολονταρισμός, ο γελοίος  υπερεξυπνακισμός και ο ολέθριος νεοελληνικός συγκρουσιασμός. To Βήμα (29.7.14.)

——————————————————————————————————————————————————-Εννοιες Επιστημονικοι Οροι

Σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους υπάρχουν ειδικοί που είναι σε θέση ύστερα από απαραίτητες μελέτες βάθους να προσδώσουν σε σχετικά νέα φαινόμενα έννοιες που αντικατοπτρίζουν το punctum quaestionis και ύστερα από την ανάλογη εμπέδωση και διεθνή αναγνώρτιση χρησιμοποιούνται ως termini scientifici και ειδικό επιστημονικό εργαλείο της επιστημονικής σκέψης και ιδιαιτέρως περαιτέρω βασικών επιστημονικών μελετών.Καθημερινή (22.7.18)

—————————————————————————-

Το  “Η αυτό ή εκείνο” δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πιό λογική και έξυπνη είναι η άποψη του μεγάλου κινέζου φιλόσοφου Κονφούκιου : “Και αυτό και εκείνο”, στην περίπτωσή μας “Και κέρδος και ενάρετος” ( ήδη σχεδόν το ίδιο από Ομηρο  (“άλλοτε μεν τε κακώ [...] άλλοτε δ’ εσθλώ”, και Σοφοκλή : “τοτέ μεν κακόν, άλλοτ’ επ’ εσθλόν έρπει”.

 

 

Νοοτροπία (Βόρειοι και Νότιοι Ευρωπαίοι, Γαλλοι και Γερμανοί, Βαυαροί, Ελληνες, Τούρκοι

Ευρώπη, Βορράς-Νότος, Διαφορετικές νοοτροπίες

Οι κλιματικές συνθήκες, η παράδοση και η θρησκεία έχουν επιδράσει σημαντικά και στην διαμόρφωση της διαφορετικής νοοτροπίας μεταξύ των Βόρειων και των Νότιων ευρωπαϊκών λαών.

Εδώ πρόκειται για νηφάλιες διαπιστώσεις στηριζόμενες σε γνώσεις των εν τω μεταξύ υπερεξελιγμένων νευρωεπιστημών, οι οποίες όπως φαίνεται δεν λαμβάνονται ουδόλως υπ όψη από μερικούς καθυστερημένους οπαδούς της Αριστεράς, οι οποίοι επισημαίνουν μόνον τον κοινωνικό παράγοντα στην διαμόρφωση του εθνοχαρακτήρα. Απο το άλλο μέρος είναι μη επιστημονικό να αναφέρεται μόνον ο ρόλος των νευρώνων. Η διαλεκτική μέθοδολος ( Hegel ) απαιτεί την θεώρηση όλων των προαναφερθέντων παραγόντων καθώς και άλλων στην στενότατη αλληλοεξάρτηση και αλληλοεπίδρασή των.

Παρακάτω αναφέρονται μόνον τα πιό σπουδαία χαρακτηριστικά στοιχεία της νοοτροπίας :

( Προτεσταντικός ) Βορράς :

εργατικότητα ως τρόπος ανθρώπινης αυτοπραγμάτωσης, δυναμικότητα, αντοχή, ισχυρή θέληση, υπομονή, επιμονή, πειθαρχία, αυτοπειθαρχία, οργανοτικότητα, συστηματικότητα, μεθοδικότητα, αποτελεσματικότητα, κοινωνική, κρατική και νομική συνείδηση, συνείδηση της υπευθυνότητας για το σύνολο, προτεραιότητα του γενικού έναντι του ατομικού συμφέροντος κλπ.

Νότος :

Αρχή της απόλαυσης της ζωής, κανόνας της ήσσονος προσπάθειας, έλλειψη δυναμικότητας, αντοχής, ισχυρής θέλησης, υπομονής, επιμονής, πειθαρχίας και αυτοπειθαρχίας, οργανοτικότητας, συστηματικότητας, μεθοδικότητας, αποτελεσματικότητας, κοινωνικής , κρατικής και νομικής συνείδησης, της υπευθυνότητας  κτλ. ( τα αντίθετα του Βορρά ), ευστροφία, δημιουργικότητα, εξελιγμένη σεξουαλικότητα.

Εν κατακλείδι :

Η νοοτροπία των Βορείων Ευρωπαίων ανταποκρίνεται ιδανικά στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής οικονομίας και του αστικού κράτους, ενώ η νοοτροπία των Νοτίων είναι σε γενικές γραμμές ιδανική για την απόλαυση της ζωής και τελείως ακατάλληλη για τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής ( Ιδέ εκτενώς στο Μπλογγ μου τις μελέτες και τα άρθρα : „“Γαλλία, Γερμανία, Διαφορετικές Νοοτροπίες“, „ Γαλλία, Γερμανία, Διάλογος με Αμερικανό ειδικό“, „Ελληνες και Γερμανοί, Διαφορετικές νοοτροπίες“, „Deutsche und Griechen, Mentalität, Eine komparative Studie“.
Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά στον κεντρικό ηλεκτρονικό τύπο ( Καθημερινή , Το Βήμα, Τα Νέα, Πρώτο Θέμα, iefimerida).

——————————————————

Γερμανοί, Νοοτροπία

Είμαι πεπεισμένος, ότι το εξής κείμενο μπορεί να συμβάλλει κάπως στην κατανόηση της εθνικής νοοτροπίας των Γερμανών, μια που στην Γερμανία ζούν από δεκαετίες πάνω από 350 χιλιάδες Ελληνες και εκτός τούτου χιλιάδες νέοι Ελληνες έρχονται λόγω της κρίσης για εργασία. Αν θέλουν να είναι επιτυχείς, τους συνιστώ να ρίξουν στην κάλαθο των αχρήστων ιδιαιτέρως τις προκαταλήψεις εναντίον του γερμανικού λαού.
Το κείμενο στηρίζεται σε ειδικά βιβλία ιστορικών, εθνολόγων και ψυχολόγων Γερμανών, στην γνώση της ιστορίας, του πολιτισμού και της κουλτούρας των Γερμανών και σε δική μου εμπειρία στα παρελθόντα 55 έτη συμβίωσης σε υπεύθυνες θέσεις (π.χ. σαν σεφ, έχουν άλλη συμπεριφορά !).
Ποιές συνθήκες έχουν διαμορφώσει τη νοοτροπία των Γερμανών ;

α ) Σκληρό κλίμα στον Βορρά , ήπιο κλίμα στην Μεσόγειο. Ο homo sapiens sapiens ζει στην Ευρώπη εδώ και 42 χιλιάδες έτη. Το κλίμα έχει διαμορφώσει τον χαρακτήρα και τις συνήθειες των αθρώπων. Στον Βορρά τους έκανε ποιό εργατικούς, δυναμικούς και με τεράστια αντοχή ( άνδρες και γυναίκες ) σε αφάνταστο βαθμό για τους Νότιους Ευρωπαίους.. Το κύριο πρόβλημα των Βορείων ήταν πως να επιζήσουν. Έτσι έγιναν αυτοί ποιό εφευρετικοί, πειθαρχικοί και ανέπτυξαν οργανωτικές ικανότητες. Εκτός τούτου ήταν και είναι ολιγόμιλοι. Στον Νότο ήταν η φύση ποιό απλόχερη, και οι άνθρωποι είχαν λόγω του κλίματος την ευκαιρία μίας έντονης κοινωνικής ζωής επί τη βάσει της συνομιλίας κλπ.

β ) Ήδη στον Μεσαίωνα τους δίδαξε ο Προτεσταντισμός, ότι η φιλοπονία και η επίτευξη είναι κάτι το πολύ θεάρεστο. Αυτό το ενστερνίσθηκαν. Η εργατικότητα είναι ιερόν καθήκον και ταυτόχρονα συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς τους, ανεξάρτητα από το είναι πιστοί ή αθεϊστές (πλειοψηφία).

γ ) Ειδικά στην Γερμανία έχουν οι “Πρωσσικές αρετές” όπως π.χ. η πειθαρχία, η αυτοπειθαρχία, η τάξη, η σεμνότητα κλπ. ασκήσει μεγίστη επίδραση στους ανθρώπους.

δ ) Η ταχεία εκβιομηχανοποίηση της Γερμανίας στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αι. ενδυνάμωσε τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, αλλά ταυτόχρονα έκανε τους Γερμανούς ολίγον τι βραδυκίνητους και υπήκοους με την αρνητική σημασία της λέξης, αλλιώς δεν θα ήταν σύμφωνοι με τον Χίτλερ. Στους Έλληνες δεν θα συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Παρακάτω αναφέρονται συνοπτικά τα προσόντα και τα ελαττώματα των Γερμανών.

Προσόντα

Εργατικότητα ( μέσο της ανθρώπινης αυτοεκπλήρωσης), δυναμικότητα, δυνατή αντοχή, δυνατή βούληση, αξιοπιστία, υπεραναπτυγμένη ικανότητα οργάνωσης, εμβρίθεια, προτεραιότητα της λογικής έναντι των συναισθημάτων, νηφαλιότητα, κρατική και νομική συνείδηση, αναγνώριση του συμφέροντος του συνόλου, αγάπη στην τάξη.

Ελαττώματα

Ξενοφοβία, έλλειψη της ανεκτικότητας έναντι ηλικιωμένων, παιδιών και αρρώστων, υπερεθνικισμος, εθνική αλαζονεία, πνευματική βραδυκινησία, κλίση στην επιθετικότητα, έλλειψη της αυτοπεποίθησης , της φιλοξενίας, της αισθητικής ( είναι χοντρoκομμένοι), δυνατός εθισμός στον αυταρχισμό, υπερεκτίμηση της τυπικότητας, υποανάπτυκτη σεξουαλικότητα ( άνδρες συμπλεγματικοί , όχι οι γυναίκες), έλλειψη της “χρυσής τομής» (εθνικά ζητήματα στο παρελθόν).
(Ιδέ εδώ στο Μπλογγ επίσης τις μελέτες «Γερμανοί, Προέλευση», «Γερμανοί . Αρχαίοι, Σημερινοί».

Δημοσιευθέν από το 2014 συχνά  στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής.

—————————————————–

Γάλλοι και Γερμανοί, Διαφορετικές Νοοτροπίες

Η Γαλλία μας ενδιαφέρει ιδιαιτέρως για αυτό διαπιστώνουμε με μεγάλη λύπη το γεγονός ,ότι αυτή η παραδοσιακά φιλική μας χώρα έπαψε πλέον από δική της υπαιτιότητα να είναι ηγέτιδα ευρωπαϊκή δύναμη στα πλαίσια της ΕΕ. Στην πραγματικότητα η Γερμανία είναι η μόνη ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη , αν και αυτή δεν το επιδιώκει.

Συγκεκριμένες εθνολογικές γνώσεις περί την νοοτροπία των λαών είναι απολύτως απαραίτητες , για να γίνει η αποκρυπτογράφηση των δηλώσεών των πολιτικών
τους εφικτή.

Κάτωθι αναφέρονται μόνο μερικά βασικά
χαρακτηριστικά γνωρίσματα της νοοτροπίας των Γάλλων και των Γερμανών, χωρίς να εξετασθούν λόγω χώρου οι πολυσύνθετοι λόγοι.

Γάλλοι ( Μεσογειακοί )

α) Πλεονεκτήματα : Ατομικότητα, , ελευθεροφιλία, εύστροφοι, πολιτισμένοι τρόποι συμπεριφοράς, ξεστοί, ελευθεροφιλία με τάση όμως προς την αναρχία
(βίαιες απεργίες των Γάλλων αγροτών και των αλιέων).

β) Ελαττώματα : αρχή της ήσσονος προσπάθειας, εργασία μόνον ως μέσον για το ζείν, λίγη πειθαρχία και αυτοπειθαρχία, πολυλογία, συχνά λόγια του αέρα,
μεγαλοστομία ( κελτική παράδοση από την εποχή των Δρουϊδων ), κολακία ( μοιράζουν εύκολα και αφειδώς τσάμπα επαίνους και κομπλιμέντα στους
«υποδεέστερους» λαούς), υπεραναπτυγμένη εθνική υπερηφάνεια με τάση προς τον ( αρνητικό) εθνικισμό, υπερεκτίμηση του σχήματος σε σύγκριση με την
ουσία, αίσθημα προ λογικής, έλλειψη δυναμικότητας και αντοχής κτλ.
Διαπιστώνουμε πολλά κοινά χαρακτηριστικά με εμάς τους Ελληνες, για αυτό τους συμπαθούμε ιδιαιτέρως.

Γερμανοί ( Βόρειοι )

α) Πλεονεκτήματα : Εργατικότητα (εργασία ως αυτοσκοπός και ανθρώπινη αυτοπραγμάτωση ),συστηματικότητα, μεθοδικότητα, οργανοτικότητα, αποτελεσματικότητα, αξιοπιστία , αφάνταστη δυναμικότητα, τρομερή αντοχή (άνδρες και γυναίκες), λίγα λόγια και πολλά εργα, σεμνότητα ( καμία επίδειξη πλούτου), πειθαρχία και αυτοπειθαρχία, αυτοσυγκράτηση.

β) Ελαττώματα : εσωστρεφικοί, τάση προς επιθετικότητα και (αρνητικό) κρυπτοεθνικισμό, εν μέρει κομπλεξικοί ( ιστορικοί λόγοι), χοντροκομμένοι στην συμπεριφορά, έλλειψη αισθητικής ( ιδίως οι άνδρες ),
υποτίμηση του σεξουαλισμού ( μόνον οι άνδρες ! ), ολίγον τι βραδυκίνητοι.

Φυσικά υπάρχουν και στους δύο λαούς και εξαιρέσεις
και εκτός τούτου διαδραματίζονται και μεταλλαγές της νοοτροπίας .
Είναι αυτονόητο, ότι οι Γεμανοί είναι στους περισσότερους Ελληνες a priori όχι τόσο συμπαθητικοί.

Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο ( Το Βήμα, Καθημερινή, Τα Νέα, Πρώτο Θέμα).

————————————————————–

Βαυαροί, Νοοτροπία

Οι Βαυαροί κληρονόμησαν από τους Κέλτες την καλοφαγία έως λαιμαργία (Ιδέ και παροιμία των Σαξώνων : :” Du frißt wie ein Bayer und scheißt wie ein Reiher” : «Καταφροχθίζεις σαν
Βαυαρός και χαί… σαν ψαροφάγος» (πουλί)) , την αθυροστομία και την μεγαλοστομία, από τους Γερμανούς την παροιμιώδη πνευματική βραδυκινησία και τον συγκρουσιακό χαρακτήρα, το ευέξαπτο και γενικά το τεμπεραμέντο από τους Σύρους. Δημοσιευθέν στο Βήμα (ηλεκτρονική έκδοση ).

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τουρκικής νοοτροπίας είναι τα εξής :

α) Πλεονεκτήματα : φιλοξενία, πειθαρχία, σεβασμός των ηλικιωμένων, αγάπη στα παιδιά τους .

β) Μειονεκτήματα : προτεραιότητα του συναισθήματος έναντι της λογικής, εθισμός
στις υπόνοιες, στην συνωμοσιολογία , στην κινδυνολογία, στην (περιβόητη ανατολίτικη) μεγαλοστομία, στην αθυροστομία, στον τσαμπουκαλίκι (νταηλίκι)   και στον βολονταρισμό, απόρριψη της κριτικής, τελεία έλλειψη της αυτοκριτικής, υπερευαισθησία, υπεραυτοεκτίμηση,υπερεθνικισμός.

Συμπέρασμα : Η Τουρκία είναι μία ανατολίτικη χώρα, και οι Τούρκοι είναι στην πλειονότητά τους ανατολίτες , όχι σύγχρονοι Ευρωπαίοι.

Παρατήρηση : Σε ό,τι αφορά τα μειονεκτήματα, σημειώνονται κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με τον μέσο Νεοέλληνα, ο οποίος είναι βαλκανοανατολίτης.

Καθημερινή (15.3.17)

————————————————————-

Διατί κάνω αναλύσεις του βασικού κώδικα συμπεριφοράς Ελλήνων πολιτικών ;

Οι αναλύσεις δεν είναι αυτοσκοπός.
Ετσι προετοιμάζω συστηματικά εδώ και δεκαετίες δίπλα στα καθαρώς επιστημονικά συγγράμματα στους πανεπιστημιακούς κλάδους μου και μία μεγαλύτερη μελέτη γύρω από τη νεοελληνική νοοτροπία, στην οποία ανήκει ως ιδιαίτερο κεφάλαιο και ο βασικός κώδικας συμπεριφοράς των πολιτικών μας όλων των αποχρώσεων.

Αν έχετε χρόνο, μπορείτε να επισκεφθείτε το Μπλογκ μου, όπου αποθηκεύονται μερικές επιστημονικές, αλλά πρωτίστως εκλαϊκευμένες επιστημονικές μελέτες καθώς και δημοσιογραφικά άρθρα (περίπου 700)

Στις μελέτες αποτελούν ποσότητα και ποιότητα μία διαλεκτική ενότητα (Hegel).

Καθημερινή ( 3.2.16)

Νεοελληνική Νοοτροπία (Επιγραμματικά) :

α) Προσόντα:

Αγάπη στην ελευθερία, αυτοπεποίθηση, υπερηφάνεια, φιλότιμο, πνευματικη διαύγεια ( ευστροφία ), δημιουργική φαντασία, επικοινωνικότητα, ενθουσιασμός , ανεκτικότητα, αισθητικότητα, αγάπη στην οικογένεια, σεβασμός των ηλικιωμένων, εξελιγμένη σεξουαλικότητα και αισθησιασμός, τεμπεραμέντο, υπεραναπτυγμένη φιλοξενία.

β) Ελαττώματα :

Τάση στην απειθαρχία, στον χαοτισμό και στην φυγοπονία ( αρχή της ήσσονος προσπάθειας , δηλαδή φυγοπονία) , έλλειψη της δυναμικότητας , της αντοχής και της αίσθησης του συμφέροντος του συνόλου, ατομικισμός και εγωϊσμός, έλλειψη της κοινωνικής, της κρατικής, της νομικής και της φορολογικής συνείδησης, παραλογικά υπεραναπτυγμένη εθνική συνείδηση, προτεραιότητα του συναισθήματος έναντι της λογικής, σύγχιση των φαντασιώσεων με την πραγματικότητα, εθισμός στις σπέκουλες, στις υπόνειες, στην συνωμοσιολογία , στην κινδυνολογία, στον βολονταρισμό και στον ενοχλητικό υπερεξυπνακισμό, υποανάπτυκτη ικανότητα της οργάνωσης, δυνατή ροπή στην δημαγωγία, στον λαϊκισμό και στην επιπολαιότητα, αναξιοπιστία, απόρριψη της κριτικής, τελεία έλλειψη της αυτοκριτικής, υποανάπτυκτο αίσθημα της υπευθυνότητας, υπερευαισθησία, υπεραυτοεκτίμηση, οικογενειοκρατία, νεποτισμός και δυνατή ροπή στην διαφθορά (πρωταθλητές στην Ευρώπη). Το Βήμα (2016)

—————————————————

Τούρκοι, Νοοτροπία

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τουρκικής νοοτροπίας είναι τα εξής :

α) Πλεονεκτήματα : φιλοξενία, πειθαρχία, σεβασμός των ηλικιωμένων, αγάπη στα παιδιά τους .

β) Μειονεκτήματα : προτεραιότητα του συναισθήματος έναντι της λογικής, εθισμός
στις υπόνοιες, στην συνωμοσιολογία , στην κινδυνολογία, στην (περιβόητη ανατολίτικη) μεγαλοστομία, στην αθυροστομία, στον τσαμπουκαλίκι (νταηλίκι)   και στον βολονταρισμό, απόρριψη της κριτικής, τελεία έλλειψη της αυτοκριτικής, υπερευαισθησία, υπεραυτοεκτίμηση,υπερεθνικισμός.

Συμπέρασμα : Η Τουρκία είναι μία ανατολίτικη χώρα, και οι Τούρκοι είναι στην πλειονότητά τους ανατολίτες , όχι σύγχρονοι Ευρωπαίοι.

Παρατήρηση : Σε ό,τι αφορά τα μειονεκτήματα, σημειώνονται κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με τον μέσο Νεοέλληνα, ο οποίος είναι βαλκανοανατολίτης.

Καθημερινή (15.3.17)

————————————————————————-

Βόρειοι και Νότιοι Ευρωπαίοι

Εγείρονται σημαντικά ερωτήματα

α) Διατί (φιλοσοφικό) είναι οι  Βόρειοι λαοί ( Σουηδοί, Ολλανδοί, Γερμανοί, Αυστριακοί) τόσο επιτυχείς ;

β) Τί (θεωρητικό) μπορούμε να παραλάβουμε από αυτούς ;

γ) Πως (μεθοδικό) μπορούμε να βγάλουμε τα σωτήρια συμπεράσματα για εμάς ;

δ) Διατί η Ελλάδα αγγίζει ήδη τα όρια ενός failed state (αποτυχημένου κράτους) ;

ε) Ποιόν ρόλο θα μπορούσαν να παίξουν στην ανοικοδόμηση μίας σύγχρονης και επιτυχημένης χώρας εξέχοντες Ελληνες που ζουν σε αυτές τις χώρες ; Εχει αποδειχθεί, ότι οι γηγενείς Νεοέλληνες είναι ΤΕΛΕΙΩΣ ανίκανοι και διεφθαρμένοι να εκμοντερνίσουν την Ελλάδα.Αυτή είναι η τραγική αλήθεια.Το  Βήμα (1.9.15)

Ευρωπαϊκοί Λαοί Προελευση, Ινδοευρωπαίοι (“Αρία Φυλή”) , Ευρώπη, Μεγάλες οικογένειες φύλων και λαών (Κέλτες, Γερμανοί, Σλάβοι), Εθνογένεση λαών ( Γάλλοι, Ιταλοί, Καταλάνοι, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Σέρβοι, Κροάτες, Μαυροβούνιοι, Αλβανοί, Τούρκοι, Ούγγροι, Αγγλοι, Σκώτοι, Ουαλοί (Επιγραμματικά)

Περι την  καταγωγή των Ινδοευρωπαίων (Θεωρίες)

Στα παρελθόντα ακριβώς 55 έτη έχω διαβάσει τις εξής θεωρίες περί της προέλευσης των Ινδοευρωπαίων : α) Κατάγονται από τον Βορρά. Αντιεπιστημονική “Θεωρία”, καθαρώς γερμανική. β) Κατάγονται από την Βαλτική. Οπως στο α). γ) Προέρχονται από τη Μικρά Ασία. Είναι γνωστό , ότι μόνον οι γεωργικοί πληθυσμοί προέρχονται από την Βόρεια Συρία, Βόρειο Ιράκ και την Ανατολική Μικρά Ασία. δ) Προέρχονται από τις νοτιορωσικές στέπες μεταξύ της Μαύρης και της Κασπίας Θαλάσσης.

Γιατί είναι αυτή η Θεωρία για εμέ πειστική ; 1. Οι πληθυσμοί των προαναφερθεισών  χωρών άρχισαν λόγω αλλαγής κλίματος (υδρολειψία) να μετακινούνται προς δύο κατευθύνσεις και πρωτίστως προς Δύση, όπου (Κεντρική Ευρώπη, πρωτίστως σημερινή Ουγγαρία) υπήρχαν απέραντα βοσκοτόπια. Εκεί συγχωνεύθηκαν με τους αγροτικούς πληθυσμούς. 2. Εως τις αρχές του Μεσαίωνα ζούσαν στην Κεντρική Ασία ινδοευρωπαϊκοί πληθυσμοί (π.χ. οι Τοχάρες). Ούτως ή άλλως κατοικούσαν στις νοτιορωσικές στέπες αποδεδειγμένα ήδη προ πέντε  χιλιάδων ετών ινδοευρωπαϊκά φύλα, τα οποία κατευθυνόνταν πρωτίστως προς την Ευρώπη αλλά μερικές φορές και προς τη Νότια Ασία. 3. Οι ειδικοί γλωσσολόγοι έχουν αποδείξει ότι οι φορείς των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών στην Μικρά Ασία ήδη προ 4 χιλιάδων ετών έχουν προέλθει από την περιοχή των Καρπαθίων (π.χ οι Χιττίτες και οι Πρωτοαρμένοι, όχι οι γηγενείς Ουραρτού). 4. Στην παράδοση των πολλών ιρανικών φύλων υπήρχαν στην αρχαιότητα γραπτές αναφορές περί του τόπου προέλευσής των. Ηδη προ 4 χιλιάδων ετών έχουν παραλάβει οι Σατεμ -Ινδοευρωπαίοι την γραφή από τους πρώτους μεγάλους πολιτισμούς στην ιστορία της ανθρωπότητας στη Μεσοποταμία. Η προέλευση των ιρανικών φύλων από τις νοτιορωσικές ρωσικές στέπες είναι αναμφισβήτητη. Από τους πολεμικούς έφιππους νομάδες έγιναν σχετικά γρήγορα γεωργοί. iefimerida (9.12.15) ————————————————————————————————————————————————————

Τα μεταναστευτικά κύματα των νομάδων από τις στέπες, μεταξύ Ευξείνου Πόντου και Κασπίας Θάλασσας, που έφθασαν στην Κεντρική Ευρώπη πριν από 4.800 έως 3.700 χρόνια, έφεραν μαζί τους για πρώτη φορά τα βακτήρια της πανώλους (πανούκλας) στην Ευρώπη.Βήμα25.11.17. Από Max-Plank-Institut.

——————————————————————————————————————————————————–

Η “Θεωρία” περί την “Αρία φυλή”

αποτελεί μίαν αντιεπιστημονική φαντασίωση των Γερμανών Εθνικοσοσιαλιστών. Οι Ευρωπαίοι έχουν μουδεμία σχέση με τους ARYAS, λέξη που σημαίνει στα αρχαία Ιρανικά και στα Σανσκριτικά οι ΕΥΓΕΝΕΙΣ, στους οποίους ανήκαν μόνον οι έφιπποι πολεμικοί κτηνοτρόφοι που έχουν εγκαταλείψει την πρώτη τους πατρίδα στις στέπες μεταξύ της Μαύρης και της Κασπίας Θάλασσας και 2000 π.Χ. κατέκτησαν βαθμιαίως τις σημερινές περιοχές του Ιράν, του Ιράκ, του Νότιου Αfγανιστάν και του Πακιστάν καθώς και ένα τμήμα της Βόρειας Ινδίας.
Αυτοί έχουν αυτοονομασθεί ARYAS λόγω της πολεμικής υπεροχής έναντι των ειρηνικών γεωργικών πληθυσμών, τους οποίους περιφρονούσαν.
Ανήκουν στους Ανατολικούς Ινδοευρωπαίους ή Σάτεμ Ινδοευρωπαίους από τον αριθμό Σάτεμ (100) στα Αρχαία Ιρανικά και στα Σανσκριτικά.

Στην Γλωσσολογία σημειώνονται περίπου επτά ιρανικές γλώσσες (Περσικά, Κουρδικά, Παστούν κτλ.). .
Το σημερινό τοπώνυμο Ιράν σημαίνει ακριβώς “Η Χώρα των Αρίων”. Ο Βασιλεύς των Βασιλέων Κύρος ( Περσικά Kurush : Ηλιος της Δικαιοσύνης) διέταξε να του ετοιμάσουν μία ταφόπλακα με την εξής Επιγραφή : “Εγώ ο Κύρος, ένας Arya, γιος ενός Arya…”
Ακόμη και σήμερα αισθάνονται οι Ιρανοί καθώς
και οι Κούρδοι φυλετικά ( ! ) ανώτεροι σε σύγκριση με τους Αραβες και οι Πακιστανοί αισθάνονται ανώτεροι των Ινδών. Υπάρχει συγκρίνοντσς τους στρατιώτες μία ενδιαφέρουσα έκφραση “Ενας Πακιστανός ίσον δέκα Ινδοί”.

iefimerida (22.2.16) , Καθημερινή (8.5.19)

—————————————————–

Ευρώπη, Μεγάλες οικογένειες φύλων και λαών (Κέλτες, Γερμανοί, Σλάβοι),  Εθνογένεση λαών ( Γάλλοι, Ιταλοί, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Σέρβοι, Κροάτες, Μαυροβούνιοι, Αλβανοί, Τούρκοι, Ούγγροι,  (Επιγραμματικά)

Από ιστορική άποψη έπαιξαν στην διαδικασία της ευρωπαϊκής εθνογένεσης τρεις μεγάλες ομάδες λαών έναν καθοριστικό ρόλο :

α ) Οι Κέλτες Γαλλία, Ελβετία ( μισή ), Βέλγιο, Ιρλανδία, Σκωτία, Ουαλία, Βόρεια Ιταλία, Δυτική και Νότια Γερμανία ( “Κελτογερμανοί” ) , Αυστρία, Τσεχία ( Βοημία ), Ουγαρία , Ρουμανία ( “Δακοκέλτες” ), Ισπανία ( Gallicia ), Τουρκία ( Γαλάτες ).

β ) Οι ( αρχαίοι ) Γερμανοί Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Νορβηγία, Σουηδία, Φιννλανδία (μισή ), Αγγλία, Γαλλία ( Φράγγοι, Νορμανδοί ), Ιταλία ( Λομβαρδοί ), Ισπανία ( Γότθοι ), Πορτογαλλία ( Σουέβοι), Τσεχία, Ουγγαρία, Ρουμανία .

γ ) Οι Σλάβοι Ρωσία, Ουκρανία Λευκορωσία, Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία, , Σλοβακία, Σλοβενία, Κροατία, Σερβία, Βοσνία -Ερζεγοβινή, Μαυροβούνιο, Σλαβομακεδονία, Κόσσοβο, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ελλάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από εθνολογική άποψη παρουσιάζουν οι Ουγγροι ( “Πρωτοευρωπαίοι”, Κιμέριοι, Σκύθες, Σαρμάτες, Κέλτες, Γερμανοί, Ούννοι, Σλάβοι, Χαζάροι , Μαγυάροι ) και οι σημερινοί Τούρκοι (πολυάριθμοι λαοί και φύλα ), ( Ιδέ εκτενώς στο Blog μου την μελέτη “Τούρκοι, Προέλευση, Εθνογένεση” ). -

- Εθνογένεση ( Προέλευση)  των  Ρουμάνων

“Πρωτοευρωπαίοι”, Δάκες ( Θράκες ) και Γέτες , Σκύθες ( Ινδοευρωπαίοι ), Κέλτες, Ρωμαίοι, Γότθοι, Γερμανοί, Βλάχοι ( Valahi ) , Μολδαβοί, Ούγγροι, Αθίγγανοι. To εθνωνύμιο Rοmanus ( Ρωμαίος ! ) έχει δημιουργηθεί τον 19.αι. για δύο λόγους : α) Δήθεν καταγωγή όλων και κατ ευθείαν από τους αρχαίους Ρωμαίους και β) ήθελαν να δείξουν, δεν έχουν καμία γενετική σχέση με τους γείτονες Σλάβους. Με αυτόν τον τρόπο έχουν λεκτικά μεταβληθεί οι βαλκάνιοι Βλάχοι και Μολδαβοί σε ευρωπαίους Ρωμαίους ! Ιδιαιτερότητα : Ενώ η αριστοκρατία της Ρώμης προτιμούσε τις πλούσιες περιοχές (Αίγυπτος, Μικρά Ασία, Gallia) , εποίκησαν στην Δακία (επίσημο τοπωνύμιο) τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Καθημερινή (30.1.16)

-Εθνογένεση ( Προέλευση)  των Βουλγάρων

Οι σημερινοί Βούλγαροι είναι απόγονοι του κράματος πολλών λαών και φύλων :
Πρωτοευρωπαίοι από  την Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική Εποχή, γεωργικοί πληθυσμοί από την Εγγύς Ανατολή στη Νεολιθική Εποχή, Θράκες πρωτίστως Οδρύσες (Ινδοευρωπαίοι), Αρχαίοι Ελληνες, Ρωμαίοι, Σλάβοι (από αυτούς η σλαβική γλώσσα), Ούννοι (από αυτούς το εθνωνύμιο Βούλγαροι) , Τούρκοι (οι Βούλγαροι ιστορικοί τους θεωρούν εξισλαμισθέντες Βούλγαρους (Πομάκοι), όπως οι Βοσνιάκοι είναι όντως εξισλαμισθέντες Σέρβοι ), Αθίγγανοι . Εν τω μεταξύ οι Πομάκοι στην Βουλγαρία ονομάζονται Τουρκοι. Καθημερινή (2.1.18). Έως στις αρχές της δεκαετίας του 80 τόνιζαν μόνον την σλαβική καταγωγή. Κατόπιν θυμήθηκαν και τους Θράκες, αλλά έχουν εσαεί παραγκωνίσει τους Ούννους !

- Εθνογένεση ( Προέλευση)  των  Σέρβων

“Πρωτοευρωπαίοι”, Ιλλύριοι , Κέλτες, Σλάβοι, Ούγγροι, εν μέρει Βλάχοι. – Εθνογένεση ( Προέλευση )

των Μαυροβουνίων και των Κροατών : “Πρωτοευρωπαίοι”, Πελασγοί, Ιλλύριοι, Ρωμαίοι, Σλάβοι. Και όμως τονίζουν μόνον το σλαβικό στοιχείο. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό : υψηλά σώματα ( ιλλυρικό ).

- Εθνογένεση ( Προέλευση)  των Αλβανών

“Πρωοευρωπαίοι”, Πελασγοί, Ιλλύριοι, Έλληνες, εν μέρει Σλάβοι. Από εθνολογική άποψη είναι η διαφορά μεταξύ των βορείων ( Γκέκηδες, υψηλά σώματα από τους Ιλλυρίους, άλλες φυσιογνωμίες ) και των νοτίων ( Τόσκηδες , μέτριο ανάστημα, μάλλον πελασγικό η ελληνικό ) Αλβανών. Σημειώνονται εκτός τούτων οι Τσάμηδες και η υποδιαίρεση Λιάπηδες.

Αρβανίτες και Αλβανοί, Μεγάλη Διαφορά : Οι Αρβανίτες ήταν χριστιανοί, ενώ οι περισσότεροι Αλβανοί ήταν μωαμεθανοί. Πέραν τούτου οι Αρβανίτες ζουν εδώ και 800 έτη στην Ελλάδα. Ολοι οι Σουλιώτες ήταν Αρβανίτες . Είναι ακραιφνείς πατριώτες. Γενικά οι Α. ανήκαν  στους καλύτερους πολεμιστές κατά των Τούρκων. Αργότερα προτίμησαν την στρατιωτική σταδιοδρομία (στρατός, αστυνομία). Οι Αρβανίτες έχουν έναν βασικό κώδικα συμπεριφοράς, ο οποίος είναι ακριβώς το αντίθετο από την βασική νοοτροπία των Βλάχων. Γνώρισα Αρβανίτη από την Αθήνα που ακόμη και σήμερα καταλαβαίνει τα Αλβανικά. Οι Α. θεωρούν μία σύγκριση με τους Αλβανούς ως μία βαρειά προσβολή iefimerida (24.3.16)

- Εθνογένεση ( Προέλευση)  των Τούρκων

Οι εξής λαοί και εθνότητες έζησαν στην Μ.Α. :α) Στην αρχαιότητα : Πρωτοχάττες, Χιττίτες (υπερπολιτισμένοι), Κάρες, Χουρρίτες, Λούβιοι, Χάλυβες ( εξ ου και χάλυψ στα Ελληνικά ), Φρύγες ( αρχικά στην αρχαία Μακεδονία Μπρύγες ), Μύσιοι, Λύκιοι, Λύδιοι, Βιθυνοί, Καππαδόκες,Έλληνες.

β) Ακόμη στις αρχές του 20ου αι. ζούσαν οι εξής εθνότητες : Έλληνες (Μικρασιάτες, Πόντιοι), Αρμένοι, Μιγγρέλοι, Κόλχοι, Κούρδοι, Παφλάγονες, Λάζοι, Σάννοι, Αμπαζάδες, Αβασγοί, Μαρωνίτες, Ανσαρίτες, Ερυθίνοι, Καππαδόκες, Ίσαυροι, Κιρκάσιοι, Λυκάονες, Τάταροι, Εβραίοι, Άραβες, Πομάκοι, Γιουρούκοι, Βόσνιοι, Αθίγγανοι, Μαρωνίτες, Ανσαρίτες, Σελτζούκοι, καθ ευτού Τούρκοι ( μειοψηφία ), Τουρκομάνοι (πρωτίστως ποιμένες, ακόμη και σήμερα μογγολική φυσιογνωμία ). Οι σημερινοί Τούρκοι είναι υπό τον φακό της Εθνολογίας προϊόν όλων των φύλων και λαών , οι οποίοι έχουν ζήσει στη Μικρά Ασια και αποτελούν τον “Ανατολίτικο κλάδο των Ευρωπαίων”. Αυτό σημαίνει, ότι δεν μπορούν πλέον να θεωρηθούν σήμερα ως Μογγόλοι. iefimerida (26.11.15).

-Εθνογένεση ( Προέλευση)  των σημερινών Γάλλων  : Πρωτοευρωπαίοι, στην Νεολιθική Εποχή αγροτικοί πληθυσμοί από την Μέση Ανατολή, Ινδοευρωπαίοι : ΚΕΛΤΕΣ, Ελληνες (Gallia Graeca) , μη Ινδοευρωπαίοι (Βάσκοι) ,Ρωμαίοι, Φράγκοι (αρχαίοι Γερμανοί), Βουργούνδοι από την Σουηδία, Βίκιγκες (Νορμανδοί) , Βρετόνοι από την Νότια Αγγλία, Ιταλοί , εν τω μεταξύ επίσης άτομα από τις πρώην αποικίες (πρωτίστως Αραβες και Αφρικανοί). Καθημερινή ( 21.2.16) -

-Εθνογένεση (Προέλευση) των σημερινών Ιταλών

Πρωτοευρωπαίοι, γεωργικοί πληθυσμοί από τη Μέση Ανατολή ( Νεολιθική Εποχή), μη ινδοευρωπαϊκοί πληθυσμοί (Ετρούσκοι κλπ.) στην προρωμαϊκή εποχή, Ινδοευρωπαίοι (Ρωμαίοι, Κέλτες (Gallia Cisalpina ),Ελληνες (Magna Graecia), Λογγοβάρδοι (αρχαίοι Γερμανοί). Καθημερινή ( 21.2.16)

-Εθνογένεση (Προέλευση των Καταλάνων

Οι Καταλάνοι έχουν μία τελείως διαφορετική εθνογένεση από τις άλλες ισπανικές εθνότητες : Είναι ένα κράμα από Κελτοίβηρες, Γότθους, προερχομένους τον 6οαι.μ.Χ. από την Σουηδία δια μέσου της Κριμαίας και από Αλάνες, συμμάχους των Γότθων , προερχομένους από τον Βόρειο Καύκασο. Δεν είναι τυχαίο που η επίσημη ονομασία βασίζεται σε αυτούς τους δύο λαούς : Gothalania, Gotalunia , Catalania, CATALUNA), δηλαδή χώρα των Γότθων και των Αλάνων.

Στον Καύκασο ονομάζονται σήμερα οι Αλάνες Οσσέτες , από τους οποίους ένα μέρος ζει στην Βόρεια ( Ρωσία ) και ένα άλλο στην Νότια( Γεωργία ) Οσσετία. Οι Οσσέτες και οι Αμπχάζοι απαιτούν με ρωσική ενίσχυση αποσχισμό απο την Γεωργία !

Το Catalan, μία νεολατινική γλώσσα , ήταν ιστορικά η πρώτη ισπανική λογοτεχνική γλώσσα, συγγενής με τα πορτογαλλικά και τα προβεντσαλικά ( Νότια Γαλλία ).

———————————————————————

Πελασγοί, Ανατολικοί Ινδοευρωπαίοι

Από ό,τι έχω διαβάσει σε βιβλία ειδικών  ιστορικών, απορρέει το συμπέρασμα, ότι μάλλον θα επρόκειτο για Πελασγούς, οι οποίοι έφθασαν στον ελληνικό χώρο ήδη μεταξύ της 7ης και της 6ης χιλιετηρίδας προερχόμενοι από τη Μικρά Ασία και μεταφέρωντας την εξελιγμένη γεωργία.

Η τελευταία μεγάλη μετακίνηση πληθυσμών ήταν εκείνη των Ανατολικών Ινδοευρωπαίων,οι οποίοι ως πολεμικοί κατόρθωσαν από το 1500 π.χ. και μετά να κατακτήσουν όλη την περιοχή του σημερινού Πακιστάν και την Βόρεια Ινδία. Αυτοί έχουν εισαγάγει το απάνθρωπο σύστημα των κοινωνικών καστών. Οι αγώνες των με τους γηγενείς πληθυσμούς έχουν αντικατοπτρισθεί στο μεγάλο ινδικό Επος Ramayana (Η ζωή (του Θεού) Ράμα). Η επιστήμη τους έχει ονομάσει Ινδοάριους. Η γλώσσα τους ήταν η Σανσκριτική (Σάτεμ ινδοευρωπαϊκή ), συγγενείς με σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Οχι μόνον μεταξύ των γλωσσών , αλλά και μεταξύ των σπουδαιότερων θεών σημειώνονται πολλές ομοιότητες. Σύσταση στους στείρους αρχαιολάτρες : Να διαβάσουν ένα λεξικό της Σανσκριτικής. Βρήκα στην δεκαετία του ακόμη και την γραμματική του Πανίνι, αλλά και πιο σύγχρονες γραμματικές αυτής της γλώσσας. Οταν την διάβασα , αισθάνθηκα δέος αλλά και οργή, γιατί στην δεκαετία του 50 στο Γυμνάσιο μας μάθαιναν πρωτίστως υπερεθνικιστικές και σχεδόν ρατσιστικά  ανοησίες.
Πληροφορία : Περί άλλων Λαών υπάρχουν ειδικά άρθρα : Ελληνες, Ισπανοί, Γερμανοί, Βαυαροί, Ινδοί, Παλαιστίνιοι. Καθημερινή (21.2.16 )

————————————————————————————-

Εθνογένεση ( Προέλευση)  των Ούγγρων

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από εθνολογική άποψη παρουσιάζουν οι Ουγγροι : “Πρωτοευρωπαίοι”, Κιμέριοι, Σκύθες, Σαρμάτες, Κέλτες, Γερμανοί, Γότθοι,  Ούννοι, Σλάβοι, Χαζάροι , Μαγυάροι . iefimerida (26.11.15).

Αγγλοι, Εθνογένεση των Λαών του Ηνωμένου Βασιλείου , Μεγάλη Βρεταννία Οροι

Αγγλοι,  Εθνογένεση των Λαών του Ηνωμένου Βασιλείου

Το όνομα Βρετανία προέρχεται από την κελτική φυλή των Βρετανών, η οποία ξεκινώντας από την Βόρεια Γαλλία έχει εποικήσει σε κύματα από το 500 π.Χ. το Νότο της νήσου και συγχωνεύθηκε με τους γηγενείς πληθυσμούς, ενώ στην Ουαλία ζουν , ως επί το πλείστον απόγονοι των Κελτών.

Τον 5ο αι. μ. Χ. έφυγe ένα τμήμα των Βρετανών, και εποίκησε την Βοορειοδυτική Γαλλία , εξ ου και Bretagne.

Κελτίβηρες (Ιβηρες γηγενείς Ισπανοί και Κέλτες από την Δυτική Γαλλία) από την Ισπανία έχουν μεταξύ του 2ου και του 3ου αι. π.Χ. εποικήσει την Ιρλανδία, και εκεί έχει λάβει χώραν μία επιμειξία με τους ήδη υπάρχοντες γεωργικούς πληθυσμούς. Μόνον ομάδες πολεμιστών έχουν καταλάβει την Σκωτία και έχουν αναμιχθεί με τους Πίκτες (χρωματιστοί).

Πληροφορίες :

α) Στην Ιρλανδία, στην Ουαλία , εν μέρει και στην Σκωτία άρχισαν οι κάτοικοι να καλλιεργούν τη νεοκελτική γλώσσα (Gällish), η οποία στα σχολεία είναι υποχρεωτικό μάθημα και αποτελούν την βάση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ, δηλαδή την εθνική ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ !

β) Δεν είναι τυχαίο , ότι η παραδοσιακή μουσική στις προαναφερθείσες χώρες και περιοχές καθώς και στην Gallicia (Ισπανία) είναι σχεδόν η ίδια, γι αυτό λαμβάνουν χώραν κοινά πολιτισμικά και μουσικά φεστιβάλ της υπέροχης ΚΕΛΤΙΚΗΣ μουσικής. Εχω ολόκληρη συλλογή .

γ) Οι σημερνοί κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου, πριν της Μεγάλης Βρετανίας και πιό πριν της Αγγλίας είναι ένα κράμα και απόγονοι των εξής φύλων και λαών : Πρωτοευρωπαίων από την Μεσολιθική Εποχή, γεωργικών πληθυσμών απο τη Νεολιθική Εποχή (προ 7 χιλιάδων ετών, πολυάριθμα φύλα ), Κελτών από την Γαλλία και την Ισπανία (πολυάριθμα φύλα), εν μέρει Ρωμαίων, γερμανικών φύλων των Σαξόνων και των Αγγλων, Βίκινγκων από την Νορβηγία και την Δανία και Νορμανδών από την Βόρεια Γαλλία (πρώην Βίκινγκες, αλλά με γαλλικό πολιτισμό και γαλλική γλώσσα , η οποία έχει εμπλουτίσει τα πάμπτωχα Σαξονικά).

Εν τω μεταξύ συντελείται μία γιγαντιαία μεταλλαγή του πληθυσμού λόγω των αναμειξιών με πολυάριθμους κατοίκους ( χώρες, φυλές, ράτσες) από τις πρώην αποικίες. Δημοσιευθέν το 2017 και 2018 στον ηλεκτρονικό τύπο (Το Βήμα, Τα Νέα, iefimerida ).
————————————————————-

Μεγάλη Βρεταννία (Great Britain): Αγγλία, Ουαλία και Σκωτία. Μεγάλη Βρεταννία συν Βόρεια Ιρλανδία =Ηνωμένο
Βασίλειο (United Kingdom of Great Britain and Ireland ).Η Γαλλία θυμήθηκε την δική της περιοχή Bretagne και έθεσε βέτο, όταν το 1973 η Μεγάλη Βρεταννία ήθελε να γίνει μέλος της ΕΟΚ, αν και υφίσταται διαφορά μεταξύ των τοπωνύμιων Great Britain και Bretagne.

Bretagne, από το κελτικό φύλο των Βρεταννών , οι οποίο από
φόβο προ των εισβολέων γερμανικών φύλων των Σαξόνων και Αγγλων (εξ ου και Αγλοσάξονες) από την Βόρεια Γερμανία τον 5ο αι. εγκατέλειψαν τη Νότια περιοχή της νήσου και σώθηκαν στην Γαλλία (bretagne = χώρα των Βρετόννων), δηλαδή ήταν refugees. Οι Σάξονες και οι Αγγλοι περίμεναν, έως ότου οι ρωμαϊκές λεγεώνες εγκατέλειψαν τη νήσο, γιατί το Imperium Romanum ήδη κατέρρεε, και οι κάτοικοι έμειναν απροστάτευτοι. Οι Ρωμαίοι κατακτητές τους απαγόρευσαν να κατέχουν όπλα.

Το ίδιο έκαναν και οι Γότθοι κατακτητές στην Ισπανία έναντι των Κελτιβήρων (αργότερα Ισπανών), και όταν έφθασαν οι Αραβες κατακτητές τον 8ο αι. μόνον οι Γότθοι που ήταν ατη μειονότητα άγωνίσθηκαν και ηττήθηκαν. Καθημερινή (19.1.18)

—————————————————————————————————————————————————–

Γαλανομάτηδες αλλά σκουρόδερμοι οι πρώτοι Βρετανοί
Αυτό υποστηρίζει νέα μελέτη που «διάβασε» το γονιδίωμα σκελετού 10.000 ετών
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 09/02/2018
Γαλανομάτηδες αλλά σκουρόδερμοι οι πρώτοι Βρετανοί
Ο «πρώτος Βρετανός», ο οποίος έζησε πριν από 10.000 χρόνια, ήταν κάπως έτσι σύμφωνα με νέα μελέτη. Πηγή UCL

Ο αρχαιότερος γνωστός σύγχρονος Βρετανός, ο οποίος έζησε πριν από 10.000 χρόνια, είχε γαλάζια μάτια αλλά το δέρμα του ήταν πολύ σκούρο ή και σχεδόν μαύρο.
Αυτό αποκαλύπτει νέα μελέτη η οποία δείχνει ότι ανάλογο χρώμα επιδερμίδας πρέπει να είχαν και όλοι οι «συντοπίτες» του εκείνης της εποχής, ανατρέποντας την κρατούσα θεωρία σχετικά με την εξέλιξη των χρωματικών χαρακτηριστικών των Βόρειων Ευρωπαίων.
Ο «άνθρωπος του Τσένταρ» είναι ο αρχαιότερος σχεδόν πλήρης ανθρώπινος σκελετός που έχει βρεθεί στη Βρετανία. Ανασκάφηκε το 1903 στο σπήλαιο του Γκοφ στο Τσένταρ του Σόμερσετ και έκτοτε δεν έχει πάψει να απασχολεί τους παλαιοντολόγους, οι οποίοι προσπαθούν να διερευνήσουν την ιστορία του χωρίς ωστόσο να έχουν καταλήξει σε σαφείς απαντήσεις.
Τώρα ερευνητές από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και το University College του Λονδίνου κατόρθωσαν να διαβάσουν το πλήρες γονιδίωμά του, αναλύοντας με καινοτόμες τεχνικές DNA από το κροταφικό οστό του κρανίου του. Τα αποτελέσματά τους αποκάλυψαν ότι ο «άνθρωπος του Τσένταρ» είχε σκούρο προς μαύρο δέρμα, σκούρα σγουρά μαλλιά και γαλάζια μάτια.
Ακόμη πιο σημαντικό, οι αναλύσεις έδειξαν ότι ο αρχαίος αυτός κάτοικος της Βρετανίας δεν διέθετε τις παραλλαγές των γονιδίων που σχετίζονται με την ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα. Αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, σημαίνει ότι η εμφάνιση του ανοιχτόχρωμου δέρματος στη Βόρεια Ευρώπη ήταν κατά πολύ μεταγενέστερη – τουλάχιστον στα βρετανικά νησιά θεωρούν ότι τα γενετικά «εφόδια» των ανοιχτόχρωμων χαρακτηριστικών εξαπλώθηκαν τα τελευταία 4.800 χρόνια.
Και άλλες μελέτες έχουν εντοπίσει σχετικά πρόσφατα σκουρόχρωμους ανθρώπους ηλικίας χιλιάδων ετών στη Βόρεια Ευρώπη, αλλά οι επιστήμονες πίστευαν ότι επρόκειτο για μεμονωμένες περιπτώσεις. Η νέα ερευνητική εργασία έρχεται λοιπόν να ανοίξει μια νέα συζήτηση υποστηρίζοντας ότι αυτό που ως τώρα εθεωρείτο εξαίρεση είναι μάλλον ο κανόνας.

Τα νέα ευρήματα μαζί με μια πλήρη ανακατασκευή του προσώπου του «Ανθρώπου του Τσένταρ» θα παρουσιαστούν σε ντοκιμαντέρ με τον τίτλο «First Brit: Secrets of the 10.000 Years Old Man» («Πρώτος Βρετανός: μυστικά του ηλικίας 10.000 ετών ανθρώπου»), το οποίο θα προβληθεί την Κυριακή 18 Φεβρουαρίου από το βρετανικό Channel 4. Η μελέτη αναμένεται να δημοσιευθεί ως το τέλος τον μήνα σε επιστημονικό έντυπο.

Γλώσσα και Παρελθοντολογία, Ελληνικά, Κινεζικά, Σανσκριτική, Εβραϊκά, Αραμαϊκά, Λατινικά, Στάδια, Προφορά Διφθόγγων, Γλώσσα και Λογοτεχνία, Σημαντικότατες Γλώσσες Σήμερα , Γιουγκοσλαβικές Γλώσσες, Ελληνική Γλώσσα

Γλώσσα Φιλοσοφικά, Ελληνικά, Κινεζικά, Σανσκριτική, Εβραϊκά, Αραμαϊκά, Λατινικά, Στάδια, Προφορά Διφθόγγων, Γλώσσα και Λογοτεχνία, Σημαντικότατες Γλώσσες Σήμερα

Γλώσσα μερικές φιλοσοφικές πτυχές, επιγραμματικά

1. Η γλώσσα είναι προϊόν της σταδιακής εξέλιξης του ανθρωπίνου γένους και των υπαρξιακών αναγκαιοτήτων οι οποίες απορρέουν από τις συνθήκες ζωής.

2. Η γλώσσα αποτελεί στην ουσία ένα σύστημα λεκτικών συμβόλων, το οποίο στα πλαίσια της διαδικασίας της διαμόρφωσης της σκέψης εξυπηρετεί την γνώση περί της αντικειμενικής πραγματικότητας και κάνει εφικτή την ανταλλαγή σκέψεων, συναισθηματικών βιωμάτων καθώς και την αποθήκευση των διατυπωθέντων γνώσεων.

3. Η ηχητική γλώσσα έχει διαμορφωθεί ταυτόχρονα με την ικανότητα σκέψης στα πλαίσια της ποώθησης της κοινωνικής εργασίας σε όλα τα επίπεδα των διαφορετικών εποχών της εξέλιξης και προόδου της ανθρωπότητας. Μεταξύ της γλώσσας και της σκέψης υφίσταται μία διαλεκτική αλληλουχία. Ετσι αποτελούν και τα δύο φαινόμενα μία διαλεκτική οντότητα.

4. Οι χρησιμοποιηθείσες λέξεις αποτελούν τον τρόπο έκφρασης των εννοιών μέσω των οποίων εργάζεται η ανθρώπινη σκέψη . Ετσι οι έννοιες είναι  το περιεχόμενο και η σημασία των λέξεων.

5. Ενώ η «φυσική γλώσσα» που σημαίνει η γλώσσα της απλής συνεννόησης είναι προϊόν του λαού,  η γλώσσα της λογοτεχνίας και ιδιαιτέρως της επιστήμης αποτελεί ένα αποτέλεσμα της σκέψης και γενικά της ικανότητας ατόμων να δημιουργούν τελείως νέες λέξεις και έννοιες («γλωσσοπλάστες).

Χρησιμοποιηθείσες πηγές

-Enzyklopopädie Philosophie und Wissenschaftstheorie, Edition von Jürgen Mittelstraß, Band 4, Stuttgart, Weimar, 2004, S.47-68.
-Philosophisches Wörterbuch, Edition von Georg Klaus und Manfred Buhr, Band 2, Leipzig 1969, S. 1033-1034.
-Frederick Bodmer, Die Sprachen der Welt, Geschichte, Grammatik, Wortschatz in vergleichender Darstellung (Original : The Loom of Lnguage ), Köln, 1997, S. 1-32.
-Harald Haarmann, Lexikon der untergegangenen Sprachen, München, 2004. Καθημερινή  (23.11.14).

————————————————————

Διατί η γλωσσολογική παρελθοντολογία ;

Μου είναι γνωστό, ότι ουδείς Κινέζος έχει εκφράσει την επιθυμία να
επαναχρησιμοποιηθούν τα Κινέζικα της Shang Δυναστείας (16ος–11ος αι. π.Χ.) ή της Zhou-Δυναστείας (11ος αι π.Χ.–3ος αι. μ.Χ.) ή του Μεσαίωνα. Επίσης ουδείς Εβραίος έχει διατυπώσει την άποψη να ομιλούνται τα Αρχαία Εβραϊκά (γλώσσα των ιερών βιβλίων των Εβραίων, «Βιβλικά Εβραϊκά») ή τα “Μεσαία” Εβραϊκά.

Μόνο λόγω της εθνικής ταυτότητας τα Αγγλικά άρχισαν να αντικαθίστανται με τα Νεοκελτικά. Γενικά τα Κελτικά ομιλούνται από την αρχαιότητα έως σήμερα φυσικά παραλλαγμένα ως Irish, Schottish, Gälish και Goidelish, Ουαλικά (πολύ διαδεδομένα, διδάσκονται υποχρεωτικά ως ΕΘΝΙΚΗ γλώσσα στα σχολεία), Βρετονικά (Γαλλία) γνωστές ως νεοκελτικές γλώσσες , οι οποίες επίσης βιώνουν μίαν ισχυρότατη Αναγέννηση στην Ουαλία, στην Σκωτία, στην Ιρλανδία και στην Μπρετάνιε (Γαλλία).

Δε έχω κατανόηση για προτάσεις που συχνά γίνονται να επανέλθουμε στα Αρχαία Ελληνικά ή στην Καθαρεύουσα σαν να μην έχει η
Ελλάδα άλλα προβλήματα. Μάλλον πρόκειται για γλωσσολογικό αυτοβαυκαλισμό.

Πηγές

-Bernhard Karlgren: Schrift und Sprache der Chinesen, Berlin 2001.
-Chaim Rabin, Die Entwicklung der hebräischen Sprache, Wiesbaden 1988.
-Angel Sáenz-Badillos, A History of the Hebrew Languag, Cambridge
1996.
-S. Zimmer: Die keltischen Sprachen; in: Stefan Zimmer (Hrsg.): Die
Kelten, Mythos und Wirklichkeit, Stuttgart 2009.
-H.Pedersen: Vergleichende Grammatik der keltischen Sprachen,
Göttingen 1909. Καθημερινή ( 3.9.17)

——————————————————————

Αρχαιότατες γλώσσες (εκτός από τα Ελληνικά) σε συνέχεια (ομιλούνται ακόμη)

Η κινεζική γλώσσα ανήκει στις πιο αρχαίες : Σε γραπτή μορφή εδώ και 3.200 χρόνια ( S. 29. 97)

Η Σανσκριτική ομιλείτο ήδη το 1500  π.Χ., και η γραμματική της έχει γραφεί από τον γραμματικό Πανίνι ήδη τον 5ο αι. π.χ. (S.369).

Η εβραϊκή γλώσσα ομιλείτο τουλάχιστον πάνω από 3500 χρόνια, αλλά έχει γραφει τον 8ο αι π.χ. Το ιερατείο την κατείχε και αργότερα χωρίς διακοπή( S..184).

Η Αραμαϊκή γλώσσα ομιλείτο ήδη προ 4 χιλιάδων ετών και υπήρχε γραμμένη προ 3 χιλιάδων ετών (S.44). Μονον ιερείς την κατέχουν.

Πηγή :H.Freydank, W. F. Reinecke, M. Schetelich, T. Thilo, Der Alte Orient in Stichworten, Leipzig, 1978.

————————————————————-

Αρχαιότατες γλώσσες  που ακόμη  φυσικά μεταλλαγμένες  ακόμη ομιλούνται ή  η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας είναι αναμφισβήτητη, Μία νηφάλια θεώρηση χωρίς  υπερεθνικιστικές και υπεραριστερές παρωπίδες

Η Συγκριτική μέθοδος ανήκει στους καθοριστικούς κανόνες  της Γενικής Μεθοδολογίας των βασικών επιστημονικών ερευνών.  Μέσω της σύγκρισης ενός φαινομένου με άλλα παρόμοια φαινόμενα διευκολύνεται η διείσδυση στην ουσία του. Ενας άλλος μεθοδολογικός κανόνας είναι η Οικουμενικότητα, η οποία σημαίνει μίαν διεθνοποιημένη θεώρηση της αντικειμενικής πραγματικότητας με επιδίωξη την εξεύρεση της αλήθειας. Παρεμπιπτόντως αναφέρω και τον σημαντικότατο κανώνα της Συστηματικότητας.

Επί τη βάσει αυτών των μεθοδολογικών κανώνων θα προσπαθήσω να αποδείξω , ότι υφίσταται μία συνέχεια της εληνικής γλώσσας εδώ και 3400 έτη. Στηρίζομαι αυτονοήτως σε διεθνή βιβλιογραφία.

Ελληνική γλώσσα

Η ελληνική γλώσσα σημειώνεται σε γραπτή μορφή εδώ και 3400 έτη. Εχει να αναδείξει σε σύγκριση με άλλες γλώσσες μία μοναδική ιδιότητα (έκφραση ευρωπαίων γλωσσολόγων) :  μικρές αλλαγές. Οι ειδικοί γλωσσολόγοι μιλούν για ΣΤΑΔΙΑ η για Περιόδους της ελληνικής γλώσσας :

α) Μυκηναϊκά Ελληνικά ( 1400-1200 π.Χ.).  Η Γραμματική έχει εμπεδωθεί τον 3ο αι π.Χ. στην Αλεξάνδρεια.

β) Αρχαία Ελληνικά ( γενικά  800 π.Χ.-550 μ.Χ.). Σε αυτά ανήκουν τα «Αιολικά, τα Ιωνικά, τα Αττικά και τα Δωρικά. Τα αρχαία Ελληνικά αναδεικνύουν τρεις περιόδους : 1. Προκλασικά (800-450 π.Χ.). 2. Κλασικά (450-300 π.Χ.). 3. Ελληνιστική Κοινή (300 π.Χ. -565 μ. Χ.).

γ) Μεσαιωνικά Ελληνικά (565-1453). Σε αυτήν την εποχή έγραφαν μερικοί  πολύ μορφωμένοι (Φιλόσοφοι και Θεολόγοι ) στα κλασσικά Ελληνικά.

δ) Νεοελληνικά (από το 1453 έως σήμερα). Τα Νεοελληνικά βρίσκονται σε στάδιο εξέλιξης και διαμόρφωσης. Σκοπίμως δεν αναφέρω την τεχνητή «Γλώσσα» Καθαρεύουσα.

Πηγές

-”Francisco Rodríguez Adrados” F. R. Adrados, Geschichte der griechischen Sprache. Von den Anfängen bis heute, ISBN 3-8252-2317-5 , Tübingen/Basel 2002.
-Νεοελληνική Γραμματική, ΙδρυμαΤριανταφυλλίδη, ISBN 960-231-027-8, Θεσσαλονίκη 1991.
-Leonard Robert Palmer, The Greek language, ISBN 0-391-01203-7, London 1996.

————————————————————————–

Κινεζική γλώσσα

Η κινεζική γλώσσα είναι η  πιο αρχαία : σε γραπτή μορφή εδώ και 3.600.

Στάδια
α)  Shang Δυναστεία (16ος–11 αι. π.Χ.).
β) Zhou-Δυναστεία (11ος αι π.Χ.–3ος αι. μ.Χ.). Σε γενικές γραμμές  ονομάζεται αυτή Αρχαία κινεζική γλώσσα, η οποία έχει εξελιχθεί στα Κλασικά Κινεζικά που έχουν μείνει σε γραπτή μορφή έως σήμερα.
γ) Τον 2οαι. π.Χ. άρχισαν τα ομιλούμενα ως γλώσα  του λαού  να απομακρύνονται από την Κλασική γλώσσα.
δ) Από τον  15ο αι. μ.Χ. γίνεται λόγος για μία  Σύγχρονη κινεζική γλώσσα.

Πηγή : Bernhard Karlgren, Schrift und Sprache der Chinesen, ISBN 3-540-42138-6, Berlin 2001.

—————————————————-

Σανσκριτική γλώσσα

Το πιο αρχαίο κείμενο στην Σανσκριτική γλώσσα είναι  η Veda (γνώσις) από το 1200 π.Χ., κατόπιν έπονται οι  Upanishad (Ιδέ  Upanischaden, Die alte Weisheit Indiens, ISBN 3-86533-024-x, München 2005) και η  Bhagavadgita (Ιδέ Die Bhagavadgita, ISBN 10:3-86539-099-4, Wiesbaden 2006). Συνιστώ στους Ελληναράδες να ρίξουν μια ματιά σε αυτά τα εκπληκτικά βιβλία.  Ισως  καταλάβουν, πόσο γελοία είναι η υπερεθνικιστική ομφαλοσκόπησή τους.

Σήμερα ομιλείται η Σανσκριτική από περίπου 200 χιλιάδες άτομα, μεταξύ αυτών   πολλοί ινδουιστές ιερείς (Βραχμάνοι).  Και ο Βουδισμός έχει γραφεί στην Σανσκριτική. Η γραμματική της Σανσκριτικής έχει γραφεί από τον φιλόλογο Πανίνι ήδη τον 5ο αι. π.Χ. Πρόκειται για την πρώτη γραμματική στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η γραμματική της αρχαίας ελληνικής γλώσσας έχει συνταχθεί  στην Αλεξάνδρεια περίπου 250 έτη αργότερα. Μεταξύ της Σανσκριτικής  και της αρχαίας Ιρανικής γλώσσας είναι η διαφορά τόσο μικρή, που οι δυτικοί ειδικοί γλωσσολόγοι έχουν εκδώσει  κοινή  γραμματική. Διάβασα μια τέτια γραμματική και βρήκα πάμπολλες ινδοευρωπαϊκές λέξεις συγγενείς με τα αρχαιότατα Ελληνικά.

Πηγές

-K. Μylius,  Sanskrit − Deutsch, Deutsch − Sanskrit, ISBN 3-447-05143-4 ,Wiesbaden 2005. Αυτός ήταν πανεπιστημιακός στο πανεπιστήμιό μας στηΛειψία (Εδρα: Ινδολογία , Σανσκριτική Γλώσσα). Με  βοήθησε πολύ να ασχοληθώ με την φιλοσοφία και  την λογοτεχνία της αρχαίας Ινδίας,  λίγο και με την Σανσκριτική.
-Κ. Μylius, Geschichte der Literatur im alten Indien, Leipzig 1983.
-Carl Capeller, Sanskrit-Wörterbuch, Straßburg 1887, Berlin 1966.

————————————————————

Εβραϊκή γλώσσα

Η εβραϊκή γλώσσα ομιλείται τουλάχιστον πάνω από 3500 χρόνια, αλλά έχει γραφεί τον 1000 π.Χ. Το ιερατείο την κατείχε και αργότερα χωρίς διακοπή. Πρόκειται για μία Βορειοδυτική σημιτική γλώσσα.

Στάδια

α) Αρχαία Εβραϊκά (γλώσσα των ιερών βιβλίων των Εβραίων, «Βιβλικά Εβραϊκά»). β) Μεσαία Εβραϊκά. γ) Νέα Εβραϊκά. δ) Σύγχρονα Εβραϊκά (Ιβρίτ).

Πηγές :-Chaim Rabin, Die Entwicklung der hebräischen Sprache, Wiesbaden 1988.
-Angel Sáenz-Badillos, A History of the Hebrew Languag, Cambridge 1996.

————————————————————

Η Αραμαϊκή γλώσσα

(την μιλούσε ο Ιησούς Χριστός) ομιλείτο ήδη προ 4 χιλιάδων ετών και υπήρχε γραμμένη προ 3 χιλιάδων ετών.  Μόνον ιερείς της χριστιανικής Εκκλησίας πρωτίστως στην Συρία την χρησιμοποιούν στην λειτουργία.

———————————————————-
Νεολατινικές (ρωμανικές) Γλώσσες
Η λατινική γλώσσα του Μεσαίωνα είναι  η μητέρα  όχι μόνον των γνωστότατων  νεολατινικών γλωσσών ( Ιταλικά, Ισπανικά, Πορτογαλλικά, Γαλλικά, Ρουμανικά, αλλά εν τω μεταξύ και άλλων όχι τόσο σημαντικών γλωσσών μεν, αλλά και αυτές βιώνουν μίαν Αναγεννηση (Καταλανικά, Γαλλικικά (Ισπανία), Σαρδικά, Φουρλανικά (Ιταλία) , Αστουρικά, Λαντινικά (Ελβετία), Αραγκονεζικά (Ισπανία), Πραετορωμανικά (Ελβετία).
Πηγές
-T. Janson, Latein,  Die Erfolgsgeschichte einer Sprache,ISBN 3-87548-400-2, Hamburg 2006.
-J.Jürgen Leonhardt”Latein, Geschichte einer Weltsprach,ISBN 978-3-406-56898-5, München 2009.
-Georg Bossong, Die romanischen Sprachen. Eine vergleichende Einführung, ISBN 978-38754-8518-9 (+ 1 CD), Hamburg 2008.
-Harri Meier, Die Entstehung der romanischen Sprachen und Nationen (Das Abendland; Bd. 4). Pro Quest, Ann Arbor, Mich. 1984.
-Günter Holtus, Michael Metzeltin, Christian Schmitt (Romanist) (Seite nicht vorhanden), Ch. Schmitt(Hrsg.),Lexikon der Romanistischen Linguistik,12 Bände. Niemeyer, ISBN 3-484-50250-9,Tübingen 1988–2005.

Νεοκελτικές γλώσσες
Τα Κελτικά  ομιλούνται από την αρχαιότητα έως σήμερα φυσικά παραλλαγμένα ως Irish, Schottish, Gälish και  Goidelish, Ουαλικά (πολύ διαδεδομένα, διδάσκονται υποχρεωτικά ως ΕΘΝΙΚΗ γλώσσα στα σχολεία), Βρετονικά (Γαλλία) γνωστές ως νεοκελτικές γλώσσες  , οι οποίες επίσης βιώνουν μίαν ισχυρότατη Αναγέννηση στην Ουαλία, στην Σκωτία, στην Ιρλανδία και στην Μπρετάνιε (Γαλλία).
Πηγές : -S. Zimmer: Die keltischen Sprachen, in: Stefan Zimmer (Hrsg.): Die Kelten, Mythos und Wirklichkeit, ISBN 978-3-8062-2229-6, Stuttgart 2009.
-H. Pedersen, Vergleichende Grammatik der keltischen Sprachen,  Göttingen 1909.

———————————————————-

Γενικές γλωσσολογικές πηγές

-H.Freydank, W. F. Reinecke, M. Schetelich, T. Thilo, Der Alte Orient in Stichworten, Leipzig, 1978.
-Η. Haarmann, Weltgeschichte der Sprachen, ISBN 978-3-406-60802-5, München, 2006.
-H. Haarmann, Lexikon der untergegangenen Sprachen,ISBN 3-406-47596-5, München 2002. Εδώ αναφέρονται λεπτομερειακά όλες οι εξαφανισθείσες αρχαίες γλώσσες από όλες τιςς ηπείρους και τους πολιτισμούς. Στην Ευρώπη δεν είναι οι ειδικοί επιστήμονες εθνοκεντριστές και αυτοπεριχαρακωμένοι., όπως δυστυχώς οι περισσότεροι  επιστήμονες στην Ελλάδα.
- Die Sprachen der Welt ( Org. F. Bodmer, The Loom of Language ) , ISBN 3-88059-880-0, Köln, 1997. Πρόκειται για ένa Standard-Βιβλίο της διεθνούς γλωσσολογίας (Linguistic).

Συμπεράσματα :

1. Διεθνώς σημειώνονται αρχαιότατες γλώσσες που ομιλούνται ακόμη φυσικά πολύ ή κάπως παραλλαγμένες (ΣΤΑΔΙΑ της ίδιας γλώσσας). Αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί σε άλλους λαούς, τουναντίον θεωρείται ως κάτι το αυτονόητο.
2. Ο,τι (χιλιετής ιστορία και συνέχεια)   ισχύει ως κάτι το αυτονόητο για άλλες γλώσσες, ισχύει αναμφιβόλως και για την ελληνική γλώσσα, η οποία (εν μέρει και η λατινική γλώσσα) είναι διεθνώς λόγω της επιστημονικής υπεροχής του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού έναντι των άλλων πολιτισμών  πέραν τούτου η  αστείρευτη γλωσσική πηγή  για την πρόσδωση εννοιών στις επιτεύξεις  ανεξαιρέτως όλων των νέων και ανώτερων  επιστημών.
3.Το παράξενο έγκειται, στο ό,τι οι Νεοέλληνες λόγω έλλειψης δημιουργικότητας δεν είναι σε θέση να διατυπώσουν νέες έννοιες διεθνούς βεληνεκούς  και έτσι παραλαμβάνουν  τις πολυάριθμες ελληνογενείς έννοιες αποκλειστικά από την Δύση.

Εν κατακλείδι : Οι Νεοέλληνες αυτοβαυκαλίζονται γλωσσολογικά,  φιλολογικά και θεολογικά,  ενώ οι καθ ευτού Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί επί τη βάσει της ελληνικής γλώσσας δημιουργούν αενάως νέους επιστημονικούς όρους.

Καθημερινή (12.2.17)

—————————————————-

Αρχαιότατες Γλώσσες

Η γλωσσολογία κάνει διαχωρισμό μεταξύ των “εξαφανισθεισών ” και των “νεκρών” γλωσσών.

Τα αρχαία Ελληνικά ως στάδιο της ελληνικής γλώσσας ανήκουν μεν στις “νεκρές” γλώσσες υπό την έννοια ότι δεν ομιλούνται πλέον, αλλά χρησιμοποιούνται ακόμη ως αστείρευτη πηγή για την επιστημονική εμπέδωση νέων εννοιών.

Και τα τα Λατινικά ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία των γλωσσών , αλλά αποτελούν την επίσημη γλώσσα του Βατικανού και παίζουν για την επιστημονική ορολογία παρόμοιο ρόλο όπως τα αρχαία Ελληνικά.

Ιδέ λεπτομερειακά : Harald Haarmann, Lexikon der untergegangene Sprachen, Verlag C.H. Beck (πρόκειται για επιστημονικό εκδοτικό οίκο), ISBN 3-406-47596-5, München 2002, 232 σελίδες ( αναφερονται πάνω από 80 “εξαφανισθείσες” γλώσες από όλον τον κόσμο). Καθημερινή (12.2.17)

—————————————————

Ελληνική Γλώσσα

1. Είναι ζήτημα αιώνων. Οπως μεταξύ της σημερινής εποχής και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού σημειώνονται τουλάχιστον 2500 έτη, διαπιστώνουμε μεταξύ του τελευταίου και των πρώτων υψηλών πολιτισμών (Σουμερία, Αίγυπτος) επίσης περίπου 2500 έτη.
2. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός έχει επαναγεννηθεί τον 15ο αι. και ύστερα από λίγους αιώνες έχουν οι κύριες επιτεύξεις του πραγματοποιηθεί στην Δύση (Διαφωτισμός).
Εγείρεται το ερώτημα, γιατί δεν έχει λάβει χώραν στην χιλιετή ιστορία της θεοκρατικής Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κάτι τέτοιο.
3. Η Δύση στηρίχθηκε όχι μόνο στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, αλλά και στον ρωμαϊκό πολιτισμό ( δίκαιο, γλώσσα).
Υστερα από τον Διαφωτισμό άρχισε η Δύση να ξεπερνά στον πολιτισμό και κυρίως στις επιστήμες τους αλλους κύκλους πολιτισμού (Ισλάμ, Κονφουκιανισμός, ινδουισμούς ), των οποίων τις χώρες έχει μεταβάλλει σε αποικίες ή σε ημιαποικίες, αλλά έχει μεταφέρει και ευρωπαϊκό πολιτισμό καθώς και ευρωπαϊκές γλώσσες.
4. Σε όλες τις εθνικές γλώσσες του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού αποτελούν οι αρχαίες ελληνικές και οι λατινικές λέξεις περίπου 35% όλου του γλωσσικού πλούτου. Αυτονοήτως είναι στις νεολατινικές (ρωμανικές γλώσσες) το ποσοστό των λατινικών λέξεων μέγιστο.
Στην Δύση έχουν επικρατήσει οι όροι στα αρχαία ελληνικά στις περισσότερες επιστήμες (πρωτίστως στην Φιλοσοφία, στην Θεωρία και στην Μεθοδολογία ) καθώς και σε όλες τις κοινωνικές επιστήμες, ενώ οι όροι της Λατινικής έχουν επικρατήσει στις νομικές επιστήμες. Στην Ιατρική, στην Γλωσσολογία και στην Βοτανολογία (εδώ είναι οι ονομασίες σύνθετες ελληνολατινικές) σημειώνονται επιστημονικοί όροι στα αρχαία Ελληνικά και στα Λατινικά.
5. Οι επιστήμονες της εξελιγμένης Δύσης διατυπώνουν για επιστημονικούς λόγους νέες έννοιες επί τη βάσει της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας και της Λατινικής γλώσσας (πχ. skepticism, gnoseology, postmodern κτλ.).
Και εδώ εγείρεται το ερώτημα, διατί δεν πράττουν οι Ελληνες επιστήμονες κάτι τέτοιο, αλλά εκ των υστέρων μεταφράζουν τις ελληνογενείς έννοιες στα νέα Ελληνικά ;
Συμπέρασμα : Οι Ευρωπαίοι επιστήμονες είναι αναμφιβόλως οι κληρονόμοι της αρχαίας ελληνικής επιστήμης.

6. Αλλα και οι άλοι προαναφερθέντες Κύκλοι Πολιτισμού έχουν τους δικούς τους επιστημονικούς όρους στην εκάστοτε επίσημη γλώσσα τους.

7. Σε συνδυασμό με τις υψηλές τεχνολογίες , οι οποίες είναι πρωτίστως επιτεύξεις των ΗΠΑ , έχει επικρατήσει η Αγγλική γλώσσα.

8. Γιατί σημειώνονται στις ευρωπαϊκές γλώσσες πολυάριθμες ελληνικές λέξεις ;

Γιατί ο Δυτικός Κύκλος Πολιτισμού στηρίζεται στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και όχι στον φοινικικό ή τον αιγυπτιακό ή τον σουμερικό ή τον ακκαδικό ή τον βαβυλωνικό, και πέραν τούτου οι ευρωπαϊκές γλώσσες ( εξαίρεση : Ουγκρικά, Εσθονικά, Φιννλανδικά και Βασκικά) ανήκουν στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, και εκτός τούτου όλες οι γραμματικές των ευρωπαϊκών γλωσσών (όχι οι εξαιρέσεις) έχουν ως βάση την αρχαία ελληνική γραμματική.

Καθημερινή (22.1.17)

———————————————————

Μεταξύ του 3ου και του 2ου αι. πΧ. εχει λάβει χώραν στην Αλεξάνδρεια στα πλαίσια της εμπέδωσης μίας Γραμματικής της ελληνικής γλώσσας η μεταλλαγή στην προφορά των φωνηέντων, π.χ. των διφθόγγων :από ε-ι σε ει, α-ι σε ε κλπ.
Το ίδιο έχει συμβεί τον 5ο αι. π.Χ. μέσω της πρώτης Γραμματικής στον κόσμο,έργο του γραμματικού Πανίνι και με τα φωνήεντα της συγγενούς γλώσσας ινδοευρωπαϊκής της Σανσκριτικής (στην ουσία αρχαιότατα ιρανικά). Με προβληματίζει και η νεοκελτική γλώσσα (Gällish, Ιρλανδία, Ουαλία)) με τα πολλά φωνήεντα και τους διφθόγγους.
Μέσω της Κοινής έχει απλοποιηθεί η γλώσσα και έχει εμπεδωθεί γενικά η προφορά των φωνηέντων ,κάτι που δεν έχει πλέον αλλάξει έως σήμερα.
Επομένως , έχετε μεν δίκαιο, μπορούμε να λάβουμε και υπ όψη την προφορά των ελληνικών λέξεων , ιδιαιτέρως των ονομάτων στα Λατινικά μεν, αλλά αυτό δεν ισχύει πάντα. Ερασιτεχνικά ασχολούμαι εδώ και 15 χρόνια με το φαινόμενο των φωνηέντων στις σπουδαιότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες ξεκινώντας από τις αρχαιότερες.

Συμπεράσματα : α) Υπήρχε μία σχετικά εκτενής μεταβατική περίοδος.
β) Για τα Ελληνικά των ομηρικών έπων και των κλασσικών χρόνων ισχύει η ερασμιακή προφορά.
γ) Για τα κείμενα από την εμπέδωση της Κοινής και εδώθεν ισχύει η απλοποιημένη προφορά.
δ). Επομένως είναι η γενική συνήθεια των Ευρωπαίων, να προφέρουν τα κείμενα της τελευταίας εποχής (3.) ακόμη και σημερινά κείμενα ( λέξεις, τοπωνύμια ) ερασμιακά τελείως εσφαλμένη. Καθημερινή (9.6.15)

————————————————————–

Συστηματικά περί την προφορά των διφθόγγων της αρχαίας Ελληνικής ΓλώσσαςΤο θέμα με έχει απασχολήσει εδώ και πολλά χρόνια. Εχω συλλέξει σχετικά πολύ κατάλληλο υλικό από έγκριτα πανεπιστημιακά εγχειρίδια και λεξικά, από Standard-βιβλία καθώς και από μερικά ειδικά επιστημονικά περιοδικά , αλλά δεν είχα καιρό να το επεξεργασθώ κατάλληλα. Σχεδίασα ήδη προ πολλών ετών να το κάνω αντικείμενο πιο συστηματικής ενασχόλησης.

Ευκαιρίας δοθείσης μελέτησα τώρα το υλικό προσεκτικά και συγκριτικά.Ιδέ παρακάτω τις διαπιστώσεις

1. Πολλά φωνήεντα καθώς και διφθόγγους είχαν και
η Σανσκριτική και η αρχαία Κελτική γλώσσα (σήμερα όλες οι νεοκελτικές γλώσσες
στην Ιρλανδία, στην Ουαλία και στην Σκωτία).

Σε ό,τι αφορά την Σανσκριτική, έως τον 5ο αι.
π.Χ. έχουν προφερθεί οι δίφθογγοι ει και αι χωριστά κατόπιν επί τη βάση τως πρώτης γραμματικής του κόσμου επεξεργασθείσα από τον γραμματικό-φιλόλογο Πανίνι εί ως ι και αι ως ε.

Στα Κελτικά και Νεοκελτικά, τα οποία έχουν διφθόγους (ai ao ; ea ei èi eo eò eu ; ia io ìo iu ; oi òi ua ui ùi ) ακόμη και τριφθόγγους ( aoi eoi iai iui uai) προφέρονται τα φωνήεντα ως επί το πλείστον χωριστά.

2. Για τα ομηρικά και για όλα τα κλασσικά κείμενα έως τον 4ο και 3ο αι. π.Χ. έχουν προφερθεί τα φωνήεντα χωριστά ). Ιδέ μεταξύ άλλων και Α. Τζαρτζάνου, Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Αθήναι 1958, σ. 11 : « Αρχήθεν όμως υπό των παλαιών εκάστη δίφθογγος επροφέρετο ούτως, ώστε διεκρίνοντο κατά την προφοράν οι δύο φθόγγοι, ήτοι τα δύο φωνήεντα, από τα οποία αποτελείται. ( πρβλ. Νυν : Νεραϊδα, ρό ϊδο)«. Εδώ  Ο Ερασμος έχει σε γενικές γραμμές δίκιο.

O Μιχ. Χ. Οικονόμου (Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής, ISBN 960-231-048-0, Θεσσαλονίκη, 1991, σ.9 ) γράφει πιο λεπτομερειακά : ” Οι παραπάνω συνδυασμοί φωνηέντων προφερόνταν από τους αρχαίους πραγματικά σαν δίφθογγοι (βλ.§5), δηλ. το αι σαν αϊ (όπως το νεοελληνικό χαϊδεύω), το ει σαν εϊ (όπως το νεοελληνικό λεϊμόνι), το οι σαν οϊ (όπως το νεοελληνικό ρόιδι). κτλ. Ετσι π.χ. λέξεις όπως σφαίρα, πείρα, μοίρα κτλ. προφέρονταν σφάιρα, πέιρα, μόιρα κτλ. Με τον καιρό όμως έπαψαν να προφέρονται σαν  δίφθογγοι και ήδη προφέρονται…”.

Αλλά  ήδη από τον 3ο αι. π.Χ. στην ελληνιστική εποχή έχει η προφορά απλοποιηθεί.

Τον 9ο αι. μ.Χ. έχει μεταβληθεί και η προφορά της διφθόγγου οι (από ϋ σε ι) (
ιδέ Lexikon der Alten Welt, hrsg, Carl Andresen et alt. , Tübingen et Zürich, Band 1, 2, 3 (εδώ 1, σ.1172). Πρόκειται για ένα Standard-λεξικό, στην συγγραφή του οποίου έχουν συμβάλλει 236 κορυφαίοι ειδικοί επιστήμονες του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από την Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία.

Συμπεράσματα

1. Είναι λοιπόν ανιστόρητο και τελείως εσφαλμένο, να εφαρμόζεται η ερασμιακή
προφορά σε κείμενα γραμμένα ακόμη και ύστερα από τον 4ο και 3ο  αι. π.Χ. Το συμπέρασμα ισχύει και για όλη την Αγία Γραφή (Παλαιά και και Καινή Διαθήκη).

2. Η προφορά των διφθόγγων της Ελληνικής
Γλώσσας δεν έχει βασικά αλλάξει σχεδόν εδώ και 2300 έως 2400 έτη. Αλλά αυτονοήτως σημειώνεται διαφορά στην προφορά μεταξύ της Ελληνιστικής
κοινής, της Μεσαιωνικής ελληνικής και της Νεοελληνικής .

3. Η Ελληνική γλώσσα έχει σε γενικές γραμμές συνέχεια σε γραπτή μορφή τουλάχιστον 2800 ετών. Εάν λάβουμε και την μυκηναϊκή εποχή , τότε θα έπρεπε να προσθέσουμε ακόμη περίπου 700 έτη. Αλλά δέον να λάβουμε υπ όψη,
ότι η προφορά της Μυκηναϊκής («Πρώϊμης ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ γλώσσας» (Γραμμική Β), διεθνώς
επιστημονικά καθιερωμένος όρος ), την οπoία έχουν αποκρυπτογραφήσει ο Michael
Ventris και ο John Chawick από την «επάρατη» Ευρώπη ( διατί δεν το έκαναν αυτό Ελληνες
γλωσσολόγοι)  είναι πολύ διαφορετική από την Ελληνική γλώσσα στην εποχή του Ομήρου.

Αναφέρω μόνον μερικά παραδείγματα : A-ta-na : Αθήνα , Do-e-ro ( do(h)elos : δούλος, wa-na-ka : άναξ, ga-si-re-u : βασιλεύς, e-ra-wa : έργον,
o-la-i-a : ελιά.

Προσθήκη :

α) Σύμφωνα με την Γενική Μεθοδολογία των  επιστημονικών ερευνών ισχύει ο κανώνας “ομοφωνία των καθηγητών και δοκτόρων” ( “consensus professorum et doctorum”) , η οποία εκφράζεται στα έγκριτα πανεπιστημιακά εγχειρίδια και λεξικά. Αναφέρω ένα παράδειγμα από την ιστορία-αρχαιολογία : Μόνον ένας καθηγητής πανεπιστημίου στην Γερμανία έχει απορρίψει την επικρατούσα άποψη, ότι οι πρώτοι γεωργοί της Κεντρικής Ευρώπης έχουν προέλθει από τη Μέση Ανατολή μέσω της Μικράς Ασίας. Υστερα όμως από λίγους μήνες έχει απορρίψει την απόρριψή του.

Αυτό όμως δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, ότι κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες ίσως ανατραπεί μία πρυτανεύουσα επιστημονική άποψη. Αλλά η νέα άποψη θα ληφθεί ταχέως υπ όψη στη νέα έκδοση των προαναφερθέντων βιβλίων.

β) Προ μερικών εβδομάδων έχει ανακοινωθεί, ότι πάλι ένας Αγγλος αρχαιολόγος-γλωσσολόγος κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει μερικές λέξεις της Γραμμικής Α !
Πάλι διερωτώμαι, διατί όχι ένας δικός μας γλωσσολόγος ; Μα τί συμβαίνει στα ελληνικά πανεπιστήμια ; Αλλά και διατί είναι οι ξένοι επιστήμονες τόσο δημιουργικοί και επιτυχείς ακόμη σε ζητήματα που αφορούν άμεσα την δική μας εθνική ταυτότητα ;

Πηγές

-FG. Bodmer, Die Sprachen der Welt, Geschichte,
Grammatik, Wortschatz in vergleichender Darstellung (Orig. The Loom of Language), ISBN 3-88059-880-0, Köln 1977.
-H. Haarmann, Weltgeschishte der Sprachen, Von der Frühzeit des Menschen bis zur Gegenwart, ISBN 3-406-47596-5, München 2006.
- A. Bartoněk , Handbuch des mykenischen Griechisch,ISBN 3-8253-1435-9, Heidelberg 2003.
-J. Chadwick, L. Baumbach , The Mycenaean Greek Vocabulary. In : Glotta 41, 1963, ISSN 0017-1298.S. 157-271. (Indogermanische Bibliothek Reihe 1).
-S. Hiller, O. Panagl , Die frühgriechischen Texte aus mykenischer Zeit, Wissenschaftliche Buchgesellschaft, ISBN 3-534-06820-3, Darmstadt 1986.
-C. J. Ruijgh , Études sur la grammaire et le vocabulaire du grec mycénien, Hakkert, Amsterdam 1967. Καθημερινή (21.2.16)

————————————————-

Γλώσσα και λογοτεχνία

Μία γλώσσα μπορεί να είναι απλή η εξελιγμένη εως σε λογοτεχνικό επίπεδο.
Το δεύτερο είναι επίτευξη των λογοτεχνών (ποιητών και πεζογράφων) , οι οποίοι θεωρούνται συχνά και γλωσσοπλάστες.

Θα αναφέρουμε τα πιό γνωστά παραδείγματα από την ιστορία της λογοτεχνίας σημαντικών ευρωπαϊκών χωρών : Dante (13os αι. ) και Petrarca (14os αι. ) στην Ιταλία, Shakespear (16oς αι. ), Calderon (17ος αι., Ισπανία), Racine (17ος αι. Γαλλία), Dostojewski και Tolstoi (19ος αι., Ρωσία), Goethe και Schiller (19ος αι., Γερμανία). Προ αυτών των δύο ποιητών οι πιό εξελιγμένοι   Γάλλοι λοιδορούσαν τα τότε Γερμανικά ως “γερμανικές βαρβαρότητες”.

Η  νέα Ελλάδα δεν είχε δυστυχώς λογοτέχνες τέτοιου βεληνεκούς. Περαν τούτου νομίζω ότι το πείραμα με την καθαρεύουσα έχει επιδράσει πολύ αρνητικά στην φυσιολογική εξέλιξη της Δημοτικής ,την οποία περιφρονούσαμε ως γυμνασιόπαιδα ακόμη και στα μέσα της δεκαετίας του 50 ως  κάτι το υποδεέστερο. Είχαμε την φιλοδοξία να μιλούμε όσο το δυνατό καλύτερα την καθαρεύουσα, για να μας θαυμάζουν. Καθημερινή

——————————————————————-

Γερμανική Γλώσσα

Τα σύγχρονη γερμανικά (Hochdeutsch) έχουν ως βάση πρωτίστως την επίσημη γλώσσα της καγκελαρτίας της Δρέσδης , πρωτεύουσας της Σαξονίας.
Στην περαιτέρω εξέλιξή της έχουν συμβάλλει ιστορικά ο Λούθηρος, και ιδιαιτέρως τον 18 και 19ο αι. οι ποιητές και γενικά οι λογοτέχνες πρωτοστατούντως του μεγαλύτερου ποιητού της Γερμανίας Wolfgang von Goethe.
Στην διαμόρφωση της Αγγλικής έχει συμβάλλει καθοριστικά ο Shakespeare, στην Ιταλία ο Dante και ο Petrarca, στην Ισπανία ο Calderon κτλ. Ποιος έχει διαπλασει σε τέτοιο βαθμό την Δημοτική μας ;

Οπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι λογοτέχνες έχουν βαθμιαία συμβάλλει στην περαιτέρω εξέλιξη της εθνικής γλώσσας , έτσι το ίδιο έκαναν πολλοί λογοτέχνες στην Γερμανία. Ο Wilhelm Humboldt ήταν γλωσσολόγος και όχι γλωσσοπλάστης. Καθημερινή (5.2.18)

———————————————————-

Λατινικά, Γερμανικά, Γαλλικά , Γερμανία

Οι αριστοκράτες της Γερμανίας μιλούσαν γερμανικά, τα οποία όμως περιφρονούσαν.Η επίσημη γλώσσα της διπλωματίας και των κρατικών ντοκουμέντων ήταν τα Λατινικά.

Υστερα από τον 18ο αι.  οι αριστοκράτες μιλούσαν μεταξύ τους Γαλλικά, τα οποία ήταν η διπλωματική γλώσσα (όλα τα διεθνή νοκουμέντα στα Γαλλικά). Το ίδιο έγινε και στη Ρωσία.

Στις Βαλτικές χώρες μιλούσαν οι μορφωμένοι πρωτίστως Γερμανικά και ο απλός λαός την εκάστοτε εθνική γλώσσα (π.χ.Λιθουανικά , Λετονικά κτλ.) Καθημερινή (30.1.16)

——————————————————-

Ποιές γλώσσες είναι οι πιό σπουδαίες ;

Συγκριτικά περί της σπουδαιότητας των γλωσσών στην εποχή της παγκοσμιοποίησης : ΑΓΓΛΙΚΑ, Ισπανικά (Λατινική Αμερική), Γαλλικά.
Η σημαντικότητα των Αγγλικών αυξάνει ραγδαίως σε συνδυασμό με την υπεροχή των ΗΠΑ στις υψηλές τεχνολογίες.

Στην Ευρωπη είναι λίγο διαφορετικά : Αγγλικά,Γερμανικά, Γαλλικά.
Γενικά για τους Ελληνες , οι οποίοι θέλουν να εργασθούν ή να κάνουν επιστημονική σταδιοδρομία στην Ευρώπη, ισχύει η εξής σκάλα : Αγγλικά, Γερμανικά Γαλλικά. και εάν αφορά αυτό την Γερμανία Γερμανικά και Αγγλικά.

Σε γενικές γραμμές τα Γαλλικά έχουν απωλέσει κατά πολύ την σπουδαιότητά τους.

Υπό τον φακό της ευρωπαϊκής ιστορίας σημειώνεται η εξής σκάλα σημαντικότητας :

Ελληνικά, Λατινικά (στο Βυζάντιο από τον 6.-7ο αι. πάλι Ελληνικά), Γαλλικά ( 18ος-20ς αι.), Αγγλικά( ύστερα από 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο).

Σημαντικότερες γλώσσες προ των αρχαίων Ελληνικών : Σουμερικά, Ακκαδικά, Βαβυλωνικά, Αραμαϊκά ( γλώσσα της τεράστιας περσικής αυτοκρατορίας και τασυτόχρονα γλώσσα του Ιησού Χριστού, αν και η Καινή Διαθήκη έχει γραφεί στα Ελληνικά (ΚΟΙΝΗ). Καθημερινή (3.10.15)

———————————————————————————

Σερβοκροατικά, Σλοβενικά, Βοσνιακά ,Γλώσσες της πρώην Γιουγκοσλαβίας

Η επίσημη γλώσσα της πρώην Γιουγκοσλαβίας ήταν η ΣΕΡΒΟΚΡΟΑΤΙΚΗ.

Αμέσως  ύστερα από την ανεξαρτοποίηση της Κροατίας (ο Τίτο ήταν Κροάτης), Κροάτες φιλόλογοι έχουν καταβάλλει τεράστιες γλωσσολογικές προσπάθειες με σοπό να αποδείξουν, ότι τα Κροατικά  αποτελούν μίαν άλλη σλαβική γλώσσα. Το ίδιο έκαναν και οι Ουκρανοί για να επισημάνουν την ιδιαιτερότητα της ουκρανικής γλώσσας έναντι της Ρωσικής.

Η Κροατική η Σλοβενική και η  Βοσνιακή  χρησιμοποιούν  το Λατινικό αλφάβητο, η Σερβική, η  Μαυροβουνιακή και η Σλαβομακεδονική γράφονται στο Κυριλλικό αλφάβητο , το οποίο στηρίζεται στο ελληνικό αλφάβητο που έχει  ως βάση πρωτίστως το αλφάβητο της συριακής πόλης   Ούγκαριτ (9ος αι. π.Χ.). Καθημερινή (1.2__________________

____________________________________________________________________________

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Π. Παυλόπουλος: «Ελληνική Γλώσσα και Ελληνικός Πολιτισμός»

Ομιλία του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας και επίτιμου καθηγητή της Νομικής σχολής του ΕΚΠΑ στο 20ο Πανελλήνιο Συνέδριο του Λυκείου Ελληνίδων στην Καλαμάτα

Π. Παυλόπουλος: «Ελληνική Γλώσσα και Ελληνικός Πολιτισμός»

ΙΝΤΙΜΕ NEWS

Σημεία της ομιλίας του Προκοπίου Παυλοπούλου, τέως Προέδρου της Δημοκρατίας και Επίτιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με τίτλο «Ελληνική Γλώσσα και Ελληνικός Πολιτισμός» που διοργανώνει το Λύκειο των Ελληνίδων Καλαμάτας σε συνεργασία με το Τμήμα Φιλολογίας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με θέμα: «Ελληνικότητα και Ρωμιοσύνη: Η μακρά διαμόρφωση της νεοελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας μέσα από τη σύγκρουση δύο οραμάτων».

Αναλυτικά η ομιλία του με τίτλο «Ελληνική Γλώσσα και Ελληνικός Πολιτισμός»: 

Η «σύλληψη» και κατανόηση του Ελληνικού Πολιτισμού, από τις καταβολές του ως σήμερα, πάντοτε ως δημιουργήματος του ελεύθερου Αρχαίου Πνεύματος, δίχως την συσχέτισή του με την Ελληνική Γλώσσα αναδεικνύονται άκρως ελλιπείς.

Α. Για την ακρίβεια, η  άρρηκτη σύνδεση του Ελληνικού Πολιτισμού με την Ελληνική Γλώσσα προκύπτει, κατά κύριο λόγο, εκ του ότι ο Ελληνικός Πολιτισμός χαρακτηρίζεται, εξ’ υπαρχής, Πολιτισμός ιδίως του γραπτού λόγου.  Πολλώ μάλλον όταν η περίοδος, οπωσδήποτε υπαρκτή, της «προφορικότητάς» του ήταν και σύντομη και άνευ ουσιαστικής πολιτισμικής «παραγωγής». Συγκεκριμένα, ο Ελληνικός Πολιτισμός είναι Πολιτισμός του γραπτού λόγου πρωτίστως, και κατά κύριο λόγο, υπό την έννοια ότι συνιστά το αποτέλεσμα της γραπτής διατύπωσης και αποτύπωσης των κάθε είδους -και ιδίως των μεγάλων- πνευματικών δημιουργημάτων και κατακτήσεων που τον απαρτίζουν.  Ο γραπτός λόγος όμως είναι -γενικώς και όχι μόνο στο πλαίσιο της Ελληνικής Γλώσσας και του Ελληνικού Πολιτισμού- και το μέσο, με το οποίο η γλώσσα πορεύεται στην αιωνιότητα.  Άρα στην βάση του γραπτού λόγου είναι η γλώσσα.

Κατά τούτο δε η γλώσσα, πριν καταστεί μέσο εξωτερίκευσης της σκέψης και, επέκεινα, μέσο επικοινωνίας με τρίτους δια της διάδοσής της κυρίως μέσω του γραπτού λόγου, είναι, προηγουμένως και αναποδράστως, το μέσο δημιουργίας και διαμόρφωσης της σκέψης.  Με άλλες λέξεις αυτή η «ενδοσκοπική» θεώρηση της γλώσσας, ως δημιουργού της σκέψης, εμφανίζει οιονεί «αρχετυπικά» χαρακτηριστικά, δοθέντος ότι δίχως την δημιουργία και την διαμόρφωση της σκέψης μέσω της γλώσσας, είναι ουσιαστικώς αδύνατη και αδιανόητη η «εξωτερίκευσή» της, βεβαίως κατά τον προορισμό της. Δηλαδή προκειμένου να καταστεί, δια της επικοινωνίας που αυτή καθιστά εφικτή, «κτήμα» τρίτων.

Ι. Ο Ελληνικός Πολιτισμός ως Πολιτισμός του γραπτού λόγου

Εκ προοιμίου, και προς άρση κάθε παρανόησης (βλ., αντί άλλης παραπομπής, Ιωάννη Καζάζη, «Λόγος για την Ελληνική Γλώσσα, Λόγος για την Ελληνική Παιδεία», Θεσσαλονίκη, 2016), πρέπει να διασαφηνισθεί ευκρινώς ότι γλώσσα και πολιτισμός -επομένως η Ελληνική Γλώσσα και ο Ελληνικός Πολιτισμός- είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις, αφού και οι δύο πέρασαν από την φάση της προφορικότητας στην φάση της γραπτής έκφρασης.

Α. Ο γραπτός λόγος

Όμως είναι ιστορικώς αποδεδειγμένο το γεγονός πως η ριζική «μετάλλαξη» -πάντοτε προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής πνευματικής δημιουργίας- της Ελληνικής Γλώσσας, αφότου άρχισε να γράφεται, «συμπαρέσυρε» και τον Ελληνικό Πολιτισμό:

Το Ελληνικό Λεξιλόγιο του Πολιτισμού -ήτοι, στην πραγματικότητα, το «Ελληνικό Εννοιολογικό», που δημιουργήθηκε για όλο το φάσμα των Γραμμάτων, των Τεχνών, των Επιστημών και της Φιλοσοφίας-  επέφερε την πλήρη «μετάλλαξη», προς την ίδια κατεύθυνση, και του συνόλου του Ελληνικού Πολιτισμού.

Αυτή η, άκρως θετική για τον Πολιτισμό, «μετάλλαξη» της Ελληνικής Γλώσσας της έδωσε και την δυνατότητα -θάλεγε κανείς το «προνόμιο», αν αναλογισθούμε ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη με κάθε γλώσσα, άρα δεν είναι συστατικό στοιχείο κάθε γλώσσας, αλλά μόνον εκείνων που έχουν την «έφεση» διαμόρφωσης αυθεντικής πολιτισμικής «παραγωγής»- να υπερβεί τα όρια του χώρου, εντός του οποίου την ομιλούσαν. Και να έλθει, συνακόλουθα, σ’ επαφή με άλλες γλώσσες, επέκεινα δε με άλλα κοινωνικά σύνολα, εντελώς διαφορετικής γλωσσικής ιδιοσυστασίας.

Β. Η «εκφραστική διαχρονία» της Ελληνικής Γλώσσας

Επειδή δε με αυτή την εκδοχή της Ελληνικής Γλώσσας και του Ελληνικού Πολιτισμού ήλθαν σ’ επαφή οι Λατίνοι και, μέσω αυτών, η Δύση γενικότερα, δικαιολογημένα επιφανείς ειδικοί Ελληνιστές χαρακτηρίζουν τις Νεολατινικές και τις λοιπές Ευρωπαϊκές γλώσσες «κρυπτοελληνικές» και, κατ’ επέκταση, τον Δυτικό Πολιτισμό «κρυπτοελληνικό».

Πραγματικά, η Ελληνική Γλώσσα, ως γραπτή γλώσσα, άφησε ανεξίτηλα αποτυπωμένη την «σφραγίδα» της πάνω στην Λατινική.  Και δι’ αυτής, πάνω στις Νεολατινικές όπως και πάνω στις Γερμανικές και τις Σλαβικές γλώσσες, που γνώρισαν την Ελληνική Γλώσσα δια της εξ αυτής μετάφρασης σ’ εκείνες των Ιερών Βιβλίων. Και στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι και μόνο το γεγονός πως τα Ιερά Βιβλία -τεράστιας σημασίας από πλευράς επίδρασης σ’ ένα εξαιρετικά ευρύ και πολυσύνθετο αναγνωστικό κοινό- διατυπώθηκαν, μετά την αρχική «πηγή» τους, στην Ελληνική Γλώσσα, αναδεικνύει, δίχως αμφιβολία, την εξαιρετική εκφραστική δύναμη, από κάθε έποψη, της τελευταίας.

Όπως ήταν αναμενόμενο, ακριβώς λόγω και της κατά τ’ ανωτέρω «διεισδυτικότητας» της Ελληνικής Γλώσσας, τα στοιχεία της «διαχύθηκαν» σε άλλες, όπως οι προαναφερόμενες, κατ’ εξοχήν στο πεδίο της Επιστήμης και της Λογοτεχνίας.  Και μάλιστα η ώθηση μιας τέτοιας «διάχυσης» ήταν τόση, ώστε η διάρκεια της αντίστοιχης επιρροής της Ελληνικής Γλώσσας υπήρξε εξαιρετικά μακρά, σε σημείο που να δεχόμαστε σήμερα πως η παρουσία της στα λοιπά ως άνω γλωσσικά πεδία ουδέποτε διεκόπη ως τις μέρες μας.  Ούτε, βεβαίως, υπάρχουν ενδείξεις ότι πρόκειται να διακοπεί στο μέλλον. Το φαινόμενο δε τούτο αποδίδει αυτό, το οποίο θα μπορούσαμε, δίχως υπερβολή, ν’ αποδώσουμε με τον όρο της «εκφραστικής διαχρονίας» της Ελληνικής Γλώσσας.

Γ. Η «γοητεία» του κειμένου

Για την συμπλήρωση της εν προκειμένω ανάλυσης είναι ανάγκη να προστεθεί και τούτο: Εξασφαλίζοντας στην Ελληνική Γλώσσα την γραπτή της μορφή, ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός έδωσε στους «κοινωνούς» του, μεταξύ άλλων, και:

Την ικανότητα να εξετάζουν το ίδιο γραπτό έργο πολλές φορές, ώστε να δημιουργηθεί έτσι η έννοια του «κειμένου», ως οντότητας ανεξάρτητης από τα συμφραζόμενα και τις συνθήκες παραγωγής του.  Με τον τρόπο αυτό το «κείμενο» αποκτά την ικανότητα να «ταξιδεύει» αυτοτελώς και ν’ ασκεί την ανάλογη επιρροή του μέσα στον χρόνο.

Την ικανότητα να «συγκρίνουν» μεταξύ τους τα κείμενα και τμήματα των κειμένων -έως τις έσχατες μονάδες τους, μετά την σταδιακή κατάτμησή τους, τις «λέξεις»- καθιστώντας έτσι δυνατή την σύλληψη της «γραμματικής», ως «τέχνης» συνδυασμού των λέξεων σ’ ευρύτερες νοηματικές μονάδες, ακόμη και εκτός των «συμφραζομένων».

Την ικανότητα να συλλάβουν και ν’ αναγάγουν σ’ ένα είδος «επιστήμης»  την «Λογική». Δηλαδή τις «λογικές» σχέσεις μεταξύ των εννοιών και των προτάσεων του γραπτού λόγου, ως μια «τέχνη» αφηρημένη, ανεξάρτητη ιδίως από τα συμφραζόμενά της.

ΙΙ. Η καταξίωση της Ελληνικής Γλώσσας

Περαιτέρω, η «τελειότητα» -στο μέτρο που της αναλογεί σε σχέση με τις λοιπές- της γλώσσας κρίνεται, δίχως αμφιβολία, από την δύναμή της να συμβάλλει στην όσο το δυνατόν πληρέστερη και ολοκληρωμένη δημιουργία και σύνθεση της σκέψης.Με τρόπο ώστε παίρνοντας η τελευταία την μορφή της Γνώσης και, έπειτα, της «Σοφίας», ήτοι της Επιστήμης, να δώσει στην γλώσσα την δυνατότητα της επικοινωνίας με τρίτους, άρα να της επιτρέψει να «χαράξει» τον δρόμο γέννησης Πολιτισμού.

Α. Η σαφήνεια της σκέψης και της έκφρασης

Και ακόμη τούτο, σύμφωνα με τα όσα προεκτέθηκαν:

Εκείνος που δεν έχει πραγματική και ουσιαστική γνώση της γλώσσας δεν μπορεί να δημιουργήσει και να διαμορφώσει με πληρότητα τις σκέψεις του ούτε, επομένως, να τις μεταδώσει προς τρίτους, κατά τρόπο σύμφωνο με τις απαιτήσεις της Γνώσης και της Επιστήμης. Και τούτο διότι, κατ’ ακολουθία των όσων ήδη επισημάνθηκαν, η γλώσσα είναι ο κατ’ εξοχήν «οδηγός» της σκέψης, έως ότου αποκτήσει την πληρότητα που αναλογεί στον ανθρώπινο συλλογισμό και διαλογισμό. Άρα ο σκεπτόμενος ασαφώς εκφράζεται, οιονεί νομοτελειακώς, ασαφώς.

Αυτή δε η ασάφεια «υποβαθμίζει» -κατά κάποιον τρόπο, και πάντοτε ως προς τον συγκεκριμένο σκεπτόμενο-  την λειτουργικότητα της γλώσσας.  Διότι υπ’ αυτές τις συνθήκες η γλώσσα δεν έχει την δυνατότητα να του «μεταδώσει»  το σύνολο των εγγενών της εκφραστικών πλεονεκτημάτων.  Και το μεγαλείο της Ελληνικής Γλώσσας έγκειται, πρωτίστως, ακριβώς στην ανεπανάληπτη, μέσα στην ανά τις χιλιετίες αδιάλειπτη πορεία της, δύναμή της να συμβάλλει στην πλήρη και ολοκληρωμένη δημιουργία και διαμόρφωση της σκέψης. Με άλλες λέξεις η Ελληνική Γλώσσα, οιονεί «εκ φύσεως», διαθέτει το μείζον πλεονέκτημα της διευκόλυνσης της σκέψης όχι μόνο στο επίπεδο της διαμόρφωσής της αλλά και στο επίπεδο της έκφρασής της.  Γεγονός που σημαίνει ότι εκείνος, ο οποίος την γνωρίζει επαρκώς μπορεί, ακόμη και αν το διανοητικό του επίπεδο στέκεται αρχικώς εμπόδιο προς τούτο, να σκέπτεται με περισσότερη σαφήνεια και, άρα, να εκφράζεται με μεγαλύτερη σαφήνεια.

Το ότι η Ελληνική Γλώσσα διευκόλυνε, κατά τ’ ανωτέρω, τα μέγιστα την εν γένει σκέψη και την διάδοσή της οφείλεται, εν πολλοίς, και στον τρόπο, με το οποίο οι Προσωκρατικοί αλλά και, στην συνέχεια, η πλειονότητα των Αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων «μεταχειρίσθηκαν» την γλώσσα κατά την διαμόρφωση της πνευματικής τους «παραγωγής».

α) Κατ’ ακρίβεια, η φιλοσοφική σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα -πάντα βεβαίως κατά κανόνα- χρησιμοποίησε την Ελληνική Γλώσσα έτσι ώστε το νόημα μιας λέξης ή μιας πρότασης να προσδιορίζεται όχι τόσο με τον τρόπο, με τον οποίο «απεικονίζει» την πραγματικότητα. Αλλά, πολύ περισσότερο, με τον τρόπο χρήσης του στο συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς, εντός του οποίου λειτουργεί εκφραστικώς. Και τούτο διότι, κατά την ρήση του Αντισθένους «ἀρχή σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», η φιλοσοφική σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα -επαναλαμβάνεται, κατά κανόνα- ουδέποτε επικεντρώθηκε αποκλειστικώς στην διερεύνηση του νοήματος της γλώσσας. Αντιθέτως, η νοηματική προσέγγιση των λέξεων και των προτάσεων αποτελούσε το μέσο, για να διευκολυνθεί το θεμελιώδες αντικείμενο της φιλοσοφικής έρευνας, που ήταν πρωτίστως ο καθορισμός του περιεχομένου των υπό έρευνα εννοιών σε σχέση με τα πράγματα, στα οποία αυτές αναφέρονται.

β) Το πόσο «προωθημένη» ήταν εν προκειμένω, για την εποχή εκείνη, η φιλοσοφική σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα προκύπτει, οπωσδήποτε με όλες τις επιφυλάξεις μιας τέτοιας αναλογίας, και από το εξής: Ο κορυφαίος σύγχρονος φιλόσοφος Ludwig Josef Johann Wittgenstein, στην περίφημη πρώτη «Πραγματεία» του, το «Tractatus Logico-Philosophicus» (1922), υιοθέτησε την λεγόμενη «απεικονιστική» θεώρηση της γλώσσας.  Ήτοι εκείνη, κατά την οποία η λέξη έχει νόημα μόνον όταν «απεικονίζει» πιστώς και, επέκεινα, αποδίδει πιστώς τα πράγματα και την πραγματικότητα. Κάτι το οποίο συναντάμε και στον «Κρατύλο» του Πλάτωνος, όπου επιχειρήθηκε μια αναίρεση της προαναφερόμενης ρήσης του Αντισθένους περί της «αρχής της σοφίας».  Πολύ αργότερα ο Wittgenstein, στην συλλογή του «Philosophical Investigations» -η οποία, σημειωτέον, εκδόθηκε ολοκληρωμένη το 1953, ήτοι μετά τον θάνατό του που επισυνέβη το 1951- αναίρεσε τις προμνημονευόμενες θέσεις του περί της γλώσσας.  Για να καταλήξει οριστικά στο συμπέρασμα -στο οποίο, κατά τα προλεχθέντα, είχε οδηγηθεί προ αιώνων η φιλοσοφική σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα- πως το νόημα μιας λέξης ή μιας πρότασης καθορίζεται όχι από την δυνατότητά τους ν’ «απεικονίζουν» τα πράγματα και την πραγματικότητα αλλά από τον τρόπο χρήσης τους μέσα στο ad hoc κάθε φορά πλαίσιο συλλογιστικής αναφοράς.

Β. Ελληνική Γλώσσα και Παιδεία

Η Ελληνική Γλώσσα υπήρξε όχι μόνο το μέσο επικοινωνίας ενός Λαού ή και ενός Έθνους γενικότερα. Αλλά το όργανο διαμόρφωσης της Παιδείας, η οποία βρίσκεται στον πυρήνα του Ελληνικού Πολιτισμού, από την γέννησή του ως την σύγχρονη εξέλιξή του, λόγω του ότι, σύμφωνα με τις επόμενες σκέψεις, η Ελληνική Γλώσσα συνέβαλε καθοριστικώς στην δημιουργία του Έθνους των Ελλήνων.

Όλα αυτά έχουν ως αφετηρία το επιστημονικώς ακραδάντως τεκμηριωμένο γεγονός, ότι η δύναμη της Ελληνικής Γλώσσας, ως μέσου επικοινωνίας των συμβιούντων σε οργανωμένη κοινωνία ανθρώπων, είναι τέτοια μέσα στον χρόνο, ώστε βασίμως μπορούμε να δεχθούμε πως δεν είναι τόσο το σύνολο των επιμέρους Λαών στην Αρχαιότητα, οι οποίοι συνδέθηκαν ιστορικώς μεταξύ τους ως Έλληνες, που δημιούργησε την Ελληνική Γλώσσα.  Πολύ περισσότερο ήταν η Ελληνική Γλώσσα, όπως προέκυψε από την σύνθεση των επιμέρους διαλέκτων της -αφού από την ιστορική εποχή δεν υπάρχει, αποδεδειγμένα, Ελληνική διάλεκτος αυτόνομη και ανεξάρτητη από τις άλλες- εκείνη η οποία συνέδεσε, σταθερά και σε βάθος, μεταξύ τους τους Έλληνες και οδήγησε στην μετέπειτα ενότητα των Ελλήνων.

Ενότητα η οποία, όπως εκτίθεται στην συνέχεια, οδήγησε από τότε στην «γέννηση» του Έθνους των Ελλήνων. Ενός Έθνους που η γλώσσα του, ομιλούμενη ουσιαστικώς  δίχως διακοπή μέσα στον χρόνο, του επιτρέπει να διατηρεί, αδιαλείπτως, μια σταθερή «ισορροπία». Δοθέντος ότι, μέσω αυτής, οι «κεντρομόλες» ενωτικές για τον «εθνικό πυρήνα» δυνάμεις παραμένουν σταθερά πολύ περισσότερες και πολύ πιο ισχυρές από τις, ενδεχομένως, «φυγόκεντρες».  Πραγματικά, η ίδια η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους αποδεικνύει, με αμάχητα τεκμήρια, ότι η διαχρονική ενότητά του οφείλει πολλά -αν όχι τα περισσότερα- στην Ελληνική Γλώσσα.

Γ. Το δίδαγμα του Θουκυδίδη

Ο μέγιστος των ιστορικών Θουκυδίδης είναι, δίχως αμφιβολία, οπιο κατάλληλος για ν’ αποδείξει αυτή την μεγάλη αλήθεια, αν αναλογισθούμε το μεγαλείο και την «αυθεντία» του έργου του.

1. Συγκεκριμένα ο Θουκυδίδης, στην εισαγωγή των «Ιστοριών» του, καταγράφει το γεγονός ότι για πρώτη φορά ενώθηκαν οι Έλληνες κατά την προετοιμασία και την διεξαγωγή του Τρωϊκού Πολέμου, έστω και αν ο σκοπός του πολέμου αυτού έχει τις ρίζες του σε μυθολογικά, αμιγώς, δεδομένα.

α) Καθώς και ότι τα Ομηρικά Έπη, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, μάλλον είναι το κυριότερο πρώτο παράδειγμα της γλωσσικής και πολιτισμικής ενότητας του τότε Ελληνικού Κόσμου, γραμμένα σε μίαν ιδιαίτερη Ελληνική Γλώσσα, προϊόν σύνθεσης διαφόρων, συγγενών μεταξύ τους, διαλέκτων πάνω σε Ιωνική βάση. Υπό τις συνθήκες αυτές ο Θουκυδίδης είναι ο πρώτος ιστορικός ερευνητής, ο οποίος ανέδειξε την σημασία της Ελληνικής Γλώσσας στην δημιουργία του Έθνους των Ελλήνων. Ίσως δε και ο μόνος ιστορικός ερευνητής, ο οποίος κατάφερε να σηματοδοτήσει, με πειστικά τεκμήρια, το πώς και γιατί μια γλώσσα μπορεί να θέσει τις βάσεις της δημιουργίας ενός έθνους.

β) Επιπλέον, αυτές οι βάσεις μας παρέχουν, ακόμη και σήμερα, επαρκείς εξηγήσεις για την αδιάλειπτη συνέχεια της Ελληνικής Γλώσσας. Αρκεί ν’ αναλογισθεί κανείς π.χ. την πλειάδα λέξεων της εποχής του Ομήρου που «επιβιώνει» σε όλο το φάσμα του προφορικού και γραπτού λόγου, ιδίως δε σε πεδία τα οποία έχουν μια μορφή «κοινότητας αναφοράς» μεταξύ ορισμένων σημερινών δρώμενων και των δρώμενων που εξιστορούν τα Ομηρικά Έπη.  Για παράδειγμα, είναι εντυπωσιακή, κατά κυριολεξία, η ανίχνευση μεγάλου αριθμού ναυτικών λέξεων-όρων στην Γλώσσα μας, που έλκουν ευθέως, σχεδόν, την καταγωγή τους από τις εξιστορήσεις του Ομήρου (βλ., αντί άλλης παραπομπής, Αθανασίου Γιαννάκη, «Ομηρικό Λεξικό ναυτικών όρων», εκδ. Αμφιτρίτη, Αθήνα, 2013). Στο ίδιο, κατά βάση, συμπέρασμα καταλήγει στις μέρες μας ο μεγάλος νομπελίστας Ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης, με τους εξής στίχους από το ποίημά του «Άξιον Εστί» (Ενότητα «Τα Πάθη»): το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου».

Χρήσιμο είναι να παρατεθεί το απόσπασμα των «Ιστοριών» (Ι,1.3.1-1.3.4), όπου με τρόπο «λακωνικό», πλην σαφή, ο Θουκυδίδης αποδεικνύει πως η Ελληνική Γλώσσα ήταν εκείνη, η οποία έθεσε τις βάσεις για την δημιουργία του Έθνους των Ελλήνων.
α) «Δηλοῖ δέ μοι καὶ τόδε τῶν παλαιῶν ἀσθένειαν οὐχ ἥκιστα· πρὸ γὰρ τῶν Τρωικῶν οὐδὲν φαίνεται πρότερον κοινῇ ἐργασαμένη ἡ Ἑλλάς· δοκεῖ δέ μοι, οὐδὲ τοὔνομα τοῦτο ξύμπασά πω εἶχεν, ἀλλὰ τὰ μὲν πρὸ Ἕλληνος τοῦ Δευκαλίωνος καὶ πάνυ οὐδὲ εἶναι ἡ ἐπίκλησις αὕτη, κατὰ ἔθνη δὲ ἄλλα τε καὶ τὸ Πελασγικὸν ἐπὶ πλεῖστον ἀφ᾽ ἑαυτῶν τὴν ἐπωνυμίαν παρέχεσθαι, Ἕλληνος δὲ καὶ τῶν παίδων αὐτοῦ ἐν τῇ Φθιώτιδι ἰσχυσάντων, καὶ ἐπαγομένων αὐτοὺς ἐπ᾽ ὠφελίᾳ ἐς τὰς ἄλλας πόλεις, καθ᾽ ἑκάστους μὲν ἤδη τῇ ὁμιλίᾳ μᾶλλον καλεῖσθαι Ἕλληνας, οὐ μέντοι πολλοῦ γε χρόνου [ἐδύνατο] καὶ ἅπασιν ἐκνικῆσαι. τεκμηριοῖ δὲ μάλιστα Ὅμηρος· πολλῷ γὰρ ὕστερον ἔτι καὶ τῶν Τρωικῶν γενόμενος οὐδαμοῦ τοὺς ξύμπαντας ὠνόμασεν, οὐδ᾽ ἄλλους ἢ τοὺς μετ᾽ Ἀχιλλέως ἐκ τῆς Φθιώτιδος, οἵπερ καὶ πρῶτοι Ἕλληνες ἦσαν, Δαναοὺς δὲ ἐν τοῖς ἔπεσι καὶ Ἀργείους καὶ Ἀχαιοὺς ἀνακαλεῖ. οὐ μὴν οὐδὲ βαρβάρους εἴρηκε διὰ τὸ μηδὲ Ἕλληνάς πω, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἀντίπαλον ἐς ἓν ὄνομα ἀποκεκρίσθαι.  Οἱ δ᾽ οὖν ὡς ἕκαστοι Ἕλληνες κατὰ πόλεις τε ὅσοι ἀλλήλων ξυνίεσαν καὶ ξύμπαντες ὕστερον κληθέντες οὐδὲν πρὸ τῶν Τρωικῶν δι᾽ ἀσθένειαν καὶ ἀμειξίαν ἀλλήλων ἁθρόοι ἔπραξαν. ἀλλὰ καὶ ταύτην τὴν στρατείαν θαλάσσῃ ἤδη πλείω χρώμενοι ξυνεξῆλθον».

β) Κατά την μετάφραση του Ελευθερίου Βενιζέλου, με δικό του τίτλο «Το όνομα Ελλάς»: «1.1.3. Την αδυναμίαν, άλλωστε, των παλαιών καιρών μου φαίνεται ότι αποδεικνύει και το γεγονός προ πάντων ότι πριν από τα Τρωικά τίποτε δεν επεχείρησεν από κοινού η Ελλάς. Νομίζω μάλιστα ότι το όνομα αυτό ούτε είχε δοθή ακόμη εις όλην την χώραν, ούτε καν υπήρχε προ του Έλληνος, υιού του Δευκαλίωνος, αλλά τα διάφορα φύλα, και εις μεγαλυτέραν έκτασιν το Πελασγικόν, έδιδαν το όνομά των εις τα υπ’ αυτών κατοικούμενα διαμερίσματα. Αλλ’ από την εποχήν που ο Έλλην και οι υιοί του απέβησαν ισχυροί εις την Φθιώτιδα, και την βοήθειάν των επεκαλούντο οι κάτοικοι των άλλων πόλεων, τα διάφορα φύλα, συνεπεία της επικοινωνίας αυτής, ωνομάζοντο ήδη επί μάλλον και μάλλον Έλληνες, μολονότι πολύς επέρασε καιρός πριν το όνομα τούτο ημπορέση να επικρατήση γενικώς. Την καλυτέραν απόδειξιν παρέχει ο Όμηρος. Διότι, μολονότι έζησε πολύ ύστερον και από τα Τρωικά, πουθενά δεν ωνόμασε με το όνομα αυτό όλους, ούτε άλλους εκτός εκείνων που ηκολούθησαν τον Αχιλλέα από την Φθιώτιδα, οι οποίοι ήσαν και οι πρώτοι Έλληνες, αλλ’ αποκαλεί αυτούς εις τα ποιήματά του γενικώς Δαναούς και Αργείους και Αχαιούς. Ούτε βαρβάρους, άλλωστε, μνημονεύει διά τον λόγον, ως νομίζω, ότι ούτε οι Έλληνες είχαν ακόμη διακριθή διά κοινού αντιθέτου ονόματος. Οπωσδήποτε τα διάφορα ελληνικά φύλα, επί των οποίων το όνομα των Ελλήνων, λόγω κοινότητος της γλώσσης, εξηπλώνετο διαδοχικώς από μίαν περιφέρειαν εις άλλην, έως ότου επεξετάθη ακολούθως επί του συνόλου των, δεν έκαμαν καμμίαν κοινήν επιχείρησιν πριν από τα Τρωικά, ένεκα αδυναμίας και ελλείψεως αμοιβαίας επικοινωνίας. Άλλωστε, και την εκστρατείαν ακόμη κατά της Τροίας τότε μόνον επεχείρησαν από κοινού, όταν είχαν ήδη αποκτήσει αξιόλογον εμπειρίαν της θαλάσσης».

3. Στο απόσπασμα αυτό ο Θουκυδίδης επιβεβαιώνει και προεκτείνει, σε παρελθόντα χρόνο, όσα είχε διαπιστώσει ο προγενέστερός του, «Πατέρας της Ιστορίας», Ηρόδοτος στις δικές του «Ιστορίες» (Θ, 8. 144,2) για την συμβολή της Ελληνικής Γλώσσας στην διαμόρφωση του Έθνους των Ελλήνων.

α) Στο ως άνω απόσπασμα ο Ηρόδοτος παραθέτει την απάντηση των Αθηναίων προς τους Σπαρτιάτες, όταν οι τελευταίοι δυσπιστούσαν έναντι των Αθηναίων, φοβούμενοι μιαν ενδεχόμενη μελλοντική συμμαχία τους με τον Βασιλέα των Περσών. Για να είμαστε ιστορικώς ακριβείς, τούτο ήταν ένα χαρακτηριστικό δείγμα της παραδοσιακής Σπαρτιατικής καχυποψίας προς άλλους, εκ μέρους της Σπάρτης.  Το οποίο όμως δεν θα μπορούσε, κατ’ ουδένα τρόπο, να δικαιολογηθεί έναντι των Αθηναίων, ακόμη και αν είχαν υπάρξει στο παρελθόν εντελώς μεμονωμένα και αμιγώς προσωπικά «δείγματα γραφής» φιλικών σχέσεων, κυρίως με την περσική «αυλή».

β) Συγκεκριμένα, στην απάντησή τους οι Αθηναίοι θεωρούν «ντροπή» και «αίσχος» μια τέτοια υποψία για πολλούς λόγους, κυρίως όμως διότι: «Αὖτις δὲ τὸ Ἑλληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα, τῶν προδότας γενέσθαι Ἀθηναίους οὐκ ἂν εὖ ἔχοι». («Επιπλέον δε είμαστε Έλληνες, με κοινό αίμα και γλώσσα, κοινούς βωμούς, κοινές θυσίες και παρεμφερή ήθη και έθιμα, πράγμα που σημαίνει ότι αν προδίδαμε όλα αυτά θα ήταν ντροπή και αίσχος για τους Αθηναίους»). Είναι δε εδώ χαρακτηριστικό το ότι οι Αθηναίοι, κατά τον Ηρόδοτο, δεν κατέφυγαν στο επιχείρημα ότι οι υποψίες των Σπαρτιατών ήταν αβάσιμες λόγω της πάγιας αντίθεσης της Αθήνας προς τους Πέρσες.  Αλλά προτίμησαν, εντείνοντας τις ενδείξεις ότι υφίσταται ήδη -και προ πολλού- Έθνος Ελλήνων, ν’ αναδείξουν την οιονεί «ιερή» προσήλωσή τους στο «όμαιμον» και, κατ’ εξοχήν, στο «ομόγλωσσον».

ΙΙΙ. Η «δοξαστική» πορεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος

Την πορεία εξέλιξης του Ελληνικού Πολιτισμού, σε όλη του την μακραίωνη διαδρομή, «καταγράφει», πιστά και αξιόπιστα όπως επισημάνθηκε συνοπτικώς προηγουμένως, κυρίως η πορεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος στον δρόμο προς την επιστημονική -ουσιαστικώς την πρώτη στην ιστορία της επιστημονικής εξέλιξης- δημιουργία.  Αυτή η πορεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος προς την θεμελίωση της ολοκληρωμένης Επιστήμης και της Φιλοσοφίας με συστηματική δομή  παραπέμπει, εν πολλοίς, στον μύθο του Προμηθέα, κατά την Αισχύλεια εκδοχή του.  Ήτοι παραπέμπει στον ημίθεο, ο οποίος τίθεται στην υπηρεσία του Ανθρώπου -προκειμένου  να τον διδάξει τις Τέχνες, μέσω της χρήσης της φωτιάς που έχει κλέψει από τους θεούς- με σκοπό να καταστήσει την  ανθρώπινη δημιουργία δύναμη «παραγωγής» Πολιτισμού, άρα δύναμη η οποία θ’ απελευ-θερώσει τον Άνθρωπο και από τον αρχέγονο φόβο του θανάτου. Σκοπό, τον οποίο «αποκαλύπτει» στον Χορό ο Προμηθέας με τον συγκλονιστικό στίχο του Αισχύλου (260): «Θνητούς γ’ ἔπαυσα μὴ προδέρκεσθαι μόρον» («Απέβαλα από τους θνητούς τον φόβο του θανάτου»). Και τούτο στοίχισε στον Προμηθέα την σύγκρουση ως και με τον Δία,  σύγκρουση που «σφραγίσθηκε»  με την τιμωρία της αλυσόδεσής του στον καυκασιανό βράχο.

Α. Μια «προμηθεϊκή» πορεία

Μεσ’ απ’ αυτήν την, οιονεί προμηθεϊκή, πορεία του το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα γέννησε, σχεδόν ταυτοχρόνως, την Επιστήμη και την Φιλοσοφία, κατά τα προλεχθέντα συντόμως. Σήμερα, η συνεισφορά αυτή του Ελληνικού Πνεύματος στον Πολιτισμό, εν γένει, φαίνεται ίσως φυσική.  Όμως η ιστορική διαδρομή και έρευνα στο πεδίο κυρίως της Επιστήμης αρκεί για να καταδείξει, ότι αυτή η «προμηθεϊκή»,  κατά τ’ ανωτέρω, πορεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος συνιστά μια από τις πιο συγκλονιστικές -δίχως ίχνος υπερβολής- περιόδους της ανθρώπινης δημιουργίας, αφότου εμφανίσθηκε ο Homo Sapiens ως «τελείωση» του Homo Sentiens. Και τούτο διότι, κατ’ ουσία και κατ’ αποτέλεσμα, σηματοδοτεί την αρχή της πνευματικής «καταξίωσης» του Homo Sapiens.

1. Για να γίνει σαφέστερη και, επομένως, ακριβέστερη η ανάλυση που προηγήθηκε, πρέπει να διευκρινισθεί ότι το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα έφθασε στον «κολοφώνα» της διάπλασης της Επιστήμης μέσ’ από την «επαναστατική», μεθοδολογικώς, για την εποχή εκείνη μετατροπή της πληροφορίας σε Γνώση και της Γνώσης σε «Σοφία».

α) Με άλλες λέξεις το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα οδήγησε έτσι την εν γένει Παιδεία -υπό την έννοια του συνόλου των έργων του Πνεύματος και της Τέχνης, κατά τον André Malraux- της Αρχαίας Ελλάδας σε μια πρωτόγνωρη, με οιαδήποτε σύγκριση παρελθόντος, ολοκλήρωσή της, προσθέτοντάς της τους «ακρογωνιαίους λίθους» της, ήτοι την Επιστήμη και την Φιλοσοφία.  Την τελευταία δε ιδίως με την μορφή της «τελειοποίησης» -για τα δεδομένα της εποχής- της επιστημονικής μεθόδου, ως θεμελιώδους «εργαλείου» αναζήτησης και επεξεργασίας της Γνώσης, που έχει ως τελικό στόχο την διεπιστημονική της προσέγγιση ως την, κατά το δυνατόν, ολιστική θεώρησή της.  Ολιστική θεώρηση, η οποία βεβαίως και δεν οδηγεί στην, από μεθοδολογικής πλευράς, πλήρη «εξομοίωση» των επιμέρους επιστημονικών κλάδων, πλην όμως αναζητεί τα υπαρκτά κοινά σημεία μεταξύ τους, έτσι ώστε ν’ αποφεύγονται, όσο αυτό είναι εφικτό, μεγάλες αντιφάσεις στο lato sensu πεδίο του «επιστητού».

β) Η «δοξαστική» σύλληψη και κυοφορία της Επιστήμης –που, με πολλή «ελευθερότητα» ως προς την χρησιμοποίηση του όρου είναι αλήθεια,  συνιστά το ισοδύναμο του «big-bang» στο πεδίο μορφοποίησης του «σύμπαντος» της ανθρώπινης δημιουργίας, καθώς ο Άνθρωπος πλάθει το δικό του Σύμπαν για να κατανοήσει εκείνο του Δημιουργού του- είναι, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, έργο των Προσωκρατικών φιλοσόφων καθώς και των Σοφιστών, οι οποίοι επηρεάσθηκαν από αυτούς, με κυριότερους τους Πρωταγόρα και Ιππία, φυσικά με βάση τα υπάρχοντα, δυστυχώς άκρως ελλιπή, ιστορικά τεκμήρια.  Κατά κάποιον τρόπο οι Προσωκρατικοί, με τις πρωτόγνωρες για την εποχή εκείνη προσεγγίσεις της αλήθειας γύρω από την φύση του Κόσμου, «οργάνωσαν» το πρώτο «επιστημονικό εργαστήρι» στο πλαίσιο της ιστορίας της επιστημονικής «παραγωγής».

2. Και τούτο, διότι ήταν εκείνοι που πρώτοι επιχείρησαν –και ουσιαστικώς πέτυχαν- ν’ απαλλάξουν την ανθρώπινη διανόηση από τα «προπατορικά» δεσμά του μύθου και να την οδηγήσουν, σταδιακώς, προς την κατανόηση και εξήγηση του Κόσμου στις πραγματικές του, φυσικές, διαστάσεις.

α) Ταυτοχρόνως, αυτή η «ριζοσπαστική» δημιουργική παρακαταθήκη των Προσωκρατικών υπήρξε, στην μετέπειτα πορεία του Πνεύματος, το σπουδαιότερο όπλο για την αντιμετώπιση των εμποδίων του κάθε είδους δογματισμού που έκανε, κατά καιρούς, την εμφάνισή του.   Δογματισμού ο οποίος, εν τέλει, έφθανε, μέσ’ από ένα καταστροφικό «πισωγύρισμα», στο να μετατρέψει την όποια Γνώση είχε προκύψει και πάλι σε απλή πληροφορία.  Πληροφορία, που μεταδιδόταν εφεξής μεταξύ των, δήθεν, «επαϊόντων», δίχως δυνατότητα αμφισβήτησής της εκ μέρους τους και, πολύ περισσότερο, τροποποίησης του περιεχομένου της προς την κατεύθυνση οιασδήποτε επιστημονικώς αποδεκτής εξέλιξής της.

β) Αυτό, ακριβώς, το καταστροφικό «πισωγύρισμα» της ανθρώπινης Σκέψης και της καθήλωσής της στην «κατεστημένη» πληροφορία απέτρεψε το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, στην πορεία της ελεύθερης δημιουργίας του.  Ουσιαστικώς δε το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα ουδέποτε, ακόμη και στις απαρχές της «ανόδου» του, συμβιβάσθηκε με μια τέτοια μεθοδολογική στασιμότητα που είναι, εκ των πραγμάτων και διαχρονικώς, ο κυριότερος «εχθρός» της Επιστήμης.  Και υπενθυμίζεται εκ νέου: Το «άλμα» αυτό του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος δεν κατανοήθηκε πλήρως ακόμη και με τα πνευματικά «εργαλεία» των απαρχών της σύγχρονης εποχής. Χρειάσθηκε πολύς χρόνος και μεγάλη προσπάθεια για να οριοθετηθεί επαρκώς το μέγεθος των «επαναστατικών» καινοτομιών της περιόδου και της συνεισφοράς των Προσωκρατικών στο πεδίο της επιστημονικής εξέλιξης, ιδίως κατά το αρχικό της στάδιο.

3. Αλήθεια πόσο αργότερα, άραγε, ο Max Weber, στην μελέτη του «Η επιστήμη ως επάγγελμα», ανέδειξε ότι η Επιστήμη σημαίνει το «ξεμάγεμα του κόσμου», την «απομάγευση του κόσμου» («die Entzauberung der Welt»), ήτοι την απαλλαγή της Σκέψης, κατά την έρευνα του Κόσμου τούτου, από τα «μάγια» του κάθε είδους μύθου!

α) Βεβαίως, και για ν’ αποδοθούν «τὰ τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καὶ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ», είχε προηγηθεί η σκέψη του René Descartes και του Francis Bacon, που εξέφρασαν την πλήρη αντίθεσή τους στην αυθεντία της παράδοσης, στην εξωλογική πίστη, στο δόγμα σε κάθε πεδίο της γνώσης.  Αλλά και η σκέψη του Gottfried Wilhelm Leibniz, μέσω της «αρχής του αποχρώντος λόγου», σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχουν «θαύματα», τίποτα στον Κόσμο μας δεν συμβαίνει χωρίς λόγο. Descartes, Bacon και Leibniz -όπως και άλλοι φιλόσοφοι, σε μικρότερο όμως βαθμό- ανέδειξαν πως ό,τι συμβαίνει στον Κόσμο δεν είναι προϊόν κάποιας «θείας» παρέμβασης ούτε καν κάποιας «μοιραίας», οιονεί νομοτελειακής, εξέλιξης, ανεπίδεκτης λογικής έρευνας και επεξήγησης.

β) Όλως αντιθέτως, κάθε φαινόμενο έχει την αιτία του, άρα η πρόοδος της Επιστήμης μπορεί να εξηγηθεί μόνο με όρους αιτίου και αποτελέσματος.  Όπου ως αίτιο εμφανίζεται αυτό, το οποίο επιτρέπει στο αιτιατό να προκύψει υπό συνθήκες δυνατότητας επιστημονικής απόδειξης, που φυσικά και υπόκειται στην διαρκή δοκιμασία της επιλάθευσης. Και με τον τρόπο αυτό, όπως υποστήριξε ο θεμελιωτής της νεότερης επαγωγικής μεθόδου Francis Bacon: «Scientia nihil aliud est quam veritatis imago» («Η  Επιστήμη δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εικόνα της Αλήθειας»). Της ίδιας αλήθειας την οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχαν αρχίσει ν’ αναζητούν αιώνες πριν οι Προσωκρατικοί, απορρίπτοντας εκ προοιμίου την «τύχη» και το «τυχαίο» ως μέσα εξήγησης των φυσικών, κυρίως, φαινομένων.

4. Οι Προσωκρατικοί λοιπόν, στις ακτές της Ιωνίας, παρατηρώντας τον Κόσμο που απλωνόταν γύρω τους πήραν την εμπειρία και την πληροφορία, η οποία εκπορεύεται από αυτήν, και οργανώνοντας τον φιλοσοφικό στοχασμό στα πεδία της λογικής, της μεταφυσικής και της επιστημολογίας την μετέτρεψαν σε ουσιαστική, εξελικτικώς αναπαραγόμενη, Γνώση. Επέκεινα, βασιζόμενοι πρωτίστως στην μεθοδική αποδεικτική διαδικασία -την οποία εφάρμοσαν π.χ. ο Ιπποκράτης και ο Αριστοτέλης- παρήγαγαν «Σοφία».  Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, Επιστήμη.  Βασικό τους όπλο υπήρξε η «πραγματική σκέψη», όπως την «κωδικοποίησε» ο Κορνήλιος Καστοριάδης ως μέθοδο που επιτρέπει, διαδοχικώς:

α) Αρχικώς την «εξήγηση», που σημαίνει την αναγωγή ενός φαινομένου στις ρίζες και στις αιτίες του.

β) Έπειτα την «κατανόηση», που σημαίνει την δημιουργία νοημάτων για την σύλληψη της σημασίας της εξήγησης.

γ) Και, τελικώς, την «διαύγαση», που σημαίνει την μέσω της εξήγησης και της κατανόησης ολιστική σύλληψη της Γνώσης.  Κάπως έτσι το Πνεύμα φθάνει στον τελευταίο σταθμό του «ταξιδιού» της επιστημονικής δημιουργίας, που είναι η Φιλοσοφία.

Β. Η συμβολή των Προσωκρατικών και των επιγόνων τους στην ανακάλυψη της Επιστημονικής Μεθόδου

Τα όσα προηγήθηκαν αρκούν για να καταδείξουν ότι δεν πρέπει να προσπεράσει κανείς «αβασάνιστα» το γεγονός, πως οι Προσωκρατικοί -και οι επίγονοί τους βεβαίως, ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο ενός είδους «επιλάθευσης», όπως εκτίθεται ειδικότερα στην συνέχεια- ακριβώς επειδή υπήρξαν συνεπείς πολέμιοι της πνευματικής «αιχμαλωσίας» του μύθου και του δόγματος, ουδέποτε επιφύλαξαν στο έργο τους ένα είδος επιστημονικού «αλαθήτου».

1. Όλως αντιθέτως, είχαν πλήρη επίγνωση -τόσο ενωρίς, που και σήμερα προκαλεί ένα είδος επιστημονικού «δέους»- ότι το «επιφαινόμενο» δεν αποδίδει αυτονοήτως την αλήθεια, χρειάζεται έρευνα σε βάθος για την αποκάλυψή της.  Έρευνα, η οποία πρέπει να είναι διαρκής και αδιάλειπτη, επιπλέον δε πρέπει να έχει ως αφετηρία την επίγνωση αυτού τούτου του εαυτού μας.  Κατά τον Ηράκλειτο, «ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν» (Diels-Kranz, 53, 101).

α) Το ότι το «επιφαινόμενο», κατά τους Προσωκρατικούς, δεν αποδίδει αυτονοήτως την αλήθεια καταδεικνύει η ρήση του Ηρακλείτου, αναφορικά με την τάση της φύσης ν’ αντιτίθεται στην «αποκρυπτογράφηση των μυστικών της» : «Φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ» (Diels-Kranz, 53,123). Την διαχρονική επικαιρότητα της ως άνω διαπίστωσης του Ηρακλείτου αναδεικνύει -βεβαίως τηρουμένων των επιστημονικών αναλογιών, και μάλιστα μετά την παρέλευση χιλιετιών επιστημονικής αναζήτησης- π.χ. το μεγάλο «μυστήριο», και σήμερα και ποιος ξέρει για πόσο χρόνο ακόμη, ως προς την σύνθεση του Σύμπαντος.  Συγκεκριμένα, και παρ’ όλη την αλματώδη επιστημονική πρόοδο εν προκειμένω, ελάχιστα γνωρίζουμε για το 95%, περίπου, της σύνθεσης του Σύμπαντος, το οποίο απαρτίζουν η σκοτεινή ύλη και η σκοτεινή ενέργεια, κατά το 26,8% και 68,3% αντιστοίχως.  Κατ’ ακρίβεια, το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι -και αυτό υπό όρους πιθανολόγησης- η μεν σκοτεινή ύλη κρατά «δεμένους» τους γαλαξίες μεταξύ τους, ως μια μορφή «συμπαντικού chainage».  Η δε σκοτεινή ενέργεια συνιστά την «κινητήρια δύναμη» της αέναης διαστολής του Σύμπαντος, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά την «Μεγάλη Έκρηξη».

β) Υπό τις ως άνω συνθήκες, και με αφετηρία π.χ. τις ρήσεις του Ηρακλείτου, «πάντα χωρεῖ καὶ οὐδὲν μένει»(Πλάτωνος, Κρατύλος, 402α) και του Πρωταγόρα, «πάντων χρηµάτων µέτρον ἄνθρωπος» (Πλάτωνος, Θεαίτητος, 152α), οι Προσωκρατικοί έβαλαν πρώτοι στον χώρο της Επιστήμης τον «θεμέλιο λίθο» της «σχετικότητας», φυσικά υπό την ευρεία του όρου έννοια.  Άρα, έστω και εμμέσως, της «επιλάθευσης» -και πάλι υπό την ευρεία του όρου έννοια-  που, επειδή δεν θεωρεί τίποτε δεδομένο, ανοίγει τον δρόμο της αναγνώρισης του σφάλματος, προκειμένου η επιστημονική έρευνα να εξελιχθεί ως την τελική, οριακή, αποστολή της.  Και έτσι συνιστά τον θεμέλιο λίθο της Επιστημονικής Μεθόδου. Είναι, λοιπόν, οι Προσωκρατικοί που, κατ’ αποτέλεσμα, υπήρξαν οι «προπομποί» εμπνευστές του Karl Popper, όταν έγραφε για την «ανοιχτή κοινωνία και τους εχθρούς της» -ο ίδιος, άλλωστε, τ’ ομολογεί, ουσιαστικώς ευθέως, στο έργο του «Ο κόσμος του Παρμενίδη, Δοκίμια για τον προσωκρατικό διαφωτισμό» (εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2002)- και τουThomas Kuhn, όταν θεμελίωνε την θεωρία του για την «δομή των επιστημονικών επαναστάσεων».

γ) Δεν ήταν, άραγε, αυτοί που –για ν’ αναχθούμε στο κατά Kuhn πρότυπο της «επιστημονικής επανάστασης»- αποτέλεσαν ένα είδος, βεβαίως πρωτόλειας, «επιστημονικής κοινότητας», η οποία διαμόρφωσε περαιτέρω ένα, επίσης πρωτόλειο, «επιστημονικό παράδειγμα»; Και μάλιστα αφήνοντας ανοιχτό τον δρόμο της μελλοντικής αμφισβήτησής του και αντικατάστασής του από ένα νέο «επιστημονικό παράδειγμα», με το ανάλογο «περιβάλλον» μιας, εξίσου νέας, «επιστημονικής κοινότητας»; Και για να γίνει σαφέστερος αλλά και να τεκμηριωθεί επαρκέστερα ο ισχυρισμός αυτός: Πόσο, άραγε, απέχει από τα δεδομένα της σύγχρονης μεθοδολογικής θεώρησης η άποψη, ότι φεύγοντας ο Λεύκιππος από την Μίλητο και πηγαίνοντας στα Άβδηρα, όπου συναντήθηκε με τον Δημόκριτο, διαμόρφωσε μαζί του -με την ιστορική ακρίβεια να επιβάλλει την αναγνώριση της «μερίδας του λέοντος» επ’ αυτού στον τελευταίο- μια κυριολεκτικώς πρωτόγνωρη, σε σχέση με το παρελθόν των Προσωκρατικών, νέα «επιστημονική κοινότητα», στο επίκεντρο της οποίας κυριάρχησε το «επιστημονικό παράδειγμα» της Ατομικής Θεωρίας ως προς την σύνθεση και την αέναη εξέλιξη του Σύμπαντος;

2. Το παράδειγμα της ανάπτυξης της Επιστήμης των, και πάλι υπό την ευρεία του όρου έννοια, Μαθηματικών στην Αρχαία Ελλάδα      -κατ’ εξοχήν μέσω της Ελληνικής Γλώσσας- είναι άκρως ενδεικτικό της συνεισφοράς του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος στην ανακάλυψη της Επιστημονικής Μεθόδου.  Η αρχή ανάγεται στον 5ο π.Χ. αιώνα, κυρίως με τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο στο πεδίο της Ατομικής Θεωρίας, κατά τα προαναφερθέντα, και τον Πυθαγόρα στο πεδίο των Μαθηματικών.  Άκρως αποκαλυπτική είναι η συνέχεια, πρωτίστως με τον Θαλή και τον Ευκλείδη στην Γεωμετρία και τον Διόφαντο στην Άλγεβρα, βεβαίως κατά το επιστημονικό όνομα που πήρε αυτή αργότερα.  Είναι απαραίτητο να διευκρινισθεί περισσότερο εκείνο που ήδη επισημάνθηκε, ως προς την σύνδεση της Επιστήμης των Μαθηματικών στην Αρχαία Ελλάδα με την Ελληνική Γλώσσα. Και τούτο διότι αποφασιστική, από πλευράς επιστημονικής δημιουργίας, υπήρξε -φυσικά μεταξύ άλλων- η «συνάντηση» της Ελληνικής Γλώσσας με την Επιστήμη των Μαθηματικών. Και αυτή η «συνάντηση» ήταν η αιτία, η οποία εξηγεί το γιατί και άλλοι, βεβαίως, Λαοί στην Αρχαιότητα είχαν αξιοσημείωτη γνώση στον ευρύτερο χώρο των Μαθηματικών. Πλην όμως, οι Έλληνες πρωτοπόρησαν στην θεμελίωση της Επιστήμης των Μαθηματικών, με κολοφώνα τα «Στοιχεία» του Ευκλείδη, το έργο του Ευδόξου και του Αρχιμήδη -σχετικά με το είδος των Μαθηματικών που είναι γνωστά από τον 17ο αιώνα και μετά ως «απειροστικά μαθηματικά»- και την εν γένει μαθηματική σκέψη του Διοφάντου όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τα εξής:

α) Προφανώς, κάτι υπήρχε ειδικώς στην γλωσσική υφή της Ελληνικής Γλώσσας που αποδείχθηκε πρόσφορο για την σχέση, η οποία διαμορφώθηκε μεταξύ αυτής και των Μαθηματικών.

α1) Και τούτο εντοπίζεται, κατά κύριο λόγο, στις εξής δύο «ιδιομορφίες» της. Κατά πρώτο λόγο σε μια ειδική γραμματική προϋπόθεση της Ελληνικής Γλώσσας, συγκεκριμένα στην ύπαρξη του οριστικού άρθρου, κάτι ανύπαρκτο π.χ. στην λατινική γλώσσα.  Το οριστικό άρθρο εξελίχθηκε στην μεθομηρική Ελληνική Γλώσσα από την αντωνυμική χρήση του «ο, η, το».  Το άρθρο, προτασσόμενο σε συγκεκριμένες γραμματικές δομές της γλώσσας, δημιουργεί «αφηρημένη έκφραση».  Και αυτή, στην χρονική συνέχεια, οδηγεί στο «αφηρημένο ουσιαστικό».  Το δε «αφηρημένο» είναι, εξ ορισμού και εκ φύσεως, η βάση του σχηματισμού λογικών προτάσεων και συλλογισμών, ένα στοιχείο σύμφυτο με την ανάπτυξη της Μαθηματικής Σκέψης, ιδίως στην πρώιμη φάση της.

α2) Η ως άνω ευνοϊκή γραμματική προϋπόθεση συμπορεύθηκε, ως προς την σχέση μεταξύ της Ελληνικής Γλώσσας και της Μαθηματικής Σκέψης, μ’ ένα γενικότερο όρο που διέπει εξ αρχής την Ελληνική Σκέψη: Την «ακατάσχετη» και «καθολική» ροπή προς την κατεύθυνση της εύρεσης της «ατομικής μονάδας» σε κάθε χώρο του επιστητού.  Είναι η ροπή που «απομόνωσε», στον εκφερόμενο και ακουόμενο λόγο, τον «φθόγγο», ως την έσχατη ατομική και αδιαίρετη ακουστική μονάδα, που υπήρξε η βάση του μετασχηματισμού του φοινικικού αλφαβήτου σ’ Ελληνικό.  Και είναι αυτή η ροπή η οποία «απομόνωσε», με την μέθοδο ιδίως του Δημοκρίτου, το άτομο, αναδεικνύοντάς το ως την έσχατη, άτμητη και αδιαίρετη, μονάδα της ύλης.

Καθώς παρατηρεί ο J.L.Gardies (L’organisation des mathématiques grecques de Théétète à Archimède, Paris, εκδ. Vrin, 1997, σελ. 270 και κυρίως 276 επ.), μοναδική υπήρξε η συμβολή των Αρχαίων Ελλήνων στον τομέα των Μαθηματικών, σε ό,τι αφορά την σύνθεση προβλήματος και απόδειξης.

β1) Και για την ακρίβεια, σε ό,τι αφορά από την μια πλευρά την διαμόρφωση του προβλήματος, μέσω της διατύπωσης του θεωρήματος με την μαθηματική εκείνη ιδιότητα, η οποία του προσδίδει την πιο γενική μορφή.  Και, από την άλλη πλευρά, την προσθήκη, στην διαδικασία λύσης του προβλήματος, της κατάλληλης απόδειξης.  Επιπροσθέτως, στο σημείο αυτό δεν πρέπει να υποτιμάται το ότι η παραγωγή και η επαγωγή αναπτύχθηκαν στην Ελληνική διανόηση πολύ ενωρίς, με την εμφάνιση της εμπειρικής γλώσσας των Ιώνων στην Φιλοσοφία και ήδη στην Αρχαϊκή Ποίηση.

β2) Μέσα, λοιπόν, από αυτή την εμβληματική «διαδρομή» η Ελληνική Γλώσσα κατέστησε εφικτή και την δημιουργία γλωσσικών διατυπώσεων τέτοιας «αφαιρετικότητας», ώστε να μπορεί να «συντονίζεται» ευχερώς ακόμη και με ακραίως αφηρημένες μαθηματικές έννοιες.  Γι’ αυτό και η Ελληνική Γλώσσα αναδείχθηκε στην πιο κατάλληλη «μεταγλώσσα» ως προς τα Μαθηματικά, προκαλώντας την «έκρηξη» της εν γένει μαθηματικής γνώσης.

γ) Η προαναφερόμενη όμως -μοναδική όπως τονίσθηκε- συμβολή των Αρχαίων Ελλήνων στην δημιουργία της Επιστήμης των Μαθηματικών κατέστη δυνατή μέσω της εξίσου μοναδικής, όπως επίσης προαναφέρθηκε, ιδιοσυστασίας της Ελληνικής Γλώσσας. Εξ ού και Λαοί που δεν διέθεταν το κατάλληλο «γλωσσικό εργαλείο» δεν κατάφεραν να κάνουν ανάλογα επιστημονικά βήματα.

γ1) Κατ’ ουσία δε, η ως άνω ιδιοσυστασία έγκειται, πρωτίστως, στο ότι η Ελληνική Γλώσσα είναι οιονεί «ιδανική» στο πεδίο της παραγωγής «συμβόλων», ικανών ν’ απεικονίσουν επαρκώς την Σκέψη, έτσι ώστε να δομηθεί η αναγκαία, για την συνολική επιστημονική δημιουργία, «κιβωτός γνώσεων».  Κυρίως δε η «κιβωτός γνώσεων» που άνοιξε τον δρόμο στην θεμελίωση και εξέλιξη της Επιστήμης των Μαθηματικών (βλ., αντί άλλης παραπομπής, Χρ. Φίλη «Οι Αρχαιοελληνικές Καταβολές των Σύγχρονων Μαθηματικών», εκδ. Παπασωτηρίου, Αθήνα, 2010, σελ. 877).

γ2) Είναι ιδιαιτέρως ενδεικτικό προς αυτή την κατεύθυνση ότι τα σύμβολα διευκόλυναν καθοριστικώς και την χρήση των αριθμών ως, κατά την φύση τους και τον προορισμό τους, βάσης της μαθηματικής σκέψης, όπως συνάγεται και από τα εξής: Ετυμολογικώς η λέξη «αριθμός» προκύπτει από την σύνθεση του ρήματος «αραρίσκω» – αναδιπλασιασμένος τύπος του «άρω» – που σημαίνει, μεταξύ άλλων, την αρμονική σύνδεση δεδομένων μεταξύ τους,  και του ουσιαστικού το «ίθμα», που σημαίνει το «βήμα».  Με άλλες λέξεις,  ο «αριθμός» είναι το μέσο για να τεθεί κάτι στην σωστή του θέση σε σχέση με συγγενή δεδομένα, και υπ’ αυτό το πρίσμα ο αριθμητικός συλλογισμός μπορεί να κάνει τα επόμενα βήματα, κυρίως για την διατύπωση ενός προβλήματος.  Ακριβώς αυτή την λειτουργία των αριθμών διευκόλυναν καθοριστικώς, όπως προεκτέθηκε, τα σύμβολα, κατ’ εξοχήν ως προς την διατύπωση ενός προβλήματος.  Πολλώ μάλλον αφού, όπως η ίδια η Ιστορία των Επιστημών έχει τεκμηριώσει, προ της χρήσης των συμβόλων,  με «όχημα» διαμόρφωσής τους την Ελληνική Γλώσσα, δεν είχε «αναδυθεί» επαρκώς η επιστημονική προσέγγιση και καλλιέργεια των Μαθηματικών.

δ) Μέσω των «εργαλείων» της Ελληνικής Γλώσσας εξελίχθηκε και η μαθηματική σκέψη του Διοφάντου του Αλεξανδρέως.

δ1) Και τούτο, διότι η ιδιοσυστασία της Ελληνικής Γλώσσας επέτρεψε στον Διόφαντο ν’ ανοίξει τον δρόμο στην «πρόδρομη» κατάσταση της διαμόρφωσης ενός μαθηματικού προβλήματος, υπό όρους που καταλήγουν στις λεγόμενες «πολυωνυμικές αλγεβρικές εξισώσεις», όπως είναι η «διώνυμη εξίσωση» αxn =bxm ή η «τριώνυμη εξίσωση» . Καθώς επίσης γίνεται δεκτό, ότι η αναζήτηση των λεγόμενων «Πυθαγόρειων τριάδων» -ήτοι ακέραιων λύσεων της εξίσωσης «χ2 + ψ2 = γ2»- αποτελεί μέρος των κλασικών προβλημάτων της όλης ανάλυσης του Διοφάντου.  Δικαίως, λοιπόν, τ’ «Αριθμητικά» του Διοφάντου -σε δεκατρία βιβλία, από τα οποία σώζονται έξη στην Ελληνική Γλώσσα και τέσσερα σε αραβική μετάφραση- θεωρούνται, και σήμερα, «θεμέλιο» της δημιουργίας της παράδοσης, η οποία οδήγησε στην δημιουργία της αλγεβρικής σκέψης και ανάλυσης της νεότερης εποχής.  Διότι, όπως έχει γράψει ο J.Klein, η «σύγχρονη άλγεβρα και ο σύγχρονος φορμαλισμός προέκυψαν από την ενασχόληση του Viète με τον Διόφαντο» (βλ. J. Klein, «Ο κόσμος της Φυσικής και ο “φυσικός” κόσμος», μετ. Δ. Λάππας, Μ. Μυτιληναίος, Γ. Σαγιάς, Τ. Σπύρου, Γ. Χριστιανίδης, Νεύσις 7 (1998), 41-74. Το αγγλικό κείμενο δημοσιεύθηκε το 1981, στο περιοδικό «The St. Johns Review» και ανατυπώθηκε στην συλλογή, R.B. Williamson and E. Zucherman (επιμ.) «Jacob Klein: Lectures and Essays», Annapolis, Maryland, St. John’s College Press, 1985, 1-34).

δ2) Ας σημειωθεί ότι ο όρος «Άλγεβρα» ανήκει στον Πέρση μαθηματικό, αστρονόμο και γεωγράφο Αμπού Μουσά αλ-Χουαρίζμι.  Ο οποίος πολύ αργότερα, τον 9ο αιώνα -κοντά 500 χρόνια μετά τον Διόφαντο- παρουσίασε, είναι αλήθεια για πρώτη φορά, την συστηματική επίλυση της δευτεροβάθμιας πολυωνυμικής εξίσωσης. Αξίζει, λοιπόν, ν’ αναρωτηθούμε: Θα είχε, άραγε, οδηγηθεί ο αλ-Χουαρίζμι, έστω και στα χρόνια του, στην αλγεβρική του ανάλυση δίχως την πρωτοποριακή μαθηματική «παρακαταθήκη» του Διοφάντου αναφορικά με την δημιουργία των, «πρόδρομων» κατά τα προλεχθέντα, αλγεβρικών τεχνικών επίλυσης προβλημάτων, μέσω της «αφαιρετικής» δύναμης της Ελληνικής Γλώσσας;

ε) Σ’ επίρρωση των ανωτέρω αξίζει να γίνει, εν προκειμένω, ειδική αναφορά στο σύγγραμμα του Reviel Netz, Καθηγητή Ελληνικών Μαθηματικών και Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ -ενός εκ των κορυφαίων μελετητών του έργου του Αρχιμήδη- με τίτλο: «Η διαμόρφωση της Παραγωγικής Μεθόδου στα Ελληνικά Μαθηματικά-Μια μελέτη υπό το πρίσμα της γνωσιακής επιστήμης» (απόδοση στα ελληνικά Β. Σπυρόπουλου, επιστημονική επιμέλεια Γ. Χριστιανίδη και Μ. Σιάλαρου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2019).

ε1) Στο σύγγραμμα αυτό μελετάται ένα θέμα κεφαλαιώδους σημασίας για την όλη ιστορία του Δυτικού Πολιτισμού.  Ήτοι η διαμόρφωση της παραγωγικής απόδειξης στα Κλασικά Ελληνικά Μαθηματικά.  Η εντυπωσιακή, κυριολεκτικώς, πρωτοτυπία του ως άνω έργου του Reviel Netz έγκειται στο γεγονός ότι ο συγγραφέας εστιάζει την ανάλυσή του σε δύο, θεμελιώδη, χαρακτηριστικά της πρακτικής των Ελληνικών αποδείξεων, το εγγράμματο διάγραμμα και την τεχνική, λογοτυπική γλώσσα.  Δίχως μάλιστα να παραλείπει, έστω και κατ’ ελάχιστο, την ανάδειξη των υλικών και κοινωνικών συνθηκών αλλά και των πρακτικών, εντός των οποίων τα κατά τ’ ανωτέρω χαρακτηριστικά «αναδύθηκαν», μέσα στην πορεία της εξέλιξης των Ελληνικών Μαθηματικών.

ε2) Ειδικότερα, ο Reviel Netz ανέδειξε ότι οι τεχνικές που τότε ανέπτυξαν οι Έλληνες Μαθηματικοί -εστιάζοντας την μελέτη του στον Ευκλείδη, τον Αρχιμήδη και τον Απολλώνιο- για την κατασκευή γραμμάτων στα διαγράμματά τους και, συνακόλουθα, η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ του κειμένου και του διαγράμματος στις αποδείξεις τους, υπήρξαν καίριας σημασίας για την «γέννηση» της παραγωγικής απόδειξης. Με τον τρόπο αυτόν ο Reviel Netz κατάφερε ν’ αποσαφηνίσει, επαρκώς, και τις υποκείμενες γνωστικές διαδικασίες.

ε3) Το γεγονός, όμως, αυτό έχει και μια δεύτερη, ευρύτερη, σημασία που αφορά την πορεία της όλης Επιστήμης στην Δύση, άρα την πορεία αυτού τούτου του Δυτικού Πολιτισμού.  Είναι δε χαρακτηριστικά τα όσα, συνοπτικώς, υπογραμμίζει ο ίδιος ο Reviel Netz στην εισαγωγή, την οποία έγραψε για την ελληνική έκδοση του προμνημονευόμενου συγγράμματός του: «Οι Έλληνες μαθηματικοί ανακάλυψαν μια συγκεκριμένη πρακτική και ένα συγκεκριμένο σύνολο εργαλείων, που κατέστησαν δυνατό ένα συγκεκριμένο έργο: Την συνεπή άσκηση της παραγωγικής απόδειξης.  Αυτό θα παίξει ουσιαστικό ρόλο στην ανάδυση της δυτικής επιστήμης.  Η προοπτική της απόδειξης οδήγησε στην μαθηματικοποίηση του συνόλου της επιστήμης, και εν τέλει στο νευτώνειο πρόγραμμα το οποίο, με την επιτυχία του, άνοιξε το δρόμο για την βιομηχανική επανάσταση και την άνοδο της Δύσης» (όπ. παρ., σελ. XV-XVI).

Γ. Οι πολιτειακές επιπτώσεις

Αυτό το, ταυτοχρόνως και αθροιστικώς, ελεύθερο, ατίθασο και δημιουργικό Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα είχε καταλυτικές επιπτώσεις και στον τομέα της πολιτειακής οργάνωσης, κυρίως της Αρχαίας Αθήνας και των Πόλεων-Κρατών, που η «ακτινοβολία» της κάλυπτε στον ευρύτερο χώρο της τότε Ελληνικής επικράτειας, η οποία συμπεριλάμβανε, φυσικά, και τον χώρο των Αποικιών της.

Για λόγους σαφήνειας πρέπει να επισημανθεί ότι ήταν, αναμφιβόλως, και η επιρροή του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος που συνέβαλε- αυτή κυρίως- στην γέννηση του προτύπου της Άμεσης Δημοκρατίας ή, όπου η Άμεση Δημοκρατία δεν εφαρμόσθηκε στο σύνολό της, του προτύπου της lato sensu δημοκρατικής οργάνωσης ενός συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου, με θεσμικά και πολιτικά χαρακτηριστικά Πόλης-Κράτους.  Μια τέτοια, πάντα lato sensu, δημοκρατική οργάνωση μπορεί να «περικλείσει» -φυσικά με τα πολιτικοκοινωνικά δεδομένα της εποχής εκείνης- και την «αριστοκρατική» διακυβέρνηση, όταν βεβαίως η τελευταία δεν συγκάλυπτε την ολιγαρχία αλλά είχε την τάση ν’ αποτελέσει ένα είδος «βασιλικής οδού» προς μια, έστω και περιορισμένης έκτασης, Άμεση Δημοκρατία. Όταν δηλαδή λειτούργησε ως «προπομπός» της Άμεσης Δημοκρατίας, είτε σε περιόδους όπου η αριστοκρατική διακυβέρνηση είχε προηγουμένως καταλύσει αντιδημοκρατικά ολιγαρχικά καθεστώτα. Είτε είχε προκύψει λόγω «κατάρρευσης» της Άμεσης Δημοκρατίας για συγκεκριμένους, κατά περίπτωση, λόγους και ασκούσε την εξουσία όχι για να «διαιωνισθεί» σε αυτήν αλλά προκειμένου να προετοιμάσει, εκ νέου, το έδαφος με στόχο την «επανίδρυση»  της Άμεσης Δημοκρατίας.

Την επιρροή αυτή του ελεύθερου, ατίθασου και δημιουργικού Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος τεκμηριώνει επαρκώς το γεγονός, ότι αυτή η πολυπρισματικώς φιλελεύθερη ιδιοσυστασία του δεν θα μπορούσε, υφ’ οιανδήποτε ιστορική και πολιτική εκδοχή, να συμβιβασθεί με ανελεύθερες μορφές πολιτειακής οργάνωσης, ήτοι πολιτειακής οργάνωσης με βασικά στοιχεία δεσποτισμού, ατομικού ή συλλογικού. Ειδικότερα δε δεσποτισμού υπό τον μανδύα π.χ. της βασιλείας, της τυραννίας ή και της ολιγαρχίας. Η ως άνω διαπίστωση ενδυναμώνεται, από ιστορική και πολιτική σκοπιά, αν ανατρέξει κανείς στον τρόπο οργάνωσης και εξέλιξης των μεγάλων Βασιλείων της τότε Ανατολής, με πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το Περσικό Βασίλειο, όπως θ’ αναλυθεί εκτενέστερα στην συνέχεια: Το ανθρώπινο πνεύμα δεν είναι σε θέση να εξελιχθεί και να δημιουργήσει ελεύθερα υπό καθεστώς δεσποτισμού που, μοιραίως, του  θέτει όρια σύμφυτα με τις ανάγκες της δεσποτικής επιβίωσης.  Με άλλες λέξεις ο δεσποτισμός είναι, από την φύση του, μήτρα οιονεί αμάχητων δογμάτων ή δοξασιών, που ουδόλως συμβαδίζουν με την ελευθερία του Πνεύματος.  Ο δεσποτισμός έχει την τάση να «μαγεύει» το Πνεύμα.  Όλως αντιθέτως, το ελεύθερο Πνεύμα -όπως ήταν κατεξοχήν το Αρχαίο Ελληνικό- κατατείνει πάντα, καθώς προεκτέθηκε, στο «ξεμάγεμα» του κόσμου. Μέγιστη απόδειξη αυτής της, βαθύτατα φιλελεύθερης, ιδιοσυστασίας του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος και της εντεύθεν ουσιώδους διαφοροποίησής του σε σχέση με τον πνευματικό σκοταδισμό του δεσποτισμού συνιστά, κυρίως, η σύγκριση των εκατέρωθεν επιδόσεων ως προς τα αποτελέσματα της πνευματικής δημιουργίας:

Α. Το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, μέσα σ’ ένα πεδίο πραγματικής ελευθερίας, κατάφερε να μετατρέψει την εμπειρία, την πληροφορία και την Γνώση σ’ Επιστήμη, επέκεινα δε σε Φιλοσοφία.  Σε κανένα όμως από τα Βασίλεια της τότε Ανατολής οι πνευματικοί τους άνθρωποι, κάθε είδους, όση εμπειρία, πληροφορία και γνώση και αν συσσώρευσαν δεν μπόρεσαν να προσεγγίσουν τον «Όλυμπο της Σοφίας», στον οποίο «ανέβηκε» το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα. Γι’ αυτό, και δίχως ν’ αμφισβητείται το γεγονός ότι στα Βασίλεια αυτά υπήρχε αξιοσημείωτη, πολλές φορές, πληροφορία ή και γνώση, οφειλόμενη στην σταδιακή συλλογή τους από γενιά σε γενιά -πληροφορία και γνώση, η οποία είχε οδηγήσει π.χ. στην κατασκευή εμβληματικών κτιρίων και μνημείων- οι «κάτοχοι» της πληροφορίας και της γνώσης δεν συνεισέφεραν κάτι χειροπιαστό στην μετέπειτα επιστημονική δημιουργία.  Εκτός, ίσως, από ένα είδος «βάσης δεδομένων» πληροφοριακού χαρακτήρα, την οποία αξιοποίησαν άλλοι μελλοντικά, όπως συνέβη με τα όποια τέτοια «δάνεια» αξιοποίησε το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα στον δρόμο της δικής του, εμβληματικής, επιστημονικής «παραγωγής».

Β. Υπ’ αυτό το πρίσμα είναι, όπως συνάγεται από το σύνολο της ανάλυσης που προηγήθηκε, απολύτως θεμιτό, ιστορικώς, να ερμηνεύουμε τους Μηδικούς Πολέμους και την τελική περηφανή επικράτηση των Ελλήνων, υπό την Αθηναϊκή καθοδήγηση, και ως εξίσου περιφανή επικράτηση του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος.  Το οποίο έτσι νομιμοποιείται ιστορικώς, και μάλιστα στο ακέραιο, να διεκδικεί, ως κοιτίδα και λίκνο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, την «παλαίφατη» όχι μόνο γεωγραφική αλλά και πνευματική οριοθέτηση των συνόρων μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

 

 

Ορθοδοξία Εχθρός του Διαφωτισμού, Διαχωρισμός, Μάθημα Θρησκευτικών, “Ιερά Αμφια”,Ηθικοί Κανόνες, Ορθοδοξία κατά Ανθρωπισμού, Μασόνοι

Ορθοδοξία Εχθρός του Διαφωτισμού, Διαχωρισμός μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας, Μάθημα Θρησκευτικών και Ανθρώπινα Δικαιώματα των Μαθητών, “Ιερά Αμφια”,Ηθικοί Κανόνες, Ορθοδοξία κατά Ανθρωπισμού

Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός και Ορθόδοξη Εκκλησία

Το θέμα είναι όντως πολυεπίπεδο και πολυφασικό. Ο Σεβασμιώτατος  Αρχιεπίσκοπος έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να επεμβαίνει επίσημα, όταν πρόκειται άμεσα η έμμεσα για σημαντικά προβλήματα, τα οποία έχουν σχέση με τον Χριστιανισμό και δη με την Ορθοδοξία.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση είχε την μεγάλη ευκαιρία να διευκρινίσει την τοποθέτησή του απέναντι στην εκμετάλλευση της χριστιανικής πίστης από την Χρυσή Αυγή ( Χ.Α.) καθώς και απέναντι σε φανατικά άτομα, τα οποία όχι μόνον δεν τιμούν την χριστιανοσύνη , αλλά και είναι πραγματικός κίνδυνος για αυτήν. Θα μπορούσε π.χ. κάλλιστα να επισημάνει, ότι η κορυφή της Ορθόδοξης Εκκλησίας καταδικάζει και τις γνωστές πρακτικές της Χ.Α. και την παράνοια μερικών πιστών.

Αντί του Αρχιεπισκόπου το έκανε αυτό με καθυστέρηση ο Μητροπολίτης της Σιάτιστας. Και όμως τα προβλήματα παραμένουν.
Από ιστορικούς λόγους η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι όχι μόνον στην Ελλάδα σε σύγκριση με τον Ρωμαιοκαθολικισμό και ιδαίτερα με τον Προτεσταντισμό σε γενικές γραμμές καθυστερημένη.

Ενώ οι άλλες Εκκλησίες έχουν από πολλού συμφιλιωθεί με τις επιτεύξεις του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, όπως π.Χ. με το άτομο, τον πολίτη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, και τις αστικές ελευθερίες,  η Ορθοδοξία αντιτίθεται με έμφαση στο σύγχρονο πνεύμα, συγχίζει εκουσίως την ατομικότητα με τον ατομικισμό και με τον εγωϊσμό και σχεδόν καταριέται το πνεύμα του Διαφωτισμού ( ο προκάτοχός του ), επισημαίνει  τον μυστικισμό και την μεταφυσική, δεν πραγματοποιεί απαραίτητες μεταρρυθμίσεις , έχει εθισμό στα σύμβολα, τα οποία στην είναι εν μέρει  ιδωλολατρικής προέλευσης , έχει μίαν τελείως απαρχαιωμένη Εικόνα του Ανθρώπου, ασχολείται εντατικότατα με τα επουράνια και παραμελεί τα επίγεια.

Όποιος ασχολείται κάπως εντατικά και συγκριτικά με τις χριστιανικές εκκλησίες, διαπιστώνει σχετικά εύκολα , ότι οι προτεσταντικές χώρες είναι οι πιό εξελιγμένες και κρατούν τα πρωτεία σε όλους τους καθοριστικούς τομείς της ζωής ( οικονομία ,δίκαιο, οργάνωση, επιστήμη και ιδιαιτέρως  ΥΨΗΛΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ, παιδεία, βιοτικό επίπεδο κοκ.).
Κατόπιν ακολουθούν οι προηγμένες χώρες με ρωμαιοκαθολική παράδοση, ενώ όλες οι χώρες με ορθόδοξη παράδοση στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Ευρώπη είναι δυστυχώς σε απίστευτο βαθμό καθυστερημένες.

Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός εχει τοποθετηθεί σαφέστατα : Το Ius rationis ( Δίκαιο του ορθού Λόγου : ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ  ) είναι η βάση του σύγχρονου ανθρώπου και όχι πλέον η πίστη.
Επειδή όμως η Ελλάδα δεν εβίωσε ούτε την Αναγέννηση, ούτε τον Διαφωτισμό, ούτε την αστική Επανάσταση, ούτε εδώ μπόρεσαν να εξελιχθούν το άτομο και ο συνειδητός πολίτης, επικρατεί εν μέρει ακόμη ο σκοταδισμός.

Τοιουτοτρόπως εξηγούνται εύκολα τα φαινόμενα της θρησκοληψίας , του θρησκευτικού φανατισμού και της παράνοιας.
Η έλλειψη των προαναφερθέντων κοσμοϊστορικών γεγονότων στην Ελλάδα, τα οποία έκαναν την Ευρώπη σε κέντρο του παγκόσμιου πολιτισμού, έχουν δυσμενείς συνέπειες και στους αθεϊστές.
Και αυτοί δεν μπορούν στην πλειοψηφία τους να θεωρηθούν εξελιγμένοι Ευρωπαίοι. Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των Ελλήνων “προοδευτικών” δεν έχουν ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τους οπαδούς των αριστερών κομμάτων. Και αυτοί δεν ενστερνίσθηκαν το πνεύμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία γενικά απορρέουν από την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.
Έτσι δεν είναι τυχαίο, που δήθεν “προοδευτικοί” δεν σέβονται την αξιοπρέπεια, τα ανθρώπινα δικαιώματα των συνανθρώπων τους και ειδικά των πιστών χριστιανών.

Μερικοί είναι αδιάλλακτοι και επίσης φανατισμένοι. Έχουν μία ενοχλητική ροπή σε προσβλητικές προκλήσεις, οι οποίες δεν είναι ούτε απαραίτητες ούτε ένδειξη παιδείας και πολιτισμένου τρόπου ζωης καθώς και εθισμό σε ένα καταστροφικό συγκρουσιασμό.
Κατά την γνώμη μου πρόκειται για υπερεξυπνακίστικα και ολίγον τι ψυχικά τεταραγμένα άτομα (Ιδέ εδώ και στο Μπλογγ “Αριστερός Ανορθολογισμός και εξυπνακισμός” ).

Λαμβάνει μεν χώραν μία πολιτισμική αντιπαράθεση , όχι αγώνας,  μεταξύ οπαδών του Διαφωτισμού και του Σκοταδισμού, αλλά δέον να είναι σεβαστή η αξιοπρέπεια των μελών και των δύο παρατάξεων και αυτό να γίνεται με πολιτισμένους τρόπους, στους οποίους οπωσδήποτε δεν ανήκουν οι γνωστές συμπεριφορές μελών της Χ.Α. και παραχριστιανικών οργανώσεων , για τους οποίους αυτονοήτως δεν ευθύνεται η ηγεσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Δημοσιευθέν από το 2012 συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο ( ifimerida (6.10.17), Καθημερινή )

———————————————-

Σκοταδισμός vs Διαφωτισμού

Οι περισσότεροι Ελληνες ορθόδοξοι ιεράρχες είναι εχθροί του Ευρωπαϊκού ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ (άτομο, πολίτης (citoyen), αστικές ελυθερίες, ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ) .
Το σκεπτικό τους εκφράζει ένα ακρώς δυσάρεστο κράμα μεσαιωνικού και βαλκανοανατολίτικου ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΥ, ο οποίος εμποδίζει την ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ πρόοδο στην Ελλάδα.
Καθημερινή (11.12.15)

————————————————-

Ορθοδοξία, Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας

1. Η Ορθοδοξία σε όλες τις χώρες όπου υπάρχει έχει αναμειχθεί πάντα στο πολιτικό γίγνεσθαι.

Αυτό συμβαίνει ακόμη και σήμερα στη Ρωσία, στην Ελλάδα και στη Σερβία.
Ειδικά στη Ρωσία σημειώνεται ένας συνδυασμός μεταξύ της Ορθοδοξίας με την δήθεν ανωτερότητα της “ρωσικής ψυχής”( ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ) και το σχεδόν παρανοϊκό μίσος κατά της “δυτικής” δημοκρατίας, του ατόμου, του πολίτου, των αστικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Είναι γνωστό, ότι στην Ελλάδα δεν υφίσταται ακόμη ο απαραίτητος διαχωρισμός μεταξύ κράτους και εκκλησίας.
Μέσω μεσαιωνικών και γενικά σκοταδιστικών αντιλήψεων  η Εκκλησία εμποδίζει κάθε πρόοδο σε όλα τα πεδία του βίου.

2. Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός έχει στραφεί κατά του απόλυτου φεουδαλισμού και κατά της παντοδυναμίας της καθολικής εκκλησίας.

3. Στην βυζαντινή εποχή έχουν λάβει χώραν λόγω πίστης σφαγιασμοί “αιρετικών”.
Ας υπενθυμίσουμε, ότι αμέσως ύστερα από την εμπέδωση του Χριστιανισμού ως αυτοκρατορικής θρησκείας έχουν διαπραχθεί ειδικά στην Αλεξάνδρεια εγκλήματα κατά των Ελλήνων ειδωλολατρών και κατά του αρχαίου ελληνικού πνεύματος.

iefimerida (13.12.15, 6.10.17)

———————————————

Ηθικοί Κανόνες και Ορθόδοξη Εκκλησία

Οι ηθικοί κανόνες δεν είναι μονοπώλιο της
Ορθοδοξίας και γενικά του Χριστιανισμού
και πιό γενικά των Θρησκειών

1.Σήμερα σημειώνονται οι εξής πρωταρχικές
κατηγορίες αρχών : κοινωνικές, ηθικές,
πολιτικές, νομικές και αισθητικές.

2. Στα πλαίσια της εξελικτικής διαδικασίας
του ανθρωπίνου γένους κοινωνικοί
κανόνες συμπεριφοράς ήταν υπαρξιακά
απαραίτητες, ειδάλλως θα επικρατούσε
χάος.

3. Οι πρώτοι υπεύθυνοι για την εμπέδωση και
λειτουργία των κανόνων ήταν οι σαμάνοι,
οι οποίοι πέραν τούτου λειτουργουσαν
και ως ιατροί και έτσι ήταν οι πρώτοι
φορείς των γνώσεων. Αυτό τους προσέδιδε
αναγνώριση , αλλά και ισχύ.

4. Για τη λειτουργία των πρώτων κρατικών
μορφωμάτων στην Μέση Ανατολή προ περίπου
5 χιλιάδων έτη ήταν απαραίτητοι νομικοί
κανόνες.Προ 4250 ετών έχει δημιουργηθεί
ο πρώτος νομικός κώδικας του Eshnuna
στο Νότιο Ιράκ. Προ 3750 ετών έχει
εμπεδωθεί ο κώδικας του Χαμουράμπι
(Codex Hamourabi). Oι νομικοί κανόνες εξέφραζαν και τις επικρατούσες ηθικές αντιλήψεις.

5. Σύμφωνα με την παράδοση έχουν  οι
μεγάλοι νομοθέτες  “παραλάβει” τους νόμους από τον
εκάστοτε ύψιστο θεό (Ενλιλ,Μαρντουκ).
Ετσι επιδίωκαν οι βασιλείς-νομοθέτες
να υπογραμμίσουν την”θεϊκή” προέλευση
των νομικών κανώνων (Jus
Divinum : Θεϊκόν Δίκαιον).

6. Αλλά η Κίνα δεν είχε και δεν έχει ούτως ή
άλλως και τώρα θεό. Ό κινεζικός πολιτισμός
ως το σημαντικότερο τμήμα του Κονφουκιανικού
Κύκλου Πολιτισμού βασίζεται στις αρχές
και στους κανόνες Λι που αναδεικνύουν
ηθικές, κοινωνικές και νομικές πτυχές.
Ετσι έχει αποδειχθεί, ότι η ύπαρξη ηθικών
κανόνων δεν εξαρτάται από τη θρησκεία.
Εδώ αναφέρονται μόνο οι σπουδαιότεροι
κανόνες :

α) Σεβασμός και ΥΠΟΤΑΓΗ στους γηραιότερους
στην οικογένεια και στους ανώτερους
στην αυτοκρατορία. Σην κορυφή αυτής
της πυραμίδας εστιάζεται ο αυτοκράτορας.
β) Πειθαρχία στους γηραιότερους και στους
ανώτερους.
γ) Εργατικότητα και
δ) Αμιλλα.

7.Οι χριστιανικές ηθικές αρχές είναι εν
μέρει στωϊκής προέλευσης, όπως π.χ. η
ουσία του “Αγαπάτε αλλήλους”. Η Τρίτη
Σχολή των Στωϊκών πήγε παραπέρα και
έχει διακηρύξει το “homo homini
res sacra est“ (“ο άνθρωπος είναι για τον
άνθρωπο κάτι το άγιο”).
Και στην κινεζική φιλοσοφική παράδοση έχει διακηρυχθεί η αρχή Shön (αγάπη μεταξύ όλων των ανθρώπων).

8. Συμπεράσματα :

α) Η Θρησκεία δεν έχει το μονοπώλιο της ηθικής.
β) Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δέον
να διδάσκονται οι ηθικές αρχές όπως
στην εξελιγμένη Ευρώπη και δη στα πλαίσια
ενός συγκριτικού μαθήματος περί της
ΗΘΙΚΗΣ.
Καθημερινή (3.10.15) ,  iefimerida ( 6.10.17)

___________________________

Tο υποχρεωτικό μάθημα των θρησκευτικών παραβιάζει τα ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ των παιδιών

Το αυτονόητο στις άλλες χώρες του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού είναι στην Ελλάδα άγνωστο ή ακατανόητο.

α) Σύμφωνα με τις νεότατες γνώσεις των νευρωεπιστημών είναι το αίσθημα γενικά της πίστης έμφυτο σε κάθε άνθρωπο.
β) Αυτό όμως δεν έχει σχέση με μίαν συγκεκριμένη
θρησκεία.
γ) Η πίστη και η θρησκευτική πεποίθηση είναι ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ υπόθεση του καθενός.
δ)Το “Δικαίωμα της Ελευθερίας της Σκέψης, της Συνείδησης και της Θρησκείας” (καθιερωμένη διατύπωση σε όλα τα διεθνή ντοκουμέντα) αποτελεί σύμφωνα με την
Γενική Διακήρυξη περί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από το 1948 (άρθρο 18),
την Συνθήκη περί των Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων από το 1966 (άρθρο 18) και
την ευρωπαϊκή Συνθήκη περί της Προστασίας των Ανθρώπίνων Δικαιωμάτων και των Βασικών Ελευθεριών από το 1950 (άρθρο 5)

ένα ΒΑΣΙΚΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ και μία ΒΑΣΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Και τα δύο ισχύουν για πιστούς καθώς και για αθεϊστές.

ε) Επομένως αποτελεί το υποχρεωτικό μάθημα περί της θρησκείας γενικά σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διεθνείς συνθήκες σε συνδιασμό  με την ειδική Διεθνή Σύμβαση περί των Δικαιωμάτων των Παιδιών από το 1981
ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ.

Είναι τόσο δύσκολο να το καταλάβει κανείς αυτό ; Διατί αγνοείται στην ελληνική κοινωνία και εδώ στη στήλη η ύπαρξη των διεθνών συμβάσεων ; Πότε επί τέλους θα φτάσει η Ελλάδα στην Ευρώπη ; Η προτιμά να ζει στο σκότος του Μεσαίωνα ;

Καθημερινή (3.10.15)

——————————————————————————

Σύντομες παρατηρήσες

Α) Σύμφωνα με τις νεότατες  γνώσεις των νευρωεπιστημών είναι το αίσθημα γενικά της πίστης έμφυτο σε κάθε άνθρωπο.

Β)Αυτό  όμως δεν έχει σχέση με μίαν συγκεκριμένη θρησκεία.

Γ) Η πίστη και η θρσκευτική πεποίθηση είναι προσωπική υπόθεση του καθενός.

Δ) Η  θρησκευτικές αντιλήψεις αποτελούν σύμφωνα με την  Συνθήκη περί αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων (1966) ένα βασικό ανθρώπινο δικαίωμα. Αυτό ισχύει και για τους μη πιστούς.

Ε) Επομένως  αποτελεί  το  υποχρεωτικό μάθημα περί της θρησκείας  ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ γενικά σύμφωνα με την προαναφερθείσα σύμβαση καθώς και σύμφωνα με την ειδική διεθνή σύμβαση για τα δικαιώματα των παιδιών (1981).  Το Βήμα (1.10.15)

—————————————————

Οθόδοξη Εκκλησία κατά του Ανθρωποκεντρισμού

Στα τέλη του Ιουλη 2012  ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος επετέθη μεταξύ άλλων και κατά του Ανθρωποκεντρισμού. Την ίδια τοποθέτηση έχουν όλες οι μεγάλες Θρησκείες, ιδιαιτέρως το Ισλαμ.

Λαμβάνω μέρος στην συζήτηση σαν πανεπιστημιακός με σεβασμό έναντι του, με ψυχραιμία , νηφαλιώτητα και πολιτισμό και με τις κατάλληλες γνώσεις.

Ο ανθρωποκεντρισμός έχει δημιουργηθεί στην αρχαία Ελλάδα. Ο σοφιστής Πρωταγόρας έχει διατυπώσει την ακόλοθη κοσμοϊστορική άποψη : „ Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος εστί“. Δική μου ερμηνεία ( σύγγραμμά μου στην Ολλανδία,1990 ) :
α ) Αντικατάσταση του θεοκεντρικού με ένα ανθρωποκεντρικό σύστημα.
β ) Ο άνθρωπος είναι ένα ενεργόν ον, το οποίο μεταβάλλει το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον του.
γ ) Μεταξύ του περιβάλλοντος και του ανθρώπου υπάρχει αλληλοεπίδραση.
δ ) Ο άνθρωπος κατακτά το περιβάλλον του και εξελίσσεται σε μέτρον του.
ε ) Ο άνθρωπος είναι το μέτρον , με το οποίο αξιολογούνται η κοινωνία, οι κανόνες, οι νόμοι και οι συνήθειες.
ζ ) Το απόφθεγμα εκφράζει κριτική θεώρηση έναντι της θρησκείας.
η ) Διευκρινίζεται, ότι οι νομικοί κανόνες του κράτους και οι ηθικοί κανόνες της κοινωνίας είναι σχετικοί.

Ο Ποσειδώνιος πήγε πιό πέρα : „Όπως το κορμί μας υψώνεται ευθέως και προς τον ουρανό, έτσι είναι και το πνεύμα μας, το οποίο δύναται να θέαται ό,τι θέλει, η φύση τον έκανε έτσι, ώστε να θέλει το ίδιο όπως οι θεοί, με την προϋπόθεση , ότι χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του… „ ( δική μου μετάφραση από τα αρχαία Ελληνικά ).
Ερμηνεία :
α ) Να μη σέρνεσαι σαν τα ζώα, αλλά να περπατάς με υψωμένο κεφάλι.
β ) Να συμπεριφέρεσαι αξιοπρεπώς και με αυτοπεποίθηση.
γ ) Μην επιτρέπεις σε κανένα να σε προσβάλλει και να σε ταπεινώσει.
δ ) Να μην υποκύπτεις σε ουδεμία πίεση.
ε ) Να απαιτείς και να υπερασπίζεσαι τα δικαίωματά σου.
ζ ) Να έχεις συνείδηση της δικιάς σου δύναμης και των δικών σου δυνατοτήτων προόδου.
η ) Να υπερασπισθείς την αυτεξουσία ( αυτονομία ) σου. Να μην επιτρέψεις ποτέ την ετερονομία από άλλους !

Σπουδαστές μου ( φοιτητές , μεταπτυχιακοί, δοκτορά ) από αραβικές χώρες τρόμαξαν , όταν στα πλαίσια μίας ειδικής πανεπιστημιακής διάλεξης άκουσαν τέτοιες “βλασφημίες “.
Μου γνωστοποίησαν, ότι αν ο Πρωταγόρας και ο Ποσειδώνιος ζούσαν σε μία ισλαμική χώρα θα τους αποκεφάλιζαν αμέσως, δηλαδή ανευ δίκης.
Αυτή είναι η τεράστια πολιτισμική διαφορά μεταξύ του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού από την μια μεριά και του Ισλαμικού Κύκλου Πολιτισμού από την άλλη μεριά.

Ο Ανθρωποκεντρισμός έχει δημιουργήσει στην εξελιγμένη Ευρώπη το Άτομο και τον Πολίτη , τα ανθρώπινα Δικαιώματα και το κράτος Δικαίου.
Θα ήταν καλύτερα για την Ελληνική Ορθοδοξία να αναπτύξει μίαν θετικότερη τοποθέτηση έναντι του Ανθρωποκεντρισμού, ο οποίος δεν είναι εχθρικός έναντι της θρησκείας. Οι αθεϊστικές ακρότητες του 19ου αι. έχουν ήδη ξεπερασθεί.

Δημοσιευθέν από το 2012  στο Βήμα και αργότερα στην Καθημερινή ως αντιπαράθεση με Χ. Γιανναρά . Τελευταία στην efimerida (6.10.17).

————————————————-

Ορθοδοξία , Ποιές μεταρρυθμίσεις

θα μπορούσε να υλοποιήσει άραγε ο ορθόδοξος “Λούθηρος”;  Εδώ και 60 χρόνια με απασχολεί αυτό το ερώτημα. Το συζήτησα και με θεολόγους.
Ιδέ η δική μου πρόταση :

α ) Επίσημη μετάφραση της Αγίας Γραφής στα Νεοελληνικά και λειτουργία μόνον επί τη βάσει αυτής.
β ) Συμφιλίωση  της  ορθόδοξης  πίστης  με τoν Eυρωπαϊκöo    Διαφωτισμό.
γ ) Διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας.
δ ) Δημιουργία μίας σύγχρονης θρησκευτικής επιστήμης. Είναι πασιφανές, ότι η σημερινή ορθόδοξη Θεολογία είναι στην Ελλάδα ανεπαρκής, ενώ οι Ρώσσοι θεολόγοι είναι πιό δημιουργικοί.
ε ) Βαθμιαία μεταλλαγή της ορθόδοξης Εικόνας του Αθρώπου, δηλαδή συνδυασμός του πιστού με τα επίγεια. Οι πιστοί έχουν από καιρό βαρεθεί τα επουράνια, τα οποία ανήκουν μεν στην παράδοση, αλλα στην ουσία τους είναι η εβραϊκή μυθολογία ( Παλαιά Διαθήκη ).
ζ ) Ριζικός περιορισμός των συμβόλων, τα οποία ούτως ή άλλως δεν έχουν ουδεμία σχέση με την χριστιανική πίστη και είναι ειδωλολατρικά υπολλείμματα.
η ) Να επιτραπεί στους Αρχιμανδρίτες και στους Επισκόπους να παντρεύονται και να δημιουργούν οικογένειες, που σημαίνει να παύσει επιτέλους η υποκρισία . Υπάρχουν και άλλα καθήκοντα.
θ ) Να εκμοντενισθούν οι παράξενες ενδυμασίας των Μητροπιλιτών, οι οποίες είναι αναμφιβόλως περσικής προέλευσης.

Δημοσιευθέν το 2013 στο Βήμα και στην Καθημερινή ( ηλεκτρονική έκδοση )

——————————————–

“Ιερά άμφια” των Οθόδοξων κληρικών-περσικής προέλευσης

Ο Χιστιανισμός έχει παραλάβει πολλά από τις θρησκείες των χωρών της Μέσης Ανατολής, ιδιαιτέρως από την Περσία και την Αίγυπτο. Ο περσικός πολιτισμός έχει επιδράσει ακόμη και στις ενδυματολογικές προτιμήσεις των κατεχομένων χωρών.

Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τις ενδυμασίες όπως π.χ. τα πολυτελή απανωτά άμφια και η πολυποίκιλη τιάρα των βασιλέων και των κληρικών. Αλλά και οι Πέρσες τα έχουν αυτά παραλάβει από τους Βαβυλωνίους και τους Ασσυρίους, οι οποίοι είχαν ανώτερο και αρχαιότερο πολιτισμό.

Σε κάθε επιστημονικό βιβλίο περί του πολιτισμού των προαναφερθέντων λαών μπορεί κανείς να δει τα περί των ενδυμασιών. Σε περσικές απεικονίσεις βλέπει κανείς τις διαφορετικές ενδυμασίες και τις τιάρες των δεκάδων λαών της τεράστιας περσικής αυτοκρατορίας που δεν έχουν ουδεμία σχέση με την ελληνική , την ρωμαϊκή ή την αιγυπτιακή ενδυμασία.

Παρεμπιπτόντως θα ήθελα να επισημάνω, ότι η επίσημη αυτοκρατορική γλώσσα των Περσών δεν ήταν τα όχι τόσο εξελιγμένα Περσικά, αλλά τα ανώτερα Αραμαϊκά, τα οποία μιλούσε και στα οποία κήρυξε ο Ιησούς Χριστός.
Κατόπιν έχει ο προφορικός του λόγος γραφεί στην ελληνική ΚΟΙΝΗ μεν , αλλά οι ειδικοί γλωσσολόγοι μπορούν να διαπιστώσουν εν μέρει την δομή  της Αραμαϊκής.

Καθημερινή (25.1.2012)
——————————————–
Μασόνοι, Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ εχθρός τους
Αναγκαίες πληροφορίες

α) Η Γαλλική Επανάσταση του 1789, η οποία έχει εγκαθιδρύσει το αστικό κράτος, έχει διακηρύξει τρεις σκοπούς : Liberte (Ελευθερία). Egalite (Ισότητα), Fraternite (Αδελφοσύνη).
Το τελευταίο προέρχεται από τους Μασόνους.

β) Οι δημιουργοί των ΗΠΑ ήταν στην πλειοψηφία μασόνοι.

γ) Το κείμενο της 9ης Συμφωνίας του Μεγάλου Γερμανού μουσουργού και μασόνου Ludwig von Beethoven “Ode an die Freude ” ( ποιητής ο Friedrich Schiller, επίσης μασόνος ) ήταν έργο μασόνων. Από την “μασονία” προέρχεται το Fraternite της Γαλλικής Επανάστασης καθώς και το υπέροχο ποίημα του Friedrich Schiller “An die Freude” , μελοποιημένο από τον Beethoven (Neunte Symphonie, 9η Συμφωνία).
Συγκλονιστικό είναι το μήνυμα : “Seid umschlungen
, Millionen ! Diesen Kuß der ganzen Welt ! Brüder” ( Να είστε αγκαλιασμένοι εκατομμύρια ! Αυτό το φιλί σε όλην την ανθρωπότητα, Αδέλφια… ).
Ορίστε .

δ) Κατά τα άλλα ανήκε έως τις αρχές του 2οου αι. στην οργάνωση των Μασόνων διεθνώς η ελίτ της εκάστοτε κοινωνίας.

Δεν είμαι ούτε μασόνος, ούτε οπαδός της ενσάρκωσης του σκοταδισμού του Μητροπολίτη Σεραφείμ, ο οποίος έχει μετατρέψει το “Αγαπάτε αλλήλους” σε “Μισείτε τους πάντες”.
iefimerida (28.2.16)

—————————————————————\

 

Εικόνα του Ανθρώπου-Κοσμοαντίληψη (Δύση , Ισλάμ, Κονφουκιανισμός, Ολοκληρωτισμός, Ορθοδοξία

Εικόνα του Ανθρώπου-Κοσμοαντίληψη (Δύση , Ισλάμ, Κονφουκιανισμός, Ολοκληρωτισμός, Ορθοδοξία

Κοσμοαντίληψη και Εικόνα του Ανθρώπου

Θα ήταν προτιμότερο να χρησιμοποιούμε τους επιστημονικά καθιερωμένους όρους ΚΟΣΜΟΑΝΤΙΛΗΨΗ και ΕΙΚΟΝΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ με τα συστατικά τους στοιχεία.

Σήμερα έχει σε γενικές γραμμές κάθε κύκλος πολιτισμού ( Ο Δυτικός, Ο Κονφουκιανικός, ο Ισλαμικός και ο Ινδουϊστικός Κύκλος Πολιτισμού) την δική του Κοσμοαντίληψη και την δική του Εικόνα του ανθρώπου.

Οι μεγαλύτερες διαφορές σημειώνονται μεταξύ του ανθρωποκεντρισμού (Δύση) και του θεοκεντρισμού (Ισλάμ) καθώς και μεταξύ της δημοκρατίας και του αυταρχισμού ή και του οκληρωτισμού.

Καθημερινή (15.11.1

—————————- ————————

Δύση (Δυτικός Κύκλος Πολιτισμού) και Ισλάμ (Ισλαμικός Κύκλος
Πολιτισμού), Διαφορά σε Κοσμοαντίληψη και σε Εικόνα του Ανθρώπου
(κάθε φαινόμενο έχει τον πυρήνα του : punctum quaestionis))

α) Κοσμοαντίληψη

Δύση

Δημοκρατία, παρλαμενταρισμός, βασικές ελευθερίες και βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, κράτος του δικαίου, διάκριση των εξουσιών, προτεραιότητα του λόγου (λογική σκέψη) προ των συναισθημάτων (ratio vs emotio ιδιαιτέρως από την εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού).
Αυτό όμως ισχύει στις χώρες με ορθόδοξη παράδοση μόνον εν μέρει.

Ισλαμικές χώρες

Θεοκεντρισμός, αυταρχικά, δεσποτικά (εδώ και 5 χιλιάδες έτη χωρίς διακοπή) και δικτατορικά συστήματα, εν μέρει ολοκληρωτισμός , ακόμη και κληρικοφασιστικά (Hamad Abdel-Samad, Der islamische Faschismus, Eine Analyse, Droemer Verlag, München, 2014, ISBN 978-3-426-30075-6), προτεραιότητα της φυλής , του γένους , της οικογένειας, προτεραιότητα των συναισθημάτων προ του λόγου (emotio vs ratio ήδη απο τον 11ο αι. Al Ghasali).

β) Εικόνα του Ανθρώπου

Δύση

Ανθρωποκεντρισμός, ατομοκεντρισμός (όχι ατομικιστικά, οι ορθόδοξοι Θεολόγοι μπερδεύουν σκοπίμως διαστρεβλώνοντας τις διαφορετικές έννοιες ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ( γερμ. Individualität) και ατομικισμό ( γερμ. Individualismus), δημιουργικότητα, πολίτης (citoyen), βασικές πολιτικές ελευθερίες, βασικά ατομικά ανθρώπινα δικαιώματα, δημιουργικότητα, κριτική σκέψη.

Ισλαμικές χώρες

Μάζα, οικογένεια, γένος, τελείως άγνωστα το άτομο και ο πολίτης, ούτε
ελευθερίες, ούτε ατομικά ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε δημιουργικότητα, ούτε κριτική σκέψη.

Κατά τα άλλα συνιστώ σε αυτούς που ενδιαφέρονται για σοβαρές γνώσεις το εξής καταπληκτικό βιβλίο, στο οποίο θίγονται μερικά από τα παραπάνω θέματα : Ian Buruma, Avishai Margalit, Occidentalism , The West in the Eyes of Its Enemies , Penguin Press, New York , 2004, ISBN 3-446-20614-0 ( Επίσης στα Γερμανικά : Okzidentalismus, Der Westen in den Augen seiner Feinde, Carl Hanser Verlag, München-Zürich, 2005 )

Σε αυτό το σύγγραμμα αναφέρονται οι πιο μεγάλοι εχθροί του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού πρωτοστατούντων των Ρώσων (Εκκλησία και Θεολόγοι) μαζί με τους Ιταλούς Φασίστες, τους Γερμανούς Εθνικοσοσιαλιστές, τους Ιάπωνες ούλτραεθνικιστές και φυσικά τους ισλαμιστές φονταμενταλιστές και γίνεται επίσης κατανοητό το ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΜΙΣΟΣ της ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και των Θεολόγων της κατά της κοσμοαντίληψης και της Εικόνας του Ανθρώπου του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού.

Δημοσιευθέν συχνά στον ελληνικό ηλεκτρονικό τύπο, τελευταία στην Καθημερινή (22.11.15)

—————————————————

Εικόνα το Ανθρώπου, Καπιταλισμός (Ευρωπαϊκός, Κονφουκιανικός), Ευρωπαϊκό Κράτος, Ατομικότητα στον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα

1. Η Εικόνα του Ανθρώπου είναι πρωτίστως ένα ΣΥΝΘΕΤΟ φαινόμενο (κλιματικές συνθήκες δεκάδων χιλιάδων ετών , εθνολογία, παράδοση, θρησκεία, ιστορία, πολιτικό σύστημα ).
Ομως όλα είναι μεταβλητά (προσδίδεται στον Ηράκλειτο : “Τα πάντα ρει”).

2. Ο Καπιταλισμός στην Ευρώπη είναι προϊόν της Βιομηχανικής Επανάστασης (Αγγλία). Υπό τον φακό της Φιλοσοφίας της Οικονομίας αποτελεί ο Καπιταλισμός ένα προϊόν του συνδιασμού των παραγωγικών δυνάμεων με την προτεσταντική ηθική ΑΡΧΗ της ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ και με την καλβινιστική ΑΡΧΗ της ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ.

Ο Καπιταλισμός της Κίνας και άλλων χωρών-μελών του Πολιτιστικού Κύκλου του Κονφουκιανισμού ένα αποτέλεσμα του συνδιασμού του Κονφουκιανισμού ( πρωτίστως ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΠΕΙΘΑΡΧΕΙΑ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ) με τις υψηλές τεχνολογίες.

3. Ευρωπαϊκό Κράτος :

α) Στο απώτερο μέλλον θα αντικατασταθούν τα πολλά ευρωπαϊκά κράτη με ένα πανευρωπαϊκό κρατικό μόρφωμα, τις “Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης”.
β) Ομως άλλα δυτικά κράτη όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία κλπ. καθώς και η αυταρχική, πολιτιστικά και οικονομικά καθυστερημένη Ρωσία να συνεχίσουν να υφίστανται.

4. Ατομικότητα ως προϋπόθεση του αργότερου ατομοκεντρισμού είναι theoria (Thomas de Aquin) cum praxi ( στις πόλεις ως κέντρα του πολιτισμού, των επιστημών, της οικονομίας, των τεχνών και του εμπορίου) προϊόν του Ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, ενώ ο citoyen (Πολίτης) έχει εμπεδωθεί μέσω της ΑΣΤΙΚΗΣ Επανάστασης.

Αλλά στο Βυζάντιο δεν έχουν συντελεσθεί παρόμοιες εξελίξεις !

Iefimerida (9.12.15)

—————————————————

Εικόνα του Ανθρώπου  (Διεθνώς)

-Δύση : Ανθρωπος-Ατομο (Ατομικότητα, όχι Ατομικισμός) -Πολίτης.
-Ισλάμ : Αλλάχ-Οικογένεια , Γένος, Φυλή- όχι Ατομο, αλλά ο Ενας ως Υπήκοος. Απόλυτη προτεραιότητα της Οικογένειας, του Γένους και της Φυλής έναντι του Ενός.
-Κονφουκιανισμός : Απόλυτη προτεραιότητα της ολοκληρωτικής Κοινωνίας, ανυπαρξία του Ατόμου, ο Ενας ως υπήκοος.
- Ευρωπαϊκά ολοκληρωτικά συστήματα :

Ιταλικός Φασισμός, Γερμανικός Εθνικοσοσιαλισμός, Σοβιετικός “Σοσιαλισμός” : Ανθρωπος, ανυπαρξία του Ατόμου, απόλυτη προτεραιότητα της Κοινωνίας (στην Γερμανία “Νationalsozialistische Volksgemeinschaft” : ” Εθνικοσοσιαλιστική Κοινωνία του Λαού”, “sozialistische Menschengemeinschft”: “Σοσιαλιστική Κοινωνία των Ανθρώπων” ) έναντι του ενός ως υπήκοου.

Καθημερινή (5.3.17)

——————————————————

Ορθοδοξία, Εικόνα του Ανθρώπου

1. Η Εικόνα του Ανθρώπου της Ορθοδοξίας είναι μεσαιωνική , δεν ανταποκρίνεται στην σύγχρονη εποχή.
2. Η Ορθοδοξία μπερδεύει την ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑ με τον ατομικισμό.
3. Η Ορθοδοξία προσδίδει στην πίστη προτεραιότητα έναντι του Λόγου. Το ίδιο κάνει και η ισλαμική θρησκεία ήδη από τον 11. αι. (Al Ghasali, θεολόγος και φιλόσοφος).
4. Στην Ορθοδοξία δεν παίζει η ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ουδένα ρόλο.
5. Υπερεκτίμηση του παρελθόντος και της Δευτέρας Παρουσίας και υποτίμηση του παρόντος.

Καθημερινή (8.1.16)

Ανθρωπος-Διαστάσεις, Ανθρωπος-Ατομον-Πολίτης, Ανθρωποκεντρισμός, Ατομοκεντρισμός, Ατομο-Κοινωνία, Πολίτης-Κράτος (Βορράς-Νότος Ευρώπης)

Ανθρωπος-Διαστάσεις, Ανθρωπος-Ατομον-Πολίτης, Ανθρωποκεντρισμός, Ατομοκεντρισμός, Ατομο-Κοινωνία, Πολίτης-Κράτος (Βορράς-Νότος Ευρώπης)

Αξιολόγηση και διατύπωση ιδίας γνώμης

Αφετηρία και βάση της διατύπωσης μίας ιδίας άποψης είναι η θεώρηση του ανθρώπου ως genus humanum (ανθρώπινο είδος) με τα συστατικά του στοιχεία, τα οποία λογω χώρου αναφέρονται χωρίς παραπομπές στις πηγές, αλλά οι επιστημονικά καταρτισμένοι τις γνωρίζουν καλά. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα αναδεικνύει ο άνθρωπος τις εξής βασικές εκφάνσεις :

α) Ο άνθρωπος είναι πρωτίστως ένα βιολογικό όν. Αν και αυτό είναι αυτονόητο,  ο μαρξισμός στις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες έως τα τέλη της δεκαετίας του 70 έχει απορρίψει αυτή την ανθρώπινη ιδιότητα με τα ακόλουθα επιχειρήματα:
(1) Η εγκληματικότητα των ανθρώπων στον καπιταλισμό έχει αποκλειστικά κοινωνικές ρίζες. Επειδή όμως και στο »σοσιαλισμό» έχει διαπιστωθεί εγκληματικότητα και όχι λίγη, αναγκάσθηκε το κράτος να ανακηρύξει όλα τα στοιχεία περί της εγκληματικότητας σε κρατικά μυστικά !

(2) Οι πόλεμοι έχουν ως κύρια αιτία επίσης αποκλειστικά τον καπιταλισμό, αλλά στην πραγματικότητα έχουν γίνει πόλεμοι και μεταξύ σοσιαλιστικών χωρών (π.χ. μεταξύ Κίνας και Βιετνάμ και σφοδρές μάχες στα σύνορα μεταξύ της τότε Σοβιετικής Ενωσης και Κίνας κοντά στον ποταμό Αμούρ). Αφάνταστη υποκρισία σε ανώτατο κρατικό επίπεδο, αν και οι κομμουνιστές δήθεν είχαν το απόλυτο μονοπώλιο για την απόλυτη αλήθεια και την ηθική.

Οι νευρώνες ανήκουν μέσω του εγκεφάλου σε αυτήν τη έκφανση και αποτελούν στο σύνολό τους ένα οντολογικό σύστημα μέσω των τρισεκατομμυρίων συνάψεων μεγίστης κινητικότητας. Ο εγκέφαλος στο σύνολό του είναι αυτονοήτως το πιό σύνθετο, πολύπλοκο και τέλειο δημιούργημα της αώνιας ενέργειας ή δύναμης, στην οποία στηρίζονται το σύμπαν καθώς και ο άνθρωπος.
Στον εγκέφαλο του άνθρώπου και όχι σε άλλο όργανο του  ανθρωπίνου σώματος γεννιούνται τόσο η λογική σκέψη, όσο και τα αισθήματα μεταξύ αυτών και η πίστη. Αλλά η πίστη ως προϊόν του ανθρώπινου εγκεφάλου υπόκειται επιρροών κοινωνικού, πολιτικού, και πολιτισμικού χαρακτήρα.

β) Ο άνθρωπος είναι ένα κοινωνικόν  ον, μεταξύ του οποίου και της κοινωνίας υφίσταται μία διαλεκτική αλληλοεπίδραση. Ο μαρξισμός αναγνωρίζει αυτή την έκφανση ως την
πρυτανεύουσα και υπογραμμίζει εντόνως και μονόπλευρα την οικονομική διάσταση.

γ) Ο άνθρωπος είναι πολιτικός όν  (Αριστοτέλης : “ζώον πολιτικόν”), μεταξύ του οποίου υπό την ιδιότητα του ατόμου και του πολίτου αφ ενός και του κράτους αφ εταίρου μέρος σημειώνεται τουλάχιστον θεωρητικά επίσης μία διαλεκτική αλληλουχία. Ο Νεοέλληνας είναι ένα θεωρητικά όν υπερπολιτικόν.

δ) Ο άνθρωπος είναι ένα πολιτισμικόν  ον που σημαίνει, ότι στη ζωή του ανήκει ως κάτι το τελείως απαραίτητο και η κουλτούρα.

Οι προαναφερθείσες εκφάνσεις του ανθρώπου αποτελούν υπό τον πρίσμα  της συστημικής θεωρίας ένα γνωσιολογικό σύστημα, του οποίου τα στοιχεία είναι μεταξύ τους στενότατα συνδεδεμένα (το καθένα με όλα τα άλλα).
Τοιουτοτρόπως δημιουργείται μία ποιοτικά ανώτερη οντότητα και αναπτύσσει μία μεγάλη δυναμικότητα που σημαίνει, ότι σταδιακά στο χρόνο διαδραματίζονται μεταλλάξεις, οι οποίες ανταποκρίνονται σε μίαν ιδιαίτερη μορφή του εξελικτικού νόμου. Αυτό σημαίνει συγκεκριμένα, ότι ο εγκέφαλος του ανθρώπου με τους 100 δισεκατομμύρια Νευρώνες και τα δύο τρισεκατομμύρια συνάψεις στο σύνολο του ως κεντρικό όργανο του ανθρώπου υπό την ιδιότητα του βιοψυχολογικού όντος
διατηρεί αενάως δυναμικές αλληλοσχέσεις με τις άλλες εκφάνσεις του ανθρώπου.

Aλλες εκφράσεις όπως homo economikus (οικονομικός άνθρωπος: ο άνθρωπος που σκέπτεται πρωτίστως την οικονομία), homo consumens (ο άνθρωπος που σκέπτεται ιδιαιτέρως την κατανάλωση όπως π.χ. ο πρωτογονικός καταναλωτισμός  και HOMO VIOLENS (ο βιαιοπραγής άνθρωπος) είναι μάλλον δημοσιογραφικές, το πολύ κοινωνιολογικές, αλλά δεν έχουν ακόμη την ποιότητα επιστημονικών όρων (termini scientifici). Καθημερινή (10.5.17, 7.4.20)

————————————————————————

Ανθρωποκεντρισμός, Ατομοκεντρισμός, Ατομικότητα, Ατομικισμός, Συμφεροντολογισμός

Η προσέγγιση είναι φιλοσοφική και στηρίζεται στην Εικόνα του Ανθρώπου του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού που είναι στενά συνυφασμένη με τα ατομικά (υποκειμενικά) δικαιώματα του ανθρώπου. Η προσέγγιση δεν μπορεί να είναι θεολογική, αν και γνωστή, γιατί υπάρχουν πολλές θρησκείες με την εκάστοτε θεολογία και την εκάστοτε Εικόνα του Ανθρώπου.

Ο ανθρωποκεντρισμός έχει δημιουργηθεί στην αρχαία Ελλάδα. Ο σοφιστής Πρωταγόρας έχει διατυπώσει την ακόλουθη κοσμοϊστορική άποψη: „Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος“.

Δική μου ερμηνεία (από σύγγραμμά μου στην Ολλανδία, 1990):

(1) Αντικατάσταση του θεοκεντρικού με ένα ανθρωποκεντρικό σύστημα.
(2) Ο άνθρωπος είναι ένα ενεργόν ον, το οποίο μεταβάλλει το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον του.
(3) Μεταξύ του περιβάλλοντος και του ανθρώπου υπάρχει αλληλοεπίδραση.
(4) Ο άνθρωπος κατακτά το περιβάλλον του και εξελίσσεται σε μέτρον του.
(5) Ο άνθρωπος είναι το μέτρον, με το οποίο αξιολογούνται η κοινωνία, οι κανόνες, οι νόμοι και οι συνήθειες.
(6) Το απόφθεγμα εκφράζει κριτική τοποθέτηση έναντι της θρησκείας.
(7) Διευκρινίζεται, ότι οι νομικοί κανόνες του κράτους και οι ηθικοί κανόνες της κοινωνίας είναι σχετικοί.

Ο Στωϊκός Φιλόσοφος Ποσειδώνιος πήγε πιό πέρα: „Όπως το κορμί μας υψώνεται ευθέως και προς τον ουρανό, έτσι είναι και το πνεύμα μας, το οποίο δύναται να θέαται ό,τι θέλει, η φύση τον έκανε έτσι, ώστε να θέλει το ίδιο όπως οι θεοί, με την προϋπόθεση, ότι χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του… „ ( δική μου μετάφραση από τα αρχαία Ελληνικά ).

Ερμηνεία :

(1) Να μη σέρνεσαι σαν τα ζώα, αλλά να περπατάς με υψωμένο κεφάλι.
(2) Να συμπεριφέρεσαι αξιοπρεπώς και με αυτοπεποίθηση.
(3) Μην επιτρέπεις σε κανένα να σε προσβάλλει και να σε ταπεινώσει.
(4) Να μην υποκύπτεις σε ουδεμία πίεση.
(5) Να απαιτείς και να υπερασπίζεσαι τα δικαιώματά σου.
(6) Να έχεις συνείδηση της δικιάς σου δύναμης και των δικών σου δυνατοτήτων προόδου.
(7) Να υπερασπισθείς την αυτεξουσία (αυτονομία) σου. Να μην επιτρέψεις ποτέ ετερονομία από άλλους , ούτε από θεούς ούτε από ανθρώπους.

Σπουδαστές μου (φοιτητές, μεταπτυχιακοί, δοκτορά ) από αραβικές χώρες τρόμαζαν, όταν στα πλαίσια μίας ειδικής πανεπιστημιακής διάλεξης άκουγαν τέτοιες “βλασφημίες “.
Μου γνωστοποίησαν, ότι αν ο Πρωταγόρας και ο Ποσειδώνιος ζούσαν σε μίαν ισλαμική χώρα θα τους αποκεφάλιζαν αμέσως, δηλαδή άνευ δίκης.
Αυτή είναι η τεράστια πολιτισμική διαφορά μεταξύ του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού αφ ενός και του Ισλαμικού Κύκλου Πολιτισμού (Θεοκεντρισμός και εν μέρει Θεοκρατία) αφ εταίρου.

Ο Ρωμαίος ποιητής Lucretius Carus εξυμνεί στο φιλοσοφικό του ποίημα “De rerum natura”  το ερευνητικό πνεύμα του Ανθρώπου:

…“Χάμω σερνόταν, μπρος στα μάτια όλων ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή, πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας, που απ’ τα ουράνια πρόβαλε την τρομερή της όψη και απειλούσε τους θνητούς. Τότε, πρώτος ένας Έλληνας, τόλμησε να υψώσει το βλέμμα του καταπάνω της, και να της αντισταθεί. Αυτόν δεν τον σταμάτησαν μήτε οι μύθοι για τους θεούς, μήτε οι κεραυνοί, μήτε το απειλητικό μουρμουρητό τ’ ουρανού. Ίσα ίσα που δυνάμωσαν το θάρρος της ψυχής του και περπάτησε το απέραντο Σύμπαν με λογισμό και πνεύμα. Και μάς ξανάρθε νικητής για να μας πει τι είναι δυνατόν να γίνει και τι όχι. Και ακόμη πως τα σκοτάδια τα πνευματικά δεν τα σκορπίζουν οι αχτίδες του ήλιου, μήτε τα φωτεινά βέλη της μέρας, μα η ενατένιση της φύσης και ο ορθός λογισμός”.

Ο Ανθρωποκεντρισμός έχει δημιουργήσει στην εξελιγμένη Ευρώπη το Άτομο και τον Πολίτη (citoyen), τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Αλλά γενικά ο άνθρωπος δεν είναι μόνον homo homini lupus (Ο άνθρωπος είναι για τον άνθρωπο λύκος, Δημόφιλος, Plautus) ) ούτε μόνον homo res sacra homini (Ο άνθρωπος είναι για τον άνθρωπο κάτι το άγιο, Seneca ).

Το Ατομο έχει μεταξύ άλλων κοινωνική συνείδηση (commune bonum: συμφέρον του συνόλου), ενώ ο πολίτης διαθέτει και νομική συνείδηση: πρωτίστως αναγνώριση της διαλεκτικής αλληλουχίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (στα Βαλκάνια τελείως άγνωστο).

Η Ατομικότητά του εκφράζεται στην προσωπικότητα και στην ιδιαιτερότητά του.
Ο Ατομικισμός αποδέχεται την προτεραιότητα του ατόμου έναντι της κοινωνίας. Και όμως, στην Ορθόδοξη Εκκλησία και Θεολογία γίνεται σκοπίμως μία ανεπίτρεπτη σύγχυση των εννοιών Ατομικότητα και Ατομικισμός.
Ο Ατομικισμός εστιάζει το συμφέρον του ατόμου στο επίκεντρο της κοινωνίας. Αυτό αναφέρεται ήδη στην κωμωδία του Ρωμαίου Terentius „Andria“: „Proximus sum egomet mihi“ („Ο καθένας σκέπτεται (μόνον) τον εαυτό του“).
Το ίδιο έχει αναφερθεί ήδη προ αυτού στον „Αίαντα“ του Σοφοκλή και στην „Μήδεια“ του Ευριπίδη.

Μία παραλλαγή του εγωϊσμού είναι ο Ναρκισσισμός. Ο εγωισμός σημαίνει πρωτίστως την πραγματοποίηση των ιδίων συμφερόντων με θεμιτά η και με αθέμιτα μέσα ακόμη και κατά των συνανθρώπων.

Δημοσιευθέν στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής σαν σχόλιο κάτω από το άρθρο ου Χ. Γιανναρά ( 9.3.14 ).

——————————————————-

Ατομικότητα και Ατομικισμός (Individualität und Individualismus)

Με την πάροδο του χρόνου η ατομικότητα έχει στενά συνδυασθεί με την κοινωνία μέσω της αλληλουχίας των δικαιωμάτων και των καθηκόντων του ατόμου έναντι της κοινωνίας και του κράτους.

Ηδη ο Δημόκριτος, εμπεδωτής του αρχαίου ελληνικού Υλισμού και φιλοσοφικός αντίπαλος του Πλάτων, έχει υπογραμμίσει αυτή την αλληλουχία.
Η ατομικότητα διαφέρει πολύ από τον ατομικισμό που είναι στην ουσία εγωϊσμός. Καθημερινή (2.2.20)

__________________________________________________________

Ατομο και κοινωνία, Πολίτης και κράτος, Βορράς και Νότος της Ευρώπης ή η απωλεσθείσα αρχαία ελληνική επιστημονική κληρονομιά στην Ελλάδα και η αξιοποίησή της στην Ευρώπη βορείως των Αλπεων.

Μία συστηματική, νηφάλια, εμπεριστατωμένη και εκλαϊκευμένη επιστημονική θεώρηση

Αρχαίοι Ελληνες φιλόσοφοι

Υστερα από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη (τέλος του 6ου αι. ) και τη δημοκρατικοποίηση του πολιτικού βίου στην Αθήνα η Πόλις έχει εξελιχθεί  σε κέντρο των απόψεων περί των κοινωνικών και ηθικών αξιών. Η δημοκρατική κοινότητα προσπαθούσε να εμπεδώσει μία συνείδηση περί του συνόλου και ως εκ τούτου απαιτούσε από κάθε πολίτη ως αρετή το όφελος για την κοινότητα. Αυτή η κοινωνική Αρχή της ωφελημότητας είναι το καθοριστικό κριτήριο για την αξιολόγηση κάθε πολίτου και όχι πλέον η καταγωγή του.

Με αυτόν τον τρόπο έχει δημιουργηθεί βαθμιαία το πρότυπο του δημοκρατικού πολίτου, ο οποίος κατείχε την συνείδηση της υπευθυνότητας για το κοινωνικό σύνολο. Κάθε πολίτης θεωρούσε τον εαυτό του ως μέρος ενός ενιαίου οργανισμού, της Πόλεως. Σε γενικές γραμμές επικρατούσε μία ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του συνόλου και των οικονομικών συμφερόντων του ατόμου.

Οι Σοφιστές ήταν οι πρώτοι, οι οποίοι θεωρούσαν το συμφέρον του συνόλου ως ιδιαίτερη ηθική αρχή για κάθε πολίτη. Οι Κυνικοί φιλόσοφοι ήταν ως εκπρόσωποι των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων σε θέση να δουν τις υπάρχουσες ταξικές αντιθέσεις και προσπαθούσαν να επιτύχουν μία πραγματική κοινωνική απελευθέρωση των ανθρώπων.

Πρωτίστως ο Επίκουρος και οι Κυνικοί φιλόσοφοι θεωρούσαν στην εποχή της κρίσης της Πόλεως τον άνθρωπο ως ένα ατομικιστικό όν. Ο Επίκουρος έχει πρεσβεύσει την άποψη, ότι δεν υπάρχει μία κοινωνία, γι αυτό πρέπει ο καθένας να φροντίσει για τον εαυτό του και έχει διατυπώσει το περίφημο „λάθε βιώσας”. Αυτό όμως σήμαινε απόρριψη της συμμετοχής στον κοινωνικό και πολιτικό βίο της Πόλεως και ήταν αντίθετο με το ιδανικό πρότυπο του πολίτου. Δηλαδή ο άνθρωπος δεν ήταν κατά τη γνώμη του ένα „ζώον πολιτικόν” (Αριστοτέλης), αλλά ένα ον με εγωιστικές τάσεις.
Ο Επίκουρος έχει παραλάβει την ατομική διδασκαλία του Δημοκρίτου και την έχει εφαρμόσει επί των κοινωνικών σχέσεων. Θεωρούσε το άτομον του Δημοκρίτου ως μίαν εικόνα του μεμονωμένου ατόμου στην κοινωνία με την αυτοπεποίθηση του Ενός.

Ο Ατομικισμός και ο Εγωισμός ήταν για τον Επίκουρο η κυρία κινητήρια δύναμη για τις ενέργειες κάθε ανθρώπου. Ακριβώς 2300 έτη προ του Ελβετού φιλόσοφου J.J.Rousseau („contrat social“: „Κοινωνικό Συμβόλαιο»)  ο αιώνιος Επίκουρος έχει εμπεδώσει τη θεωρία της «Συνθήκης¨»(Κοινωνικό Συμβόλαιο) καθώς και την Θεωρία του συμφέροντος: Σύγκλιση των διαφορετικών συμφερόντων των ατόμων προς δημιουργία του κοινωνικού συμβολαίου που σημαίνει συγκεκριμένα του συντάγματος.

Αυτός διαπιστώνοντας τα υπάρχοντα κοινωνικά και ταξικά προβλήματα, έχει τελείως απελπιστεί. Αλλά δεν έφθασε στο σημείο να βγάλει ένα πιό συνεπές συμπέρασμα και δη την αλλαγή του κοινωνικού και πολιτικού status quo μέσω του αγώνα. Προτίμησε την υλοποίηση της „ατομικής ευδαιμονίας“ από κοινού με ομοϊδεάτες. Η θεωρητική προüπόθεση ήταν για τον Επίκουρο η αυτονομία του ατόμου ως μία κυρία ηθική αρχή.

Ευρωπαίοι φιλόσοφοι

Ακριβώς αυτή η ατομικιστική ηθική του Επικούρου έχει επηρεάσει πάρα πολύ στον 18ο αι. τον αστικό διαφωτισμό στη Γαλλία και στην Αγγλία (Rousseau, La Mettrie, Helvetius, Holbach, Hobbes, Hutcheson, Hume ). Τους άρεσε ιδιαιτέρως η άποψη του Επικούρου, ότι ο Εγωϊσμός είναι η πιό ισχυρή κινητήρια δύναμη του ανθρώπου μεν, αλλά προσπαθούσαν να τον κάνουν χρήσιμο και για την κοινωνία.

Και οι δύο πιό σημαντικοί εκπρόσωποι του αγγλικού Ουτιλιταρισμού J.Bentham και J. Mill προσπάθησαν να εμπεδώσουν επί των εγωϊστικών προüποθέσεων του ατομικιστικού ηδονισμού έναν κοινωνικό ευδαιμονισμό („την πιό μεγάλη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό“, δηλαδή να είναι μέσω του ατομικιστικού ηδονισμού όσο το δυνατόν περισσότερα μέλη της κοινωνίας ευτυχείς.

Ο Ατομικισμός των εκπροσώπων του αρχαίου „προλεταριάτου“, των Κυνικών φιλόσοφων ήταν πιό ισχυρός, γιατί είχε βαθιές ρίζες στην κοινωνία. Τον 4ο αι. έχει συντελεσθεί μία μεταλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων μέσω της όξυνσης των διαφορών μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών πολιτών. Αυτή η μεταλλαγή είχε ως συνέπεια νέες φιλοσοφικές τοποθετήσεις, όπως την αντικατάσταση του όρου Πολίτης με τον όρο Ανθρωπος. Οι Κυνικοί φιλόσοφοι προσπαθούσαν να πείσουν τα μέλη του Δήμου να επιτύχουν μέσω της διαπαιδαγώγησης και της αυτοδιαπαιδαγώγησης μίαν ατομικιστική μεταλλαγή της συνείδησης.

Σκοπίμως έχουν δημιουργήσει με τον κυνικό Ατομικισμό ένα αντίβαρο κατά της επικρατούσας αρχής του καλού του συνόλου, η οποία έχασε ήδη για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα την αξία της. Οι Κυνικοί φιλόσοφοι όμως δεν θεωρούσαν την κοινωνία, αλλά το κράτος ως εχθρό, υπερασπιζόνταν τα δικαιώματα και την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς τους εναντίον του κράτους (Πόλις) και απαιτούσαν απελευθέρωση από τους νόμους, τις υποχρεώσεις, τις συνήθειες, τη δυσειδαιμονία, τις θρησκευτικές λειτουργίες και την παράδοση.

Ετσι έχει διαιρεθεί η κοινωνία της πόλεως στην κανονική „κοινωνία των πολιτών“ και στην κοινότητα των φτωχών ως μία συλλογική κοινωνική δύναμη. Βαθμιαία ωρίμαζε η συνείδηση της αξίας του ατόμου, αλλά δεν υπήρχε μία οργάνωση για να διεκδικήσουν τα φτωχά άτομα τα δίκαιά τους. Τοιουτοτρόπως έχουν εφεύρει ένα ψυχολογικό μέσο και δη τον Ατομικισμό.

Από πολιτική άποψη επρόκειτο για ένα κίνημα διαμαρτυρίας, το οποίο είχε τον 18ο αι. μεγάλη επίδραση επί των ευρωπαϊκών αντιλήψεων περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να διαπιστώσει στα σύγχρονα συντάγματα σκέψεις των Κυνικών φιλόσοφων, τους οποίους το κατεστημένο τους συκοφαντούσε, γι αυτό και το προσβλητικό Κυνικοί φιλόσοφοι (Σκυλοφιλόσοφοι).

Ενώ η Δύση έχει προοδεύσει αξιοποιώντας το αρχαίο ελληνικό πνεύμα (όχι μόνο τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη !) οι θεολόγοι και οι φιλόσοφοι του Βυζαντίου έθεσαν στο επίκεντρο της θεώρησής των   τα επουράνια, κάτι που δυστυχώς ακόμη και στο παρόν συνεχίζεται.

Δημοσιευθέν στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής (
την τελευταία φορά στην 1.2.2014 ).

—————————————————————————–

Ατομον

Ο όρος του συγχρόνου ΑΤΟΜΟΥ έχει εμπεδωθεί από τον  Ιταλό  Φιλόσοφο και Θεολόγο Thoma Aquin  (Aquinas, 13ος αι.).

Τα χαρακτηριστικά του στοιχεία είναι σήμερα τα εξής: αυτονομία, ιδία βούληση, ελευθερία των επιλογών, αξιοπρέπεια, αυτοπεποίθηση, φιλοπονία (εργατικότητα), φιλομάθεια, αυτοπειθαρχία, συνείδηση της ευθύνης (δεν είναι οι άλλοι υπαίτιοι για τις προσωπικές αποτυχίες), κοινωνική συνείδηση,  διαλεκτική αλληλεξάρτηση μεταξύ των δικαίων και των υποχρεώσεων.

Ακριβώς αυτό το άτομο ήταν και είναι περαιτέρω η προϋπόθεση και βάση για τον σύγχρονο πολίτη (citoyen), προϊόν του ευρωπαϊκού διαφωτισμού  και  ιδιαιτέρως της Γαλλικής (Αστικής) Επανάστασης.

Ο πολίτης με την Κρατική, τη Νομική και τη Φορολογική συνείδηση αποτελεί το φονταμέντο του σύγχρονου κράτους.  Μάλλον δεν ισχύουν αυτά για τα Βαλκάνια, γι αυτό αυτά δεν  προοδεύουν.

Δημοσιευθέν συχνά στον κεντρικό ηλεκτρονικό τύπο, τελευταία φορά στην Καθημερινή (21.1.17)

————————————————————-

Ατομικότητα, Δημιουργικότητα

Ομόφωνη γνώμη των Ευρωπαίων ειδικών ιστορικών :
Η ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ήταν ένα από τα “μυστικά” για τις κοσμοϊστορικές πολύπλευρες επιτεύξεις των αρχαίων Ελλήνων.

Είναι και τώρα μία από τις καθοριστικές προϋποθέσεις για τη ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ (π.χ. συγκλονιστικές επιτεύξεις των Αμερικανών ερευνητών στις υψηλές τεχνολογίες).

Στην Ελλάδα γίνεται σύγχιση μεταξύ της Ατομικότητας και του Ατομικισμού (Εγωϊσμού).

Οι μεγαλύτεροι εχθροί της Ατομικότητας είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, οι Θεολόγοι της καθώς και το ΚΚΕ.
Διεθνώς μισούν την Ατομικότητα ο Καθολικισμός (όχι όμως ο Προτεσταντισμός), Ο Κονφουκιανισμός και ιδιαιτέρως το Ισλάμ. Καθημερινή (4.5.16)

———————————————————-

Ατομο, Πολίτης, Κοινωνία κράτος, Κοινωνική, κρατική, νομική και φορολογική συνείδηση

Σύμφωνα με τη δυτική (όχι την κονφουκιανική, την ινδουιστική ή την εβραϊκή) πολιτική και τη νομική επιστήμη αποτελούν η κρατική και η νομική συνείδηση τη conditio sine qua non για κάθε κράτος.
Και οι δύο καθιερωμένοι όροι (termini scientifici) δεν σημειώνονται στην ελληνική γλώσσα. Αντ αυτών χρησιμοποιείται η έκφραση “αίσθημα δικαίου “, κάτι που ο καθείς (μη πολίτης) ερμηνεύει κατά το δοκούν, δηλαδή σύμφωνα με το δικό του συμφέρον.
Και οι δύο όροι είναι συστατικά στοιχεία του citoyen (πολίτου), ο οποίος στην Ελλάδα υπάρχει μόνον προ φόρμα. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ στηρίζεται στο ΑΤΟΜΟ.

Σύμφωνα με την πολιτική, τη νομική και την κοινωνιολογική επιστήμη είναι τα χαρακτηριστικά στοιχεία του σύγχρονου ΑΤΟΜΟΥ τα εξής: αυτονομία, ιδία βούληση, ελευθερία των επιλογών, αξιοπρέπεια, αυτοπεποίθηση, φιλοπονία (εργατικότητα), φιλομάθεια, αυτοπειθαρχία, συνείδηση της ευθύνης (δεν είναι οι άλλοι υπαίτιοι για τις προσωπικές αποτυχίες), κοινωνική συνείδηση, διαλεκτική αλληλεξάρτηση μεταξύ των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων.

Ακριβώς αυτό το άτομο ήταν και είναι περαιτέρω η προϋπόθεση και βάση για τον σύγχρονο πολίτη (citoyen).
Ο συνδετικός κρίκος των ατόμων και της κοινωνίας είναι η συνθήκη (Επίκουρος) η σύγχρονα το Contrat social (Jean-Jacques Rousseau).

Τα καθοριστικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του πολίτου είναι τα ακόλουθα: κρατική συνείδηση, νομική συνείδηση, φορολογική συνείδηση,  ή διαλεκτική αλληλεξάρτηση δικαίων και καθηκόντων και το κοινόν καλόν (Αριστοτέλης) ή  το συμφέρον του συνόλου (Δημόκριτος).

Φυσικά σημειώνονται και άλλες απόψεις γύρω από το άτομο και την κοινωνία πρωτίστως εκ μέρους ρωμαιοκαθολικών και ορθόδοξων θεολόγων που έχουν μερικά κοινά γνωρίσματα όπως την εξωπραγματικότητα, την ηθικολογία, την αοριστολογία, την αγνοια, την μεσαιωνολατρεία και μία μαζοχιστική θρησκευτική ομφαλοσκόπηση.

Καθημερινή (18.9.16, 16.7.17)

Πρώτα ο άνθρωπος και ύστερα ο πολιτικός προσδιορισμός

Ηδη στην εποχή του Εμφυλίου και μετέπειτα μου έκανε εντύπωση, ότι κάποιος της “Αριστεράς” η της “Δεξιάς¨ έχει θεωρηθεί ως”δικός μας” , “΄καλό παιδί”, “κονωνικός άνθρωπος” ,”καλός πατριώτης” και παράδειγμα για τους άλλους, ας ήταν και τεμπέλαρος , αμόρφωτος , βλάκας και από κάθε άποψη άχρηστος και επικίνδυνος.
Αυτή η ηλίθια θεώρηση συνεχίζεται και σήμερα : Ο “Αριστερός” θεωρείται καλός, ο “Δεξιός” κακός, ο πατριδοκάπηλος μέγας πατριώτης,  ο λογικά σκεπτόμενος πατριώτης εθνομηδενιστής, ο επιχειρηματίας είναι κατάπτυστος εκμεταλλευτής, ενώ ο εργάτης ή πιό εύστοχα το μέλος του ΚΚΕ ή ο συνδικαλιστής  είναι άγγελος και »θυσιάζεται» για το συμφέρον του «λαoυτσίκου» . Αυτό είναι παράνεια  par excellence.
Η λογική λέγει όμως κάτι άλλο : άνθρωπος, άτομο, πολίτης, κατόπιν η ιδεολογική και πολιτική τοποθέτηση. Καθημερινή  (4.7.14)

—————————————————————————————————————–

Νεοελληνική Αυτοπεποίθηση

Ανεξάρτητα από την βασική ιδιότητα (άτομο, έθνος , κράτος)  η αυτοπεποίθηση εξαρτάται από πολυποίκιλες επιτεύξεις στη οικονομία, στην επιστήμη, στην διοίκηση κτλ. και όχι από θρύλους και παραμύθια, φαντασιώσεις, τσαμπουκά, επιπολαιότητα, μεγαλοστομία, υπερεξυπνακισμό και από κατά φαντασίαν ανωτερότητα. Καθημερινή (6.12.14)

————————————————————————————————-


Πάντων χρημάτων μέτρον έστιν άνθρωπος, των μεν όντων ως έστιν, των δε ουκ όντων ως ουκ εστίν. Πρωταγόρας 
Άνθρωπος : ο αναθρών ά όπωπε.Πλάτωνμτφρ: Άνθρωπος: αυτός που αναλογίζεται και κρίνει όσα έχει δει. 
Τι εστιν ό μίαν έχον φωνήν τετράπουν και δίπουν και τρίπουν γίνεται;Το αίνιγμα της Σφίγγας(το έλυσε ο Οιδίποδας· η απάντηση είναι φυσικά «ο άνθρωπος» σε διάφορες ηλικίες) 
 
Πολέμιον ανθρώποις αυτοί εαυτοίς.Ανάχαρσις, 6ος π.Χ. αιών, Σκύθης ηγεμόνας & φιλόσοφοςμτφρ: ο εχθρός του ανθρώπου είναι ο ίδιος εαυτός του 
Άνθρωπον ζητώ.Διογένης
Μέμνησο ότι άνθρωπος εί.Υπενθύμιση προς τον εαυτό του που επέβαλε ο Φίλιππος Β’ 
Ως χαρίεν εστ’ άνθρωπος αν άνθρωπος ή.Μένανδρος 
Σκιάς όναρ άνθρωπος.Πίνδαροςμτφρ: ο άνθρωπος είναι τ’ όνειρο μιας σκιάς. 
Πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει.Σοφοκλής Αντιγόνη 
Ουκ ένι ιατρικήν είδέναι, όστις μη οίδεν ό τι εστίν άνθρωπος.Ιπποκράτηςμτφρ: είναι αδύνατο να ξέρει την ιατρική, αυτός που δεν ξέρει ακριβώς τι είναι ο άνθρωπος
Άπαξ άνθρωποι γεγόναμεν, δις δε ουκ έστι γενέσθαι.Επίκουροςμτφρ: μια φορά γεννηθήκαμε άνθρωποι, δυο φορές όμως δεν είναι δυνατό να γίνουμε 
Θνητός γεγονώς άνθρωπε, μη φρόνει μέγα.Μένανδροςμτφρ: αφού γεννήθηκες θνητός άνθρωπε, μην έχεις μεγάλες ιδέες 
Πρώτον μεν γαρ τρία ην τα γένη τα των ανθρώπων, ουχ ώσπερ νυν δύο.Σωκράτηςμτφρ: στην αρχή τα γένη των ανθρώπων ήταν τρία, όχι δύο όπως τώρα(από το «Συμπόσιον» του Πλάτωνα) 
Άνθρωπος τελειωθείς βέλτιστον των ζώων, χωρισθέν δε νόμου και δίκης, χείριστον πάντων.Πλάτων

 

 

 

 

 

 



 


 

(Εθνικοκοινωνισμός), Εθνικοκομμουνισμός, Αριστεροεθνικισμός (Εθνικοαριστερισμός), Εννοιες

(Εθνικοκοινωνισμός), Εθνικοκομμουνισμός, Αριστεροεθνικισμός (Εθνικοαριστερισμός),

H έκφραση Εθνικοσοσιαλισμός (Εθνικοκοινωνισμός) είναι στην πραγματικότητα μετάφραση της  γερμανικής  έννοιας  Nationalsozialismus. Ο συνδυασμός του κοινωνικού με τον εθνικό παράγοντα οδηγεί στον Εθνικοκοινωνισμό  ή  τουλάχιστον στον Αριστεροεθνικισμό (Εθνικοαριστερισμό)  ο οποίος έχει εμπεδωθεί στην Λατινική Αμερική ( (Allende, Chaves, Maduro et alt.) Ο πιό νωστός Ελληνας αριστεροεθνικιστής ή εθνικοκομμουνιστής είναι ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης.

Ο Εθνικοκομμουνισμός έχει εμπεδωθεί από τον ψυχοπαθή και ημιπολιτισμένο Στάλιν (Εθνικοσταλινισμός) στην πρώην Σοβιετική Ενωση και ύστερα από τον 2o Παγκόσμιο Πόλεμο από τον Τίτο στην Γιουγκοσλαβία, από τον Χότσα στην Αλβανία, από τον Τσαουσέσκου στην Ρουμανία, από τον  Μαο Τσε Τουνγ στην Κίνα, από τον Κιμ Ιλ Σουνγκ στην Βόρεια Κορέα, από τον Χο τσι Μινχ στο  Βόρειο Βιετναμ και από τον Κάστρο στην Κούβα. (patria o muerte, eviva el kommunismo).

Γενικά πρόκειται για ολοκληρωτικά ή ημιδικτατορικά καθεστώτα.

Καθημερινή (28.4.17)

Αλφάβητο Ελληνικό, Προέλευση, Ποντιακά, Συνωμοσιολογία,Λατινικό,

Αλφάβητο Ελληνικό, Προελευση, Ποντιακά, Συνωμοσιολογία,Λατινικό, Περί του ελληνικού αλφάβητου

Σε ένα ειδικό βιβλίο ( Carl Faulmann, Schriftzeichen und Alphabete aller Zeiten und Völker, Wien 1878) αναφέρονται όλα τα τοπικά αρχαία ελληνικά αλφάβητα που προϋπήρχαν του γνωστού τελικού αλφαβήτου στις εξής πόλεις : Αλικαρνασσός, Μίλητος, Θήρα, Μήλος, Αργος , Κόρινθος, Κέρκυρα, Ανακτόριον, Κρήτη, Αθήνα (αρχαιότερο, νεότερο), Εύβοια, Βοητία, Λοκρίς, Θεσσαλία, Λακωνία, Αρκαδία, Ελις και αχαϊκές αποκίες.
Διεπίστωσα πολλές διαφορές μεταξύ των τοπικών αλφαβήτων. Το Γ γραφόταν π.χ. έτσι στην Αλικαρνασσό, στην Μίλητο,στη Μήλο, Βοητία, ενμέρει στην Εύβοια, Λοκρίδα και Θεσσαλία.
Το Γ γραφόταν σαν C στην Κόρινθο, στο Ανακτόριον, ενμέρει στην Λοκρίδα, και στην Αρκαδία. Στην Αθήνα γαφόταν σαν Λ.
Το Δ γραφόταν σαν D ενμέρει στην Αθήνα, στο Αργος, στην Βοητία, στην Λακωνία, στην Αρκαδία και στις αχαϊκές αποικίες.
Τα Ε, Ρ, Ι, Λ, Σ και Υ γραφόνταν σε πολλές παραλλαγές.
Στην διεθνή γλωσσολογία είναι κοινός τόπος, ότι Ιωνες έμποροι από την Μίλητο έχουν παραλάβει από τους Φοίνικες και ακριβώς από την πόλη Ugarit το αλφάβητο κλπ. (γνωστά ). Αλλά στην Φοινικία διέθετε σχεδόν κάθε σημαντική πόλη το δικό της αλφάβητο !
Είσης είναι αναγνωρισμένη γνώση, ότι οι Φοίνικες έχουν στηριχθεί στα ιερογλυφικά της Αιγύπτου( απαρχή 3 χιλιάδες έτη π.Χ. ) και όχι στην σφηνωειδή γραφή των Βαβυλωνίων.
Καθημερινή (26.11.2014)

—————————————–

Περί του  ελληνικού Αλφαβήτου, Προέλευση, Μία προσθήκη

1.Οταν πρόκειται για επιστημονικά προβλήματα, ισχύει η αρχή  consensus generalis doctorum et professorum ( γενική ομοφωνία δοκτόρων και καθηγητών). Σε περίπτωση που συγγράφονται λεξικά , εγκυκλοπαίδειες και  εγχειρίδια, εφαρμόζεται αυτή  ή μεθοδική αρχή. Αυτό σημαίνει, ότι δεν είναι συνήθεια  να διατυπώνει κανείς τη γνώμη του, πράγμα που μπορεί να το κάνει σε μία μελέτη σε ένα επιστημονικό περιοδικό ή σε μία εξειδικευμένη μονογραφία. Οι αναφερθείσες πηγές γνώσεων είναι διεθνώς αναγνωρισμένες.

2. Σε κάθε επιστήμη υπάρχουν επιστήμονες που μερικές φορές ασχολούνται στην έρευνα επί δεκαετίες με ένα αντικείμενο. Δηλαδή είναι υπερεξειδικευμένοι. Αυτονοήτως σέβονται οι άλλοι επιστήμονες την γνώμη τους. Αλλά μη επιστήμονες δεν μπορούν να υποδύονται τον ρόλο των ειδικών. Φυσικά είναι δυνατό να γράφουν και να δημοσιεύουν ό,τι θέλουν.

Σημειώνονται πολλοί ερασιτέχνες ιστορικοί, αρχαιολόγοι, εθνολόγοι λωσσολόγοι κλπ. , αλλά σπάνια διαθέτουν επιστημονική  κατάρτηση, ανάλογες ειδικές γνώσεις στον τομέα  τους και στη μεθοδολογία του.  Εχω διαπιστώσει, ότι ιδιαιτέρως σε χώρες της Νότιας Ευρώπης παίζουν σχετικά πολλοί ερασιτέχνες , αλλά κσαι πολλοί τσαρλαστάνοι τον αρχαιολόγο, τον ιστορικό και τον γλωσσολόγο. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, αλλά όντως σημειώνονται στηνΕλλάδα πάμπολλοι φαντασιολόγοι.

3. Είναι ζήτημα μεθοδολογικής προσέγγισης να γνωρίζουμε,  ότι οι πρώτοι  πολιτισμού (γεωργία προ 11000, τα κράτη προ  5500, η γραφή προ 5000, οι νόμοι προ 4250 ετών κλπ.) έχουν εμφανισθεί στη Μέση Ανατολή. Περί αυτών των γνώσεων υφίσταται μία γενική ομοφωνία των ειδικών επιστημόνων σε όλον τον κόσμο. Οι πρώτες γραφές και τα πρώτα αλφάβητα έχουν δημιουργηθεί στην Αίγυπτο (ιερογλυφική γραφή ) και στην Σουμερία (σφηνωειδής γραφή).

4.Σε όλους τους φορείς επιστημονικών γνώσεων πρεσβέυεται η άποψη, ότι το ελληνικό αλφάβητο, όπως το γνωρίζουμε εδώ και 2900 έτη, βασίζεται στο φοινικικό αλφάβητο. Αυτό ήταν γνωστότατο σε επιφανείς λόγιους της Αρχαίας Ελλάδας. Είναι γνωστό , ότι προϋπήρχε μία πολύ δύσκολη και μη πρακτική γραφή.

Η φοινικική προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου επιβεβαιώνεται και μέσω της ονομασίας των ψηφίων του  στην φοινική γλώσσα.

Κατά σειρά είναι : Πρωτοσημιτικό,Ουγκαριτικό,Φοινικικό

Alep, alpa, alep : Βούς

Beth, beta, bet : οίκος

Gaml, gamla,gimel :ραβδί εκτόξευσης

Dalet, delta,dalet : Θύρα

Haw, ho,he :Παράθυρο

Waw, wo, waw : αγκίστρι

Zen, zeta,zahin : όπλο

Het, hota, het : σχοινί

Tet, tet,tet :ρόδα

Yad, yod, yod : χέρι

Kap, kap, kap: παλάμη

Lamd, lamda,lamel : ραβδί καλλιέργειας

Mem, mem,mem : ύδωρ

Nahsch, nun,nun : φίδι

Samek,samka,samek : στήριγμα

En, ain,ayin : οφθαλμός

Pu, pu,pe : στόμα

Sad, sade,sade : φυτό

Qup, qopa, poph : σχοινίον

Ras, rascha, resch : κεφαλή

Schin, schin, schin : δόντι

Taw, to, taw : οριοθέτηση

Πηγές (αναφέρω μόνο μερικές)

-Peter T. Daniels, William Bright (eds.), The World’s Writing Systems. (1996) ISBN 0-19-507993.
-David Diringer” History of the Alphabet, (1977) ISBN 0-905418-12-3.
-Stephen R. Fischer: A History of Writing. (2005) Reaktion Books CN 136481
-Joel M. Hoffman: In the Beginning: A Short History of the Hebrew Language. (2004) ISBN 0-8147-3654-8.
-Robert K. Logan: -Joseph Naveh: Early History of the Alphabet: an Introduction to West Semitic Epigraphy and Palaeography. (Magnes Press – Hebrew University, Jerusalem, 1982).

Το Βήμα (11.6.15)

——————————————

Ελληνικό Αλφάβητο, Νεολληνικά, Ποντιακά, Λατινικό Αλφάβητο

Το γνωστό ελληνικό Αλφάβητο εφαρμόζεται από τον 9ο αι. π.χ., δηλαδή έχει συνέχεια 2900 ετών. Τα αρχαιότερα, όπως η Γραμμική Α (ουδεμία σχέση με το ελληνικό αλφάβητο και άλλη γλώσσα) και η Γραμμική Β ( ελληνική γλώσσα της μυκηναϊκής εποχής, ηδη προ του φοινικικού αλφαβήτου μερικά ΕΛΛΗΝΙΚΑ στοιχεία) διαφέρουν από το γνωστό αλφάβητο.

Νομίζω , ότι η Νεοελληνική είναι κόρη της Κοινής και εγγονή της Αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αλλά στην τελευταία διαπιστώνουμε μεγάλες διαφορές
π.χ. μεταξύ των ομηρικών κειμένων και των κειμένων της κλασικής εποχής, στην οποία έχουν γραφεί τα αθάνατα φιλοσοφικά και θεατρικά έργα.

Τα Ποντιακά που είναι σύμφωνα και με τον Μπαμπινιώτη μία από τις νεοελληνικές διαλέκτους, εμπεριέχουν πάρα πολλές λέξεις και γραμματικά στοιχεία της Ιωνικής διαλέκτου. Περί αυτού υπάρχει ολόκληρη διδακτορική διατριβή, η οποία έχει υπερασπισθεί ήδη στα τέλη του 19ου αι. από έναν λόγιο Τραπεζούντιο στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Οταν την διάβασα, συγκινήθηκα και αισθάνθηκα υπερηφάνεια ως Πόντιος Τραπεζούντιος πολύ. Και αυτό είναι μία γλωσσική συνέχεια αιώνων φυσικά συνδιασμένη με παραλλαγές.

Τα Ιταλικά έχουν απομακρυνθεί πολύ από τα Λατινικά. Ως κόρη των Λατινικών θεωρούνται πρωτίστως τα Πορτογαλλικά ( στην γλωσσολογία τα ονομάζουν “εκβιασμένα Λατινικά”).

Κατά τα άλλα μπορεί ο λατινομαθής να μάθει σχετικά γρήγορα τις νεολατινικές ή ρωμανικές γλώσσες ( πρωτίστως τις προαναφερθείσες καθώς και τα Γαλλικά και τα Ρουμανικά ).
Η γλώσσα είναι συστατικό στοιχείο της εθνικής και πολιτιστικής μας ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ και της ιστορικής συνείδησης.

Καθημερινή ( 17.1.16 )

——————————————————–

Αλφάβητο, Γλωσσολόγοι, Συνωμοσιολογία

1. Το θέμα του Αλφαβήτου και γενικά της γλώσσας είναι αποκλειστικά επιστημονικό και δη γλωσσολογικό.
Πάνω από μισόν αιώνα μελετώ συστηματικά συγγράμματα περί τέτοιων θεμάτων και περί άλλων ινδοευρωπϊκών γλωσσών και σε ξένες γλώσσες.
Ποτέ δεν έχω διαπιστώσει, ότι υπάρχουν πληρωμένοι γλωσσολόγοι.

2.Αμφιβάλλω, ότι υπάρχουν διεθνώς “σκοτεινές δυνάμεις ” που δήθεν επιδιώκουν να καταστρέψουν τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ. Μάλλον πρόκειται για εκφάνσεις της συνωμοσιολογίας και κινδυνολογίας.
Εμείς οι ίδιοι τον καταστρέφουμε !
3..Εκτιμώ πολύ αυτούς που διψούν για μάθηση (“Γηράσκω αεί διδασκόμενος” και ” Υψίστη ευτυχία του ανθρώπου γνώσις εστί”.

Το Βήμα (13.6.15)

Μαρξισμός-Λενινισμός και “Υπαρκτός Σοσιαλισμός” , Μαρξ ως Οικογενειάρχης , Λενιν, Στάλιν

Υπαρκτός Σοσιαλισμός” , Μαρξ ως Οικογενειάρχης , Λενιν, ΣτάλινΥΤοποθετούμαι ως γνώστης του Μαρξισμού-Λενινισμού και του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού” theoria cum praxi

1. Είχα την δυνατότητα να σπουδάσω στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας μεταξύ άλλων συστηματικά και τον Μαρξισμό-Λενινισμό, την Μαρξιστική-Λενινιστική  Φιλοσοφία ( ιδιαιτέρως τον Διαλεκτικό και τον Ιστορικό Υλισμό ), την Πολιτική Οικονομία του Καπιταλισμού,  την Πολιτική Οικονομία του Σοσιαλισμού , την Ιστορία του Διεθνούς Εργατικού  Κινήματος, το Διεθνές Επαναστατικό Κίνημα, την Θεωρία της Επανάστασης και  και το Διεθνές Σοσιαλιστικό Σύστημα. Έχω περατώσει όλες τις εξετάσεις με άριστα.

Το 1981 μου πρότεινε το Πανεπιστήμιο  να με αναγορεύσει σε τακτικό καθηγητή του Μαρξισμού-Λενινισμού με έδρα αν και ήμουν διεθνολόγος , με την προοπτική να αναλάβω το αξίωμα του αντιπρύτανη για όλες τις κοινωνικές επιστήμες. Από πολλούς λόγους απέρριψα την πρόταση. Αυτό είχε για μένα αρνητικές συνέπειες. Πάντως είχα λόγο να είμουν ευτυχής που έχει καταρρεύσει αυτό το άχρηστο, ανελεύθερο, ανίκανο, υποκριτικότατο και απάνθρωπο οικονομικοπολιτικό  ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟ σύστημα.

1.Συγκεκριμένα: Η Μαρξιστική -Λελινιστική Φιλοσοφία έχει παραλάβει την Γνωσιοθεωρία του Δημοκρίτου και την ονόμασε Θεωρία της Αντανάκλασης : Αντικατοπτρισμός της αντικειμενικής πραγματικότητας. Αυτή δεν έχει ποτέ εφαρμοσθεί σωστά.

2. Άλλο η ουτοπία περί της απόλυτης κοινωνικής δικαιοσύνης και άλλο η απογοητευτική  πραγματικότητα. Στην ιστορία της ανθρωπότητας ελάμβανε συνήθως χώραν μία ταχεία μεταλλαγή των ουτοποιών σε τυραννία.

Η δήθεν δικτατορία του προλεταριάτου π.χ. έχει μεταβληθεί σε δικτατορία του κομματικού μηχανισμού, κατόπιν σε δικτατορία της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, ύστερα σε δικτατορία του Πολιτικού Γραφείου , αποτελούμενου από συντηρητικότατα άτομα και στο τέλος υπήρχε η δικτατορία του Γενικού Γραμματέα του Κόμματος και δη ανεξάρτητα, εάν αυτός ήταν ικανός η ήδη αποβλακωμένος. Ας υπενθυμίσουμε ότι η κατάπτωση του “Υπαρκτού σοσιαλισμού άρχισε στην Πολωνία, όπου είχε ξεσηκωθεί η εργατική τάξη.

3. Οι κοινωνικοπολιτικές επαναστάσεις είναι απαραίτητες και επιτυχείς, μόνον όταν έχουν ήδη ωριμάσει οι αντικειμενικές συνθήκες, όπως στον 18ο αι. στη Γαλλία, όπου στα πλαίσια της φεουδαλικής απολυταρχίας είχαν βαθμιαία ωριμάσει οι οικονομικές συνθήκες και είχε δημιουργηθεί μία ριζική αντίθεση μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και των παραγωγικών σχέσεων. Η επανάσταση έλυσε ριζικά το πρόβλημα της αντίθεσης. Έτσι έχουν δημιουργηθεί το καπιταλιστικό σύστημα (πρώτα στην Αγγλία), η αστική δημοκρατία, το  κράτος δικαίου και έχουν εμπεδωθεί οι βασικές ατομικές ελευθερίες και τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα κτλ.

Ανεξάρτητα , αν μας αρέσει αυτό το σύστημα,  είναι αντικειμενικά το πιό δυναμικό και επιτυχές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Έχει συντελεσθεί μία εκρηξη των παραγωγικών δυνάμεων και των επιστημονικών εφευρέσεων επί τη βάσει της ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ πρωτοβουλίας, της δημιουργικότητας του ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ πολίτη και της ανταγωνιστικότητας.

4. Έχει ιστορικά περίτρανα αποδειχθεί, ότι οι μεγάλοι θεωρητικοί και πολιτικοί της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας Karl Kautsky, Eduard  Bernstein και August Bebel είχαν με την τοποθέτησή τους ( βασικές μεταρρυθμίσεις του καπιταλισμού, όχι βίαια επανάσταση ) δίκιο.

5. Σύμφωνα με την Μαρξιστική-Λενινιστική φιλοσοφία  η πράξις είναι κριτήριο για την  αλήθεια,  δηλαδή όχι οι θεωρίες και τα ιδεολογικά δόγματα.

Στον Υπαρκτό σοσιαλισμό”  γινόταν εκ μέρους του εκάστοτε Πολιτικού Γραφείου του κόμματος μία βολονταριστική και τεθλασμένη αντανάκλαση της πραγματικότητας και πρωτίστως μία αντανάκλαση ιδεολογικών ονειρώσεων  και ψευδαισθήσεων.  Αυτή η εξωπραγματική προσέγγιση ήταν στην ουσία αντιυλιστική και αντιμαρξιστική. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με το συντηρητικότατο, καθυστερημένο και εξωπραγματικό ΚΚΕ καθώς εν μέρει και με τον ΣΥΡΙΖΑ.

6. Ο Karl Marx έχει επανειλλημμένως  επισημάνει, ότι η οικονομία εξαρτάται από το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων . Αλλά στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες ήταν οι παραγωγικές δυνάμεις σε απίστευτο βαθμό χαμηλές. Η παραγωγή είναι όμως η προϋπόθεση για μία πλούσια διανομή καταναλωτικών αγαθών. Εν ολίγοις, η οικονομική κατάσταση σε αυτές τις χώρες ήταν στην ουσία της αντιμαρξιστική.

7. Ύστερα από την τελεία κατάρρευση του “σοσιαλιστικού” οικονομικού μοντέλου δεν είναι αυτό πλέον εναλλακτική λύση. Η μόνη δυνατότητα για τους εργαζόμενους είναι να αγωνισθούν μέσω των συνδικάτων για την βελτίωση των βιωτικών συνθηκών στα πλαίσια του παρόντος συστήματος και με πολιτισμένο τρόπο όπως στις χώρες βορείως των Άλπεων.

Δηλαδή ο εν μέρει ελληνικός τραμπουκοσυνδικαλισμός ( κράτος εν κράτει ) συγκεκριμένα ατόμων με συνήθως χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά παχυλότατους μισθούς και αργότερα με μεγάλες συντάξεις δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα και συντελεί στην ολοσχερή καταστροφή της οικονομίας και του κράτους.

8. Στο τέλος ας υπενθυμίσουμε, ότι η Κίνα κατόρθωσε να φτάσει σε επίπεδο διεθνούς οικονομικής υπερδύναμης επί τη βάσει της ιδιωτικοποίησης των πεπαλαιωμένων και μη αποδοτικών κρατικών εργοστασίων.

Κοντολογίς : Χωρίς ιδιωτική πρωτοβουλία δεν επιτυχχάνεται  οικονομική ανάπτυξη ως στερεά βάση της πραγματικής, όχι της εικονικής  ευημερίας του λαού με δανεικά χρήματα.

Ακριβώς αυτό δεν έγινε ακόμη αντιληπτό από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θεωρεί άκρως ιδεοληπτικά τους  επιχειρηματίες ως «ταξικούς « εχθρούς και εφαρμόζει έναν τελείως παρωχημένο οικονομικό ετατισμό.

Δημοσιευθέν συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο, τελευταία στην Καθημερινη (24.4.17).

efimerida (8.8.19)

———————————————————

Marx, Engels και ο Διαλεκτικός Υλισμός

Ο Marx έχει ασχοληθεί πρωτίστως με την οικονομία, αν και δεν έχει σπουδάσει οικονομία, αλλά νομικά, ενώ ο Engels έκανε την φιλοσοφία αντικείμενο μελετών, αν και δεν την έχει σπουδάσει συστηματικά.

Ο Διαλεκτικός Υλισμός έχει σαν βάση τον Υλισμό του Feuerbach και την Διαλεκτική του Hegel, η οποία θεωρείται ως καρδιά της Φιλοσοφίας.

Η Διαλεκτική άρχισε με τον Ηράκλειτο. Σήμερα είναι η Διαλεκτική του Hegel μία από τις βασεις της Γενικής Μεθοδολογίας των βασικών επιστημονικών ερευνών. Οποιος την κατέχει, είναι ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο επάγγελμά του, επιτυχέστερος από τους συνανθρώπους του. Μπορεί πέραν τούτου να στηριχθεί και στον εμπεδωτή του Υλισμού Δημόκριτο. Καθημερινή (19.4.15)

———————————————————————

Ο Κάρολος Μάρξ,  σποτυχημένος οικογενειάρχης, Καλός Κοινωνιολόγος

Ο Karl Marx ζούσε ως μικροαστός μεν  ,όχι όμως με δικά του έσοδα μέσω της εργασίας του ( δεν εργάσθηκε ποτέ !) αλλά απoκλειστικά με χρήματα του φίλου του μεγαλοεπιχειρηματία Friedrich Engels. Κατά τα άλλα δεν τον πολυενδιέφερε η οικογένεια του. Οι ιστορικοί τον θεωρούν ως αποτυχημένο και άχρηστο οικογενειάρχη.

Στην πραγματικότητα ήταν ένας πολύ καλός οικονομολόγος και κοινωνιολόγος και ως τέτοιος διδάσκεται ακόμη και σε αμερικανικά πανεπιστήμια. Η μέθοδός του στην ανάλυση του καπιταλισμού είναι μεν ενδιαφέρουσα, αλλά τα συμπεράσματά του αφορούν τον καπιταλισμό του 19ου αι. Σήμερα θεωρούνται παρωχημένα.

Το τί έχουν κάνει οι “μαρξιστές” με την διδασκαλία του και γενικά με αυτόν, είναι άλλη υπόθεση που έχει αγγίξει ήδη τα όρια της θρησκευτικής λατρείας, ολίγον τι και του μυστικισμού.Καθημερινή (6.9.15)

——————————————————

Ιλιτσ Λένιν

Ισως ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες περί τον Λένιν :
1. Ο παππούς του ήταν ρωσοεβραίος. 2. Σπούδασε νομικά με άριστα. 3. Εχει εμπεδώσει προ του Στάλιν την “επαναστατική τρομοκρατία”. 4. Δεν εκτιμούσε τον ημιπολιτισμένο και μοχθηρό Γεωργιανό Στάλιν, αλλά ήθελε σαν διάδοχο τον ικανότατο και πολύ μορφωμέδνο Ρωσοεβραίο Τρότσκι. 5. Πέθανε λόγω σύφιλης !

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να εφαρμόσει την λενινιστική στρατηγική και τακτική. Οι γνώστες του μαρξισμού-λενινισμού διαπιστώνουν σχετικά εύκολα τις ανάλογες ολέθριες ιδεοληπτικές ΑΓΚΥΛΩΣΕΙΣ, οι οποίες εμποδίζουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Καθημερινή ( 9.4.15)

—————————————————-

Στάλιν και σταλινικοί

1.”Σοσιαλισμός” σοβιετικού ( λενινιστικού ) τύπου ήταν αναμφιβόλως ένα ολοκληρωτικό σύστημα, το οποίο δεν αναγνώριζε ούτε το άτομο, ούτε τον πολίτη, ούτε τις βασικές ελευθερίες του πολίτη , ούτε τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

2. Ο σταλινισμός ήταν το ειδεχθές αποκορύφωμα του ολοκληρωτικού συστήματος, γιατί στηριζόταν στον φόβο και στην τρομοκρατία. Δεν είναι ανάγκη να αναφέρουμε εδώ τα γνωστότατα εγκλήματα, τα οποία είχαν ήδη τα χαρακτηριστικά της γενοκτονίας , αργότερα με τον Πολ Ποτ των “Κόκκινων
Κμερ”στην Καμπότσα.

3. Ενώ ο Λένιν κατείχε μόρφωση και πολιτισμό,  ο Στάλιν ήταν ένας ημιπολιτισμένος και ανεπαρκώς μορφωμένος άνθρωπος, στην πραγματικότητα ένα αθρωποειδές τέρας. Ο βασικός του κώδικας συμπεριφοράς ήταν ένα μείγμα πολιτισμικά καθυστερημένου καυκάσιου με μία μη χωνευμένη ιδεολογία.

Ο Σ. έμαθε στα κομματικά σχολεία μερικά πράγματα περί του μαρξισμού , χωρίς όμως να διεισδύσει στο punctum quaestionis (πυρήνα) του μαρξισμού, ο οποίος διακατεχόταν από το πνεύμα του ουμανισμού. Και όμως, η αντιμαρξιστική προσωπολατρεία τον αναβίβασε σε “Κλασσικό”του
μαρξισμού-λενινισμού ! Τα “εργα” του έχουν γραφεί από άλλους, ως επί το πλείστον γνώστες του μαρξισμού-Λενινισμού.

4. Ο Σ. ήταν υπαίτιος για τις αρχικές ήττες του “κόκκινου στρατού”, γιατί δεν αντιλήφθηκε τον χιτλερικό κίνδυνο και εκτός τούτου εξολόθρευσε το 1937 το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας του στρατού. Δεν είχε ιδέα από στρατιωτικά ζητήματα. Γι αυτό έχει ανατεθεί η ηγεσία του στρατού στον ικανότατο στρατάρχη Ζούκοφ (“σοβιετικός Ναπολέων”), ο οποίος φυσικά μαζί με τους γενναίους μαχόμενους έσωσε την Σοβιετική Ένωση και όλη την Ευρώπη.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ και όχι οι ανοησίες που λεγόταν και εν μέρει ακόμη λέγονται περί τουΣτάλιν.

5. Αυτοί που τον τιμούν ή γενικά τον θαυμάζουν ακόμη, πάσχουν μάλλον από παράνεια ή τουλάχιστον από ιδεολογική αποβλάκωση και είναι περίπτωση για τον ψυχίατρο. Καθημερινή (10.2.17), Πρώτο Θέμα (2.2.22)

———————————————————————–

Προς ένα αδιόρθωτο εκπρόσωπο της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς :

1. Αλλο ο Σοσιαλισμός και τελείως άλλο Κομμουνισμός.
2. Ο Σοσιαλισμός σοβιετικής κοπής ήταν στενότατα συνδυασμένος με τρομοκρατία και εγκλήματα ήδη από την αρχή υπό Λένιν.
3. Εκανε ο Νικήτα Χρουστσόφ λάθος που το 1956 στο 20ο. Συνέδριο του ΚΚΣΕ έχει αποκαλύψει τα φρικτά εγκλήματα του ημιβάρβαρου “πατερούλη” Στάλιν ;
4. Δεν είναι αληθές, ότι ο Στάλιν, ο Μαο Τσε Τουνγκ και ιδιαιτέρως το τέρας Πολ Ποτ έχουν διαπράξει στο όνομα του “Σοσιαλισμού” αφάνταστα εγκλήματα κατά των λαών τους ;
5. Τί είστε άραγε εσείς οι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ ; Κρυπτοκομμουνιστές ή κρυπτοσταλινικοί ; Πάντως σοσιαλιστές ευρωπαϊκής κοπής δεν είστε. Πολιτικοί του είδους σας σημειώνονται στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ενωσης μόνον στην Ελλάδα.
6. Δεν ήταν μέγιστο έγκλημα κατά του ελληνικού λαού ο εμφύλιος πόλεμος, για τον οποίο ήταν υπαίτιο το ΚΚΕ ; ΕΝ ΓΝΩΣΕΙ ΤΟΥ ΥΠΑΡΚΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ THEORIA CUM PRAXI. Iefimerida (21.8.17)

——————————————————————————-

Ο Στάλιν το είπε : “χρήσιμοι ηλίθιοι”.

Εννοούσε τους οπαδούς του ειρηνιστικού κινήματος και τους αστούς διανοουμένους στην Δύση (π.χ. τον γερμανό συγγραφέα Thomas Mann κ.α). Πρόκειται για μια επαίσχυντη υπόθεση (Στάλιν) , αλλά και λίαν τραγική για του “ηλίθιους”, τους οποίους στην πραγματικότητα περιφρονούσε. Καθημερινή ( 10.4.15)

————————————————————————-

-Χάβελ “Ο κομμουνισμός είναι ο μακρύτερος δρόμος για να φτάσει κανείς στον καπιταλισμό”.

Ισότητα (Αριστοτέλης, Thomas Aquin, Locke, Γαλλική Επανάσταση, Πολιτικά Συνθήματα, Γνωμικά

Ισότητα

Ο σοφιστής Αντιφών έχει επεξεργασθεί ολόκληρη θεωρία της Ισότητας. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης έκαναν διάκριση μεταξύ της αριθμητικής (ποσοτικής) και της ποιοτικής Ισότητας.

-Die Konsequenz der natürlichen Gleichheit wäre dann die (juristische) Gleichheit. Es kann u. E. nicht angenommen werden, dass Antiphon weiter gehen wollte. Antiphon konkretisiert seine naturalistische bzw. naturrechtliche Argumentation: „Atmen wir doch alle insgesamt durch Mund und Nase in die Luft aus und essen wir doch alle mit Hilfe der Hände?… / („Αναπνέομεν τε γάρ είς τόν αέρα άπαντες κατά τό στόμα καί κατά τάς ρίνας καί αισθίομεν ερσίν άπαντες“).Der Sophist Alkidámas ( Αλκιδάμας ) argumentiert in einer Flugschrift religiös sowie naturalistisch: „Freigelassen hat Gott alle; keinen hat die Natur zum Sklaven gemacht“ (Scholion zu Aristoteles, Rhetorik I 13, 1371b 18).38 )

- «ενώ εθεωρείτο ότι υπάρχουν δύο ισότητες, και η μία αποδίδει το ίσο σε όλους, η δε άλλη το πρέπον στον καθένα, δεν αγνόησαν την χρησιμότερη ισότητα, αλλά αποδοκίμαζαν την ισότητα εκείνη, η οποία έκρινε άξιους των ιδίων αμοιβών και τιμών τους φαύλους, προτιμώντας εκείνη (την ισότητα) η οποία τιμά και τιμωρεί καθένα σύμφωνα με την αξία του.”, Ισοκράτης

Ο Αριστοτέλης  ( Οίον δοκεί ίσον το δίκαιον είναι, και έστιν, αλλ’ ου πάσιν αλλά τοις ίσοις * και το άνισον δοκεί δίκαιον είναι, και γαρ έστιν, αλλ’ ου πάσιν αλλά τοις ανίσοις.(Πολιτικά Γ, 9, 1280α, 10-13  και   ο νόμος συνθήκη και, καθάπερ έφη Λυκόφρων ο σοφιστής, εγγυητής αλλήλοις των δικαίων, αλλ’ ουχ οίος ποιείν αγαθούς και δικαίους τους πολίτας”.(ό.π. 1280β, 9, 10-13 ) έχει συνδυάσει την Ισότητα με την Δικαιοσύνη και δη ως εξής : Στην κοινωνία υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι όπως π.χ. πλούσιοι και φτωχοί, μικρές και μεγάλες οικογένειες. Εάν εφαρμοσθούν οι νόμοι έναντι αυτών σύμφωνα με τη νομική ισότητα, τότε θα είναι το αποτέλεμα άδικο. Η Δικαιοσύνη όμως απαιτεί να εφαρμοσθούν διαφορετικοί νόμοι επί διαφορετικών ανθρώπων για να είναι το αποτέλεσμα δίκαιο. Εν ολίγοις, το κράτος είναι υποχρεωμένο να βοηθά με ειδικούς νόμους τους φτωχούς και ανίσχυρους («δίκαιον διορθωτικόν», «δίκαιον συναλλάγμασι διορθωτικόν» και «δίκαιον διανεμητικόν»).Αυτή η σκέψη ανήκει αναμφιβόλως στις »αιώνιες αλήθειες» («aeternae veritates“).

Ακριβώς 1700 έτη αργότερα   ο θεολόγος, φιλόσοφος και άριστος γνώστης του τεράστιου έργου του Αριστοτέλη ο Thomas de Aquin (Ακινάτης) έχει επί τη βάσει της θεωρίας του Σταγειρίτη επεξεργασθεί την δική του θεωρία: „iustitia commutativa“, «iustitia distributiva“ και „iustitia legalis“. (όλα μεταφράσεις των ανάλογων εννοιών του Αριστοτέλη).

Ο Αγγλος φιλόσοφος και διαφωτιστής John Locke έχει διατυπώσει προ των Γάλλων διαφωτιστών την άποψη περί της Ισότητας όλων των ανθρώπων.

Αλλά η ιδέα της Ισότητας έχει εμπεδωθεί για πρώτη φορά στην Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας (United States Declaration of Independence (1776) και ύστερα έγινε το ίδιο στη Γαλλική Διακήρυξη περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη (DECLARATION DES DROITS DE L’HOMME ET DU CITOYEN, 1789).
Μία από τις επτά βασικές αρχές του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου είναι η Ισότητα των κυρίαρχων κρατών.
Ας επισημάνουμε ότι επρόκειτο μόνο για τη νομική ισότητα. Καθημερινή (2.4.17)

————————————————————

Αστική Επανάσταση στη Γαλλία : Liberte, Egalite, Fraternite (Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα)

Οι Σοφιστές έχουν ασχοληθεί ως πρώτοι με το κοινωνικό φαινόμενο της ισότητας. Κατόπιν ήταν η νομική ισότης αντικείμενο ερευνών εκ μέρους του Cicero (Κικέρων). Οι Διαφωτιστές έχουν στηριχθεί σε αυτούς.

Η FRATERNITE προέρχεται από τους Μάσονες (Ελευθεροτεκτονιστές).
H LIBERTE έχει αρχαίες ελληνικές, ρωμαϊκές και μεσαιωνικές ρίζες (Libertas).

Η Αξιοπρέπεια (Dignitas) ως γενική βάση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
έχει μικτή προέλευση : Πλάτων, Κικέρων, Ρωμαιοκαθολισμός.

Παρατήρηση : Πρόκειται για αντικείμενα πανεπιστημιακών μου διαλέξεων επί δεκαετίες και μερικών επιστημονικών συγγραμμάτων. Καθημερινή (6.11.16)

————————————————————– —————————————————–

Αρχαία Γνωμικά

-Die Konsequenz der natürlichen Gleichheit wäre dann die (juristische) Gleichheit.Es kann u. E. nicht angenommen werden, dass Antiphon weiter gehen wollte. Antiphon konkretisiert seine naturalistische bzw. naturrechtliche Argumentation : „Atmen wir doch alle insgesamt durch Mund und Nase in die Luft aus und essen wir doch alle mit Hilfe der Hände?… / („Αναπνέομεν τε γάρ είς τόν αέρα άπαντες κατά τό στόμα καί κατά τάς ρίνας καί αισθίομεν ερσίν άπαντες“).Der Sophist Alkidámas ( Αλκιδάμας ) argumentiert in einer Flugschrift religiös sowie naturalistisch: „Freigelassen hat Gott alle; keinen hat die Natur zum Sklaven gemacht“ (Scholion zu Aristoteles, Rhetorik I 13, 1371b 18).38 )

- «ενώ εθεωρείτο ότι υπάρχουν δύο ισότητες, και η μία αποδίδει το ίσο σε όλους, η δε άλλη το πρέπον στον καθένα, δεν αγνόησαν την χρησιμότερη ισότητα, αλλά αποδοκίμαζαν την ισότητα εκείνη, η οποία έκρινε άξιους των ιδίων αμοιβών και τιμών τους φαύλους, προτιμώντας εκείνη (την ισότητα) η οποία τιμά και τιμωρεί καθένα σύμφωνα με την αξία του.”, Ισοκράτης

-Ισότης στάσιν ου ποιεί. Σόλων, 630-560 π.χ., Αρχαίος Αθηναίος νομοθέτης και φιλόσοφος (μτφρ: η ισότητα δεν προκαλεί επανάσταση)
-πόλεμον ου ποιεί.Αρχαιοελληνική Παροιμία
-Εκκλησιαστικά Ρητά
Ότι τον ήλιον Αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους.κατά Ματθαίον
-Μία δε πάντων είσοδος εις τον βίον, έξοδός τε ίση.
Παλαιά Διαθήκη ‐ Σοφία Σολομώντος Ζ’ 5
(μτφρ: για όλους μία είναι η είσοδος στη ζωή, και η έξοδος ίδια [για όλους] είναι)

-Λατινικά Ρητά
-Omnia mors aequat
(: ο θάνατος εξισώνει τα πάντα)
-Sol omnibus lucet.
Γάιος Πετρώνιος, 1ος μ.Χ αιών, Ρωμαίος συγγραφέας
(ο ήλιος λάμπει για όλους)

-Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα.
“Liberte, Egalite, Fraternite”
Σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης
(το βασικό σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης, 1789)

-Δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των ανίσων.
Αριστοτέλης, 384-322 π.Χ., Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος

Κοσμοπολιτισμός, Κοσμοπολίτης, Αντιπαράθεση με Χ. Γιανναρά)

Κοσμοπολιτισμός, Κοσμοπολίτης, Αντιπαράθεση με Χ. Γιανναρά)
Κοσμοπολιτισμός ή μάλλον Απόδημος Ελληνισμός ;

Εχουμε την εντύπωση, ότι ο κ. Γιανναράς χρησιμοποιεί την έννοια Κοσμοπολιτισμός προβληματικά (Ιδέ το άρθρο του  “Σωτηρία, ίσως, ο κοσμοπολιτισμός ;” (Καθημερινή, 22.1.17).

Ο Κοσμοπολιτισμός, είναι γενικά μία φιλοσοφική και πολιτολογική άποψη, ότι ο άνθρωπος αποτελεί ένα μέρος της ανθρωπότητας και όχι ενός έθνους ή κράτους.

Αυτή η άποψη αφορά τον Κοσμοπολίτη ο οποίος μπορεί χωρίς ενδοιασμούς να ζήσει σε κάθε χώρα του κόσμου. Μίαν ιδιαίτερη συγκεκριμενοποίηση του φαινομένου αποτελεί η
πολυιθαγένεια (κάποιος έχει περισσότερες ιθαγένειες).

Ο Κοσμοπολιτισμός αντιτίθεται στον εθνικισμό και στον επαρχιωτισμό. Εθροί του Κοσμοπολιτισμού είναι ο κομμουνιστικός διεθνισμός και ο υπερεθνικισμός.

Οι Σωκρατικοί Αρίστιππος και Αντισθένης ήταν οι πρώποι φιλόσοφοι, οι οποίοι άρχισαν να αχολούνται με το θέμα της πατρίδας, αλλά η έννοια «κόσμου πολίτης» έχει διατυπωθεί από τον Κυνικό Διογένη τον Σινωπέα (Diog.Laert. 6.63) ,από τον Κυρηναίο Θεόδωρο (Diog.Laert. 2, 99) και από τον Σωκράτη (Cic.Tusc.disp.5,108).
Οι Στωϊκοί Φιλόσοφοι έχουν πρεσβεύσει μία μάλλον θετική άποψη, ότι το σωστό κράτος δεν έχει σχέση με το γνωστό, αλλά αποτελεί
μία κοινωνία, η οποία ενώνει όλους τους σοφούς του κόσμου.

Ηδη στην Εποχή του Χαλκού οι πρόγονοι των Ελλήνων των κλασσικών χρόνων έχουν ταξειδέψει σε άλλες χώρες, έδειχναν μεγάλο εθνολογικό ενδιαφέρον για άλλους λαούς και ανέπτυξαν ταυτόχρονα μίαν κριτική θέαση του ευτού τους αντιλαμβάνοντας , ότι
υπήρχαν και άλλοι πολιτισμοί, μερικοί πιο αρχαίοι και τότε πιο ανώτεροι.

Εχουν διαπιστώσει, ότι κάλλιστα θα μπορούσαν να ζήσουν σε άλλους τόπους , τους οποίους όντως έχουν βαθμιαία εποικήσει εγκαλείποντας την πατρίδα τους, όπου επικρατούσαν σχεδόν
πάντα φτώχια και εμφύλιοι πόλεμοι. Οι δεσμοί με την πρώτη πατρίδα άρχισαν ήδη από τον 7ο αι. και περαιτέρω να χαλαρώνουν.

Ο εμπεδωτής της υλιστικής Φιλοσοφίας Δημόκριτος έχει
διατυπώσει μίαν ενδιαφέρουσα αντίληψη (τσιτάτο από μνήμη : Ολη η Γή είναι ανοιχτή για ένα σοφό, διότι πατρίς κάθε ευγενούς ψυχής είναι όλη η Γη)

Οταν το διάβασα αυτό ως φοιτητής στις αρχές της δεκαετίας του
60 του παρελθόντος αιώνα, μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση, που έβγαλα το συμπέρασμα, ότι εάν στο μέλλον έχω την τύχη να σταδιοδρομήσω επιστημονικά, θα μείνω εκεί όπου
μπορώ να ασχοληθώ με τις επιστήμες που μ ενδιαφέρουν , αλλά στην καρδιά μου θα έχω αυτονοήτως την Ελλάδα. Κάτι τέτοιο διαπιστώνω σε πολλούς επιστήμονες ελληνικής καταγωγής που διαπρέπουν στο εξωτερικό και όντως τιμούν το ελληνικό όνομα.

Παρατήρηση : Το θέμα ήταν αντικείμενο ερευνών και πανεπιστημιακών διαλέξεων πρωτίστως σε συνδυασμό με την εμπέδωση υπερεθνικών διακρατικών οργανισμών.

Προσθήκη : Στο υλικό των διαλέξεών μου βρήκα ακόμη κάτι το ενδιαφέρον : Ο Διογένης από τη
Σινώπη (συμπόντιός των προγόνων μου), έχει αυτονομασθεί πολίτης του κόσμου, αλλά εννοούσε πρωτίστως την δική του Φιλοσοφία του βίου, ενώ ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ιδρυτής της Στοάς, καθώς και ο Seneca έχουν αναβιβάσει τη λέξη Κοσμοπολίτης σε όρο της Ηθικής.

Η ιδέα του Κοσμοπολίτη έχει επεκταθεί σε όλον τον Ελληνισμό, όταν ήδη άρχισε να διαλύεται η ισχύουσα τάξη της Πόλεως, και όταν έχει δημιουργηθεί το μεγαλογεωγραφικό κράτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Στην εποχή της Αναγέννησης και του Ουμανισμού (Ανθρωπισμού) η πανάρχαια ιδέα του
Κοσμοπολίτη έχει απανακαλυφθεί εκ μέρους των Φιλόσοφων, οι οποίοι την μετέτρεψαν σε μίαν ιδέα της Φιλοσοφίας του Δικαίου. Και στην Εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού η έννοια του Κοσμοπολιτισμού έπαιζε έμμεσα κάποιον ρόλο.

Τον 20.αι. ο τότε Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Dag Hammarskjöld προσπάθησε να δημιουργήσει μία σύγχρονη αθρωπιστική τοποθέτηση μετατρέποντας την έννοια του
Κοσμοπολιτισμού στην νέα έννοια «Πολιτική της τάξης του Κόσμου» και ονομάζοντας τον εαυτό του «Κοσμοπολιτικός Hammarsdkjöld.

Στην δεκαετία του 80 του περασμένου αιώνα έχουν ασχοληθεί φυσικά μόνον δυτικοί Κοινωνιολόγοι και Πολιτισμολόγοι (π.χ. Bruce Robins, Timothy Breman, K.A. Appiah, J. Clifford, Ullrich Beck et alt.) με τον Κοσμοπολιτισμό νέου τύπου μέσω μίας σύνθεσης μεταξύ
του Κοσμοπολιτισμού και του Πατριωτισμού. Ετσι έχουν εμπεδωθεί νέες έννοιες , όπως π.χ. «πατριωτικός Κοσμοπολιτισμός», « εθνικός Κοσμοπολιτισμός» και «Κοσμοπολιτισμός με ρίζες».

Σύμφωνα με τον Steven Vertοvec και τον Robin Cohen ο σύγχρονος
Κοσμοπολιτισμός έχει να αναδείξει τις εξής εκφάνσεις : κοινωνικο-πολιτισμική, φιλοσοφική (κοσμοαντίληψη) , πολιτολογική (υπερκρατικοί οργανισμοί, άνθρωποι με περισσότερες ταυτότητες) , ψυχολογική και πρακτική.

Συμπεράσματα :

1.Η ιδέα του Κοσμοπολιτισμού είναι μεν αρχαίας ελληνικής προέλευσης, αλλά αποκλειστικά δυτικοί Φιλόσοφοι και Κοινωνιολόγοι την έχουν απανακαλύψει και λόγω της γνωστής δυναμικότητας και δημιουργικότητάς των την έχω περαιτέρω εξελίξει, ενώ
οι Νεοέλληνες Φιλόσοφοι και Κοινωνιολόγοι δυστυχώς όπως συνήθως, ουδέναρόλο παίζοουν.

Πηγές
(αναφέρονται μόνον οι πιο σπουδαίες ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ )

-A. Albrecht, Kosmopolitismus, ISBN 3-11-018198-3, de
Gruyter 2005.
-K.A. Appiah, Der Kosmopolit-Philosophie des Weltbürgertums
(Orig. Cosmopolitanism : Ethics in a world of stangers, N. York/London 2006) ,ISBN 978-3-406-58488-6, München 2007.
-U. Beck, Der kosmopolitische Blick, ISBN 3-518-41608-1, Berlin
2004.
-U. Beck, /E. Grande, Kosmopolitisches Europa, ISBN 3-518-41647-2, Frankfurt/Main 2004.
-N. Bolz (Edit.), Weltbürgertum und Globalisierung, ISBN
3-7705-3510-3, München 2000.
-P. Coulimas, Weltbürger-Geschichte einer Menschheitssehnsucht, Rainbeck 1990, SBN 3-498-00885-4.
-J. Girshovich, Weltbürgertum, Kosmopolitismus und der
Leviathan, ISBN 978-3-8305-3429-7, Berlin 2015.
-Lexikon der Alten Welt, Band 2, ISBN 3-491-96036-3, Düsseldorf 2001.
-Duden, Das große Fremdwörterbuch, ISBN 3-411-04162-5, Mannheim
et alt. 2000.

—————————————————————————————————————————————————–

 

 

 

vasilis

Ενδελεχής έρευνα σε εγκυκλοπαίδειες και online άρθρα για την προέλευση της φράσης “Δεν είμαι Αθηναιος, δεν είμαι Έλληνας, είμαι ένας πολίτης του κόσμου” μου έδωσε τα εξής αποτελέσματα :
1. Το άρθρο “Σύγχρονος ελληνικός κοσμοπολιτισμός” της φιλόλογου Σοφίας Ι. Μαργαρίνη αποδίδει τη φράση στον Σωκράτη. Την αποψη αυτή συμμερίζεται μια πλειάδα ανώνυμων και επωνύμων άρθρων στο διαδίκτυο .
2. Αρκετές πηγές θεωρούν τον Διογένη πατέρα της φράσης, όπως διατυπώνεται παραπάνω, η ως “Είμαι ένας πολίτης του κόσμου”
3. Μερικές πηγές αναφέρουν οτι ο Πλουταρχος στο δοκίμιο του “Περί Φυγης” ( εξορίας ) απέδωσε τη φράση στον Σωκράτη.
4. H Stanford Encyclopedia of Philosophy γράφει το εξής : “Χωρίς αμφιβολία, οι ιδέες του Σωκράτη επιτάχυναν την εξάπλωση του κοσμοπολιτισμου και στη ύστερη αρχαιότητα ο Σωκρατης θεωρήθηκε ένας πολίτης του κόσμου”.

 

Για την έννοια του αρχαιοελληνικού κοσμοποιλιτισμου ( που αμφισβητείτε, σοφιστικως κατα τη γνώμη μου ) σας παραπέμπω στην ακόλουθη περικοπή από το δοκίμιο του Πλούταρχου “Περί Αλεξάνδρου τύχης η αρετής ο λόγος” σε μετάφραση της κ. Δραγώνα : “Η πολύ θαυμαζομενη “Πολιτεία” του ιδρυτή της στωικός αίρεσης Ζήνωνα μπορεί να συνοψιστεί στην εξής κεφαλαιώδη αρχή : …..να θεωρούμε όλους τους ανθρώπους συνδημότες και συμπολίτες και να επικρατεί ένας βίος και μια τάξη, σαν να είμαστε μια αγέλη που βόσκει μαζί και συντρέφεται από ένα κοινό νόμο. Αυτό έγραψε ο Ζήνων δίνοντας μορφή σ’ ένα όνειρο η σ’ ένα είδωλο μιας ευνομούμενες φιλοσοφικής πολιτείας.” ( Μυρτω Δραγώνα–Μονάχου : ο Αλέξανδρος, ο Στωικός Κοςμοπολιτιςμος και τα ανθρώπινα δικαιώματα, σελ. 44 ). Ο Ζήνων ήταν φυσικά από τους πρώτους θιασώτες του κοσμοπολιτισμου. Το σημερινό ισοδύναμο της Πολιτείας του ειναι, θα έλεγα, “το παγκόσμιο χωριό” της παγκοσμιοποίησης.

Η παραπομπή για τον Σωκράτη ειναι “Ο Αλέξανδρος, ο Στωικός Κοσμοπολιτισμός και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα”, online article by Μυρτω Δραγώνα–Μονάχου, ομότιμου καθηγήτριας της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Γράφει η κ. Δραγώνα : “Ακόμη και ο Αθηνολατρης Σωκρατης, που καυχιόταν οτι ποτέ δεν έφυγε από την Αθήνα, επειδή “η πόλις του άρεσε διαφερόντως”, χαρακτηρίζονταν αργότερα “πολίτης και κάτοικος του κόσμου”( σελ. 42 ). Η ίδια αναφερεται στον Πλούταρχο, θαυμαστή του Αλεξάνδρου, για την παραπλανητική (λανθαςμενη) πληροφορία οτι ο Αλέξανδρος πραγμάτωσε το όνειρο του Ζήνωνα για μια ευνομούμενη “κοσμοπολη”, αλλα δεν αναφέρει τίποτα περί άστοχου σχολίου του Πλούταρχου για τον “πολίτη του κόσμου Σωκράτη”
Ευχαριστώ για το σχολιο.
ΥΓ. Η ακριβής φράση “Δεν είμαι Αθηναιος , δεν είμαι Έλληνας, είμαι πολίτης του κόσμου” ειναι από αλλο άρθρο που δεν μου ειναι τώρα διαθέσιμο . Καθημερινή (2.12.18)

 

Μυστικισμός ( Αποκρυφισμός ), Διάλογος με τον Θεολόγο Χρήστο Γιανναρά

Μυστικισμός (Αποκρυφισμός)

Η Επιστήμη είναι ένα σύστημα γνώσεων σε κατάσταση αέναης εξέλιξης περί των ιδιοτήτων, αιτιακών αλληλουχιών και νομοτελειών της φύσης, της κοινωνίας και της σκέψης σε μορφή εννοιών, κατηγοριών, κανόνων, θεωριών και υποθέσεων. Επιστήμη είναι επίσης η εργασία, η οποία παράγει γνώσεις, οι οποίες δέον να αποδειχθούν μέσω των κανόνων της λογικής και κριτικής σκέψης έτσι ως σωστές, ώστε να αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τους ειδικούς επιστήμονες ομόφωνα ( consensus professorum et doctorum ), (1).

Είναι αυτονόητο, ότι μόνον οι επιστήμονες -  ερευνητές είναι σε θέση να εκφέρουν συγκροτημένη άποψη περί της συγκεκριμένης επιστήμης των και όχι οι δημοσιογράφοι ή οι αδαείς. Μπορεί κανείς να αποκτήσει επιστημονικές γνώσεις πρωτίστως μέσω απαραιτήτων σπουδών ή εν μέρει μερικές γνώσεις μελετώντας κατάλληλα κείμενα με την προϋπόθεση, ότι κατέχει τις βάσεις της επιστημονικής Μεθοδολογίας. Είναι περιττό να επισημάνουμε, ότι αποφθέγματα, παροιμίες και συναισθηματισμοί δε συμβάλλουν στην απόκτηση σοβαρών επιστημονικών ή φιλοσοφικών γνώσεων. Τέτοιοι παλιμπαιδισμοί που ούτως ή άλλως προκαλούν μεγάλη ζημία σε αδαείς αναγνώστες, είναι στην προηγμένη Ευρώπη τελείως άγνωστοι.

Μυστικισμός

Τί σημαίνει υπό το πρίσμα της Φιλοσοφίας ο Μυστικισμός;

Πρόκειται για μίαν ιδιαίτερη μορφή της θρησκευτικής θεοσέβειας και εμπειρίας, η οποία έγκειται σε μίαν απομάκρυνση από τον κόσμο των αισθήσεων και του νου και στη στροφή προς τη βαθειά ενόραση με σκοπό τη δημιουργία μίας ψυχικής κατάστασης (Εκστασις), μέσω της οποίας επιτυγχάνεται μία Ενωσις της ανθρώπινης ψυχής με τo Θείον. Το ανάλογο θρησκευτικό βίωμα επιτυγχάνεται όχι μέσω της γνώσης της επίσημης θεολογικής διδασκαλίας, άλλα μέσω της Γνώσεως του Θεoύ (cognito dei experimentalis et non doctrinalis), (2). Αυτός ο τρόπος της σύσμειξης έχει ονομασθεί unio mystica και αποτελεί το καθοριστικό χαρακτηριστικό στοιχείο κάθε έκφανσης του Μ. (3) Αυτή η διαδικασία προϋποθέτει την αυτοπροσφορά του ανθρώπου ως συγκεκριμένη ένδειξη της ελεύθερής του επιλογής.

Κάτωθι θα αναφερθεί συνοπτικά η εξέλιξη αυτού του φαινομένου ως κάτι το ανθρώπινο που σημαίνει, ότι πέραν του νοητού (λόγου) υφίστανται και άλλα συστατικά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Με το Μυστικισμό ασχολούνται η Ιστορία, η Φιλολογία, η Ιστορία των Θρησκειών, Η Ψυχολογία των Θρησκειών, η Ψυχανάλυση, τελευταία γίνεται λόγος και για μία Μυστολογία ή και Μυστογραφία.

Ο Μυστικισμός έχει εμφανισθεί ήδη στην προϊστορική σαμανική εποχή, όταν ήταν αναγκαίο να ενωθούν οι άνθρωποι με το θεϊκό μέσω του σαμάνου (μάγου), οποίος ήταν σε θέση με τη βοήθεια ειδικών ουσιών, της μουσικής και του χορού να το επιτύχει αυτό. Στην παγκόσμια μυθολογία θεωρείται όμως ο αιγύπτιος θεός της σοφίας Θωτ ως μυθικός εμπεδωτής του Αποκρυφισμού, τον οποίο αργότερα έχουν ασπασθεί και οι αρχαίοι Ελληνες στους οποίους αυτός έγινε γνωστός με την ονομασία Ερμής Τρισμέγιστος.

Η επιστήμη έχει απελευθερωθεί από τη θρησκεία και το Μυστικισμό της ήδη τον 6ο αι. π.Χ. στην Ιωνία, όπου δίδασκαν οι πρώτοι φιλόσοφοι της Ευρώπης που ήταν ΥΛΙΣΤΕΣ. Αυτοί έθεσαν τη  βάση της επιστημονικής σκέψης. Αλλά ο O Πυθαγόρας έμαθε και παρέλαβε το Μυστικισμό στην Αίγυπτο.
Αλλά τελικά έχει η επιστήμη απελευθερωθεί από τη θρησκεία και τον άκρατο Μυστικισμό της μέσω του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.

Ο διεθνώς κορυφαίος ιστορικός της Θρησκείας Mircea Eliade αξιολογεί αυτό το κράμα διαφορετικών παραδόσεων ως «εσχατολογικές και αποκαλυπτικές εικασίες». Ηδη σε αυτά τα μυστήρια αναφέρονται ο υπερβατικός «άγιος λόγος», η αποθέωσης του ανθρώπου και ο απαθανατισμός.

Η κυρίαρχη ίδέα του Ερμητισμού είναι σύμφωνα με τα ερμητικά βιβλία (Corpus hermeticum, »Σμαράγδινοι Πίνακες») η αντιστοιχία μεταξύ του κατώτερου κόσμου των φαινομένων και του ανώτερου κόσμου του πνεύματος. Στα πλαίσια των μυστηρίων για τους θεούς Ισις και Οσίρις ήταν η μυστικιστική εμπειρία με τη θεότητα εφικτή μόνον εκ μέρους των ιερέων ύστερα από νηστεία δέκα ημερών. Αλλά σύμφωνα με τη μονιστική και ταυτόχρονα πανθεϊστική Θεολογία του Ερμητισμού στην αισιόδοξη εκφανση μπορεί ο πιστός μέσω της θέασης του ωραίου κόσμου ως θεϊκού δημιουργήματος να αγγίξει το Θεό, ο οποίος είναι Ενας, Ολα και Δημιουργός, για αυτό ονομάζεται και Πατήρ. Ομως σύμφωνα με την απαισιόδοξη έκφανση του Ερμητισμού  ο κόσμος αποτελεί κάτι το αρνητικό, δεν είναι δημιούργημα του (πρώτου) Θεού, γιατί αυτός βρίσκεται πέραν της ύλης και στο Μυστικό της ύπαρξής του. Επομένως, είναι προτιμότερο να απομακρυνθεί από τον κόσμο, εάν ο άνθρωπος θέλει να συναντήσει και τελικά να ενωθεί τον Θεό.

Υφίσταται και μία πολύ ενδιαφέρουσα φιλοσοφική πτυχή:Τό Θείον και το πνευματικό συστατικό (Νους) στοιχείο του ανθρώπου είναι ταυτόσημα. Οπως η Θεότης, έτσι και ο ανθρώπινος νους εμπεριέχει ζωή και φως (4).

Αλλά πιό ενδιαφέροντα για το θέμα μας είναι τα Ορφικά και τα Φρυγικά Μυστήρια καθώς και η λατρεία του Διονύσου με τα εξής καταπληκτικά, θα λέγαμε δικαίως σύγχρονα στοιχεία: α) Το μυστήριον δεν μπορεί να διδαχθεί, πρέπει ο άνθρωπος να κάνει τη δική του εμπειρία. β) Στη διάρκεια της τελετής του μυστηρίου ο άνθρωπος συσμίγει τελείως με τo Θείον. γ) Πραγματοποίηση της Ενωσης με το Θείον μέσω της Εκστασης με τη βοήθεια ήπιας μουσικής και ειδικού ομαδικού χορού. δ) Ειδικά στη λατρεία του Διονύσου σημειώνεται πέραν τούτου και η Ενόραση. Ο Πλάτων γράφει στο «Φαίδρο», ότι σκοπός των μυστηρίων είναι να ανυψωθεί η ψυχή εκεί, από όπου έχει κάποτε κατεβεί στη γη (5).

Από αυτόν το Μυστικισμό επί τη βάσει της εμπειρίας διαφέρουν κάπως ο θρησκευτικός/θεολογικός και ο ιδεαλιστικός/φιλοσοφικός Μυστικισμός, ενώ οι υλιστές φιλόσοφοι απέρριπταν ανεξαιρέτως το Μυστικισμό. Ο Μυστικισμός σημειώνεται π.χ. στο Χριστιανισμό, στον Ιουδαϊσμό (Kabbala και Chassidim), (6), στην αρχαία κινεζική φιλοσοφία και θρησκεία του Ταοϊσμού, στον ινδικό Βουδδισμό, ιδιαιτέρως στη φιλοσοφία του Yoga, στον Ισλάμ (Σουφισμός/Δερβίσηδες) και στην ιουδαϊκή παράδοση (Kabbala και Chassidim).

Ειδικά στο Σουφισμό και στο Χασσιδισμό η Ενωση με το Θεό είναι στενά συνυφασμένη με Εκσταση μέσω μαγικής και γλυκύτατης μουσικής, με υπέροχα τραγούδια και με χορό (έχω μία μεγάλη συλλογή μουσικής περί αυτού), (7).

Οι σημαντικότεροι μυστικιστές φιλόσοφοι και θεολόγοι ήταν μεν ο νεοπλατωνικός Πλωτίνος (3ος αι.),ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης (5οςαι.Επίσκοπος στην Αθήνα), πολύ αργότερα ο Γερμανός Meister Ecκhart (13oς/14ος αι.) και ο Ρώσσος Iwan Kirejeskij (19ος αι. ), αλλά ο Πλάτων έχει αναφέρει στο Συμπόσιον (211 a-d) τον Ερωτα ως πρώτος: Πρόκειται για τη μυστικιστική θέαση του αρχικού Ωραίου συγκεκριμένου και τελικά ως Ιδέα.

Δεν είναι τυχαίο που ο μεγάλος Γερμανός μυστικιστής  Meister   Eckhart έχει επηρεασθεί από τις ιδέες του Πλάτωνα. Με τον Πλωτίνο άρχισε η εξέλιξη του Μυστικισμού σε φιλοσοφικό επίπεδο. Κατά την άποψη του Πλωτίνου  το Εν αποτελεί το ανώτατο σκαλοπάτι του Είναι, ενώ η Υλη είναι το κατώτατο. Η Ενωσις συντελείται βαθμιαία και κλιμακωτά. Δε σκοπεύουμε να εμβαθύνουμε, αλλά τα πιό σπουδαία στοιχεία αυτής της αντίληψης δέον να αναφερθούν. Ο Πλωτίνος απέρριψε ριζικά την ύλη και παρέλαβε μυστικιστικά στοιχεία.

Ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης έχει πρωτίστως στο έργο του „Περί της μυστικιστικής θεολογίας“ υπογραμμίσει, ότι α) ο Θεός είναι πολύ διαφορετικός από ό,τι μας είναι γνωστό και επομένως δεν είναι ανάγκη να τον περιγράψουμε, β) ότι υπάρχει μία στενή σύνδεση μεταξύ του κόσμου και του θεού μέσω του διαχύτου φωτός του και γ) ο άνθρωπος ως σκεπτόμενον ον πρέπει να καταλάβει το νόημα της ύπαρξής του σε μία μυστικιστική διαδικασία της προσέγγισης και τελικά της Ενώσεως με το Θεό. Αυτό όμως μπορεί να επιτευχθεί, μόνον όταν ο άνθρωπος απομακρυνθεί από τον υλικό κόσμο. Σύμφωνα με τον μυστικισμό του διαδραματίζονται τρία στάδια: Κάθαρσις, Φώτισις και Ενωσις. Ο Μυστικισμός του εμπεριέχει και πανθεϊστικές τάσεις, κάτι που έχει επηρεάσει σημαντικά τον Μυστικισμό στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα (8).

Πολύ ενδιαφέρουσα, σχεδόν συνταρακτική, είναι η άποψη του Meister (Magister) Eckhart (13ος αι.) , ο οποίος έχει παραθέσει στο έργο του «Opus tripartitum“ («Εργο τριών τεμαχίων») τις στην εποχή εκείνη επικίνδυνες σχεδόν πανθεϊστικές απόψεις του: Νοητικός τρόπος της απελευθέρωσης της ανθρώπινης υποκειμενικότητας από τα γήινα προβλήματα μέσω της υπέρβασης του νου έως την τελική Ενωση με την πρώτη. Στον ανθρώπινο νου προσδίδονται θεϊκές ιδιότητες και η δημιουργική αρχή. Ο Θεός γεννιέται στην Ψυχή του ανθρώπου μέσω ενός «μικρού ψυχικού σπινθήρα». Υστερα από την εισχώρηση του Χριστού στην καθαρή ουσία του ανθρώπου αυτή εκλαμβάνει  ένα Θείο Είναι, το οποίο μπορεί να κάνει υπέρβαση έναντι της νοημοσύνης και της βούλησης. Ακριβώς σε αυτόν τον “μικρό σπινθήρα της ζωής” λαμβάνει χώραν η ουσιαστική Ενωσις του ανθρώπου με το Θεό. Η άποψη περί του «μικρού σπινθήρα της ζωής» προέρχεται στην ουσία από τους στωικούς Φιλόσοφους, ότι πρόκειται για ένα σπινθήρα του θεϊκού φωτός, το οποίο προσλαμβάνει όλον τον κόσμο και το ανθρώπινο σώμα και εστιάζεται στην κορυφή της ψυχής.

Ο Meister Eckhart απέρριψε την παραδοσιακή έννοια του Θεού ως πρόσωπο και έχει διατυπώσει τη γνώμη, ότι ο Θεός είναι μία οντότητα, το γνήσιο Είναι, η πρώτη αιτία, η εσωτερική βάση του ανθρώπου, ένας γνήσιος νους και μία ολότητα του κοσμικού και του ανθρώπινου Είναι. Ο Θεός είναι ως ανώτατη οντολογική και ηθική εξουσία το Είναι, το Καλό, το Αληθινό και το Ενα (9).Η γνώμη του περί της έννοιας του θεού: Ο Θεός ως καθαρή ύπαρξη, πρώτη αιτία, και ως ολότης της ανθρώπινης ύπαρξης. Εν ολίγοις πρόκειται και εδώ για μία κάπως πανθεϊστική αντίληψη. Εχει θεαθεί τη σχέση μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου όχι ως σχέση μεταξύ του κυρίου και του δούλου, αλλά ως σχέση της ίσης Αγάπης (10). Δεν είναι επομένως τυχαίο που η Sancta Inquisition τον τιμώρησε ως αιρετικό.

Ο Μυστικισμός ήταν και είναι περαιτέρω υπεραναπτυγμένος στην Ορθόδοξη Εκκλησία και ιδιαιτέρως στη Ρωσσική. Ο πιό γνωστός θεολόγος εκπρόσωπος αυτής της ανθρωποαντίληψης ήταν ο Iwan Kirejewskij, ο οποίος θεωρούσε την κοινωνία της εκκλησίας ως σοπορνοστ (Ενωσις) όλων των πιστών στο μυστικιστικό σώμα του Χριστού. Στο έργο του „ Περί της αναγκαιότητας και της δυνατότητας νέων αρχών στη φιλοσοφία“ έχει διατυπώσει το φιλοσοφικό του credo ως εξής: απόρριψη του ορθολογισμού, του δυτικοευρωπαϊκού σχολαστικισμού και των απολύτων
δικαιωμάτων περί της ιδιοκτησίας καθώς και αποδοκιμασία του ατομικισμού, γιατί και τα δύο είναι οι σάπιες ρίζες της δυτικής σκέψης, η οποία ανταποκρίνεται μόνον εν μέρει στην ολότητα του κόσμου, ενώ το ρωσσικό ορθόδοξο πνεύμα λόγω της πίστης μπορεί να αντικατοπτρίζει την ολότητα των πραγμάτων ! Ο ορθολογισμός και η σωφροσύνη, για τα οποία φταίει ο Αριστοτέλης (sic), είναι κατά την γνώμη του άχρηστα και απορριπτέα πράγματα! Ολα αυτά δεν είναι η πραγματική αλήθεια, στην οποία οδηγεί μόνον η πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας (11). Κατά τη γνώμη μου αυτός συγχύζει την ατομικότητα με τον ατομικισμό και τον εγωισμό ακριβώς όπως και οι περισσότεροι Ελληνες ορθόδοξοι θεολόγοι.

Ο Γερμανός προτεστάντης Θεολόγος και Φιλόσοφος του Πολιτισμού Ernst Troeltsch έχει παραθέσει τα καθοριστικά στοιχεία του δυτικού Μ. ευστοχότατα:

1.Εσωτερικότητα του θρησκευτικού βιώματος. Προτεραιότητα της αίσθησης προ του νου. 2. Προτεραιότητα του ατομικισμού και της ψυχολογικής ενδοσκόπησης. 3. Οχι η επίσημη Εκκλησία, αλλά το ελεύθερο πνεύμα καθορίζει τη θρησκευτική τοποθέτηση και γενικά τη θρησκευτικότητα. 4. Το Θείον είναι εσωτερικευμένο, κατοικεί στην ψυχή του μυστικιστή, δεν εστιάζεται έξω από αυτόν. 5. Κυριαρχία του πνεύματος μέσω της «θείας υιοθεσίας». 6. Σε σύγκριση με την προσωπική εμπειρία  η ιστορία έχει μόνο μία  δευτερεύουσα σημασία.7. Προτεραιότητα της ελευθερίας της συνείδησης ως συστατικού στοιχείου του ανθρώπου έναντι του φυσικού δικαίου. 8. Παράδοση, λατρεία και επίσημα θεσμά είναι περιττά. 9. Ο ατομισμός εστιάζεται στο επίκεντρο.

Ο θεολογικός Μυστικισμός παίζει και στην ισλαμική θρησκεία ένα σημαντικό ρόλο και δη σε μερικές περιπτώσεις με ισχυρές πολιτικές εκφάνσεις.Πολύ ενδιαφέρον είναι αυτό που γράφει ένας από τους μεγαλύτερους μωαμεθανούς μυστικιστές Al Dshunaid, ο οποίος διατυπώνει την ακόλουθη άποψη: Μέσω της αυταπάρνησης και της αφοσίωσης στο Θεό, είναι εφικτό να υπερβεί „η οδός της αγάπης’“ την αυστηρότητα του Θεού. Αλλά οι υπεύθυνοι ιεράρχες αντέδρασαν σε τέτοιες αντιλήψεις δρακόντεια: Σταύρωσαν τον Πέρση Al-Halladsh και θανάτωσαν το 1191 ύστερα από διαταγή του Salah Adin έναν άλλον μεγάλο μυστικιστή, τον Suhraward ως αιρετικό. Ένας εκπρόσωπος του μυστικιστικού πανθεϊσμού, ο Ibn Arabi (13oς αι.) έχει επισημάνει την απόλυτη εσωτερικότητα του Θεού, ο οποίος αφομοιώνει αυτούς που αγαπούν το σύμπαν και τους ανθρώπους (13).

Μία ιδιαίτερη έκφανση του ισλαμικού Μυστικισμού είναι ο Σουφισμός (Τασαβούφ), από την αραβική λέξη σουφ (μαλλί, ιμάτιο). Σκοπός του είναι η απόκτηση άμεσης γνώσης του θεού, κάτι που δε μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω της διαμεσολάβησης ενός ιερέως ή γενικά μέσω του Κορανίου. Πρόκειται συγκεκριμένα για την “Αδελφότητα των Δερβισών” (από το περσικό Darwesh), οι οποίοι προσπαθούν να επιτύχουν την Ενωση με τον Θεό μέσω της εκστάσεως δια ειδικού χορού του βαθμιαίως επιταχυνομένου στριφογυρίσματος και θρησκευτικών ασμάτων.
Κάποτε όμως τους έχει και αυτούς  η επίσημη μουσουλμανική εκκλησία τιμωρήσει (14).
Ο εμπεδωτής του Σουφισμού Mevlana Celaleddin Rumi από την Κόνυα (Ικόνιο), (13oς αι. ) έχει μεταξύ άλλων εκφέρει τη γνώμη, ότι δέον να καούν «όλα τα εγώ στο πυρ του Θείου». Σύμφωνα με τη θεωρητική τοποθέτηση των σουφιστών πρέπει αυτός που επιθυμεί να είναι ένα με τον Θεό (Φάνα), να έχει σε αυτόν απόλυτη εμπιστοσύνη (tawwakul) και πέραν τούτου να ακολουθήσει την οδό (Ταρίγκα) για να βρεθεί στη μυστικιστική κατάσταση (Χαλ). Τρεις συγκεκριμένες προϋποθέσεις είναι απαραίτητες: ο φόβος ή κάθαρση, η αγάπη ή θυσία και η γνώση.

Στα πλαίσια και της πρώτης μονοθεϊστικής Θρησκείας, του Ιουδαϊσμού, έχει εμφανισθεί σχετικά αργά τον 18οαι. στους Ανατολικούς Ευρωπαίους Εβραίους (Ashkenasim) μία μυστικιστική σέκτα, o Χασσιδισμός ως αντίδραση των θεοσεβών (Chassidi) Εβραίων στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό (15). Η Ενωσις με το Θεό επί τη βάσει της αντίληψης αυτής της μυστικιστικής σέκτας εμπεριέχει στοιχεία του πολυθεϊσμού.                              Ο ευρωπαϊκός ορθολογισμός (ius rationis) ως το αποκορύφωμα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού έχει παραγκωνίσει μαζί με τη θρησκεία και τον Μυστικισμό.
Εν τούτοις,  ίσως να είναι μία έκπληξη, που ακόμη και στη νεώτερη εποχή σημειώνονται σε μερικούς φιλόσοφους μυστικιστικές τάσεις αλλά μάλλον αντιδραστικού χαρακτήρα (π.χ. Jaspers,“Lehre vom “Umgreifenden“ και Heidegger „Weltfrömmigkeit,“)

Συμπεράσματα :

α) Πολλές θρησκείες και ιδιαιτέρως και οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες γνωρίζουν τον Μυστικισμό.
β) Ο Μυστικισμός αντιτίθεται στο μονοπώλιο ερμηνείας των ιερών κειμένων εκ μέρους του εκάστοτε ιερατικού κατεστημένου.
γ) Το κατεστημένο τιμωρεί συχνά σκληρά τους μυστικιστές ως αιρετικούς.
δ) Σημειώνονται από κοινωνική και πολιτική άποψη δύο κύριες κατευθύνσεις του Μυστικισμού, μία αντιδραστική και μία προοδευτική.

Πηγές

1.Ιδέ J.Mittelstraß et alt. (Edit.), Enzyklopädie, Philosophie und Wissenschaftstheorie,vier Bände, Band 4, ISBN 3-476-02012-6, Stuttgart/Weimar 2004, S.719/720.
2. G. Wehr, Europäische Mystik, ISBN 3-926642-54-8, Wiesbaden, S. 8-14,17-26
3. Ιδέ J.Mittelstraß et alt. ibid., Band 2, S.947-949.
4.Ιδέ M. Eliade, Geschichte der religiösen Ideen (Orig. Histoire des croyances et idees religieuses, Paris 12978, 1992), ISBN 3-451-05274-1, Band 2, Breisgau 2002, S. 245-256.
5. Iδέ εκτενέστατα P.Fiebag /E.Gruber/ R. Holbe, Mysterien des Altertums, ISBN-3-426-66469-0, Gütersloh/München 2002, S.145, 147, 153, 157.
6. Ιδέ Kabbala, Eine Textauswahl, hrsg. von H. Werner, ISBN 3-899836-349-X, Köln 2002.
7. M. Klaus/M. Buhr (Edit.), Philosophisches Wörterbuch, Band 2, Leipzig, 1969, S. 752-754.
8. Ιδέ εκτενέστατα Η.- N. Wöhler, Geschichte der mittelalterlichen Philosophie, Lehrbuch (Εγχειρίδιο), ISBN 3-326-00464-8, Berlin, 1990, S. 13-15.
9. Ιδέ id., S. 169-175.
10. Ιδέ H.-N, Wöhler, ibid., S.173/174.
11.Ιδέ Ian Buruma / Avishai Margalit, Okzidentalismus, Der Westen in den Augen seiner Feinde ( Orig.: Occidentalism. The West in the Eyes of its Enemies, New York 2004), ISBN 3-446-20614-0, München / Wien 2005, pp.79-85
12. Ernst Troeltsch, Aufsätze zur Geistesgeschichte und Religionssoziologie, ISBN 3-511-06214-4.
13. Ιδε Yves Thoraval, Lexikon der islamischen Kultur (Orig. Dictionnaire de civilisation musulmane, Paris, 1995), ISBN 13: 978.3.937872.05.6, pp. 333-336).
14. Ιδέ id., p. 96).
15. Iδέ J. Maier, Judentum von A-Z, Glauben, Geschichte, Kultur, ISBN 978.3.86756.011.5, Erfstadt, 2001, S.91-94.

Συνέχεια

-Apokalypse, Apokalypsen, Hrsg. E. Hennecke, Wiesbaden 2007

Meister Eckhart, Textauswahl und Kommentare von G.Wehr, Wiesbaden 2015

-Sagen und Legenden aus Talmud und Midrasch, Eine Sammlung von Sagen, Allegorien und Fabeln, Hrsg. D.Ehrmann, Wiesbaden 2004

Καθημερινή (28.12.2013) και επεξεργασμένο (11.12.1016)

Επίσης στο βιβλίο μου, Παναγιώτης Δημητρίου Τερζόπουλος (Panos Terz), Εγκυκλοπαιδική και Κοινωνική Μόρφωση, Εκλαϊκευμένα: Φιλοσοφία, Διεθνές Δίκαιο, Διεθνείς Σχέσεις, Πολιτολογία, Πρώτος Τόμος (Enzyklopädische und Allgemeinbildung: Philosophie, Völkerrecht, Internationale Beziehungen, Erster Band ), ISBN: 978-620-0-61337-0, Saarbrücken 2020, 289 S.,  σελ.72

——————————————————————————–
Τα κάτωθι κείμενα είναι παρμένα από αλλού. Τα έχω μόνον εδώ αποθηκεύσει.

“Ινδικός Μυστικισμός

Κλασσική χώρα του μυστικισμού είναι οι Ινδίες. Ιδίως η φιλοσοφία της Βιντάντα παρέχει σε εμάς καταρτισμένο και συστηματοποιημένο μυστικισμό. Οι Βραχμάνες ανάγουν το πλήθος των θεών σε μια ενιαία και μοναδική αρχή, την οποία καλούν Βραχμάν ή Ατμάν. Το Βραχμάν τούτο ως κάτι πνευματικό και άμα απρόσωπο, «βλέπει χωρίς οφθαλμούς, ακούει άνευ ώτων, δεν ομιλεί δια λέξεων, δεν νοεί δι’ ιδεών». Είναι η ζωή, η πνοή του σύμπαντος, εξ ης τα πάντα απορρέουν και εις την οποία επιστρέφουν τα πάντα, η μόνη άφθαρτος ουσία, η οποία παραμένει αναλλοίωτος στην διηνεκεί ροή. Του Βραχμάν απορροή είναι και ο άνθρωπος- κατ’ ακολουθία η πνοή αυτή του σύμπαντος ζει και εντός αυτού είναι σπινθήρ εκπηδήσας εκ της θείας πυράς, σταγόνα εκ του ωκεανού της θεότητας. Καθήκον μοναδικό έχει να επιστρέψει πίσω στην θεία πηγή, να αφανίσει εαυτό εντός του απείρου φωτός. Η ένωση αυτή μετά του Βραχμάν ή ο αφανισμός αυτός της ιδίας προσωπικότητας σε αυτώ είναι η μόνη οδός προς την απολύτρωση από του πόνου της υπάρξεως. Η κατάσταση αυτή της αποσβέσεως, το Νιρβάνα, κατορθώνεται δια της Γιόγκα, της ασκήσεως, η οποία αποτελείται εκ σειράς συστηματικώς διαρθρωμένων ασκήσεων, των οποίων αποτέλεσμα η συγκέντρωση. Έτσι το Εγώ του ασκητή ευρίσκει την ανάπαυσή του εν τω απείρω Εγώ (Ατμάν).
Δυτικός χριστιανικός μυστικισμός
Τη δυτική Χριστιανοσύνη επηρέασε προπαντός ο Αυγουστίνος (354-430), ο οποίος μίλησε για τη θεία εικόνα κυρίως με ψυχολογικούς όρους, αρχίζοντας από τη σχέση Δημιουργού -δημιουργήματος, την οποία η θεία έλξη και η ανταπόκριση του ανθρώπου σ’ αυτήν μεταμορφώνει σε ταυτότητα. Αργότερα ο Johannes Scotus Eriugena (810-877), υιοθετώντας τη νεοπλατωνική φιλοσοφία και μεταφράζοντας τα συγγράματα που φέρουν το όνομα του Διονυσίου Αρεοπαγίτου, έδωσε νέους χυμούς στον πρώιμο μεσαιωνικό μυστικισμό. Οι μυστικοί της Δύσεως παραμέρισαν τον μυστικισμό της εικόνας και στράφηκαν περισσότερο σ’ έναν ιδιωτικό και συναισθηματικό μυστικισμό, διαμορφώνοντας με τον τρόπο αυτό τον ερωτικό χριστιανικό μυστικισμό.
Από τους διαπρεπέστερους υμνητές του πνευματικού ερωτά υπήρξε ο Βερνάρδος του Κλαιρβώ (1090-1153). Η αγάπη του ήταν χριστοκεντρική, ενατενίζουσα τον εσταυρωμένο Χριστό. τον 13ο αι. αναπτύχθηκε μιά νέα αντίληψη της σημασίας της σαρκώσεως του Λόγου και της σπουδαιότητας που έχει μετά από αυτήν όλη η δημιουργία. Έκτοτε η παρουσία του Θεού αναζητείται περισσότερο μέσα στη δημιουργία παρά έξω από αυτήν.
Ο Φραγκίσκος της Ασίζης (1182-1226) δίδαξε τους συγχρόνους του να αντιμετωπίζουν τη φύση με σεβασμό και αγάπη, καθώς επίσης τον άρρωστο και τον φτωχό άνθρωπο. Η ζωηρή συνείδηση της μοναδικής σημασίας που έχει το γεγονός ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος χάρισε στον χριστιανικό ερωτικό μυστικισμό ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο και ενδιαφέρον για το κοινωνικό γίγνεσθαι. Πολλοί δυτικοί μυστικοί, όπως η Αικατερίνα της Σιέννας (1347-1380) και ο Ιγνάτιος Λογιόλα (1491-1556), έζησαν δραστήριο βίο και επηρέασαν ευρύτερα την κοινωνία.
Ο μεσαιωνικός μυστικισμός έφθασε σε μεγάλα ύψη με τον Έκαρτ (Johannes Eckhart, 1260-1327), που θεωρείται ο σημαντικότερος μυστικός θεολόγος της Δύσεως. Συνύφανε αυγουστίνειες και ελληνικές θεωρίες με μιά τολμηρή αποφατική θεολογία και δημιούργησε ένα επιβλητικό σύστημα, με κέντρο της θεολογικής του οντολογίας την εικόνα, οδηγώντας τον μυστικισμό της εικόνας στα απώτατα όρια. Ο άνθρωπος καλείται να αποκτήσει συνείδηση του θείου στοιχείου που υπάρχει μέσα του. Η νέα γέννηση του Χριστού στα μύχια της ψυχής αποτελεί τον σκοπό της ιστορίας της σωτηρίας. Ο Έκαρτ επιμένει ότι η μυστική ένωση δεν αποτελεί προνόμιο ορισμένων, αλλά βασική κλήση και τελικό σκοπό της ανθρωπότητας. Για να επιτύχει όμως αυτό ο άνθρωπος, δεν φθάνει μιά διανοητική διαδικασία• απαιτείται απόσυρση από τα εγκόσμια και απάρνησή τους. Τις ιδέες αυτές απλοποίησε ο J. Tauler (;1300-1361), κηρύττοντας έναν προσωπικό, βιωματικό Χριστιανισμό. Αργότερα ο Ολλανδός Jan van Ruysbroek (1293-1381) συμπεριέλαβε στον μυστικισμό της εικόνας ένα μυστικισμό της κτίσεως.
Από τους χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους του ερωτικού μυστικισμού της Δύσεως υπήρξαν οι Ισπανοί, Θηρεσία της Άβιλλας (1515-1582) και Ιωάννης του Σταυρού (1542-1591). Ο τελευταίος, που υπήρξε και πνευματικός της Θηρεσίας, περιέγραψε την πνευματική ζωή ως αυξάνουσα κάθαρση – μιά πορεία που αρχίζει με τη νύκτα των αισθήσεων, προχωρεί στη νόηση και καταλήγει στον γνόφο της ενώσεως με τον Θεό. Άλλοι μυστικοί αποκάλεσαν τη δεύτερη και τρίτη φάση, φωτισμό και ένωση αντίστοιχα. η Θηρεσία αναφέρθηκε στη μυστική αγαπητική ένωση ως «γάμο» και περιέγραψε τέσσερις βαθμίδες που οδηγούν στον Θεό: Αυτοσυγκέντρωση, συνδυασμένη με προσευχή. Προσευχή της ησυχίας. Συνενωτική προσευχή, στην οποία βούληση και νους βρίσκονται ενωμένα με τον Θεό. Εκστατική ένωση (unio mystica). Οι διδασκαλίες αυτές επηρέασαν ευρύτερα τον ρομαντικό μυστικισμό των νεοτέρων χρόνων και καλλιέργησαν μιά μυστική διάθεση στοχαστικής, συναισθηματικής και εκστατικής προσευχής.
Μυστικά ρεύματα διαχύθηκαν και στον χώρο των προτεσταντικών κοινοτήτων, που διαμορφώθηκαν από τη μεταρρύθμιση. Το πρώτο εκπροσωπούν ο V. Weigel (1533-1588), που συνέθεσε παραδοσιακές ιδέες από τον Γνωστικισμό και τον Παράκελσο, σ’ ένα απαρτισμένο σύστημα. Το δεύτερο ρεύμα πήγασε από τον J. Bohme (1575-1624), το οποίο, στην αρχή μεν συνάντησε σοβαρές αντιδράσεις, αργότερα όμως επηρέασε τη γερμανική πνευματικότητα, όταν αναπτύχθηκε ο μυστικοπαθής ευσεβισμός. Στον αγγλοσαξονικό κόσμο διακεκριμένος μυστικός υπήρξε ο G. Fox (1624-1691), ιδρυτής των Κουάκερων. Με την ανάπτυξη του γερμανικού ιδεαλισμού και με τον F. Schleiermacher ο μυστικισμός προσείλκυσε το ενδιαφέρον της θεολογίας. Αργότερα ο R. Otto επισήμανε τη βαθιά σχέση του μυστικού βιώματος με την ουσία της θρησκείας.
Βασικά θέματα του βυζαντινού μυστικισμού
Οι όροι-κλειδιά, γύρω από τους οποίους περιστρέφονται τα βυζαντινά μυστικά κείμενα, είναι: «γνώσις», «ησυχία», «νήψις», «προσευχή», «απάθεια», «κάθαρσις του νοός», «άσκησις», «πράξις», «θεωρία», «έκστασις», «έλλαμψις», «μνήμη Θεού»,«θεατού Θεού»,«θείο φως», «μέθεξις», «θείος έρως», «θέωσις». Την ιδιοτυπία του μυστικού βιώματος εκφράζουν επίσης οι αντινομικοί συνδυασμοί που αγκαλιάζουν διαλεκτικά τη χριστιανική εμπειρία: «λαμπρός γνόφος», «ευφρόσυνο πένθος», «νηφαλία μέθη» κ.α. Ενώ όμως την προσοχή πολλών μελετητών ελκύει η ιδιοτυπία ορισμένων από τους ανωτέρω όρους της Ορθόδοξης μυστικής θεολογίας, εντούτοις δεν πρέπει να παραθεωρείται ότι από τις περισσότερο επαναλαμβανόμενες έννοιες στους Ορθόδοξους μυστικούς είναι οι όροι: «Θεός»,«Ιησούς», «Χριστός», «Πνεύμα», «Αγία Τριάς», «χάρις», «εντολαί», «Σταυρός», «Ανάστασις», «αγάπη».
Τα τυπικότερα στοιχεία του βυζαντινού μυστικισμού είναι:
α) Η ήρεμη έκσταση, στην οποία συμβάλλει η αδιάλειπτη νοερά προσευχή και ο νους με τη συμμετοχή των αρετών. Ο βυζαντινός μυστικισμός δεν γνωρίζει τους τύπους εκείνους εκστάσεως που συναντούμε σε άλλα θρησκεύματα (Σαμανισμό, αφρικανική πνευματοληψία, διονυσιακή έκσταση, δερβίσηδες κ.λπ.), η οποία σχετίζεται με τεχνικές ψυχοσωματικών διεγέρσεων, χορούς, ναρκωτικά κ.λπ. Ούτε ακόμη ταυτίζεται με την έκσταση των μυστηριακών θρησκειών ή τη φιλοσοφική λεγόμενη έκσταση των πλατωνικών και νεοπλατωνικών, με την έξοδο δηλαδή του νου από το σώμα, από τον χρόνο, για να λειτουργήσει δήθεν καθαρά.
β) Γνώση – αγνωσία. Όσο περισσότερο γνωρίζει ο άνθρωπος τον Θεό, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί το ακατάληπτο της ουσίας Του. Συχνότατες είναι οι αποφατικές διατυπώσεις, όπως «υπερούσιος αοριστία» (Διονύσιος Αεροπαγίτης), «υπερ-άρρητος», «υπεράγνωστος» (Μάξιμος).
γ) Έλλαμψη και θέρμη. η πολυδιάστατη εμπειρία του φωτός έχει άμεσες χριστολογικές, πνευματολογικές και εσχατολογικές συναρτήσεις. Η μυστική θεωρία προεκτείνεται σε θέα εσχατολογική, έξοδο από την Ιστορία προς το αιώνιο φως της Δευτέρας Παρουσίας. Παρά τη συχνότητα όμως και τη σημασία του φωτός, ποτέ δεν δόθηκε το βάρος σε εξωτερικά φαινόμενα. Αυτά θεωρήθηκαν μόνο μιά πλευρά της θέας του Θεού. ο ουσιαστικός σκοπός παρέμεινε η συνάντηση του προσώπου του Χριστού.
δ) «Θείος έρως». Ενώ η λέξη «έρως» επανέρχεται στα κείμενα των βυζαντινών μυστικών, οι ερωτικές περιγραφές είναι λιτές και διαφοροποιούνται σαφώς από ανάλογες σελίδες του μουσουλμανικού ή του ινδουιστικού μυστικισμού. Ακόμα και σε σχέση με τους δυτικούς μυστικούς, οι όποιοι συχνά χρησιμοποιούν ρομαντικές και ρεαλιστικές περιγραφές, οι Βυζαντινοί διαφέρουν όταν μιλούν για τον έρωτα του Θεού – όπως οι αποπνευματοποιημένες βυζαντινές εικόνες από τα δυτικοχριστιανικά αγάλματα. «Ο θείος έρως», «ο μακάριος έρως», δεν νοείται σαν μιά συναισθηματική διέγερση. Δένεται άμεσα με την αγάπη στην καθολική της μορφή, στην οποία δίνεται σταθερά το πρωτείο.
ε) Μία διαλεκτική τάση μεταξύ «έχειν» και «μη έχειν», μεταξύ στάσεως και συνεχούς κινήσεως, συνεχούς επεκτάσεως σε νέες εμπειρίες «από δόξης εις δόξαν», δεσπόζει στον βυζαντινό μυστικισμό. Η ανέλιξη αυτή συνδυάζεται με βαθιά ταπείνωση, ευγνώμονη εξάρτηση από τη θεία χάρη και ανοικτή συνείδηση στην ιστορική, εσχατολογική προοπτική.
στ) «Θέωσις». Οι βυζαντινοί θεολόγοι, στηριγμένοι βιωματικά στη θεολογία της σαρκώσεως, οδηγούνται σταθερά σε μιά θεολογία της θεώσεως. Ο αγ. Μάξιμος, ο όποιος ιδιαίτερα επιμένει σ’ αυτήν τη διδασκαλία, τονίζει ότι το δράμα του Θεού στον γνόφο είναι ήδη μετοχή στον Θεό. στη θέωση τελικά οδηγεί η μετοχή και η μέθεξη των ενεργειών του Θεού. Γινόμαστε «θεοί κατά χάριν», θεοί, «άνευ της κατ’ ουσίαν ταυτότητος». Πρόκειται για ένα τολμηρό δράμα, γεμάτο εμπιστοσύνη στη δύναμη της θείας χάριτος, πίστη στην οντολογική αλλοίωση που συντελείται στον κόσμο με τη σάρκωση του Χριστού και τη συνεχή δράση του Αγίου Πνεύματος, πλημμυρισμένο από ανεκλάλητη αισιοδοξία για τον τελικό σκοπό του ανθρώπου.
(Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του Ορθόδοξου μυστικισμού βλ. κατωτέρω: Γιόγκα και Ορθόδοξος Ησυχασμός.)
Γενικά, ο Ορθόδοξος μυστικισμός παρουσιάζει ήρεμη νηφαλιότητα και ανάταση, σε ριζική αντίθεση προς μυστικίζουσες θεοσοφικές ή απόκρυφες θεωρίες και ψυχοσωματικές τεχνικές. Όλα είναι δώρα της χάριτος του Θεού. Εκείνο που κυρίως καταθέτει ο άνθρωπος είναι η προαίρεση, το μόνο ουσιαστικό που έχει δικό του. Ιδιαίτερα εξωτερικά φαινόμενα -όπως τα στίγματα, που είναι τόσο συχνά στους μυστικούς της Δύσεως- δεν αναφέρονται στους μυστικούς της Ανατολής. Πολλοί από τους τελευταίους προειδοποιούν ιδιαίτερα για τον κίνδυνο των σωματικών οραμάτων ή φαντασιώσεων. Διότι και τα δύο καταστρέφουν την ενότητα του ανθρώπου, την οποία ο Χριστός ήρθε να αναστηλώσει.
* Ρωσικός μυστικισμός. Στην Ορθόδοξη Ρωσία αναπτύχθηκαν δύο ρεύματα μυστικισμού. Το ένα υπήρξε άμεση συνέχεια της βυζαντινής και γενικά της Ορθόδοξης παραδόσεως. Τροφοδοτήθηκε σταθερά από τη λειτουργική ζωή και τις μεταφράσεις βυζαντινών μυστικών, όπως της Φιλοκαλίας, που κυκλοφόρησε αρχικά στη σλάβονική και αργότερα (1894) στη ρωσική γλώσσα. Ασκητικές μορφές, όπως ο Παΐσιος Βελιτσκόβσκυ (1-1794), ο Σεραφείμ του Σάρωφ (1754-1833) και πολλοί άλλοι είχαν στη ζωή τους ζωηρά μυστικά βιώματα.
Το άλλο ρεύμα προήλθε από μεταφράσεις διαφόρων γνωστών και αγνώστων μυστικών συγγραφέων της δυτικής Χριστιανοσύνης, συνήθως ευσεβιστικών τάσεων, και παρουσίασε επικίνδυνες εξάρσεις και αιρετικές αποκλίσεις. Χαρακτηριστικές μορφές στη δεύτερη αυτή τάση υπήρξαν οι: Γρ. Σ. Σκοβορόντα (1722-1794), Ν.Ι. Νοβικώφ και Α.Φ. Λά-μπσιν. Τον 19ο αι. εμφανίσθηκαν στη Ρωσία διάφορες μυστικοπαθείς ομάδες, με πρωταγωνιστές την Ταταρίνοβα, τον Α .Π. Ντουμποβίσκυ, τον Κοτέλνικωφ (του οποίου οι οπαδοί ονομάσθηκαν «οχήματα του Πνεύματος» -«ντουχονόστσι»), οι όποιες προκάλεσαν την αντίδραση της Εκκλησίας.
Σημαντικότερος εκπρόσωπος του ρωσικού μυστικισμού υπήρξε ο Βλ. Σολοβιώφ (1853-1900). Με σαφείς επιδράσεις από τον Νεοπλατωνισμό και τους μυστικούς της χριστιανικής Δύσης, όπως τους Eriugena, Bohme κ.α., ο Σολοβιώφ, έχοντας ο ίδιος έντονες προσωπικές μυστικές εμπειρίες, ανέπτυξε τις απόψεις του για τη μυστική πίστη, την «πανενότητα» του Θεού με το κοσμικό και ιστορικό σύμπαν κ.λπ. Αρχικά σλαβόφιλος, δέχθηκε 4 χρόνια πριν πεθάνει τη ρωμαιοκαθολική ομολογία. Κάπως πιο κοντά στην Ορθόδοξη παράδοση, ο θεολόγος και φιλόσοφος Α.Σ. Χομιάκωφ (1804-1860) πλούτισε τον ρωσικό μυστικό στοχασμό. Ξεκινώντας από τη μυστική εμπειρία της Εκκλησίας και στρεφόμενος γύρω από αυτήν, ανέπτυξε ένα μυστικισμό της ολοκληρώσεως και συναδελφότητας, που κέντρο του έχει το Πνεύμα του Χρίστου. Το έργο του άσκησε μεγάλη επίδραση στη μετέπειτα ρωσική θεολογική σκέψη.
Βασικά θέματα του βυζαντινού μυστικισμού
Οι όροι-κλειδιά, γύρω από τους οποίους περιστρέφονται τα βυζαντινά μυστικά κείμενα, είναι: «γνώσις», «ησυχία», «νήψις», «προσευχή», «απάθεια», «κάθαρσις του νοός», «άσκησις», «πράξις», «θεωρία», «έκστασις», «έλλαμψις», «μνήμη Θεού»,«θεατού Θεού»,«θείο φως», «μέθεξις», «θείος έρως», «θέωσις». Την ιδιοτυπία του μυστικού βιώματος εκφράζουν επίσης οι αντινομικοί συνδυασμοί που αγκαλιάζουν διαλεκτικά τη χριστιανική εμπειρία: «λαμπρός γνόφος», «ευφρόσυνο πένθος», «νηφαλία μέθη» κ.α. Ενώ όμως την προσοχή πολλών μελετητών ελκύει η ιδιοτυπία ορισμένων από τους ανωτέρω όρους της Ορθόδοξης μυστικής θεολογίας, εντούτοις δεν πρέπει να παραθεωρείται ότι από τις περισσότερο επαναλαμβανόμενες έννοιες στους Ορθόδοξους μυστικούς είναι οι όροι: «Θεός»,«Ιησούς», «Χριστός», «Πνεύμα», «Αγία Τριάς», «χάρις», «εντολαί», «Σταυρός», «Ανάστασις», «αγάπη».
Τα τυπικότερα στοιχεία του βυζαντινού μυστικισμού είναι:
α) Η ήρεμη έκσταση, στην οποία συμβάλλει η αδιάλειπτη νοερά προσευχή και ο νους με τη συμμετοχή των αρετών. Ο βυζαντινός μυστικισμός δεν γνωρίζει τους τύπους εκείνους εκστάσεως που συναντούμε σε άλλα θρησκεύματα (Σαμανισμό, αφρικανική πνευματοληψία, διονυσιακή έκσταση, δερβίσηδες κ.λπ.), η οποία σχετίζεται με τεχνικές ψυχοσωματικών διεγέρσεων, χορούς, ναρκωτικά κ.λπ. Ούτε ακόμη ταυτίζεται με την έκσταση των μυστηριακών θρησκειών ή τη φιλοσοφική λεγόμενη έκσταση των πλατωνικών και νεοπλατωνικών, με την έξοδο δηλαδή του νου από το σώμα, από τον χρόνο, για να λειτουργήσει δήθεν καθαρά.
β) Γνώση – αγνωσία. Όσο περισσότερο γνωρίζει ο άνθρωπος τον Θεό, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί το ακατάληπτο της ουσίας Του. Συχνότατες είναι οι αποφατικές διατυπώσεις, όπως «υπερούσιος αοριστία» (Διονύσιος Αεροπαγίτης), «υπερ-άρρητος», «υπεράγνωστος» (Μάξιμος).
γ) Έλλαμψη και θέρμη. η πολυδιάστατη εμπειρία του φωτός έχει άμεσες χριστολογικές, πνευματολογικές και εσχατολογικές συναρτήσεις. Η μυστική θεωρία προεκτείνεται σε θέα εσχατολογική, έξοδο από την Ιστορία προς το αιώνιο φως της Δευτέρας Παρουσίας. Παρά τη συχνότητα όμως και τη σημασία του φωτός, ποτέ δεν δόθηκε το βάρος σε εξωτερικά φαινόμενα. Αυτά θεωρήθηκαν μόνο μιά πλευρά της θέας του Θεού. ο ουσιαστικός σκοπός παρέμεινε η συνάντηση του προσώπου του Χριστού.
δ) «Θείος έρως». Ενώ η λέξη «έρως» επανέρχεται στα κείμενα των βυζαντινών μυστικών, οι ερωτικές περιγραφές είναι λιτές και διαφοροποιούνται σαφώς από ανάλογες σελίδες του μουσουλμανικού ή του ινδουιστικού μυστικισμού. Ακόμα και σε σχέση με τους δυτικούς μυστικούς, οι όποιοι συχνά χρησιμοποιούν ρομαντικές και ρεαλιστικές περιγραφές, οι Βυζαντινοί διαφέρουν όταν μιλούν για τον έρωτα του Θεού – όπως οι αποπνευματοποιημένες βυζαντινές εικόνες από τα δυτικοχριστιανικά αγάλματα. «Ο θείος έρως», «ο μακάριος έρως», δεν νοείται σαν μιά συναισθηματική διέγερση. Δένεται άμεσα με την αγάπη στην καθολική της μορφή, στην οποία δίνεται σταθερά το πρωτείο.
ε) Μία διαλεκτική τάση μεταξύ «έχειν» και «μη έχειν», μεταξύ στάσεως και συνεχούς κινήσεως, συνεχούς επεκτάσεως σε νέες εμπειρίες «από δόξης εις δόξαν», δεσπόζει στον βυζαντινό μυστικισμό. Η ανέλιξη αυτή συνδυάζεται με βαθιά ταπείνωση, ευγνώμονη εξάρτηση από τη θεία χάρη και ανοικτή συνείδηση στην ιστορική, εσχατολογική προοπτική.
στ) «Θέωσις». Οι βυζαντινοί θεολόγοι, στηριγμένοι βιωματικά στη θεολογία της σαρκώσεως, οδηγούνται σταθερά σε μιά θεολογία της θεώσεως. Ο αγ. Μάξιμος, ο όποιος ιδιαίτερα επιμένει σ’ αυτήν τη διδασκαλία, τονίζει ότι το δράμα του Θεού στον γνόφο είναι ήδη μετοχή στον Θεό. στη θέωση τελικά οδηγεί η μετοχή και η μέθεξη των ενεργειών του Θεού. Γινόμαστε «θεοί κατά χάριν», θεοί, «άνευ της κατ’ ουσίαν ταυτότητος». Πρόκειται για ένα τολμηρό δράμα, γεμάτο εμπιστοσύνη στη δύναμη της θείας χάριτος, πίστη στην οντολογική αλλοίωση που συντελείται στον κόσμο με τη σάρκωση του Χριστού και τη συνεχή δράση του Αγίου Πνεύματος, πλημμυρισμένο από ανεκλάλητη αισιοδοξία για τον τελικό σκοπό του ανθρώπου.
(Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του Ορθόδοξου μυστικισμού βλ. κατωτέρω: Γιόγκα και Ορθόδοξος Ησυχασμός.)
Γενικά, ο Ορθόδοξος μυστικισμός παρουσιάζει ήρεμη νηφαλιότητα και ανάταση, σε ριζική αντίθεση προς μυστικίζουσες θεοσοφικές ή απόκρυφες θεωρίες και ψυχοσωματικές τεχνικές. Όλα είναι δώρα της χάριτος του Θεού. Εκείνο που κυρίως καταθέτει ο άνθρωπος είναι η προαίρεση, το μόνο ουσιαστικό που έχει δικό του. Ιδιαίτερα εξωτερικά φαινόμενα -όπως τα στίγματα, που είναι τόσο συχνά στους μυστικούς της Δύσεως- δεν αναφέρονται στους μυστικούς της Ανατολής. Πολλοί από τους τελευταίους προειδοποιούν ιδιαίτερα για τον κίνδυνο των σωματικών οραμάτων ή φαντασιώσεων. Διότι και τα δύο καταστρέφουν την ενότητα του ανθρώπου, την οποία ο Χριστός ήρθε να αναστηλώσει.
* Ρωσικός μυστικισμός. Στην Ορθόδοξη Ρωσία αναπτύχθηκαν δύο ρεύματα μυστικισμού. Το ένα υπήρξε άμεση συνέχεια της βυζαντινής και γενικά της Ορθόδοξης παραδόσεως. Τροφοδοτήθηκε σταθερά από τη λειτουργική ζωή και τις μεταφράσεις βυζαντινών μυστικών, όπως της Φιλοκαλίας, που κυκλοφόρησε αρχικά στη σλάβονική και αργότερα (1894) στη ρωσική γλώσσα. Ασκητικές μορφές, όπως ο Παΐσιος Βελιτσκόβσκυ (1-1794), ο Σεραφείμ του Σάρωφ (1754-1833) και πολλοί άλλοι είχαν στη ζωή τους ζωηρά μυστικά βιώματα.
Το άλλο ρεύμα προήλθε από μεταφράσεις διαφόρων γνωστών και αγνώστων μυστικών συγγραφέων της δυτικής Χριστιανοσύνης, συνήθως ευσεβιστικών τάσεων, και παρουσίασε επικίνδυνες εξάρσεις και αιρετικές αποκλίσεις. Χαρακτηριστικές μορφές στη δεύτερη αυτή τάση υπήρξαν οι: Γρ. Σ. Σκοβορόντα (1722-1794), Ν.Ι. Νοβικώφ και Α.Φ. Λά-μπσιν. Τον 19ο αι. εμφανίσθηκαν στη Ρωσία διάφορες μυστικοπαθείς ομάδες, με πρωταγωνιστές την Ταταρίνοβα, τον Α .Π. Ντουμποβίσκυ, τον Κοτέλνικωφ (του οποίου οι οπαδοί ονομάσθηκαν «οχήματα του Πνεύματος» -«ντουχονόστσι»), οι όποιες προκάλεσαν την αντίδραση της Εκκλησίας.
Σημαντικότερος εκπρόσωπος του ρωσικού μυστικισμού υπήρξε ο Βλ. Σολοβιώφ (1853-1900). Με σαφείς επιδράσεις από τον Νεοπλατωνισμό και τους μυστικούς της χριστιανικής Δύσης, όπως τους Eriugena, Bohme κ.α., ο Σολοβιώφ, έχοντας ο ίδιος έντονες προσωπικές μυστικές εμπειρίες, ανέπτυξε τις απόψεις του για τη μυστική πίστη, την «πανενότητα» του Θεού με το κοσμικό και ιστορικό σύμπαν κ.λπ. Αρχικά σλαβόφιλος, δέχθηκε 4 χρόνια πριν πεθάνει τη ρωμαιοκαθολική ομολογία. Κάπως πιο κοντά στην Ορθόδοξη παράδοση, ο θεολόγος και φιλόσοφος Α.Σ. Χομιάκωφ (1804-1860) πλούτισε τον ρωσικό μυστικό στοχασμό. Ξεκινώντας από τη μυστική εμπειρία της Εκκλησίας και στρεφόμενος γύρω από αυτήν, ανέπτυξε ένα μυστικισμό της ολοκληρώσεως και συναδελφότητας, που κέντρο του έχει το Πνεύμα του Χρίστου. Το έργο του άσκησε μεγάλη επίδραση στη μετέπειτα ρωσική θεολογική σκέψη.
Βασικά θέματα του βυζαντινού μυστικισμού
Οι όροι-κλειδιά, γύρω από τους οποίους περιστρέφονται τα βυζαντινά μυστικά κείμενα, είναι: «γνώσις», «ησυχία», «νήψις», «προσευχή», «απάθεια», «κάθαρσις του νοός», «άσκησις», «πράξις», «θεωρία», «έκστασις», «έλλαμψις», «μνήμη Θεού»,«θεατού Θεού»,«θείο φως», «μέθεξις», «θείος έρως», «θέωσις». Την ιδιοτυπία του μυστικού βιώματος εκφράζουν επίσης οι αντινομικοί συνδυασμοί που αγκαλιάζουν διαλεκτικά τη χριστιανική εμπειρία: «λαμπρός γνόφος», «ευφρόσυνο πένθος», «νηφαλία μέθη» κ.α. Ενώ όμως την προσοχή πολλών μελετητών ελκύει η ιδιοτυπία ορισμένων από τους ανωτέρω όρους της Ορθόδοξης μυστικής θεολογίας, εντούτοις δεν πρέπει να παραθεωρείται ότι από τις περισσότερο επαναλαμβανόμενες έννοιες στους Ορθόδοξους μυστικούς είναι οι όροι: «Θεός»,«Ιησούς», «Χριστός», «Πνεύμα», «Αγία Τριάς», «χάρις», «εντολαί», «Σταυρός», «Ανάστασις», «αγάπη».
Τα τυπικότερα στοιχεία του βυζαντινού μυστικισμού είναι:
α) Η ήρεμη έκσταση, στην οποία συμβάλλει η αδιάλειπτη νοερά προσευχή και ο νους με τη συμμετοχή των αρετών. Ο βυζαντινός μυστικισμός δεν γνωρίζει τους τύπους εκείνους εκστάσεως που συναντούμε σε άλλα θρησκεύματα (Σαμανισμό, αφρικανική πνευματοληψία, διονυσιακή έκσταση, δερβίσηδες κ.λπ.), η οποία σχετίζεται με τεχνικές ψυχοσωματικών διεγέρσεων, χορούς, ναρκωτικά κ.λπ. Ούτε ακόμη ταυτίζεται με την έκσταση των μυστηριακών θρησκειών ή τη φιλοσοφική λεγόμενη έκσταση των πλατωνικών και νεοπλατωνικών, με την έξοδο δηλαδή του νου από το σώμα, από τον χρόνο, για να λειτουργήσει δήθεν καθαρά.
β) Γνώση – αγνωσία. Όσο περισσότερο γνωρίζει ο άνθρωπος τον Θεό, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί το ακατάληπτο της ουσίας Του. Συχνότατες είναι οι αποφατικές διατυπώσεις, όπως «υπερούσιος αοριστία» (Διονύσιος Αεροπαγίτης), «υπερ-άρρητος», «υπεράγνωστος» (Μάξιμος).
γ) Έλλαμψη και θέρμη. η πολυδιάστατη εμπειρία του φωτός έχει άμεσες χριστολογικές, πνευματολογικές και εσχατολογικές συναρτήσεις. Η μυστική θεωρία προεκτείνεται σε θέα εσχατολογική, έξοδο από την Ιστορία προς το αιώνιο φως της Δευτέρας Παρουσίας. Παρά τη συχνότητα όμως και τη σημασία του φωτός, ποτέ δεν δόθηκε το βάρος σε εξωτερικά φαινόμενα. Αυτά θεωρήθηκαν μόνο μιά πλευρά της θέας του Θεού. ο ουσιαστικός σκοπός παρέμεινε η συνάντηση του προσώπου του Χριστού.
δ) «Θείος έρως». Ενώ η λέξη «έρως» επανέρχεται στα κείμενα των βυζαντινών μυστικών, οι ερωτικές περιγραφές είναι λιτές και διαφοροποιούνται σαφώς από ανάλογες σελίδες του μουσουλμανικού ή του ινδουιστικού μυστικισμού. Ακόμα και σε σχέση με τους δυτικούς μυστικούς, οι όποιοι συχνά χρησιμοποιούν ρομαντικές και ρεαλιστικές περιγραφές, οι Βυζαντινοί διαφέρουν όταν μιλούν για τον έρωτα του Θεού – όπως οι αποπνευματοποιημένες βυζαντινές εικόνες από τα δυτικοχριστιανικά αγάλματα. «Ο θείος έρως», «ο μακάριος έρως», δεν νοείται σαν μιά συναισθηματική διέγερση. Δένεται άμεσα με την αγάπη στην καθολική της μορφή, στην οποία δίνεται σταθερά το πρωτείο.
ε) Μία διαλεκτική τάση μεταξύ «έχειν» και «μη έχειν», μεταξύ στάσεως και συνεχούς κινήσεως, συνεχούς επεκτάσεως σε νέες εμπειρίες «από δόξης εις δόξαν», δεσπόζει στον βυζαντινό μυστικισμό. Η ανέλιξη αυτή συνδυάζεται με βαθιά ταπείνωση, ευγνώμονη εξάρτηση από τη θεία χάρη και ανοικτή συνείδηση στην ιστορική, εσχατολογική προοπτική.
στ) «Θέωσις». Οι βυζαντινοί θεολόγοι, στηριγμένοι βιωματικά στη θεολογία της σαρκώσεως, οδηγούνται σταθερά σε μιά θεολογία της θεώσεως. Ο αγ. Μάξιμος, ο όποιος ιδιαίτερα επιμένει σ’ αυτήν τη διδασκαλία, τονίζει ότι το δράμα του Θεού στον γνόφο είναι ήδη μετοχή στον Θεό. στη θέωση τελικά οδηγεί η μετοχή και η μέθεξη των ενεργειών του Θεού. Γινόμαστε «θεοί κατά χάριν», θεοί, «άνευ της κατ’ ουσίαν ταυτότητος». Πρόκειται για ένα τολμηρό δράμα, γεμάτο εμπιστοσύνη στη δύναμη της θείας χάριτος, πίστη στην οντολογική αλλοίωση που συντελείται στον κόσμο με τη σάρκωση του Χριστού και τη συνεχή δράση του Αγίου Πνεύματος, πλημμυρισμένο από ανεκλάλητη αισιοδοξία για τον τελικό σκοπό του ανθρώπου.
(Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του Ορθόδοξου μυστικισμού βλ. κατωτέρω: Γιόγκα και Ορθόδοξος Ησυχασμός.)
Γενικά, ο Ορθόδοξος μυστικισμός παρουσιάζει ήρεμη νηφαλιότητα και ανάταση, σε ριζική αντίθεση προς μυστικίζουσες θεοσοφικές ή απόκρυφες θεωρίες και ψυχοσωματικές τεχνικές. Όλα είναι δώρα της χάριτος του Θεού. Εκείνο που κυρίως καταθέτει ο άνθρωπος είναι η προαίρεση, το μόνο ουσιαστικό που έχει δικό του. Ιδιαίτερα εξωτερικά φαινόμενα -όπως τα στίγματα, που είναι τόσο συχνά στους μυστικούς της Δύσεως- δεν αναφέρονται στους μυστικούς της Ανατολής. Πολλοί από τους τελευταίους προειδοποιούν ιδιαίτερα για τον κίνδυνο των σωματικών οραμάτων ή φαντασιώσεων. Διότι και τα δύο καταστρέφουν την ενότητα του ανθρώπου, την οποία ο Χριστός ήρθε να αναστηλώσει.
* Ρωσικός μυστικισμός. Στην Ορθόδοξη Ρωσία αναπτύχθηκαν δύο ρεύματα μυστικισμού. Το ένα υπήρξε άμεση συνέχεια της βυζαντινής και γενικά της Ορθόδοξης παραδόσεως. Τροφοδοτήθηκε σταθερά από τη λειτουργική ζωή και τις μεταφράσεις βυζαντινών μυστικών, όπως της Φιλοκαλίας, που κυκλοφόρησε αρχικά στη σλάβονική και αργότερα (1894) στη ρωσική γλώσσα. Ασκητικές μορφές, όπως ο Παΐσιος Βελιτσκόβσκυ (1-1794), ο Σεραφείμ του Σάρωφ (1754-1833) και πολλοί άλλοι είχαν στη ζωή τους ζωηρά μυστικά βιώματα.
Το άλλο ρεύμα προήλθε από μεταφράσεις διαφόρων γνωστών και αγνώστων μυστικών συγγραφέων της δυτικής Χριστιανοσύνης, συνήθως ευσεβιστικών τάσεων, και παρουσίασε επικίνδυνες εξάρσεις και αιρετικές αποκλίσεις. Χαρακτηριστικές μορφές στη δεύτερη αυτή τάση υπήρξαν οι: Γρ. Σ. Σκοβορόντα (1722-1794), Ν.Ι. Νοβικώφ και Α.Φ. Λά-μπσιν. Τον 19ο αι. εμφανίσθηκαν στη Ρωσία διάφορες μυστικοπαθείς ομάδες, με πρωταγωνιστές την Ταταρίνοβα, τον Α .Π. Ντουμποβίσκυ, τον Κοτέλνικωφ (του οποίου οι οπαδοί ονομάσθηκαν «οχήματα του Πνεύματος» -«ντουχονόστσι»), οι όποιες προκάλεσαν την αντίδραση της Εκκλησίας.
Σημαντικότερος εκπρόσωπος του ρωσικού μυστικισμού υπήρξε ο Βλ. Σολοβιώφ (1853-1900). Με σαφείς επιδράσεις από τον Νεοπλατωνισμό και τους μυστικούς της χριστιανικής Δύσης, όπως τους Eriugena, Bohme κ.α., ο Σολοβιώφ, έχοντας ο ίδιος έντονες προσωπικές μυστικές εμπειρίες, ανέπτυξε τις απόψεις του για τη μυστική πίστη, την «πανενότητα» του Θεού με το κοσμικό και ιστορικό σύμπαν κ.λπ. Αρχικά σλαβόφιλος, δέχθηκε 4 χρόνια πριν πεθάνει τη ρωμαιοκαθολική ομολογία. Κάπως πιο κοντά στην Ορθόδοξη παράδοση, ο θεολόγος και φιλόσοφος Α.Σ. Χομιάκωφ (1804-1860) πλούτισε τον ρωσικό μυστικό στοχασμό. Ξεκινώντας από τη μυστική εμπειρία της Εκκλησίας και στρεφόμενος γύρω από αυτήν, ανέπτυξε ένα μυστικισμό της ολοκληρώσεως και συναδελφότητας, που κέντρο του έχει το Πνεύμα του Χρίστου. Το έργο του άσκησε μεγάλη επίδραση στη μετέπειτα ρωσική θεολογική σκέψη.

Κινεζικός Μυστικισμός
Στην Κίνα βλάστησε και αναπτύχθηκε ένα από τα πιο αρχαία μυστικά συστήματα. το θεωρητικό του υπόβαθρο βρίσκεται στα αρχαία φιλοσοφικά αξιώματα του Λάο-Τσέ και τα αποφθέγματα της ποιητικής δημιουργίας του Τσουάνγκ-Τσέ. Το βασικό ιερό βιβλίο του Ταόισμού Τάο-τε-Τσίνγκ (προφερόμενο Ντάου-ντα-Τσίνγκ),που αποδίδεται στον Λάο-Τσέ (6ος αι. π .Χ.), καθορίζει μιά γραμμή ασκητική με πολλές μυστικές τάσεις. Η ύψιστη πραγματικότητα, το Τάο, προσδιορίζεται με αντιφατικές φράσεις και αποφατική γλώσσα. Είναι αθέατο, ακατανόητο, άμορφο, τέλειο, αναλλοίωτο, απρόσωπο, πληροί τα πάντα, είναι πηγή των πάντων. Υπήρχε πριν από όλους τους αιώνες, πριν από τη γη και τον ουρανό. Είναι η πρώτη αρχή του σύμπαντος. Πρόκειται για μιά τάση μονιστική, που διαβλέπει απόλυτη ενότητα στο σύμπαν.
Η ταόιστική αντίληψη για τη δημιουργία είναι ότι από το Τάο προήλθε το Εν, δηλαδή η μεγάλη Μονάδα, και από αυτήν οι δύο πρώτες ουσίες, «γιάν» και «γίν », θετική και αρνητική, που αντιπροσωπεύουν και αγκαλιάζουν όλες τις μεγάλες αντινομίες: φως-σκιά, αρσενικό-θηλυκό κ.λπ. Τέλος, αυτές γέννησαν τον ουρανό, τη γη, τον άνθρωπο• από αυτές προήλθαν όλα τα δημιουργήματα. Το Τάο δεν είναι μόνο η απόλυτη πηγή κάθε υπάρξεως, αλλά συγχρόνως κρατάει σε αρμονία όλα τα φαινόμενα της φύσεως. Η ενέργεια του είναι αναγκαία και αυτόματη. Αποτελεί τον ύψιστο ανθρώπινο σκοπό. Ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώξει την αυτοεγκατάλειψή του στο Τάο. Βασικά, τα μέσα γι’ αυτή την εναρμόνιση είναι η ησυχία, η απάθεια, η επιστροφή στην πρωτόγονη απλότητα.
Η βασική θέση που προτείνει ο Ταοϊσμός (η περίφημη «γουό γουάι») θα μπορούσε να συνοψισθεί στην παρότρυνση «μην κάνεις τίποτε» ή «κάνε το καθετί μην κάνοντας τίποτε». Για να επιτύχει ο άνθρωπος τον συντονισμό με το Τάο και να βρίσκεται σε αρμονία με τα εξωτερικά πράγματα, η ταοϊστική παράδοση καθόρισε μιά μυστική διαδικασία, με πρώτη φάση την κάθαρση, δεύτερη τον φωτισμό -όταν η αρετή δεν χρειάζεται πλέον μιά συνειδητή προσπάθεια, αλλά γίνεται αυθόρμητα- και τρίτη, την εσωτερική ενότητα. Όλοι οι άνθρωποι δυνάμει μπορούν να προχωρήσουν προς το Τάο. Ο Ταοϊσμός κήρυξε την περιφρόνηση του πλούτου, των ηδονών, της συσσωρεύσεως γνώσεως και διαμόρφωσε μιά νοοτροπία διαμετρικά αντίθετη από την αντίστοιχη του κλασικού Κομφουκιανισμού.
Αργότερα, ο Ταοϊσμός εκφυλίστηκε σ’ ένα σύστημα μαγείας, αλχημείας, αποκρυφιστικής μυστικοπάθειας. Το έργο του Τάο-Λίνγκ (1ος ή 2ος αι. μ.Χ.) έδωσε στον Ταοϊσμό σαφέστερη εξωτερική οργάνωση• ιδρύθηκαν πολλά μοναστήρια, ανδρικά και γυναικεία, που παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με τα βουδδιστικά, καθώς και ναοί, οι όποιοι στέγασαν ποικίλες εικόνες διαφόρων θεοτήτων. Ανεξάρτητα από αυτή την εξέλιξη, ο κινεζικός μυστικισμός στις βασικές του πηγές εμφανίζει χαρακτηριστικές ομοιότητες με τον Νεοπλατωνισμό, με τον όποιο συμφωνεί τόσο στο θέμα της τελικής ενότητας, που είναι απρόσιτη στη γνώση και μπορεί να επιτευχθεί με διαίσθηση, ανάταση και έκσταση, όσο και στην άποψη ότι η απόλυτη Αρχή δεν μπορεί να ταυτισθεί με το όλο ή μέρος του υλικού σύμπαντος.”

Δυτικός Πολιτισμός, Προάσπιση , Defensio Culturae Europae,Εχθροί του Δυτικού Πολιτισμού Πυλώνες

Defensio Culturae Occidentalis (Προάσπιση του Δυτικού Πολιτισμού), Εχθροί του Δυτικού Πολιτισμού, Πυλώνες του Δυτικού Πολιτισμού

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί σε ό,τι αφορά την επιδίωξή μου μία ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΗ αντιπαράθεση με τις γνωστότατες αντιδυτικές και αντιευρωπαϊκές απόψεις του Θεολόγου κ.Χρήστου Γιανναρά.
Ετσι θα έχει κάθε καλοπροαίρετος αναγνώστης την ευκαιρία να συγκρίνει τις θέσεις του Χ.Γ. με τις τοποθετήσεις και τα «επιχειρήματα» των φανατικών εχθρών του Πολιτισμού της Δύσης ανά τον κόσμο και ιδιαιτέρως με το μίσος της ρωσικής ορθόδοξης εκκλησίας και των θεολόγων της κατά της Δύσης.
Υπό Πούτιν έχει αναζωογονηθεί αυτή η άκρως εχθρική τοποθέτηση όχι μόνον εκ μέρους των ρώσων θεολόγων, αλλά και των φιλόσοφων. Ευκαιρείας δοθείσης ας υπενθυμίσουμε, ότι ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ήταν εχθρός του πολιτισμού της Δύσης.

1.Ο όρος Πολιτισμός γενικά

Από γλωσσολογική άποψη προέρχεται η λέξη Πολιτισμός από τον πολίτη, συγκεκριμένα από τον κάτοικο της πόλης, όπου επικρατεί σε σύγκριση με την επαρχία ήδη από την αρχαιότητα ένας πιό εξελιγμένος και εκλεπτυσμένος τρόπος ζωής.

Το Ετυμολογικό Λεξικό του Γ.Μπαμπινιώτη ( Αθήνα 2010, σελ. 1132) αναφέρει δύο τσιτάτα, από τα οποία απορρέει το συμπέρασμα, ότι πρόκειται για καλούς τρόπους συμπεριφοράς ( Διογ.Λαέρτ. Βίοι φιλοσ. 4.39 : „το παν δή διέτριβεν εν τη Ακαδημεία τον πολιτισμόν
εκτοπίζων“ και Ιωάνν. Χρυσόστ. Ομιλ. 63.121 : „γέλως γέγονε τα ημέτερα και πολιτισμός και αστειότης“). Κατόπιν κάνει παραπομπή στον Αδαμάντιο Κοραή, ο οποίος έχει αποδώσει την γαλλική λέξη civilisation επαναφέροντας την ελληνιστική λέξη Πολιτισμός,
αλλά με την νέα σημασία ως εξής : „το σύνολο των πνευματικών και υλικών επιτευγμάτων του ανθρώπου „. Εν τούτοις, στο Λεξικό δεν γίνεται καμία σοβαρή προσπάθεια να δοθεί ένας πειστικός ορισμός της έννοιας Πολιτισμός.

Το Λεξικόν Νέας Ελληνικής Γλώσσης ( 2ος Τόμος, σελ.1980 ) εισέρχεται ο ορισμός κάπως στην ουσία της έννοιας :
“Κατάστασις της κοινωνίας, καθ ην ο άνθρωπος έχει οπωσδήποτε αποσπασθή της αμέσου επιδράσεως της φύσεως και έχει αναπτύξει βίον ηθικόν, πνευματικόν και καλαισθητικόν ενσυνείδητον, κατ αντίθ. προς τους αγρίους και βαρβάρους“. Αυτός ο ορισμός είναι στην ουσία μάλλον αντίγραφο του χαρακτηρισμού εκ μέρους του Mirabeau : Η επίτευξη ενός γενικού επιπέδου βίου μέσω της επιστήμης και της τεχνικής κάτι που κάνει την σύγχρονη κοινωνία να διαφέρει από τις πρωτόγονες κοινωνίες.

Τα Γαλλικά ως μία ρωμανική (νεολατινική ) γλώσσα προτίμησαν να χρησιμοποιήσουν την έννοια Civilisation , η οποία έχει την ρίζα της στην λατινική λέξη civis ( πολίτης ), εξ ού και civitas ( κοινωνία ), στα Γαλλικά cite, από την οποία πάλι προέρχεται η βαρυσήμαντη έννοια citoyen ( πολίτης , στην ουσία αστός ) εξ ου και αστική επανάσταση.

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι γλωσσολογικά υπάρχει μία σχέση μεταξύ του πολίτου ( civis ) και του πολιτισμού. Αυτό όμως ισχύει για την Ευρώπη, η οποία έχει ιστορικά εξελιχθεί πολύ αργότερα από τις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Ο απογαλακτισμός του ανθρωπίνου γένους από την μητέρα φύση έλαβε χώραν οκτώ έως ενιά χιλιάδες χρόνια π.Χ. (στην Ευρώπη μεταξύ της 5ης και της 3ης χιλιετερίδας π.Χ. ) μέσω της Αγροτικής
Επανάστασης που ήταν η πρώτη μεγάλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτό ισχύει γενικά και για την γενική εξέλιξη του υλικού και ύστερα από 4.500 έτη και του πνευματικού πολιτισμού. Αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός ήταν η αφετηρία για τη Νεολιθική Εποχή.

2. Ο όρος του Πολιτισμού ( Civilisation ) συγκεκριμένα

Ευθύς εξ αρχής υπογραμμίζουμε, ότι με τον ορισμό του Πολιτισμού έχουν ασχοληθεί από τον 18ο αι. και εδώθεν η Φιλοσοφία, η Θεωρία της κουλτούρας, η Κοινωνιολογία και η Εθνολογία. Εχουμε
διαπιστώσει , ότι οι φιλοσοφικές απόψεις περί τον όρο Πολιτισμός είναι πολλαπλές και όχι τόσο σαφείς : Ταύτιση του Πολιτισμού με την Κουλτούρα, η Κουλτούρα είναι ευρύτερη από τον Πολιτισμό ή και αντίστροφα. Είναι γεγονός, ότι η διαφοροποίηση μεταξύ του Πολιτισμού και της Κουλτούρας έλαβε χώραν τον 19ο αι. στην Γερμανία , ενώ σε άλλες χώρες ταυτίζονται οι όροι Πολιτισμός και Κουλτούρα.

Σε σύγκριση με την Φιλοσοφία προτείνει η Κοινωνιολογία μάλλον έναν πιό συγκεκριμένο ορισμό : Πολιτισμός είναι το σύνολο των γνώσεων και των επιδεξιοτήτων, τις οποίες απέκτεισε ο άνθρωπος στην διαδικασία της εξέλιξης, μέσω των οποίων μπορεί αυτός να επιλύσει με ειδικό τρόπο τα υπάρχοντα προβλήματα. Αναφέρονται πρωτίστως ο  Πολιτισμός  en general, οΤεχνικός Πολιτισμός, ο Οικονομικός Πολιτισμός και ο Επιστημονικός Πολιτισμός.

Σύμφωνα με αυτήν την νεότατη αντίληψη έχει η διαδικασία του Πολιτισμού παγκόσμιο χαρακτήρα και επιδρά επί της Κουλτούρας, η οποία εμπεριέχει πρωτίστως πολιτισμικά και πνευματικά στοιχεία (Ιδέ W. Fuchs-Heinritz et alt.( Edit.), Lexikon zur Soziologie, Opladen 1995, S.757 ).

Ο Πολιτισμός της Δύσης έχει πολλές εκφάνσεις και πολλούς πυλώνες : ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ , Δημοκρατία /Παρλαμενταρισμός, Ατομο (Ατομοκεντρισμός), Πολίτης, βασικές ατομικές ελευθερίες, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, διαχωρισμός των εξουσιών, κράτος του δικαίου, υψηλό βιοτικό επίπεδο, υπερεξελιγμένη παιδεία (σχολεία, πανεπιστήμια, κέντρα ερευνών ) δημιουργικότητα, υψηλές τεχνολογίες, επιστημονικές επιτεύξεις ανωτάτου επιπέδου, πλουσιότατη λογοτεχνία, καλές τέχνες, αρχιτεκτονική, απαράμιλλη μουσική κλπ.

3.Ο όρος Κουλτούρα

Και αυτός ο όρος αναδεικνύει μερικές διαστάσεις.

Κατ αρχάς αναφέρουμε την γλωσσολογική διάσταση, η οποία είναι χρήσιμη για την κατανόηση της έννοιας . Η λέξη cultura προέρχεται από το cultus και αυτό από το ρήμα colere με την αρχική σημασία της καλλιέργειας και περιποίησης του εδάφους και των φυτών ( Agricultura ) μεν, αλλά ήδη στην αρχαιότητα την χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι και για τους ανθρώπους υπό το νόημα του καλλιεργημένου και εξευγενισμένου ανθρώπου με εκλεπτυσμένους τρόπους συμπεριφοράς ( Ιδέ K.E. Georges, Latein-Deutsches Handwörterbuch, Leipzig 1890, S. 457, 640 ).
Ιδιαιτέρως ο Cicero (Κικέρων) έχει εφαρμόσει μεταφορικά αυτήν την λέξη επί της ψυχής του ανθρώπου ( „cultura animi“ :“ καλλιέργεια της ψυχής“ μέσω της φιλοσοφίας ( Cicero, Tusc. II 13 ).

Εως τον 18ο αι. έχει ερμηνευθεί η έννοια Cultura ως διάπλαση των σωματικών, ψυχικών και πνευματικών ικανοτήτων και αρετών του ανθρώπου ( Ιδέ J. Mittelstraß ( Edit. ), Enzyklopädie Philosophie und Wissenschaftstheorie, Band 2, Stuttgart/ Weimar, 2004, S. 508 ). Ας υπενθυμίσουμε, ότι ήδη οι αρχαίοι Ελληνες έχουν χρησιμοποιήσει την σημαντικότατη έννοια ΠΑΙΔΕΙΑ με ακριβώς αυτό το νόημα. Η νεοελληνική έννοια Πολιτισμός είναι μετάφραση από τα Γαλλικά.

Σε σύγκριση με αυτό έχει εστιάσει ο περίφημος Γάλλος διαφωτιστής Voltaire ( 17ος/18ος αι. ) το 1756 στο πόνημά του „Essais sur les moeurs et l esprit des nations“ στο επίκεντρο της μόρφωσης και της
προόδου όλην την ανθρωπότητα. Στα Γαλλικά σημαίνει το επίθετο „cultural general“ γενική μόρφωση (Ιδέ ρεδώ στο Μπλογκ μου  τη μικρή μελέτη « Γενική και εγκυκλοπαιδική Μόρφωση, Παιδεία, Παγκοσμιοποίηση» ).

Σε γενικές γραμμές σημαίνει ο όρος Κουλτούρα „το σύνολο των πνευματικών και καλλιτεχνικών εκφάνσεων μίας κοινωνίας“ ( Ιδέ Duden, Das große Fremdwörterbuch, Leipzig et alt., 2000, S. 776 ). Προσθέτουμε και την Λογοτεχνία. Τέτοιες επιτεύξεις είχαν και έχουν αναμφιβόλως πρώτα από
όλα από την αρχαιότητα και οι τέσσερις Κύκλοι Πολιτισμού : Δυτικός, Ανατολίτικος/ Ισλαμικός, Κονφουκιανικός και Ινδουϊστικός.

4. Οι πολυποίκιλοι εχθροί του Πολιτισμού της Δύσης

Το 1942 σε διεθνή διάσκεψη έχουν διατυπωθεί τα εξής συμπεράσματα : Ο Προτεσταντισμός, ο Διαφωτισμός, η βιομηχανία, η άνοδος του καπιταλισμού και η φιλελεύθερη οικονομία τον 19οαι. είναι η ρίζα όλων των καταταστροφών. Η ανθρώπινη κοινωνία έχει
μεταβληθεί σε μηχανή χωρίς ανθρώπινη ψυχή. Η δύση είναι κρύα, ορθολογιστκή και γενικά ένας «Μηχανικιστικός Πολιτισμός».

“Επιχειρήματα»των εχθρών της Δύσης : Οι διανοητές της Δύσης είναι ανόητοι και πνευματικά καθυστερημένοι, όμως κατέχουν
ευφυία στις φυσικές επιστήμες. Αλλά το «πνεύμα» είναι χωρίς ψυχή, έτσι αυτοί είναι όντα όπως οι μηχανές.Το πνεύμα της Δύσης μπορεί να κάνει μεγάλες τεχνολογικές εφευρέσεις, αλλά του λείπει η πνευματικότητα (Spirituality) και δεν έχει κατανόηση για τα πάθη του ανθρώπου.
Ρίζa αυτoύ του λανθασμένου σκεπτικού είναι ο νεοπλατωνικός Πλωτίνος : «Σκέψη της ψυχής» (πίστη, ότι υπάρχει ο θεός) που είναι ανώτερη από την «σκέψη του μυαλού « (απαραίτητη η απόδειξη για την ύπαρξη του θεού).

Ολοι οι εχθροί της Δύσης και πρωτίστως οι Ρώσοι διανοητές και θεολόγοι ισχυρίζονται το ίδιο , αλλά πάνε πιο πέρα : Ο δυτικός τρόπος σκέψης είναι υποανάπτυκτος,γιατί στηρίζεται αποκλειστικά στον ορθολογισμό ως ένα εργαλείο και έτσι δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να βρει τον «σωστό» δρόμο. Σε σύγκριση με την Δύση βασίζεται ο ρωσικός πολιτισμός στην “ρωσική ψυχή” ως μία μυθική και μυστικιστική οντότητα που αποτελεί δήθεν κάτι το ιδιαίτερο. Εδώ πρόκειται για μάλλον μυστικιστικές, ολίγον τι και ρατσιστικές επιθέσεις κατά του
ευρωπαϊκού ορθολογισμού. Παρόμοια «επιχειρήματα» παραθέτουν και εθνικιστές στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στις Ινδίες και στις ισλαμικές χώρες. Σε ό,τι αφορά την εθνική “ιδιαιτερότητα”είναι η Ελληναράδες παγκόσμιοι πρωταθλητές.

Η αντιπαράθεση με τον τότε δυτικό (γαλλικό) πολιτισμό στην Ευρώπη έχει συντελεσθεί ήδη τον 18ο και τον 19ου αι. στην πολιτισμικά και πολιτικά καθυστερημένη Πρωσία, η οποία θεωρούσε την Γαλλία ως ενσάρκωση της Δύσης και ταυτόχονα ως κάτι το ισχυρό και αξιοπρόσεκτο μεν, αλλά και πολύ επικίνδυνο.

Ο μεγάλος ρωσοβρεταννός πολιτικός Φιλόσοφος του παρελθόντος αιώνα Isaiah Berlin έχει αξιολογήσει την τοποθέτηση των Πρώσων στον γαλλικό πολιτισμό ως εξής : Υστερα από τη νίκη του του Ναπολέοντα κατά των γερμανικών κρατών έχουν αντιληφθεί οι ηττημένοι, ότι η Γαλλία είναι στην Ευρώπη η καθοριστική πολιτική, πολιτισμική και στρατιωτική δύναμη. Οι παραδοσιακοί, θρήσκοι και οικονομικά καθυστερημένοι Γερμανοί θεωρούσαν τους Γάλλους ως υπερόπτες , αλλά δεν ήταν διατεθημένοι να αναγνωρίσουν και επίσημα την όντως μειονεκτική θέση τους. Ως ισοφάρισμα έναντι της «πενιχρής» και «άκαρδης ευρυμάθειας» των Γάλλων έχουν επισημάνει εντόνως την δήθεν βαθιά εσωτερική πνευματική ζωή , την δήθεν ποιητικότητα της εθνικής ψυχής καθώς και την απλότητα και το ευγενικό του χαρακτήρα των Γερμανών.

Σε τέτοιες περιπτώσεις κάνουν οι κατώτεροι ομφαλοσκόπηση και διαπιστώνουν φαντασιακά πλεονεκτήματα όπως τον «εσωτερικό πνευματικό βίο», την καθαρή και απλή εσωτερικότητα και τονίζουν , ότι δεν τους ενδιαφέρει ούτε η ευμάθεια ούτε η επιστήμη.

Στην ευρωπαϊκή ιστορία είναι γνωστό, ότι οι γερμανικές αντιλήψεις περί του πολιτισμού έχουν επηρεάσει και άλλους λαούς, όπως π.χ. τους Ρώσους, τους Ιάπωνες, τους Ελληνες και λίγο αργότερα και τους Αραβες.

Αυτές οι απόψεις ήταν στενότατα συνδεδεμένες με τον γερμανικό ρωμαντισμό, ο οποίος αποτελούσε ένα τμήμα του αντι-Διαφωτισμού.
Ενώ ο Διαφωτισμός ηταν βαθιά πεπεισμένος, ότι η ανθρωπότητα προοδεύει προς μία ευτυχή και ορθολογιστική ζωή, ασχολούνταν οι φιλόσοφοι του ρωμαντισμού με θρησκευτικά θέματα, όπως με την αθωότητα, την ηθική κατάπτωση και την σωτηρία. Αλλά η σωτηριολογία εκφράζει γενικά τον πόθο για ενότητα και αρμονία κάτι που σημαίνει, ότι ο ρομαντικός άνθρωπος διακατέχεται από ισχυρά νοσταλγικά συναισθήματα.

Μία από τις γνωστότερες ρομαντικές απόψεις έγκειται στο ό,τι ο υπερβολικός ορθολογισμός αποτελεί την κυρία αιτία για την ολική κατάπτωση της ανθρωπότητας.
Ιδιαιτέρως στην Ρωσία θεωρείτο η ορθολογιστική εξυπνάδα ως μία δυτική αρρώστεια και δη ως εξυπνάδα χωρίς σοφία, ενώ οι ρώσοι έχουν υπογραμμίσει εντονότατα την ηθική αναγκαιότητα όπως αυτή σημειώνεται στα γνωστά μυθιστορήματα του Ντοστογιεφσκι («Ένα πρόσωπο μπορεί να είναι σοφό αλλά για να ενεργήσει σοφά, μόνο η εξυπνάδα δεν φτάνει», «Ο,τι το αληθινό είναι δικό μας, είναι
για την Ευρώπη ξένο» ). Η καθοριστική σκέψη του Ντοστογιέφσκι είναι, ότι τα ανθρώπινα προβλήματα δεν λύνονται μέσω της νοημοσύνης, γι αυτό πρέπει ο άνθρωπος να αναζητεί την σωτηρία στην πίστη. Κατά την γνώμη του είμαστε σε θέση να εκλαμβάνουμε το τραγικό νόημα της ζωής όχι μέσω της νοημοσύνης αλλά μέσω της »σοφίας της καρδιάς». Οποιος έχει πολύ εμπιστοσύνη στη νοημοσύνη , χάνει την ικανότητα να βρει την σωτηρία. Οταν το 1851 έγινε η πρώτη Διεθνής εκθεση της αγγλικής βιομηχανίας (έναρξη σε ένα Κρυσταλλένιο Παλάτι) έχει ο Ντοστογιέφσκι διαμαρτυρηθεί, τονίζοντας , ότι η Δύση ματαίως πιστεύει, ότι μπορεί να κλείσει την κοινωνία σε ένα τέτοιο παλάτι, γιατί αυτό αντιτίθεται στην ανθρώπινη φύση. Κατά την γνώμη του είναι ο νηφάλιος ορθολογισμός ένας απάνθρωπος τεθλασμένος αντικατοπτρισμός της ανθρώπινης κοινωνίας.

Μία παρόμοια άποψη έχει πρεσβεύσει και ο άλλος γίγαντας της ρωσικής λογοτεχνίας ο Λέων Τολστόϊ, πρωτίστως επισημαίνοντας την “αγνότητα”, στην πραγματικότητα πολιτισμική καθυστέρηση, του
ρωσικού λαού και την ικανότητά του να βρει την σωτηρία στην χριστιανική πίστη. Στην εποχή του τσάρου Νικολάου Ι. έχουν λάβει έντονες διενέξεις μεταξύ των «Δυτικών» και των «Σλαβόφιλων» χώραν, οι οποίοι κατηγορούσαν τους θαυμαστές του δυτικού τρόπου ζωής ως προδότες της «ρωσικής ψυχής», ώς θαυμαστές ενός μηχανιστικού δυτικού πολιτισμού και ως υπερόπτες.

Από την πλειάδα των «Σλαβόφιλων» αναφέρω Πέτρο Κιρεγιέφσκι, ο οποίος στο έργο του « Περί της αναγκαιότητας και της δυνατότητας
νέων αρχών στην Φιλοσοφία» έχει διατυπώσει την άποψη, ότι μεταξύ του πνεύμαστος της Δύσης και του ρωσικού πνεύματος υφίσταται μεγάλη διαφορά : Το πνεύμα της Δύσης έχει σάπιες ρίζες, όπως τον Αριστοτέλη, τον ρασιοναλισμό του Σχολαστικισμού, την ρωμαϊκή αντίληψη περί του απόλυτου δικαίου της ιδιοκτησίας, η οποία έχει οδηγήσει τελικά στον ατομικισμό. Μέσω του δυτικου πνεύματος δεν μπορεί ο άνθρωπος να εννοήσει τον κόσμο στην ολότητά του, ενώ το ρωσικό πνεύμα βασιζόμενο στην χριστιανική πίστη, δύναται να εκλάβει τηνουσία των πραγμάτων στην ολότητά των.

Ο Ιβάν Κιρεγιέφσκι κατηγορεί την Δύση πρωτίστως λόγω του υπερβολικού ορθολογισμού. Συγκρίνει το ανθρώπινο πνεύμα με ένα πανεπιστήμιο με πολλές σχολές. Ο ορθολογισμός είναι σύμφωνα με την γνώμη του μόνο μία σχολή, αλλά υπάρχουν και άλλες «σχολές» , όπως π.χ. το συναίσθημα, η ανάμνηση, η αντίληψη και η γλώσσα. Σε σύγκριση με το ρωσικό σκεπτικό διαθέτει η Δύση μόνο μία «σχολή», τον ορθολογισμό και επομένως είναι κατώτερη.

Ενας άλλος Ρώσος, ο Κωνσταντίν Λεόντγιεφ έχει στο βιβλίο του «Ρωσία και Ευρώπη» ήδη το δεύτερο ήμισυ του 19ου αι. εκφέρει την γνώμη, ότι η Δύση βρίσκεται λόγω της φιλελεύθερης ισότητας στο τελευταίο στάδιο της κατάπτωσής της , ενώ η Ρωσία ανθίζει μέσω της ζωντανότητάς της και την ισχυρή βούληση του τσάρου. Εχει επισημάνει, ότι στο επίκεντρο των αντιπαραθέσεων μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας εστιάζεται ο χαρακτήρας που σημαίνει, ότι η Ρωσία θα είναι ο νικητής μέσω της ισχυρότερης βούλησης. Λίαν ενδιαφέρον είναι το συμπέρασμά του : Γι αυτό δεν είναι ανάγκη να υλοποιήσει η Ρωσία μεταρρυθμίσεις !

Γενικά έχει κάνει η «υπεροπτική» Δύση λόγω του
ορθολογισμού της μία μεγάλη αμαρτία και Υβριν. Ο Δυτικισμός (εχθροί της Δύσης) των ανατολικών πολιτισμών εκφράζει οργή λόγω της επίδειξης ανωτερότητας και της αλαζονικής συμπεριφοράς της Δύσης. Η εξάπλωση της επιστημονικής πίστης αποτελεί στον δυτικό πολιτισμό το μοναδικό δρόμο για την απόκτηση της γνώσης. Αυτό το επικίνδυνο φαινόμενο αξιολογείται από τους εκπροσώπους του Δυτικισμού ως ιμπεριαλισμός του πνεύμαστος, ο οποίος είναι χειρότερος από τον στρατιωτικό ιμπεριαλισμό.

Η πραγματιστική Κίνα δεν είχε τέτοια ιδεολογικά προβλήματα. Στις αρχές του 20ου αι. ήταν το μεγαλύτερο μέρος των διανοουμένων θαυμαστές του δυτικού ορθολογισμού, της δυτικής επιστήμης και της Δημοκρατίας, ενώ πολλοί λίγοι απέκρουσαν την Δύση μόνον μέσω ενός επιχειρήματος και δη του »κινεζικού πνεύματος”.

Επίσης και ο εθνικοσοσιαλισμός έχει καταπολεμήσει το φιλελεύθερο πνεύμα του δυτικού πολιτισμού και πρωτίστως την δημοκρατία, τον ατομοκεντρισμό, τις ατομικές ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον διαχωρισμό των εξουσιών και το κράτος του δικαίου, γιατί ο Führer παρίστανε τον Θεό.Η θέλησή του ήταν νόμος και δεν υπήρχαν τα άτομα , αλλά η αγέλη.

Ο Δυτικισμός έχει εξαπολυθεί όχι μόνον εκ μέρους της «ρωσικής ψυχής», της «γερμανικής ράτσας», του ιαπωνικού κρατικού Σιντοϊσμού, αλλά και εκ μέρους του καθυστερημένου Ισλάμ , ο οποίος όμως έχει επηρεασθεί σημαντικά από συντηρητικές
ευρωπαϊκές ιδέες και αντιλήψεις.

Ο ισλαμικός Δυτικισμός αξιολογεί τον
δυτικό πολιτισμό ως «ειδωλολατρική βαρβαρότητα», γιατί λατρεύει το χρήμα και την απληστία. Επειδή όμως η ειδωλολατρεία θεωρείται ως μεγίστη αμαρτία (jahiliyya), πρέπει οι Μουσουλμάνοι να την
καταπολεμήσουν με όλα τα μέσα και να την τιμωρήσουν. Από ιστορική άποψη προέρχεται μία τέτοια τοποθέτηση έναντι της ειδωλολατρείας γενικά από τον Ιουδαϊσμό.

Ο θρησκευτικός Δυτικισμός του Ισλάμ, μερικών ινδουιστών και του ιαπωνικού Σιντοϊσμού προ του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου κατηγορεί την Δύση, ότι θεωρεί την Υλη ως Θεό και τον Υλισμό ως την θρησκεία της. Τοιουτοτρόπως αντιμετωπίζεται ο αγώνας μεταξύ των ειδωλολατρών προσκυνητών της ύλης και των αληθινών προσκυνητών του θεϊκού πνεύματος με μανιχαϊστικό τρόπο.

Ο Said Qutb, ηγετικό μέλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας υπερασπίσθηκε το1948 την «καθαρή» ισλαμική κοινωνία και απέρριψε τον δυτικό τρόπο ζωής ως «υλιστική ειδωλολατρεία». Κατά την γνώμη του η Δύση είναι ένας τεράστιος οίκος ανοχής, γεμάτος με κτηνώδη λαγνεία, απληστεία και εγωισμό. Στην Δύση έχει αναβιβασθεί η ανθρώπινη νοημοσύνη σε θεότητα, ο μουσουλμάνος εκφράζει την πεποίθηση, ότι όλα αυτά θα περατωθούν στο μέλλον, όταν θα κυριαρχήσει ο αληθινός θεός μέσω των νόμων του.

5. Συμπεράσματα

1.Ο Πολιτισμός της Δύσης δεν είναι μονόπλευρα «μηχανιστικός» (ή «τεχνολογικός») , όπως ισχυρίζονται οι πολυποίκιλοι εχθροί του, αλλά έχει πολλές εκφάνσεις και πολλούς πυλώνες : ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ , Δημοκρατία /Παρλαμεντασριμός, Ατομο (Ατομοκεντρισμός), Πολίτης, βασικές ατομικές ελευθερίες, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, διαχωρισμός των εξουσιών, κράτος του δικαίου, υψηλό βιοτικό επίπεδο, υπερεξελιγμένη παιδεία (σχολεία, πανεπιστήμια, κέντρα ερευνών ) δημιουργικότητα,υψηλές τεχνολογίες, επιστημονικές επιτεύξεις ανωτάτου επιπέδου, πλουσιότατη λογοτεχνία, καλές τέχνες, αρχιτεκτονική, απαράμιλλη μουσική κλπ.

2. Οι εχθροί του Πολιτισμού της Δύσης την αντιμάχονται με «επιχειρήματα» στην ουσία κοινά : μονόπλευρα ορθολογιστική, παραμελεί την πίστη και τον άνθρωπο,αθεϊστική, υλιστική, χρησιμοθηρική, κρύα, απάνθρωπη, ρίζα όλων των κακών, «μηχανιστική «-τεχνολογική», οι άνθρωποι έχουν μετατραπεί σε μηχανές, οι επιστημονικές γνώσεις της Δύσης είναι κατώτερες από την «γνώση της καρδιάς», ειδωλολατρική, τιμωρητέα κλπ.

3.Τα «επιχειρήματα» των εχθρών του Πολιτισμού της Δύσης είναι πρωτίστως θρησκευτικά, θεολογικά, υπερεθνικιστικά, εν μέρει ρατσιστικά και γενικά παραλογιστικά και εκφράζουν στο βάθος τους συμπλέγματα πολιτισμικής και επιστημονικής κατωτερότητας καθώς και πρωτόγονα αισθήματα φθόνου και φόβου.

4. Ειδικά όλες οι απόψεις των Ρώσων αντιδυτικών σημειώνονται και στην Ελλάδα σε ορθόδοξους κληρικούς και θεολόγους καθώς και σε υπερεθνικιστές (Ελληναράδες).

Πηγές

-Fritz Stern, Kulturpessimismus als Gefahr, Eine Analyse nationaler Ideologie in Deutschland, Bern et alt., 1963
-Ahmed Rashid, Taliban, Afganistans Gotteskrieger und der Dschihad, München 2004, S. 350,353
-Gordon A. Craig, Über die Deutschen, München 1982, S. 286
-Isaiah Berlin , Das krumme Holz der Humanität, Kapitel der Ideengeschichte, Frankfurt/M,, 1992, S. 306ff.
-Th. G. Masaryk, Zur russischen Geschichts- und Religionsphilosophie,
Soziologishe Skizzen, Jena 1913, Band 2, S. 812
-F. Dostojewski, Aufzeichnungen aus dem Kellerloch, Stuttgart, 1984, S. 52.
-D. Benjamin / S. Simon, The Age of Sacred Terror, New York, 2002, S. 1, 68, 207
-G. Kepel, Der Prophet und der Pharao, Das Beispiel Ägypten : Die
Entwicklung des muslimischen Extremismus, München /Zürich, 1995, S. 47
-Ian Buruma / Avishai Margalit, Okzidentalismus, Der Westen in den Augen seiner Feinde ( Orig. : Occidentalism. The West in the Eyes of ist Enemies, New York,, 2004), München / Wien, 2005, S.20ff., 55 ff., 79 ff., 103 ff.

Καθημερινή (10.11.16)

—————————————————————————-
Πυλώνες του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού (Δύση)

Σύμφωνα με την συχνά αναφερθείσα μεθοδική αρχή consensus doctorum et professorum (ομοφωνία των διδακτόρων και καθηγητών)
, διατυπωθείσα στα έγκριτα επιστημονικά λεξικά και στα πανεπιστημιακά εγχειρίδια, ανήκουν στους πυλώνες του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού (Δύσης) πρωτίστως τα εξής στοιχεία :
α) Ο γνωστότατος αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ( Ιωνία, Αθήνα, Κάτω Ιταλία,Σικελία, Αλεξάνδρεια ) ,
β) Ο ρωμαϊκός πολιτισμός (πρωτίστως το Jus Romanum (Ρωμαϊκό Δίκαιο),
γ) Η Παλαιά Διαθήκη ( στην ουσία η μυθολογία των Εβραίων και μία από τις δύο βάσεις του Χριστιανισμού),
δ) Η Νέα Διαθήκη (η πρυτανεύουσα βάση του Χριστιανισμού) και
ε) Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός ( Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία (στην Φιλοσοφία) και ΗΠΑ). Αυτός έχει μέσω της απελευθέρωσης του ανθρώπου από το σκοτάδι του Μεσαίωνα και επί τη βάσει του Jus rationis (Δίκαιον του Ορθού Λόγου =ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ) αλλάξει την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας και έχει δημιουργήσει τις σταθερές βάσεις για την γενική ανωτερότητα του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού πρώτα από όλα στις επιστήμες και ειδικά στις υψηλές τεχνολογίες.

Δημοσιευθέν συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο , τελευταία στην Καθημερινή (9.7.17).

Μεταφυσική στη Φιλοσοφία

Μεταφυσική ( στην Φιλοσοφία, όχι στην Θεολογία), Διάλογος με Χρήστο Γιανναρά

Περί της Μεταφυσικής, συστηματικά, εμπεριστατωμένα

Πάλι ευκαιρίας δοθείσης το θεωρώ απαραίτητο να παρουσιάσω το πολύ δύσκολο θέμα της Μεταφυσικής μόνον υπό το πρίσμα της σύγχρονης Φιλοσοφίας. Η Θεολογία δεν ενδιαφέρει ουδόλως, γιατί ενώ η Φιλοσοφία ως επιστήμη βασίζεται σε επιστημονικές γνώσεις, η Θεολογία έχει ως υπόβαθρο την πίστη, η οποία πάλι εκφράζει εικασίες, δοξασίες και μέσω σοφιστικών τεχνασμάτων στην ουσία όντως φαντασιώσεις αναβιβασμένες σε «ιερά και όσια».
Αυτονοήτως έχω προ μισού αιώνα σπουδάσει μεταξύ άλλων και Φιλοσοφία, αλλά δέον να λάβω υπ όψη  ποιά γνώμη πρεσβεύουν και σήμερα οι διακεκριμένοι Φιλόσοφοι, στους οποίους δυστυχώς δεν ανήκει κανένας Νεοέλληνας.

1.Η έννοια της αριστοτελικής Μεταφυσικής

Κατ αρχάς η έννοια «μεταφυσική» ( αγγλ. metaphysics, γαλλ. metaphysique) αφορούσε την ονομασία για τα 14 βιβλία του Αριστοτέλη, τα οποία έχει ταξινομήσει ο Περιπατητικός Ανδρόνικος από τη Ρόδο (70 π.Χ.) πίσω από τα οχτώ βιβλία της «Φυσικής» («τα μετά τα φυσικά», τα φυσικά ως »δεύτερη Φιλοσοφία»).
Το περιεχόμενό τους αποτελούσαν την «πρώτη Φιλοσοφία («περί πρώτης φιλοσοφίας») η σύμφωνα με τον Θεόφραστο «η περί των πρώτων θεωρία» (η θεωρία αυτού που υπάρχει ως πρώτον), την οποία ο Αριστοτέλης έχει ορίσει ως επιστήμη που ατενίζει το Είναι γενικά, στο οποίο ανήκουν αντικείμενα που είναι (οι πρώτες αιτίες και αρχές , Met. A2.982b9 η «ον ή ον» , Μet. E1.1026a31 ή αμφότερα μαζί «οί πρώτες αιτίες του όντως Οντος» , Met. Γ1.1003a30-31, σε άλλο έργο του χρησιμοποιεί την έννοια »σοφία», Eth.Nic. Z7.1141a16ff.) .

Η «πρώτη Φιλοσοφία» δεν ασχολείται με τη φύση, αλλά με την ουσία του φονταμέντου της, γι αυτό είναι και η επιστήμη περί του θεϊκού (Met.A8.1074a35-36). Σε αντίθεση με τον Πλάτωνα (Ιδέες), ο Αριστοτέλης έχει εμπεδώσει μία φιλοσοφική Θεωρία περί της εννοιολογικής διάρθρωσης της απόκτησης γνώσης καθώς και της γνώσης επί τη βάσει της εμπειρίας. Οι πιο σημαντικές έννοιες της Μεταφυσικής του Αριστοτέλη είναι το σχήμα, η ύλη, η ουσία, το είναι, η αλήθεια, η ψυχή, η αθανασία, η ελευθερία και ο θεός. Ακριβώς αυτή η ερμηνεία της Μεταφυσικής είναι ο λόγος που αυτή έχει ονομασθεί «γενική Mεταφυσική (Μetaphysica generalis). Από την εποχή του Αριστοτέλη σημειώνεται επί αιώνες μία άμεση σχέση έως και συνωνυμία μεταξύ της Φιλοσοφίας και της Μεταφυσικής.

2. Εννοια και ουσία της Μεταφυσικής

Στην εποχή του Μεσαίωνα  η Μεταφυσική θεωρείτο ως γενική φιλοσοφική θεωρία περί του υπερφυσικού, το οποίο υφίσταται πέραν του υλικού κόσμου, αποτελεί το «αληθινό Είναι» και τη βάση «του όντως Οντος». Υπό αυτή την έννοια  η Μεταφυσική θεωρείτοεκ μέρους του Thomas Aquinas (S.c.g.III, 25) ως «prima philosophia“ και θεωρείται ακόμη και σήμερα εκ μέρους ιδεαλιστών Φιλόσοφων (π.χ. Νεοθωμιστές) ως βασική και καθοριστική επιστήμη για συγκεκριμένους επιστημονικούς κλάδους, όπως για τη Λογική, τη Γνωσιολογία, την Οντολογία, την Αισθητική κλπ. ως «ειδική Μεταφυσική» (Metaphysica specialis“).
Το Μεσαίωνα  η Μεταφυσική θεωρείτο ως «Βaσίλισσα των επιστημών» (Thomas Aquinas) που ασχολείται ιδιαιτέρως με τη διαφορά μεταξύ του θεϊκού και του κοσμικού Είναι.
Το ιδιαίτερο γνώρισμα όλων των μεταφυσικών αντιλήψεων είναι η οριστικότητα και η ακινησία. Εχοντας ως αφετηρία μίαν υποθετική βασική αρχή (Θεός, Είναι, Ιδέα, Εγώ, Μονάδα, a priori, Υλη, Αντίθεση, Χρόνος, Βούληση, Ελπίδα κτλ.) προσπαθούν οι Μεταφυσικοί να ερμηνεύσουν τον κόσμο.
Στην ουσία  η Μεταφυσική έχει εμπεδώσει ένα δογματικό οικοδόμημα, αποτελούμενο από πολυάριθμες έννοιες και ιδέες οι οποίες  ουδεμία σχέση έχουν με την αντικειμενική πραγματικότητα.

3. Αντίπαλοι της Σχολαστικής Μεταφυσικής

Η Σχολαστική Μεταφυσική αποτελεί μία σύνθεση της ιδεαλιστικής αρχαίας ελληνικής Φιλοσοφίας αφ ενός  και της χριστιανικής Θεολογίας («Θεωρία» περί του Θεού) αφ ετέρου.
Ηδη κατά το τέλος του Μεσαίωνα στη μεταβατική περίοδο από τη via antiqua (παλαιός βίος) στη via moderna (σύγχρονος βίος) και τον καθοριστικό και σχεδόν κοσμοϊστορικό διαχωρισμό Φιλοσοφίας και Θεολογίας, Γνώσης και Πίστης, Νοημοσύνης και »θείας» Αποκάλυψης άρχισαν βαθμιαία οι αμφισβητήσεις περί της αλήθειας της (αριστοτελικής) Σχολαστικής Μεταφυσικής.

Η ενασχόληση με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα έχει λάβει χώραν εκ νέου και δη άνευ θρησκόληπτων παρωπίδων και μεγάλων διαστρεβλώσεων. Αυτή η απελευθερωτική διαδικασία έχει εντατικοποιηθεί εκ μέρους του Προτεσταντισμού και έφθασε στο crescendo της στον ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ. Οι Αγγλοι Εμπειριστές Μ.D. Humes, W. Ockham, FRANCIS BACON, J Locke, και λίγο αργότερα οι περίφημοι Γάλλοι Υλιστές C.A. Helvetius, P.H. d` Holbach και J.O. de La Metrie , έχουν επιτεθεί σχεδόν μετωπικά κατά της Σχολαστικής Μεταφυσικής αποκαλώντας την ως κάτι το σκοτεινό, απατεωνικό και παθολογικό, δηλαδή ψευδοεπιστήμη για αρρωστημένα μυαλά. Αυτά είναι θανατηφόρα χτυπήματα.

Ο διεθνώς μεγαλύτερος Φιλόσοφος ύστερα από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ο Γερμανός Immanuel Kant έθεσε ως σκοπόν του να καταστρέψει αυτό το κατά τη γνώμη του ουχί επιστημονικό μεταφυσικό οικοδόμημα πρωτίστως μέσω του περίφημου έργου του «Kritik der reinen Vernuft» (1781), όπου ερευνά τις δυνατότητες της ανθρώπινης γνώσης και αποδεικνύει, ότι αυτή δεν επιτρέπεται να ξεπερνάει το όριο της εμπειρίας. Από την άλλη μεριά όμως υποστηρίζει μία σωστή υπερβατική (transzendental) μεταφυσική φιλοσοφική Θεωρία (B XXXVI) ως Επιστήμη περί των ορίων της ανθρώπινης νοημοσύνης. Περί αυτού έχει εκδώσει ένα μικρό σύγγραμα με τον τίλο “Träume eines Geistersehers“ : «Oνειρα κάποιου που βλέπει φαντάσματα» (A 115, Akad. Ausg. II, 368). Γενικά η Transzendentalphilosophie (Υπερβατική Φιλοσοφία) του Καντ αποτελεί μία πραγματική «Στροφή του Κοπερνίκου) και περάτωση της Σχολαστικής Μεταφυσικής. Ο Καντ έχει λοιδορήσει τηνΣχολαστική Μεταφυσική ως εξής : «Η Μεταφυσική είναι ένας σκοτεινός ωκεανός χωρίς ακτές και φάρους με φιλοσοφικά ναυάγια». Ο Voltaire είπε κάτι το επίσης λοιδορικό : «Τέσσερις χιλιάδες τόμοι μεταφυσικής δε θα μας μάθουν, τί είναι η ψυχή».

Ο άλλος τιτάν της παγκόσμιας Φιλοσοφίας, ο Γερμανός Georg Wilhelm Friedrich Hegel έκανε γενική επίθεση κατά της μεσαιωνικής Μεταφυσικής, την οποία κατηγόρησε λόγω της μονόδρομης μεθόδου και τις αφηρημένες έννοιές της και πρότεινε, οι Φιλόσοφοι να την αντικαταστήσουν με τη Λογική, στην οποία το πνεύμα μπορεί μέσω κατάλληλων λογικών εννοιών να εξελιχθεί και δη με διαλεκτικό τρόπο.
Αυτονοήτως  η παραδοσιακή Μεταφυσική είχε πολλούς σημαντικούς αντίπαλους, οι οποίοι την κατηγορούσαν ως δογματική, ως ένα «φλοσοφικό λεξικό σκοτεινών ψευδολέξεων το οποίο δεν εμπεριέχει τίποτα το χρήσιμο» (Walch).

Ηδη στα τέλη του 19ου αι. έχει διατυπωθεί και επικρατήσει η γενική άποψη, ότι η Μεταφυσική πνέει τα λοίσθια. Σήμερα ανήκουν στους μεγαλύτερους αντίπαλους της Μεταφυσικής η Γλωσσοαναλυτική Φιλοσοφία, ο Λογικός Εμπειρισμός και η Θεωρία της Επιστήμης (βαθμιαία αντικαθιστά την έννοια Φιλοσοφία). Ολοι οι σύγχρονοι Φιλόσοφοι την κατηγορούν, ότι η Μεταφυσική εκουσίως συγχύζει την πραγματικότητα με φαντασίες. Ο Φιλόσοφος Carnap π.χ. συγκρίνει τη Μεταφυσική με «Λυρική (λυρικό ποίημα) με το περιτύλιγμα μίας θεωρίας « και τους Μεταφυσικούς με «μουσικούς χωρίς ικανότητες μουσικών«. Και ο μεγάλος Φιλόσοφος L. Wittgenstein (Tractatus logico-philosophus, 1921) αξιολογεί τη Μεταφυσική ως μίαν ενασχόληση εντός των ορίων μεταξύ του νοητού και της ανοησίας. O Wittgenstein γράφει το εξής άκρως ενδιαφέρον: «Εάν δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για κάτι, ας σιωπήσει».Δηλαδή κατά τη γνώμη του  η Μεταφυσική έχει εξαφανισθεί ανεπιστρεπτί.  Ο Bertrand Russel πάει πιο πέρα διατυπώνοντας την εξής αξιολόγηση: «Για να είσαι καλός φιλόσοφος, πρέπει να αποκηρύξεις τη μεταφυσική».

3. Μεταλλαγή της Μεταφυσικής

Η ταχεία εξέλιξη των φυσικών επιστημών (στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όχι στα Βαλκάνια, ούτε στην ορθόδοξη Ρωσία), ανάγκασε τους εκπροσώπους της Μεταφυσικής να προσαρμοσθούν κάπως στα νέα δεδομένα. Εχουν δημιουργηθεί νέες φυσικές επιστήμες, στηριζόμενες στη συλλογή και συστηματική ανάλυση στοιχείων. Εχει επιστημονικά αποδειχθεί, ότι ούτε τα αντικείμενα ούτε οι έννοιες περί αυτών έχουν αιώνιο χαρακτήρα και είναι άκαμπτες και αμετάβλητες. Οι καθοριστικές αρχές στην ζωή καθώς και στην επιστήμη είναι η αέναη μεταλλαγή (Ηράκλειτος “Πάντα ρεί”) και η πρόοδος,

Γενικά σημειώνεται ήδη από τον παρελθόντα αιώνα κάποιο ενδιαφέρον για τη Μεταφυσική πρωτίστως ως αντικείμενο ενασχόλησης, αλλά μερικοί Φιλόσοφοι (π.χ. o Xusserl) ποσπαθούν να αναβιβάσουν εκ νέου τη Μεταφυσική σε μία «Πρώτη Φιλοσοφία» επιδιώκοντας να προσδώσουν στην ανθρώπινη ύπαρξη ένα «βαθύ νόημα»
Εγείρεται το εύλογο ερώτημα, τί άραγε κάνουν οι άνθρωποι στον τεράστιο Κύκλο Πολιτισμού του Κονφουκιανισμού χωρίς Θεό και Μεταφυσική η οποία αποτελεί κατά τη γνώμη τους μάλλον μία μεγάλη ανοησία ; Δεν έχει η ζωή τους νόημα;

Πηγές

-Aristoteles, Metaphysik, ISBN 978-3-7306-0215-7, Köln 2015
-I. Kant, Prolegomena zu einer jeden künftigen Metaphysik Leipzig, 1979
-I. Kant, Kritik der reinen Vernunft, Leipzig 1986
-I. Kant, Kritik der praktischen Vernunft, Leipzig 1978
-M. Buhr, Immanuel Kant, Leipzig 1967
- Oxford illustrated History of Western Philosophy, Oxford University Press, 1994
-Geschichte des wissenschaftlichen Denkens im Altertum, Edit. Autorenkollektiv unter Leitung von Fritz Jürss, Akademie der Wissenschaften, Berlin 1982
-A. Pichot, La naissance de la sciense, Paris 1991
-H. Poller, Die Philosophen und ihre Kerngedanken, Ein geschichtlicher Überblick, ISBN 978-3-7892-8271-3, München 2007
-Enzyklopädie Philosophie und Wissenschaftstheorie, Edit. J.
Mittelstraß, ISBN 3-476-02012-6. Stuttgart- Weimar, 2004, Band 2,S. 870-874, Band 4, S. 333-336
-Philosophisches Wörterbuch, Edit. G.Klaus-M. Buhr, Band 2, S. 715-716, 1094
-DUDEN ; Die Philosophie, Ein Sachlexikon der Philosophie, Edit., R. Ohlig, ISBN 3-411-02206-X
-Geschichte der mittelalterlichen Philosophie, Lehrbuch, Verlag der Wissenschaften, ISBN 3-326-00464-8, Berlin 1989 (πανεπιστημιακό εγχειρίδιο)
-R. Carnap, Überwindung der Metaphysik durch logische Analyse der Sprache, Erkenntnis 2(1931), S.219-241 (δυσνόητο, αλλά πολύ χρήσιμο)
-M. Heidegger, Kant und das Problem der Metaphysik, Frankfurt 1985
-G. Knapp, Der antimetaphysische Mensch. Darvin-Marx—Freud, Stuttgart 1973 (θανάσιμο χτύπημα στη Μεταφυσική)
-W. Krampf, Die Metaphysik und ihre Gegner, Meisenheim 1973 (άκρως διαφωτιστικό)
-E. Topitsch, Vom Ursprung und Ende der Metaphysik,. Studie zur Weltanschauungskritik, München 1972. Εδώ αναδεικνύεται το ΤΕΛΟΣ της παραδοσιακής Σχολαστικής Μεταφυσικής., η οποία επικρατεί ακόμη στη Θεολογία.
-F.Kaulbach, Einführung in die Metaphysik, Darmstadt 1982 (Πανεπιστημιακό Εγχειρίδιο)

J. Habermas, Auch eine Geschichte der Philosophie, Band 2 Vernünftige Freiheit. Spuren des Diskurses über Glauben und Wissen, Berlin 2019

-M. Blay, Dictionnaire des concept philosophiques, Pars 2013

-J.Grondin, Introduccion a la metafisica,Editorial Herder 2006

-J.L. Pardo, La metafisica, Preguntas sin respuesta y problemas sin solucion, Valencia 2006

Καθημερινή (20.11.16)

Από το βιβλίο μου: Παναγιώτης Δημητρίου Τερζόπουλος (Panos Terz), Εγκυκλοπαιδική και Κοινωνική Μόρφωση, Εκλαϊκευμένα: Φιλοσοφία, Διεθνές Δίκαιο, Διεθνείς Σχέσεις, Πολιτολογία, Πρώτος Τόμος , ISBN: 978-620-0-61337-0, Saarbrücken 2020, 289 σελίδες, σ.68 ff.

Οντολογία (φιλοσοφικά όχι θρησκευτικά), Διάλογος με Χρήστο Γιανναρά

ONTOLOGIA

Συστηματικά

Ευκαιρίας δοθείσης θα προσπαθήσω να παρουσιάσω την Οντολογία υπό το πρίσμα της επικρατούσας φιλοσοφικής σκέψης, στην οποία αυτονοήτως δεν ανήκει η θεολογική άποψη περί του θέματος.

Ας επισημάνουμε, ότι η φιλοσοφική έννοια Οντολογία (κατ αρχάς Οντοσοφία που αντιστοιχεί στην αριστοτελική «πρώτη φιλοσοφία») έχει διατυπωθεί ούτε στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αν και οι ειδικοί είχαν περίπου 1000 έτη στη διάθεσή τους, αυτονοήτως ούτε στην Ελλάδα, αλλά στη Γερμανία.

Στις αρχές του 17ου αι. την έχει αναφέρει ως πρώτος ο R. Goclenius ( Lexicon philosophicum, Frankfurt 1613) και ο Α. Calonius (Metaphysica divina (Η θεϊκή μεταφυσική) Rostock 1636 καθώς και κάπως αργότερα ο J. Caramuel Lobkowitz ( Rationalis et realis philosophia, Löven 1642).

Η Οντολογία έχει διαδεχθεί εν μέρει τη Μεταφυσική, αλλά μερικοί Φιλόσοφοι τηνθεωρούσαν ως τμήμα της Μεταφυσικής. Ετσι αποτελούσε η Οντολογία όχι γενικά μία Θεωρία περί των αρχών του Είναι, αλλα πρωτίστως μία Θεωρία περί της ουσίας και της σημασίας του Είναι (υπάρχοντος) . Αλλά και  αυτή τη θεωρητική ερμηνεία την έχει εξελίξει πάλι ένας Γερμανός Φιλόσοφος ο Chrisτian Wolff (πανεπιστήμιο της Λειψίας και κατόπιν πανεπιστήμιο της Halle) σε ένα πανεπιστημιακό κλάδο. Διατί δεν έγινε αυτό στην εποχή του Βυζαντίου; Ο Wolff επισημαίνει στο περίφημο έργο του Philosophia prima sive ontologia (Frankfurt, Leipzig 1730. §1) το σκοπό της Οντολογίας, να διατυπώσει επί τη βάσει της Λογικής όλα τα καθοριστικά στοιχεία του Είναι έτσι, ώστε αυτά να αποκτήσουν την υψίστη ποιότητα της γενικότητας.

Ο Φιλόσοφος Ι. Kant έχει απορρίψει αυτή την άποψη και πρότεινε έναν άλλον ορισμό: Η Οντολογία είναι μία επιστήμη, « η οποία εμπεριέχει ένα σύστημα όλων των λογικών αρχών και εννοιών, αλλά μόνον υπό την προϋπόθεση, ότι αυτές αφορούν αντικείμενα, που έχουν εντοπισθεί από τις αισθήσεις και επομένως μπορούν να αποδειχθούν μέσω της EMPEIRIAS» (δική μου μετάφραση, Preisschrift über die Fortschritte der Metaphysik, Akad.-Ausg. XX, 255, 260).

Η Οντολογία ήταν και είναι περαιτέρω αντικείμενο ενασχόλησης της Γνωσιοθεωρίας, όπου πρωτοστατούν διεθνώς Γερμανοί και Αμερικανοί Φιλόσοφοι και ιδιαιτέρως ο N. Hartmann, εν μέρει ο M. Heidegger και ο W.V.O. Quine. Ο Hartmann αξιολογεί την Οντολογία ως Θεωρία του καθ εαυτού Είναι. Σημειώνονται και άλλες παρόμοιες απόψεις. Το κοινό σημείο είναι το εξής: Η Οντολογία ασχολείται με το Είναι καθώς και με όλα τα σημαντικά και άμεσα στοιχεία που ανήκουν στο Είναι. Ο Φιλόσοφος Jacoby διατυπώνει την εξής ενδιαφέρουσα άποψη: Οντολογία είναι «η Θεωρία περί του καθ` ευτού Υπάρχοντος ανεξάρτητα από τη συνείδηση του αναγνωρίζοντος».

Επομένως  η Οντολογία διαφέρει από τη θεολογική άποψη (Νεοθωμισμός) περί του «θεϊκού Είναι»), κάτι που ανήκει στη θεολογική Μεταφυσική.Στην ουσία η οντολογική προσέγγιση ήταν ένα καθοριστικό τμήμα των φιλοσοφικών θεωριών του
Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πλωτίνου, του μεσαιωνικoύ Σχολαστικισμού, του Wolff και του Leibnitz. Σημειώνεται η προσπάθεια, έχοντας ως αφετηρία τη βασική εμπειρία να προσδιορίσει το Είναι ως Είναι. Δηλαδή επρόκειτο για μία
Λογική, για μία γενικότητα των εννοιολογικών γνώσεων περί της πραγματικότητας, κάτι που θυμίζει έντονα τον αντικειμενικό ιδεαλισμό.

Οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι της Οντολογίας ήταν οι Αγγλοι και Γάλλοι Υλιστές του 17ου και του18ου αι. Τον 19ο αι.η Οντολογία έπαιζε ουδένα ρόλο, αλλά στις αρχές του 20ου αι., έχει ξαναανακαλυφθεί  από ένα Γερμανό Φιλόσοφο (H. Pichler,Über Chr. Wolffs Ontologie, 1910). Εχει ήδη διατυπωθεί η έκφραση « Νέα Οντολογία» και έχει αξιολογηθεί ως απάντηση στις ισχυρές τάσεις του Υποκειμενισμού και του Μυστικισμού (Θετικισμός, Νεοκαντιανισμός, Φιλοσοφία του βίου, Υπαρξισμός) στα πλαίσια της Φιλοσοφίας.

Οι πιο σημαντικοί εκπρόσωποι της Νέας Οντολογίας ήταν ο N.Hartmann, o G. Jacoby, ο Husserl („Universale Ontologie») ο Heidegger ( „Funtamentalontologie“), o Sartr („Phänomenologische Ontologie“), και o H. Conrad-Martius („Realontologie“). Πολύ ενδιαφερων είναι ο ορισμός του Hartmann: Οντολογία σημαίνει, ότι «η γνώσις δεν είναι μία δημιουργία, εμπέδωση ή κατασκεύασμα ενός αντικειμένου, όπως ο Ιδεαλισμός
προσπαθεί να μας πεί, αλλά ο εντοπισμός του κάτι, το οποίο προϋπάρχει της γνώσεως περί αυτού«. Ο Hartmann kάνει πέραν τούτου διαχωρισμό μεταξύ του πραγματικού και του ιδεατού Είναι, προσπαθώντας να ξεπεράσει την αντίθεση μεταξύ του Ιδεαλισμού και του Υλισμού.

Ο αμερικανός Φιλόσοφος O. Quinn ήταν ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Αναλυτικής Φιλοσοφίας και έχει πρεσβεύσει μίαν ιδαίτερη άποψη περί της Οντολογίας χωρίς μεταφυσικές ή θεολογικές διαστάσεις: Η αλήθεια μίας Θεωρίας μπορεί να έχει την ύπαρξη αντικειμένων ή την εκπλήρωση των αξιών συγκεκριμένων ποιοτήτων ως προϋπόθεση (The Ways of Paradox and Other Essays, New York 1966, Cambridge Mass. 1976). Η κυρία επιδίωξη της Θεωρίας του είναι η επιστημονικοποίηση του κόσμου και του βίου. Αυτό αποτελεί το αντίθετο από την άποψη του Heidegger (Sein und Zeit, Halle 1927,Tübingen 1979).

Δέον να αναφέρουμε και τους εκπροσώπους του Νέοσχολαστικισμού (βάση του
Σχολαστικισμού γενικά είναι η Αγία Γραφή), οι οποίοι προσπαθούν να αναζωογονήσουν την τελείως παρωχημένη Οντολογία του Μεσαίωνα. Ο Nεοσχολαστικισμός ασχολείται πρωτίστως με θέματα όπως με τη φιλοσοφική αιτιολόγηση των εκκλησιαστικών δογμάτων, τη συμφιλίωση της πίστης με την επιστημονική γνώση, της Θρησκείας με την Επιστήμη, η με την καταπολέμηση όλων των προοδευτικών φιλοσοφικών ιδεών και κυρίως του Αθεϊσμού καθώς και του Πανθεϊσμού.

Πηγές (επί πλέον)

-Enzyklopädie Philosophie und Wissenschaftstheorie, Edit. J.
Mittelstraß, Band 2, Stuttgart. Weimar, 2004, S. 995, 1077-1079.

-Philosophisches Wörterbuch, Edit. G.Klaus-M. Buhr, Band 2,
S. 784-785, 806-808.

-Heidegger, M. Sein und Zeit, Halle 1927, Tübingen 1979.

-Lotz, J. B. Ontologia, Barcelona 1963.

-Zocher, R., Die philosophische Grundlehre, Eine Studie zur
Kritik der Ontologie, Tübingen 1939

-J. Habermas, Auch eine Geschichte der Philosophie, Bd. 2 Vernünftige Freiheit. Spuren des Diskurses über Glauben und Wissen, Berlin 2019

-T. Honderich, Ontology, in:  The Oxford Companion to Philosophy. Oxford University Press 2005
-M. Battista, Ontologia, metafisica, Bologna 1905
-A. Pescador, Ontología, Buenos Aires 1966

Καθημερινή (23.11.16)

Επίσης στο βιβλίο μου: Παναγιώτης Δημητρίου Τερζόπουλος (Panos Terz), Εγκυκλοπαιδική και Κοινωνική Μόρφωση, Εκλαϊκευμένα: Φιλοσοφία, Διεθνές Δίκαιο, Διεθνείς Σχέσεις, Πολιτολογία, Πρώτος Τόμος ), ISBN: 978-620-0-61337-0, Saarbrücken 2020, 289 σελίδες, σ.66

Μύθος περί της Παρθένου Θεοτόκου, Ιερά Οκταλογία, 8ο

Η “γέννηση θεών” στη μυθολογία άλλων θρησκειών προ του Χριστιανισμού

Η σύλληψη του “Θεανθρώπου” με τον κρίνο και η γέννηση του αποτελούν τα σημαντικότερα θαύματα της Χριστιανικής πίστης. Ωστόσο εκατοντάδες χρόνια πριν την εμφάνιση του χριστιανισμού, υπήρξαν πολιτισμοί και θρησκείες στις οποίες το κεντρικό πρόσωπο λατρείας επίσης συνδέεται με ένα “θαύμα της θείας γέννησης”.
Οι ρίζες του μύθου περί της Παρθένου Θεοτόκου Μαρίας είναι
αναμφιβόλως παγανιστικές από τη Μέση Ανατολή.

Στην περίπτωση της Θεοτόκου ήταν το “Αγιο Πνεύμα” που την έκανε έγκυα. Ισως αυτός ήταν ο λόγος που η γυναίκα στην «Αγία Τριάδα» έχει αντικατασταθεί με το ουδέτερο και παράξενο «Αγιο Πνεύμα». Αργότερα οι θεολόγοι έχουν δημιουργήσει ολόκληρες μυστικιστικές ψευδοθεωρίες για να αποδείξουν τα αναπόδεικτα.
Εχω διαπιστώσει, η Ορθοδοξία στηρίζεται πρωτίστως σε έναν αφόρητο και σκοταδιστικό μυστικισμό, ο οποίος αντιτίθεται όχι μόνον στην επιστήμη, αλλά γενικά και στον κοινό νου και στρέφεται κατά της προόδου.
Ακριβώς αυτός ο μεσαιωνικός μυστικισμός είναι μία από τις αιτίες για την πολύπλευρη καθυστέρηση των χωρών της χριστιανικής Ορθοδοξίας.
Από την αρχαία Αίγυπτο μέχρι την Κίνα και από τον πολιτισμό των Αζτέκων μέχρι την αρχαία Ελλάδα, το “θαύμα της θείας γέννησης” εμφανίζεται στις γραφές πολλών αρχαίων πολιτισμών.

Αρχαία Αίγυπτος
Ο Χόρους (ή Ωρος) ο θεός προστάτης των βασιλέων της αρχαίας Αιγύπτου με το κεφάλι γερακιού, συνελήφθη μετά τη δολοφονία του πατέρα του Οσίρι. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο θεός Σεθ σκότωσε τον αδελφό του Οσίρι και σκόρπισε τα κομμάτια του διαμελισμένου σώματός του. Στη συνέχεια, η Ισιδα, σύζυγος του Οσίρι, πήρε τα κομμάτια του συζύγου της, ωστόσο δεν κατάφερε να βρει τα γεννητικά του όργανα και έτσι κατασκεύασε έναν χρυσό φαλλό με τον οποίο συμπλήρωσε και ανακατασκεύασε τον Οσίρι και στη συνέχεια μέσω χρυσής θεϊκής συνουσίας έγινε έγκυος (Χόρους).
Μία άλλη εκδοχή: Ο Χόρους γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου από την παρθένο Ίσιδα, ενώ η γέννησή του συνοδεύτηκε από την εμφάνιση ενός άστρου, το οποίο ακολούθησαν τρεις μάγοι με δώρα.

Χουιτζιλοπόχτλι – Αζτέκοι
Η μητέρα γη των Αζτέκων, Κοατλικε, βρήκε μια μπάλα από φτερά που έπεσε από τον ουρανό και έμεινε έγκυος όταν την έβαλε στην ζώνη της μέσης της. Εξοργισμένοι από την ύποπτη εγκυμοσύνη της μητέρας τους, οι 400 γιοί της Κοατλικε και η κόρη της Κογιολξαουχκι σκότωσαν τη μητέρα τους. Ο γιος της Χουιτζιλοπόχτλι ο θεός του πολέμου και του Ηλιου, ξεπήδησε από τη μήτρα της όταν η Κοατλικε έπεσε νεκρή .

Στην Ινδία ο Κρίσνα γεννήθηκε από την παρθένα Ντεβάκι, με ένα άστρο στην ανατολή να σηματοδοτεί τον ερχομό του.
Στην Περσία ο Μίθρα γεννήθηκε από παρθένο, σε μία σπηλιά στις 25 Δεκεμβρίου και αμέσως δέχτηκε δώρα από τρεις βοσκούς

Αρχαία Ελλάδα
1. Ο Ερεχθεύς ήταν σύμφωνα με τον Ομηρο γιος του Ηφαίστου και της Γαίας, η οποία τον παρέδωσε στη θεά Αθηνά για να τον αναθρέψει, ωστόσο η επικρατέστερη άποψη αναφέρει ότι ήταν το αποτέλεσμα του βιασμού της θεάς Αθηνάς από τον Ηφαιστο και όταν εκείνη καθαρίστηκε με ένα κομμάτι μαλλί και το πέταξε στο χώμα, από αυτό ξεπήδησε ο Ερεχθεύς ο μυθολογικός βασιλιάς της αρχαίας Αθήνας. Ετσι η Αθηνά έγινε θετή μητέρα του Ερεχθέα και ο μύθος προέλευσης του έγινε σύμβολο της υπερηφάνειας για τους Αθηναίους, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους αυτόχθονες, «άνθρωποι που ξεπηδήσαν από την ίδια τη γη».
2. Οταν η θεά Αθηνά ξεπήδησε από το κεφάλι του πατέρα της Δία, η Ηρα θέλησε να δημιουργήσει ένα παιδί μόνη της. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ποιητή Οβίδιο η Ηρα ζήτησε βοήθεια από τη θεά Φλώρα (Ανθος)να συλλάβει παιδί χωρίς τον σύζυγό της . Με το άγγιγμα ενός μαγικού λουλουδιού εκ μέρους της Ηρας έλαβε χώραν η εγκυμοσύνη της (Αρης).
3.  Ο Διόνυσος γεννήθηκε από την παρθένο Σεμέλη στις 25 Δεκεμβρίου.
Κάποιες από τις προσφωνήσεις του ήταν «βασιλεύς των βασιλέων», «ο
μονογενής υιός του θεού», «το άλφα και το ωμέγα», «θεός Κύριος γεννηθείς εκ θεού» και πολλά άλλα.
4. Ο Άττις στη Φρυγία, γεννήθηκε από την παρθένα Κυβέλη στις 25 Δεκεμβρίου.

Κι – Αρχαία Κίνα
Ο Κι έχει γεννηθεί θαυματουργικά όταν η μητέρα του Γιανγκ Γιουάν πάτησε σε ένα γιγαντιαίο αποτύπωμα που άφησε η υπέρτατη θεότητα Σάνγκντι. Χωρίς έναν επίγειο πατέρα του μωρού της, η Γιανγκ Γιουαν προσπάθησε να το εγκαταλείψει μετά τη γέννησή του. Αλλά ο Κι, του οποίου το όνομα σημαίνει «ο εγκαταλελειμμένος» επιζούσε κάθε φορά που η μητέρα του προσπαθούσε να τον ξεφορτωθεί. Τελικά η Γιανγκ Γιουάν κράτησε τον γιο της και αυτός αποδείχθηκε ως ένας ικανός αγρότης που αργότερα έγινε γνωστός ως Χούτζι, ο θεός της γεωργίας και μυθικός πρόγονος της Κινεζικής δυναστείας των Ζου.
Πηγές
-Mircea Eliade, Geschichte der religiösen Idee ( Orig. Histoire des croyances et ideees religieuses, Paris 1976, 1992), Breisgau 1978.
-Rachel Storm, Östliche Mythologie (Übers. aus dem Englischen, U.K. 1999 ), Reichelsheim 2000.
-G. J. Bellinger, Knaurs Lexikon Mythologie, München 1999.
-H. Biedermann, Knaurs Lexikon Symbole, Köln 2004.
-U. Müller-Kaspar, Die Welt der Symbole, Wien 2005.
-H. Gärtner, Kleines Lexikon der griechischen und römischen Mythologie, Leipzig 1989.
-J. Irmscher, Lexikon der Antike, Leipzig1987.
-H. Freydank, W. Reinicke et alt., Der Alte Orient in Stichworten, Leipzig 1978.
Δημοσιευθέν συχνά στην Καθημερινή, τελευταία φορά στις  23.12.18.

 

 


Επιστημολογία, Γνωσιολογία, Λογική και Κριτική Σκέψη , “Κοινός Νους” , Παπαγαλία , Αποστήθιση

Επιστημολογία, Γνωσιολογία, Σοφία και Επιστημονική γνώση, Λογική και Κριτική Σκέψη , “Κοινός Νους,”Παπαγαλία, Αποστήθιση

Στα Αγγλικά σημαίνει ο όρος EPISTEMOLOGY Γνωσιοθεωρία , αλλά στα Γερμανικά σημαίνει Wissenschaftstheorie.
Για την Θεωρία της γνώσης χρησιμοποιείται στα Γερμανικά ο όρος ERKENNTNISTHEORIE.

Στα Ελληνικά έχει ο όρος ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ μίαν ευρύτερη σημασία : Αντικείμενό της αποτελούν όλα τα ζητήματα σχετικά με την γνώση, ενώ ο όρος ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ αποτελεί κλάδο της Επιστημολογίας με πιο συγκεκριμένο αντικείμενο :Βάση της ορθότητας της ανθρώπινης γνώσης.

Πληροφορίες :

α) Στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας υπήρχαν επί πολλά έτη η διεθνώς μοναδική έδρα της ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑΣ (ERKENNTNISTHEORIE) και μία ιδιαίτερη έδρα με τον τίτλο Wissenschaftstheorie (Θεωρία της επιστήμης).

β) Τίτλος της Standard Εγκυκλοπαίδειας “Philosophie und Wissenschaftstheorie” (“ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ και Θεωρία της Επιστήμης”) για όλες τις γερμανόφωνες χώρες. Δηλαδή υπάρχει και μεταξύ της Φιλοσοφίας και της Θεωρίας της Επιστήμης( Επιστημολογία) διαφορά.
Καθημερινή (30.10.16)

———————————————–

Σοφία και Επιστημονική γνώση

Στην Ελλάδα επικρατεί η συνήθεια, να θεωρούνται σοφοί μερικοί που απέτυχαν στην επιστημονική σταδιοδρομία και κατόπιν άρχισαν να πουλούν αοριστολογίες.

Ξέρω μια τέτοια περίπτωση κάποιου Ελληνα που έχει συγγράψει μεν ένα διδακτορικό, αλλά, όπως αυτός ισχυρίσθηκε, δεν το παρέδωσε για να το υπερασπίσει λόγω “σεμνότητας”. Αρχισε λοιπόν να εκδίδει άλλα δημοσιογραφικα κείμενα και πράγματι κάποιοι στην Ελλάδα τον έχουν κάνει “σοφό”.

Αλλα και στην αρχαία Ελλάδα γινόταν μεν λόγος για τους Επτά όντως Σοφούς, αλλά η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ έχει εμπεδωθεί πρωτίστως από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Δημόκριτο, τον Ηράκλειτο, τον Παρμενίδη, τον Επίκουρο και πολλούς άλλους.

Σοφία χωρίς σωστές γνώσεις είναι λοιπόν στην ουσία αερολογία. Ειδάλλως θα μπορούσε να παριστάνει τον σοφό κάθε αδαέστατος και τσαρλατάνος. Ιδέ και σε μερικά σχόλια στον ηλεκτρονικό τύπο. Σοφία και Επιστημονική γνώση  (Καθημερινή 2015)

——————————————–

Ερευνητές, Επιστήμονες , Ζηλώτες της  Γνώσης

“Ο ζηλώτης της γνώσης… επιδίδεται ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΑ σε επιστημονική έρευνα” (σχολιαστής Χαραμής)
Αυτό το έχει επισημάνει προ δύο χιλιάδων ετών ο Ρωμαίος υλιστής φιλόσοφος και ποιητής, γνωστός ως πανθεϊστής και ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΗΣ Titus Lucretius Carus στο αθάνατο φιλοσοφικό ποίημα De rerum natura (Περί της φύσης των πραγμάτων) :

“Εχει νικήσει η ζωντανή δύναμις, -και το πνεύμα υπερπήδησε τα όρια των πύρινων τοίχων του αιθέρα,- ερεύνησε με νου και νόημα το απέραντο σύμπαν . -Από εκεί επανήλθε ως νικητής και δίδαξε, -τι μπορεί να είναι και τί όχι-Η νίκη μας αναβιβάζει στον ουρανό” (δική μου μετάφραση από τα Λατινικά).

Αλλά ήδη ο Ευριπίδης έχει επισημάνει, προστατεύοντας τον υλιστή και πανθεϊστή φίλο του, σύμβουλου του Περικλή Αναξαγόρα (δεν ήταν πολίτης της Αθήνας) έναντι συκοφαντιών και φημολογίας εκ μέρους των όντως υπερθρησκευτικών και υπερεθνικιστικών κύκλων (ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΥΠΗΡΧΑΝ ΤΕΤΟΙΑ ΔΙΕΣΤΡΑΜΜΕΝΑ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ, όπως ακόμη και εδώ μεταξύ των σχολιαστών) :
” Ευτυχής είναι ο άνδρας, ο οποίος αναζητεί πληροφορία στην έρευνα και στην επιστήμη….Εχει εφιστήσει την προσοχή του στη Φύση και στην αιώνιά της τάξη. Η θέασή του εστιάζεται στην ύλη, στις δυνάμεις και στα σχήματα που δημιούργησαν τον Κόσμο. ”

Είναι ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε, ότι οι αρχαίοι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες ήταν στην πλειονότητα αθεϊστές ή ΠΑΝΘΕΙΣΤΕΣ, οι οποίοι ούτως ή άλλως δεν θα αναγνώριζαν ποτέ την εβραϊκή ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ως θρησκεία.

Καθημερινή (10.1.16)

——————————————————

Ελλειψη λογικής σκέψης

Οι λέξεις κρίση, επιχειρηματολογία και λογική σκέψη είναι στην σημερινή ελληνική κοινωνία μάλλον κινέζικα ή σπάνια φαινόμενα.
Εδώ υπερτερούν η εντυπωσιακή ρητορική, τα ωραία λόγια, οι εκθέσεις ιδεών, τα αποφθέγματα και η αερολογία.

Το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες. Εχω βιώσει παράξενα πράγματα, όπως το πρώτο κείμενο μίας πτυχιακής , μία φορά εν μέρει και μίας διδακτορικής διατριβής συγγραμμένη σε στυλ ανώτερης έκθεσης ιδεών και σε μία πολύ ωραία γλώσσα. Αλλά τέτοια κείμενα είναι τελείως άχρηστα.

Σε ό,τι αφορά την γλωσσική αισθητική , προτιμούνται μυθιστορήματα και λυρικά ποιήματα. Σημιώνονται και χειρότερα κείμενα, όπως μερικοί δημοσιογραφικοί λίβελλοι που εμπεριέχουν απόψεις, ισχυρισμούς και ιδεοληψίες αλλά όχι λογικά επιχειρήματα.

Καθημερινή ( 30.1.16)

———————— ———————-

Περί την «Κοινή Λογική»

Πρόκειται για απόσπασμα ενός κειμένου μου σαν αντιπαράθεση με τον κ.Χρήστο Γιανναρά. Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της “κοινής λογικής” ( σύμφωνα με ευρωπαϊκά επιστημονικά δεδομένα το “common sense” =”κοινός νούς” του Άγγλου φιλόσοφου Francis Bacon (18ος αι. ) στην συγκεκριμένη περίπτωση συνάδω. Αλλά η έκφραση ( “αφελής ρασιοναλισμός, ανώμαλες αποφύσεις του οποίου είναι ο μαρξισμός και ο φιλελευθερισμός ” δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη. Ο ρασιοναλισμός ( “Ius rationis”=”Δικαίωμα του ορθού λόγου”, Ορθολογισμός ) είναι μια κοσμοϊστορική επίτευξη του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (18ος αι. ), την οποία καταπολεμούν μόνον οι απανταχού σκοταδιστές, ιδιαιτέρως η Ορθόδοξη Ρωσσική Εκκλησία , ενμέρει και η Ελληνική.
Ο Φιλελευθερισμός ξεκίνησε με την “Bill of Rights”( 1689 ) και βαθμιαία οδήγησε στα ( υποκειμενικά ) ανθρώπινα δικαιώματα. Ισως εννοείτε το Νεοφιλελευθερισμό ( hedge funds ) που καταστρέφει την διεθνή οικονομία .

Εκτός τούτου έγινε ακόμη μία σύγχιση και δη του Μαρξισμού με τον Λενινισμό και τον Σταλισμό. Έτερον εκάτερον. Κάποιος συνάδελφος μου είπε, ότι συστηματικά δεν δημοσιεύετε τα σχόλια Ελλήνων πανεπιστημιακών του εξωτερικού, κάτι που γενικά δεν ευσταθεί. Λοιπόν, αν θέλετε υψηλό επίπεδο του διαλόγου, “Ιδού η Ρόδος. ιδού και το πήδημα”. Καθημερινή (7. 2. 2013)

———————————————

Ελλειψη κριτικής σκέψης, σοβαρά προβλήματα προσέγγισης

Σύμφωνα με το Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Πρωίας ( 1ος τόμος, σελ. 104 ) η λέξη ακρισία σημαίνει το εξής : « ιδιότης του ακρίτου, έλλειψις κρίσεως, ελαφρότης διανοητική, ανοησία».
Στην ουσία πρόκειται για την έλλειψη της «κριτικής σκέψης», η οποία είναι ένας terminus scientificus που σημαίνει ένας διεθνώς καθιερωμένος επιστημονικός όρος.
Επομένως αυτός πρέπει να είναι η αφετηρία και βάση μίας σοβαρής θεώρησης του ανάλογου φαινομένου. Αλλά χωρίς μία λογική προσέγγιση , η οποία εδώ σημαίνει μία μεθοδολογία ( διδασκαλία, επιστήμη, θεωρία περί των μεθόδων ) είναι η θεώρηση τελείως ανέφικτη ή εσφαλμένη. Θέτουμε λοιπόν τον όρο «κριτική σκέψη» στο επίκεντρο της ανάλυσης.

Η κριτική σκέψη είναι μία πνευματική επίτευξη πρωτίστως των υλιστών Ιώνων φιλόσοφων, του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Ο πυρήνας της είναι η ικανότητα της αξιολόγησης διαφοροποιώντας μεταξύ δύο αντικειμένων ή φαινομένων (π. χ. „το κρίνειν το αληθές τε και μη», Theait. 150b3 ).

Οι μεγάλοι Γάλλοι εγκυλοπαιδιστές την έχουν εμπεδώσει τον 18ο αι. ( „esprit critique“ και  κριτική γενικά ως „Δικαστήριο της αλήθειας“). Την έχει ο Γερμανός φιλόσοφος I.Kant εξελίξει και αυτή έχει φθάσει στο απόγειό της μέσω της θεωρίας του „Κριτικού ρεαλισμού“ της Σχολής της Φρανκφούρτης, της οποίας ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος στο παρόν είναι ο διεθνώς κορυφαίος κοινωνικός και πολιτικός Γερμανός φιλόσοφος Jürgen Habermas.

Η Ελλάδα δεν εβίωσε όμως τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό που σημαίνει ότι δεν γνωρίζει ούτε το κοινωνικά συνειδητό άτομο , ούτε τον κρατικά συνειδητό πολίτη και για το πνεύμα πολύ αρνητικό ούτε τον ορθολογισμό ( ius rationis : δίκαιο του ορθού λόγου :, ορθολογισμός), ο οποίος είναι η προϋπόθεση για την κριτική σκέψη και την κριτική αμφιβολία. Αυτό το διαπιστώνουμε σε πολά πεδία του βίου και ιδιαιτέρως στην παιδεία. Εννοούμε το γνωστό μεσαιωνικό φαινόμενο του αποστηθίζειν σαν να μην πρόκειται για λογικά όντα.

Εφαρμόζωντας τον μεθοδικό κανόνα της συγκριτικότητας διαπιστώνουμε όλως αντικειμενικά, ότι το παπαγαλίζειν είναι διαδεδομένο στην Ευρώπη (Νότια, Ανατολική, Νοτιοανατολική), ανεξαιρέτως σε όλες τις ισλαμικές χώρες καθώς και σε όλη την Λατινική Αμερική. Είχα την μοναδική ευκαιρία να εκπαιδεύσω επί δεκαετίες σπουδαστές από όλες τις προαναφερθείσες περιοχές του κόσμου καθώς και από την Ευρώπη και έτσι να πραγματοποιήσω εκτενέστατες συγκριτικές εθνολογικές και κοινωνικοψυχολογικές μελέτες.

Είναι λοιπόν αυτονόητο, ότι σε αυτές τις χώρες λείπει η κριτική σκέψη, η οποία αντικαθίσταται με σουρεαλισμό, εικασίες, ιδεοληψίες, φανατισμό (ιδεολογικό και θρησκευτικό), πατριδοκαπηλεία και θρησκοκαπηλεία, συνωμοσιολογία, κινδυνολογία παροιμίες και αποφθέγματα (είπε αυτός και είπε εκείνος) και παράλογο εξυπνακισμό.

Αλλά όταν επί πολλά χρόνια οι μαθητές και αργότερα οι φοιτητές δεν έχουν μάθει να σκέπτονται λογικά και κριτικά, τότε είναι φυσικό, ότι η έλλειψη της κριτικής σκέψης είναι πλατειά διαδεδομένη . Ο κανόνας της σχετικότητας αναδεικνύει όμως , ότι η διαπίστωση δεν επιτρέπεται να θεωρείται απόλυτη. Υπάρχουν παντού και άτομα, τα οποία διαθέτουν επαρκή κριτική σκέψη μεν, αλλά αυτά αποτελούν μία μειονότητα.

Χωρίς κριτική σκέψη δεν μπορεί να υπάρξει μία λογική και ρεαλιστική θέαση των πραγμάτων. Η αμφισβήτηση είναι μία συγεκριμένη έκφανση της κριτικής σκέψης, η οποία αντιτίθεται σε άλα τα δόγματα ( ιδεολογικά, θρησκευτικά κοκ.). Επομένως είναι αυτονόητο που για την χριστιανική θρησκεία ( Ρωμαιοκαθολικισμός, Ορθοδοξία, όχι όμως Προτεσταντισμός ) η αμφισβήτηση αποτελεί κάτι το ανεπιθύμητο και στο Ισλάμ είναι το κριτικό πνεύμα απαγορευμένο και η αμφισβήτηση κίνδυνος ζωής.

Η έλλειξη της κριτικής σκέψης αποτελεί μίαν ιδανική προϋπόθεση για την δημαγωγία, τον λαϊκισμό , την εξαπάτηση και την συστηματική αποβλάκωση ιδίως των ανθρώπων με χαμηλό πολιτισμικό και μορφωτικό επίπεδο.

Η διαπαιδαγώγηση τής νεολαίας στην κριτική σκέψη απαιτεί στην Ελλάδα μία ριζική μεταρρύθμιση υπό το νόημα του εκσυγχρονισμού της παιδείας σε άλα τα επίπεδα.
Το πρώτο ανέξοδο βήμα θα μπορούσε να είναι η καταπολέμηση της αποστήθισης με σκοπό να μάθουν επί τέλους οι μαθητές και οι σπουδαστές να χρησιμοποιούν επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα και να αιτιολογούν τη γνώμη τους ( π.χ. αυτό είναι έτσι , ΔΙΑΤΙ… ). Πολλές φορές είναι αυτό το ΔΙΑΤΙ ανυπέρβλητο.

Το αποκορύφωμα της έλλειψης της κριτικής σκέψης είναι η παλιμπαιδιστική αποφθεγματολογία,  πολύ διαδεδομένη στην Ελλάδα πρωτίστως σε άτομα που δεν έχουν σπουδάσει τίποτα. Ετσι αντικαθιστούν  τα τσιτάτα και τα αποφθέγμαστα ιδιαιτέρως αρχαίων Ελλήνων τις ανύπαρκτες επιστημονικές γνώσεις.

Καθημερινή ( 5. 3. 14, 27.3.17 )     ———————————————————————————————————

Κριτική Σκέψη

Προτεσταντισμός ) αποτελεί η αμφισβήτηση κάτι το ανεπιθύμητο και στο Ισλάμ είναι το κριτικό πνεύμα απαγορευμένο και η αμφισβήτηση κίνδυνος ζωής.

Η έλλειξη της κριτικής σκέψης αποτελεί μίαν ιδανική προϋπόθεση για την δημαγωγία, τον λαϊκισμό , την εξαπάτηση και την συστηματική αποβλάκωση ιδίως των ανθρώπων με χαμηλό πολιτισμικό και μορφωτικό επίπεδο.

Η διαπαιδαγώγηση τής νεολαίας στην κριτική σκέψη απαιτεί στην Ελλάδα μία ριζική μεταρρύθμιση υπό το νόημα του εκσυγχρονισμού της παιδείας σε άλα τα επίπεδα.
Το πρώτο ανέξοδο βήμα θα μπορούσε να είναι η καταπολέμηση της αποστήθισης με σκοπό να μάθουν επί τέλους οι μαθητές και οι σπουδαστές να χρησιμοποιούν επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα και να αιτιολογούν τη γνώμη τους ( π.χ. αυτό είναι έτσι , ΔΙΑΤΙ… ). Πολλές φορές είναι αυτό το ΔΙΑΤΙ ανυπέρβλητο.

Το αποκορύφωμα της έλλειψης της κριτικής σκέψης είναι η παλιμπαιδιστική αποφθεγματολογία,  πολύ διαδεδομένη στην Ελλάδα πρωτίστως σε άτομα που δεν έχουν σπουδάσει τίποτα. Ετσι αντικαθιστούν  τα τσιτάτα και τα αποφθέγμαστα ιδιαιτέρως αρχαίων Ελλήνων τις ανύπαρκτες επιστημονικές γνώσεις. Καθημερινή( 5. 3. 14, 27.3.17)

—————————————————

Πνευματική κατάσταση στην Ελλάδα, Συνοπτικότατα

Οι σπουδές συντελούνται εκτός σπανίων εξαιρέσεων στην Φιλολογία στείρα και άγονα χωρίς ουδεμία ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ και στα σχολεία και στον δημόσιο βίο επικρατούν η παπαγαλία και η παλιμπαιδιστική τσιτατολογία. Σημειώνεται τελεία έλλειψη ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ.

Με τέτοιον τρόπο σκέψης δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα βαθμιαία βυθίζεται στην ασημαντικότητα.

Πρωτίστως Ελληνες επιστήμονες, μεταξύ αυτών πολυάριθμοι πανεπιστημιακοί, του Αποδήμου Ελληνισμού τιμούν το ελληνικό όνομα και σώζουν κάπως την τιμή της Ελλάδας.

Εάν δεν προσέξουμε, θα χαθούμε όλοι στον ΑΝΑΤΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟ.
Ωρίμασε λοιπόν ο χρόνος να αρχίσουμε με την συστηματική ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ και ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ επί της ουσίας των υπαρχόντων προβλημάτων με τους εκπροσώπους της μεσαιωνικής καθυστέρησης, του εθνικιστικού αυτοβαυκαλισμού, της πνευματικής αυτοπεριχαράκωσης, της μαζοχιστικής ομφαλοσκόπησης και του καταστροφικού ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΥ. Το Βήμα (19.11.15)

——————————————————

Παπαγαλία

Η παπαγαλία σχεδόν σε όλες τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, στις Λατινοαμερικανικές και πρωτίστως στις ισλαμικές χώρες είναι προϊόν μίας αντιεπιστημονικής θρησκευτικής παράδοσης, η οποία καταβάλλει επί ΑΙΩΝΕΣ τεράστιες προσπάθειες να αποτρέψει την εμπέδωση της λογικής και κριτικής σκέψης.

Η παπαγαλία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε μετριότητα και σε μαζική αποβλάκωση και εμποδίζει την ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που στα πανεπιστήμια αυτών των χωρών οι καθηγητές ιδιαιτέρως των φιλοσοφικών, πολιτικών , οικονομικών κλπ. επιστημών είναι REPETITORES ( επαναλαμβάνουν με μεγίστη ευλάβεια αυτά που έγραψε αυτός, εκείνος και κάποιος άλλος ).  Πρόκειται για ένα εμετικό και αναξιοπρεπές φαινόμενο.
Πέραν τούτου σημειώνεται και έλλειψη της επιστημονικής ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ. Καθημερινή (20.2.15)

Αποστήθιση, εχθρός της κριτικής σκέψης , Το Βήμα (25.10.12)

Αποστήθιση vs κριτική σκέψη. Στην διάρκεια της σταδιοδρομίας μου ωςπανεπιστημιακός σε κεντροευρωπαϊκό πανεπιστήμιο είχα να κάνω με σπουδαστές (πτυχιακοί, μεταπτυχιακοί, δοκτορά) από περίπου 70  χώρες και από όλους τους κύκλους πολιτισμού.

Διεπίστωσα, ότι μόνον οι σπουδαστές από τις χώρες με προτεσταντική παράδοση και από το Ισραήλ κατείχαν μίαν υπεραναπτυγμένη κριτική σκέψη. Όλοι οι άλλοι σπούδαζαν κατ αρχάς επί τη βάσειο της αποστήθισης. Αυτό ισχύει κυρίως για σπουδαστές απο χώρες του Ισλαμικού Κύκλου Πολιτισμού, του Κονφουκιανικού Κύκλου Πολιτισμού καθώς και από χώρες με χριστιανική ορθόδοξη παράδοση.

Οι προαναφερθέντες είχαν ταυτόχρονα τεράστια ελλείμματα στην επιστημονική Μεθοδολογία. Μπορούσαν κάλλιστα να απαντήσουν στις εξετάσεις , προφορικές η γραπτές , πολλές φορές κάλλιστα την ερώτηση „Τι είναι…“, αλλά αμέσως προέκυπταν μεγάλα προβλήματα, όταν επρόκειτο να απαντήσουν το „Διατί είναι.. „. Ως γνωστόν με αυτό το Διατί έχει εφευρεθεί η κριτική σκέψη ήδη προ 2600 ετών στην Ιωνία ( Θαλής, Αναξίμανδρος και άλλοι). Το ερωτηματικό μόριο „Διατί“ ήταν και είναι ακόμη η βάση της Φιλοσοφίας.

Πάλι στην Ευρώπη και δη στην εποχή του Διαφωτισμού έχει ενδυναμωθεί η κριτική σκέψη των αρχαίων Ελλήνων με το Ius rationis ( Δίκαιο του ορθού Λόγου). Έτσι έχουν βαθμιαία δημιουργηθεί οι ισχυρές βάσεις για την επιστημονική άνοδο και την ανωτερότητα του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού. Ιδιαιτέρως η Αστική Επανάσταση διεμόρφωσε το δημιουργικό Άτομο με την δυνατή κριτική σκέψη. Η αποστήθιση είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την κριτική σκέψη, η οποία θεωρείται από τις περισσότερες θρησκείες σαν θανάσιμος εχθρός.

Pacta sunt servanda, Clausula rebus sic stantibus im Spannungsverhältnis von Stabilität und Veränderung im Völkerrecht

Pacta sunt servanda, Clausula rebus sic stantibus im Spannungsverhältnis von Stabilität und Veränderung im Völkerrecht

(Hierbei handelt es sich um eine überarbeitete und teilweise ergänzte Zusammenfassung meiner 1975 verteidigten Habilitationsschrift)

Gliederung

1. Völkerrechtliche Stabilität, Grundprinzipien des Völkerrechts und Stabilität in den         internationalen Beziehungen

2. Veränderungen innerhalb der Völkerrechtsordnung

3. Zum Verhältnis von statischer und dynamischer Stabilität

4. Der spezielle Beitrag von pacta sunt servanda zur Schaffung stabiler internationaler         Beziehungen

5. Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

5.1. Bedeutung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

5.2. Die Kompromissformulierung der Regel der grundlegenden Veränderung der  Umstände in der Wiener Konvention über das Recht der Verträge von 1969 als eine  Synthese objektiver und subjektiver Faktoren

5.3. Anwendungsbedingungen prozessualen Charakters und Lösungsmöglichkeiten von  mit der Anwendung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände im        Zusammenhang stehenden Streitigkeiten

5.4. Die Anwendung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände auf   Verträge unabhängig von ihrer Dauer und der Ausschluss der Anwendung der  Grenzverträge

5.5. Folgen der Berufung auf die Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

6. Zum Verhältnis zwischen dem Grundprinzip der Vertragstreue und der Regel der           grundlegenden Veränderung der Umstände

 

Abkürzungen

AdV                           Archiv des Völkerrechts

AFDI                          Annuaire Francais de Droit International

AJIL                           The American Journal of International Law

ILC-Yearbook                       Yearbook of the International Law Commission

ÖZfÖRVR                 Österreichische Zeitschrift für öffentliches Recht und Völkerrecht

Rdc                             Recueil de Cours, Academie de Droit International (Der Haag)

RGDIP                       Revue Général de Droit International Public

SEMP                         Sowjetskij jeshegodnik meschdunarodonowo prawa

SGiP                           Sowjetskij gossudarstwo i pramo

VTK1                         Vienna Convention on the Law of Treaties (1969)

VTK2                         Vienna Convention on the Law of Treaties between States and                                         International Organizations or between International Organizations

(1986)

WVK1                                   Wiener Konvention über das Recht der Verträge (1969)

WVK2                                   Wiener Konvention über das Recht der Verträge zwischen Staaten und  internationalen Organisationen oder zwischen internationalen                                      Organisationen (1986)

ZaöRVR                     Zeitschrift für ausländisches öffentliches Recht und Völkerrecht

 

 

1. Völkerrechtliche Stabilität, Grundprinzipien des Völkerrechts und Stabilität in den internationalen  Beziehungen

Dem Völkerrecht ist wie jedem Recht das Element der Stabilität immanent. Das Völkerrecht hat jedoch eben als Recht nicht nur eine statisch-regulierende, sondern auch eine dynamisch-zielsetzende Funktion. So gesehen, kann vor allem bei einer weiteren Zuspitzung der globalen Probleme der Menschheit das Element der Zusammenarbeit an Bedeutung gewinnen, dass das Völkerrecht als Kooperationsrecht ( ius cooperationis ) bezeichnet wird. So verwundert es nicht, wenn in der UNITAR-Studie “Progressive development of the principles and norms of international law relating to the New International Economic Order” vom Oktober 1984 festgestellt wird, dass sich das Völkerrecht der Koexistenz immer mehr zu einem Völkerrecht der Kooperation entwickelt.1 An dieser Stelle ist darauf hinzuweisen, dass Wolfgang Friedmann in seiner international bekanntgewordenen Schrift “The Changing Structure of International Law” bereits Mitte der 60er Jahre diese völkerrechtsbeeinflussende Entwicklung erkannt hatte und daher die Forderung erhob und begründete, um “Koexistenzrecht” (“law of coexistence”) zum “Kooperationsrecht” (“law of cooperation”) überzugehen. Hierdurch hat er mehrere Völkerrechtler beeinflusst. Im  Zusammenhang mit der allmählichen Herausbildung eines Entwicklungsvölkerrechts wandten sich Mitte der 70er Jahre diesen Fragen vorwiegend französische Völkerrechtler zu. So bestünde nach  G. Feuer zwischen dem “Koexistenz”-und dem “Kooperationsvölkerrecht” ein dialektisches Verhältnis. Das Entwicklungsvölkerrecht bilde dabei eine Synthese von beiden. P. Pescatore dachte sicherlich an das Übermorgen, als er dazu auf den Übergang vom “Kooperations”- zum “Integrationsvölkerrecht” hinwies.

Das Völkerrecht ist in erster Linie ein ius pacis. Allgemein hat das Recht als verbindlicher gleicher Verhaltensmaßstab eine Reihe von Funktionen zu erfüllen wie:

a) Es werden Ziele sozialen Verhaltens gesetzt (zielsetzende Funktion);

b) das gesollte Verhalten wird durch Gebote, Verbote und Erlaubnisse direkt vorgeschrieben (regulierende Funktion);

c) das Recht bewertet soziales Verhalten (bewertende Funktion);

d) es verknüpft das gesollte und nichtgesollte soziale Verhalten mit Sanktionen (Zwangsfunktion). Das Recht als “gesellschaftlich verursacht und Gesellschaftliches bewirkend”, wirkt gesellschaftsordnend und -sichernd”.

In unserem Zeitalter sind Aufgabenstellung und Funktion des Völkerrechts in enger Verbindung mit den globalen Problemen der Menschheit zu sehen. Diese Aufgabenstellung hat absoluten Vorrang gegenüber jener eines sozialen Charakters. Gegenwärtig hat das Völkerrecht nicht nur eine Stabilisierungs- sondern auch eine Umgestaltungsfunktion.

Die große Bedeutung des Völkerrechts in den internationalen Beziehungen wird anerkannt. Dennoch werden hin und wieder auch skeptische Äußerungen10 gemacht bzw. negative Einschätzungen getroffen.11 B. Simma unterzog hingegen die These von der “Krise” des Völkerrechts einer gelungenen Kritik.

Das Völkerrecht vermag wohl, auf die internationalen Beziehungen komplex einzuwirken: rechtlich, politisch, moralisch und auch ideologisch.13 Seine wichtigste Aufgabe ist in unserem Zeitalter die “Sicherung der Grundlagen der menschlichen Existenz”. Diese Aufgabenstellung kann in erster Linie durch die Erhaltung des Weltfriedens realisiert werden. Die Friedenssicherung als die wichtigste Aufgabe des Völkerrechts wird gegenwärtig sowohl von  osteuropäischen als auch von westeuropäischen Völkerrechtlern unterschiedlicher Ausrichtung anerkannt. Die Hauptfunktion des Völkerrechts prägt dabei derart seinen Charakter, dass man gegenwärtig von einem Völkerrecht als Friedensrecht bzw. als Recht der internationalen Friedensordnung sprechen kann.

Werden weitere globale Probleme der Menschheit in Betracht gezogen, dann ist die Funktion des Völkerrechts etwas zu erweitern. Dieses hat z. B. auch zur Überwindung der Unterentwicklung beizutragen. Es ist jedoch verfrüht, es bereits jetzt als “Unterentwicklungsrecht” zu bezeichnen. Dennoch bildet sich allmählich ein Entwicklungsvölkerrecht heraus, welches jedoch ein integraler Bestandteil des Völkerrechts ist. Auch zum Schutze der menschlichen Umwelt vermag das Völkerrecht beizutragen, vorausgesetzt, dass die Staaten bereit sind, mitzuwirken.

Der Beitrag des Völkerrechts zur Schaffung stabiler friedlicher Beziehungen ist auch durch seine Universalität möglich. In unserem Zeitalter ist die Universalität des Völkerrechts in engem Zusammenhang mit den globalen Problemen der Menschheit sowie mit der objektiv bedingten Existenz einer internationalen Staatengemeinschaft zu sehen. Diese Faktoren beeinflussen das gegenwärtige bestehende internationale Staatensystem, dessen wichtigste rechtliche Basis die UN-Charta ist.21 Universalität des Völkerrechts bedeutet, dass diese für alle Staaten unabhängig von der Gesellschaftsordnung gilt. In der Tat ist es so, dass die Universalität des Völkerrechts von allen Staaten bzw. die Einheit der Völkerrechtsordnung von niemanden bestritten wird. Ein weiterer Zug der Universalität besteht darin, dass dieses für alle Staaten gleich ist.24 Die Universalität des Völkerrechts ist vorhanden, obwohl gegenwärtig unterschiedliche Kultur- und Rechtskreise existieren.

Geht man von der allgemeinen Ordnungsfunktion des Völkerrechts aus, so kann man sagen, dass dieses einen stark statischen Charakter hat. Nur hierdurch kann ein Zustand der Rechtssicherheit in den internationalen Beziehungen geschaffen werden. Die Beständigkeit des Völkerrechts kann vor allem daraus abgeleitet werden, dass der von den Staaten auf dem Wege von Völkerrechtsnormen erreichte Interessenausgleich von Dauer sein muss, um seinen Zweck erfüllen zu können. Speziell unter den Bedingungen unseres Zeitalters gewinnt die Stabilität der Völkerrechtsordnung an Bedeutung. Die Stabilität der Völkerrechtsordnung vermag ihrerseits, zur Schaffung stabiler friedlicher internationaler Beziehungen beizutragen.

Die Stabilität der Völkerrechtsordnung hängt direkt von der Haltung der Staaten zu den Grundprinzipen des Völkerrechts ab. Deren überragende Bedeutung kann unter Zugrundelegung verschiedener Kriterien ermittelt werden. Es liegen zwar relativ viele Publikationen hauptsächlich russischer Völkerrechtler vor. Es fehlen jedoch die der herausragenden Wichtigkeit der Grundprinzipien adäquater Systematisierungskriterien. Hier soll daher der Versuch unternommen werden, Bedeutung und Hauptmerkmale der Grundprinzipien nach bestimmten notwendigen Kriterien herauszuarbeiten.

a) Nach ihrer Bedeutung allgemein in den internationalen Beziehungen : Sie stellen eine Widerspiegelung der Hauptziele der internationalen Zusammenarbeit, der grundlegenden allgemeinen Interessen, der politischen Hauptrichtungen und der allgemeinen Struktur des gesamten Systems der internationalen Beziehungen und einen Garant der legitimen Rechte und Interessen der Völker dar.

b) Nach ihrer Bedeutung speziell für das Völkerrecht : Die Grundprinzipien sind Hauptkern und normative Eckpfeiler des Völkerrechts, Ausdruck der inneren Grundlage des gesamten Völkerrechtssystems und des Hauptinhalts des Völkerrechts. Sie stellen weiter orientierende Richtlinien für die Weiterentwicklung des Völkerrechts dar und zeigen überhaupt die Hauptrichtungen der Entwicklung des Völkerrechtssystems an. Sie können bezüglich ihrer überragenden Bedeutung mit den Verfassungsprinzipien im innerstaatlichen Recht verglichen werden.Sie sind ein “Mindeststandard jeder rechtmäßigen Gestaltung internationaler Beziehungen”und ein stabiler Faktor der internationalen zwischenstaatlichen Beziehungen. Sie besitzen eine funktionale und strukturelle Rolle im Völkerrechtssystem und sind in diesem Rahmen unabdingbar für das normale und effektive Funktionieren des völkerrechtlichen Regulierungssystems. Sie sind der derart unentbehrlich in den internationalen zwischenstaatlichen Beziehungen, dass ihre Negierung der Leugnung des Völkerrechts gleichkäme. Sie können ferner als eine wichtige Grundlage für die Mobilisierung der öffentlichen Meinung zur Durchsetzung des Völkerrechts betrachtet werden.

c) Nach ihrer Bedeutung speziell für die anderen Prinzipien und Normen des Völkerrechts: Die Grundprinzipien sind Maßstab, an dem die Völkerrechtsmäßigkeit anderer Normen gemessen wird und auch unentbehrlich für deren Auslegung. Infolgedessen haben die anderen Normen mit den Grundprinzipien in Übereinstimmung zu stehen (Artikel 103 der UN-Charta), anderenfalls sind sie von Anfang an ab initio, ex tunc rechtsungültig (Artikel 53 der Wiener Konvention über das Recht der Verträge von 1969).

d) Unter Berücksichtigung ihres Charakters : Die Grundprinzipien besitzen im Völkerrecht die höchste politische, moralische und vor allem juristische Kraft und stehen damit an der Spitze der Normenhierarchie. Sie besitzen einen allgemeinen bzw. allgemeindemokratischen Charakter. Sie stellen allgemeinanerkannte, allgemeinverbindliche Normen mit einem unbegrenzten staatlichen Adressatenkreis dar. Sie sind verpflichtende und verbietende Normen. Die meisten Grundprinzipien besitzen ferner einen ius cogens-Charakter, d. h., sie sind für alle Staaten zwingend verbindlich und von ihnen darf daher nicht abgewichen werden. Sie vermögen friedliche internationale Zusammenarbeit zu fördern, die freundschaftlichen Beziehungen zwischen den Staaten zu entwickeln und ein interventionsfreies Zusammenwirken der Staaten bei der Lösung der verschiedenen Probleme zu gewährleisten. Die Grundprinzipien stellen schließlich, obwohl jedes einzelne von ihnen eine relative Selbständigkeit besitzt, ein einheitliches Ganzes, ein System dar. Daher ist das wesentliche Merkmal des Systems der völkerrechtlichen Grundprinzipien ihre relative Abgeschlossenheit und Koordiniertheit.

Innerhalt des Systems des Völkerrechts bedingen sich Prinzipien und Normen gegenseitig. Im Rahmen dieses Koordinatensystems gegenseitiger Beeinflussung funktionieren Prinzipien und Normen, wodurch Aufgaben und Funktionen des Völkerrechts realisiert werden. Demnach kann man innerhalb der Völkerrechtsordnung eine gewisse Rangordnung erkennen. Sie widerspiegelt indirekt materielle Erfordernisse, Interessenlagen und Willen. Die Hierarchie von Prinzipien und Normen ist nicht zufällig. Sie besitzt dem Wesen nach einen dreifachen Charakter : Sie ist objektiv bedingt und wird durch die Willensübereinstimmung der Staaten geschaffen; sie ist ferner Widerspiegelung der oben genannten Art sowie der Rechtsstruktur; sie ist außerdem Metawiderspiegelung, d. h., eine wissenschaftliche Widerspiegelung.

Rechtstheoretisch ergibt sich die Normenhierarchie aus der inneren Struktur des Rechts, aus dem Begriff des Rechts als eines Normensystems, aus der Makrostruktur des Rechts, aus der gegenseitigen Abhängigkeit der Normen, aus dem Normativitätscharakter und nicht zuletzt aus der besonderen Bedeutung von Prinzipien und Normen für die gesamte Völkerrechtsordnung sowie für die Lösung der globalen Probleme der Menschheit Hieraus ergibt sich die Schlussfolgerung, dass zum einen die Bestimmung der Hierarchie nicht willkürlich sein kann und darf und zum anderen, dass es konkreter Kriterien bedarf, um innerhalb des Völkerrechtssystems eine oder sogar mehrere Rangordnungen aufstellen zu können.

Nach der UNITAR-Studie vom Oktober 1984 deutet allein der Begriff “Prinzip” auf eine “Hierarchische Überlegenheit” (“hierarchical superiority”) hin.

Wird der Normativitätscharakter als Kriterium genommen, dann ist zwischen den ius cogens- und den ius dispositivum-Normen zu unterscheiden. Erstere besitzen dabei Priorität. Legt man die Bedeutung der Normen für den internationalen Normenbildungsprozess zugrunde, so stehen die Grundprinzipien an erster Stelle.

Wird die Bedeutung der Normen für die Lösung der globalen Probleme zum Maßstab erhoben, so entsteht eine andere hierarchische Ordnung :

a) alle Prinzipien und Normen zur Erhaltung des Weltfriedens, der internationalen Sicherheit und zur Abrüstung;

b) sämtliche Prinzipien und Normen zum Schutz der menschlichen Umwelt ;

c) alle Prinzipien und Normen zur Lösung des globalen Problems der Unterentwicklung.

Hier handelt es sich offensichtlich um eine vertikale Struktur, die jedoch horizontale Beziehungen nicht ausschließt. wird die Erhaltung des Weltfriedens zum entscheidenden Maßstab gemacht, dann sieht die vertikale Struktur ganz anders aus : An erster Stelle stehen die sieben Grundprinzipien; an zweiter Stelle stehen Normen in den multilateralen Verträgen universellen Charakters – unter ihnen genießen wiederum jene Priorität, die echte Abrüstungsmaßnahmen enthalten, von den in Frage kommenden Staaten ratifiziert worden und auch in Kraft gesetzt worden sind -; den dritten Platz könnten ius-cogens-Normen folgen, die nicht zu den Grundprinzipien gehören ; schließlich würde man die Ius dispositivum-Normen in Betracht ziehen und sicherlich weiter einordnen können.

Unabhängig von den jeweiligen Kriterien stehen die sieben Grundprinzipien an erster Stelle. In Bezug auf die Rechtsnormativität mögen sie zwar gleichwertig sein. Damit käme nur ein horizontales Verhältnis in Frage. Es ist jedoch legitim, unter ihnen etwas zu differenzieren. Dabei bestehen einige Möglichkeiten :

a) Nimmt man als Maßstab nach wie vor das globale Problem der Gefährdung des Weltfriedens, dann würde das Grundprinzip des Gewaltandrohungs- und Gewaltanwendungsverbots an erster Stelle stehen. Seine Verletzung kann die internationalen Beziehungen erheblich destabilisieren.

b) wird die Unterentwicklung in Betracht gezogen, dann kämen die Grundprinzipien der friedlichen internationalen Zusammenarbeit und der souveränen Gleichheit der Staaten in Frage, wie dies in der genannten UNITAR-Studie vom Oktober 1984 in der Tat der Fall ist.

Geht man insgesamt von den Erfordernissen unseres Zeitalters aus, so würde sich folgende politische Gewichtung innerhalb des Systems der Grundprinzipien ergeben : Gewaltandrohung- und Gewaltanwendungsverbot, friedliche internationale Zusammenarbeit, souveräne Gleichheit der Staaten. Hieraus könnten hinsichtlich der staatlichen Souveränität schwerwiegende Konsequenzen erwachsen. Abgesehen davon, ist die politische Bedeutung auch der Grundprinzipien historisch bedingt. So stand z. B. in der Zeit des antikolonialen Kampfes das Selbstbestimmungsrecht der Völker im Mittelpunkt. Im Zeitalter der globalen Probleme der Menschheit wird dem Grundprinzip des Gewaltandrohungs- und Gewaltanwendungsverbot Priorität zuerkannt. Im nachnuklearen Zeitalter wird bei einer weiteren Zuspitzung der globalen Probleme der Unterentwicklung und der Gefährdung der menschlichen Umwelt höchstwahrscheinlich das Grundprinzip der friedlichen internationalen Zusammenarbeit die wichtigste Rolle spielen. Dann wird man eher von dem Völkerrecht als einem ius cooperationis sprechen.

Eine schwerwiegende Verletzung der Grundprinzipien vermag, die gesamte Völkerrechtsordnung zu erschüttern und hierdurch die internationalen Beziehungen so zu destabilisieren, dass dann chaotische Verhältnisse herrschen.

2. Veränderungen innerhalb der Völkerrechtsordnung

Das Völkerrecht ist wie jedes Recht in erster Linie statisch, um seine Funktionen erfüllen zu können. Ihm sind jedoch auch Dynamik und Veränderlichkeit eigen. Dies bedeutet konkret, dass das Völkerrecht den Veränderungen unterworfen ist, vorausgesetzt, dass dies in conreto durch Vereinbarungen und unter strikter Respektierung der Grundprinzipien des Völkerrechts erfolgt. So wie die Existenz gesellschaftlicher Verhältnisse notwendigerweise indirekt das Vorhandensein von Rechtsnormen bedingt, die auf dieselben anwendbar sind – dies gilt auch für die internationalen Beziehungen und das Völkerrecht-, genauso muss die Veränderung von bestimmten Bereichen der internationalen Beziehungen natürlich sukzessive und auf der Grundlage entsprechender Vereinbarungen zu einer Wandlung der bestehenden Völkerrechtsnormen führen. Dabei geht es hauptsächlich um einen Prozess der Anpassung des Völkerrechts an veränderte Bedürfnisse in den internationalen Beziehungen. Je schneller und vollkommener diese Anpassung erfolgt, umso effektiver kann ein Rechtssystem sein.51 In der internationalen völkerrechtlichen Fachliteratur hat vor allem W. C. Jenks häufig das völkerrechtliche Anpassungserfordernis unterstrichen, welches er als Bestandteil des von ihm entworfenen “common law of mankind” ansieht.52 In diesem Sinne ist das Völkerrecht tatsächlich Ausdruck des konkreten Kräfteverhältnisses.53

Die Wandlung und damit die Anpassung des Völkerrechts an veränderte internationale Bedingungen wird in erster Linie in Verbindung mit der wachsenden Bedeutung der jungen Nationalstaaten von einzelnen Völkerrechtlern aus diesen Staaten als Forderung erhoben.54 Die Notwendigkeit, das Völkerrecht unter Berücksichtigung der weltweit erfolgten politischen, ökonomischen und technologischen Veränderungen ebenfalls einer gründlichen Wandlung zu unterziehen, wurde von Entwicklungsländern im Rahmen der Bestrebungen zur Schaffung einer Neuen Internationalen Wirtschaftsordnung (NIWO) mit besonderer Vehemenz unterstrichen. Aus der Vielzahl der Stellungnahmen seien paradigmatisch nur einige genannt. so forderte der marokkanische Vertreter 1974 in Caracas, dass die III. UN-Seerechtskonferenz die Veränderungen in den internationalen Beziehungen wie z. B. den wissenschaftlich-technischen Fortschritt zu beachten hat.55 Auch der tanzanische Vertreter wies auf derselben Session darauf hin, dass als Ergebnis der technologischen Entwicklung die existierenden Normen des internationalen Seerechts den Erfordernissen der gegenwärtigen Realitäten nicht mehr entsprechen.56

Über die notwendigen Veränderungen in der Struktur und im System des Völkerrechts stellen Völkerrechtsexperten immer wieder Überlegungen an. So müssten nach W. Friedmann einer Neuordnung des Völkerrechts u. a. folgende Grundsätze zugrunde gelegt werden : die Erweiterung des Zwecks des Völkerrechts durch die Aufnahme neuer Gegenstände; die Aufnahme auch privater Vereinigungen und von Individuen als Völkerrechtssubjekte und die Auswirkung politischer und ökonomischer Prinzipien auf die Universalität des Völkerrechts.57 Im Großen und Ganzen kann diesen Vorstellungen beigepflichtet werden. Es ist jedoch stark zu bezweifeln, o in absehbarer Zeit die Staaten bereit sein werden, private Vereinigungen und Individuen als Völkerrechtssubjekte zu akzeptieren. Geht man von den globalen Problemen der Menschheit aus, so kann man damit rechnen, dass sich die Kodifizierung und progressive Entwicklung des Völkerrechts auf folgende Materien konzentrieren wird. Abrüstung, Umweltschutz, Unterentwicklung. Ein Entwicklungsvölkerrecht als integraler Bestandteil des Völkerrechts befindet sich bereits in statu nascendi. In diesem Kontext wird ferner der Aspekt der Zusammenarbeit derart die Funktion des Völkerrechts beeinflussen, dass man dieses auch als ius cooperationis bezeichnen könnte.

Das völkerrechtliche Normensystem ist jedoch gegenwärtig nicht das einzige. Erfordernisse in den internationalen Beziehungen speziell unseres Zeitalters haben inzwischen weitere Normensysteme hervorgebracht. Gemeint sind hier vor allem das System der politischen Normen sowie das sich etwas langsam entwickelnde System von Moralnormen.58

3. Zum Verhältnis von statischer und dynamischer Stabilität

Theoretisch wie praktisch-politisch gleichermaßen von besonderem Interesse ist die Frage nach dem eigentlichen Wesen der Stabilität : Ist sie statisch oder vielleicht dynamisch aufzufassen? Die Beantwortung dieser Frage ist insofern kompliziert, da Statik und Dynamik recht interpretationsfähige Begriffe sind. Die Statik hat z. B. in der Politik (Innen- und Außenpolitik) sowie im Recht (Landesrecht und Völkerrecht) zwei Hauptzüge aufzuweisen: Der eine wäre das Beharren einer Erscheinung in einem Zustand, der in seiner Wesenheit gut oder schlecht sein kann. Das gilt für die Politik genauso wie für das Recht. Der andere Hauptzug wäre wenigstens im Recht (Landesrecht und Völkerrecht) die Rechtssicherheit. Das ist wohl in der Politik (Innen- und Außenpolitik) von Vorteil. Die Praxis der internationalen Beziehungen zeigt jedoch, dass Entwicklungen neue Normen des Völkerrechts unentbehrlich machen (z. B. die neue Seerechtsordnung). Die Dynamik hingegen impliziert a priori Entwicklung und Veränderung, was zumindest begrifflich der Stabilität widersprechen, und eine dynamische Stabilität dieser Art ein contradictio in adjecto darstellen würde. Hierbei gilt es, ein Kriterium heranzuziehen, das der dynamischen Stabilität das Wort reden könnte. Alles spricht dafür, dass dieses Kriterium und daher auch der tragende Gedanke der Weltfriede ist.

Legt man ihn den angestellten Überlegungen und der Betrachtungsweise zugrunde, so würde Stabilität in den internationalen Beziehungen, dem tieferen Sinn nach, Aufrechterhaltung des Weltfriedens bedeuten. Letzerer wiederum erfordert weitere Schritte, um den Weltfrieden sicherer zu machen. Sie würden zu einer weiteren Verbesserung der Stabilität auf einer höheren Ebene und damit zu einer Qualitätswandlung der Stabilität führen.

Diese friedensbejahende dynamische Stabilität oder umgekehrt die die dynamische Stabilität implizierende Friedenswahrung lässt sich an dem europäischen Vertragswerk und an den sowjetisch-amerikanischen Beziehungen am besten demonstrieren. Als Ergebnis und zugleich Bestandteil der Wende vom kalten Krieg zur Entspannung in Europa Ende der 60er Anfang der 70er Jahre wurde am 12. August 1970 der Vertrag zwischen der damaligen UdSSR und der damaligen BRD abgeschlossen, der das Element der Stabilität in die europäische Politik in besonderem Maße hineintrug. Zugleich wurden in den im Zusammenhang mit der Unterzeichnung dieses Vertrages zwischen den beiden Staaten vereinbarten Absichtserklärungen Feststellungen getroffen und Maßnahmen vorgesehen, die dem Stabilisierungselement eine Weiterentwicklung, Dynamik und damit eine höhere Qualität verliehen. Zu erwähnen ist in diesem Zusammenhang vor allem die Absichtserklärung 2, in der sich die Regierung der BRD bereit erklärt, “mit der Regierung der Deutschen Demokratischen Republik einen Vertrag zu schließen, der die zwischen Staaten übliche gleiche verbindliche Kraft haben wird wie andere Verträge, die die Bundesrepublik Deutschland und die Deutsche Demokratische Republik mit dritten Ländern schließen”.

In den folgenden zwei bis drei Jahren wurden sukzessive weitere wichtige Verträge abgeschlossen wie der Vertrag zwischen Polen und der BRD über die Grundlagen der Normalisierung ihrer gegenseitigen Beziehungen vom 7. Dezember 1970, das Vierseitige Abkommen vom 3. September 1971, der Vertrag über die Grundlagen der Beziehungen zwischen der damaligen DDR und der BRD vom 21. Dezember 1972 und der Vertrag über die gegenseitigen Beziehungen zwischen der Tschechoslowakai und der BRD vom 11. Dezember 1973. Im Wesentlichen schufen diese Verträge günstige Voraussetzungen, um im Juli/August 1975 die Konferenz über Sicherheit und Zusammenarbeit in Europa einzuberufen und am 1. August 1975 die Schlussakte dieser Konferenz anzunehmen. Das bis zu diesem Zeitpunkt vorwiegend auf bilateraler Basis vorangetriebene Stabilisierungselement erreichte nun auf multilateraler Ebene, d. h., ohne Zweifel auf eine qualitativ höheren Ebene, in seiner Dynamik einen Höhepunkt. Eine so verstandene Stabilität bedeutet zugleich Kontinuität und zwar in einem doppelten Sinne : Kontinuität sozialistischer Außenpolitik und Kontinuität der gemeinsamen Anstrengungen, der Vertragspartner, auf der Grundlage des gegenseitigen Interesses und Vorteils weitere Schritte in Richtung Entspannung zu tun.

4. Der spezielle Beitrag von pacta servanda sunt zur Schaffung stabiler internationaler Beziehungen

Das Grundprinzip der Vertragstreue (pacta servanda sunt) fand seine Normierung und konkrete Ausgestaltung im Art. 2, Ziff. 2 der UN-Charta : “Alle Mitglieder der Organisation erfüllen, um jeden einzelnen von ihnen die sich aus der Mitgliedschaft ergebenden Rechte und Vorteile zu sichern, nach Treu und Glauben die Verpflichtungen, die sie gemäß der Charta übernommen haben”59; ferner in der Deklaration über die Prinzipien des Völkerrechts betreffend die freundschaftlichen Beziehungen und die Zusammenarbeit zwischen den Staaten in Übereinstimmung mit der Charta der Vereinten Nationen vom 24. Oktober 1970 (“Das Prinzip, dass die Staaten die Verpflichtungen, die sie in Übereinstimmung mit der Charta übernommen haben, nach Treu und Glauben erfüllen. Jeder Staat hat die Pflicht, sowie Verpflichtungen, die sich aus den allgemein anerkannten Prinzipien und Normen des Völkerrechts ergeben, nach Treu und Glauben zu erfüllen. Jeder Staat hat die Pflicht, seine Verpflichtungen aus internationalen Abkommen, die nach den allgemeinen anerkannten Prinzipien und Normen des Völkerrechts Gültigkeit haben, nach Treu und Glauben zu erfüllen. Sollten Verpflichtungen aus internationalen Abkommen und Verpflichtungen der Mitglieder der Vereinten Nationen aus der Charta der Vereinten Nationen im Widerspruch stehen, so haben die Verpflichtungen aus der Charta den Vorrang”)60 und schließlich im Art. 26 der Wiener Konvention über das Recht der Verträge (folgend: VTK1) von 1969 : “Jeder in Kraft befindliche Vertrag ist für die Vertragspartner verbindlich und muss von ihnen nach Treu und Glauben erfüllt werden”.

Dabei sind bestimmte qualitative Unterschiede zwischen den genannten Bestimmungen nicht zu übersehen. Während Art. 26 der VTK1 lediglich von der Erfüllung eines ” i n  K r a f t  b e f i n d l i c h en”  Vertrages spricht, was nicht selten Auslegungsstreitigkeiten hervorruft, hebt. Art. 2, Ziff. 2 der UN-Charta, wenn auch nicht so eindeutig, die Übereinstimmung der zu erfüllenden Verträge mit den Charta-Prinzipien hervor. Demgegenüber geht die Prinzipiendeklaration von 1970 noch weiter, indem sie eindeutig und unmissverständlich die Erfüllung nur der den Grundprinzipien des Völkerrechts entsprechenden Verträge fordert.

Allein die relativ umfassende Ausgestaltung des Grundprinzips der Vertragstreue in den genannten Dokumenten ist ein Beweis dafür, dass es sich bei ihm um ein für die internationalen Beziehungen unerlässliches Prinzip handelt. Seine Bedeutung besteht darin, eine notwendige Grundlage für friedliche Beziehungen zwischen allen Staaten 62 sowie eine notwendige Vorbedingung für die Existenz des Völkerrechts63 zu sein. Ob jedoch dieses Prinzip das wichtigste im Völkerrecht ist, kann dahingestellt bleiben.64 Es stimmt allerdings, dass es Basis des Vertragsrechts ist.65

Die Achtung des Prinzips der Vertragstreue ist ferner außerordentlich wichtig für die Schaffung stabiler internationaler Beziehungen66 und eines Klimas des gegenseitigen Vertrauens. Das ist wiederum eine wesentliche günstige Vorbedingung, um im Interesse einer weiteren Vertiefung der internationalen Zusammenarbeit und der Sicherung des Weltfriedens auf einer qualitativ höheren Ebene neue Verträge abzuschließen.

Demgegenüber verursacht die Verletzung des Prinzips der Vertragstreue Unzufriedenheit bei den anderen Vertragspartnern, erschüttert und untergräbt die internationale Ordnung67 und das Vertrauen68, schafft eine Atmosphäre des Misstrauens, ruft weiterführende Streitigkeiten zwischen den  Vertragspartnern hervor, führt mitunter zu internationalen Spannungen und zu einer allgemeinen Verschlechterung des internationalen Klimas, erzeugt gegenseitige Furcht, ist oft die Ursache für eine Forcierung der Rüstungen, untergräbt im allgemeinen die Stabilität in den internationalen Beziehungen, bewirkt nicht selten einen Völkerrechtsmihilismus69 und kann sogar unter Umständen den Weltfrieden erheblich gefährden.

Es drängt sich nur die Frage auf, durch welche besonderen Merkmale sich völkerrechtlich gültige Verträge auszeichnen. Einmal müssten die Vertragspartner auf alle Fälle Völkerrechtssubjektivität besitzen, damit der Vertrag überhaupt als völkerrechtlich qualifiziert werden kann. Weiterhin müsste der Vertrag rechtmäßig 70 zustande gekommen sein, d.h., dass er zur Zeit seines Abschlusses keiner ius cogens-Norm (Art. 53 der VTK1) zuwiderlief. Er müsste kurzum auf der Grundlage der Gleichberechtigung und der Freiwilligkeit abgeschlossen worden sein. Ferner ist zu beachten, dass der rechtmäßig abgeschlossene Vertrag nach der Entstehung einer neuen ius cogens-Norm gemäß Art. 64 der VTK1 nicht im Widerspruch zu dieser Norm stehen darf. Ein weiteres Merkmal für einen völkerrechtlich gültigen Vertrag ist, dass man gegen ihn keine völkerrechtlichen Einwände 71 erheben kann. Fehlen diese Merkmale, dann ist ein Vertrag völkerrechtlich ungültig, das bedeutet jedoch nicht, dass er damit unwirksam wäre. Das liegt darin begründet, dass einerseits ein Vertrag, obwohl völkerrechtlich ungültig, doch in Kraft gesetzt werden und sogar erfüllt werden kann. Es wäre umgekehrt aber verfehlt, aus dem Wirksamwerden und der Verbindlichkeitskraft eines Vertrages dessen völkerrechtliche Gültigkeit ableiten zu wollen.

Das Wesen des Prinzips der Vertragstreue wird im Grunde von dem für die Stabilität der internationalen Beziehungen bedeutsamen Aspekt der Erfüllung der Verpflichtungen nach Treu und Glauben (bona fides) ausgemacht, was aus zahlreichen Vertragsdokumenten klar hervorgeht. Dafür spricht die in Verträgen  und in der Völkerrechtsliteratur häufig festzustellende Tatsache, dass das Prinzip der Vertragstreue als Prinzip des guten Glaubens (bona fides)72 oder auch als Prinzip der Treue 73 gegenüber internationalen Verpflichtungen bezeichnet wird. In einigen Vertragswerken wird darüber hinaus die Formulierung “Treu und Glauben” anscheinend als Synonym des Prinzips der Vertragstreue gebraucht. Zu beobachten ist dies z B. im Art. 2, Ziff. 2 der Charta der Vereinten Nationen74, in der Prinzipiendeklaration vom 24. Oktober 197075, im Art. 31, Ziff. 1 über die allgemeinen Auslegungsregl der VTK176 und etwas abgewandelt im Art. 3, Ziffer c) der Charta der Organisation der Amerikanischen Staaten.77 Auch internationale Gerichte haben in etlichen Entscheidungen zum Grundsatz Treu und Glauben Stellung genommen, wie beispielsweise der Internationale Gerichtshof in seinem Urteil vom 27. August 1954 zum Case concerning rights of Nationals of the Unites States of America in Marocco, wenn auch indirekt, indem es heißt : “Die Vollmacht, eine Taxierung vorzunehmen, obliegt den Zollbehörden, aber sie stellt eine Vollmacht dar, die in vernünftiger Weise und nach Treu und Glauben ausgeübt werden muss.”78

Der Leitgedanke “Treu und Glauben” bedeutet zunächst, dass die Vertragspartner sich korrekt zu verhalten haben, d. h., sie sind verpflichtet, alles zur Erfüllung des Vertrages zu unternehmen und zugleich sich jeglicher Handlungen zu enthalten,79 durch die das Ziel des Vertrages vereitelt werden könnte. Er bedeutet ferner, dass gemäß Art. 31 der VTK1 bei Auslegungsdifferenzen der Vertragstext “entsprechend der üblichen Bedeutung des Vertragswortlautes”, d.h., nach Buchstabe, sowie “in seinem Zusammenhang und hinsichtlich seines Gegenstandes und Zwecks”, d. h, nach Geist zu interpretieren ist. Des weiteren erfordert der Grundsatz “Treu und Glaube” eine gewissenhafte Erfüllung des Vertrages. Die Gewissenhaftigkeit bezieht sich speziell auf die vertraglich vereinbarten Fristen. Die Erfüllungszeit ist insofern von großer Bedeutung, da eine verspätete Vertragserfüllung unter U ständen sinnlos ist und im Hinblick auf die Zielstellung des Vertrages einer Nichterfüllung gleichkommen könnte.

Das typischste und zugleich militärisch-politisch schwerwiegendste Beispiel für eine erheblich verspätetet und daher nicht gewissenhafte Vertragserfüllung war die während des Zweiten Weltkrieges durch die Alliierten erfolgte verzögerte Eröffnung der zweiten Front.80

Es sei aber auch betont, dass die Gewissenhaftigkeit nicht im absoluten Sinne verstanden werden darf. Auf keinen Fall kann sie als Argument ins Feld geführt werden, um Forderungen bzw. Handlungen zu rechtfertigen, die streng genommen Rechtsmissbrauch darstellen. Würde man z. B. um jeden Preis die Erfüllung eines Vertrages verlangen, obwohl allgemein bekannt ist, dass die betreffende Vertragspartei sich etwa durch “höhere Gewalt” oder aus anderen Gründen in einer äußerst schwierigen Situation befindet, dann hieße dies den eigentlichen Sinn der Gewissenhaftigkeit völlig entstellen und das Erfordernis der Gerechtigkeit81 außer Acht lassen. In solchen Fällen weist die Forderung nach Gewissenhaftigkeit überwiegend moralische Aspekte auf.82

Neuere Entwicklungen in den internationalen Beziehungen wie z. B. hauptsächlich seit Mitte der 70er Jahre im Zusammenhang mit dem Entspannungsprozess in Europa geschaffene politische Verhandlungsnormen machen es erforderlich, das Verhältnis von pacta servanda sunt einerseits und bona fides andererseits in einem anderen Licht zu sehen. Es würde logisch einleuchten und sich zugleich als zweckmäßig erweisen, den Grundsatz als umfassender als die Vertragstreue so zu betrachten, dass bona fides auch auf Abmachungen politischen Charakters angewandt werden kann.83 Eine Gegenüberstellung beider Grundsätze scheint jedoch nicht sinnvoll zu sein.84

5. Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

5.1. Bedeutung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

Das Wechselverhältnis zwischen den Vertragsabschlüssen und den Entwicklungen bzw. Veränderungen in den internationalen Beziehungen kann dazu führen, dass Verträge, die eine mehr oder minder wichtige Rolle spielten, allmählich an Bedeutung verlieren und sich zu einem echten Anachronismus entwickeln. Somit entsteht ein Widerspruch zwischen den Erfordernissen der neuen internationalen Beziehungen und der Zielstellung, d. h., dem Inhalt solcher Verträge. ein Widerspruch dieser Art kann dadurch gelöst werden, dass überholte und anachronistisch gewordene Verträge ersatzlos beendet oder, wenn möglich, den neuen internationalen Bedingungen angepasst werden. So hat z. B. die internationale Entwicklung dazu geführt, dass die lateinamerikanischen Staaten auf der dritten Generalversammlung der Organisation Amerikanischer Staaten im April 1973 in Washington radikale Veränderungen in dieser Organisation verlangten.

Die Veränderung der Lage machte, um ein weiteres Beispiel zu erwähnen, eine Überprüfung der 1954 auf der Konferenz von Manila gegründeten militärischen Organisation SEATO notwendig. So wurde auf dem am 28. September 1973 stattgefundenen Außenministertreffen der SEATO-Staaten beschlossen, die militärischen Aufgaben der Organisation zu beenden und sie aus einem Militärpakt zu einem Instrument für wirtschaftliche Entwicklung und “innere Sicherheit” zu machen. Der gefasste Beschluss wurde offiziell mit einer “erheblichen Veränderung” der Lage in Südostasien begründet.85

Die Veränderungen können sich international mittelbar rechtsbildend auswirken. Sie spielen eine eminente Rolle auch im internationalen Vertragsrecht. So berechtigt z. B. die im Artikel 62 der VTK1 verankerte Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände (folgend : Regel) einen Vertragspartner, unter Berufung auf eine grundlegende Veränderung der Umstände gegenüber jenen, die beim Vertragsabschluss bestanden, und die von den Vertragspartnern nicht vorausgesehen werden konnte, den Vertrag zu beenden oder aus ihm auszutreten oder die Wirksamkeit des Vertrages auszusetzen.

Die im Artikel 62 der VTK1 formulierte Regel enthält eine Reihe von wichtigen Elementen:

a) Die  U m s t ä n d e ,  auf die sich die grundlegende Veränderung bezieht, bestanden beim Abschluss des Vertrages ; die grundlegende Veränderung konnte   n i c h t  v o r a u s g e s e h  e n   w e r d e n.

b) Die zur Zeit des Vertragsabschlusses b e s t e h e h e n d e n   U m s t ä n d e   sind eine wesentliche Grundlage für ihre Zustimmung zur Verbindlichkeit des Vertrages gewesen.

c) Die grundlegende Veränderung der Umstände führt eine   g r u n d l e g e n d e   W a n d l u n g   des Umfangs der Vertragspflichten, die noch zu erfüllen sind, herbei.

d) Das wichtigste Element, die g r u n d l e g e n d e   V e r ä n d e r u n g   der Umstände.

e) Schließlich das Recht eines Vertragspartners, sich auf die grundlegende Veränderung der Umstände zu berufen und sein Recht auf   B e e n d i g u n g   des Vertrages,   A u s t r i t t    aus ihm oder   A u s s e t z u n g   der Wirksamkeit des Vertrages geltend zu machen.

Besondere Aufmerksamkeit gebührt dem wichtigsten Element der Regel, nämlich der grundlegenden Veränderung der Umstände.

Nun drängt sich die Frage auf, ob sich auch Veränderungen außervertraglichen Charakters auf das Schicksal eines Vertrages im Sinne des Artikels62 der VTK1 und damit der Regel auswirken können. Zunächst muss festgestellt werden, dass es wäre, die Bedeutung der Regel losgelöst von den die Entwicklung der internationalen Beziehungen bestimmenden ökonomischen und politischen Faktoren zu betrachten, die einen wesentlichen Einfluss auf das Völkerrecht und damit auch auf das Vertragsrecht ausüben.86

Das bedeutet jedoch nicht, dass jede außerhalb eines Vertrages liegende Veränderung von Umständen die Anwendung der Regel rechtfertigt, zumal in den internationalen Beziehungen die Umstände unaufhörlich wechseln und es darum einer Vertragspartei durchaus möglich wäre zu behaupten, dass die eingetretenen Veränderungen den Vertrag unanwendbar gemacht hätten. Vielmehr muss zwischen den außervertraglichen, dl h. den allgemeinen Veränderungen einerseits und der konkreten Veränderung der Umstände andererseits, die eine wesentliche Grundlage für die Zustimmung der betreffenden Partei zum Vertrag bildeten, eine Verbindung bestehen. Diese Verbindung, das Bindeglied, sollen beben die Auswirkungen der allgemeinen Veränderungen auf die Veränderungen der Umstände sein, wie die ILC in ihren Kommentaren zur Regel auf ihren Tagungen in den Jahren 196387und 196888 hervorhob.

Unter Umständen könnte ferner die Regel bei sich objektiv vollziehenden wirtschaftlichen Prozessen, wie bei einer erheblichen Verschlechterung der Wirtschaftslage eines Staates in Anwendung gebracht werden. Voraussetzung für die Anwendung der Regel ist natürlich das Bestehen eines engen ursächlichen Zusammenhanges zwischen den radikalen wirtschaftlichen Veränderungen und der sich aus den bereits bestehenden Verträgen ergebenden Verpflichtungen.

Die im Sommer 1929 einsetzenden wesentlichen Veränderungen der Wirtschaftslage außerhalb und innerhalb Deutschlands hätte z. B. die Anwendung der “Clausula rebus sic stantibus” (“clausula” folgend: oder auch C.r.s.s.”) in dem Sinne gerechtfertigt, die aus dem durch das “Gesetz über die Haager Konferenz 1929/30″ des Deutschen Reichstages vom 30. März 1930 in innerstaatliches Recht umgewandelten Young-Plan herrührenden Schulden Deutschlands nicht mehr zu zahlen.89

In einem anderen Beispiel ging es hauptsächlich um innerstaatliche wirtschaftliche Schwierigkeiten. Ein zwischen Jugoslawien und einer Eisenbahngesellschaft entstandener Streitfall wurde vom Völkerbundrat geprüft und gemäß Artikel 304 des Vertrages von Trianon einem Schiedsgericht zur Entscheidung übergeben. Es handelte sich dabei um die Zahlung bestimmter Entschädigungen. In seinem Urteil vom 5. Oktober 1934 erkannte das Schiedsgericht, dass eine wesentliche Veränderung der Umstände in den finanziellen Bedingungen der Parteien vor sich gegangen war und dass demzufolge andere Methoden angewandt werden könnten.90 Das war für Jugoslawien ein ziemlich konkreter Hinweis, sich auf die “C. r. s. s.” zu berufen.

Die für die radikale Umstrukturierung getroffenen Feststellungen gelten voll und ganz ebenfalls für Veränderungen im internationalen Preisgefüge. Nach der Resolution 3201 (S-VI) vom 1. Mai 1974 über die Schaffung einer NIWO soll sich die Umwandlung des Weltwirtschaftssystems auch auf die Weltmarktpreise erstrecken Es wird gefordert, ein “gerechtes Preisverhältnis zwischen den Rohstoffen, Grundstoffen, Fertigwaren und Halbfertigwaren, die von den Entwicklungsländern exportiert werden und den Rohstoffen, Grundstoffen, Fertigwaren, Produktionsgütern und Ausrüstungsgegenständen, die von ihnen importiert werden, zu schaffen, um dadurch eine anhaltende Verbesserung ihres unbefriedigenden realen Austauschverhältnisses und die Expansion der Weltwirtschaft zu erzielen.91

Diese Entwicklung in einigen nationalbefreiten Staaten kann dazu führen, dass bestimmte Rohstoffe, die früher unter den Bedingungen einer rückständigen Agrarwirtschaft nur für den Export bestimmt waren, jetzt für den weiteren Aufbau einer eigenen nationalen Industrie unentbehrlich sind. Wenn aber durch langfristige Lieferverträge die Rohstoffe vertraglich gebunden sind, könnte ein Widerspruch zwischen den sich aus den Lieferverträgen ergebenden Verpflichtungen und dem berechtigten Wunsch, im Sinne des wirtschaftlichen und sozialen Fortschritts eine eigene moderne Industrie  aufzubauen, entstehen. Solch ein schwerwiegender Widerspruch könnte und müsste m. E. durch die Anwendung der Regel zugunsten des jungen Nationalstaates gelöst werden. In diesem Falle ist die Berufung auf die Regel durchaus gerechtfertigt, weil die im Art. 62 der VTK1 geforderten Voraussetzungen gegeben sind.

In einem andern Beispiel, das international als Anglo-Iranian-Oil-Fall bekannt wurde, bestand ein enger Zusammenhang zwischen den politischen und den wirtschaftlichen Veränderungen und der Anfechtung früherer Verträge. Der 1933 in Kraft getretene Konzessionsvertrag zwischen dem damaligen Persien und der damaligen “Anglo-Persian Oil Company” räumte der Gesellschaft das ausschließliche Recht der Erölge4winnung und -verarbeitung ein. Die Konzession sollte bis 1993 gelten. Im Jahre 1951 wurde jedoch im Iran die Nationalisierung der Erdölindustrie und das Erlöschen der Konzession beschlossen. Die britische Regierung wandte sich an den Internationalen Gerichtshof, um das iranische Vorgehen als völkerrechtswidrig erklären zu lassen. Der Iran bestritt die Zuständigkeit des IGH, der sich durch das Urteil vom 22. Juli 1952 tatsächlich für unzuständig erklärte.92 Der Sturz der demokratischen Regierung im Iran erleichterte den Abschluss eines neuen Vertrages zwischen Großbritannien und Iran.

Grundlegende Veränderungen politischer, wirtschaftlicher oder sonstiger Art können nicht in jedem Falle zur Berufung auf die Regel berechtigen. Grundlegende Veränderungen politischer, wirtschaftlicher oder sonstiger Art können nicht in jedem Falle zur Berufung auf die Regel berechtigen. Grundlegende Veränderungen der Umstände sind nach Artikel 62, Ziffer 2, Buchstabe b der VTK1 nicht akzeptabel, wenn sie auf eine “breach by the party invoking it either of an obligation under the treaty or of any other international obligation owed to any other party to the treaty 93 zurückzuführen sind.

Somit wurde der Grundsatz bestätigt, dass eine Vertragspartei keinen Vorteil aus dem eigenen Unrecht ziehen dar (venire contra factum proprium).

Der Grundsatz venire contra factum proprium wurde 1927 vom Ständigen Internationalen Gerichtshof im Factory at Chorzow-Fall bestätigt.94 In einem anderen Fall aus der internationalen Praxis wurde dieser Grundsatz jedoch nicht beachtet. Serbien stellte z. B. eine Reihe von Forderungen an Bulgarien, die im Grunde auf territoriale Ansprüche hinausliefen, um seinen Rücktritt vom serbisch-bulgarischen Bündnisvertrag zu begründen. Bulgarien lehnte das Ansinnen Serbiens ab, das eine wesentliche Veränderung der Umstände darin sah und vom Vertrag zurücktrat.

Die erwähnte Bestimmung bedeutet dem Wesen nach, dass zwischen der gewollt rechtswidrig herbeigeführten grundlegenden Veränderung und der beabsichtigten Berufung auf die Regel ein kausaler Zusammenhang bestehen muss. Der kausale Zusammenhang liegt nicht vor, wenn ein junger Staat zielgerichtet eine eigene Petrolchemie aufbaut, um seine wirtschaftliche Unabhängigkeit zu festigen und den Wohnstand seiner Bevölkerung zu heben. Um dieses  Ziel erfolgreich erreichen zu können. sieht sich der betreffende Staat gezwungen, den Erdölexport einzuschränken und wenn nötig auch gänzlich einzustellen. Eine mögliche Unterstellung des anderen Vertragspartners, der Erdöllieferstaat hätte eine eigene Erdölindustrie aufgebaut, um sich aus dem Liefervertrag ergebenden Verpflichtungen nicht zu erfüllen, wäre nicht stichhaltig und kaum nachweisbar. Staaten, die gegenwärtig ihre Bündnis- oder ihre Wirtschaftspolitik wesentlich umwandeln, lassen sich dabei in ihrer übergroßen Mehrheit von den sich vollziehenden Veränderung in den internationalen Beziehungen sowie von ihren eigenen Interessen leiten, die im allgemeinen den objektiven Veränderungen im Weltmaßstab entsprechen und dadurch progressiv bedingt sind. In den zwischenstaatlichen Beziehungen ist es auch möglich, dass die sich auf die Regel berufenden Staaten ausschließlich von ihrem eigenen Interesse ausgehen, was unter Umständen eine große Unsicherheit in den internationalen Beziehungen verursachen könnte. Die unterschiedlichen, mitunter sogar entgegengesetzten Interessen der Vertragspartner ziehen sich wie ein roter Faden durch den gesamten Prozess der Vertragsvorverhandlungen bis hin zur Vertragsdurchsetzung.

Die Staaten sollten jedoch ihre eigenen Interessen nicht über alles stellen. Das typischste Beispiel für eine ausgeprägte Interessenpolitik war Otto von Bismarck. Er sagte u. a. : “Die Haltbarkeit aller Verträge zwischen Großmächten ist eine   b e d i n g t e ,  sobald sie in dem Kampf ums Dasein auf die Probe gestellt wird. Keine große Nation wird je zu bewegen sein, ihr   B e s t e h e n   a u f   d e m   A l t a r   d e r    V e r t r a g s t r e u e   z u    o p f e r n , wenn sie gezwungen ist, zwischen beiden zu wählen …; und ebenso wenig lässt sich durch einen Vertrag das Maß von Ernst und Kraftaufwand sicherstellen, mit dem die Erfüllung geleistet werden wird, sobald das eigene Interesse des Erfüllenden dem unterschriebenen Text und seiner früheren Auslegung nicht mehr zur Seite steht.”95 Einige deutsche Juristen vertraten eine ähnliche Auffassung. So meine z. B. G. Jellinek : “Da jede staatliche Verpflichtung, ihrer substantiellen Seite nach, eine Erfüllung des Staatszweckes ist, so besteht sie nur so lange, als sie diesem Zweck genügt.”96 Ein weitee 4 repräsentatives Beispiel ist E. Kaufmann, nach dem alle Staatsverträge eine inhärente Grenze hätten : “Sie sollen und wollen nur binden, solange die Macht- und Interessenlage, die zur Zeit des Abschlusses bestand, sich nicht so ändert, dass wesentliche Bestimmungen des Vertrages mit dem Selbsterhaltungsrecht der kontrahierenden Staaten unvereinbar werden.”97

5.2. Die Kompromissformulierung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände in der Wiener Konvention über das Recht der Verträge von 1969 als eine Synthese objektiver und subjektiver Faktoren

Die Art und Weise der Formulierung der Regel im Art. 62 der VTK1 deutet darauf hin, dass es sich hierbei um einen Kompromiss zwischen den Gegnern und den Verfechtern der früheren “C. r. s. s.” handelt. So heißt es in der Ziffer 1 dieses Artikels: “A fundamental change of circumstances which has occurred with regard to those existing at the time of the conclusion of a treaty, and which was not foreseen by the parties, may not be invoked as a ground for terminating or withdrawing from the treaty unless :

a) the existence of those circumstances constituted an essential basis of the consent of the parties to be bound by the treaty; and

b) the effect of the change is radically to transform the extent of obligations still to be performed under the treaty”.98

Der Kompromisscharakter der Formulierung besteht zum ersten darin, dass zwar die Regel in der VTK1 aufgenommen, jedoch die früher übliche Bezeichnung “Clausula rebus sic stantibus” oder genauer und vollständiger “Conventio omnis intelligitur rebus sic stantibus”99 nicht verwendet wurde.

Aus praktisch-politischen und vertragsrechtstheoretischen Gründen wandten sich 1963 in der International Law Commission (folgend : ILC) insbesondere die Vertreter der damaligen UdSSR, Polens und Ägyptens100 gegen den in der Überschrift enthaltenen diktrinären Lehrsatz “Doktrin rebus sic stantibus” des Entwurfs des Art. 22 im zweiten Bericht von Waldock.101 Dabei ging es der ILC darum, den vorwiegend “objektiven Charakter der Regel” zu betonen, weil eben der Begriff “rebus sic statibus” mit der These über die “C. r. s. s.” hauptsächlich als stillschweigende Bedingung verbunden war.102 Eine entscheidende Rolle spielte ebenfalls der Missbrauch der Doktrin “C. r. s. s.” in der Vergangenheit.

Zum zweiten wurde eine eigenartige Formulierung gewählt. In der Ziffer 1 wurde zwar das Prinzip grundsätzlich negativ formuliert : “A fundamental change … may not … invoked” (Eine grundlegende Veränderung  … kann nicht … geltend gemacht werden”), jedoch mit den relativ umfangreichen Ausnahmen in den Buchstaben a) und b).

Offensichtlich sollte mit dieser negativen Fassung der Ausnahmecharakter und damit die ausnahmsweise Anwendung der Regel unterstrichen werden.

Daraus kann zum dritten geschlussfolgert werden, dass es sich beim im Artikel 62 der VTK1 geregelten Grundsatz um eine neue Regel mit einem festumrissenen Anwendungsbereich handelt, die nicht mit der “C. r. s. s.” identisch ist. Sogar wenn die Wendung “Clausula rebus sic statibus” angenommen worden wäre, hätte dies keinesfalls die Feststellung gerechtfertigt, es handele sich um die früher übliche Doktrin “C. r. s. s.”, wie sie nahezu von allen Juristen verstanden und von den Staaten angewandt wurde, weil das Völkerrecht ohnehin allen Prinzipien und Normen einen neuen Inhalt verleiht. So besitzen gegenwärtig Prinzipien, die fast genauso lauten wie im klassischen Völkerrecht, z. B. das Souveränitätsprinzip, einen neuen Inhalt.

Die Formulierung im Artikel 62 der VTK1 stellt ferner einen Kompromiss, eine Synthese zwischen objektiven und subjektiven Faktoren dar. Die dadurch von den Vertretern der objektiven und der subjektiven Theorie eingegangenen Kompromisse sind daran zu erkennen, dass von den in der Ziff. 1 enthaltenen Bedingungen für die Berufung auf die Regel drei objektiver und zwei subjektiver Natur sind. Als objektiv anzusehen sind : Der    C h a r a k t e r   der Veränderungen, d. h., die “circumstances” gegenüber denen, die zur Zeit des Vertragsabschlusses bestanden und schließlich die   F o l g e n   der Veränderungen, die “radical” sein müssen. Zu den Bedingungen subjektiven Charakters gehört ohne Zweifel der   “c o n s e n t”   der Partner (“the existing of those circumstances constituted an essential basis of the ” of the parties to be bound by the treaty”: “das Bestehen dieser Umstände stellt eine wesentliche Grundlage für die Zustimmung der Partner an den Vertrag gebunden zu sein, dar”) sowie das    “n o t   f o r e s e e n”   durch die Partner, d. h., es handelt sich um von den Vertragspartnern nicht voraussehbare Veränderungen.103 Dennoch gehören Veränderungen, die für die Zukunft als Möglichkeit in Erwägung gezogen werden, nicht zum Anwendungsbereich der RgVU. Diese Feststellung gilt z. B. für den Artikel XIII, Ziffer 1, Buchstabe d des Vertrages zwischen der damaligen UdSSR und der USA über eine Begrenzung der Raketenabwehrsysteme vom 26. Mai 1972. In ihm heißt es, dass beide Staaten unverzüglich eine Ständige Konsultativkommission einrichten werden, in deren Rahmen sie “mögliche Veränderungen in der strategischen Situation erörtern, die die Bestimmungen des Vertrages betreffen”.104 Es wäre jedoch unrichtig, die getroffene Unterscheidung zwischen subjektiven und objektiven Faktoren absolut aufzufassen, weil die Zustimmung bzs. die Erwartungen der Vertragspartner nicht im luftleeren Raum existieren. Sie beziehen sich vielmehr auf konkrete Erscheinungen der internationalen Beziehungen, kurzum der materiellen Welt. Veränderungen, auch radikale, haben ihrerseits nur im Zusammenhang mit Verträgen eine Bedeutung für das Vertragsrecht. Somit existiert zwischen den Bedingungen subjektiver und objektiver Natur ein enges Wechselverhältnis, das durch einen weiteren Faktor ergänzt wird, nämlich durch die Beweisführung, gestützt auf einen objektiv vorhandenen Beweis.

Die eigenartige Formulierung der Regel im Artikel 62 der VTK1 ist ein Anzeichen dafür, dass der Widerstand der Verfechter der These von dem impliziten Charakter dieser Regel in der ILC nicht völlig gebrochen werden konnte. Diese in erster Linie den Interessen bestimmter Staaten dienende Variante der subjektiven Theorie besagt, dass jeder Vertrag unter der stillschweigenden Bedingung105 abgeschlossen wird, dass bei einer Veränderung der Bedingungen der Vertrag automatisch seine Existenzberechtigung verliert, d. h., Beendigung des Rechtsverhältnisses ohne zusätzliche entsprechende Erklärung der Vertragspartner. Diese4 ins Auge gefasste stillschweigende Beendigungsbedingung eines Vertrages stellt nach W. Sauer dem Wesen nach einen “Sondervertrag”106 dar, der eine gefährliche Fiktion ist. die Gefährlichkeit der von der ILC entschieden abgelehnten “stillschweigenden Bedingung” für die internationalen Vertragsbeziehungen und damit auch für die internationale Sicherheit besteht darin, dass die Zustimmung der anderen Vertragspartei zur einseitigen Vertragsaufhebung bei einer Veränderung der Umstände in jedem Fall als gegeben betrachtet wird. Die Durchsetzung der These von der “stillschweigenden Bedingung” würde dem Subjektivismus, der Willkür und dem Rechtsmissbrauch Tür und Tor öffnen.107 Gerade dies Ansicht war der wichtigste Grund für die Ablehnung der “C. r. s. s.” in der Vergangenheit durch ehemals sozialistische Völkerrechtler. Das bedeutet allerdings nicht, dass der subjektive Faktor bei der Regel keine Bedeutung hätte, zumal ihm, wie bereits festgestellt, bei der Formulierung dieser Norm besondere Aufmerksamkeit geschenkt wurde.

Ebenfalls abzulehnen ist eine weitere Spielart der subjektiven Theorrie, nach der die gesamte Problematik der Regel auf die Auslegung beschränkt wird. Damit ist nicht der Bezug der Auslegung auf objektive Sachverhalte, eben auf die Veränderung der Umstände im Sinne eines Feststellungsverfahrens gemeint, sondern die Auslegung der Absichten und des Willens der Partner zur Zeit des Vertragsabschlusses. Diese These leugnet zwar nicht völlig die Bedeutung der Veränderungen, gewährt jedoch dem subjektiven Faktor, also den Absichten und dem Willen der Partner, absolute Priorität. Einer der wichtigsten Vertreter dieser Theorie war D. Anzilotti.108

Sicherlich muss bei der Anwendung der Regel auch der subjektive Faktor in gewissen Grenzen berücksichtigt werden, zumal dies im Artikel 62, Ziffer 1, Buchst. a in der Form geregelt ist, dass das Bestehen der Umstände eine wesentliche Grundlage für die Zustimmung der Partner war. Darüber hinaus wird auch im Artikel 31, Ziffer 4 auf die Absicht der Parteien Bezug genommen und zwar in dem Sinne, dass bei der Vertragsauslegung einem bestimmten Begriff besondere Bedeutung beizulegen ist, wenn festgestellt wird, “dass dies die Absicht der Partner ist”. Unter Zugrundelegung des Vertragstextes sowie bestimmter Materialien, wie Erklärungen der Parteien bei und nach dem Vertragsabschluss, d. h., unter Berücksichtigung des Vertragszieles, lassen sich unter Umständen die mit dem Abschluss des Vertrages verknüpften Erwartungen der Partner ermitteln. Der Ausgangspunkt jedoch, um die Regel anzuwenden, sind nicht diese Erwartungen als Grundlage der Zustimmung an den Vertrag gebunden zu sein, sonder die erfolgten Veränderungen in der objektiven Welt. Ob die eingetretenen Veränderungen grundlegend sind oder nicht, kann hauptsächlich anhand der grundlegenden Umwandlungen der noch zu erfüllenden Verpflichtungen sowie an den Erwartungen der Vertragspartner nachgewiesen werden.

Im allgemeinen wird die These vom ausschließlichen Auslegungscharakter der Regel von amerikanischen Völkerrechtlern vertreten. Der wichtigste Verfechter dieser Theorie ist O. Lissitzyn, nach dem das Problem der Auswirkung einer Veränderung der Umstände auf die Vertragsbeziehungen ein “Problem der Auslegung, der Feststellung der Absichten und Erwartungen der Parteien” sei.109 Aus der Tatsache, dass die Auslegungsthese von den USA übernommen wurde,110 ist ersichtlich, dass sie den Interessen der USA entspricht. Denn es ist über die Auslegung der ursprünglichen Absichten, d. h. des Willens, im Prinzip leichter, den eigenen Standpunkt und die eigenen Interessen gegenüber wirtschaftlich schwachen Staaten durchzusetzen.

Das in der Regel enthaltene subjektive Element ändert nichts daran, dass diese Regel o b j e k t i v e n    Charakter besitzt, weil ihr Wesen durch die eben einen objektiven Charakter besitzenden Veränderungen der Umstände bestimmt wird. Die objektive Natur der Regel wurde von der ILC besonders unterstrichen.111

Aus dem objektiven Charakter dieser Regel lässt sich die Feststellung ableiten, dass ihre Anwendung unabhängig vom Inhalt des Willens der Parteien zum Zeitpunkt des Vertragsabschlusses erfolgt. Umso mehr hängt die Wirkung der Regel nach erfolgten Veränderungen vom Willen des interessierten Vertragspartners ab, denn objektive Rechtsregeln wirken nicht automatisch. Ist die Veränderung der Umstände objektiv gegeben, so kann sich die betreffende Partei auf die Regel berufen. Die gegen den Widerstand der Vertreter einiger Staaten in der ILC erzielte Objektivierung der Regel schuf die Bedingungen und Voraussetzungen für eine Übereinstimmung dieses Prinzips mit dem allgemeindemokratischen Charakter und der friedenssichernden Funktion des Völkerrechts. Damit wird die Wahrscheinlichkeit des Missbrauchs dieser Regel wesentlich geringer. Daher wurde im Zuge der Kodifizierung  die Konzeption der grundlegenden Veränderung der Umstände mit neuem Inhalt erfüllt und zu einer Regel des Völkerrechts erhoben.

5.3. Anwendungsbedingungen prozessualen Charakters und Lösungsmöglichkeiten von mit der Anwendung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände im Zusammenhang stehenden Streitigkeiten

Aus der Art und Weise der Formulierung der Regel im Artikel 62 der VTK1 ist ersichtlich, dass eine Reihe von Voraussetzungen vorliegen müssen, damit ein Staat sich auf diese Regel berufen und sie damit anwenden kann. Somit wird im Art. 62 der VTK1 der Anwendungsbereich der Regel genau bestimmt bzw. eingegrenzt112 und dessen Ausnahmecharakter113 unterstrichen. Infolgedessen ist diese Regel kein Allheilmittel, bestehende Verträge zu überprüfen und, wenn nötig, zu beenden.

Es gibt in den Vertragsbeziehungen weitere Mittel, um beim Vorliegen natürlich anderer Voraussetzungen, gültige Verträge zu beenden.114 Eine Überbewertung der Regel in den zwischenstaatlichen Vertragsbeziehungen wäre daher fehl am Platze. Eine sinnvolle 115 und gerechte Anwendung der Regel setzt dabei unbedingt voraus, dass sie in einem engen Zusammenhang mit den Grundprinzipien des Völkerrechts gesehen werden muss. Sie darf in keinem Falle über die Grundprinzipien erhoben werden, da sonst die Gefahr der Willkür und damit der Völkerrechtsverletzungen besteht. So ist die Anwendung der Regel sinnvoll, gerecht und völkerrechtsgemäß, wenn dadurch den Zielen und Prinzipien der Charta der Vereinten Nationen entsprochen wird und die internationale Sicherheit sowie die internationale friedliche Zusammenarbeit nicht gefährdet bzw. nicht gestört werden.116 Gerade darin soll nach dem Völkerrecht der Unterschied der Regel von der früheren “C. r. s. s.” bestehen.

Die grundsätzlich negative Formulierung der Regel im Artikel 62 der VTK1, ihre bisherige sowie die künftige Anwendung durch die Staaten werfen eine Reihe von Fragen danach auf, wer die Beweislast über eine grundlegende Veränderung der Umstände zu tragen hat, wer über das Vorliegen grundlegender Veränderungen zu entscheiden hat, ob das Vorliegen grundlegender Veränderungen zu entscheiden hat ob das Vorliegen grundlegender Veränderungen ohne weiteres zur Inanspruchnahme der im Art. 62 der VTK1 vorgesehenen Rechte, wie Beendigung eines Vertrages, Austritt aus dem Vertrag oder Aussetzung der Wirksamkeit des Vertrages berechtigen, ob die sich auf eine grundlegende Veränderung der Umstände berufende Vertragspartei verpflichtet ist, zuerst mit der anderen Vertragspartei zu verhandeln, um gemeinsam eine Lösung zu finden, ob die Zustimmung der anderen Vertragspartei zur Anwendung des Artikels 62 der VTK1 unbedingt erforderlich ist, ob bei der Anwendung der Regel eventuell Fristen zu beachten sind, ob die international üblichen Mittel der friedlichen Streitbeilegung auch bei der Berufung auf die Regel anzuwenden sind und schließlich, ob die Staaten sich expressis verbis auf die Regel zu berufen haben oder sich auch lediglich auf grundlegende Veränderungen berufen können. Wenden wir uns nun den aufgeworfenen Problemen im Einzelnen zu.

Es ergibt sich aus der Funktion der Regel, dass die Vertragspartei, welche die Initiative ergreift, um einen Vertrag in Frage zu stellen und sich auf erfolgte grundlegende Veränderungen beruft, auch die Beweislast tragen muss.117 So ist es ihre Aufgabe, im einzelnen nachzuweisen, dass die Umstände, auf die sich die grundlegende Veränderung bezieht, schon zur Zeit des Vertragsabschlusses bestanden, dass sie eine wesentliche Grundlage für die Zustimmung der Vertragspartner waren an den Vertrag gebunden zu sein, dass die Veränderung tatsächlich grundlegend ist und schließlich, dass die grundlegende Veränderung der Umstände zu einer grundlegenden Wandlung des Umfanges der noch zu erfüllenden Vertragspflichten geführt hat. Aus den Beispielen aus der neueren Geschichte der internationalen Beziehungen ist ersichtlich, dass die Staaten, die vom Grundsatz der grundlegenden Veränderung der Umstände Gebrauch machten, die Beweislast trugen.

Aus der Vertragspraxis zwischen den Staaten sei auf das bereits an anderer Stelle angedeutete Beispiel des Austritts Frankreichs aus dem “Alliierten Oberkommando” und dem “Kommando Europa Mitte” der NATO 1966 verwiesen. In seinem Schreiben vom 7. März an den damaligen Präsidenten der USA L. B. Johnson versuchte der damalige französische Staatspräsident Charles de Gaulle den Nachweis zu erbringen, dass durch die sich in Europa und international vollzogenen grundlegenden Veränderungen der Anlass zum Abschluss des NATO-Paktes weggefallen sei.118

Die im Antwortschreiben des USA-Präsidenten ebenfalls vom 7. März 1966 zum Ausdruck gebrachte ablehnende Haltung der USA veranlasste die französische Regierung, ihre Beweisführung zu konkretisieren, um die übrigen vierzehn NATO-Staaten von der berechtigten Berufung Frankreichs auf die grundlegende Veränderung der Umstände zu überzeugen. So hieß es im Aidemémoire der französischen Regierung vom 10. März 1966 : “Die Bedrohung der westlichen Welt – insbesondere in Europa – die Anlass zum Abschluss des Vertrages war, hat sich nämlich ihrem Wesen nach geändert. Sie besitzt nicht mehr den unmittelbaren und gefahrvollen Charakter, der ihr früher innewohnte. Andererseits haben die europäischen Länder ihre Wirtschaft wieder aufgebaut und so erneut Mittel in die Hand bekommen. Insbesondere stattet sich Frankreich mit einer atomaren Rüstung aus, deren Natur allein schon seine Integration ausschließt. Drittens hat das nukleare Gleichgewicht zwischen der Sowjetunion und den Vereinigten Staaten, das an die Stelle des Monopols der letzeren getreten ist, die allgemeinen Voraussetzungen für die Verteidigung des Westens verändert. Schließlich ist es eine Tatsache, dass Europa nicht mehr das Zentrum internationaler Krisen ist. Dieses hat sich anderswohin verlagert, namentlich nach Asien, wo die Gesamtheit der Staaten des Atlantischen Bündnisses offensichtlich nicht betroffen ist.119

Die grundsätzliche Feststellung, dass die Vertragspartei, die eine grundlegende Veränderung der Umstände geltend macht, die Beweislast zu tragen hat, schließt unter Umständen nicht aus, dass die betroffenen Vertragsparteien ihrerseits versuche, das Gegenteil zu beweisen. So ist es vertragstheoretisch sowie praktisch durchaus möglich, dass die anderen Vertragsparteien, die mit dem Vorgehen ihres Vertragspartners nicht ganz einverstanden sind, daran interessiert sind, den Nachweis zu erbringen, dass die erfolgten Veränderungen nicht grundlegend waren, oder auch wenn sie grundlegend wären, sie die einseitige Beendigung der Wirksamkeit eines Vertrages nicht rechtfertigen würden. Um beim erwähnten Beispiel zu bleiben, die anderen NATO-Staaten bestritten nicht die Berufung auf die veränderten Umstände. Sie waren vielmehr der Meinung, dass die eingetretenen Veränderungen nach Art und Umfang zur Begründung des Austritts Frankreichs aus den genannten Militärorganen der NATO nicht ausreichend wären. Sie betonten ferner in ihrer gemeinsamen Erklärung vom 18. März 1966 die Notwendigkeit der Fortexistenz der NATO.120

In direkter Verbindung mit dem Tragen der Beweislast steht das Problem, wer über das Vorliegen grundlegender Veränderungen der Umstände zu entscheiden hat.121 Hierbei handelt es sich um das Hauptproblem bei der Anwendung der Regel : Die relativ große Gefahr des Missbrauchs. Hat nämlich ein Staat ohne weiteres das Recht, über das Vorliegen grundlegender Veränderungen zu entscheiden, so besteht grundsätzlich die Möglichkeit und die Gefahr der Willkür und des Missbrauchs,122 was allerdings der Sicherheit und der Stabilität in den zwischenstaatlichen Vertragsbeziehungen widersprechen würde. Somit gäbe es keinen Unterschied zwischen der früheren “C. r. s. s.” und der modernen Regel. Die anderen Vertragspartner müssten auch das Recht und die Möglichkeit haben, ihre Meinung123 dazu zu äußern, ob tatsächlich eine grundlegende Veränderung vorliegt oder vielleicht nicht. Es wäre jedoch verfehlt, die Anwendung der Regel von der Zustimmung der anderen Vertragsparteien abhängig zu machen, weil die Berufung auf die grundlegenden Veränderungen und das damit verbundene Ziel, von den sich aus dem Artikel 62 der VTK1 ergebenden Rechten Gebrauch zu machen, kein Vertragsangebot124 darstellt. Die Anwendung dieser Regel von der Zustimmung anderer Staaten abhängig zu machen, würde bedeuten, der Regel die Existenzberechtigung zu entziehen.

Davon zu unterscheiden wäre die allgemeine Pflicht des Staates, vor der Einleitung einseitiger Maßnahmen wenigstens den Versuch zu unternehmen, die Zustimmung der anderen Staaten zu erreichen,125 wozu Verhandlungen notwendig sind

Ein weiteres Problem eher prozessualer Art wäre die bei der Anwendung der Regel eventuell zu beachtenden Fristen. Hierbei handelt es sich um das zeitliche Verhältnis zwischen dem tatsächlichen Eintreten der grundlegenden Veränderung der Umstände und der Berufung auf die Regel. Diesbezüglich kann der Auffassung nicht gefolgt werden, man müsse das Vorliegen der Voraussetzungen unverzüglich geltend machen.126 Gewiss darf der betreffende Staat die anderen Vertragspartner nicht zu lange über den beabsichtigten Angriff auf die Geltungsdauer des Vertrages im Ungewissen halten. Vielmehr muss die interessierte Partei in angemessener Zeit nach dem Eintritt der Veränderungen handeln.127

Es ist aber nicht auszuschließen, dass ein Staat zuerst versucht hat, den Vertrag auch nach dem Eintreten der veränderten Umstände  zu erfüllen und dass die Berufung auf die Regel für ihn der letzte Schritt, also ein Notbehelf war. Es wäre daher ungerecht, ihm das Recht auf Berufung auf diese Regel zu verweigern, falls er seine Ansprüche erst nach Ablauf einer bestimmten Zeit seit dem Eintreten der grundlegenden Veränderung geltend macht.128

Es handelt sich ferner um den zeitlichen Abstand zwischen der Berufung auf die Regel und der Einleitung von Maßnahmen. Art. 62 der VTK1 sieht zwar keine Fristen vor, es ist jedoch m. E. durchaus möglich, den Artikel 65 der VTK1 zur Anwendung zu bringen. Den Ansatzpunkt dafür liefern die Ziffer 1 und 2. So heißt es in der Ziffer 1, dass “A party which, under the provisions of the present Convention, … either …, or a ground for impeaching the validity of a treaty, terminating it, withdrawing from it or suspending its operation, must notify the other parties of its claim”.129  Relevant ist die Tatsache, dass die im Artikel 65, Ziffer 1 erwähnten Begriffe wie   B e e n d i g u n g    eines Vertrages,   A u s t r i t t   aus ihm und    A u s s e t z u n g   der Wirksamkeit des Vertrages ebenfalls im Artikel 62 als Folgen der Geltendmachung der Regel enthalten sind. Ziffer 1 des Artikels 65 fordert ferner, dass in der Notifizierung die beabsichtigen Maßnahmen sowie die Gründe enthalten sein müssen: “The notivication shall indicate the measure proposed to be taken with respect to the treaty and the reasons therefor”.130

Die Notifizierung ist insofern von Bedeutung, als mit dem Tag ihres Einganges bei dem Staat, für den sie gedacht ist, die Frist von grundsätzlich drei Monaten beginnt. Wird nach Ablauf dieser Frist vom anderen Vertragspartner kein Einwand gegen die in der Notifizierung beabsichtigten Maßnahmen erhoben, so kann nach der Ziffer 2 des Artikels 65 der betreffende Staat die seiner Ansicht nach notwendigen Maßnahmen ergreifen. Dabei hat er die im Artikel 67 fixierten Formaltäten zu beachten. So muss er jede Handlung die zum Ziel hat, einen Vertrag zu beenden, den Austritt aus dem Vertrag zu erklären oder seine Wirksamkeit auszusetzen, dem anderen Vertragspartner schriftlich mitteilen. Das entsprechende Dokument wird vom Staatsoberhaupt, vom Regierungschef oder vom Außenminister unterzeichnet.

Nach der Notifizierung der beabsichtigten Berufung auf die grundlegende Veränderung der Umstände und der damit verbundenen Maßnahmen könnte folgende Situation entstehen : Der andere Partner wäre damit einverstanden, obwohl, wie bereits erwähnt, seine Zustimmung zur Anwendung der Regel keine unbedingte Voraussetzung ist; der andere Partner wäre zwar grundsätzlich mit der Berufung auf die grundlegende Veränderung einverstanden, er hätte jedoch gegen die Art und Weise des Einleitens von Maßnahmen einige Einwände zu erheben. Er könnte z. B. dagegen sein, dass der betreffende Staat sofort den Vertrag beendet und damit zu der drastischsten Maßnahme schreitet. Dieser Einwand könnte eventuell berechtigt sein, vorausgesetzt, dass die Natur der grundlegenden Veränderung lediglich eine Aussetzung der Wirksamkeit des Vertrages ermöglicht. Wird sein Einwand dieser oder jener Art nicht berücksichtigt, so könnte ein Rechtsstreit entstehen, der übrigens auch entsteht, wenn der betroffene Staat im Sinne der Ziffer 3 des Artikels 65 überhaupt gegen die Notifizierung innerhalb der Frist von mindestens drei Monaten Einspruch erhebt. Somit entsteht ein Streit, der nach Artikel 33 der UN-Charta gerregelt werden muss: “If, however, objection has been raised by any other party, the parties shall seek a solution through the means indicates in Article 33 of the Charter of the Unites Nations.”131 Es fällt auf, dass in dieser Bestimmung des Artikels 65 der VTK1 nicht allgemein auf den Artikel 33 der UN-Charta verwiesen wird, sondern auf die in dieser Charte-Bestimmung angeführten Mittel, die zur Lösung von Streitigkeiten geeignet sind. Der Grund für diese Betonung d   M i t t e l   könnte darin liegen, dass es sich im Artikel 33 um einen Streitfall handelt, “the continuance of which is likely endanger the main tenance of international peace und security international”.132

Theoretisch könnte auch ein Streit über die verschiedenen Aspekte bei der Anwendung der Regel einen Charakter dieser Art besitzen, aber in der Regel wird nur die Vertragssicherheit gefährdet. Die auch in solchen Fällen anzuwendenden Mittel sind die Verhandlungen, als das wichtigste Mittel und die geeignetste Methode, Streitfälle zwischen den Staaten beizulegen. Auch Streitigkeiten über die Regel werden im Allgemeinen “hinter der Bühne der diplomatischen Verhandlungen” 133 beigelegt. Zu den Mitteln der friedlichen Streitbeilegung nach Art. 33 gehören ferner die Untersuchung, die Vermittlung, der Vergleich, der Schiedsspruch, die gerichtliche Regelung, die Inanspruchnahme regionaler Organe oder Abmachungen oder andere friedliche Mittel eigener Wahl. Das bedeutet, dass alle Mittel134 der    f r i e d l i c h e n   Streitbeteiligung angewandt werden können und müssen.

Kommt es nun gemäß Ziff. 3 des Art. 65 der VTK1 innerhalb von zwölf Monaten nach Erheben des Einspruchs zu keiner Lösung des Problems, so kann nach Art. 66, Buchst. b das im Anhang der VTK1 dargelegte Verfahren eingehalten bzw. eingeleitet werden. Diese Bestimmung bezieht sich auf Streitfälle über die Anwendung der Artikel im Teil V der Konvention, d. h. Artikel 42 bis 72, womit auch Artikel 62 erfasst wird. Danach kann ein Antrag an den UN-Generalsekretär gestellt werden, damit er den Streitfall vor eine Schlichtungskommission bringt. Nach Punkt 3 des genannten Anhangs werden Beschlüsse und Empfehlungen der Schlichtungskommission durch Stimmenmehrheit der fünf Mitglieder angenommen. nach Punkt 4 kann die Kommission die Streitparteien auf alle Maßnahmen hinweisen, die eine gütliche Beilegung (“facilitate and amicable settlement”) 135 des Streitfalls erleichtern könnten.

Mit dieser notwendigen Verfahrensweise sind eine Reihe von Fristen verbunden, insgesamt ca. dreiunddreißig Monate. Davon mindestens drei Monate, innerhalb derer die anderen Vertragspartner gegen die Notifizierung Einspruch erheben können (Artikel 65, Ziffer 2). Ferner zwölf Monate, wenn nach Erhebung des Einspruchs keine Lösung erzielt worden ist (Artikel 66 in Verbindung mit Artikel 65, Ziffer 3). Sechzig Tage für die Ernennung der vier von den Parteien gewählten Beauftragten, weitere sechzig Tage für die Auswahl des Kommissionsvorsitzenden und noch sechzig Tage für die Einschaltung des UN-Generalsekretärs zwecks Ernennung eines Vorsitzenden, im Falle, dass die Streitparteien sich darüber nicht geeinigt haben (Punkt 2 des Anhangs zur VTK1 in Verbindung mit Artikel 66, Buchstabe b). Dazu kommen noch zwölf Monate für das Erstatten des Berichts der Schlichtungskommission (Punkt 6 des Anhangs zur VTK1). Infolgedessen könnten unter Umständen ca. drei Jahre vergangen sein, bevor ein Staat nach der Berufung auf die Regel zu den entsprechenden einseitigen Maßnahmen schreiten darf.

Es ist ferner möglich, dass die Streitparteien sich vor dem Beschreiten des dargelegten Verfahrensweges oder auch nach dem Scheitern der Verhandlungen 136 und vor dem Einleiten einseitiger Maßnahmen der internationalen Gerichtsbarkeit bedienen, um ihren Streit beizulegen. Somit hängt die Wahl des Verfahrensweges von den betreffenden Staaten und den konkreten Bedingungen ab. Im Unterschied jedoch von den Streitfällen über die Anwendung oder Auslegung der Artikel 53 und 64 der VTK1, bei denen es möglich ist, dass jede Streitpartei den Fall auf schriftlichen Antrag hin dem internationalen Gerichtshof zur Entscheidung übermitteln kann (Artikel 66, Buchstabe a der VTK1) besteht bei Streitfällen über die Regel die Möglichkeit der Inanspruchnahme der internationalen Gerichtsbarkeit nur bei beiderseitigem Einverständnis der Streitparteien, 137 das anstehende Problem einem Gericht zur Beurteilung zu übergeben. Die Hinzuziehung eines Gerichts zur Lösung eines Streites über die Regel sollte allerdings nicht zu der Auffassung führen, dass ohne die Entscheidung eines internationalen Gerichts bzw. eines Schiedsgerichts die einseitige Beendigung der Wirksamkeit eines Vertrages nicht zulässig wäre.138 Eine solche Auffassung könnte man nur dann akzeptieren, wenn es auch in Bezug auf die Regel ein Gerichtsobligatorium gegeben hätte. Die Einführung einer verbindlichen internationalen Gerichtsbarkeit würde ohnehin der Funktion der grundlegenden Veränderung der Umstände als Regel des Völkerrechts widersprechen, das die allerletzte rechtliche Möglichkeit eines Staates ist, sich u. a. von seine Existenz bedrohenden Verträgen zu befreien. Deshalb sind jene Auffassungen abzulehnen, nach denen ohne die Inanspruchnahme eines internationalen Gerichts die Regel eine große Gefahr für die Rechtssicherheit darstellen würde.

Das Fehlen einer obligatorischen internationalen Gerichtsbarkeit über die frühere “C. r. s. s.” hat in der Vergangenheit die internationalen Gerichte bzw. Schiedsgerichte nicht daran gehindert, natürlich auf Ersuchen der an einem Streitfall über die Anwendung der “C. r. s. s.” beteiligten Parteien, sich mit dieser Problematik zu befassen. Die internationalen Gerichte bzw. Schiedsgerichte verhielten sich in dem Sinne zurückhaltend, dass sie zwar die “C. r. s. s.” nicht ablehnten bzw. sie als Regel des Völkerrechts anerkannten, ohne jedoch sie im konkreten Fall anwenden zu wollen.139 Als Beispiel sei der Genfer Freizonenstreit (Free Zones Case) erwähnt, bei dem der Ständige Internationale Gerichtshof die Auffassung vertrat, dass die eingetretenen Veränderungen, auf die sich Frankreich berief, nicht wesentlich wären und daher die Anwendung der “C. r. s. s.” nicht gerechtfertigt wäre.140 Ein weiteres Problem eher prozessualen Charakters ist, ob sich die Staaten expressiv verbis auf die Regel zu berufen haben oder sich auch nur allgemein auf grundlegende Veränderungen berufen können. Im Hinblick auf die Anrufung der Regel oder allgemein der Veränderungen wäre es möglich, verschiedene Varianten bzw. Stufen 141 zu unterscheiden, die allerdings ein gemeinsames Merkmal aufzuweisen haben, eben die Geltendmachung der sich aus einer grundlegenden Veränderung der Umstände ergebenden Rechte.

Es ist möglich, dass die Staaten sich eo nominae auf die Regel berufen. So wurde der damals übliche Terminus “C. r. s. s.” des öfteren verwendet  wie z. B. in einer am 14. Dezember 1952 von der französischen Deputiertenkammer angenommenen Resolution 142.

Es liegt ferner im Bereich des Möglichen, dass die Staaten ich lediglich auf “Veränderungen” berufen. So z. B. in dem an den Völkerbundrat am 29.4. 1938 gerichteten Memorandum des Bundesrates der Republik Schweiz : “Die Bedingungen, unter denen die Schweiz in den Völkerbund eintrat, haben sich seither gründlich verändert. 143

In der Staatenpraxis kommt es weiter vor, dass die Staaten auf neuentstandene Situationen verweisen, ohne sich des Begriffes “Veränderungen” direkt zu bedienen. In einem solchen Fall ist entscheidend, dass die eingetretene Situation auch tatsächlich objektiv neu ist. Norwegen verwies z. B. 1922 auf die um die Ostsee neuentstandene Lage – Finnland wurde ein unabhängiger Staat – und betrachtete bestimmte Klauseln der Konvention vom 2.11.1907 als überholt.144

Keineswegs selten sind auch Fälle, in denen die betreffenden Staaten nach eingetretenen Veränderungen und nach neuentstandenen Situationen entsprechend handeln, ohne sich auf die Regel, ellgemein auf Veränderungen oder auf die neuentstandenen Situationen zu berufen. In solchen Fällen stellen die erfolgten Veränderungen offensichtlich das auslösende Moment und zugleich die objektiv gegebene Grundlage für staatliche Aktivitäten dar. So erfolgte z. B. nach dem Sturze Nkrumahs eine Veränderung in der Innenpolitik Chanas, die sich auf seine Außenpolitik auswirkte. Die neue Regierung weigerte sich, die Auslandsschulden in einer Höhe von 620 Mill. Dollar zu begleichen. Etwa 90 Mill. Dollar Schulden wurden für nichtig erklärt, weil nach Auffassung der neuen Regierung diese Verpflichtungen unter unlauteren Umständen eingegangen wurden. Die neue Regierung bildete dennoch einen Ausschuss, der jeden Kredit der Vorgängerregierung überprüfen sollte und bestand auf einer grundlegenden Änderung der Kreditbestimmungen.145

5.4. Die Anwendung der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände auf Verträge unabhängig von ihrer Dauer und der Ausschluss der Anwendung auf Grenzverträge

Die dargelegte prozessualen Aspekte sind von den Staaten bei der Anwendung der Regel nach Möglichkeit zu beachten. Es drängt sich dabei nun die Frage auf, ob diese Norm auch auf befristete Verträge und auf Grenzverträge angewandt werden kann.

Im Hinblick auf die Dauer der Verträge kann festgestellt werden, dass zum ersten die Regel einen objektiven Charakter hat und daher auf alle Verträge anwendbar ist und zwar unbeschadet ihrer Dauer, d. h., unabhängig davon, ob sie befristet oder unbefristet sind. Diese Feststellung ist insofern von Bedeutung, als es kein festes und überzeugendes Kriterium darüber gibt, welche Verträge auch tatsächlich befristet sind und worin der für die Regel relevante eigentliche Unterschied zwischen einem “befristeten” Vertrag mit einer Dauer von 99 Jahren und einem unbefristeten Vertrag besteht.46 Zum zweiten kann durch die rasante politische und wissenschaftlich-technische Entwicklung auch die Bedeutung und die Wirksamkeit eines Vertrages mit einer Dauer sogar von fünf oder zehn Jahren erheblich beeinträchtigt werden. Das gilt insbesondere für Bündnisverträge. Schon einige Jahre nach dem Abschluss eines Bündnisvertrages ist eine grundlegende Wandlung der Politik eines der Bündnispartner nicht auszuschließen. Frankreich verließ z. B. schon im vierzehnten Jahr die militärische Organisation der NATO, obwohl gemäß Artikel 13 die NATO-Satzung eine Geltungsdauer von zwanzig Jahren vorsah.147

In der Staatenpraxis wurde die frühere “C. r. s. s.” auch auf befristete Verträge angewandt. So z. B. in dem Fall Tunis-Marocco Nationality Decress, mit dem sich der P. C. I. J. 1923 zu befassen hatte. Großbritannien protestierte gegen die Dekrete von 1921, nach denen die in der zweiten Generation in Tunesien und Marocco geborenen Personen naturalisiert werden sollten. Großbritannien berief sich dabei auf mit den genannten Staaten früher abgeschlossenen Verträgen, die einen Ausschluss der britischen Staatsangehörigen vom Staatsangehörigkeitswechsel vorsahen. Frankreich berief sich auf die “C. r. s. s.”, um die Ungültigkeit der Verträge Großbritanniens mit Marokko und Tunesien zu begründen: Die Umstände hätten sich durch die Errichtung des französischen Protektorats  grundlegend geändert. In seinem Gutachten ging der StIGH auf die “C. r. s. s.” nicht ein. Er meinte lediglich, dass in Bezug  auf die Gültigkeit der Verträge einer Partei nicht zustehe, über diese Frage in eigener Kompetenz zu entscheiden.148

Die Ausdehnung der Regel auch auf befristete Verträge wird in erster Linie unter Beachtung der angeführten Gründe von ehemals sozialistischen Völkerrechtlern149 bejaht, während vorwiegend westlichen Völkerrechtlern150 dies verneinen.

Während die Regel in erster Linie auf befristete und im Prinzip auch auf unbefristete Verträge angewandt wird, gilt dies nicht bei einer besonderen Art unbefristeter Verträge, namentlich bei den Grenzverträgen. Die Formulierung des Artikels 62 der VTK1 als eine Ausnahme beinhaltet in der Ziffer 2, Buchstabe a, selbst eine Ausnahme, dass nämlich eine grundlegende Veränderung der Umstände kein Grund sein kann, die Beendigung eines Grenzvertrages oder den Austritt aus ihm geltend zu machen: “A fundamental change of circumstances may not be invoked as a ground for terminating or withdrawing from a treaty, a) if the treaty establishes a boundry.”151

Für die Richtigkeit und Bedeutung dieser fixierten Ausnahme spricht eine Reihe von Gründen:   E r s t e n s   müssen sich Grenzen im Interesse des Friedens und der Sicherheit durch Stabilität auszeichnen, weil sich territoriale Streitigkeiten relativ schnell zu militärischen Auseinandersetzungen auswachsen können, denn Grenzen sind mit der Souveränität, konkret mit der politischen Unabhängigkeit und der territorialen Integrität mehrerer Staaten direkt verbunden. Insofern unterscheiden sich Grenzverträge von anderen Verträgen. Eine Ausdehnung der Regel auf Grenzverträge würde jedoch einseitige Maßnahmen durch einen Staat zur Folge haben, was in jedem Falle zur Verletzung der politischen Unabhängigkeit und der territorialen Integrität des Nachbarstaates führen würde. Das wäre allerdings eine Verletzung des Artikels 2, Ziffer 4 der UN-Charta, der die Staaten verpflichtet, sich in ihren internationalen Beziehungen der gegen die territoriale Integrität eines anderen Staates gerichteten Gewaltandrohung oder Gewaltanwendung zu enthalten. Somit würde sich die Regel von “einem Instrument friedlicher Änderung in eine Quelle gefährlicher Reibungen” verwandeln, wie die ILC in ihrem Kommentar dazu zutreffend feststellte.152 An dieser Stelle sei auf das Urteil des I. C. J. vom 26. Mai 196d1 zu den Grenzstreitigkeiten zwischen Kambodscha und Thailand (Temple of Preah Vihear Case) verwiesen, in dem die Meinung eindeutig vertreten wurde, dass die “C. r. s. s.” auf Grenzverträge nicht angewandt werden darf.153

Zu beachten wäre    z w e i t e n s ,   dass die Regel sich auf noch    g e l t e n d e  Verträge bezieht, während Grenzverträge und auch Friedensverträge eine feste Lage, einen definitiven Zustand geschaffen haben und damit durch Erfüllung beendet worden sind. Was danach gilt, ist nicht der bereits ausgeführte Grenzvertrag oder der Friedensvertrag, sondern die von ihnen geschaffenen Sachverhalte und Tatsachen.154 Es  würde daher bei einer eventuellen Anwendung der Regel auf Grenzverträge nicht etwa um die Abänderung von bereits bestehenden Tatsachen und Situationen. Das würde aber auf den Widerstand, bis hin zum militärischen, der betroffenen Nachbarstaaten stoßen und dadurch den Frieden ernsthaft gefährden. Es ist ohnehin völlig ausgeschlossen, ausgehend von der Regel, die eine    s p e z i e l l e   Regel darstellt,   ü b e r g e o r d n e t e    Grundprinzipien des Völkerrechts, zu denen auch die souveränen Gleichheit der Staaten gehört, zu eliminieren.

5.5. Folgen der Berufung auf die Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

Die sich aus der Anwendung der Regel ergebenden Folgen sind im  Artikel 62, Ziffer 3 der VTK1 festgelegt : “If under the foregoing paragraphs, a party may invoke a fundamental change of circumstance as a ground for terminating or withdrawing from a treaty it may also invoke the change as a ground for suspending the operation of the treaty”.155

Die Reihenfolge der möglichen Rechte bzw. Maßnahmen berechtigt jedoch zur Annahme, dass die Formulierungen in der Ziffer 3 mit einem wesentlichen Mangel behaftet sind: die Aufzählung beginnt mit der höchsten Maßnahme, eben mit der Vertragsbeendigung, die eigentlich der allerletzte Schritt sein sollte, und endet unverständlicherweise mit der Vertragsaussetzung, die ihrer Bedeutung und Funktion nach zu den Maßnahmen im Anfangsstadium der Geltendmachung der Regel gehören müsste. Andererseits könnte dem entgegenhalten werden, dass bei den “politischen Verträgen” wie z. B. bei den Bündnisverträgen, die Beendigung oder der Austritt wohl in Frage kämen, aber nicht die Aussetzung. Daraus könnte geschlussfolgert werden, dass die Beendigung und der Austritt in ihrer Anwendung häufiger und in ihrem Geltungsbereich umfangreicher sind als die Aussetzung. Dennoch weisen alle drei genannten Möglichkeiten ein gemeinsames Merkmal auf, nämlich die Loslösung von den vertraglichen Verpflichtungen.

Die bereits gewonnenen Erkenntnisse in Bezug auf die Einhaltung notwendiger prozessualer Bedingungen bei der Anwendung der Regel gelten uneingeschränkt auch auf die Beendigung eines Vertrages. In diesem Fall sind ebenfalls verschiedene Stadien bzw. Stufen verfahrensmäßiger Natur zu durchlaufen, bevor der interessierte Staat von seiner allerletzten Möglichkeit, nämlich von der Beendigung, Gebrauch macht. Hierbei müsste er sich zunächst jeder Maßnahme enthalten und überhaupt alles vermeiden, was die internationale Zusammenarbeit stören und zwischenstaatliche Streitigkeiten, die den Frieden gefährden, heraufbeschwören könnte. Demnach dürfte nach einer erfolgten grundlegenden Veränderung der Umstände und nach der entsprechenden Berufung darauf der erste Schritt nicht darin bestehen, den Vertrag gleich als ungültig zu betrachten.156 Vielmehr muss der in Frage kommende Staat den Versuch unternehmen, das Weitergelten des Vertrages anzufechten. Damit ist unmittelbar die Möglichkeit verbunden, dass er durch die andere Vertragspartei von der Erfüllung der Vertragsverpflichtungen befreit wird. Hierbei kann es sich jedoch nur um ein Zwischenstadium und nicht um das Endziel handeln, wie mitunter behauptet wird.157 In diesem Zwischenstadium sind in der Regel Verhandlungen 158 notwendig, um im Sinne der Verständigung gemeinsam eine Lösung des durch die Entwicklung entstandenen Widerspruchs zu finden. Somit besteht für den anderen Vertragspartner die Möglichkeit, zum entstandenen Problem Stellung zu nehmen. Unter Berücksichtigung des Wechselverhältnisses  zwischen Stabilität und Veränderung könnte unter Umständen das Verhandlungsziel sein, den bestehenden Vertrag an die neuen Verhältnisse anzupassen. Dazu ist aber in jedem Falle das Einverständnis des anderen Vertragspartners erforderlich. Lehnt nun  die andere Vertragspartei überhaupt Verhandlungen ab oder ist sie nicht bereit, sich an einer konstruktiven Lösung des entstandenen Problems zu beteiligen, dann hat der interessierte Partner seiner unumgänglichen Pflicht Genüge getan, ehe er berechtigt ist, zur ultima ratio zu greifen, nämlich den Vertrag einseitig zu beenden.159

Diese völkerrechtlich erlaubte Art der Vertragsbeendigung ist gegenüber der automatischen Vertragsbeendigung  nach erfolgten grundlegenden Veränderungen abzugrenzen. letztere war der mit Subjektivität belasteten “C. r. s. s.” immanent 160 und kann gegenwärtig keinesfalls als Wesensmerkmal der Regel akzeptiert werden, weil eine automatische Beendigung leicht zu Rechtsverletzungen und damit zu einer großen Unsicherheit in den zwischenstaatlichen Vertragsbeziehungen führen würde. Internationale Spannungen könnten aber auch durch eine radikale Ablehnung des Rechts auf eine einseitige Beendigung des Vertrages hervorgerufen werden.

Die im Artikel 62, Ziffer 3 der VTK1 vorgesehene Möglichkeit der Vertragsbeendigung als Folge der Berufung auf eine grundlegende Veränderung der Umstände zieht in Verbindung mit dem Artikel 70 der VTK1 einige Konsequenzen nach sich. Zum ersten wird der betreffende Vertragspartner von jeder Verpflichtung befreit, den Vertrag weiterhin zu erfüllen. Zum zweiten werden Rechte und Pflichten der Vertragsparteien, die durch die Erfüllung des Vertrages vor seiner Beendigung existierten, nicht beeinflusst. Das bedeutet, dass es sich hierbei um einen lediglich teilweisen erfüllten Vertrag handelt und dass die Vertragsbeendigung keine rückwirkende Kraft besitzt.

Eine weitere Folge der Anwendung der Regel ist gemäß Artikel 62, Ziffer 3 der VTK1 die Aussetzung der Wirksamkeit eines Vertrages. Die besondere Bedeutung der Vertragsaussetzung besteht darin, dass nach einer zwar grundlegenden, jedoch nicht unbedingt endgültigen, also nach einer vorübergehenden Veränderung der Umstände für eine kurze oder lange Zeit, auf alle Fälle vorübergehend  die Wirksamkeit des Vertrages suspendiert werden kann. Bei einer endgültigen Veränderung der Umstände käme nicht die Aussetzung der Wirksamkeit, sondern die Beendigung des Vertrages in Frage. Die Vertragsaussetzung ist insofern weniger gefährlich 161 für die Vertragsstabilität, als es im Unterschied zur Vertragsbeendigung relativ leichter sein müsste, mit der anderen Vertragspartei ins Einvernehmen zu kommen. Es wäre auch die Variante in Erwägung zu ziehen, dass unabhängig davon, ob die Veränderung vorübergehend oder endgültig ist, ein Partner sich zuerst des Mittels der Vertragsaussetzung bedient, um eine bessere Basis für Verhandlungen mit der anderen Vertragspartei zu schaffen. Misslingen die diesbezüglichen Bemühungen, so besteht immer noch die Möglichkeit der Vertragsbeendigung. Von der Möglichkeit der Vertragsaussetzung machte die USA Gebrauch, um im Sommer 1941 die International Load Line Convention von 1930 “für die Dauer des gegenwärtigen Notstandes” zu suspendieren.162

Die im Artikel 62, Ziffer 3 der VTK1 vorgesehene Vertragssuspendierung als eine mögliche Folge der Anwendung der Regel bedeutet in Verbindung mit dem Artikel 72 konkret, dass der betreffenden Vertragspartner während des Zeitraumes der Suspendierung von der Verpflichtung befreit ist, den Vertrag zu erfüllen. Die Aussetzung des Vertrages bedeutet ferner, dass grundsätzlich Handlungen zu vermeiden sind, durch die die Wiederanwendung des Vertrages verhindert werden könnte. Wenn jedoch anzunehmen ist, dass die vorübergehende Veränderung der Umstände sich allmählich zu einer dauernden entwickelt, dann müsste es m. E. möglich und rechtlich zulässig sein, unter Einhaltung des Verfahrensweges den Vertrag zu beenden. Der Verfahrensweg muss ebenfalls eingehalten werden, wenn ein Staat von seinem Recht auf Austritt aus einem Vertrag Gebrauch macht. Damit wird die Wirksamkeit des Vertrages für diesen Partner beendet. Ist der Vertrag multilateral, dann gilt er für die anderen Vertragsparteien weiter.

6. Zum Verhältnis zwischen dem Grundprinzip der Vertragstreue und der Regel der grundlegenden Veränderung der Umstände

Aus der dargelegten Bedeutung des Prinzips der Vertragstreue für die Stabilität und der Regel für die Veränderung ergibt sich, dass beide der Wahrung eines ausgewogenen Gleichgewichts zwischen der Erhaltung und Sicherung des status quo und der Berücksichtigung der realen Verhältnissen dienen, die durch die Entwicklung der internationalen Beziehungen verändert wurden.163Hiernach handelt es sich beim Verhältnis zwischen den beiden um einen Ausgleich 164 und zwar im Interesse des Friedens und der Zusammenarbeit. Das bedeutet, dass beide   s i c h    g e g e n s e i t i g   ergänzen.165 Der von einigen Juristen vertretenen Ansicht, die Regel sei “ein Bestandteil”166  der Vertragstreue, die sie ergänze, kann nicht gefolgt werden. Die Problematik gewinnt selbstverständlich einen ganz anderen Aspekt, wenn es um die Bedeutung und die Funktion der RgVU geht. Hier kann nun ohne weiteres davon gesprochen werden, dass die RgVU die Vertragstreue in Bezug auf ihre Funktion in den internationalen Vertragsbeziehungen ergänzt. Abzulehnen ist ferner die Ansicht, nach der diese Regel zum Prinzip der Vertragstreue im Widerspruch167 stehe. Es wäre relativ leicht, aus dieser Widerspruchsthese die Schlussfolgerung abzuleiten, die RgVU sei etwas Negatives und womöglich etwas Völkerrechtswidriges. Diese These zeichnet sich offensichtlich durch eine einseitige Betrachtungsweise aus. Sie lässt die Dialektik der Prozesse der internationalen Beziehungen und das Wechselverhältnis zwischen Stabilität und Veränderungen völlig außer Acht. Es werden außerdem recht unterschiedliche Materien miteinander verwechselt. So müsste m. E. zunächst die Möglichkeit der Entstehung von ungerechten und widerspruchsvollen Situationen in den zwischenstaatlichen Vertragsbeziehungen, z. B. von Diskrepanzen zwischen den Vertragsverpflichtungen und der aufgrund von grundlegenden Veränderungen der Umstände entstandenen unzumutbaren und übermäßigen Belastung eines Vertragspartners, bejaht werden. Die Lösung solcher Widersprüche ist durch die Anwendung der RgVU möglich. Das berechtigt jedoch keinesfalls zu der Schlussfolgerung, die RgVU stelle selbst einen Widerspruch zum Prinzip der Vertragstreue dar.

Auch mit jeder Auffassung kann man sich nicht einverstanden erklären, nach der die Regel eine Ausnahme vom Prinzip der Vertragstreue sei. Es ist anzunehmen, dass dieser Auffassung die “Rechtsfiktion der Absolutheit”168 des Prinzips der Vertragstreue zugrunde liegt, wodurch dieses Prinzip künstlich über andere Prinzipien erhoben wurde, die mitunter lediglich als Ausnahme vom Prinzip der Vertragstreue betrachtet wurden. Unter Umständen stützt sich diese Ausnahme-These auch auf den Gedanken, dass, wie W. Shurshalow 169 meint, das Prinzip der Vertragstreue die Vielfalt des internationalen Lebens, wozu auch Sondersituationen gehören, nicht vollständig zu erfassen vermag. Ob jedoch diese Feststellung dazu berechtigt, die RgVU als eine Ausnahme vom Prinzip der Vertragstreue zu betrachten, ist stark zu bezweifeln, denn das würde etwas anderes voraussetzen: Dass nämlich die RgVU ein Bestandteil oder mindestens lediglich eine Ergänzung des Prinzips der Vertragstreue wäre. Dagegen spricht allerdings der Charakter der RgVU als einer selbständigen Regel des Völkerrechts.

Anmerkungen

1. Un-Doc.A/39/504/Add. 1, p. 19.

2. W. Friedmann, The Changing Structure of International Law, New York 1966, pp. 57    ss.; id., Droit de coexistence et droit de cooperation. Quelques observations sur la  structure changeante du droit international, in : Revue belge du droit international, Nr. 1, 1970, pp. 1 – 9.

3. Vgl. u. a. : O. Kimminich, Einführung in das Völkerrecht, München 1984, S. 115  (“von einem Recht des Verkehrs” zu einem “Recht der Zusammenarbeit”) ; A. Verdross/B. Simma, Universelles Völkerrecht, Berlin 1976, S. 59/60; A. Bleckmann,   Zur Entwicklung des modernen Souveränitätsdenkens, in : Politik und Zeitgeschichte,  B, Nr. 43, 1985, S. 3 ss.

4. Vgl. C. Feuer, Les principes fondamentaux dans le droit international du  développement, in : pays en voie de développement et transformation du droit   international, Paris 1974, p. 194.

5. Vgl. P. Pescatore, Die Aufgaben eines Forschungsinstituts für Völkerrecht und Rechtsvegleichung aus internationaler Sicht, abgedruckt in : Berichte und Mitteilungen  der Max-Planck-Gesellschaft, Nr. 2, 1975, S. 39.

6. Vgl. H. Klenner, Vom Recht der Natur zur Natur des Rechts, Berlin 1984, S. 8.

7. G. W. Ignatenko, Das Völkerrecht und der gesellschaftliche Fortschritt, Moskau 1972,   S. 5 G. W. Ignatenko/D. B. Ostapenko (Ed.), Das Völkerrecht, Moskau 1978, S. 32. Sie erblicken die soziale Funktion des Völkerrechts darin, die Welt im Sinne des  gesellschaftlichen Fortschritts umgestalten zu helfen (beides russisch).

8. So zuftreffend M. Virally, Panorama du Droit International Contemporain, Dordrecht  et alt., 1983, p. 33.

9. Vgl. stellvertretend für andere : G. Glahn, Law among nations, New York, London  1965, pp. 729 – 733 (er wendet sich gegen die Pessimisten und weist überzeugend die  Nützlichkeit des Völkerrechts nach) ; S. Dreyfus, Droit des relations   internationales, Paris 1981, p. 82 ; W. Tung, International in an organizing World, New York 1968, p. 5 (das Völkerrecht trägt zur Erfüllung der Forderungen der  Völkerfamilie bei) ; B. Landheer, On the Sociology of Internatrional Law and   International Society, The Hague 1966, p. 24 (das Völkerrecht als “the strongest force,  for the ordering of international society”) ; L. Henkin, How Nations Behave? Law and   Foreign Policy, London 1968, pp. 26/27. Er verteidigt konsequent das Völkerrecht   gegen Skeptiker und Leugner.

10. Vgl. stellvertretend für mehrere : M. Virally, L`Organisation Mondiale, Paris 1972, p. 526 (es gibt immer noch eine “exréme inégalité des développements économiques”) ; I. Jazairy, Discours sur le nouvel ordre international et le droit, in : The new international    economic order and developing counties, Beograd 1980, p. 137 (das Völkerrecht sei   hinter den Entwicklungen zurückgeblieben).

11. So z. B. G. Schwarzenberger, Die Glaubwürdigkeit des Völkerrechts, in : Festschrift    für R. Bindschedler, E. Diez et alt. (Ed.), Bern 1980, S. 99 (das Völkerrecht sei wenig glaubwürdig): D. Rauschning, Die Herausforderung der technischen Entwicklung an   das Völkerrecht, in : ZaöRVR, Nr. 1 – 3, 1976, S. 50 (das Völkerrecht sei bewahrend,   konservativ und unflexibel) ; G. W. Grewe, Spiel der Kräfte in der Weltpolitik, Theorie   und Praxis der internationalen Beziehungen, Düsseldorf, Wien 1970, S. 372 (das Völkerrecht sei wegen des Fehlens gemeinsamer Wertvorstellungen in der Welt    ohnmächtig) ; J. C. Starke,  An introduction to international law, London 1974, p. 20  (das Völkerrecht sei ein schwaches Recht, eher Gewohnheitsecht).

12. B. Simma weist überzeugend nach, dass es nicht um eine “Krise”, sondern um einen       “Umbruch” des Völkerrechts geht : Völkerrecht in der Krise?, in : ÖzföRVR, Nr. 4, 1980, S. 273 – 284.

13. Vgl. hierzu ausführlicher I. I. Lukaschuk, Das Problem der Methode der völkerrechtlichen Regulierung, in : Vestnik Kiewskogo Universiteta, Nr. 15, 1982, S. 4 (russisch).

14. Vgl. E. Menzel/K. Ipsen, Völkerrecht, München 1979, S. 18 und J. M. Mössner, Einführung in das Völkerrecht, München 1977, S. 108 ; O. Kimminich, Völkerrecht  im Atomzeitalter, Der Atomsperrvertrag und seine Folgen, Freiburg, Breisgau 1969, S.     346.

15. Vgl. zu. B.: G. I. Tunkin, Law an force in the international system, Moscow 1985, S. 242 – 245 (hier stellt Tunkin das “allgemeindemokratische Friedenskonzept” vor); B. Graefrath, Elemente der völkerrechtlichen Friedensordnuing, in : Neue Justiz, Nr. 5,  1985, S. 169; G. Seidel, Der Beitrag des Völkerrechts zur Gewährleistung der    internationalen Sicherheit, in : Neue Justiz, Nr. 3 1985, S. 86 – 89.

16.  Vgl. beispielsweise : A. Verdross, Völkerrecht, Wien 1964, S. 17, a. (Friedensgebot als   höchstes Gebot der Völkerrechtsordnung) ; F. Karlshoven, International Law Tomorrow, in : New States-A Misleading Distinction for the future International Law and International Relations, Neuchátel 1974, pp. 111/112 (Frieden ist Grundziel des Völkerrechts) ; P. Vellas, Droit International Public, Paris 1967, p. 9 (die   Friedenssicherung steht im Mittelpunkt des Völkerrechts) ; E. Sauer, Zur Grundlegung  (einer) völkerrechtlichen Methodologie, in : Nordisk Tidsskrift for International Ret of Jus Gentium, Nr. 3 – 4, 1963, p. 123 (Friede als Wert des Völkerrechts) ; M. Al- Magdub, Vorlesungen über das allgemeine Völkerrecht, Beirut 1983, p. 2 (arabisch).

17. Diese Ansicht wurde in der Fachliteratur bereits hin und wieder vertreten. Vgl. beispielsweise : W. C. Jenks, The Common Law of Mankind, London 1958, pp. 58/59 ; G. Seidel, Völkerrechtliches Gewaltverbot und Friedenssicherung, in : Dem Frieden verpflichtet, Berlin 1985, S. 14 ; H. Weber/v. Wedel, Grundkurs Völkerrecht, Das  Internationale Recht des Friedens und der Friedenssicherung, Frankfurt a. M. 1977, S.   18 (“Völkerrecht ist Friedensrecht”).

18. Vgl. z. B.: B. Graefrath, Zur Bedeutung der grundlegenden Prinzipien für die Struktur    des allgemeinen Völkerrechts, (als Kapitel 8) in : K. A. Mollnau (Ed.), Probleme einer  Strukturtheorie des Rechts, Berlin 1985, S. 163 und H. Wünsche, Völkerrecht – eine Waffe im Kampf um den Frieden und die Festigung der internationalen Sicherheit, in : Staat und Recht, Nr. 5, 1985, S. 361.

19. So G. Abi-Saab, The Third World and the Future of the International Legal Order, in : Revue égyptienne de droit international, Vol. 29, 1973, p. 61 und M. Bedjaoui, Un point de vue du tiers monde sur l´organisation internationale, in : G. Abi-Saab (Ed.), Le  concept d´organisation internationale, Paris 1980, p. 232 (die Aufgabe des  Völkerrechts bestünde darin, sich an den Entwicklungsnotwendigkeiten zu  orientieren).

20. Vgl. hierzu insbesondere: M. Bennouna, Droit International du développement, Paris 1983 ; A. Colombeau/C. Guesdran/C. Ruez, Étude de doctrine et de droit international  du développement, Paris 1975 ; O. B. Rivero, New Economic Order and International  Development Law, Oxford, Paris, Frankfurt a. M. 1980; M. Flory, Droit international du développement, Paris 1977 ; G. Feuer/H. Cassan, Le droit international du  développement, Paris 1985 ; A. Pellet, Le droit international du développement, Paris 1978. In der von mir wissenschaftlich betreuten Doktorarbeit von Robert Kossi wird gerade dieser Aspekt mit Nachdruck hervorgehoben : “Normbildungstheoretische  Aspekte der gleichberechtigten und bevorzugten Behandlung von Entwicklungsländern in den internationalen Beziehungen – Das     Entwicklungsvölkerrecht als integraler Bestandteil des demokratischen Völkerrechts, Universität Leipzig 1987.

21. Vgl. auch B. Simma, Völkerrecht in der Krise?, op. city, S. 284.

22. So W. Tung, International law in an organizing World, New York 1968, p. 20.

23.  Vgl. auch G. Hoffmann, Von der Brauchbarkeit  des Völkerrechts in unserer Zeit, in :  L. V. Münch (Ed.), Staatsrecht – Völkerrecht – Europarecht, Festschrift für H.-J. Schlochauer, Berlin, New York 1981, S. 363.

24. Infolgedessen haben die Staaten gleiche Rechte und Pflichten. Vgl. E. Giraud, Le droit international public et la politique, in : RdC 110 (III) 1963, pp. 575 – 577 (er  unterscheidet zwischen der “universalité géographique” und der universalité de  substance”).

25.  Diese Auffassung setzt sich immer mehr durch. Vgl. z. B.: O. Kimminich, Das Völkerrecht im Atomzeitalter, op. cit., S. 38 ; B. F. Johnson, Changes in the Norms  Guiding the International Law System, in : Revué égyptienne de droit international, Vol. 36, 1980, pp. 21/22 (er geht auf die unterschiedlichen Rechtssysteme ein und  meint, dass bei der Schaffung des Völkerrechts eine gegenseitige Beeinflussung  erfolge) ; B. J. Theutenberg, Changes in the norms guiding the international legal  system-History and contmporary trends, in : Nordiskt Immateriellt Rättsskydd, Nr. 1 –   2, 1981, S. 32.

26. Vgl. ähnlich auch E. Menzel/K. Ipsen, Völkerecht, Ein Studienbuch, München 1979, S. 15.

27. Vgl. auch I. I. Lukaschuk, Der Mechanismus der völkerrechtlichen Regulierung, Kiew   1980, S. 40, 56, 60 (russisch) und C. Moca, Völkerrecht, Bukarest 1983, p. 118 (rumänisch).

28. Vgl. auch: Völkerrecht, Lehrbuch, Teil 1, Berlin 1981, p. 109 ; C. Cepelka, Zum   Begriff “Prinzip” des Völkerrechts, in : Acta Universitatis Carolinae, Juidica I, Praha 1975, S. 17 ss. (tschechisch); R. Bierzanek, Die Rechtsgrundsätze der friedlichen Koexistenz und ihre Kodifikation, Warschau 1968, S. 184 (polnisch).

29. Vgl. auch B. Graefrath, über den Platz der Prinzipien im System des gegenwärtigen Völkerrechts, in : Pravowedeije, Nr. 2, 1969, S. 113 und E. A. Puschmin, über den Begriff der Grundprinzipien des gegenwärtigen allgemeinen Völkerrechts, in: SEMP  1978, S. 76 (beides russisch).

30.  Vgl. auch R. L. Bobrow, Das gegenwärtige Völkerrecht (objektive Voraussetzungen und soziale Bestimmung), Leningrad 1962, S. 71 (russisch).

31. Vgl. auch Völkerrecht, Lehrbuch, Teil 1, Berlin 1981, S. 106.

32. Vgl. auch B. Graefrath, Zur Stellung der Grundprinzipien im gegenwärtigen  Völkerrecht, Berlin 1968, S. 24 ; G. W. Ignatenko, Völkerrecht und gesellschaftlicher Fortschritt, Moskau 1972, S. 75 (russisch) ; D. Mazilu, Das Friedensrecht, Bukarest 1983, p. 145 (rumänisch).

33. Vgl. auch D. I. Feldmann/G. I. Kurdjukow/W. N. Lichatschow, Über die            Systembetrachtungsweise in der Völkerrechtswissenschaft, in : Prawowedenije, Nr. 6,  1980, S. 46 und I. I. Lukaschuk, Der Mechanismus der …, op. cit., S. 28, 56 (beides  russisch).

34. Vgl. auch N. W. Mironow, Das Völkerrecht : Die Normen und ihre Rechtskraft, Moskau 1980, S. 89 (russisch).

35. Vgl. auch K. Becher, Die Grundprinzipien des demokratischen Völkerrechts und ihre     Bedeutung für das Rechtssystem, in : Deutsche Außenpolitik, Nr. 1, 1982, S. 92.

36. Vgl. auch I. I. Lukaschuk, Elementare Normen der Beziehungen zwischen den  sozialistischen und den kapitalistischen Staaten, In : Vestnik Kiewskogo Universiteta,  Nr. 10, 1980, S. 20 (russisch).

37. Vgl. auch K. Becher, Die Grundprinzipien des …, op. cit., S. 92 und B. Graefrath, Elemente der völkerrechtlichen …, op. cit., s. 167.

38. Vgl. auch G. I. Tunkin, Fragen der Theorie des Völkerrechts, Moskau 1962, S. 157  und W. A. Masow, Die Prinzipien von Helsinki und das Völkerrecht, Moskau 1980, S. 19 (beides russisch).

39. Vgl. auch D. I. Feldman/G. I. Kurdjukow/W. N. Lichatschow, über die Systembetrachtungsweise in …, op. cit., S. 46.

40. Vgl. auch R. L. Bobrow, Das gegenwärtige Völkerrecht …, op. cit., S. 73.

41. Vgl. auch C. Kandravcová, Grundprinzipien des gegenwärtigen Völkerrechts und wirtschaftliche Zusammenarbeit, in : Vybraná otázky rozvoja socialistického státu a  prava, Bratislave 1982, S. 100 – 102 (slowakisch). P. Terz, Zum Jus cogens im  demokratischen Völkerrecht, in : Staat und Recht, Nr. 7, 1978, S. 617 – 627.

42. Vgl. auch: St. E. Nahlik, Die allgemeinen Grundsätze des Völkerrecht, in :   Encyclopedia prawa miedzynarodowego i stosunkow miedzynarodowych, Warszawa   1976, S. 457 (polnisch); I. Closca (Coord.), Wörterbuch des Völkerrechts, Bukarest  1982, S. 232 (rumänisch). Vgl. teilweise auch P. M. Dupuy, Le droit International   dans un Monde Pluriculturel, in : Revue de droit international et comparé, Nr. 2, 1986, p. 596 (durch die Grundprinzipien ist die internationale Gemeinschaft miteinander  verbunden).

43. Vgl. B. T. Rulko, Der Begriff der Struktur des Völkerrechts (Methodologische   Aspekte), in : Vestnik Kiewskogo Universiteta, Nr. 10ß, 1980, S. 27, ss. (russisch).

44. Darauf machen einige Autoren aufmerksam. Vgl. beispielsweise G. Seidel, Die   Normen des Völkerrechts und des innerstaatlichen Rechts, in : Beiträge der Friedrich- Schiller-Universität, Jena 1984, S. 154 ; R. Quadri, Diritto internazionale pubblico,  palermo 1964, pp. 86/87 (er betont den gesellschaftlichen Willen); S. W. Tschernitschenko, Die Normen des Völkerrechts, ihre Schaffung und ihre Struktur, in :   SEMP 1979, S. 50/51 (russisch).

45. Vgl. ähnlich auch N. W. Mironow, Das Völkerrecht …, op. cit., pp.25/29. Zu der   Problematik der Hierarchie allgemein im Völkerrecht sowie speziell bezüglich der   Prinzipien und Normen des Völkerrechts, vgl. insbesondere : J. A. Carillo Salcedo, Reflections on the Hierarchy of Norms in International Law, in : European Journal of  International Law, Vol. 8, Nr. 4, 1997, p. 588 ss., M. Koskenniemi, Hierarchy in    International Law: A. Sketch, in: Euroipean Journal of International Law, Vol. 8, Nr.   4, 1997, p. 568 ss.

46. Der Normativitätscharakter wird von einigen Juristen ebenfalls unterstrichen. Vgl. z. B. :  N. W. Mironow, ibid., S. 35; B. Greafrath, Zur Bedeutung der grundlegenden Prinzipien für die Struktur des allgemeinen Völkerrechts, op. cit., S. 181, I. I.Lukaschuk, Der Mechanismus der …, op. cit., S. 55 dagegen verneint dieses Kriterium.

47. A/39/504//Add. 1, p. 34.

48. Vgl. in etwa ähnlich auch G. Seidel, Die Normen des Völkerrechts …, op cit., S. 154.

49. Auf die Veränderlichkeit des Völkerrechts machte bereits einer der Väter der Völkerrechtswissenschaft, Francisco Suarez aufmerksam. Er sagte u. a., “dass das  Völkerrecht, soweit es von menschlicher Übereinkunft abhängt, veränderlich ist.”     Ausgewählte Texte zum Völkerrecht von Francisco Suarez, Tübingen 1965, p. 65.

50. Vgl. ähnlich auch B. V. A. Röling, International law in an expanded world,  Amsterdam 1960, p. 87.

51. Diesbezüglich schreibt G. Morelli zutreffend, dass bei einer Nichtanpassung eines Rechtssystems an die veränderte Realität ein Widerspruch zu ihr entstehen kann, der  gegen die überholten Rechtsnormen wirkende Kräfte erzeugt. Vgl. Nozioni di diritto internazionale, Padova 1963, pp. ss.

52. Vgl. W. C. Jenks, The common law of mankind, London 1958.

53. Vgl. hierzu auch M. Chemillier-Gendreau, A. propos de l éffectivité en droit  international, in : Revue belge de droit international, Nr. 1, 1975, pp. 41/42. Sie weist  zugleich zu Recht darauf hin, dass Rechtsnormen auch mögliche Veränderungen des    konkreten Kräfteverhältnisses ihren bindenden Charakter behalten müssen (hier p. 43).

54. Vgl. insbesondere R. P. Anand, Legal regime of the seabed and the developping countries, Leyden 1976, p. 265. In einem weiteren Beitrag stellte er bereits Anfang der  60er Jahre klar, dass die jungen Staaten eine Veränderung des status quo und die   Schaffung einer gerechten Situation anstreben. Vgl. role of the “New” Asian-African Counties in the present international legal order, in : AJIL, Nr. 2, 19 62, p. 389.

55. Vgl. in : Third UN conference on the law of the sea, Off. Rec., Vol. I, Sec. Sess.:  Caracas, 1974, p. 178. Ibid., p. 93.

56. Ibid., p. 93.

57. Vgl. W. Friedmann, The changing structure of international law, New York 1966, pp.    368/369.

58. Vgl. hierzu P. Terz, Für eine moderne Normbildungstheorie in den internationalen  Beziehungen und speziell im Völkerrecht im Zeitalter der globalen Probleme der   Menschheit, in : P. Terz (Ed.), Normbildungstheorie im Völkerrecht – Gerechtigkeit – Neue Internationale Wirtschaftsordnung, Universität Leipzig, 1988, pp. S. 7 . 23 ;   Normenbildung in den internationalen Beziehungen der Gegenwart in :             Wissenschaftliche Zeitschrift der Universität Leipzig, 39 (1990) 5, S. 443 – 459 ; For a modern theory of the creation of norms in the nuclear-cosmic era, in : Pax-Ius-Libertas,   Misc. in hon. D. S. Constantopuli, Aristotelea Universitas  Thessalonicensis, Vol. .B, Thessaloniki 1990, S. 1163 – 1175.

58a. Bereits in den 30er Jahren haben sich Völkerrechtler dem Verhältnis von Stabilität und   Dynamik zugewandt : M. Bourguin, Stabilité et mouvement dans l´ordre juridique   international, in: RdC, 64 (II) 1938, pp. 347; Josef L. Kunz, Statisches und   dynamisches Völkerrecht, in : Festschrift für Hans Kelsens, ed. von Alfred Verdross,  Wien 1931 (Nachdruck Frankfurt 1967, S. 248).

Vgl. ferner P. Terz, Theoretische Aspekte der Stabilität und der Veränderung in den  internationalen Beziehungen, in : Sprawy Miedzynarodowe Nr. 2, 1984, Warszawa, S.   103 – 112 (polnisch).

59. Völkerrecht, Dokumente, Teil 1, Berlin 1973, S. 114.

60. Ibid., Teil 3, S. 1175.

61.Ibid., S. 1049.

62. Vgl. auch C. Bogandow, Die Erfüllung von internationalen Verpflichtungen – eine wichtige Bedingung der friedlichen Koexistenz, , in : SGiP, Nr. 8, 1958, S. 36 (russisch). W. Schurschalow misst diesem Prinzip „erstrangige Bedeutung“ zu, denn ohne dieses gäbe es keine Gewähr für die internationale Gerechtigkeit: „Der juristische Inhalt des Prinzips pacta sunt servanda und seine Verwirklichung in den internationalen Beziehungen“, in : SEMP 1958, 150 (russisch). Nach D. Lewin ist das Prinzip Pacta sunt servanda die notwendige Garantie der Friedenserhaltung und der Entwicklung der internationalen Zusammenarbeit. Vgl. Grundprobleme des Völkerrechts, Moskau 1958, S. 264 (russisch).

63. Nach A. Talajajew gäbe es ohne das Prinzip der Vertragstreue kein Völkerrecht:Internationale Verträge in der Gegenwart, Moskau 1973, S. 93 (russisch).

64. Diese Auffassung wird von mehreren Völkerrechtlern vertreten. Zu nennen sind vo allem: L. Henkin, How Nations behave, Law and foreign policy, London 1968, p. 20 (wichtigstes Völkerrechtsprinzip) ; R. Pinto, Le Droit des relations internationales, Paris 1972, p. 127 (beherrschendes Völkerrechtsprinzip) ; F. Castberg, International law in our time, in : RdC 138 (I), 1973, p. 5 (wichtigste Grundlage des Völkerrechts): H. Lauterpacht, The function of law in the international community, Hamden Connecticut 1966, p. 418 (höchstes, unabdingbares und letztes Kriterium in der internationalen Gemeinschaft.

65. Vgl. in diesem Sinne auch N. A. M. Green, International law of peace, London 1973. Vgl. hierzu ausführlicher P. Terz, Das Grundprinzip der Vertragstreue. Die Rechtsquellen des Völkerrechts, Das Völkervertragsrecht, als Kap. 4 von Völkerrecht, (hrsg. von E. Oeser und W. Poeggel), Grundriss, Berlin 1988, S. 105 – 125.

66. Vgl. auch Slowar meshdunarodnogo prawa, Moskau 1982, p. 146 (ohne Vertragstreue kann es keine Stabilität in den internationalen Beziehungen geben) und A. S. Gawerdowskij, Die Verwirklichung der Völkerrechtsnormen, Kiew 1980, S. 57 (russisch).

67. Vgl. auch A. S. Gawerdowskij, ibid., S. 49.

68. Vgl. auch Kurs des Völkerrechts, Bd. II, Moskau 1967, p. 263 (russisch). Vgl. ebenfalls O. Bogdanow, Die Erfüllung der …, op. cit., S. 36.

69. In einer Atmosphäre des Misstrauens und der Unsicherheit verlieren allmählich viele Staaten den Glauben an die Effektivität des Völkerrechts und verlassen sich immer mehr auf Aufrüstung und militärische Bündnisse. Vgl. Kurs des Völkerrechts, op. cit., S. 263.

70. Die Rechtmäßigkeit wird im russischen „Kurs des Völkerrechts“ als das wichtigste Merkmal der völkerrechtlich gültigen Verträge betrachtet. Das geht aus der dort gegebenen Definition des Prinzips der Vertragstreue hervor: „Die Staaten sind verpflichtet, gewissenhaft und in vollem Umfang die internationalen Verträge zu erfüllen, die rechtmäßig abgeschlossen wurden und sich nicht im Widerspruch zu den Grundprinzipien des Völkerrechts befinden.“ Teil II, Moskau 1967, S. 275 (russisch), vgl.. ferner O. I. Tiunow, über das Wesen und die Elemente der Struktur des Prinzips „pacta sunt servanda“, in : SEMP 1975, Moskau 1977, S. 112 (Kriterium für die Rechtmäßigkeit eines Vertrages: Übereinstimmung mit den Grundprinzipien des Völkerrechts, rechtmäßiges Objekt, rechtlich befugtes Objekt, freie Zustimmung der Vertragsparteien), (russisch).

71. Damit sind hauptsächlich der Irrtum (Art. 48), der Betrug (Art. 49) und die Bestechung eines Vertreters eines Staates (Art. 50) der VTK1 gemeint, durch welche ein Anspruch auf Ungültigkeit der Zustimmung eines Partners, an den Vertrag gebunden zu sein, geltend gemacht werden kann. Das Fehlen völkerrechtlicher Einwände als ein Zeichen für die Gültigkeit eines Vertrages wird von A. Talalajew mit Nachdruck unterstrichen. Vgl. über die Gültigkeit von völkerrechtlichen Verträgen, in : SGiP, Nr. 5, 1960, S. 144 ss. (russisch).

72. So spricht M. Potocny vom Prinzip des guten Glaubens, Das Wiener Abkommen über Vertragsrecht, in : Casopis pro mezinárodni právo, Nr. 1, 1970, S. 6 (tschechisch).

73. Im russischen „Kurs des Völkerrechts“ ist z. B. die Rede vom Prinzip der Treue gegenüber internationalen Verpflichtungen : Bd. II, Moskau 1967, S. 265 (russisch).

74.  „Alle Mitglieder der Organisation erfüllen, um jedem einzelnen von ihnen die sich aus der Mitgliedschaft ergebenden Rechte und Vorteil zu sichern, nach Treu und Glauben die Verpflichtungen, die sie gemäß der vorliegenden Charta übernommen haben.“ Völkerrecht, Dokumente, Teil 1, Berlin 1973, S. 144.

75.  „das Prinzip, dass die Staaten die Verpflichtungen, die sie in Übereinstimmung mit der Charta der Vereinten Nationen übernommen haben, nach Treu und Glauben erfüllen.“ Ibid., Teil 2, S. 1175.

76. „Ein Vertrag muss nach Treu und Glauben entsprechend der üblichen Bedeutung des Vertragswortlautes in seinem Zusammenhang und hinsichtlich seines Gegenstandes und Zwecks interpretiert werden.“ Ibid., S. 1050.

77. „Die Beziehungen zwischen den Staaten sollen auf Treu und Glauben beruhen.“ Ibid., Teil 1, S. 236.

78. C. J. Reports 1952, p. 212. Zit. nach : ILC-Yearbook 1966, Vol. II, S. 211.

79.  Einige ILC-Mitglieder schlugen sogar unter besonderer Beachtung dieser Unterlassungspflicht der Vertragspartner vor, eine entsprechende Bestimmung in den Art. 26 der VTK1 aufzunehmen. Die Kommission war jedoch der Ansicht, dass dies deutlich in der Verpflichtung inbegriffen sei, den Vertrag nach Treu und Glauben zu erfüllen und zog es vor, das Prinzip der Vertragstreue in einer möglichst einfachen Form zu formulieren und aufzustellen : A/Conf. 39/11/Add. 2.

80.  Obwohl zwischen der damaligen UdSSR einerseits und den USA und Großbritannien andererseits das Eröffnungsdatum der zweiten Front konkret vereinbart worden war (1942), schoben die Westmächte den Eröffnungstermin willkürlich und undbegründet so hinaus (1944), dass dadurch die UdSSR militärisch in eine schwierige Lage gebracht wurde. Vgl. Kurs des Völkerrechts, Bd. II, Moskau 1967, S. 269 (russisch).

81.  A. Talalajew polemisiert mit Recht gegen eine in der Fachliteratur anscheinend übliche Verwechslung von Gewissenhaftigkeit und Gerechtigkeit. Er meint, dass die Gewissenhaftigkeit in das Völkerrecht aus dem Zivilrecht übernommen wurde, wo sie nicht als moralischer Grundsatz, sondern als ein gewisser „Schuldmilderungsgrund“ verstanden wird : Internationale Verträge in der Gegenwart, Moskau 1973, S. 105 (russisch).

Zum Verhältnis von Gewissenhaftigkeit und Gerechtigkeit siehe insbesondere G. K. Dmitrijewa, Das Prinzip der Gewissenhaftigkeit im gegenwärtigen Völkerrecht, in : Praqowedenije, Nr. 6, 1976, S. 86 (russisch).

82.  Nach I. Lukaschuk führt eine Analyse der diplomatischen Praxis und der Meinungen der Juristen zu der Schlussfolgerung, dass der Grundsatz der Gewissenhaftigkeit immer eng mit der Moral verknüpft war. Er meint ferner, dass es bei einer Analyse der Praxis bisweilen schwer sei, zu sagen, ob vom Standpunkt der damaligen sozialistischen Staaten die Gewissenhaftigkeit nur eine Vorschrift der Moral oder auch das Recht ist: Über Verpflichtungen aus einem Abkommen über Verhandlungen. in : SEMP 1962, Moskau 1963, S. 120 (russisch).

83. Diese Frage ist bereits aufgeworfen worden. Vgl. z. B. H. Wünsche, Völkerrecht – eine Waffe im Kampf um den Frieden und die Festigung der internationalen Sicherheit, in : Staat und Recht, Nr. 5, 1985, S. 363.

84.  So beispielsweise J. Pehnert, Inhaltliche Aspekte für eine Untersuchung des Grundsatzes von Treu und Glauben in den internationalen Beziehungen und im Völkerrecht der Gegenwart, in: Staat und Recht, Nr. 3, 1987.

85. Vgl. in: Archiv der Gegenwart vom 15. – 17. 10. 1973. Die veränderte Situation wurde vom neuseeländischen Ministerpräsidenten folgendermaßen erläutert: Die SEATO sei als Instrument der Isolierung Chinas eingerichtet worden. Wenn in Südostasien aber Frieden herrschen solle, sei es nötig, mit China ins Einvernehmen zu kommen, deshalb sei ein Instrument wie die SEATO nunmehr überflüssig. Vgl. in : Archiv der Gegenwart vom 12.6.1973, S. 17960.

86. Vgl. auch Kurs des Völkerrechts, Bd. II, Moskau 1967, S. 278 (russisch), wo die rechtsbildende Bedeutung ökonomischer und politischer Umwälzungen hervorgehoben wird.

87. ILC-Bericht über ihre 15. Session 1963, in : AJ/L, Nr. 1, 1964, pp. 241 ss.

88. A/Conf. 39/11/Add. 2, S. 79.

89. Die grundsätzliche Annahme des Young-Planes erfolgte auf der ersten Haager Konferenz 1929, die endgültige durch das 102 Haager Abkommen vom 20. Januar 1930. Der Young-Plan wurde durch den Hoover-Plan revidiert, wodurch in gewisser Hinsicht eine Milderung für Deutschland eintrat. Vgl. A. Werth – Regendanz, Die Clausula rebus sic stantibus im Völkerrecht, insbesondere in ihrer Anwendung auf den Young-Plan, Göttingen 1931, S. 10, 11, 179.

90. E. v. Bogaert, Le sens de la clause „rebus sic stantibus“ dans le droit du gens, in : RGDIP, Nr. 1, 1966, p.69.

91.  Publ. In : Europa-Archiv, Nr. 13, 1974, S. D 295.

92.  Vgl., Bin Cheng, General Principles of Law as applied by International Courts and Tribunals, London 1953, pp. 48, 113, 262, 274, 278; S. Rosenne, The World Court, Leyden, New York 1962, pp. 44, 66, 83, 85, 95, 154, 171; Wörterbuch des Völkerrechts, Vol. 1, Berlin 1960, S. 60.

93.  A/CONF./39/27 (“Verletzung entweder  einer Vertragspflicht oder einer anderen internationalen Verpflichtung gegenüber einem anderen Vertragspartner”).

94.   Bei diesem Fall handelt es sich um die Frage der Zulässigkeit von Enteignungen nach dem deutsch-polnischen Oberschlesien-Abkommen vom 15. Mai 1922. Der Standige Internationale Gerichtshof  hielt die von Polen durchgeführte Liquidation der Chorzov-Werke für unzulässig und die Schadensersatzansprüche Deutschlands für gerechtfertigt. Vgl. bei : Bin Cheng, General principles of la was applied by International courts and Tribunals, London 1953, pp. 149/150, 351; S Rosenne, The International Court of Justice, Leyden 1957, p. 335.

95.  Fürst Bismarcks Reden, ed. Von Ph. Stein, BD. XII, Leipzig 1899, S. 135/136.

96.  G. Jellinek, Die rechtliche Natur der Staatenverträge, Wien 1880, S. 40.

97.  E. Kaufmann, Das Wesen des Völkerrechts und die clausula rebus sic stantibus, Tübingen 1911, S. 204.

98.  A/CONF./39/27. („Eine grundlegende Veränderung der Umstände gegenüber denen, die zur Zeit des Vertragsabschlusses bestanden und die von den Partnern nicht vorausgesehen werden konnte, kann nicht als Grund für die Beendigung des Vertrages oder den Austritt aus ihm geltend gemacht werden, es sein denn,

a) das Bestehen dieser Umstände stellt eine wesentliche Grundlage für die Zustimmung der Partner, an den Vertrag gebunden zu sein, dar und

b) die Auswirkung der Veränderung wandeln das Ausmaß der noch zu erfüllenden Vertragspflichten grundlegend um“).

99.   See E. de Vattel, Le droit des Gens ou principes de la loi naturelle, 1758, Tübingen 1959, S. 322.

100. Aus den Ausführungen G. Tunkins ist zu ersehen, dass der Vorschlag, die Wendung „Doktrin rebus sic stantibus“ zu streichen, von Lachs ausging. Tunkin unterstützte diesen Vorschlag uneingeschränkt. ILC-Yearbook 1963, Vol. I, S. 145.

101.  Doc. A/CN. 4/156/Add. 1.

102.  A/Conf. 39/11/Add. 2, p. 78.

103.  Eine im Prinzip ähnliche Unterteilung nimmt auch J.A. P. Ridruejo vor : La doctrine „rebus sic stantibus“. á la Conférence de Vienne 1968, in: Annuaire suisse de droit international, V 1968, p. 81.

104.  Völkerrecht, Dokumente, Bd. 3, Berlin 1973, S. 1358.

105. Weitere Verfechter sind: der indische Jurist, Pal, der die in jedem Vertrag „stillschweigend enthaltene Klausel“ sogar als Vorbehalt betrachtet, ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 254 ; K. Gentzke, Ausweich- und Katastrophenklauseln im internationalen Wirtschaftsrecht, Göttingen 1959, S. 174 ; Es gibt unter den Juristen aber auch Gegner dieser Theorie, wie e. g. D. O´Conell, International Law; Vol. I, London, New York 1965, p. 38: „Es ist empfehlenswert, diese Angelegenheit … eher als eine Rechtsregel als eine implizierte Bedingung“ (aufzufassen).

106. Nach W. Sauer sei die „C. r. s. s.“ „ein stillschweigender Vorbehalt, und es fragt sich, ob der Vertrag im Sinne der Vertragsparteien so auszulegen ist, dass die Klausel als mit vereinbart gilt.“ Er schreibt weiter: „Ebenso wie der Vertrag selbst dient auch die sogenannte Klausel, gewissermaßen ein Sondervertrag gegenüber dem ersten, nur jenem in der Völkerrechtsidee gelegenen Zweck: die Konstruktion eines Sondervertrags ist eine Korrektur des Vertrages, wo dieser versagt. Die `stillschweigende Vereinbarung` ist nur eine doppelte Konstruktion, eine Fiktion von etwas, das gar nicht vorliegt. Die Frage: was hätten die Parteien auch ohne eine entsprechende Erklärung gewollt? Ist richtiger so gestellt: was hatten die Parteien gewollt, wenn sie die zukünftige Entwicklung der Interessenlage gekannt hätten?“. Vgl. System des Völkerrechts, Bonn 1952, S. 389/390.

107.  Nach W. Lissowski würde die Annahme dieser These praktisch die Negierung des völkerrechtlichen Vertrags bedeuten : Völkerrecht, Moskau 1970, S. 108 (russisch).

108.  D. Anzilotti beachtete zwar die objektiven Veränderungen, gab jedoch den Veränderungen im Hinblick auf den Willen der Vertragspartner den absoluten Vorrang. So schrieb er u. a. : „Das Völkerrecht lässt aus den Verträgen Verpflichtungen und Ansprüche erwachsen, wobei es auf den Willen der Parteien abhebt, mit anderen Worten: diese sind verpflichtet, wenn und soweit  sie sich verpflichten wollen. Wenn sie bestimmte oder tatsächliche Verhältnisse zur Voraussetzung der Übernahme gewisser Verpflichtungen gemacht haben, so ist die Folge ihres Aufhörens, dieser Verhältnisse eben, dass man sich nicht mehr auf den Boden des durch den Vertrag ausgedrückten Willens befindet, des Vertrags, welcher die Annahme der Verpflichtungen gerade von dem Bestehen der genannten Verhältnisse abhängig gemacht hat. Auch hier kann man, wie in den Fällen, wo der Krieg den Auflösungsgrund bildet, sagen, dass es nicht die Veränderung der Verhältnisse als solcher ist, welche den Vertrag  zum Erlöschen bringt; dies ist der Wille der Parteien, welcher das Bestehen des Vertrages von der Fortdauer gewisser Umstände, unter denen er und für die er abgeschlossen wurde, abhängig macht.“ D. Anzilotti, Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. 1, Berlin und Leipzig 1929, p. 356. Etwas modifiziert ist die Meinung von J. Brierly, nach dem die Veränderung sich auf die Verhältnisse beziehen müsse, „die ein Faktor in den Köpfen der Parteien waren und sie zum Abschluss des Vertrages veranlasse haben“. Grundlagen des Völkerrechts, Berlin 1948, p. 173.

109. So O. Lissitzyn, Treaties and changed circumstances, in : AJIL, Nr. 4, 1967, p. 896. Ähnliche Ansichten vertritt auch der Mc Nair, der sich dabei von Regelungen in der privatrechtlichen Sphäre leiten lässt: Law of Treaties, Oxford 1961, pp. 436 und 687, Vgl. ferner C. Hill, The Doktrine of „Rebus sic stantibus“ in International Law, Columbia 1934, p. 75.

110. So heißt es im „Restatement Second, Foreign Relations Law oft the United States“, 1965, p. 467, in Bezug auf die wesentlichen Veränderungen der Umstände: “The rule stated in this Section is a rule of interpretation  designed to ascertain the intended obligations of the parties rather than a principle that relieves a party from performing its obligations …” Zit. nach : O. Lossitzyn, op. Cit., p. 901.

111. A/Conf. 39/11/Add. 2, p. 78. Der   o b j e k t i v e   Charakter der Veränderungen wurde von einzelnen Experten, wie M. Bartos, hervorgehoben. ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 148.

112.  V. Pechota verbindet den „genau eingegrenzten Raum“ der Regel mit der Entwicklung und Vervollkommnung der Regeln des Völkerrechts, nach denen sich die Fragen der Gültigkeit von Verträgen richten : Die Beendigung der Gültigkeit völkerrechtlicher Verträge infolge der Anwendung der Regel über die grundlegende Veränderung der Umstände ; in Studie z mezinárodniho práva Nr. 10, 1965, S. 20 (tschechisch).

113. Die Anwendung der Regel nur in Ausnahmesituationen wurde in der ILC vor allem von osteuropäischen Experten hervorgehoben.

Der Ausnahmecharakter der Regel wird in der Fachliteratur häufig unterstrichen : H. Lauterpacht, The function of law in the international community, Hamden, Connecticut 1966, p. 276 ; H. F. Köck, Altes und neues clausule rebus sic stantibus, in: Völkerrecht und Rechtsphilosophie, Internationale Festschrift für St. Verosta, Berlin 1981, S. 81.

114. G. Tunkin relativierte 1963 in der ILC die Bedeutung der Regel, indem er dieses Prinzip   n u r   als ein   z u s ä t z l i c h e s   Mittel zur Überprüfung von Verträgen betrachtete. G. Tunkin meinte ferner, das Leben befinde sich in einer beständigen Entwicklung, die evolutionär oder revolutionär sein können, und diese Entwicklung könne zur Folge haben, dass ein Vertrag veraltet. Außer der Regel gäbe es weitere Rechtsprinzipien, durch die die Änderung eines Vertrages möglich sei. ILC-Yearbook 1963, Vol. I, S. 155.

115.  Vgl. ferner C. Sepulveda, Derecho Internacional, Mexico 1978, pp. 141/142 ; O. I. Tiunow, Das Prinzip der gewissenhaften Erfüllung internationaler Verpflichtungen und die Doktrin rebus sic stantibus, in : SEMP 198, Moskau 1980, S. 109 (russisch).

116.  Die jugoslawische Vertretung machte die Bedeutung der Regel davon abhängig, ob bei dessen Anwendung die Grundsätze der UN-Charta und das ständige Interesse der „internationalen Gemeinschaft“ beachtet wird oder nicht. See A/Conf. 39/5 (Vol. II), 1968, p. 345.

117. Nach A. Rivier ist es „selbstverständlich“, dass die Veränderung der Verhältnisse vom Staate, der sie behauptet, nachgewiesen werden muss: Lehrbuch des Völkerrechts, Stuttgart 1899, S. 352. Ähnlicher Meinung ist auch P. Guggenheim. Vgl. Traité de Droit international public, tome I, Cenéve 1967, p. 235.

118. Text publ. In: RGDIP, Nr. 2 1966, p. 539.

119. Ibid., p. 543.

120. In: Bulletin des Presse- und Informationadienstes der Bundesregierung vom 22. März 1966, Nr. 39.

121. P. Reuter sieht für die Lösung dieser Frage drei Möglichkeiten : Es gibt keine Autorität über den Parteien; Möglichkeit eines Gerichtsentscheids; Möglichkeit einer politischen Autorität über den Parteien: Droit international Public, Paris 1958, p. 82.

122.  Einige Juristen dagegen, dass ein Staat nach seinen Interessen und seinem Gutdünken entscheiden kann, ob eine wesentliche Änderung der Umstände eingetreten ist. Denn dadurch wäre der eine Vertragspartner schutzlos der Willkür des anderen ausgeliefert. So schrieb z. B. H. Lammasch : „Wenn jeder Staat, wie dies in der Auffassung der Verteidiger der Klausel liegt, nach seinen Interessen und nach seinem Gutdünken darüber entscheidet, ob eine wesentliche Änderung der Umstände eingetreten sei, so würde man dadurch den einen Vertragsteil schutzlos der Willkür des anderen ausliefern. Es stünde das im schärfsten Widerspruch mit dem Zweck des Vertrages, die Verhältnisse für die Zukunft sicherzustellen, und würde dem bösen Willen die Möglichkeit gewähren, den frivolsten Rechtsbruch zu begehen, ohne ihn brutal als solchen zugeben zu müssen.“ Wörterbuch des Völkerrechts, ed. von K. Strupp, II. Stuttgart 1925, p. 336. Vgl. ferner : A. Verdross/B. Simma, Universelles Völkerrecht, Berlin 1976, S. 424.

123. A. Bolintineanu spricht sogar davon, dass die anderen Staaten die Möglichkeit haben müssten, von ihrem Standpunkt aus die Richtigkeit und die Begründetheit der Behauptung ihres Vertragspartners über das Vorliegen einer grundlegenden Veränderung der Umstände „unter Zweifel“ zu stellen. Er gibt aber auch zu, dass dies in den meisten Fällen zu keinem positiven Ergebnis führt. Vgl. Die Stabilität der Verträge als wesentliches Problem der Kodifikation des Vertragsrechts, in : Revista romána de drept, Nr. 1, 1969, p. 66 (rumänisch).

124.  Vgl. hierzu die bemerkenswerten Ausführungen von D. Anzilotti : „Sind die Parteien dagegen darüber uneins, so gelten die Meinung und der Wille der einen Partei ebenso viel wie die der anderen; wir haben es dann mit einem internationalen Streitfall zu tun, der beigelegt werden muss wie jeder andere Streitfall dieser Art. Es folgt daraus jedoch nicht, dass die Auflösung des Vertrages hier auf wechselseitigen Dissens zurückzuführen nist. Die Partei, die sich auf die clausula rebus sic stantibus beruft, macht kein Vertragsangebot, sondern macht damit ein Recht geltend, und die anderen Parteien anerkennen entweder oder bestreiten durch ihre Einlassung das Vorliegen der Voraussetzungen für die Ausübung dieses Rechts. „Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. 1, Berlin und Leipzig 1929, S. 358.

125. Für die Einleitung von Verhandlungen treten viele Völkerrechtler ein wie z. B. P. Reuter, Droit international Public, Paris 1958, p. 83 ; M. Bartos, in: ILC-Year-book 1963, Vol. I, p. 148; V. Pechota leitet diese Verhandlungs- bzw. Verständigungspflicht aus der Anwendung der Prinzipien der friedlichen Koexistenz in den zwischenstaatlichen Beziehungen ab. Dieser Meinung kann gefolgt werden, weil die Verhandlungen das beste Mittel sind, entstandene Schwierigkeiten und Widersprüche zu überwinden bzw. zu lösen : Die Beendigung der Gültigkeit völkerrechtlicher Verträge …, op. cit., S. 20.

126. Dies Auffassung wird von F. Berber vertreten : Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. I, München 1960, S. 464.

127. Vgl. ähnlich I. Seidl-Hohenveldern, Völkerrecht, Köln et alt., 1969, S. 76.

128. Nach M. Bartos käme dies einer Bestrafung der sich etwas verspätet auf die grundlegende Veränderung berufenden Vertragspartei gleich. In : ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 149.

129. A/CONF./39/27. „Ein Partner, der nach den Bestimmungen der vorliegenden Konvention, … entweder …, oder einen Grund zur Anfechtung der Gültigkeit des Vertrages, zu seiner Beendigung, zum Austritt aus ihm oder zur Aussetzung seiner Wirksamkeit geltend macht, muss diesen seinen Anspruch den übrigen Partnern notifizieren“).

130. „Die Notifizierung muss die beabsichtigten Maßnahmen enthalten, diehinsichtlich des Vertrages ergriffen werden wollen, und die dafür vorliegenden Gründe“. Gemäß Art. 78 der VTK1 erfolgt die Notifizierung direkt an die Staaten, für die sie gedacht ist, oder sie wird dem Depositar übermittelt, falls es einen gibt. Sie kann erst dann von dem betreffenden Staat als ausgeführt betrachtet werden, wenn sie bei dem Staat, an den sie gerichtet ist, eingegangen ist. O. R. 1968/1969, A/CONF. 39/11/Add. 2, p. 300.

131. A/CONF./39/27 „Wenn jedoch von einem anderen Vertragspartner Einspruch erhoben wurde, so sollen die Vertragspartner mit Hilfe der in Artikel 33 der Charta der Vereinten Nationen angeführten Mittel eine Lösung der Frage suchen“).

132.  „cuya continuación sea susceptible de poner en peligro el mantenimiento de la paz y la seguridad internacionales”. Zit. in : Goodrich/Hambro/Simons, Charter of the Unites Nations, Comm. And Documents, London 1969.

133.  V. Pechota, Die Beendigung der Gültigkeit … , op. cit., p. 9.

134.  Vgl. auch Tunkin, der 1963 im Rahmen der ILC in Übereinstimmung mit Ago meinte, dass über die Anwendung der  RgVU ein Streit entstehen könne und dass in einem solchen Falle alle Formen der friedlichen Beilegung von Streitigkeiten für die betreffenden Staaten zulässig seien. ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 145.

135.  A/Conf. 39/11/Add. 2, p. 301. Die Schlichtungskommission wird gebildet, nachdem der Staat oder die Staaten, die Streitparteien sind, einen Schlichtungsbeauftragten der Staatsangehörigkeit diese Staates oder eines dieser Staaten und einen Schlichtungsbeauftragten, der nicht die Staatsangehörigkeit diese Staates oder dieser Staaten besitzt, ernannt haben. Beim UN-Generalsekretär gibt es eine Liste von Schlichtungsbeauftragten, bestehend aus qualifizierten Juristen. Zu diesem Zweck wird vom Generalsekretär jedes UN-Mitglied aufgefordert, zwei Schlichtungsbeauftragte zu nominieren. Die Namen der so nominierten Personen bilden die Liste. Die Streitparteien ernennen zwei weitere Schlichtungsbeauftragte , die nicht in der Liste des Generalsekretärs enthalten sind. Die vier Schlichtungsbeauftragten wählen aus der Liste einen fünften Beauftragten, der als Vorsitzender wirken soll. Die Schlichtungskommission beschließt ihre eigene Geschäftsordnung. Sie kann mit der Zustimmung der Streitparteien jeden Vertragspartner einladen, der Kommission mündlich oder schriftlich ihre Ansichten zu übermitteln. Sie soll zwölf Monate nach ihrer Bildung Bericht erstatten. Der Bericht der Schlichtungskommission und ihre Schlussfolgerung haben nur Empfehlungscharakter. Die Empfehlungen sollen eine gütliche Beilegung erleichtern.

136.  W. Schurschalow bejaht mit Recht die Notwendigkeit, einen Streit über die Auslegung und die Anwendung der Regel im Gerichtsverfahren zu behandeln, jedoch nur für außergewöhnliche Fälle. Wenn z. B. die Staaten nicht zu einer befriedigenden Lösung gekommen sind, aber die Vertragspartei, die die Beseitigung des Vertrages fordert, auch weiterhin auf ihrer Forderung beharrt. Vgl. Die Grundlagen der Gültigkeit völkerrechtlicher Verträge, Moskau 1957, S. 128 (russisch).

137.  Daraus ergibt sich natürlich die Verpflichtung, sich der Entscheidung des Gerichts bzw. des Schiedsgerichtes unterzuordnen. Vgl. auch Kurs des Völkerrechts in sechs Bänden, Bd. II, Moskau 1967, S. 280.

138.  So verneint W. Sauer die einseitige Aufhebung eines Vertrages nach ergebnislosen Verhandlungen. Er meint, nur ein internationales Gericht könnte dies tun. See System des Völkerrecht, Bonn 1952, p.389.

139.  Diese Feststellung wurde auch von S. Filippow getroffen : Die Vorbehalte in der Theorie und Praxis des völkerrechtlichen Vertrages, Moskau 1958, S. 68 (russisch).

140.  Ausgehend vom Art. 435 des Friedensvertrages von Versailles und der damit zusammenhängenden Veränderungen versuchte Frankreich, sich von den auf vertraglicher Grundlage in den Jahren 1815/1816 an die Schweiz gewährten Servituten zu befreien. Frankreich verlangte diesbezüglich eine den neuen Verhältnissen entsprechende Neuordnung. Die Schweiz berief sich jedoch auf ihre „unverjährbaren Rechte“. Der Streitfall wurde dem Ständigen Internationalen Gerichtshof zur Entscheidung überwiesen, der meinte, dass die Rechte der Schweiz weder durch Art. 435 des Friedensvertrages von Versailles nach durch die „C. r. s. s.“ hinfällig geworden seien. In : A/Conf.39/11/Add. 2, 76, Vgl. ferner Mc. Nair, the Law of Treaties, Oxford 1961, p. 698.

141.  Ch. Hill spricht davon, dass manche Juristen zwischen namentlicher Anrufung der „C. r. s. s.“ und den  verschiedenen Stufen   eines weniger ausdrücklichen Gebrauchs des Arguments veränderter Umstände als Grund für die Vertragsbeendigung unterscheiden. The Doktrine of „Rebus sic. stantibus“ in international Law. Colubia 1934, p. 26. Nach der schweizer Völkerrechtsauffassung muss die Geltendmachung der “Clausula” ausdrücklich erfolgen. Also kein automatisches Erlöschen der Vertragspflichten. Vgl. P. Guggenheim, Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. I, Basel 1948, S. 116.

142.  Publ. in : ZaöRV, Nr. 4 1934, p. 145.

143. Zit. Nach P. Guggenheim, Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. I. Basel 1948, S. 113/114.

144. In dieser Konvention wurde durch Deutschland, Großbritannien, das damalige zaristische Russland und Frankreich die Unabhängigkeit Norwegens garantiert. Vgl. C. Hurst, The effect of war on treaties, in : British Yearbook of International Law, Vgl. 1921/22, p. 41.

145. Es wurde überprüft, wie die Kreditverträge zustande gekommen waren, und ob sie dem technischen und wirtschaftlichen Fortschritt des ghanesischen Staates dienen. Die Tilgung der anerkannten Verbindlichkeiten soll sich nach den äußerst günstigen Kreditbedingungen der Internationalen Entwicklungsgesellschaft richten (Laufzeit der Kredite etwa 50 Jahre, zinsfrei, Belastung nur mit einer Verwaltungsgebühr von 0,75 %). Vgl. M. Timmler, Ghana auf der Basis Self-reliance, in : Außenpolitik, Nr. 1, 1973, S. 98.

146. Die ILC meinte in ihrem Kommentar in Auseinandersetzung mit jenen Juristen, die die Regel auf die sogenannten ewigen Verträge beschränkt wissen wollte, dass es gegenwärtig keinen Grund gibt, zwischen „ewigen“ und „langfristigen“ Verträgen Unterschiede zu machen. A/Conf.29/11/Add. 2, p. 78.

147.  Hierbei handelt es sich um die NATO-Satzung in der Fassung des Protokolls zum Nordatlantikvertrag über den Beitritt Griechenlands und der Türkei vom 17. Oktober 1951. Diese Satzung trat am 15.2.1952 in Kraft. Die ursprüngliche Satzung vom 4. April 1949 trat am 24. August desselben Jahres in Kraft. See in : Völkerrecht, Dokumente, Bd. I, Berlin 1973, S. 292.

148.  Vgl. H. Briggs, The Law of Nations, London 1953, p. 452, A/Conf. 39/11/Add. 2, p. 77 und P. Guggenheim, Traité de Droit international public, Tome I, Genéve 1967, p. 230.

149.  So z. B. Von W. Schurschalow, Die Grundlage der Gültigkeit …, op. cit., p. 121 und V. Pechota, Die Beendigung die Gültigkeit …, op. cit., S. 20. Er macht zutreffend darauf aufmerksam, dass die Entwicklung in der Zukunft in Bezug auf tiefgreifende Umwandlungen ein noch schnelleres Tempo haben wird, als nach dem zweiten Weltkrieg. Vgl. auch E. Chomiak, Die grundlegende Veränderung von Umständen im Völkerrecht, in: Panstvo i Prawo, Nr. 1, 1972, S. 90 (polnisch). Er begründet diese Ansicht mit dem Hinweis auf die rasche und gewaltige Veränderung der Umstände in der Gegenwart.

150. Als Beispiel aus der älteren Völkerrechtslehre seien genannt: D. Anzilotti, Lehrbuch des Völkerrechts, Bd. 1, Berlin und Leipzig 1929, S. 470 ; F. Liszt, Das Völkerrecht systematisch dargestellt, Berlin 1898, S. 118. Aus der neueren Völkerrechtslehre seien erwähnt: G. Dahm, der die vorzeitige Lösung vom Vertrag in erster Linie für langfristige bzw. unbefristete Verträge bejaht: Völkerrecht, Bd. 3, Stuttgart 1961, S. 151; P. Reuter, Droit intenational Public, Paris 1958, p. 82; W. Wengler, Völkerrecht, Bd. I, Berlin, et alt. 1964, S. 375; E. Langen, Internationale Zahlungsabkommen, Tübingen 1958, p. 86.

Es wäre jedoch falsch, von diesen Beispielen ausgehend zu verallgemeinern, denn es gibt ebenfalls Juristen, die auch Verträge von begrenzter Dauer der „C. r. s. s.“ unterordnen möchten. So brachte Amado 1963 in der ILC seine Freude darüber zum Ausdruck, dass die Mehrheit der ILC diese Meinung vertrat. In : ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 142. Vgl. auch I. Seidl-Hohenveldern, der meint: „Insbesondere schließt eine   B e f r i s t u n g   von Verträgen die Berufung auf die clausula nicht aus.“: Völkerrecht, 2. Ed., Köln, Berlin, et alt. 1969, S. 79.

151. A/CONF./39/27. „Eine grundlegende Veränderung der Umstände kann nicht als Grund für die Beendigung oder den Austritt aus ihm geltend gemacht werden, a) wenn der Vertrag eine Grenze festlegt“). Eine ähnliche Bestimmung enthält auch die VTK2.

Die Unantastbarkeit der Grenzverträge wird außerdem in der „Vienna Convention on succession of States in respect of treaties“ bekräftigt: (UN-Doc.A/F´CONF. 80/31).

152. A/Conf. 39/11/Add. 2, p. 79.

153.     Vgl. E. Hambro, The Case Law of the International Court 1947 – 1958, Leyden 1966, p.163.

154. Bemerkenswert ist es, die bereits im vergangenen Jahrhundert von dem Völkerrechtler A. Rivier vertretene Auffassung, nach der die „C. r. s. s.“ auf Handels-, Schifffahrts-, Post-, Telegraphenverträge usw., aber nicht auf Grenzverträge angewandt werde. Er bezeichnete die Friedens- und Grenzverträge als Dispositivverträge, die auf „ewige Zeiten“ geschlossen werden : Lehrbuch des Völkerrechts, 2. Ed., Stuttgart 1899, S. 337.

G. Haraszti meint zu diesem Problem, dass der Grenzvertrag in dem Sinne weiter existiert, dass er die Rechtsgrundlage für den Staat darstellt, der die Souveränität auf dem jeweiligen Territorium ausübt. Der Grenzvertrag ist auf Grund der bereits erfolgten Erfüllung aufgehoben. Vgl. Some Fundamental Problems of the Law of Treaties, Budapest 1973, p, 395. H. I. Tobin vertrat bereits in den 30er Jahren diese richtige Ansicht : The Termination of Multipartite Treaties, New York 1933, pp. 50/51. Vgl. ferner P. Terz, Zu der Nichtanwendung der Clausula rebus sic stantibus und der Staatennachfolge auf Grenzverträge, in : Przeglad Stosunków Miedzynarodowych, Nr. 3, 1978, S. 49 ss. (polnisch).

155. A/CONF./39/27 „3. Wenn gemäß den vorangegangenen Paragrafen ein Partner eine grundlegende Veränderung der Umstände als Grund für die Beendigung eines Vertrages oder den Austritt aus ihm geltend machen kann, kann er diesen Grund auch für die Aussetzung der Wirksamkeit des Vertrages geltend machen“).

156. Zu dieser Schlussfolgerung gelangt auch G. Tunkin, der aber die Frage stellt, was der Inhalt der Rechte und Verpflichtungen sei, die sich aus diesem Völkerrechtsgrundsatz  ergeben könnten. In: ILC-Yearbook 1963, Vo. I, p. 145.

157. Der indische Jurist Pal meinte 1963, die „C. r. s. s.“ schiene gleichbedeutend zu sein mit dem Recht verschiedener Staaten, die eine wesentliche Veränderung von Umständen als Grund für die Aufhebung eines Vertrages betrachteten. Aber die „C. r. s. s.“ gäbe einem Staat   n u r   das Recht zu fordern, durch den Vertragspartner von den Pflichten befreit zu werden. Keinen Schritt weiter tun, hieße m. E., die Regel verneinen. In: ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 137.

158. Nach V. Pechota sind die Verhandlungen und die Verständigung zwischen den Vertragsparteien das Hauptmittel der praktischen Anwendung der Regel. Op. cit., S. 21. Grundsätzlich kann dieser Meinung zugestimmt werden. Es darf allerdings nicht vergessen werden, dass nicht selten von vornherein mit einem Scheitern der Verhandlungen zu rechnen ist.

159. Diese Auffassung wird vor allem von russischen Völkerrechtlern vertreten. So von W. Schurschalow, der die einseitige Beendigung des Vertrages bejaht, wenn Verhandlungen nicht möglich sind oder wenn die Gegenpartei Verhandlungen ablehnt : Die Grundlage der Gültigkeit …, op. cit., S. 319; G. Tunkin, in: ILC-Yearbook, Vol. I, p. 145.

160.  Anhänger der Theorie über die automatischen Vertragsbedingungen waren   v or de m   z w e i t e n   W e l t k r i e g   mehrere Juristen. Stellvertretend seien nur einige als Beispiele genannt: F. Williams, The Permanence of Treaties, in: AJIL 1928, p. 91. Nach ihm würde der Vertrag schon durch die Tatsache der grundlegenden Veränderung, d. h. ohne das Zutun der betreffenden Vertragspartei, seine Gültigkeit verlieren; A. Werth-Regendandz, Die Clausula rebus sic stantibus im Völkerrecht, insbesondere in ihrer Anwendung auf den Young-Plan, Göttingen 1931, S. 101.

Nach dem Zweiten Weltkrieg wurde die automatische Vertragsbeendigung von vielen Völkerrechtlern abgelehnt. So z. B. W. Schaumann, in: Wörterbuch des Völkerrechts, von Strupp-Schlochauer, Berlin, 1960, S. 310.

161. In erster Linie von diesem Aspekt ließen sich die Juristen Finnlands und Kanadas leiten, als sie für die Aufnahme der Aussetzung der Vertragswirksamkeit in den Art. 62, Ziffer 3, plädierten. Der kanadische Jurist Wershof, operierte ferner mit dem Argument, dass die Möglichkeit einer Aussetzung nur ausgeschlossen würde, dass eine grundlegende Veränderung mit einer unwiderruflichen, ständigen und unveränderlichen Veränderung identisch sei. Er verneinte natürlich eine solche Identität (A/Conf. 39/11, p. 366). Noch bis 1966 war jedoch die ILC anderer Meinung. Ausgehend vom Fehlen einer obligatorischen Gerichtsbarkeit bei der Anwendung der RgVU wurden die Vertragsbeendigung oder der Austritt aus dem Vertrag als Folgen vorgesehen. Die Aussetzung wurde abgelehnt. In : ILC-Yearbook 1966, Vol. II, p. 260.

162. Vgl. O. Lissitzyn, Treaties and changed circumstances (rebus sic. Stantibus), in : AJIL, Nr. 4, 1967, p. 910. P. 175/176.

163. Zum Verhältnis zwischen der Vertragstreue und der Norm sowie zu weiteren Aspekten, vgl. ausführlich P. Terz: Zur Bedeutung der Norm der grundlegenden Veränderung der Umstände in den internationalen Vertragsbeziehungen und zu ihrem Verhältnis zum Prinzip Pacta sunt servanda, Habilitation, Leipzig 1975; id., Zu der Abgrenzung der Norm der grundlegenden Veränderung der Umstände von einigen speziellen Bestimmungen der Wiener Vertragsrechtskonvention von 1969, in: Jogtudományi Közlöny, Nr. 3, 1977, S. 162 – 168 (ungarisch), id., Wesen und mögliche Auswirkungen von grundlegenden Veränderungen der Umstände auf die Gültigkeit zwischenstaatlicher Verträge, in : Przeglad Stosunkow Miedzynarodowych, Opole 2/1978., S. 121 – 128 (polnisch).

164. Der Ausgleichscharakter des Verhältnisses zwischen der Regel und dem Prinzip der Vertragstreue wird, wenn auch indirekt, auch von M. Bartos bejaht. In : ILC-Yearbook 1963, Vol. I, p. 253.

165. Vgl. ählich auch : G. Haraszti, Treaties and the fundamental change of circumstances, in: RdC 146 (III) 1975, treaties, Leiden 1974, p. 128; M. Draghici, Principiul respectarii cu bunacredinta a obligatiilor international (Pacta sunt servanda), in: D. Popescu/A. Nastase. Ed. Sistemul principiilor dreptului international, Bucuresti 1986, p. 164.

166. Vgl. ähnlich auch G. Haraszti, ibid., p. 60, P. I. Rusu, The fundamental change of circumstances in the modern law of treaties, in : Revue Roumaine d´Etudes Internationales, Nr. 3, 1982, p. 183, und F. Przetacznik, The Clausula rebus sic stantibus, in: Revue de Droit International des Sciences Diplomatiques et Politiques, Nr. 2, 1978, pp. 118/119.

167. So sieht z. B. K. Gentzcke in der „C. r. s. s.“ das Gegenstück zur Pacta sunt servanda: Ausweich- und Katastrophenklauseln im internationalen Wirtschaftsrecht, Göttingen 1959, S. 172. Vgl. ferner E. Bogaert, Le sens de la clause „rebus sic stantibus“ dans le droit du gens, in: RGDIP, Nr. 1, 1966, p. 49, der den Widerspruch zwischen den beiden Prinzipien nur im Hinblick auf ihre Funktion sieht. Mindestens eigenartig ist die Meinung von Yankow. Nach Y. ist die Regel, dass Verträge für die Parteien bindend sind und von ihnen in gutem Glauben erfüllt werden müssen, eine Sicherheit gegen jegliche ungerechtfertigte Zuflucht zur „C. r. s. s.“, In : A/Conf. 39/5 (Vol. I) 1968, p. 174.

168. V. Pechota, Die Beendigung der Gültigkeit …, op. cit., p. 16.

169. W. Schurschalow bezeichnet daher bemerkenswerterweise die „C. r. s. s.“ als eine „vom Leben diktierte Ausnahme“. Vgl. Die Grundlage der Wirksamkeit, op.cit., S. 126.

 

 

 

Υπερδύναμη, Μεγαλοδυνάμεις, Μεσοδυνάμεις, Ισορροπίες Διεθνώς και στη Μεσόγειο, Ισορροπία και Συμφέροντα, Συμμαχίες, Διπλωματία,Ρωσία και Ευρωπαϊκή Ενωση , ΗΠΑ και Κίνα

 

Υπερδύναμη, Μεγαλοδυνάμεις, Μεσοδυνάμεις, Ισορροπίες Διεθνώς και στη Μεσόγειο, Ισορροπία και Συμφέροντα, Συμμαχίες, Διπλωματία,Ρωσία και Ευρωπαϊκή Ενωση

Υπερδύναμη, Μεγαλοδυνάμεις, Μεσοδυνάμεις

Σύμφωνα με την Θεωρία των διεθνών σχέσεων η Κίνα δεν ήταν  στο παρελθόν υπερδύναμη. Τώρα είναι μεγαλοδύναμη και προσπαθεί να εξελιχθεί σε υπερδύναμη.

Η Σοβιετική Ενωση ήταν από στρατιωτική και στρατηγική άποψη υπερδύναμη, ενώ τώρα είναι μεγαλοδύναμη μόνον στον στρατιωτικό τομέα ιδίως λόγω των ατομικών όπλων.

Η μόνη υπερδύναμη του παρόντος είναι οι ΗΠΑ, ενώ η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία είναι μόνον μεσοδυνάμες.

Η ΗΠΑ και η Ιαπωνία αποτελούν στον οικονομικό τομέα υπερδυνάμεις, ενώ η Ρωσία σχεδόν έχει ξεπέσει (εξαγωγή μόνον πρώτων υλών (sic) και οπλικών συστημάτων). Η Ρωσία δεν είναι σε θέση να διακδικήσει τέτοιο ρόλο, γιατί είναι οικονομικά και στις ειρηνικές υψηλές τεχνολογίες αδύναμη.
Εξάγει μόνον πρώτες ύλες (όπως οι τριτοκοσμικές χώρες ) και εξοπλιστικά συστήματα.
Προ μερικών ετών είπε ο Πούτιν είπε δημόσια το εξής λίαν ενδιαφέρον : Εχουμε μόνο 30 % της δυτικής οικονομίας. Πέραν τούτου υστερούμε και στις υψηλές τεχνολογίες.
Ας υπενθυμίσουμε ότι το βιοτικό επίπεδο των Ρώσων είναι σε σύγκριση με το δυτικό πολύ χαμηλό (Καθημερινή, 15.10.17).

Η Γερμανία αποτελεί από οικονομική άποψη στα πλαίσια της ΕΕ μία υπερδύναμη, ενώ η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο παίζουν στον οικονομικό τομέα δευτερεύοντα ρόλο.

Εν τω μεταξύ αναδύεται η στο μέλλον τρίτη υπερδύναμη  και δη η Ινδία.

Για τους γερμανομαθείς ιδ.,. στο.Μπλογκ μου
)η δίμερη μελέτη “Gleichgewichtstheorie und Theorie von den Gegengewichten, Eine Völkerrechtssoziologische Abhandlung, Zwei Teile”.

Καθημερινή (18.9.16)

———————————————————–

Αλλαγή του διεθνούς σκηνικού, Ισορροπίες Υπερδυνάμεων

Σύμφωνα με την αμερικανική Θεωρία των Διεθνών Σχέσεων (Theory of International Relations) έχουν οι ΗΠΑ μόνο ένα γνώμονα σε ό,τι αφορά την προσέγγιση σε διεθνή ζητήματα : το εθνικό συμφέρον (οικονομικό, στρατηγικό, διπλωματικό). Δεν είναι διατεθειμένες να λάβουν υπ όψη, ότι υπάρχουν και άλλα συμφέροντα, όπως π.χ.τα θεμιτά συμφέροντα ή τα συμφέροντα της ανθρωπότητας.

Οταν υπήρχε η Σοβιετική Ενωση ως η άλλη υπερδύναμη, σημειωνόταν επί τη βάσει της “ισορροπίας του τρόμου” ένας αμοιβαίος σεβασμός των υπαρξιακών συμφερόντων. Υστερα όμως από την κατάρρευση του μεγάλού αντιπάλου δεν κατόρθωσαν οι ΗΠΑ να ανταπεξέλθον υπό την ιδιότητα της μοναδικής υπερδύναμης στα πολλαπλά διεθνή προβλήματα.

Εν τω μεταξύ άλλαξαν στον διεθνή στίβο οι συσχετισμοί των δυνάμεων , γιατί αναδύεται ακόμη μία υπερδύναμη , η Κίνα. Δεν μπορούν πλέον ΟΙ ΗΠΑ να αλωνίζουν στις διεθνείς σχέσεις, όπως θέλουν. Εχουμε λόγω να νομίζουμε, ότι οι ΗΠΑ έχουν αντιληφθεί το μεγάλο κίνδυνο. Γι αυτό θα ασχοληθούν πρωτίστως με την Κίνα. Οι αντιπαραθέσεις θα αρχίσουν με έναν εμπορικό πόλεμο. Ανεξάρτητα από το αν οι ΗΠΑ δεν συμπαθούν ιδιαίτερα την ΕΕ, την οποία αξιολογούν στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις ως μεγάλο ανταγωνιστή, σημειώνονται έντονες ενδείξεις , ότι η Κίνα εκτιμά και υποστηρίζει την ΕΕ.

Επίσης είμαι πεπεισμένος, ότι στα επόμενα έτη θα παίζουν οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ευρωπαϊκή Ενωση, όχι όμως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ρωσία μέσω της οικονομικής ισχύος καθοριστικό ρόλο στις διεθνείς σχέσεις. Η ΕΕ θα εστιάζεται μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Η θέση της μικροσκοπικής Ελλάδας βρίσκεται μέσα στην ΕΕ. Εξω από αυτήν θα καταποντισθεί.

Καθημερινή (21.1.17)

=================================
Ισορροπία των Δυνάμεων

Θουκυδίδης  :  Αθηναίοι προς  Μιλησίους :”"Ειδότας ότι δίκαια μεν εν τω ανθρωπείω λόγω από της ίσης ανάγκης κρίνεται, δυνατά δε οι προύχοντες πράσσουσι και οι ασθενείς ξυγχωρούσιν”. (Θουκυδίδου Ιστορία, Βιβλίον Ε, 89).

“Αφού ξέρουμε και ξέρετε πως κατά την ανθρώπινη λογική μπορούμε να μιλάμε για δίκαιο όταν και τα δύο μέρη έχουν ίση ισχύ και ότι οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και το αποδέχονται”. (Μετφ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος), γνωστό και   „ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του“

Σύμφωνα με την Θεωρία της ισορροπίας

των δυνάμεων ως τμήματος της γενικής Θεωρίας των διεθνών σχέσεων σημειώνονται μεταξύ γειτόνων συνήθως προβλήματα (αντιπαραθέσεις, διενέξεις, ενίοτε και συγκρούσεις), ενώ  οι σχέσεις  με τον γείτονα του γείτονα είναι παραδοσιακά καλές έως άριστες ( π.χ. στην πρώην Ευρώπη οι σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας ήταν κακές, το ίδιο ο σχέσεις μεταξύ Πολωνίας και Γερμανίας, αλλά οι σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Πολωνίας ήταν πάντα άριστες.  Το ίδιο ίσχυε και στις σχέσεις μεταξύ  Συρίας-Ιράκ, Ιρακ-Ιραν και  Συρίας-Ιραν.

Συμπέρασμα : Στο μέλλον θα είναι , όπως και τώρα, οι σχέσεις μεταξύ της σε μερικά χρόνια μεγαλοδύναμης (οικονομικά οπωσδήποτε υπερδύναμης)  Ευρωπαϊκής Ενωσης και της  μεγαλοδύναμης (μόνον στρατιωτική ισχή επί τη βάση ατομικών όπλων, οικονομικά σχεδόν τριτοκοσμική) Ρωσίας κακές, ενώ οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της υπερδύναμης Κίνας στηρίζονται σε αμοιβαία δυσπιστία.

Δεν αποκλείεται, στο μέλλον να διαμορφωθούν πολύ καλές σχέσεις  μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας.  Ακριβώς αυτή είναι η απώτερη επιδίωξη των περισσότερων ισχυρών κρατών της ΕΕ και ιδιαιτέρως της Γερμανίας.  Αυτό θα οδηγήσει βαθμιαία στον διεθνή υποβιβασμό , ίσως και σην εξουδετέρωση της Ρωσίας.

Με αυτό το συναρπαστικό θέμα ασχολούμαστε στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια από χρόνια εντατικότατα.

Ιδέ εκτενέστατα για τους γερμανομαθείς τη μελέτη μου  «Gleichgewichtstheorie und Theorie von den Gegengewichten, Eine Völkerrechtssoziologische Abhandlung, Erster Teil ( Historisches), Zweiter Teil (Theoretisches). Πηγή : Ιστότοπος και Μπλογκ :  http://panosterz.de

———————————————————

Ισορροπία, Συμφέροντα, Διπλωματία, Μεσόγειος

Μία ορθολογιστική μελέτη των προβλημάτων της Ανατολικής Μεσογείου δέον να στηρίζεται στις γνώσεις της Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων και συγκεκριμένα σε άμεση σχέση με τα κρατικά συμφέροντα, με την ισορροπία των δυνάμεων, με τις συμμαχίες και με την διπλωματία.

Κρατικά συμφέροντα ΒΑΣΙΚΑ, ιδιαίτερως  ΥΠΑΡΞΙΑΚΑ συμφέροντα)

Η ύπαρξη της Ελλάδας δεν απειλείται από κανέναν εχθρό. Επομένως δεν ανταποκρίνονται οι γνωστές κινδυνολογίες και συνωμοσιολογίες ούτε στην πραγματικότητα ούτε στην λογική.

Σε τελείως διαφορετική κατάσταση βρίσκεται το Ισραήλ, το οποίο πιστεύει ότι οι κίνδυνοι για τα υπαρξιακά του συμφέροντα βαθμιαία αυξάνουν.

Οι ΗΠΑ έχουν ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΑ συμφέροντα όχι όμως υπαρξιακού χαρακτήρα στην Μέση Ανατολή και διασφαλίζουν την κρατική ύπαρξη του Ισραήλ, στο οποίο στηρίζονται για να υλοποιήσουν τα δικά τους συμφέροντα.

Έτσι υπάρχουν μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ  ΣΥΝΑΔΟΝΤΑ συμφέροντα .

Η Τουρκία έχει στην περιοχή αυτή δικά της συμφέροντα , τα οποία δεν έχουν τον χαρακτήρα ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΩΝ η ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΕΝΩΝ συμφερόντων σε ότι αφορά τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ και τα υπαρξιακά συμφέροντα του Ισραήλ.

Η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν στην Ανατολική Μεσόγειο ανταγωνιστικά η και αντικρουόμενα συμφέροντα της κατηγοριας ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΩΝ συμφερόντων.

Μεταξύ της Τουρκίας και του Ισραήλ υφίστανται αντικειμενικώς ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ συμφέροντα , τα οποία δεν επηρεάζονται καθοριστικά από τις εκάστοτε διακρατικές σχέσεις. Επειδή όμως οι σχέσεις μεταξύ αυτών των δύο κρατων ήταν παραδοσιακά πολύ καλές , ουδόλως αποκλείεται , ότι σχετικά χρήγορα θα ξεπερασθούν τα προς το παρόν υφιστάμενα προβλήματα .

Μεταξύ των περισσοτέρων αραβικών κρατών και του Ισραήλ υπάρχουν παραδοσιακά συγκρουόμενα συμφέροντα ( Ιδέ εδώκαι  στο Μπλογγ μου τη μελέτη “Συμφέρον, Οφελος, Χρήσιμο, “ΧρησιμοΘηρία” και στο  Διαδίκτυο το θεωρητικό πόνημα “Interessentheorie…).

Ισορροπία δυνάμεων

Η εκρηκτική και πολυεπίπεδη ανάπτυξη της Τουρκίας ( οικονομία, βιομηχανία, παιδεία σε όλα τα επίπεδα, παραγωγή, ανταγωνιστικότητα και εξαγωγή ) έχει ανατρέψει την ισορροπία των δυνάμεων. Η ιλλιγγιώδης εξέλιξη της Τουρκίας την μετέβαλλε ήδη σε μία περιφεριακή ( Ανατολική Μεσογειος, Μέση Ανατολη) μεγαλοδύναμη.

Με τις τεράστιες πολυεπίπεδες ( οικονομία, βιομηχανία, ανταγωνιστικότητα, παραγωγή εξαγωγή, ριζικές μεταρρυθμίσεις όλης της παιδείας ) επιτεύξεις της μετέλλαξε η Τουρκία εκ των βάθρων τον συσχετισμό δυνάμεων σε σύγκριση με την Ελλάδα, της  οποίας η απελπιστική κατάσταση είναι πασίγνωστη.

Υπενθύμιση :Προ ολίγων ετών ετών η Τουρκία έχει δανισθεί  χρήματα από το ΔΝΤ , υλοποίησε χωρίς εξαίρεση όλες τις διεθνείς υποχρεώσεις και εν τω μεταξύ έχει ξεχρεωθεί τελείως.

Συμμαχίες

Είναι απαραίτητες με σκοπό να αντιμετωπισθεί μία προκείμενη επίθεση. Κανένα κράτος δεν σκοπεύει να επιτεθεί εναντίον της Ελλάδας , η οποία ούτως η άλλως είναι όπως και η Τουρκία πολυετές μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Είναι προστατευμένη όπως όλα τα μέλη των δύο οργανισμών. Επί πλέον συμμαχίες θα ήταν ούτε απαραίτητες ούτε λογικές.

Ομώς το Ισραήλ έχει μόνον ένα σύμμαχο, τις ΗΠΑ. Στη μέση Ανατολή είναι το Ισραήλ απομονομένο. Ποιό όφελος θα απέρρεε άραγε για την Ελλάδα από μία “συμμαχία” με το Ισραήλ ;

Εκτός τούτου δεν είναι απαραίτητο για την Ελλάδα να επιδεινωθούν οι σχέσεις της με όλο τον τεράστιο ισλαμικό κόσμο. Είναι η Ελλάδα τόσο πεπεισμένη , ότι το Ισραήλ θέλει μία τέτοια “συμμαχία” ;

Διπλωματία

Στην Ευρώπη επιλύνονται οι διαφορές μεταξύ των κρατών με τα μέσα της διπλωματίας, που θα πεί με ειρηνικά μέσα, πράγμα που ούτως η άλλως προβλέπει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών. Η εποχή των ηρωϊκων απελευθερωτικών πολέμων με την βοήθεια συμμάχων έχουν ήδη παρέλθει.

Οι καθοριστικοί αγώνες δίνονται στο παρόν πρώτα από ολα στην παραγωγή. Μεταρρυθμίσεις, παραγωγή, δημιουργικότητα, ανταταγωνιστικότητα, αυτά είναι οι καινούριες Θερμοπύλες και Αλβανίες. Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν ! “Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα”. Δημοσιευθέν από το 2016 συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο Καθημερινή, Το Βήμα)

——————————————————-

Ρωσία, Καθεστώς

1.Η σημερινή “καπιταλιστική” Ρωσία έχει ένα καθυστερημένο πολιτικό σύστημα με ισχυρές αυταρχικές τάσεις. Δηλαδή πρόκειται για μία δημοκρατικά υποανάπτυκτη χώρα.
2. Μεταξύ του σημερινού αυταρχισμού και του σοβιετικού ολοκληρωτικού συστήματος υπάρχει μία συνέχεια πολλών συμβόλων και της πολιτικής νοοτροπίας της κυβέρνησης και της πλειονότητας του λαού. Ακριβώς αυτό το στοιχείο θαυμάζουν στην Ευρώπη οι οπαδοί των άκρων πολιτικών κινημάτων και κομμάτων.
3.Οι θαυμαστές της πρώην Σοβιετικής Ενωσης δεν είναι ψυχολογικά διατεθειμένοι να συνειδητοποιήσουν, ότι αυτή έχει καταρρεύσει ανεπιστρεπτί. Στα κατάβαθα της ψυχής τους επιθυμούν μίαν ανάσταση του παρελθόντος καθεστώτος.Καθημερινή (10.4.15)

—————————————————————————-

Ρωσία και Ευρωπαϊκή Ενωση

Πολιτισμικός αυτοπροσδιορισμός. Είναι όντως πολύ ενδιαφέρον που μία σημαντική ρωσική πολιτική προσωπικότητα κάνει διαχωρισμό a priori μεταξύ της Ρωσίας και της Ευρώπης χρησιμοποιώντας τόσο έντονα τους δύο όρους.

Σχετικά με τον διαχωρισμό πρωτοστατεί από αιώνες η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία επισημαίνει την „ηθική“ ανωτεροτητά της ( μυστικοπάθεια και μεταφυσική ) απέναντι στην „αμαρτωλή « Δύση ( Μεταρρύθμιση, Διαφωτισμός, ατομικότητα, ανθρώπινα δικαιώματα). Υπό  αυτήν την πυξίδα   η Ρωσία ποτέ δεν ανήκε στην Ευρώπη , αν και σε μερικά πεδία ( μουσική, λογοτεχνία, μερικοί επιστημονικοί κλάδοι ) έχει να παρουσιάσει αξιόλογες επιτεύξεις, οι οποίες αναμφιβόλως έχουν εμπλουτίσει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Είναι αντικειμενική αλήθεια και όχι βολονταριστική ερμηνεία , ότι η εικόνα του ανθρώπου του ρωσικού πολιτισμού, διαφέρει ουσιωδώς από εκείνη της Ευρώπης του Διαφωτισμού. Στην ρωσική κοινωνία δεν έχει ακόμη ωριμάσει το άτομο. Η πανίσχυρη Εκκλησία συγχίζει σκοπίμως την ατομικότητα με τον ατομικισμό και με τον εγωϊσμό. Αυτονοήτωςο πολίτης απουσιάζει οποίος είναι η conditio sine qua non ( τελείως απαραίτητη προϋπόθεση ) για την δημιουργία ενός σύγχρονου αστικού κράτους που σημαίνει ενός κοινωνικού κράτους του δικαίου.

Βαθμιαία δημιουργούνται μεν μεμονομένα δημοκρατικά κινήματα, αλλά αυτά είναι δυστυχώς ανεπαρκή, για να μεταλλάξουν την πολιτικά καθυστερημένη κοινωνία. Ακόμη και τα περισσότερα ηγετικά στελέχη δεν έχουν μίαν ώριμη δημοκρατική συνείδηση. Οι απαιτήσεις και οι επιδιώξεις των είναι ασαφείς. Εν γνώσει του αντικειμένου πρεσβεύω την άποψη, ότι το „σύστημα Πούτιν“ είναι προς το παρόν το μόνο ρεαλιστικό. Το Βήμα ( 13. 10. 12 ).

——————————————————————————-

ΗΠΑ-Κίνα

Σύμφωνα με την Θεωρία των διεθνών σχέσεων υπάρχει παγκοσίως ένα τεράστιο κενό:

Από τις δύο υπερδυνάμεις ΗΠΑ και Σοβιετική Ενωση, όταν επί δεκαετίες επικρατούσε η , Ισορροπία των δυνάμεων  (balance du pouvoir ,balance of pοwer, bilancia di potenze, Gleichgewicht der Kräfte)  , έμεινε προς το παρόν μόνον μία , η οποία αντί να συμβάλλει στην επίλυση των γνωστών προβλημάτων του κόσμου, έχει επιδοθεί σε στρατιωτικές στην ουσία ιμπεριαλιστικές περιπέτειες.
Μόνον μέσω της ανερχόμενης δεύτερης υπερδύναμης της Κίνας θα εμπεδωθεί μία νέα ισορροπία των δυνάμεων και η Κίνα θα αναγκάσει τις ΗΠΑ να βάλλουν μυαλό και να έχουν , όπως κάποτε μία πιο ρεαλιστική πολιτική.
Οντως σήμερα ο Αμερικανός “πρόεδρος” αποτελεί ένα μεγάλο κίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη. Λοιπόν το δημιουργηθέν κενό είναι άκρως επικίνδυνο.
Ας ευελπιστούμε, ότι οι Αμερικανοί θα βρούν σύντομα μία λύση του προεδρικού προβλήματος. Καθημερινή (7.1.2018

——————————————————————————————————–

Ιάπωνες

Παρέλαβαν προ δύο χιλιάδων ετών τα πάντα περί πολιτισμού και πρωτίστως την γραφή μεταβάλλωντάς την από τους Κινέζους, στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αι. νομοθεσία και μηχανολογία από τους Γεμανούς , και ύστερα από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο υψηλές τεχνολογίες από τις ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ παράγουν και οι ίδιοι τέτοιες τεχνολογίες.
Κατά τα άλλα έχετε δίκιο. Είχα σπουδαστές από την Ιαπωνία με ακριβώς αυτή την συμπεριφορά. Ηταν κυριολεκτικά η προσωποποίηση της ευγενικότητας.
iefimerida (10.10.17)

———————————————————————————

 

 

——————————————————————————————————————————————————

Θουκυδίδου Ιστορίη Α’, 76.
(Μετάφραση του Γυμνασιάρχη μου, Τάσου Γεωργοπαπαδάκου, στο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης). Μιλούν οι Αθηναίοι, αντικρούοντας τα επιχειρήματα των Κορινθίων, προς τους Σπαρτιάτες.

Σεις, άλλωστε, Λακεδαιμόνιοι, ασκείτε την ηγεμονία σας πάνω στις πόλεις της Πελοποννήσου, αφού ταχτοποιήσατε τα πολιτεύματά τους σύμφωνα με το συμφέρον σας, κι αν τότε είχατε μείνει ως το τέλος ηγεμόνες των Ελλήνων κι είχατε γίνει απ’ αυτό μισητοί,όπως γινήκαμε εμείς,ξέρουμε καλά πως δε θα ήσαστε λιγότερο πιεστικοί απέναντι των συμμάχων και θα είχατε αναγκαστεί ή να ασκείτε την ηγεμονία σας με χέρι δυνατό ή να εκτεθείτε οι ίδιοι σε κίνδυνο. Έτσι κι εμείς δεν κάναμε τίποτε το παράδοξο ή αντίθετο προς την ανθρώπινη φύση, αν δεχθήκαμε την ηγεμονία που μας προσφερόταν και τώρα αρνιόμαστε να τη αφήσουμε,εμποδισμένοι από τους εξής σπουδαιότατους λόγους : την τιμή, τον φόβο και το συμφέρον. Δεν είμαστε, άλλωστε, οι πρώτοι που εφαρμόσαμε τέτοια πολιτική, αλλά από πάντα έχει επικρατήσει ο κανόνας ο πιο αδύναμος να καταπιέζεται από τον πιο δυνατό.Ταυτόχρονα νομίζουμε πως το αξίζουμε αυτό,πράγμα το οποίο και εσείς το νομίζετε, ως τη στιγμή,που, λογιάζοντας το συμφέρον σας,προβάλλετε αρχές δικαιοσύνης, οι οποίες δεν εμπόδισαν ποτέ κανέναν, όταν του παρουσιάστηκε η ευκαιρία να αποκτήσει κάτι με την βία, να το κάμει κι όχι να προτιμήσει την δικαιοσύνη. Κι είναι αξιέπαινοι όσοι, αφού ακολούθησαν την ανθρώπινη φύση και πέτυχαν ν’ αποκτήσουν εξουσία πάνω σ’ άλλους, δείχνονται ωστόσο πιο δίκαιοι απ’ ό,τι τους επιτρέπει η δύναμη ου διαθέτουν. Πιστεύουμε πως αν άλλοι έπαιρναν την θέση μας, θα αποδειχνόταν με το παραπάνω με πόση μετριοπάθεια ασκούμε την εξουσία μας.Κι όμως η επιείκειά μας αυτή, παράλογα, είχε σαν αποτέλεσμα να κερδίσουμε πιο πολύ την κατάκριση παρά τον έπαινο”.

Cuestiones teoricas fundamentales del proceso de formacion de las normas internacionales, Con especial analysis de las resoluciones de la ONU

Cuestiones-teoricas-fundamentales-parte -1

Cuestiones-teoricas-fundamentales-parte -2

Cuestiones-teoricas-fundamentales-parte -3

Cuestiones-teoricas-fundamentales-parte -4

 

 

Prinzipien und Normen des Völkerrechts, Ihr Verhältnis zueinander

Prinzipien und Normen des Völkerrechts, Ihr Verhältnis zueinander

Verhältnis von Prinzip und Norm im Völkerrecht als Gegenstand der Völkerrechtstheorie

Der Begriff „Prinzip“ bedeutet in der Rechtstheorie eine grundlegende Idee des Rechtssystems, eine normative Aufforderung und vor allem einen „Leitgrundsatz“ im Recht. In den Prinzipien kristallisieren sich heraus und vereinen sich die typischen Züge des jeweiligen Rechtstyps.

1 Dabei unterscheiden sich die Prinzipien des Rechts „von anderen ähnlichen gesellschaftlichen Kategorien, insbesondere von den Prinzipien der Rechtswissenschaft, des Rechtsbewusstseins…2  Weil der Begriff „Prinzip“ im

__________________________________________________
1. S. S. Aleksejew, allgemeine Theorie des sozialistischen Rechts, Swerdlowsk 1963, S. 3 150 und 151 (in Russisch).
2. O. W. Smirnow, Das Wechselverhältnis von Normen und Prinzipien im sozialistischen Recht, in: SGIP, S. 11 (in Russisch).

__________________________________________________
innerstaatlichen Recht eben etwas Grundlegendes per definitionem bedeutet, ist es nicht üblich, noch dazu den Begriff „Grundprinzip“ zu verwenden. Abgesehen davon, der Begriff „Grundprinzip“ wäre eine Tautologie und sogar bezüglich der Verwendung ein Pleonasmus. Die Prinzipien des Rechts besitzen Rechtsnormativität.

Die objektiven Erfordernisse in den internationalen Beziehungen finden über den consensus iuris generalis der Staaten ihre Widerspiegelung in entsprechenden grundlegenden und allgemeinanerkannten Prinzipien, die jedoch auch Rechtsgrundlage bei der Entscheidung konkreter Fälle sein können. Ein Prinzip des Völkerrechts ist wie jede Rechtsnorm eben eine normative Vorschrift. Seine typische Merkmale sind hoher Abstraktionsgrad, universelle Geltung, allgemeine Anerkennung und zwingender Charakter. Es bringt ferner grundlegende und konsensfähige internationale Werte zum Ausdruck und regelt das Verhalten ausnahmslos aller Staaten in ihrer Eigenschaft als Völkerrechtssubjekte.

Mit dem Ziel, in das gegenwärtige terminologische Chaos Ordnung zu bringen, ist in der UNITAR-Studie vom Oktober 1984 in Verbindung mit der Herausbildung von Prinzipien der Neuen Internationalen Wirtschaftsordnung der Versuch unternommen worden, den Begriff „Prinzip“ zu definieren. Dabei sind die Verfasser der Studie von der internationalen Praxis ausgegangen und haben insofern den Ist-Zustand eingefangen und beschrieben. Hiernach kann ein Prinzip folgendes sein: a) eine fundamentale Norm des Völkerrechts wie z. B. das Verbot der Gewaltandrohung und –anwendung; b) eine gut etablierte und tief verwurzelte Norm wie z. B. das Prinzip der Freiheit des offenen Meeres; c) eine Norm von allgemeiner Natur und größerer Reichweite als spezielle Normen.

Ausgehend von der Makrostruktur des Völkerrechtssystems könnte die Meinung vertreten werden, dass innerhalb dieses Systems sieben Prinzipien – sie sind in der UN-Prinzipien-Deklaration von 1970 genannt worden – und dazu noch zahlreichen Normen existieren. Einige Normen haben allgemeinen Charakter, ohne jedoch die Qualität der Prinzipien zu besitzen. Die meisten Normen sind jedoch spezieller Natur. Geht es dann um das Verhältnis zwischen den Prinzipien und den anderen Normen, so sind diese Unterschiede zu beachten. Hierdurch entsteht ein differenzierteres Bild, als im allgemeinen im Schrifttum angenommen wird. Zwischen ihnen kann in der Regel ein Wechselverhältnis bestehen. Auch ist es möglich, dass ein Prinzip Normen hervorbringt oder umgekehrt, d. h., es entstehen allmählich Normen, die sich eines Tages zu einem Prinzip verdichten.3  Prinzipien können von Normen spezifiziert werden. In diesem Falle gilt zwischen ihnen das Verhältnis von Allgemeinem (Prinzip) und Besonderem (Normen).4

Diese möglichen Beziehungen gelten jedoch nicht für alle Normen. Sie gelten z. B. nicht für Normen, die zwar allgemein und allgemein anerkannt sind, ohne jedoch Prinzipien zu sein. In einem solchen Fall kann nicht davon die Rede sein, dass die Normen die Prinzipien konkretisieren, ergänzen oder allmählich formen. Andererseits ist es durchaus möglich, dass Normen mit allgemeinem Charakter von speziellen Normen konkretisiert und ergänzt werden.
Der wesentliche Unterschied zwischen einem Prinzip und einer Norm besteht darin, dass erstere einen höheren Grad normativer Verallgemeinerung besitzen.

______________
3. UN-Doc. A/39/504/Add. 1, p. 34.
4. Siehe ähnlich auch V. Outrata,, Zum Begriff der allgemeinen und grundlegenden Prinzipien des Völkerrechts, in: Cazopis pro mezinárodni právo, 1961 (3), S. 191 (in Tschechisch).

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Völkerrechtsnormen,Charakter, Merkmale, Struktur, Bedeutung, Völkerrechtstheorie

Völkerrechtsnormen ,Charakter, Merkmale, Struktur, Bedeutung, Völkerrechtstheorie
Völkerrechtsnormen als Gegenstand der Völkerrechtstheorie

Charakter und Merkmale der Völkerrechtsnormen

Für die Zwecke der Normbildungstheorie im Völkerrecht ist jene Definition besonders geeignet, nach der die Rechtsnorm eine „allgemeinverbindliche, formalbestimmende allgemeine Verhaltensregel“1 ist. Eine ähnliche Auffassung wird von mehreren Völkerrechtlern vertreten.2  Als Verhaltensregel ist ferner die Rechtsnorm ein „allgemeinverbindlicher, gleicher Maßstab für das Handeln“ jedes Rechtssubjekts. Insofern besitzt jede Rechtsnorm Aufforderungscharakter. Demnach sind die Völkerrechtsnormen das allgemeinverbindliche Maß für das notwendige und mögliche Verhalten der Staaten innerhalb des Gesamtsystems der internationalen Beziehungen.

Die einzelne Rechtsnorm ist im Wesen nach „die kleinste sinnvolle Einheit des Systems des geltenden objektiven Rechts, für die die allgemeinen Eigenschaften des Rechts zutreffen“.3.  Dabei handelt es sich um folgende Eigenschaften des Rechts: a) Die Allgemeinheit (Generalität). Sie bedeutet in erster Linie, dass die Rechtsnormen für mehrfache Anwendung durch die Rechtssubjekte bestimmt sind und für ihr Verhalten gleiche Maßstäbe setzen. Es wird also von den konkreten Sachverhalten abstrahiert und es werden ungleiche, aber gleichartige Rechtssubjekte und Vorgänge am gleichen Maßstab gemessen.

Die Generalität bedeutet ferner, dass die in den Rechtsnormen fixierten Handlungsaufforderungen abstrakten Charakter besitzen. Die allgemeinen Verhaltensmaßstäbe können individualisiert werden. b) Die Rechtsnormen haben außerdem Aufforderungscharakter. Er kann von unterschiedlicher Intensität und Schärfe sein.

_____________________________________________________________________
1. Vgl. ähnlich: UNITAR-Studie vom Oktober 1984 (A/39/504/Add. 1) unter Berufung auf das „Concise Oxford Dictionary“ (Norm als legitimiertes rechtlich vorgeschriebenes Verhalten).
2. Es seien beispielsweise einige genannt : I. I. Lukaschuk, Der Mechanismus der völkerrechtlichen Regulierung; Kiew, 1980, s. 27; D. B. Lewin, Das Völkerrecht, die Außenpolitik und die Diplomatie, Moskwa, 1981, S. 96 (beides in Russisch); G. Morelli, Nozioni di diritto internazionale, Padova, 1963, p. 60; H. Neuhold et alt., Österreichisches Handbuch des Völkerrechts, Band 1, Wien, 1983, (darin Herausgeber-Bemerkung: Normen als „Verhaltensmuster“), S. 2.
3. W. Grahn, Die Rechtsnorm – eine Studie, Leipzig, 1979, S. 6.

________________________________________________________________

Diese rechtstheoretischen Erkenntnisse können etwa modifiziert und differenziert von der Völkerrechtstheorie übernommen und verwendet werden. In einem hohen Abstraktionsgrad stellt die Rechtsnorm auch im Völkerrecht die kleinste sinnvolle Einheit und die „primäre Zelle“ dar.4 Während jedoch die Eigenschaften der Allgemeinheit, Allgemeinverbindlichkeit und Abstraktheit für allgemeine Prinzipien und Normen gelten, ist dies bei den konkreten Vertragsnormen nicht unbedingt der Fall. Die Eigenschaft hingegen, Verhaltensmaßstab zu sein, gilt für alle Rechtsnormen.

Ebenso stellt das Völkerrecht als Recht gleichen Maß für ungleiche Sachverhalte und Subjekte dar. Gerade diese Eigenschaft macht die Normativität des Völkerrechts aus. Dabei sind jedoch neuere Entwicklungen wie z. B. die bevorzugte Behandlung von Entwicklungsländern zu beachten. In diesem Falle gilt eher der Grundsatz ungleiche Maßstäbe auf ungleiche Rechtssubjekte anzuwenden.

Struktur der Völkerrechtsnormen

Nach gängiger Auffassung in der Rechtstheorie hat eine Rechtsnorm drei Bestandteile:

a) Prämisse (Hypothese). Sie gibt an, unter welchen Bedingungen eine Rechtsnorm verwirklicht werden muss. Sie legt ferner fest, unter welchen Umständen und Bedingungen für welche Rechtssubjekte Rechte und Pflichten entstehen.

b) Disposition (Erlaubnis, Gebot, Verbot). Sie legt das Verhältnis fest, das beim Vorliegen der Prämisse von den betreffenden Rechtsadressanten verbindlich gefordert wird. Sie enthält damit die eigentliche Verhaltensregeln.

c) Sanktion. Sie bestimmt die Rechtsfolgen, die für jeden Normadressaten eintreten, der die Disposition verletzt bzw. nicht verwirklicht.
Da es aber schwierig ist, in jeder Rechtsbestimmung diese Elemente zusammen zu finden, wird seit einiger Zeit von einzelnen Rechtstheoretikern vorgeschlagen, in einer Rechtsnorm nur zwei Elemente zu sehen: Tatbestandteil und ein Folgehandlungsteil (hauptsächlich Sanktionen) mit einem Operator. Für gleichartige Situationen und Bedingungen (Tatbestand) gebietet, verbietet oder erlaubt (Operator) sie ein angegebenes Verhalten (Folgehandlung).5  Dabei gestaltet der Operator („ist verpflichtet“, „darf“, „ist

__________________________________________________
4. Vgl. auch I. I. Lukaschuk, (Anm. 154), S. 30.
5. W. Grahn, Recht als eine besondere Widerspiegelung der Gesellschaft, in: Staat und Recht, 1982 (2), S. 2.

_____________________________________________________

verboten“, „muss“), eindeutig Rechtsnormen von allgemeinen Aussagen, Werturteilen und Fragen zu unterscheiden.6 Gemäß der hier vorgestellten Zweigliederungs-Konzeption wird also jede Rechtsnorm betrachtet als eine durch einen deontischen (Gebots-, Verbots- oder Erlaubnis) Operator verknüpfte Beziehungen zwischen einem Tatbestand und einer Folgehandlung.

Im Prinzip kann dieser modernen Konzeption von der Rechtsnormstruktur von der Völkerrechtswissenschaft übernommen werden. Zugleich ist jedoch darauf hinzuweisen, dass die Sanktion nicht in jeder einzelnen Rechtsnorm, sondern vielmehr im Völkerrechtssystem und zwar im Institut der völkerrechtlichen Verantwortlichkeit enthalten ist. Ginge man von der Dreigliederungs-These aus, so wäre es kaum möglich, alle drei Elemente in einer Völkerrechtsnorm zu finden. Deshalb ist in der Völkerrechtstheorie diese überholte These abzulehnen.

Es kann somit festgestellt werden: Einerseits gehört die Sanktion zum Recht und ganz allgemein gesehen, auch zur Rechtsnorm,7 andererseits ist sie im Völkerrecht nicht unbedingt bei jeder Rechtsnorm als ein konkret ausgewiesenes Strukturelement anzutreffen, sondern im Gesamtsystem des Völkerrechts.

Es kann aber auch festgestellt werden, dass es inzwischen im Interesse von Entwicklungsländern Völkerrechtsnormen gibt, die nicht unbedingt Sanktionen vorsehen. Hierbei handelt es sich um Normen zur bevorzugten und nichtreziproken Behandlung von Entwicklungsländern. Versucht man jedoch nachzuweisen, dass auch Resolutionen der UN-Vollversammlung Rechtsnormen seien8  – sie sehen in der Regel keine Sanktionen vor – so ist dies nicht überzeugend. Die rechtliche Sanktion wird ferner ziemlich lato sensu so aufgefasst, dass Reaktionen der öffentlichen Meinung miterfasst werden. Im Völkerrecht sollte jedoch diese eminente Frage eher lege strictum betrachtet werden.

_________________________________________
6. Vgl. H. Klenner, Zur logischen Struktur sozialistischer Rechtsnormen (Thesen), in: Wissenschaftliche Zeitschrift der riedrich-Schiller-Universität Jena, 1966, S. 451 ff.
7. Vgl. auch M. Bos, will an order in: the nation-state system, in: Netherlands International Law Review, 1982 (XXIX – 1), p. 22.
8.So R.-J. Dupuy im Zusammenhang mit dem Entwicklungsvölkerrecht und dem Umweltschutz. Vgl. Droit déclaratoire et droit programmatoire: de la coutume souvage al la „soft law“, in: L´élaboration du droit international public, Paris, 1975, p. 147.

_______________________________________________________________

Bedeutung der Völkerrechtsnormen

Die Rechtsnorm ist das zentrale Element des Systems der rechtlichen Regelung,des gesamten rechtlichen Normenbildungs- und –durchsetzungsprozesses und damit das Kernstück des Völkerrechts. Dies gilt insbesondere für die Prinzipien und Normen mit einem ius cogens-Charakter.

Auf Grund ihrer volitiven Natur vermögen die Rechtsnormen nicht nur Interessen widerzuspiegeln, sondern auch gesellschaftliche Verhältnisse aufrecht zu erhalten und auch zu gestalten. D. h., dass die Rechtsnormen eine passive sowie eine aktive, eine statische sowie eine dynamische Funktion haben. Entstehen zwischen der Widerspiegelungs- und der Gestaltungsfunktion der Rechtsnormen irgendwelche Widersprüche, dann können diese nur durch die souveränen Staaten im Rahmen des komplexen Normenbildungsprozesses überwunden werden.

Dies bedeutet, dass angesichts der Existenz von souveränen Staaten die Rechtsnormen ex nihilo und automatisch weder entstehen noch vergehen. Es ist also so gut wie ausgeschlossen, dass sich über Nacht aus einer res necessaria (z. B. Entwicklung in der Dritten Welt) ein ius necessarium (z.B. ein „Recht auf Entwicklung“) herausbildet.

Nur durch das konsuale Wirken der souveränen Staaten und auf der Basis gegenseitiger Kompromisse können Rechtsnormen geschaffen werden.

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Völkerrechtsprinzipien und Normen, Hierarchien

Völkerrechtsprinzipien und Normen, Hierarchien

Innerhalb des Systems des Völkerrechts bedingen sich Prinzipien und Normen gegenseitig. Hierdurch werden Aufgaben und Funktionen des Völkerrechts realisiert. Demnach kann man innerhalb der Völkerrechtsordnung eine gewisse Rangordnung erkennen. Sie widerspiegelt indirekt materielle Erfordernisse, Interessen und Willen. Die Hierarchie von Prinzipien und Normen ist nicht zufällig. Sie besitzt dem Wesen nach einen dreifachen Charakter

: a) Sie ist objektiv bedingt und wird durch die Willensübereinstimmung der Staaten geschaffen.

b) Sie ist Widerspiegelung der oben genannten Art sowie der Rechtsstruktur.

c) Sie stellt ferner eine Metawiderspiegelung dar, d. h. eine wissenschaftliche Widerspiegelung.

Rechtstheoretisch betrachtet, ergibt sich die Normenhierarchie aus der inneren Struktur, dem Begriff als eines Normensystems und aus der Makrostruktur des Rechts, aus der gegenseitigen Abhängigkeit der Normen, aus dem Normativitätscharakter und nicht zuletzt aus der besonderen Bedeutung von Prinzipien und Normen für die gesamte Völkerrechtsordnung sowie für die Lösung der globalen Probleme der Menschheit.

Hieraus ergibt sich die Schlussfolgerung, dass zum einen das Bestimmen der Hierarchie nicht willkürlich sein kann und darf und zum anderen, dass es konkreter Kriterien bedarf, um innerhalb des Völkerrechtssystems eine oder mehrere Rangordnungen aufstellen zu können.

Wird der Normativitätscharakter als Kriterium genommen, dann ist zwischen den ius cogens und den ius dispositivum Normen zu unterscheiden.1 168 Erstere besitzen Priorität. Legt man die Bedeutung der Normen für den internationalen Normenbildungsprozess zugrunde, so stehen die sieben Prinzipien an erster Stelle.

Wird die Bedeutung der Normen für die Lösung der globalen Probleme der Menschheit zum Maßstab erhoben, dann entsteht eine andere hierarchische Ordnung :

a) Alle Prinzipien und Normen zur Erhaltung des Weltfriedens, der internationalen Sicherheit und zur Abrüstung;

b) die Prinzipien und Normen zur Überwindung der Unterentwicklung; c) die Prinzipien und Normen zum Schutze der menschlichen Umwelt.

_________________________________________
1.  Hierauf machetn mehrere Autoren aufmerksam. Siehe beispielsweise R. Quadri, Diritto internazionale pubblico, Palermo, 1964, p. 86, et 87.

________________________________________

Hier handelt es sich offensichtlich um eine vertikale Struktur, die jedoch horizontale Strukturbeziehungen nicht ausschließt. Wird die Erhaltung des Weltfriedens zum entscheidenden Maßstab erhoben, dann sieht die vertikale Struktur etwas anders aus: An erster Stelle stehen die sieben Prinzipien

. An zweiter Stelle stehen Normen in den multilateralen Verträgen universellen Charakters. Unter ihnen genießen wiederum jene Verträge Priorität, welche echten Abrüstungsmaßnahmen enthalten, von den in Frage kommenden Staaten ratifiziert und in Kraft gesetzt worden sind.

Den dritten Platz könnten Normen bilateralen Charakters zwischen der Sowjetunion und den USA einnehmen. Danach würden unter Umständen jene ius cogens-Normen folgen, die nicht zu den sieben Prinzipien gehören. Schließlich würde man weitere ius dispositivum-Normen in Betracht ziehen.

Unabhängig von den jeweiligen Kriterien stehen die sieben Prinzipien an erster Stelle. In bezug auf die Verbindlichkeit mögen sie gleichwertig sein. Damit käme ein horizontales Verhältnis in Frage. Es ist jedoch legitim, unter ihnen etwas zu differenzieren :

Nimmt man als Kriterium das schwerwiegendste globale Problem der Menschheit, nämlich die Gefährdung des Weltfriedens, dann würde das Prinzip des Verbots der Gewaltandrohung und Gewaltanwendung den ersten Platz einnehmen. Wird das globale Problem der Unterentwicklung in Betracht gezogen, dann kämen in erster Linie die Prinzipien der friedlichen internationalen Zusammenarbeit und der souveränen Gleichheit in Frage.

Geht man insgesamt von den Erfordernissen des Zeitalters der Globalisierung aus, so würde sich folgende politische Gewichtung innerhalb des Systems der sieben Prinzipien ergeben:

Verbot der Gewaltandrohung und –anwendung, friedliche internationale Zusammenarbeit, souveräne Gleichheit der Staaten. Hieraus könnten hinsichtlich der staatlichen Souveränität schwerwiegende Konsequenzen erwachsen. Abgesehen davon, ist die politische Bedeutung auch der Prinzipien historisch bedingt. So stand z. B. in der Zeit des antikolonialen Kampfes das Selbstbestimmungsrecht der Völker im Mittelpunkt. In unserem Zeitalter wird dem Prinzip des Verbots der Gewaltandrohung und –anwendung Priorität zuerkannt. In der Persektive  wird bei einer weiteren Zuspitzung der globalen Probleme der Unterentwicklung und der Gefährdung der menschlichen Umwelt das Prinzip der friedlichen internationalen Zusammenarbeit höchstwahrscheinlich die wichtigste Rolle spielen.

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Zweige und Institute des Völkerrechts als Gegenstand der Völkerrechtstheorie

Zweige  und Institute  des Völkerrechts als Gegenstand der Völkerrechtstheorie

Zunächst sei die Bemerkung vorangestellt, dass fast ausschließlich Völkerrechtler der ehemaligen Sowjetunion sich der Zweigproblematik zugewandt haben, und dass es außerdem über die Zweitkriterien keine einheitliche Auffassung festgestellt werden kann. Werden die verschiedenen Meinungen kritisch und wertend zusammengefasst, so müssen die folgenden Kriterien vorliegen, damit von einem Völkerrechtszweig gesprochen werden kann :

a) Ein bestimmter Bereich der internationalen Beziehungen, in concreto ein spezieller Gegenstand;1.  b) Auf alle Fälle ein mit dem Gegenstand in enger Verbindung stehendes spezielles Ziel;  2.  c) Spezielle Rechtsnormen mit inhaltlich ebenso speziellen Rechten und Pflichten;3 d) Die Normengruppe stütz sich auf ein grundlegendes Völkerrechtsprinzip 4 und widerspricht keinem der sieben grundlegenden Völkerrechtsprinzipien; e) Die Zweigmaterie, also der Gegenstand ist von der Mehrheit der Staaten als wichtig und als normierungsnotwendig betrachtet worden; f) Möglicherweise liegt ein besonderes Rechtserzeugungsverfahren vor 5  wie z. B. bei der Internationalen Seerechtskonvention von 1982. Dagegen ist jedoch Einwand durchaus berechtigt, weil die Normierungsmethode bzw. der Regelungsmechanismus im Völkerrecht grundsätzlich einheitlich ist. Bedingt durch den Normierungsgegenstand kommt es allerdings zu Modifizierungen des einheitlichen

_____________________________________________________________
1. Vgl. ähnlich z. B. I. T. Ussenko, das Prinzip des demokratischen Friedens – die Grundlagen des Völkerrechts, in: SEMP, 1973, Moskau, 1975, S. 34; L. A. Iwanaschenko, Internationales Sicherheitsrecht – Ein neuer Zweig des modernen Völkerrechts, in: SGPiP, 1985 (6), S. 99 ff; W. I. Margiew, Zum System des Völkerrechts, in: Prawowedenije, 1981 (2), s. 106; D. I. Feldmann (Anm. 107), S. 47 (alle Quellen in Russisch).
2. Vgl. ähnlich auch L. A. Iwanaschenko, ibid., S. 99 ff; I. T. Ussenko, ibid., S. 34.
3. Vgl. ähnlich auch J. A. Schibajjewa, Das Recht der internationalen Organisationen als Zweig des gegenwärtigen Völkerrechts, in: SGiP, 1978 (1), S. 105 (in Russisch); W. I. Margiew (Anm. 137), S. 107; M. B. Ramirez, El derecho internacional del desarrollo, nueva rama del derecho internacional publico, in: Bolletin Mexicano des Derecho Comparado, 1986 (57 – XIX), p. 859.
4. So I. T. Ussenko (Anm. 137), S. 34; L. A. Iwanaschenko (Anm.1)                                                                                  S. 99 ff.; M. B. Kotzew, Die allgemein anerkannten Prinzipien und Normen des gegenwärtigen Völkerrechts, Rechtswesen und Bedeutung, in: Prawna Misal, 1985 (2), S. 71 (in Bulgarisch).
5. Vgl. M. B. Ramirez (Anm. 1), p. 859.
_______________________________________________________

völkerrechtlichen Rechtserzeugungs- und Normenbildungsprozesses,6  der auf den Kodifikationskonferenzen im allgemeinen als treaty making process bekannt ist. Es liegt bereits eine Definition des Völkerrechtszweiges vor: „Gesamtheit der Rechtsprinzipien und Normen, die die spezifischen Beziehungen zwischen den Völkerrechtssubjekten auf einem bestimmten Gebiet ihrer gegenseitigen Beziehungen regeln sowie ein Rechtsregime einer bestimmten Sphäre festlegen“.7

Im Prinzip kann man dieser Definition zustimmen. Sie ist allerdings sehr allgemein. Daher soll hier versucht werden, auf der Grundlage der oben gewonnenen Erkenntnisse eine konkretere Definition zu formulieren: Der Völkerrechtszweig ist ein rechtlich geregelter, bestimmter Bereich der internationalen Beziehungen mit besonderen Normen sowie mit besonderen Rechten und Pflichten, der sich auf ein grundlegendes Völkerrechtsprinzip stützt, dessen Normen den sieben grundlegenden Völkerrechtsprinzipien nicht widersprechen, dessen Normierungsnotwendigkeit von der Staatenmehrheit akzeptiert worden ist und außerdem ein modifiziertes Rechtserzeugungsverfahren aufweist.

Will man die gegenwärtig tatsächlich vorhandenen Völkerrechtszweige aufzählen, so ist zunächst methodisch davon auszugehen, welche in den Völkerrechts-Lehrbüchern, international gesehen, normalerweise und traditionell Erwähnung finden. D. h. über sie liegt ein Consensus generalis doctorum et professorum vor: Diplomaten- und Konsularrecht, Humanitäres Völkerrecht („Ius in bello“), Internationales Verwaltungsrecht, Internationales Vertragsrecht (Völkervertragsrecht), Internationales Seerecht (Völkerseerecht), Internationales Luftrecht, Weltraumrecht, Völkerrechtlicher Schutz der Menschenrecht,

_______________________________________________________________
6. Vgl. Hierzu sehr ausführlich P. Terz,  1999). Cuestiones teóricas fundamentales del proceso de formación de las normas internacionales, Con especial análisis de las recoluciones de la ONU, Universidat Santiago de Cali, 1999 , speziell pp. 65 – 71, ss. Vgl. ferner: W. I. Margiew (Anm. 1), S. 106; I. W. D. Sorokon, Die Methode der rechtlichen Regelung, Moskwa, 1976, S. 118 (in Russisch).
7. So das sowjetische Standardlexikon des Völkerrechts („Slowar meshdunarodnowo prawa“), (hrsg.) von B. F. Petrowski/B. M. Klimenko/J. M. Rybakow), Moskwa, 1982, S. 142.

__________________________________________________________

Internationales Flüchtlingsrecht, Internationales Recht der Staatennachfolge, Internationales Strafrecht, Internationales Wirtschaftsrecht (größtenteils). Weitere Völkerrechtszweige sind hinzugekommen: Internationales Atomrecht, Internationales Sicherheitsrecht, Vertragsrecht der internationalen zwischenstaatlichen Organisationen, das „Entwicklungsvölkerrecht“ in statu nascendi sowie – bedingt durch den wissenschaftlich-technischen Fortschritt  8  – das Internationale Umweltschutzrecht und das Internationale Informations- und Kommunikationsrecht.

Während einige Völkerrechtler weitere Zweige nennen wie z. B. das Internationale Medizinrecht, das Internationale Meteorologische Recht, das Internationale Handelsrecht 9 , das Internationale Arbeitsrecht  10 , finden andere diese Sicht übertrieben 11 oder lehnen sogar die Zweigproblematik im Völkerrecht überhaupt schlicht weg ab. 12 150
Die Elemente, vor allem die Prinzipien und Normen eines Völkerrechtszweiges, machen dessen System aus. Die Wechselbeziehungen wiederum dieser Elemente untereinander stellen seine Struktur dar. Am perfektesten ist dies bei einigen Zweigen wie z. B. bei dem Völkerseerecht festzustellen, das einen gewaltigen Prinzipien- und Normenkomplex wie aus einem Guss bildet.

______________________________________________________
8. Vgl. ähnlich auch J. Azud, Die wissenschaftlich-technische Revolution und das Völkerrecht, in: Právny Obzor, 1980 (63 – 9), s. 769 ff. (in Tschechisch); M. I. lasaarew, Das Völkerrecht und die wissenschaftlich-technische Revolution, in: SEMP, 1978, Moskau, 1980, S. 41 ff. (in Russisch).
9. So beispielsweise S. A. Malinin, Friedliche Nutzung der Atomenergie, Völkerrechtliche Fragen, Moskwa, 1971, S. 6 – 9 (in Russisch).
10. Vgl. z. B. G. I. Tunkin, Ideologischer Kampf und Völkerrecht, Moskau, 1967, S. 117 (in Russisch).
11. So D. I. Feldmann  (1983). Das System des gegenwärtigen Völkerrechts, Moskau , 1983, S. 9.
12. Vgl. z. B. J. A. Schibajewa (Anm.1), S. 103.

_____________________________________________________________

6. Institute des Völkerrechts als Gegenstand der Völkerrechtstheorie

Weil die ausführliche Behandlung der relativ komplizierten Instituts-Problematik den Rahmen des vorliegenden Beitrages bei weitem sprengen würde, kann darauf nur knapp eingegangen werden. Auch bei dieser Problemstellung gilt die Festlegung, dass sich fast ausschließlich Völkerrechtler der ehemaligen Sowjetunion ihr zugewandt haben. D. I. Feldmann schätzt allerdings den Diskussionsstand in den 60er Jahren sehr kritisch ein: Das Institut werde häufig betrachtet als „zu umfassend, verschwommen und unbestimmt.13  Es herrscht in der Tat ein Begriffswirrwarr vor.
Deswegen erweist sich der linguistisch-semantische Weg ad fontes als absolut notwendig. Das lateinische Wort Institutum bedeutet „jede durch Sitte, Gewohnheit, Verfassung … Anordnung des häuslichen und bürgerlichen Lebens 14 oder – etwa konkreter – das „durch positives (gesetzlich verankertes) Recht geschaffene Rechtsgebilde (z. B. Ehe, Familie, Eigentum o. ä.).15 Hieraus ergibt sich die Schlussfolgerung, dass erst durch das Recht ein Wort zum Rechtsbegriff wird. Aus der Rechtspraxis (Gesetzesbücher) lässt sich ableiten, dass zu einem solchen Institut mehrere und sogar zahlreiche Spezialnormen gehören, die in ihrer Gesamtheit ein Rechtsgebiet bzw. einen Rechtszweig wie z. B. Familienrecht, Arbeitsrecht, Polizeirecht etc. ausmachen.
Diese Erkenntnis kann auf das Völkerrecht angewandt werden: Ein Völkerrechtsinstitut ist ein durch internationale Konventionen geschaffenes Rechtsgebilde oder Rechtsphänomen. Aus Platzgründen seien hier nur einige Beispiele genannt wie z. B. Staatennachfolge, die insgesamt in zwei Konventionen umfassend geregelt wird: „Wiener

____________________________________________________________
13.  D. I. Feldmann, Die Anerkennung von Staaten im gegenwärtigen Völkerrecht, Kasan, 1965, S. 39 (in Russisch).
14.  K. E. Georges, Kleines Handwörterbuch, Lateinisch-Deutscher Teil (2734 S.), Leipzig, 1980, S. 1318.
15.  Duden, Das große Fremdwörterbuch, Herkunft und Bedeutung der Fremdwörter (1540 S.), Leipzig, et alt., 2000, S. 629.

____________________________________________________

Konvention über die Staatennachfolge in Verträge“ von 1978 und „Wiener Konvention über Staatennachfolge in Staatsvermögen, Staatsarchive und Staatsschulden“ von 1983. Es entstehen mehrere Institute. Ferner ist der Vertrag zu erwähnen, dessen Regelung in der „Wiener Konvention über das Recht der Verträge“ von 1969 sowie in der „Wiener Konvention über das Recht der Verträge zwischen Staaten und internationalen Organisationen oder zwischen Staaten und internationalen Organisationen oder zwischen internationalen Organisationen“ von 1986 umfangreich erfolgt ist. Relativ viele Institute sind in der „Seerechtskonvention“ von 1982 enthalten wie z. B. Territorialgewässer, Anschlusszone, Meerengen, Festlandsockel, Offenes Meer und Meeresboden. Zu jedem dieser Institute gehören gleich geartete Normen, die ähnliche Materien regeln. Die Gesamtheit dieser Institute und Rechtsnormen bilden im Wesentlichen der Völkerrechtszweig Völkerseerecht.
Die Institute sind in den oben genannten Konventionen auf der Basis der grundlegenden Prinzipien des Völkerrechts rechtlich geregelt bzw. verankert worden. Dies ist durch zahlreiche Rechtsbestimmungen, Rechtsnormen geschaffen worden. Hieraus folgt, dass das jeweilige Institut zwischen den grundlegenden Prinzipien und den Spezialnormen steht. Gerade in diesem Verhältnis liegt auch seine Funktion. Eine andere Schlussfolgerung besteht darin, dass zwischen den grundlegenden Völkerrechtsprinzipien und den Völkerrechtsinstituten ein vertikales Verhältnis besteht. Das Verhältnis jedoch zwischen den Instituten eines Völkerrechtszweiges sind eher horizontaler Natur. Dies gilt ebenso für die Beziehungen der zu einem Institut gehörenden Spezialnormen untereinander. Gehört aber dazu ein Prinzip, dann ist sein Verhältnis zu den Spezialnormen eindeutig vertikal. Weil aber Institute wichtige Elemente der jeweiligen Zweige sind, entsteht zumindest chronologisch eine interessante Kette: Grundlegende Völkerrechtsprinzipien – Völkerrechtsinstitute – Völkerrechtsnormen spezieller Natur – Völkerrechtszweige. In gnoseologischer Hinsicht sieht aber die Kette anders aus: Grundlegende Völkerrechtsprinzipien – Völkerrechtszweige – Völkerrechtsinstitute – Völkerrechtsnormen.16

____________________________________________________
16. E. A. Puschmin sieht eine „Struktur-Triade“: Norm – Institut – Zweig, Unter Anwendung der Dialektik betrachtet er ferner, ausgehend von dem Wechselverhältnis von Allgemeinem, Einzelnem und Besonderem, das Prinzip als das Allgemeine, das Institut als das Einzelne und die Norm als das Besondere. In Kenntnis seines Dialektik-Verständnis kann ich seinen interessanten Gedankengängen folgen und grundsätzlich zustimmen. Vgl. seinen stark theoretischen Beitrag „Über den Begriff …“ (Anm. 1), S. 81 – 82.

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Völkerrecht, Hauptfunktionen, Völkerrechtstheorie

Völkerrecht, Hauptfunktionen, Völkerrechtstheorie

Unter Beachtung der durch die Allgemeine Rechtstheorie erarbeiteten Funktionen des Rechts soll folgend auf die Hauptfunktionen des Völkerrechts eingegangen werden. Dabei sind die Spezifika des Völkerrechts als einer internationalen Rechtsordnung gebührend zu berücksichtigen.

1. Ordnungsfunktion : Sie besteht in erster Linie darin, das Verhalten der Staaten so zu steuern, dass das friedliche Zusammenleben der Völker gesichert wird. Hierdurch wird in den internationalen Beziehungen völlige Anarchie verhindert. Die Ordnungsfunktion liegt im Interesse aller Staaten. 1

________________________________________________________________
1. Vgl. ähnlich auch I. Seidl-Hohenfeldern , Völkerrecht, Köln et alt., 1987,   S. 7.

_______________________________________________________

2. Friedensfunktion : Gewährleistung der internationalen Sicherheit und des Weltfriedens als wichtige Voraussetzung für die Lösung vor allem der globalen Probleme der Menschheit sowie für das Wohlergehen aller Völker.2

3. Kooperationsfunktion : Förderung der Zusammenarbeit der Staaten auf allen relevanten Gebieten der internationalen Beziehungen durch entsprechende internationale Rechtsinstrumente3.

4. Stabilisierungsfunktion : Sie wird realisiert hauptsächlich durch die Schaffung stabiler ínternationaler Vertragsbeziehungen, vorausgesetzt, dass die Verträge auch tatsächlich erfüllt werden (Pacta sunt servanda).

5. Anpassungs- und Umgestaltungsfunktion : Zwischen ihr und der oben erwähnten Stabilisierungsfunktion besteht ein dialektisches Wechselverhältnis. Daher kann Michel Virally nicht beigepflichtet werden, wenn er schreibt: „Cést qu´on veut faire de lui instrument de changement, au lieu d´un instrument de stabilisation, ce qui lud confere une fonction vouvelle.4 Diese für die Weiterentwicklung des Völkerrechts unentbehrliche Funktion wird weder automatisch noch durch einzelne Staaten, sondern durch die hierfür vorgesehenen internationalrechtlichen Organe und Verfahren und ohne Zweifel auf der Grundlage von entsprechenden internationalen Konventionen realisiert.

6. Sicherungs- und Konfliktregulierungsfunktion : Es geht um die Sicherung der Prinzipien und Normen der gesamten Völkerrechtsordnung durch die dafür geeigneten Organe, Methoden und Maßnahmen.5  Hierdurch wird ein höheres Maß an Rechtssicherheit in den internationalen zwischenstaatlichen Beziehungen erreicht.6 92

______________________________________________________
2.   Vgl. teilweise ebenso P. Fischer/H. F. Köck, Allgemeines Völkerrecht, Ein Grundriss, Eisenstadt, 1983, S. 10.
3.  Vgl. auch E. Menzel/K. Ipsen, Völkerrecht, Ein Studienbuch, München, 1979, S. 20.
4.  M. Virally, Panorama du droit international contemporain, in : RdC, 1983 (83-V), pp. 33/34.
5.  Vgl. ähnlich auch : E. Menzel/K. Ipsen E, Völkerrecht, Ein Studienbuch, München, 1979, S. 21.
6. Vgl. auch K. Ipsen, Völkerrecht, Lehrbuch, München, 1990, S. 44.

_______________________________________________

7. Gerechtigkeits- und Entwicklungsfunktion: Gewährleisten, dass ein Mindestmaß an Gerechtigkeit in den internationalen Beziehungen herrscht, was in einigen Konventionen (z. B. Staatennachfolge in Verträge, Seerechtskonvention) durch die sachbezogene bevorzugte und präferentielle Behandlung von Entwicklungsländern sowie durch die Anwendung des Grundsatzes der Nichtgegenseitigkeit beachtet worden ist.7

8. Legitimitätsfunktion: Es geht vorwiegend darum, dass Handlungen militärischen Charakters durch den UN-Sicherheitsrat gemäß Kapitel VII der UN-Charta legitimiert sein müssen. Aber gerade diese absolut notwendige völkerrechtliche Legitimation fehlte bei dem Krieg der USA gegen den Irak. Die verheerenden Folgen dieser völlig völkerrechtswidrigen Aktionen sind gegenwärtig nicht zu übersehen.

9. Sanktionsfunktion: Das Völkerrecht verfügt über viele, deren Anwendungen von dem konkreten Kräfteverhältnis abhängt. Es ist z. B. gegenwärtig nicht möglich, die USA für ihr völkerrechtswidriges Vorgehen gegen andere Staaten zur Verantwortung zu ziehen.

10. Schutzfunktion: Schutz hauptsächlich der kleinen und schwachen Staaten sowie der Menschenrechte.

_______________
7. Vgl. hierzu ausführlicher die Dissertationsschriften der ehemaligen Doktoranden und Mitglieder der von P. Terz geleiteten Forschungsgruppe „Normbildungstheorie/Neue und gerechte Internationale Wirtschaftsordnung“ sowie „Entwicklungsländer und Völkerrecht“:

R. Kossi, Normbildungstheoretische Aspekte der gleichberechtigten und bevorzugten Behandlung von Entwicklungsländern in den internationalen Beziehungen, Universität Leipzig, 1987;

K. Höhne, Die Bedeutung der Gerechtigkeit für das demokratische Völkerrecht. Eine normbildungstheoretische Untersuchung, Universität Leipzig 1986;

H. Rambinintsoa, Zum Verhältnis von Gegenseitigkeit und Nichtgegenseitigkeit im Völkerrecht, Universität Leipzig, 1990;

E. Pastrana, Die Bedeutung der Charta der ökonomischen Rechte und Pflichten der Staaten von 1974 zur Schaffung einer neuen internationalen Wirtschaftsordnung, Universität Leipzig 1995;

E. Pastrana, El principio de la no-reciprocidad  entre el deber ser y su regulación jurídica en el marco de las relaciones económicas internacionales y de cooperación,en : Papel 2005 (17) pp. 67 – 117.

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Methodologie des Völkerrechts, Methodologie der Völkerrechtswissenschaft, Überblick

Methodologie des Völkerrechts, Methodologie der Völkerrechtswissenschaft, Überblick

1.Theorie, Philosophie und Methodologie sind Bestandteile der Wissenschaft. Bei der Theorie geht es um das „Was“ bei der Philosophie um das „Warum“ und bei der Methodologie um das „Wie“. 1. Die Theorie besitzt eigene Philosophie und eigene Methodologie. Die Philosophie hat eigene Theorie und eigene Methodologie.

2. Die Völkerrechtsmethodologie setzt sich aus der Methodologie des Völkerrechts als internationale Rechtsordnung sowie aus der Methodologie der Völkerrechtswissenschaft zusammen.

3. Die Methodologie des Völkerrechts als internationale Rechtsordnung stellt die Lehre über völkerrechtliche Methoden dar, um völkerrechtsspezifische Erkenntnisse zu erlangen sowie Problemlösungen zu erzielen. Zu diesen Methoden gehören vorrangig die Deskriptivität, die Normativität, der Geneseprozess (historische Methode), die Funktionalität, die Analyse, die Systemhaftigkeit, die Strukturalität, die Differenziertheit, die Komparativität, die empirische Methode, die Stabilität, die Veränderung und die Prognose. Darüber hinaus bestehen spezielle Methoden für Völkerrechtszweige sowie für Probleme mit Querschnittscharakter (z. B. Interpretationsmethoden).

4. Die Methodologie des Völkerrechts hat eigene Theorie („Was“) und eigene Philosophie („Warum“).

5. Die Methodologie der Völkerrechtswissenschaft besteht aus den Methodologien der Bestandteile der Völkerrechtswissenschaft, vor allem aus der Methodologie der Völkerrechtsphilosophie und aus der Methodologie der Völkerrechtssoziologie.

6. Die Methodologie der Völkerrechtsphilosophie als Bestandteil der Völkerrechtswissenschaft sowie als Wissenschaftsgebiet in statu naschend ist die Lehre über Methoden, um völkerrechtsphilosophische Erkenntnisse zu erzielen. Sie besitzt eine Reihe von Methoden wie z. B. die Objektivität, die Komplexität, die Globalität, die Differenziertheit, die Systemhaftigkeit, die Analyse-Synthese, die Historizität, die Normativität, die Funktionalität, die Komparativität und die Prognose. Sie beziehen sich auf die Gegenstände der Völkerrechtsphilosophie, d. h., sie weisen einen spezifischen Inhalt auf.

7. Die Methodologie der Völkerrechtssoziologie stellt die Lehre über Methoden dar, um völkerrechtssoziologische Erkenntnisse zu erlangen. Sie weist eine Reihe von gegenstandsbezogenen Methoden auf, wie vorwiegend die Priorität des Völkerrechts gegenüber der internationalen Politik, die Priorität der Völkerrechtswissenschaft gegenüber der Lehre von den internationalen Beziehungen, die Objektivität, die Komplexität, die Differenziertheit, die Systemhaftigkeit, die Analyse-Synthese, die Historizität, die Normativität, die Funktionalität und die Komparativität.

8. Die Völkerrechtsmethodologie und speziell der Methodologie der Völkerrechtssoziologie benötigt nicht die von den Vertretern der „political scienses“ („Theory of International Relations“) entwickelten konzeptionellen Konstrukte.

Quelle : Panos Terz, Die Völkerrechtsmethodologie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Ad promotionem Gradus Investigationis Scientiae Iuris inter Gentes , In honorem illustris Parmenides, in: Papel Politico, 2007/12/1 , p.173-208 ,Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana

Völkerrechtssoziologie, Überblick

Völkerrechtssoziologie, Überblick

1.Die Völkerrechtssoziologie ist eine Wissenschaft in statu nascendi. Sie stützt sich in erster Linie auf die Soziologie, die Rechtssoziologie und die Wissenschaft von den Internationalen Beziehungen. Sie besteht aus den folgenden Bestandteilen: Theorie, Methodologie, Dogmatik und Geschichte der Völkerrechtssoziologie.

2. Die wichtigsten Gegenstände der Völkerrechtssoziologie sind die folgenden: die globalen Herausforderungen der Menschheit; die Interessen der Menschheit, der Völker und der Staaten; der politische Wille der Staaten; die Macht, der Einfluss, das internationale Kräfteverhältnis und nunmehr das fehlende Gleichgewicht; die Problemstellungen der Stabilität, der Entwicklung und Veränderung in den internationalen Beziehungen; die geopolitischen und geostrategischen Faktoren; das Verhalten der Staaten; die internationale öffentliche Meinung; die Verhandlungen, die politischen Abmachungen und politischen Normen sowie ihr Verhältnis zu den Rechtsnormen; die politische Verbindlichkeit und die politische Verantwortlichkeit sowie die politischen Reaktivmaßnahmen; das Verhältnis zwischen der Völkerrechtswissenschaft und der Wissenschaft von den Internationalen Beziehungen.

3. Die Völkerrechtssoziologie hat eine Reihe von methodologischen Grundsätzen mit spezifischem Inhalt wie Objektivität, Analyse/Synthese, Induktion, Komplexität, Systemhaftigkeit und Globalität. Bei dem internationalen Normenbildungsprozess gilt die „goldene“ Kette Bedürfnisse – Interessen – Wille – Normen – Verhalten. Dieser Prozess hat weitestgehend konsensualen Charakter. Durch ihn entstehen drei Normkategorien, namentlich die Rechtsnormen, die politischen Normen und die Moralnormen. Für die politischen Normen gilt der Grundsatz „ex consenso norma Politica oritur“.

4. Normen in Deklarationen/Resolutionen bringen einen consensus opinionis politicae generalis der Staaten zum Ausdruck. Politische Normen in konkreten Abmachungen politischen Charakters sind Ausdruck eines consensus voluntatis politicae der daran beteiligten Staaten. Aus politischer Normen erwachsen politische Verpflichtungen bzw. die politische Verbindlichkeit. Solche Verpflichtungen sind nach dem Grundsatz bona findes zu erfüllen. Andernfalls kommt es auf der Grundlage der politischen Verantwortlichkeit zu politischen Reaktivmaßnahmen. In diesem Falle sind vor allem die grundlegenden Prinzipien des Völkerrechts sowie spezielle Grundsätze, wie die Verhältnismäßigkeit, zu respektieren. Politische Normen können sich zu Rechtsnormen entwickeln.

5. Die Völkerrechtssoziologie ist die absolut notwendige und auch die passende völkerrechtswissenschaftliche, völkerrechtsfreundliche sowie völkerrechtsverteidigende Antwort auf die vorwiegend völkerrechtsnihilistisch, völkerrechtsleugnerisch und mitunter auch völkerrechtszerstörerisch ausgerichtete, betriebene und wirkende Wissenschaft von den Internationalen Beziehungen, insbesondere im Sinne des US-amerikanischen political sciences („Theory of International Relations“). Die Völkerrechtssoziologie weist weitestgehend die Vorzüge der Wissenschaft von den Internationalen Beziehungen auf, ohne jedoch ihre Mängel zu enthalten.

6. Politische Normen werden in der Regel dann geschaffen, wenn die Zeit für Völkerrechtsnormen noch nicht reif ist. Sie weisen in hohem Maße Dynamik, Anpassungsfähigkeit und Flexibilität auf. Politische Normen können zum Vorläufer von Rechtsnormen werden.

7. Politische Normen besitzen Aufforderungscharakter. Ihre wichtigsten Merkmale sind die folgenden: Sie werden von der politischen Überzeugung sowie von den politischen Interessen der Staaten bestimmt; sie regeln gesellschaftliche Verhältnisse; bei Verletzung besteht die Möglichkeit, Reaktivmaßnahmen (Sanktionen) politischen Charakters einzuleiten.

8. Für die politischen Normen gilbt der allgemein gehaltene Grundsatz bona fides.

Quelle : Panos Terz, Die Völkerrechtssoziologie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen. Defensio Scientiae Iuris inter Gentes in : Papel Politico, Pontificia Universidad JAVERIANA, Facultad de Ciencias Politicas y Relationes Internacionales, Vol. 11, No. 1 , 2006, pp. 261-303 )

Völkerrechtsphilosophie, Überblick

Völkerrechtsphilosophie, Überblick

1.Durch die teilweise naturrechtlich ausgerichteten Forderungen von Entwicklungsländern haben philosophische bzw. rechtsphilosophische Fragen des Völkerrechts an Bedeutung gewonnen.

2. Die Völkerrechtsphilosophie versteht sich als die Wissenschaft von der Anwendung philosophischer bzw. rechtsphilosophischer Erkenntnisse auf völkerrechtlich bedeutsame Materien in den internationalen Beziehungen.

3. Die Völkerrechtsphilosophie kann nicht isoliert von den anderen Säulen der Völkerrechtswissenschaft, vor allem von der Völkerrechtstheorie und der Völkerrechtssoziologie betrieben werden: Es darf zu keiner Verwechslung von Idealität und Realität, von Moralität und Normativität, von Rechtsvorstellungen und Rechtsnormen kommen.

4. Die Völkerrechtsphilosophie setzt sich aus den folgenden Bestandteilen zusammen: Theorie, Methodologie, Geschichte.

5. Die Theorie der Völkerrechtsphilosophie untersucht in erster Linie Wesen und Bedeutung der Völkerrechtsphilosophie, das Verhältnis der Völkerrechtsphilosophie zu den anderen Bestandteilen der Völkerrechtswissenschaft und durchdringt theoretisch alle Gegenstände der Völkerrechtsphilosophie selbst.

6. Zum Gegenstand der Völkerrechtsphilosophie gehören vor allem: Werte, Gerechtigkeit und Billigkeit, Gleichheit/Ungleichheit, Commune bonum humanitatis, Solidarität/Hilfeleistung, Moral, Moralnormen, Verantwortung, Pflicht, Interessen der gesamten Menschheit, Rechtsbewusstsein, Rechtsgefühl, System/Struktur.

7. Zu den Hauptkategorien der Völkerrechtsphilosophie gehören insbesondere die Werte (Gerechtigkeit und Billigkeit, Gleichheit, Commune bonum humanitatis, Interessen der gesamten Menschheit, Solidarität/Hilfeleistung) und die Moralnormen.

8. Die in Resolutionen der UN-Generalversammlung enthaltenen konkreten Moralnormen sind Ausdruck eines consensus opinionis moralis. Die allgemeinen Moralprinzipien (Commune bonum humanitatis, Gerechtigkeit, Verantwortung, Pflicht) bringen einen consensus opinionis moralis generalis zum Ausdruck.

9. Während die Rechtsnormen moralische Elemente enthalten, weist nicht jede Moralnorm rechtliche Aspekte auf. Moralnormen können im Rahmen des Normenbildungsprozesses Ausgangspunkt für juristische Regelungen werden. Unter Umständen können konkrete Moralnormen in Rechtsnormen umgewandelt werden.

10. Die Moralnormen stellen Verhaltensaufforderungen dar. Deswegen sind sie von den Staaten zu respektieren.

11. Aus der obligatio moralis ergibt sich die moralische Verantwortung. Bezüglich der Verpflichtungen aus den Moralnormen gilt nicht das Prinzip pacta servanda sunt, sondern vielmehr der allgemeine Grundsatz bona fides. Die Verletzung von Moralnormen zieht moralisch ausgerichtete Reaktivmaßnahmen (Sanktionen) nach sich.

Völkerrechtstheorie , Überblick

Völkerrechtstheorie , Überblick

1. Die Völkerrechtstheorie ist ein Bestandteil der Völkerrechtswissenschaft sowie ein Wissenschaftsgebiet in statu nascendi. Sie stützt sich größtenteils auf philosophische und teilweise auch auf rechtstheoretische Grundkenntnisse. Sie hat allgemeinen Charakter (Allgemeine Völkerrechtstheorie).

2. Die Völkerrechtstheorie stellt eine systematisch-logisch geordnete Menge von Aussagen bzw. Erkenntnissen über die gesamte Völkerrechtsordnung sowie über das Verhältnis der Bestandteile der Völkerrechtswissenschaft untereinander dar.

3. Zu den Gegenständen der Völkerrechtstheorie gehören vor allem das Wesen des Völkerrechts als Recht, das System und die Struktur des Völkerrechts und der Völkerrechtswissenschaft, die Prinzipien und Normen, das Völkergewohnheitsrecht, die „Allgemeinen Rechtsgrundsätze“, die Normenhierarchie, die Normenbildung und Normendurchsetzung, die Zweige und die Institute des Völkerrechts.

4. Die Völkerrechtstheorie besitzt empirische Durchdringungs-, analytische Ordnung-, Erklärungsnormative und prognostische Funktion.

Quelle :  Panos Terz, Die Völkerrechtstheorie, Versuch einer Grundlegung in den Hauptzügen, Pro theoria generalis Scientiae Iuris inter Gentes, in : Papel Politico, 2006/11/2, S.683-737. hrsg, von der Facultad de Ciencias Politicas y Relaciones Internacionales , Pontificia Universidad Javeriana.

Völkerrechtswissenschaft, Bestandteile, Überblick

Völkerrechtswissenschaft, Bestandteile, Überblick

Die Völkerrechtswissenschaft ist die Summe und das System von Kenntnissen, Erkenntnissen und Methoden über völkerrechtlich bedeutsame Materien. Ihr Gegenstand ist breiter als jener des Völkerrechts.

Die Völkerrechtswissenschaft hat folgende Bestandteile und zugleich Wissenschaftsgebiete in statu nascendi:

Völkerrechtstheorie, Völkerrechtsphilosophie, Völkerrechtssoziologie und Völkerrechtsmethodologie.

Weitere integrale Bestandteile der Völkerrechtswissenschaft existieren bereits: Völkerrechtsdogmatik, Geschichte des Völkerrechts und Geschichte der Völkerrechtswissenschaft.

Quelle :   Panos Terz ,  Die Polydimensionalität der Völkerrechtswissenschaft oder Pro scientia lata iuris inter gentes, in :  Archiv des Völkerrechts 30. Bd., No. 4, (1992), pp. 442-481

Εθνος , Εθνική Συνείδηση, Εθνική Ταυτότητα, Κρατική Συνείδηση, Λαός, Οχλος

Εθνος, Εθνική συνείδηση , Εθνική ταυτότητα, Λαός

Η εθνική συνείδηση είναι μεν απαραίτητη για την ύπαρξη ενός έθνους, αλλά μόνη της δεν αρκεί για να στηρίξει το κράτος που έχει εμπεδωθεί στην Ελλάδα στα μέσα του 19ου αι. Στην Ελλάδα η εθνική παραγκωνίσει έχει ευθύς εξ αρχής την κρατική συνείδηση , η οποία όμως είναι ακρως συγκεκριμένη,γιατί βασίζεται στην διαλεκτική αλληλοεξάρτηση μεταξύ του κράτους και του πολίτου. Από την κρατική συνείδηση απορρέουν μεταξύ άλλων η νομική, η φορολογική και η περιβαλλοντική συνείδηση.
Στην δεκαετία του 40 μας έχουν διδάξει στο Δημοτικό το εξής εθνικό :»Ελλην είναι το όνομά μου υπερήφανο τρανό, μάνα την Ελλάδα έχω και γι αυτήν θα πολεμώ». Γιατί όχι, «Ελλην… και γι ατήν θα εργασθώ» ;

Σύμφωνα με την διεθνή Πολιτολογία (Πολιτική Επιστήμη) και το Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο ο όρος ( terminus scientificus) Εθνος σημαίνει το εξής :

1. Μία ομάδα ανθρώπων έχει την πεποίθηση, ότι τα μέλη της έχουν κοινά εθνοτικά, πολιτισμικά, γλωσσικά, ιστορικά, γεωγραφικά και επίσης πολιτικά χαρακτηριστικά .
2. Μέσω αυτών των κοινών χαρακτηριστικών διαφέρουν από άλλες ομάδες ανθρώπων που αναδεικνύουν επίσης τα δικά τους κοινά χαρακτηριστικά όπως παραπάνω.
3. Αλλά εξαρτάται από το κριτήριο :
α) Συνδυασμός με το ήδη υπάρχον κράτος ( Κρατικό Εθνος), αν και φυσικά υφίσταται διαφορά μεταξύ του Εθνους και του Κράτους, γιατί μερικά κράτη είναι πολυεθνικά , και μερικά έθνη δεν έχουν ακόμη αποκτήσει δικό τους κράτος.
Στην περίπτωση του “Κρατικού Εθνους” συμπίπτουν η εθνική και η κρατική συνείδηση (προηγμένη Ευρώπη ) ή σημειώνεται μόνον η εθνική συνείδηση, ενώ δεν υπάρχει η κρατική συνείδηση ( ανεξαιρέτως όλες οι βαλκανικές χώρες) ως ένδειξη πολιτισμικής και πολιτικής καθυστέρησης.
Γενικά το κράτος μέσω της κυβέρνησης εκπροσωπεί διεθνώς το έθνος.
β) Συνδυασμός με τον πολιτισμό που σημαίνει, ότι το καθοριστικό στοιχείο ενός έθνους είναι ο κοινός πολιτισμός.
Εδώ η εθνική συνείδηση παίζει έναν σημαντικό ρόλο, ενώ η κρατική συνείδηση παραγκωνίζεται κάπως ή και λείπει εντελώς.
Οι Ελληνες που ζούν ανά τον κόσμο, θεωρούνται ως μέλη του ελληνικού έθνους, ανεξάρτητα από το αν κατέχουν και την ξένη ιθαγένεια ή μόνον την ιθαγένεια του κράτους , όπου ζουν.
Οι Τούρκοι π.χ. σε ευρωπαϊκά κράτη θεωρούν τον εαυτό τους ως μέλη του τουρκικού έθνους αν και πολλοί από αυτούς κατέχουν δίπλα στην τουρκική ήδη και την ιθαγένεια άλλων κρατών. Οι Τούρκοι ιθαγενείς της Γερμανίας π.χ. , έχουν μίαν ακραιφνή τουρκική εθνική συνείδηση.

Για τους Ελληνες εξαρτάται, από το α) έάν πρόκειται για την έννοια Ελλην σε συνδυασμό με την ιθαγένεια ως έκφανση της κρατικής συνείδησης ή β) εάν πρόκειται για την έννοια Ελλην ως εθνικός προσδιορισμός. Στην περίπτωση αυτή ο Ελλην μπορεί να κατέχει μεν την ιθαγένεια άλλου κράτους, αλλά να έχει εθνική ελληνική συνείδηση. Η εθνική συνείδηση παίζει καθοριστικό ρόλο σε περιπτώσεις που πρέπει να αποφασισθεί σε ποιό κράτος ανήκουν πληθυσμιακές ομάδες. Οταν π.χ. επρόκειτο να αποφασισθεί σε ποιο από τα δύο κράτη Ουζμπεκιστάν και Καζαχστάν ανήκουν πληθυσμιακές
ομάδες, έθεσαν ως βάση για την απόφαση αποκλειστικά την ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.

4. Η εθνική ταυτότητα αποτελείται από ένα σύνολο κοινών πεποιθήσεων, τρόπων συμπεριφοράς και συναισθημάτων που συνδέουν άτομα ή και ομάδες ανθρώπων που αισθάνονται ότι ανήκουν σε ένα έθνος αν και μπορούν να ζουν σε διαφορετικά κράτη και συνήθως δεν αλληλογνωρίζονται.

Πηγές
α) Εθνος
-Benedict Anderson, Die Erfindung der Nation. Zur Karriere
eines folgenreichen Konzepts, Frankfurt a.M./New York 2005, ISBN
978-3-593-37729-2.
-Eric J. Hobsbawm, Nationen und Nationalismus: Mythos und
Realität seit 1780, Frankfurt a.M. 2005-
-Karl W. Deutsch: Nationenbildung, Nationalstaat,
Integration. Düsseldorf 1972, ISBN 3-571-09087-X.

β) Εθνική ταυτότητα
-Joseph Jurt, Sprache, Literatur und nationale Identität,
Die Debatten über das Universelle und das Partikuläre in Frankreich und
Deutschland, Berlin 2014, ISBN 978-3-11-034036-5.
-Michael Metzeltin, Wege zur Europäischen Identität, Individuelle,
nationalstaatliche und supranationale Identitätskonstrukte,
Berlin 2010, ISBN 978-3-86596-297-3.
Συχνά δημοσιευθέν στην Καθημερινή,τελευταία φορά
στις 2.4.17.. 19.12.18). Το θέμα ήταν επί πολλά έτη αντικείμενο πανεπιστημιακών διαλέξεων. Εδώ πρόκειται για περίληψη.

———————————————-

Η ΕΘΝΙΚΗ συνείδηση είναι προϊόν του 19ου αι. !

ΟΙ Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαn τον όρο gens (Φύλο, Γεν. : gentis, Πληθυντ. gentes, gentium ) . Εκαναν διαχωρισμό μεταξύ του Ius civilis ( Δίκαιο των
(Ρωμαίων) πολιτών) και του Ius gentium (Δίκαιο των φύλων).
Οι “Πατέρες ” της επιστήμης του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου οι Ισπανοί Νομικοί και Θεολόγοι Francisco de Vitoria (15oς/16ος αι.) και Francisco de Suarez (16ος/17ος αι.) ονόμαζαν αυτό το δίκαιο Jus inter Gentes (Δίκαιο μεταξύ των Φύλων).

Τον 19οαι. έχει εμπεδωθεί ο επιστημονικός όρος Droit INTERNATIONAL Public ( Αγγλ.INTERNATIONAL Public law, Ισπαν. Derecho INTERNACIONAL Publico, Ιταλ. Diritto INTERNAZIONALE PUBBLICO, Γερμ. INTERNATIONALES Öffentlicheς Recht ).

Στην ελληνική γλώσσα προηγήθηκε η λέξη Εθνος, αλλά με την σημασία των Φύλων. Ετσι έχει δημιουργηθεί ένα μεγάλο πρόβλημα. Υπάρχουν και άλλα αυτού του είδους.
Το “Ιτε παίδες Ελλήνων” δεν έχει ουδεμία σχέση με την σύγχρονη εθνική συνείδηση. Ο παιάν εκφράζει μερικά κοινά (μυθολογία, θρησκεία, αξίες, ήθη
και έθιμα, και εν μέρει πολιτικές αντιλήψεις).
Το επίγραμμα του λυρικού ποιητού Σιμωνίδη του Κείου, αφιερωμένο στον Λεωνίδα και στους 300 πεσόντες μαχητές στις
Θερμοπύλες εκφράζει κάτι το κοινό :
“Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε // κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι
πειθόμενοι” .
Δεν έγινε όμως ποτέ λόγος για την Ελλάδα, αλλά υπήρχαν
άλλα φυλωνύμια ( ελληνικά φύλα, “εθνωνύμια”) όπως Αθηναίοι,
Σπαρτιάτες, Θηβαίοι, Μακεδόνες κτλ. , μεταξύ των οποίων επικρατούσε συχνότατα ΠΟΛΕΜΟΣ. Πικρές αλήθειες.
Υπενθυμίζουμε, ότι το γνωστό λατινικό γνωμικό bellum omnia contra omnes (πόλεμος όλων κατά όλων ) είναι ματάφραση από τα Ελληνικά και αντικατοπτρίζει τις σχέσεις μεταξύ των ελληνικών Πόλεων .
Ας λάβουμε επί τέλους την ιστορική αλήθεια υπ όψη και ας παρατήσουμε τις φαντασιώσεις αδαέστατων και ημιαμόρφωτων ελληναράδων.
Καθημερινή (4.9.16, 19.12.128)

———————————————

Λαός

Η  καθυστερημένη νεοελληνική Αριστερά έχει συστηματικά διαστρεβλώσει και την σημαντική έννοια Λαός., με την οποία εδώ έχουμε ήδη ασχοληθεί .  Βλέπε παρακάτω :
Λαός
α) Υπό το πρίσμα της ιστορίας :
Στην αρχαία Ελλάδα έχει επικρατήσει η έννοια Δήμος, το σύνολο των ελεύθερων πολιτών (οι σκλάβοι ήταν στην πλειονότητα) και η βάση της Δημοκρατίας.
Στην Ρώμη η έννοια Populus (ιστορικά ετρουσκικής προέλευσης) αφορούσε μόνον τους Patricii (Πατρίκιους, Αριστοκράτες), αλλά κατόπιν όλους τους ελεύθερους  Ρωμαίους. Για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα χρησιμοποιείτο
περιφρονητικά η έννοια Plebs (απλοί άνθρωποι).
Στα αρχαία Ιλλυρικά, Κελτικά και Γερμανικά χρησιμοποιείτο η έννοια Teuta με την σημασία «οπλισμένος λαός». Εξ αυτού και το εθνωνύμιο Teutones (Τεύτονες).
Η τελευταία βασίλισσα των Ιλλυρίων , την οποία νίκησε ο Ρωμαίος στρατηλάτης Πομπήιος, ονομαζόταν Teuta.

Η έννοια Λαός έπαιξε στα πλαίσια της Αστικής Γαλλικής Επανάστασης
σημαντικό ρόλο, γιατί le peuple de Paris (ο λαός του Παρισιού) έχει
αγνωνισθεί κατά του Ancien regime ( Παλαιού συστήματος), το οποίο
αυτονοήτως δεν ανήκε στο Λαό. Από εδώ ξεκίνησε και η σημαντικότατη
έννοια «κυριαρχία του λαού» ( «souverainete du peuple») ως ένα νέο και
προοδευτικό πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο.
Στα πλαίσια της Ρωσικής Επανάστασης του 1917 ήταν συνήθεια να χρησιμοποιείται η έννοια  Λαός ως κάτι το καταπιεσμένο και επαναστατικό. Ο Λένιν έχει αποτανθεί σε ένα διαγγελμά του «προς όλους τους λαούς».

Στα «σοσιαλιστικά –κομμουνιστικά» κράτη έχει επισημανθεί εντόνως ο ρόλος του λαού (π.χ. «Λαϊκή Δημοκρατία»), αν και επρόκειτο για την Δικτατορία του προλεταριάτου, στην ουσία δικτατορία του κόμματος.  Σύμφωνα με την ορολογία του απολιθωμένου ΚΚΕ στο λαό ανήκουν πρωτίστως η εργατική τάξη και η αγροτιά. Κάποτε έχει εμφανισθεί και το ενδιαφέρον υποκοριστικό «λαουτσίκος» ως έκφραση της «στοργής» του κόμματος για τους απλούς
ανθρώπους.

β) Υπό το πρίσμα της Εθνολογίας και της Κοινωνιολογίας :
Πρόκειται για μία μεγάλη ομάδα οργανωμένων ανθρώπων ομόγλωσσων, με την ίδια ιστορία την ίδια προέλευση και τον ίδιο πολιτισμό.

γ) Υπό το πρίσμα του Δημοσίου Δικαίου :

Ολοι οι κάτοικοι ενός κράτους που έχουν την ιθαγένεια του αποτελούν
ανεξάρτητα από την εθνοτική προέλευση, τον πολιτισμό, την παράδοση και
την θρησκεία τον λαό ως βάση της υπόστασής του. Στα Γερμανικά
σημειώνεται η επιστημονική έννοια “Staatsvolk” (Κράτος-Λαός).
Στα δημοκρατικά κράτη ο λαός είναι το φονταμέντο της δημοκρατίας.
δ) Υπό το πρίσμα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου :
Ο λαός συμπίπτει σε μονοεθνικά κράτη με το έθνος.

Ενώ ο λαός έχει στο εσωτερικό το δικαίωμα της κυριαρχίας, το έθνος
είναι φορέας του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης. Το κράτος εξασκεί το
δικαίωμα της κυριαρχίας στις διεθνείς διακρατικές σχέσεις. Προ της
ανεξαρτησίας των αποικιών ο ΟΗΕ έχει επισημάνει σε πολυάριθμες
διακηρύξεις το δικαίωμα των εθνών (και των λαών), γιατί υπήρχαν μεν από
πολιτική άποψη λαοί, αλλά δεν είχαν ακόμη το δικό τους κράτος.
Ενώ στην Ευρώπη τα έθνη έχουν δημιουργήσει δικά τους κράτη (έθνος-κράτος) , έχουν στις πρώην αποικίες πρώτα εμπεδωθεί τα κράτη  στηριζόμενα στο λαό
τους , και στα πλαίσια του κράτους άρχισε να δημιουργείται βαθμιαία μεν
το έθνος, αλλά σε πολλές περιπτώσεις υφίστανται ακόμη πολλά φύλα
(τριμπαλισμός).
Αυτός είναι ο λόγος που σε πολλά αφρικανικά κράτη δεν υπάρχει εθνική συνείδηση, γι αυτό τα υπάρχοντα φύλα αλληλοτρώγονται.
Τα θέματα ήταν επί πολλά έτη αντικείμενο πανεπιστημιακών διαλέξεων. Εδώ πρόκειται για περιλήψεις.Καθημερινή ( 5.3.17, 21.1.18, 31.8.18)

———————————————————————

Οχλος

Θουκυδίδης (Ιστ.6.89) πολύ υποτιμητικά για την μάζα : “όλοι δ ήσαν και επί των πάλαι και νύν οι επί το πονηρότερο εξήγον τον όχλον”.
Πλάτων :”ουκούν προς πολύν όχλον και δήμον ούτοι λέγονται οι λόγοι”.
Γαληνός πολύ έντονα : “ειπών προς τον όχλον απαιδεύτων δηλονότι πλήθος ανθρώπων ουκ ειδάτων” .
Βλέπε και οχλοκρατία, οχλαγωγία , οχλοβοή κτλ.
Πηγή : Γ. Μπαμπινιώτη, Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2010, 1012.

Στην αρχαία Ρώμη είχαν την έννοια  plebs ή και  plebeius, ενώ για τον λαό υπήρχε η έννοια  ή populus. Καθημερινή (8.2.18)

——————————————————————————-

Ελλάδα. Εθνος κράτος
(Αλέξης Παπαχελάς ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ (αρχισυντάκτης)
Λαμπρό έθνος, άχρηστο κράτος”,

Η Ελλάδα αποτελεί ένα Εθνος-Κράτος που σημαίνει, ότ το ελληνικό Εθνος έχει εμπεδώσει ως πραγματοποίηση της αυτοδιάθεσής του το δικό του κράτος, το οποίο ανταποκρίνετα πλήρως στο πολιτισμικό του επίπεδο.
Εν ολίγοις : Ενα βαλκανικό έθνος έχε δημιουργήσει το δικό του βαλκανικό κράτος, το οποίο διαφέρει πολύ από τα κανονικά ευρωπαϊκά κράτη.
Ας υποθέσουμε , ότι στην Ελλάδα θα ζούσε το ολλανδικό έθνος με το δικό του κράτος. Τότε θα ήταν η Ελλάδα όχι ένα βαλκανικό , αλλα ένα υπερεξελιγμένο ευρωπαϊκό κράτος.

Οι Ολλανδοί θα μετέτρεπαν την Ελλάδα σε ένα πλούσιο και ευνομούμενο κράτος, σε έναν πραγματικό παράδεισο.
Λοιπόν το πρυτανεύον πρόβλημα είναι ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ.
Αυτά τα περί “λαμπρού έθνους” είναι σε ό,τι αφορά την ύπαρξή του εδώ και 200 έτη, όχι μόνον περιττές , αλλά και γελοίες φαντασιώσεις. Θα ήταν τουναντίον προτιμότερο, να κάνουμε αντικειμενικό και όχι τεθλασμένο αντικατοπτρισμό της πραγματικότητας.
Ας παρατήσουμε λοιπόν τον εθνοναρκισσιστικό αυτοβαυκαλισμό. Καθημερινή (29.7.18)

 

 

Βυζάντιο, Ρωμαίοι και Ελληνες, Αρχαίος Πολιτισμός, Νεοέλληνες, Λαοί στη Μικρά ΑΣία

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας και το «ανάθεμα» στην Αρχαία Ελλάδα – Ένας ανεξήγητος πια αναχρονισμός

Π.Κ.

Κυριακή της Ορθοδοξίας. Πρόκειται για μία συνεύρεση των πιστών, των πολιτικών και στρατιωτικών ηγεσιών συμπεριλαμβανομένων, προκειμένου να εκφραστεί άπαξ ετησίως το συλλογικό ανάθεμα κατά του Ελληνικού Πνεύματος, της σκέψης δηλαδή των αποκαλουμένων «ειδωλολατρών».

Επί 1200 χρόνια τώρα επαναλαμβάνεται η διατύπωση των αναθεμάτων από το εκκλησίασμα και τον Κλήρο ως κατάλοιπο της Συνόδου της Νικαίας. Ένα κατάλοιπό, συμβολικό μεν αλλά προφανώς αναχρονιστικό και ανιστόρητο, το οποίο παραπέμπει σε αυτό που σύγχρονές κοινωνίες καταδικάζουν. Τι κοινωνίες των Αγιατολάχ και των Ταλιμπάν.

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας έρχεται κάθε χρόνο αυτήν την ημερομηνία για να θυμίσει, να ακυρώσει και να τιμωρήσει, έστω συμβολικά, κάθε αναφορά στον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό, στην σκέψη των σοφών και στα δημιουργήματα των προ Χριστού Ελλήνων.

Πρόκειται για πραγματική διχοτόμηση της συλλογικής συνείδησης αυτής της κοινωνίας. Μιλάμε για συλλογικό πνευματικό διπολισμό. Στην πραγματικότητα είναι το απόλυτο σουρεαλιστικό δημιούργημα της εκκλησιαστικής ηγεσίας στα σκοτεινά τότε χρόνια των ενδοεκκλησιαστικών αναταραχών και της πάλης για την εξουσία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών φατριών του Βυζαντίου.

Οι ίδιοι πιστοί οι οποίοι κραυγάζουν τρείς φορές «ανάθεμα» είναι αυτοί που συλλογικά αναγνωρίζουν πώς το Ελληνικό Πνεύμα, αυτή η συλλογική αναφορά μας, βασίζεται σε ένα πολύ μεγάλο  ποσοστό της στην πνευματική παραγωγή της Αρχαίας Ελλάδας.

Είχε ειπωθεί πώς η Εκκλησία και η Πολιτεία θα προχωρούσαν συναινετικά στην απάλειψη αυτής της ακατανόητης για τα σημερινά δεδομένα αυτού του πρωτοκόλλου αναθέματος το οποίο στην τελική προσβάλει και όλους όσους μελετούν, εξηγούν και αναπαράγουν την σκέψη ενός Ηράκλειτου, ενός Πλάτωνα, ενός Αριστοτέλη, ενός Θουκυδίδη.

Πέραν τούτου αυτή η επαναλαμβανόμενη «ιστορική ασυνέπεια έναντι της συλλογικής μας ιστορικής συνείδησης αποτυπώνει και την απίστευτη υποκρισία κάποιων ταγών οι οποίοι με την ίδια άνεση αναθεματίζουν την Αρχαία Ελλάδα και την αμέσως επόμενη στιγμή προστρέχουν σε αυτήν για να διαλαλήσουν προς τους κουτόφραγκούς και όχι μόνον πώς το Ελληνικό Πνεύμα είναι ένα και το αυτό και πώς η ιστορική πορεία του είναι συνεχής και αδιάκοπη. Μιλάμε για τους Υπουργούς Πολιτισμού, τους Πολιτικούς, που ακροβατούν μεταξύ σοβαρότητας και ιλαροτραγωδίας. Τελικά αυτές οι συμπεριφορές; Καταλήγουν σε κλαυσίγελο.

Δείτε και κυρίως ακούστε το «ανάθεμα» κατά την λειτουργία της Κυριακής της Ορθοδοξίας διότι συχνά δεν δίνουμε σημασία στις λεπτομέρειες οι οποίες όμως είναι συχνά καθοριστικές στην αποτύπωση της συλλογικής μας συνείδησης και μνήμης. Ζούγκλα (14.3.22)

__________________________________________________________

Το Imperium Romanum Orientalis (Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η έκφραση “Βυζαντινή Αυτοκρατορία” έχει διατυπωθεί τον 19ο αι. και αποτελεί έναν terminus scientificus) αποτελείτο σύμφωνα με την ιστορική επιστήμη στην Ευρώπη από τα εξής συστατικά στοιχεία :
α) Πολυεθνική.
β) Ελληνικός πολιτισμός σε συνδυασμό με τον Χριστιανισμό.
γ) Η Ελληνική γλώσσα ως επίσημη αυτοκρατορική γλώσσα ( έως τα μέσα του 6ου αι. η Λατινική γλώσσα).
δ) Ρωμαϊκή αυτοκρατορική διοίκηση .
ε) Ρωμαϊκό Δίκαιο : Jus Romanum ( πρωτίστως Codex Iustinianus , αργότερα Corpus civilis ).
ζ) Romani (Ρωμαίοι, αργότερα στον ελλαδικό χώρο Ρωμιοί) ως υπήκοοι. Καθημερινή (6.5.18)

——————————————————————————————————

Βυζάντιο μεταξύ της Αρχαιότητας και της Δύσης , Ελλάς-Κληρονόμος του Βυζαντινού Πολιτισμού

Βυζάντιο, Ρωμαίοι και Ελληνες, Αρχαίος Πολιτισμός, Νεοέλληνες, Λαοί στη Μικρά Ασία

Είναι ιστορικό γεγονός, ότι όλοι οι υπήκοοι της ΡΩΜΑΙΚΗΣ αυτοκρατορίας ανεξάρτητα από το φύλο και την εθνότητα ήταν Romani (Ρωμαίοι εξ ου αργότερα Ρωμιοί), όχι Ελληνες, μια που η λέξη Ελλην έχει επι αιώνες απορριφθεί και ως ειδωλολατρική απαγορευθεί. Πολύ αργότερα την έχουν εν μέρει επανακαλύψει.
Η επικράτηση της ελληνικής γλώσσας και του ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΙΚΟΥ (όχι μόνον του ελληνικού) πολιτισμού δεν σημαίνει, ότι υπήρχε κάποια ελληνικότητα. Εως τον 19ο αι. έχουν  επικρατήσει τα εθνωνύμια  Ρωμιός και Γραικός. Κατόπιν έχει εισαχθεί το εθνωνύμιο Ελληνας.Το ίδιο έκαναν επίσης τον 19ο αι. και οι Valahi και οι  Moldavi , οι οποίοι έχουν προσδώσει στη χώρα τους επίσημα την ονομασία Romania  και έχουν αυτονομασθεί  Romani.  Μέσω ένός τεχνάσματος έχουν μετατραπεί οι Βαλκάνιοι Βλάχοι και Μολδαβοί σε ευρωπαίους Ρωμαίους.Ο επικρατών πολιτισμός δεν έχει πολύ σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ή το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Ο χριστιανισμός έχει κατ αρχάς καταστρέψει το ελληνικό πνεύμα. Υστερα από τον 8ο αι. ανακάλυψαν οι Ρωμαίοι πάλι τα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων (πρωτίστως Πλάτωνα και Αριστοτέλη) μεν, αλλά η ενασχόληση με αυτά είχε φιλολογικό και σχολαστικιστικό και όχι δημιουργικό χαρακτήρα, ενώ ύστερα από την Αναγέννηση στην Ευρώπη έχει συστηματικά αξιοποιηθεί το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Η Ευρώπη δεν έχει παραλάβει σχεδόν τίποτα το καθαρώς βυζαντινό, ενώ ο βυζαντινός πολιτισμός και η  περιβόητη βυζαντινή νοοτροπία έχουν μια συνέχεια στο νεοελληνικό κράτος και στους Νεοέλληνες.

Ετσι οι Νεοέλληνες έμειναν στα κατάβαθα της ψυχής των ΑΝΑΤΟΛΙΤΕΣ, που δεν καταλαβαίνουν ή και μισούν την Δύση του κοσμοϊστορικού ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ. Εχει δημιουργηθεί ένα επικίνδυνο πολιτισμικό και μορφωτικό αδιέξοδο, στην δημιουργία του οποίου έχουν πρωτοστατήσει η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Θεολόγοι της.

Καθημερινή (4.9.16, 24.4.17)

——————————————————————–

Ασπόσπασμα από τη μελέτη  εδώ στο Μπλογκ μου “Βυζάντιο μεταξύ της Αρχαιότητας και της Δύσης , Ελλάς-Κληρονόμος του Βυζαντινού Πολιτισμού ” , 9. Προβλήματα, Ελλειψη δημιουργικότητας

Εν τούτοις διαπιστώνουμε στον τρόπο αξιολόγησης της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς και μεγάλα προβλήματα. Υστερα από την ανακήρυξη του Χριστιανισμού σε αυτοκρατορική θρησκεία, δηλαδή σε ένα πολιτικό εργαλείο του κράτους ( γνωστό φαινόμενο σε όλες τις θρησκείες ), άρχισε η εποχή των μεταφυσικών εικασιών , του μυστικισμού και των θεολογικών οικοδομημάτων στην αφάνταστη αοριστολογία πολύπλοκων και ακατανόητων επουρανίων θεμάτων ( 1+1+1=1 και άλλα «υπερβατικά»).

Η βασική Κοσμοαντίληψη του Βυζαντίου σε όλην την διαδρομή της και σε συνέχεια της Ανατολικής Ορθοδοξίας έγκειται στο ό,τι μέσω της «θείας Αποκάλυψης» έχει ολοκληρωθεί και περατωθεί η ανθρώπινη πρόοδος. Εδώ όμως πρόκειται για μίαν άκαμπτη, μη δυναμική και πρωτίστως μη δημιουργική αντίληψη περί του πολιτισμού και της προόδου. Η προσέγγιση στα έργα των αρχαίων ημών έχει συντελεσθεί ύστερα από τον 8ο αι. κυρίως με σεβασμό, αλλά με λίαν φιλολογικό που σημαίνει με στείρον τρόπο, ο οποίος βρίσκει την ολοκλήρωσή του στην ενασχόληση με γραμματική, συντακτική και πρώτα από όλα με συνεχή και αιωνία επανάληψη. Η κριτική σκέψη ήταν υποανάπτυκτη.

Κατά την ταπεινή μου γνώμη εδώ εστιάζεται ο εθισμός των Νεοελλήνων στην αποστήθιση και στην παπαγαλία. Επίσης εδώ βρίσκονται οι αιτίες για την έλλειψη της δημιουργικότητας ως καθοριστικού στοιχείου  της Ορθοδοξίας και ως ένδειξη μίας ανορθολογικήςκασι σκοταδιστικής  βυζαντινολατρείας.  Ολα αυτά τα έχουμε βιώσει στην δεκαετία του  50 του περασμένου αιώνα ως θύματα της καθυστερημένης νεοελληνικής παιδείας στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο».

————————————————————

Βυζάντιο, Πολιτισμός, Επιγραμματικά

Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Imperium Romanum Orientalis) βασιζόταν πολιτιστικά έως τον 7ο αι. στον ρωμαϊκό πολιτισμό, ύστερα στον ελληνικο πολιτισμό, στην ελληνική γλώσσα,στην ρωμαϊκή αυτοκρατορική ιδέα και πάντα στο ρωμαϊκό δίκαιο.Ο επιστημονικός όρος Βυζαντινή Αυτοκρατορία έχει εφευρεθεί τον 19ο αι. από ειδικούς ιστορικούς. Ιδέ εκτενέστατα στο  Μπλογκ μου  δύο μελέτες περί του θέματος. Τα Νέα (2.5.15)

————————————————————-

“το Βυζάντιο είναι βουτηγμένο στο αίμα. Εικονομαχίες, Στάση του Νίκα, ιερείς που, με τα αιρετικά, βάζουν τον στρατό να σκοτώσει αντ’ αυτών… «Οι εικονομαχίες δεν είναι πολιτικό θέμα. Η Στάση του Νίκα δεν είναι επανάσταση, είναι σαν να καίνε την Αθήνα. Καίνε την Πόλη, σκοτώνουν τους πάντες, αλλά δεν υπάρχει το διχαστικόν του γένους. Και είναι βουτηγμένο στο αίμα, επειδή αυτοκρατορία και χριστιανισμός είναι δύο πόλοι που κάνουν την αρμονία του Βυζαντίου…”, Γύυκατζη-Αρβελέρ, Το Βήμα (9.1.17)

Με το θέμα της δημιουργίας του ελληνικού κράτους, υπάρχει μεγάλη σύγχυση. «Εχετε δίκιο. Διατείνομαι μαζί με πολλούς άλλους, Σβορώνο κ.λπ., ότι η Ελλάδα ως απτή πραγματικότητα, είναι μετά το 1261, όταν τέλειωσε η Φραγκοκρατία, δηλαδή όταν ξαναπήραν την Πόλη οι Βυζαντινοί, και το ελληνικό κράτος δεν έχει δημιουργηθεί ακόμη· είναι Βυζάντιο. Εγώ θα τοποθετούσα την ίδρυσή του το 1830, όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα», Συνέντευξη , Γλύκατζη-Αρβελέρ , Το Βήμα (9.1.17)

Και η λέξη Ελληνας εξαφανίζεται. «Επειδή στα βυζαντινά σήμαινε ειδωλολάτρης. Απαγορευμένη, μέχρι τον 12ο αιώνα περίπου. Οταν, όμως, οι Φράγκοι ήρθαν και τα έκαναν λίμπα εδώ, η λέξη επανήλθε. Γράφει ο Πλήθων στον Μανουήλ Παλαιολόγο: “Ελληνες γαρ το γένος εσμέν, ως η ημετέρα γλώσσα και παιδεία μαρτυρεί”. Εμένα δεν με νοιάζει Ελλην ή Ρωμιός, αλλά με νοιάζει η ρωμιοσύνη που είναι σύγκαιρη, δηλαδή αιωνία. Και ο Παλαμάς και ο Ρίτσος και άλλοι τα ίδια, δεν μπορούμε να τα σβήσουμε. Και όταν θυμόμαστε τη ρωμιοσύνη, πρέπει να σκεπτόμαστε μόνον το Βυζάντιο, το οποίο ούτε διδάσκουμε», Συνέντευξη, Γλύκατζη-Αρβελέρ, To Βήμα, 9.1.17

—————————————————————–

Βυζαντινόςπερί Τούρκων και Λατίνων

Λούκαρης Νοταράς, ο ανώτερος Βυζαντινός υπουργός :

„Καλύτερα  να δω  στη μέση της Πόλης το τούρκικο τουρμπάνι παρά την λατινική μίτρα“

—————————————————- ———————-
Ελλην, Εννοια ήδη στο Μεσαίωνα, Λαοί στη Μικρά Ασία

Στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σημειώνεται ιδιαιτέρως τον 13ο, 14ο και 15ο αι. πληθώρα γνώμεων περί την έννοια Ελλην. Ως πηγή αναφέρω τον μεγάλο ιστορικό Απόστολο Βακαλόπουλο, Πηγαί της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, Ι. Θεσσαλονίκη 1969).
Εδώ αναφέρω τον Φιλόσοφο και Θεολόγο Γεώργιο Γεμιστό (1355 – 1452), που αυτονομάσθηκε Πλήθων, ο οποίος έχει επισημάνει την γνώμη του περί της ελληνικότητας περιοχών σε πολλές πολλές επιστολές σε ανώτατους λειτουργούς της Αυτοκρατορίασς, όπως π. χ. στον Αυτοκράτορα Εμμανουήλ Παλαιολόγο το 1412 : ” Λοιπόν είμαστε βέβαια Έλληνες στην καταγωγή εμείς, τους οποίους κυβερνάτε και είσθε
βασιλείς, όπως μαρτυρεί η γλώσσα και η πατροπαράδοτη Παιδεία. Δεν μπορεί δε να βρεθεί οικειότερη Χώρα για τους Έλληνες από την Πελοπόννησο και την Χώρα της Ευρώπης, που είναι κοντά σε αυτήν και τα γειτονικά νησιά. Γιατί όπως φαίνεται βέβαια, οι Έλληνες κατοικούσαν πάντοτε σε αυτήν την Χώρα, οι ίδιοι όσο θυμούνται άνθρωποι, χωρίς να έχουν κατοικήσει άλλοι πριν από αυτούς.”

Στο “Χρονικόν του Μορέως” συντελείται μία ενδιαφέρουσα διευκρίνιση περί την καταγωγή και την ονομασία των κατοίκων :
“Διαβάντα γαρ χρόνοι πολλοί αυτείνοι οι Ρωμαίοι Έλληνες είχαν το όνομα, ούτω τους ονόμαζαν,πολλά ήσαν αλαζονικοί, ακόμη το κρατούσιν- από την Ρώμη επήρασι το όνομα των Ρωμαίων”.

Λοιπόν : Στον ελληνικό χώρο (στερεά, και νησιά, καθώς και στην Δυτική Μικρά Ασία και στον Πόντο από την Σινώπη έως την Τραπεζούντα ζούσαν μεν Ελληνες, αλλά έως τον 8ο αι. δεν χρησιμοποιείτο η έννοια Ελλην, για τί θεωρείτο ειδωλολατρική. Πολύ αργά έχει επανεφανισθεί μεν αυτή η έννοια, αλλά στην απέραντη Μικρά Ασία ζούσαν επί χιλιάδες έτη πανάρχαιοι λαοί.

Οι εξής λαοί και εθνότητες έζησαν στην Μ.Α. (πηγή : Γ.Κ.Σκαλιέρης, Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας, Αθήναι, 1922, Υλικό από το Σουλτανικό Αρχείο.

α) Στην αρχαιότητα : Πρωτοχάττες, Χιττίτες (υπερπολιτισμένοι), Κάρες, Χουρρίτες, Λούβιοι,Χάλυβες ( εξ ου και χάλυψ στα Ελληνικά ), Φρύγες ( αρχικά στην αρχαία Μακεδονία Μπρύγες ), Μύσιοι, Λύκιοι, Λύδιοι, Βιθυνοί,
Καππαδόκες,Έλληνες.
β) Ακόμη στις αρχές του 20ου αι. ζούσαν οι εξής εθνότητες : Έλληνες (Μικρασιάτες, Πόντιοι), Αρμένοι, Μιγγρέλοι, Κόλχοι, Κούρδοι,Παφλάγονες, Λάζοι, Σάννοι, Αμπαζάδες, Αβασγοί, Μαρωνίτες, Ανσαρίτες, Ερυθίνοι, Καππαδόκες, Ίσαυροι, Κιρκάσιοι, Λυκάονες, Τάταροι, Εβραίοι,
Άραβες, Πομάκοι, Γιουρούκοι, Βόσνιοι, Αθίγγανοι, Μαρωνίτες, Ανσαρίτες, Σελτζούκοι, καθ ευτού Τούρκοι ( μειοψηφία ), Τουρκομάνοι (πρωτίστωςποιμένες, ακόμη και σήμερα μογγολική φυσιογνωμία ).
Θα ήταν ακρον άωτον του υπερεθνικισμού, της ανιστορικότητας και της γελοιότητας να θεωρούμε όλους αυτούς τους πληθυσμούς Ελληνες.

Καθημερινή (2016, 2

________________________________________________________

Τα ονόματα Βυζάντιο, Βυζαντινός, Ελλάδα, Ελληνικός, Ρωμαίος και Ρωμαϊκός στο πέρασμα των αιώνων – Πότε και από ποιους χρησιμοποιήθηκαν;  – Ποια επικράτησαν;

Σε πολλά άρθρα μας που αναφέρονται στη βυζαντινή περίοδο, κυρίως, έχουμε διαβάσει δεκάδες σχόλια αναγνωστών οι οποίοι θεωρούν ότι η βυζαντινή αυτοκρατορία δεν είχε τίποτα ελληνικό και «πατώντας» πάνω σ’ αυτό το επιχείρημα (;) ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει συνέχεια του ελληνισμού και ότι οι αγωνιστές του 1821 ήταν ένα συνονθύλευμα από Αλβανούς, Σλάβους και διάφορους άλλους που δημιούργησαν ένα κράτος χάρη στη μεγαλοψυχία των Ευρωπαίων που με τη νίκη τους στη ναυμαχία του Ναβαρίνου, χάρισαν την ελευθερία σε όλους αυτούς οι οποίοι κατά την άποψη των αναγνωστών δεν είχαν καμία σχέση με τους αρχαίους Έλληνες. Αρκετοί αναγνώστες αντικρούουν με άλλα σχόλια αυτές τις απόψεις αλλά και εμείς όταν βρίσκουμε χρόνο εκφράζουμε τις απόψεις μας που είναι λίγο-πολύ γνωστές. Σήμερα όμως θα δούμε τι γράφει, επικαλούμενος πάμπολλες πηγές, ένας από τους κορυφαίους Έλληνες βυζαντινολόγους, ο Διονύσιος Α. Ζακυθηνός (1905-1993).

Τι ήταν το βυζαντινό κράτος;

 

Διονύσιος Α. Ζακυθηνός

 

 

Σύμφωνα με τον Α. Heisenberg στο έργο του «Staat und Gesellschaft des byz. Reiches: Die Kutur der Gegenwart» Β’, 4,1,1923, σελ. 364, Βυζάντιο είναι το «εκχριστιανισμένο Ρωμαϊκό Κράτος του Ελληνικού Έθνους». Ήταν δε ο χώρος της πολιτικής και πνευματικής σταδιοδρομίας του μεσαιωνικού Ελληνισμού. Η Βυζαντινή αυτοκρατορία πρέσβευε ως μοναδική θρησκεία τον Χριστιανισμό τον οποίο δέχεται ως υπέρτατη πνευματική αρχή. Χρησιμοποιούσε την ελληνική γλώσσα και δεχόταν ως μοναδική παιδεία την ελληνική. Από τα μέσα του 7ου αιώνα σαφώς ταυτίζεται με την ιστορία του Ελληνικού Έθνους και τείνει να αποβεί ο χώρος της πολιτικής και πολιτιστικής του δραστηριότητας.

Οι όροι Βυζάντιο, Βυζαντινός (και Βυζαντιακός)

Σήμερα έχει επικρατήσει η συνήθεια το εκχριστιανισμένο Ρωμαϊκό Κράτος να το ονομάζουμε Βυζάντιο και Βυζαντινό κλπ. Τα ονόματα Βυζάντιο(ν), Βυζαντίνος και Βυζαντιακός ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκαν από τους Έλληνες του Μεσαίωνα. Σύμφωνα με αυτούς, Βυζάντιον, Βυζαντίς και Βυζαντίων πόλις ήταν η Κωνσταντινούπολη, ο δε κάτοικος αυτής ονομαζόταν Βυζάντιος. Εξαίρεση ίσως αποτελούν τα έργα των ιστορικών Πρίσκου «Ιστορία Βυζαντινή» και Μάλχου «Βυζαντιακά». Στα Λατινικά, ο όρος Byzantinus χρησιμοποιείται κυρίως σε χωρία συγγραφέων του 4ου και του 5ου αιώνα όπως του Κλαυδιανού («…Byzantinos procures Graios due Quirites») υπάρχουν σχετικές αναφορές. Ο όρος «Βυζαντινός» κατά τους νεότερους χρόνους, εμφανίζεται σε έργα Τούρκων συγγραφέων γραμμένων στα Λατινικά μετά την άλωση της Πόλης και δηλώνει κυρίως τους λόγιους που εγκαταστάθηκαν στη Δύση. Πάντως η γενίκευση του όρου «Βυζαντινός» άρχισε το 1562 από τον Hieronumus Wolf που χρησιμοποίησε τον τίτλο «Corpus Byzantinae Historiae». Μετά το 1562, τα ονόματα Βυζάντιο(ν) και Βυζαντινός άρχισαν να διαδίδονται και να παγιώνονται με τη «Βυζαντίδα» του Λούβρου (1648) ενώ λίγο αργότερα ο Ιησουίτης Philippe Labbe (1607-1667) εξαίρει την «Βυζαντινήν Ιστορίαν». Οι όροι Βυζάντιο(ν) και Βυζαντινός επικράτησαν οριστικά με το έργο του θεμελιωτή των Βυζαντινών σπουδών Charles Du Change «Ηistoria Byzantina» (1680).

 

 


Όμως στη νεότερη ιστοριογραφία χρησιμοποιήθηκαν και άλλα ονόματα για τη δήλωση της Μεσαιωνικής Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Έτσι ο Anselm Banduri χρησιμοποίησε στο έργο του «Imperium orientale sive Antiquitates Constantinopolitanae» (1711) τον όρο Ανατολική Αυτοκρατορία σε αντιδιαστολή με το Δυτικό Ρωμαϊκό Κράτος. Επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα επικράτησε στην επιστημονική ορολογία το όνομα “Bas Empire” δηλαδή «Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό Κράτος» το οποί επιβλήθηκε κυρίως με το έργο του Charles Le Bean «Ηistoire du Bas-Empire». Ιδιαίτερα συχνή ήταν και η χρήση του όρου «Ελληνική αυτοκρατορία». Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου στα μεσαιωνικά χρόνια όφειλαν να φέρουν τον τίτλο Imperatoris Romani. Έτσι το Βυζαντινό κράτος ονομαζόταν Imperium Graecum και Empire Grec ή Empire Grec d’ Orient («Ελληνική Αυτοκρατορία» και «Ελληνική Αυτοκρατορία της Ανατολής»). Τον όρο Empire Grec χρησιμοποίησε από τους πρώτους ο Montaigne (1533-1592) και παρόλο ότι το όνομα αυτό έπεσε σε αφάνεια, Γάλλοι ιστορικοί και ερευνητές του 19ου αιώνα όπως ο Alfred Rambaud στο βιβλίο του «L’ Empire Grec an dixieme siècle Constantine VII Porphyrogenete» (Παρίσι, 1870) («Η Ελληνική Αυτοκρατορία τον 10ο αιώνα. Κωνσταντίνος VII ο Πορφυρογέννητος»). 
Από ελληνικής πλευράς, οι όροι Βυζάντιο, Βυζαντινός και Βυζαντιακός γενικεύονται από τις αρχές του 18ου αιώνα. Ο Αδαμάντιος Κοραής χρησιμοποιεί τους όρους «Βυζαντινή Ιστορία» (1805) και Βυζαντινός Ελληνισμός» (1811). Σε μετάφραση του Δημήτριου Αλεξανδρίδη που καταγόταν από τον Τύρναβο ο τίτλος είναι: «Ιστορία των του Βυζαντίου αυτοκρατόρων» (Βιέννη, 1807). Αργότερα (1857), ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος τιτλοφορεί το έργο του «Βυζαντιναί Μελέται. Περί πηγών Νεοελληνικής εθνότητας από Η’ άχρι Ι’ εκατονταετηρίδος» (Αθήνα, 1857).Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος δεν δεχόταν τους όρους Βυζάντιο και Βυζαντινός και έκανε λόγο για μεσαιωνικό ελληνισμό. Το ίδιο έκανε και ο ιστορικός και πολιτικός Σπυρίδων Λάμπρος στην «Ιστορία της Ελλάδος». Πολύ σωστά βέβαια και οι δύο συμπεριέλαβαν στα έργα τους την Βυζαντινή περίοδο. Μια τελευταία προσπάθεια από ιστορικούς όπως οι B. Bury, Ernst Stein κ.ά. να επαναφέρουν τους όρους Μεταγενέστερο και Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος έπεσε στο κενό. Έτσι το επίθετο Βυζαντινός χωρίς μειωτικούς και χλευαστικούς χαρακτηρισμούς, επικράτησε οριστικά στην επιστημονική ορολογία (L. Brehier, “Byzance et Empire Byzantine”, 1929-1930).


Τα ονόματα Ρωμαίος, Ρωμαϊκός και ΡωμανίαΟι Βυζαντινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους άμεσους διαδόχους του Ρωμαϊκού κράτους και συνεχιστές της Ρωμαϊκής παράδοσης. Έτσι το επίθετο Ρωμαϊκός επικράτησε στους Έλληνες των μέσων χρόνων, για δήλωση όλων των εκδηλώσεων του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Η επικράτειά τους ήταν Ρωμαϊκή, Ρωμαίοι, Ρωμείς και μερικές φορές Αύσονες και Αυσονίτες (από το όνομα των κατοίκων της ιταλικής Αυσονίας), ήταν οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας. Ρωμαΐς γη, Ρωμανία ή και Αυσονία ήταν η χώρα τους. Οι αυτοκράτορες, ως και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο έφεραν τον τίτλο “πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων”. Με το Διάταγμα του Καρακάλα το 212, δινόταν η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους ελεύθερους μη ρωμαϊκής καταγωγής πολίτες της αυτοκρατορίας και η λέξη Ρωμαίος σήμαινε γενικότερα τον πολίτη της Ρωμαϊκής επικράτειας. Μέχρι σήμερα, το όνομα Ρωμαίος- Ρωμιός, δηλώνει τον επικρατέστερο εθνικά, γλωσσικά και πολιτιστικά λαό της πρώιμης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δηλαδή τους Έλληνες.

Το όνομα Ρωμανία, άρχισε να χρησιμοποιείται από το πρώτο μισό του 4ου αι για δήλωση του δυτικού τμήματος του Ρωμαϊκού κράτους, στη συνέχεια όμως επεκτάθηκε και στο Ανατολικό. Με το όνομα Ρωμανία, Έλληνες και ξένοι δήλωναν αργότερα τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, μερικές φορές δε και συγκεκριμένες περιοχές με τις οποίες οι ξένοι έρχονταν σε επικοινωνία, κυρίως τη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Μολυβδόβουλα του 8ου αιώνα, αναφέρουν ότι οι θρακικές πόλεις Δεβελτό και Φιλιππούπολη ανήκουν στη Ρωμανία.
Οι Λατίνοι που κατέλαβαν την Κων/πολη και άλλες περιοχές του Βυζαντίου το 1204, ονόμασαν την αυτοκρατορία τους «Romania» ή «Imperium Romaniae».Ο δόγης της Βενετίας πρόσθεσε στους τίτλους του αυτόν του δεσπότη του τέταρτου μέρους και του τέταρτου και μισού της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας: “Dominus duartae partis et dimidiae totius Imperii Romaniae”. Η κυρίως Ελλάδα και η Πελοπόννησος, δηλώνονταν με το όνομα Romania. Ο Μαρίνος Σανούδος ο πρεσβύτερος έγραψε την “Istoria del Regno di Romania”, ενώ η κωδικοποίηση των φεουδαρχικών εθίμων της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα έλαβε τον τίτλο “Assises de Romania”. Οι Βενετικές πηγές διακρίνουν τη Romania Bassa, που περιλάμβανε την Πελοπόννησο, την Εύβοια, την Κρήτη και τα νησιά και τη Romania Alta, που περιλάμβανε τις ακτές της Μακεδονίας και της Θράκης, ως τα Στενά. Χαρακτηριστικό είναι ότι μέχρι τα νεότερα χρόνια το Ναύπλιο ονομαζόταν Napoli de Romania. Η δημοτική ποίηση του Πόντου, διατήρησε το όνομα Ρωμανία με το οποίο δηλωνόταν το Βυζαντινό κράτος, σε αντιδιαστολή ίσως με το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας, «των αυτοκρατόρων και βασιλέων πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας», όπως αυτοί αποκαλούνταν. 
Πηγή: ΔΙΟΝ. Α. ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ “ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 324-1071″, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ, Γ’ Έκδοση 2015.

 

Ευρωπαίοι, Μετακινήσεις και Συγχωνεύσεις μερικών Λαών (Γερμανοί, Ούννοι, Βικινγκες, Νορμανδοί, Μαγιάρι

Ευρωπαίοι, Μετακινήσεις και Συγχωνεύσεις μερικών Λαών (Γερμανοί, Ούννοι, Βικινγκες, Μαγιάρι, Συνοπτικά

1.Η “Μετακίνηση των Γερμανικών φύλων ” (καθιερωμένος επιστημονικός όρος στην Ευρώπη ) έλαβε χώραν κυρίως τον 4. και τον 5ο αι. μ.Χ. Σε αυτήν έχουν
συμμετάσχει οι Γότθοι από την Σκανδιναβία (έφθασαν έως την Κριμαία και από εκεί κατευθύνθηκαν μέσω της Κεντρικής Ευρώπης και της Βόρειας Ιταλίας έως την Ισπανία).

Οι άλλοι γερμανικοί λαοί έχουν κινηθεί προς την Νότια, την Δυτική, την Ανατολική Ευρώπη και προς την Βρεταννία (Σάξονες , Αγγλοι).Το πιο σημαντικό γερμανικό φύλο ήταν οι Φράγκοι (Franken : ελεύθεροι), οι οποίοι έχουν εγκαθιδρύσει μίαν τεράστια αυτοκρατορία κασι έθεσαν τ Ετσι έχει μεταβληθεί το όνομα  Γαλλία σε France.

2. Από τα βάθη της Ασίας έφθασαν μόνον οι
μογγολικοί Ούννοι, οι οποίοι ύστερα από μίαν ήττα στην Γαλία έχουν βαθμιαία πάλι εγκαταλείψει την Ευρώπη. Μόνον
μερικές χιλιάδες έμειναν στην Ουγγαρία. Τον 9ο αι. έφθασαν πάλι απο την Ασία στην Ουγαρία οι Μαγιάροι και συγχωνεύθηκαν με τον εντόπιο πληθυσμό.

Περίπου την ίδια εποχή πέρασαν οι μογγολικοί Πρωτοβούλγαροι τον Δούναβη και εγκαταστάθηκαν στην Βουλγαρία και κατόπιν συγχωνεύθηκαν με τον σλαβικό πληθυσμό.

3. Οι Βίκινγκες έχουν φθάσει στην Γαλία ( αργότερα Νορμανδοί :Βόρειοι άνδρες), στην Βρεταννία και στην Ρωσία (“Βαρέγγοι”) μεταξύ του 8ου και του 9ου αι.

-Νορμανδοί, Αγγλικά

Οι Νορμανδοί (Βόρειοι άνδρες) καταγόνταν από την Σκανδιναβική, εγκαταστάθηκαν τον 8o-9o αι. στην Βόρεια Γαλλία (εξ ου και Normandie) , παρέλαβαν ταχέως και ριζικά τον γαλλικό πολιτισμό, έμαθαν την ΝΕΟΛΑΤΙΝΙΚΗ γαλλική γλώσσα και την έχουν ανακηρύξει τον 11ο αι. σε επίσημη γλώσσα στην Αγγλία.
Εγιναν γενικά επιτυχείς φορείς του γαλλικού πολιτισμού και στην Σικελία. Σχεδόν όλοι οι μεγαλόσωμοι και ξανθοί κάτοικοι της Σικελίας κατάγονται από Νορμανδούς.

Η αγγλική γλώσσα αποτελεί ένα κράμα από Λατινικά και αρχαία Γερμανικά και δη Σαξωνικά. Γι αυτό μαθαίνουν οι Γερμανοί και ιδιαιτέρως οι Σάξονες εύκολα τα Αγγλικά. Καθημερινή (17.1.16)

Λαϊκισμός, Περιεχόμενο και Καθοριστικά Συστατικά Στοιχεία , Ποιότητα Βίου

Σαφήνεια vs του συνηθισμένου νεοελληνικού εννοιολογικού χάους

Λαϊκισμός, Περιεχόμενο και καθοριστικά συστατικά στοιχεία

Η έννοια Λαϊκισμός είναι μετάφραση του διεθνώς γνωστού όρου της
Πολιτολογίας (Πολιτική επιστήμη ) POPULISMUS (λατινικά populus = Λαός).

Κοινωνικοπολιτικός Προσδιορισμός

α) Αρνητικός κοινωνικοπολιτικός προσδιορισμός : Εντονη επιθυμία για
απόκτηση της συγκατάθεσης του λαού . Μέσον : δημαγωγικά συνθήματα,
έναντι του λαού λένε αυτά που θέλει να ακούσει, αποτείνονται στα
ένστικτα και στα συναισθήματα, διακηρύσσουν εύκολες λύσεις στην
πραγματικότητα πολυσύνθετων και δύσκολων προβλημάτων , παραγκωνισμός
της ηθικής υπευθυνότητας και της λογικής σκέψης

β) Θετικός κοινωνικοπολιτικός προσδιορισμός : Πολιτική που λαμβάνει στα σοβαρά υπ όψη τα πολυποίκιλα προβλήματα των «απλών ανθρώπων» , τα εκφράζει κάλλιστα σε σύγκριση με άλλες πολιτικές ομάδες και διασφαλίζει άμεση επικοινωνία με τον λαό.

Σημειώνονται πρωτίστως δύο ιδεολογικοπρογραμματικές κατευθύνσεις. : Ο Δεξιός Λαϊκισμός (ΔΛ) και ο Αριστερός Λαϊκισμός (ΑΛ).

1.ΔΛ (πρωτίστως στα εξελιγμένα κράτη)

Στο επίκεντρο εστιάζονται ο φόβος των πολιτών λόγω της υποτιθέμενης
απώλειας της εθνικής ταυτότητας μέσω ξένων ανθρώπων ιδιαιτέρως εκ
μέρους του ισλαμικού κόσμου, η αγανάκτηση των αστών λόγω των
τεράστιων φόρων, και η απαίτηση για λιγότερο κράτος.

2. ΑΠ (πρωτίστως στις υποανάπτυκτες, στις αναπτυσσόμενες χώρες και στην Ελλάδα)

Αυτός έχει τα εξής θέματα στο επίκεντρο της ενασχόλησης : μεγαλύτερη ενίσχυση των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων, αγώνας κατά της διαφθοράς των κυβερνόντων, αλλά στις υποανάππτυκτες χώρες και στην Ελλάδα ισχυρότερο κράτος ως προστάτης έναντι του νεοφιλελευθερισμού, και το κράτος ως κεντρικός διανεμητής οικονομικών και κοινωνικών αγαθών.

Στην Ελλάδα σημειώνονται και οι δύο βασικές εκφάνσεις του Λαϊκισμού . Τα
κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛΛ είναι οι φορείς του. Ως εμπεδωτής
του ΤΡΙΤΟΚΟΣΜΙΚΟΥ Λαϊκισμού θεωρείται ο μέγας λαοπλάνος Ανδρέας
Παπανδρέου. Διαπιστώνουμε αντικειμενικά και πολιτικά ή κομματικά
ουδέτερα, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελεί το αντίθετο του λαϊκιστού.

Γενικά ο Λαϊκισμός θεωρείταικαι ως στρατηγικό μέσω κινητοποίησης ή και
επίτευξης πολιτικής ομοφωνίας πολιτικών ελίτ ή και μεμονομένων πολιτικών
που νομίζουν, ότι λόγω οφθαλμοφανών πολιτικών, οικονομικών και ηθικών
προβλημάτων, τα οποία οι πολίτες έχουν ήδη συνειδητοποιήσει, ωρίμασε ο
χρόνος να τα επισημάνων γενικολογώντας χωρίς να κάνουν συγκεκριμένες
προτάσεις επίλυσής των. Χρησιμοποιούν συνήθως εκφράσεις όπως οι καλοί
«απλοί άνθρωποι» , ο «σκληρά εγαζόμενος απλός λαός», «η λαϊκή
ηθικότητα», «το ένστικτο του απλού λαού», « οι διεφθαρμένες έλιτες», « η
γραφειοκρατία», « η εθνική ομοιογένεια», «η εθνική ταυτότητα» , «τα
συστημικά κόμματα» κτλ.

Στον «Τρίτο Κόσμο» και ιδιαιτέρως στη
Λατινική Αμερική έχει εμφανισθεί ο Λαϊκισμός υπό την μορφή μαζικών
κοινωνικοπολιτικών κινημάτων σε περιπτώσεις ταχέων πολιτικών εξελίξεων
και της κατάρρρευσης απολυταρχικών ή και δικτατορικών συστημάτων με
επίκεντρο μία προσωπικότητα. Η κοινωνική των βάση αποτελείται από
μέλη των χαμηλών εν μέρει και των μεσαίων στρωμάτων καθώς και από
προλετάριους στις πόλεις ή και αγρότες στην ύπαιθρο, ενώ οι αρχηγοί
προέρχονται από τα μεσαία ή και από τα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα. Οι
επιδιώξεις αυτών των κινημάτων είναι σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις
εθνολαϊκιστικές καθώς και η συμμετοχή των λαϊκών στρωμάτων στην πολιτική
και οικονομική εξουσία. Ο ιδιαίτερος λατινοαμερικανικός Εθνολαϊκισμός
ήταν η λογική συνέπεια της καταστροφής της οικονομίας πολλών χωρών μέσω
του νεοφιλελευθερισμού.

Ενα άλλο καθοριστικό γνώρισμα του
λατινοαμερικανικού (και του ελληνικού) λαϊκισμού, είναι ο έντονος
κοινωνικοπολιτικός συγκρουσιασμός που σημαίνει από το ένα μέρος ο
«Λαός», δηλαδή οι οπαδοί και από το άλλο μέρος η αντιπολίτευση, δηλαδή
τα πλούσια στρώματα, πρωτίστως η «Ολιγαρχία» (Βενεζουέλα, Βολιβία,
Εκουαδόρ, εν μέρει και Ελλάδα).

Συμπεράσματα

1. Πρόκειται για άκρως συντηρική δεξιοστρεφή ή για ριζοσπαστική αριστεροστρεφή πολιτική (στρατηγική και τακτική).
2. Θέτει στο επίκεντρο διαδεδομένες εθνικές, κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές ανησυχίες και συναισθήματα.
3. Ενισχύει αυτή την κατάσταση και προτείνει δήθεν εύκολη και ταχεία
επίλυση των υπαρχόντων εθνικών, κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών
προβλημάτων.
4. Σημειώνονται ισχυρές τάσεις σε μεσσιανισμο και πολιτική μαγεία, στην ουσία ΑΠΑΤΗ (π.χ. Τσίπραςμε πολλές οβιδιακές μεταμορφώσεις, μικροαστός με έντονο ψευτοεπαναστατικό περιτυύλιγμα) .
5. Επιδιώκει ιδίους πολιτικούς σκοπούς που στην πραγματικότητα δεν έχουν άμεση σχέση με την ουσία των υπαρχόντων προβλημάτων.
6. Οι Λαϊκιστές δεν είναι σε θέση , αφού αναρριχθούν μέσω κίβδηλων
υποσχέσεων στην εξουσία, να υλοποιήσουν ούτε μίαν υπόσχεση και συνήθως
κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Ο Τράμπ αποτελεί μεγάλη εξαίρεση (Ιδέ
εκτενώς G. Seesslen).

Πηγές (χωρίς επιστημονικές πηγές (όχι οι ανοησίες της Wikipedia) υφίσταται κίνδυνος μεγίστης μπουρδολογίας.

- Bohlen D./ F. Grotz (Hrsg.) Kleines Lexikon der Politik, 2015.
-R. Melzer, Β. Küpper (Autoren), Wut, Verachtung, Abwertung : Rechtspopulismus in Deutschland, 2015.
- Müller J-W., Was ist Populismus? – Ein Essay , 2016.
- Priester K., Populismus : Historische und aktuelle Erscheinungsformen, 2007.
-Priester K. , Rechter und linker Populismus : Annäherung an ein Chamäleon, 2012.
- Seesslen G., Trump! : POPulismus als Politik, 2017.
- Stegemann B., Das Gespenst des Populismus : Ein Essay zur politischen Dramaturgie, 2017.

Δημοσιευθέν επεξεργασμένο συχνά στον ηλεκτρονικό τύπο (Καθημερινή, Το Βήμα, Τα Νέα), 2016, 2017, Καθημερινή (19.12.18)

————————————————————————-

Ποιότητα βίου, Κριτήρια

Το θέμα ανήκει στα αντικείμενα της επιστήμης ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ. Φορέας των ανάλογων επιστημονικών γνώσεων είναι πρωτίστως τα έγκυρα επιστημονικά λεξικά, τα πανεπιστημιακά εγχειρίδια και οι υπερεξειδικευμένες μονογραφίες.

Παρακάτω παραθέτω τις γνώσεις περί της Ποιότητας του βίου.
Η Ποιότητα του βίου (quality o life) σύμφωνα με κοινωνικά κριτήρια (social indicators) αφορά το επίπεδο εξέλιξης των γενικών συνθηκών βίου σε μά κοινωνία.

Περί των κοινωνικών κριτηρίων :

α) Επίπεδο του βίου σύμφωνα με την εξέλιξη της οικονομίας (πρωτίστως παραγωγικότητα ως απαραίτητη βάση). Πρόκειται πρωτίστως για την ποιότητα και ποσότητα των καταναλωτικών αγαθών. Η επίπλαστη ευημερία επί τη βάση υπέρογκου δανεισμού δεν λαμβάνεται υπ όψη.
β) Συνθήκες κατοικίας.
γ) Κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος.
δ) Ποιότητα του πολιτικού συστήματος (ελευθερίες, ανθρώπινα δικαιώματα).

ε) Ποιότητα του συστήματος υγείας.
ζ) Δυνατότητα και ποιότητα των διακοπώ.
η) Ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο.
η) κοινωνική πρόνοια.
θ) Ανώτερος πολιτισμός (θέατρο, μουσική).

Πηγή : Lexikon der Soziologie. Ed. Von W. Fuchs-Heinitz, R. Lautmann et alt., ISB N 3-531-11417-4, Opladen, 1995, S.394. Το Βήμα (1.9.15)

Επαναστάσεις Παραγωγικών Δυνάμεων στην Ανθρώπινη Ιστορια : Αγροτική Επανάσταση , Βιομηχανική Επανάσταση, Επανάσταση των Υψηλών Τεχνολογιών

Επαναστάσεις Παραγωγικών Δυνάμεων στην Ανθρώπινη Ιστορια : Αγροτική Επανάσταση , Βιομηχανική Επανάσταση, Επανάσταση των Υψηλών Τεχνολογιών

Οι Αγγλοι έχουν το δεύτερο ήμισυ του 18ου αι. και ιδιαιτέρως στην διάρκεια του 19ου αι.  παραγματοποιήσει την Revolution of Industry που έχει καθιερωθεί διεθνώς ως terminus  scientificus (επιστημονικός όρος) σε όλες τις σημαντικές γλώσσες. Μόνον στην Ελλάδα χρησιμοποιείται η έκφραση Βιομηχανική επανάσταση, μέσω της οποίας δεν εξηγείται η Δεύτερη Επανάσταση των παραγωγικών Δυνάμεων στην ανθρώπινη ιστορία
Ο όρος Industry είναι λατινογενής (industris ) και σημαίνει ΦΙΛΟΠΟΝΙΑ.

Μεταξύ της Revolution of Industry και του Προτεσταντισμού σημειώνεται άμεση σχέση.
Στην Ολλανδία προηγήθηκε η Revolution of Trade (Επανάσταση του Εμπορίου) με ιδεολογικοθρησκευτικό υπόβαθρο τον Καλβινισμό.

Εδώ πρόκειται για τις δύο οικονομικές βάσεις του Καπιταλισμού και δη του Εμπoρικού Καπιταλισμού (Ολλανδία) και του Βιομηχανικού Καπιταλισμού (Αγγλία). Και οι δύο όροι είναι διεθνώς καθιερωμένοι (termini scienifici).

Η πρώτη επανάσταση των παραγωγικών δυνάμεων στην ιστορία της ανθρωπότητας έλαβε χώραν στη Μέση Ανατολή προ περίπου 11 χιλιάδων ετών (στον ελληνικό χώρο προ 8 χιλιάδων ετών).
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, ότι οι πρώτοι Υψηλοί Πολιτισμοί έχουν εμπεδωθεί σε αυτήν την περιοχή.

Προσθήκη στο σχόλιο περί της “Βιομηχανικής Επανάστασης”.

Στη Μέση Ανατολή έχει συντελεσθεί η “Αγροτική Επανάσταση”, η πρώτη μεγάλη πρόοδος των παραγωγικών δυνάμεων που έχει δημιουργήσει ευνοϊκές προϋποθέσεις για την εμπέδωση των πρώτων κρατών, των πρώτων νόμων, των πρώτων επιστημών (π.χ. των μαθηματικών, της ιατρικής, της αστρονομίας, της γεωμετρίας κλπ. ) στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Εν τω μεταξύ βιώνουμε την “Επανάσταση των υψηλών Τεχνολογιών”, στην οποία πρωτοστατούν χώρες του Δυτικού Κύκλου Πολιτισμού και ιδιαιτέρως αυτές με ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗ παράδοση. Οι χώρες με ορθόδοξη παράδοση δεν είναι ικανές να συμβάλλουν σε αυτήν την κοσμοϊστορική πρόοδο των επιστημών.

Αυτά που γραφω εδώ, μπορεί να τα διαβάσει όποιος θέλει σε κάθε πανεπιστημιακό εγχειρίδιο ή λεξικό της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής επιστήμης.
Εξω από αυτά υπάρχει μόνον η παραεπιστήμη καθυστερημένων σκοταδιστών ή υπερεξυπνακιστών.

Καθημερινή (28.8.16)

Theoretische Grundfragen des Internationalen Normenbildungsprozesses unter besonderer Berücksichtigung der UN-Resolutionen . Grundlegung einer modernen Norbildungstheorie. Pro scientia lata juris inter Gentes

Internationaler Normenbildungsprozeß-Grundlegung einer modernen Normbildungstheorie (1999)

Menschenrechtskonzepte der Gegenwart , Eine Komplexe und Globale Sicht, Gutachten (1990)

Menschenrechtskonzepte der Gegenwart

Panos Terz, Συνέντευξη στην Εφημερίδα των Ελλήνων του Εξωτερικού Ελληνική Γνώμη ( 1.7.2014 )

Panos Terz, Συνέντευξη στην Εφημερίδα των Ελλήνων του Εξωτερικού Ελληνική Γνώμη ( 1.7.2014 )

Αποκαλυπτική συνέντευξη στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ του διεθνώς γνωστού έλληνα πανεπιστημιακού ( Πανεπιστήμιο Λειψίας  και Universidad Santiago de Cali ) κ. Παναγιώτη  Δημητρίου  Τερζόπουλου ( Panos Terz ).
Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη.

Ο κ. Τερζόπουλος, γεννήθηκε το 1938 στο Μακρύγιαλο των Πιερίων από πολύ φτωχή αγροτική οικογένεια. Από την πρώτη του Δημοτικού (1947) έως την περάτωση των πανεπιστημιακών σπουδών του (1964)  και κατόπιν κατείχε τα πρωτεία.

Σπούδασε

α) Νομικές Επιστήμες με ειδίκευση στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο , στο Διεθνές Οικονομικό Δίκαιο και στην Θεωρία/ Φιλοσοφία του Δικαίου,

β) Bάσεις της Φιλοσοφίας, της Εθνικής Οικονομίας , της Πολιτολογίας, της πανεπιστημιακής Παιδαγωγικής, της  Διδακτικής , της Μεθοδικής/Μεθοδολογίας, της Ψυχολογίας , της Κοινωνιολογίας και του πανεπιστημιακού Managemant.

γ) Πέραν τούτου σπουδές λόγω γενικού ενδιαφέροντος στο Μαρξισμό-Λενινισμό, στην Μαρξιστική-Λενινιστική Φιλοσοφία ( ιδιαιτέρως τον Διαλεκτικό και τον Ιστορικό Υλισμό ), στην Πολιτική Οικονομία του Σοσιαλισμού , στην Ιστορία του Διεθνούς Εργατικού Κινήματος, στο Διεθνές Επαναστατικό Κίνημα, στην Θεωρία της Επανάστασης και στο Διεθνές Σοσιαλιστικό Σύστημα.

Οι πανεπιστημιακοί του κλάδοι είναι οι εξής :

Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, Θεωρία, Φιλοσοφία, Κοινωνιολογία και Μεθοδολογία του Δικαίου, Θεωρία των διεθνών σχέσεων, Γενική Μεθοδολογία των βασικών επιστημονικών και προγνωστικών ερευνών. Το τελευταίο μόνον για την επιμόρφωση άλλων καθηγητών πανεπιστημίου.

Στα πλαίσια της ανώτερης εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης ασχολείται από το 1960 ερασιτεχνικά, αλλά συστημαστικά με την Αρχαιολογία (ειδικά με τη Μεσολιθική και τη Νεολιθική Εποχή καθώς και με την Εποχή του Χαλκού ), με την συγκριτική παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού και της Λογοτεχνίας, με την Μυθολογία και την Ετυμολογία, συστηματικά με τους αρχαίους πολιτισμούς της Μέσης Ανατολής , των Χιττιτών, της Ινδίας και της Κίνας και  απο το 1985 επιστημονικά με την Εθνολογία (προέλευση, φυσιογνωμία και νοοτροπία ) των ευρωπαϊκών και μερικών ασιατικών λαών.

Από το 2003 είναι συνταξιούχος.

Πού οδηγείται κ. Τερζόπουλε η Ευρώπη μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ κρατών, όπως συνηθίζεται να λέγεται;

Επί τη βάση της Θεωρίας των διεθνών  σχέσεων διαπιστώνουμε, ότι προ της ειρηνικής κατάρρευσης του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού» επικρατούσε μέσω της «ισορροπίας του τρόμου»   ειρήνη υπό το νόημα της μη πολεμικής σύρραξης μεταξύ των δύο παγκοσμίων συστημάτων. Αυτή η ισορροπία επηρέαζε θετικά και τον βασικό κώδικα συμπεριφοράς των μεσαίων και μικρών δυνάμεων στις διεθνείς σχέσεις.  Είναι γεγονός , ότι ύστερα απο αυτήν την ριζική μετάλλαξη   σε  διαφορετικές καταστάσεις , στις οποίες επικρατούν οι ΗΠΑ ως μοναδική υπερδύναμη (Imperium Supremum Americanum ) έλαβαν χώρα επιθετικοί πόλεμοι  με πρωταγωνιστή τις ΗΠΑ και πέραν τούτου υπάρχει μεγάλος κίνδυνος πολεμικών συρράξεων  σε χαμηλό επίπεδο ιδίως στην Ασία και στην Αφρική.

Αυξήθηκαν ή μειώθηκαν οι ανισότητες μεταξύ των κρατών και πολιτών;

Λαμβάνοντας υπ όψη την  ύπαρξη  του σοσιαλιστικού συστήματος, ήταν  οι καπιταλιστικές  δυνάμεις και ιδιαιτέρως ο τρισκατάρατος νεοφιλελευθερισμός  πολύ προσεκτικές έναντι της εργατικής τάξης.  Κατόπιν όμως,   έχει εξελιχθεί ο καπιταλισμός υπό την μορφή  του νεοφιλελευθερισμού σε αδάμαστο θηρίο, και κάτω από τέτοιες συνθήκες έχουν γίνει πιο έντονες οι ανισότητες μεταξύ  πολιτών  και μεταξύ χωρών. Σχετικά με τις ανισότητες μεταξύ των πολιτών  παραπέμπω στον Αριστοτέλη , ο οποίος έχει στο αθάνατο έργο του  «Πολιτική» εντατικά ασχοληθεί με τις ανισότητες στην κοινωνία και ειδικά με την σχέση μεταξύ της ισότητας και τηςδικαιοσύνης.  Ο αιώνιος Αριστοτέλης γράφει μεταξύ άλλων : Ήδη οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έγραψαν , ότι η κοινωνία αποτελείται από τάξεις ! Δηλαδή  οι ανισότητες είναι το αργότερο μέσω  της διάσπασης της κοινωνίας σε τάξεις προ περίπου 5 χιλιάδων ετών στην Σουμερία/Ακκαδία (Νότιο Ιράκ και Ιράν) κάτι το κανονικό. Μόνο η εκμετάλλευση  δεν επιτρέπεται να αγγίζει τα όρια της Υβρεως, ειδάλλως θα έπεται η Νεμεσις.

Μπορεί να αισθάνεται περισσότερο ασφαλής ο Ευρωπαίος πολίτης;

Γενικά μπορεί ο Ευρωπαίος πολίτης να αισθάνεται πιο ασφαλής σε πολιτικό επίπεδο. Σε ό,τι όμως αφορά την οικονομική διάσταση , πρέπει να αγωνισθεί φυσικά με ειρηνικά μέσα, γιατί δεν πρόκειται να του δωρισθεί τίποτα. Αυτό είναι μάλλον υπόθεση των συνδικάτων.

Εκτιμάτε ότι υπάρχει ο πλούσιος Βορράς όπως ορισμένοι αναφέρουν σε αναλύσεις τους και ο φτωχός Νότος; Ή τίποτα από αυτά δεν ισχύει; Μήπως όλα είναι θέμα κουλτούρας και αναπτυξιακών προτεραιοτήτων;

Στην Βόρεια Ευρώπη (Αγγλία) έχει δημιουργηθεί και εμπεδωθεί τον 19ο αι. ο Βιομηχανικός Καπιταλισμός. Από τότε υπάρχει ένα μεγάλο οικονομικό χάσμα μεταξύ του Βορρά και του σήμερα καθυστερημένου Νότου. Ιδιαιτέρως τα Βαλκάνια ζούσαν ούτως ή άλλως επί αιώνες σε άλλον αστερισμό και έχουν αποκοπεί από τις κοσμοϊστορικές εξελίξεις στην πραγματική Ευρώπη ( Αναγέννηση, Διαφωτισμός, αστική επανάσταση, σύγχρονο αστικό κράτος, ανθρώπινα δικαιώματα κ.π.). Στην κεντρική και Βόρεια Ευρώπη έχουν αναπτυχθεί οι παραγωγικές δυνάμεις, η βιομηχανία και οι επιστήμες.

Αλλά και στην εξελιγμένη Ευρώπη διαπιστώνουμε διαφοροποιήσει, οι οποίες έχουν συντελεσθεί   ύστερα από την κατάρρευση της αποικιοκρατίας και κατόπιν ύστερα από την κρατική επανένωση της Γερμανίας, η οποία έχει εξελιχθεί σε πραγματική οικονομική και βιομηχανική υπερδύναμη στην Ευρώπη, ενώ οι πάλαι τότε υπερδυνάμεις Αγγλία και Γαλλία πήραν την πολύπλευρη κατιούσα. Είναι λοιπόν αυτονόητο, ότι η Γερμανία είναι, ανεξάρτητα αν το επιδιώκει, η ηγετική μεγαλοδύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κλιματικές συνθήκες, η παράδοση και η θρησκεία έχουν επιδράσει σημαντικά και στην διαμόρφωση της διαφορετικής νοοτροπίας μεταξύ των Βόρειων και των Νότιων ευρωπαϊκών λαών. Εδώ αναφέρονται μόνον τα πιό καθοριστικά χαρακτηριστικά στοιχεία :

( Προτεσταντικός ) Βορράς :
εργατικότητα εν μέρει τρόπος ανθρώπινης αυτοπραγμάτωσης, δυναμικότητα, αντοχή, ισχυρή θέληση, υπομονή, επιμονή, πειθαρχία, αυτοπειθαρχία, οργανωτικότητα, συστηματικότητα, μεθοδικότητα, αποτελεσματικότητα, κοινωνική, κρατική και νομική συνείδηση, συνείδηση της υπευθυνότητας για το σύνολο και  προτεραιότητα του γενικού έναντι του ατομικού συμφέροντος .

Νότος :
Αρχή της απόλαυσης της ζωής, κανώνας της ήσσονος προσπάθειας, και  έλλειψη δυναμικότητας κλπ.( τα αντίθετα του Βορρά ).  Εν ολίγοις : Η νοοτροπία των Βορείων Ευρωπαίων ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής οικονομίας και του αστικού κράτους, ενώ η νοοτροπία των Νοτίων είναι σε γενικές γραμμές ιδανική για την απόλαυση της ζωής.

Πατριωτισμός, φιλοπατρία. Ένα πολυσύνθετο θέμα. Εκτιμάτε ότι στη σύγχρονη Ελλάδα αυτές οι έννοιες πέφτουν θύμα εκμετάλλευσης; Ποια η άποψή σας;

Το θέμα εμπεριέχει τις εξής διαστάσεις : γλωσσολογική, ιστορική, εθνική, πολιτική, κοινωνική και εθνολογική.

1. Γλωσσολογική διάσταση (ετυμολογία, σημασιολογία)

Αφετηρία δεν είναι η λατινική λέξη Pater , Patris (γενική, εξ ου και Patria, γαλλικά Patrie), αλλά η ελληνική λέξη Πατήρ, Πατρός και εξ αυτού Πατρίς. Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα δημιουργήθηκε η λέξη πατριώτης (καταγωγή από το ίδιο γένος) μετατράπηκε στα “απλά λατινικά” σε patriota (συμπατριώτης) και βραδύτερα στα γαλλικά patriote ( ΦΙΛΟΠΑΤΡΗΣ ).

Κάτι το παρόμοιο συνέβη και με το επίθετο πατριωτικός, μετατροπή σε patrioticus και σε patriotique. Σε αυτήν την βάση εμφανίσθηκε στα γαλλικά η έννοια patriotisme η οποία επέστρεψε στην πατρίδα της ως Πατριωτισμός.

Πατριωτισμός, σημασιολογικώς

Πρόκειται για την πολιτική τοποθέτηση επί τη βάσει μίας συναισθηματικής δέσμευσης στις αξίες, στην γλώσσα, στην παράδοση, στην θρησκεία και στον πολιτισμό ( τρόπος ζωής, λογοτεχνία, μουσική κ.λ.π.) ενός έθνους. Πολλές φορές είναι αυτή η τοποθέτηση συνδεδεμένη με υπερβολική υπερηφάνεια και αλαζονεία, γνωστό φαινόμενο στην Ελλάδα.

2.Ιστορική διάσταση

Η Marseillaise καλεί όλα τα παιδιά της Πατρίδας , να την υπερασπισθούν ( “Allons enfants de la Patrie…,”). Πρότυπο ήταν , όπως φαίνεται, ο παιάνας στην ναυμαχία της Σαλαμίνας ( ” Ίτε παίδες Ελλήνων…,” ).

3. Εθνική διάσταση

Οι Γάλλοι υπερασπίσθηκαν την Πατρίδα τους κατά ξένων εισβολέων. Ο Πατριωτισμός τους ήταν στενά συνυφασμένος με το γαλλικό έθνος και αυτό πάλι ήταν συνδεδεμένο με την νέα κατάσταση πραγμάτων. Δημιουργήθηκε μία δυνατή εθνική συνείδηση . Στην Ελλάδα υπήρχε επίσης μία ακραιφνής εθνική συνείδηση , δίχως σύνδεση όμως με τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα του λαού. Επομένως λείπουν η κοινωνική και η κρατική συνείδηση.

4. Πολιτική διάσταση

Η Γαλλική Επανάσταση δημιούργησε ένα τελείως καινούριο πολιτικό και πολιτειακό σύστημα , το οποίο βασιζόταν στον πολίτη  (citoyen) με τα δικαιώματα καθώς και με τα καθήκοντά του ως κάτι το αυτονόηπο. Η αστική τάξη ήταν και είναι η καθοριστική. Ο πολίτης έχει κρατική και νομική συνείδηση.

Σε σύγκριση με την Γαλλία έπαιζαν στην Ελλάδα στην ουσία οι κοτζαμπάσηδες τον πιό αποφασιστικό ρόλο. Ακόμη και σήμερα δεν έχει η ελληνική αστική τάξη ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν ανήκει στην κατηγορία του πολίτου. Δεν διαθέτει ούτε κρατική, ούτε νομική, ούτε φορολογική  συνείδηση και δεν ανανωρίζει την αλληλουχία δικαιωμάτων και καθηκόντων. Η εθνική συνείδηση δεν κοστίζει απολύτως τίποτα. Δεν συμπίμπτουν το εθνικό και το πολιτικό στοιχείο του πατριωτισμού. Αυτό θα πεί, ότι ο ελληνικός Πατριωτισμός στηρίζεται μόνον στην εθνική συνείδηση, δηλαδή δεν είναι ευρωπαϊκος, αλλά βαλκανικός. Είναι ένας ανέξοδος, εύκολος και λεκτικός πατριωτισμός.

5. Κοινωνική διάσταση

Όταν λείπουν κρατική και νομική συνείδηση (όχι το γενικό και ανέξοδο αίσθημα δικαίου με πάμπολες ερμηνείες) , δεν δύναται να λειτουργήσει μία κοινωνία ανθρώπων. Το συμφέρον του συνόλου παραγκωνίζεται από ατομικιστικά συμφέροντα.

6. Εθνολογική διάσταση

Στο επίκεντρο τίθεται η νοοτροπία του Νεοέλληνα που σε γενικές γραμμές είναι ένα κράμα από βαλκανική πονηριά και ανατολίτικο ραχάτι.  Είναι πασίγνωστο, ότι η Ελλάδα δεν έζησε ούτε την Αναγέννηση, ούτε τον Διαφωτισμό, ούτε την αστική επανάσταση με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε ότι αφορά την ιστορία της βρισκόταν κάτω από ξένη κατοχή ( έως τον 7ο αι., δηλαδή πάνω από 800 έτη η ρωμαϊκή κατοχή (Imperium Romanum) συν 400 έτη ο τούρκικος ζυγός. Πρόκειται για 1200 απολεσθέντα έτη, ενώ οι Ευρωπαίοι ζούσαν από εθνική άποψη σχετικά ελεύθερα και προόδευαν πάνω από 1400 έτη.

Το αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση μίας νοοτροπίας, η οποία εμποδίζει την εφαρμογή ενός γνήσιου και σύγχρονου Πατριωτισμού. Λείπουν αξίες, όπως π.χ., η ιδέα του γενικού συμφέροντος, η αξιοπιστία , η αυτογνωσία, η αντοχή και η δυναμικότητα. Λείπουν οι περισσότερες προϋποθέσεις για τον εκμοντερνισμό, τον εξευρωπαϊσμό και τον εξορθολογισμό.

Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν για κάθε Έλληνα πατριώτη. Ας θυμηθούμε από καμιά φορά τους προγόνους μας. Ο Ησίοδος είπε προ 2.600 ετών κάτι το πολύ ενδιαφέρον : “Οι αιώνιοι θεοί του Ολύμπου έθεσαν προ της επιτυχίας τον ιδρώτα”.

Ένας οκνηρός ή ένας διεφθαρμένος δεν δύναται ποτέ να είναι καλός πατριώτης. Ο άμεσος συνδιασμός της εθνικής συνείδησης με τις παραπάνω κατηγορίες της συνείδησης είναι τελείως απαραίτητος.

Ποιος είναι για σας ο πολιτισμένος άνθρωπος;

Στα παρελθόντα χρόνια είχα πολλές φορές συζητήσεις με Έλληνες,με άλλους Ευρωπαίους καθώς και με μορφωμένους ανθρώπους από άλλους Κύκλους Πολιτισμού, π.χ. του Ισλαμικού, του Κονφουκιανικού και του Ινδουϊστικού.

Οι αντιλήψεις περί του πολιτισμένου ανθρώπου ήταν πολύ διαφορετικές, μόνο σε ένα σημείο , στην ευγενική συμπεριφορά υπήρχε μία βασική ομοφωνία.

Η Εικόνα του Ανθρώπου με τα συστατικά στοιχεία της, όπως π.χ. το άτομο, ο πολίτης , τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.ο.κ. δεν παίζει στους μη Ευρωπαίους κανένα ρόλο.

Αλλά ποιά να είναι άραγε τα καθοριστικά στοιχεία ενός πολιτισμένου Ευρωπαίου , υποτιθέσθω ότι και εμείς οι Έλληνες ανήκουμε πολιτισμικά στην Ευρώπη και γενικότερα στον Δυτικό Κύκλο Πολιτισμου ;

1. Ο Πολιτισμένος Ανθρωπος είναι πρωτίστως ΑΤΟΜΟ, δηλαδή έχει δική του βούληση, ελευθερία των επιλογών, αξιοπρέπεια, αυτονομία , αυτοπεποίθηση, εγκράτεια, φιλοπονία, φιλομάθεια, αυτοπειθαρχία, σεμνότητα και ιδιαιτέρως κοινωνική συνείδηση, η οποία σημαίνει ότι σέβεται την αξιοπρέπεια των συναθρώπων του, σκέπτεται το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, δεν είναι ατομικιστής και εγωϊστής και σέβεται τους γενικά αναγνωρισμένους πολιτισμένους κοινωνικούς κανόνες συμπεριφοράς

2. Ο Πολιτισμένος Ανθρωπος πρέπει να είναι Πολίτης με τα εξής κύρια χαρακτηριστικά : αναγνώριση της αλλλοσύνδεσης των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων απέναντι στο κράτος και στους συμπολίτες, έχει νομική συνείδηση , δηλαδή σέβεται τους νόμους και εκτός τούτου έχει φορολογική συνείδηση που θα πει ότι πληρώνει κανονικά και εκουσίως τους φόρους, χωρίς τους οποίους δεν μπορεί να λειτουργήσει ένα κοινωνικό κράτος.

3. Πρέπει να έχει μόρφωση και παιδεία και να ενδιαφέρεται για τις καλές τέχνες και την μουσική.

Διευκρίνιση: Τα αναφερθέντα καθοριστικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα προϋποθέτουν την ύπαρξη ενός κράτους, το οποίο δημιουργεί και προωθεί τον Πολιτισμένο Άνθρωπο.